ΙΔΟΥ ΤΟ ΠΡΩΤΕΙΟ ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ
Τό περιβόητο πρωτείο στηρίζεται δογματικά σέ δύο βεβαιότητες.
1ον Ο Πέτρος παρέλαβε από τόν Κύριο τόν τίτλο τού πρίγκηπα τών Αποστόλων μέ τόν διάσημο λόγο : « Εσύ είσαι ο Πέτρος καί πάνω σέ αυτή τήν πέτρα θά θεμελιώσω τήν εκκλησία μου» (Ματθ.16,18).
2ον Ο Πέτρος υπήρξε ο πρώτος επίσκοπος τής Ρώμης καί μετέφερε αυτή τήν εξουσία στούς διαδόχους του.
ΕΡΜΗΝΕΥΕΤΑΙ ΗΔΗ Η ΠΙΣΤΗ ΣΑΝ ΕΞΟΥΣΙΑ.
Από τίς δύο αρχές τού πρωτείου η δεύτερη είναι τό ιστορικό καί θεωρητικό θεμέλιο τής παποσύνης.
Γιατί όμως ο Απόστολος Πέτρος θά δεχόταν νά γίνει διάκονος αφού ήδη είχε διαχωρίσει τή θέση του στίς Πράξεις; Γιατί νά γίνει από δήμαρχος κλητήρας; Διότι ο επίσκοπος είναι διάκονος, υπεύθυνος γιά τήν τράπεζα καί τούς φτωχούς, όπως φανερώνεται καί σήμερα από τόν Ιερώνυμο καί όλη τήν ιεραρχία.
Κάι πώς έγινε επίσκοπος; Τόν χειροτόνησε κάποιος; Άν είναι δυνατόν. Η απόδειξη ότι δέν θά δεχόταν ποτέ νά γίνει επίσκοπος καί νά υποβαθμίσει σέ τέτοιο βαθμό τήν οικονομία τού Κυρίου, είναι πώς καί ο πάπας δέν παρέμεινε ένας απλός επίσκοπος. Μείωσε τόν Πέτρο γιά νά πάρει τήν θέση του στήν ιστορία τής Σωτηρίας, Ο Α Φ Ρ Ω Ν!
Τά απόκρυφα, γνωστικής ως επί τό πλείστον προελεύσεως, στήν αρχή ταύτισαν τόν Σίμωνα τόν μάγο μέ τόν Απόστολο Παύλο γιά νά δώσουν κάποιο ρεαλισμό στήν υποτιθέμενη διαμάχη Πέτρου καί Παύλου. Όταν εγκατελείφθη αυτό το παραμύθι, ένα άλλο πήρε τή θέση του. Ο Σίμων ο μάγος ήλθε στή Ρώμη, όπου κατέφθασε καί ο Πέτρος, στήν εποχή τού Κλαύδιου, γιά νά τόν κατανικήσει. Έμεινε δέ επίσκοπος μέχρι τήν εποχή τού Νέρωνος, όταν εμαρτύρησε. Είκοσι πέντε χρόνια επίσκοπος Ρώμης (42-67μ.Χ.). Δέν βγαίνουν οι λαγαριασμοί μέ κανένα τρόπο.
Στήν επιστολή πάντως τού Παύλου πρός τούς Ρωμαίους, γραμμένη τό 57μ.Χ., ιδιαιτέρως στό τμήμα όπου ο Παύλος χαιρετίζει τούς φίλους του, ο Πέτρος δέν αναφέρεται.Ο Παύλος συνελήφθη στήν Ιερουσαλήμ καί φυλακίστηκε γιά δύο χρόνια. Στήν συνέχεια μετεφέρθη στή Ρώμη όπου έμεινε γιά άλλα δύο χρόνια υπό επιτήρηση. Στή Ρώμη έγραψε τουλάχιστον δύο επιστολές : προς Φιλιππησίους καί τή δεύτερη πρός Τιμόθεο. Ο Πέτρος ξανά δέν αναφέρεται. Σύμφωνα δέ μέ τίς πράξεις στά χρόνια 49-50 ο Πέτρος βρίσκεται στήν Ιερουσαλήμ.
Μόνον μία ιστορική μαρτυρία κρίνεται ως πιθανή, τήν οποία υπενθυμίζει ο Harnack καί ανάγεται στόν φιλόσοφο Πορφύριο : «Λέγεται από μερικούς, ότι μετά από τήν ενασχόλησή του μέ τό ποίμνιο γιά λίγους μήνες, ο Πέτρος σταυρώθηκε». Μόνον αυτή η μαρτυρία κρίνεται σήμερα ως πιθανή, καμμία άλλη.
Αυτό όμως πού πρέπει νά αποκλειστεί a-priori είναι πώς ο Πέτρος διετέλεσε, γιά λίγο ή γιά πολύ, «επίσκοπος» τής Ρώμης. Διότι καμμία απευθείας σχέση διαδοχής μπορούσε νά υπάρξει ανάμεσα στό χαρισματικό καί καθολικό υπούργημα τού «Αποστόλου τού Κυρίου» καί εκείνο τού τοπικού καί διοικητικού, τού πρεσβυτέρου ή τού επισκόπου. Τίτλοι πού χρησίμευαν σέ κάθε τοπική εκκλησία γιά τούς δικούς της ποιμαντικούς καί διοικητικούς σκοπούς.
Επί πλέον μέχρι τά τέλη τού δευτέρου αιώνος δέν υπάρχει πληροφορία γιά τήν ύπαρξη επισκόπου-μονάρχη. Οι διάφορες εκκλησίες τής Ρώμης καθοδηγούντο από μιά ομάδα πρεσβυτέρων ιδίου βαθμού, μέ συλλογική λειτουργία τήν επιστασία, τήν επαγρύπνηση, τήν ΕΠΙΣΚΟΠΗ ακριβώς.
Τό χάρισμα τού «Αποστόλου τού Κυρίου» ήταν καί είναι στενά δεμένο μέ τήν εμπειρία τής προσωπικής συναντήσεως ή τής αποκαλύψεως τού Χριστού καί επομένως ήταν καί είναι αδύνατον νά μεταφερθεί σέ άλλους. Δέν είναι κάν ορθό νά μιλήσουμε γιά τούς επισκόπους σάν «διαδόχους» τών Αποστόλων.
Οι πρώτοι πού υπερηφανεύτηκαν γιά «αποστολική διαδοχή» υπήρξαν οι γνωστικοί. Οι όροι «αποστολικής παραδόσεως» καί «διαδοχής» εμφανίστηκαν γιά πρώτη φορά γύρω στό 165, σέ γνωστικό κείμενο Βαλεντινιανής επιρροής, στήν επιστολή τού Πτολεμαίου στήν Φλώρα, τό οποίο παρουσιάζεται από τόν Επιφάνιο, στό Πανάρειον, 33,7. Εναντίον τών γνωστικών αυτών άρχισαν νά εμφανίζονται οι γνωστές δηλώσεις, τύπου : «όπου ο επίσκοπος εκεί καί η εκκλησία».
Ο μοναρχικός επισκοπισμός γεννήθηκε στήν Ρώμη, έναν αιώνα περίπου μετά τόν θάνατο τών Αποστόλων καί ανεξαρτήτως απολύτως από τήν θέλησή τους.
Αμέθυστος
Ἁγ. Νεκταρίου: «Μελέτη ἱστορικὴ περὶ τῶν αἰτιῶν τοῦ σχίσματος»
Ὅταν οἱ υἱοὶ τοῦ Ζεβεδαίου ζήτησαν ἀπὸ τὸν Χριστὸ πρωτοκαθεδρία, νὰ καθήσουν ὁ ἕνας δεξιά του καὶ ὁ ἄλλος ἀριστερά του (Μάρκ.ι´35-38), ὁ Κύριος δὲν τοὺς εἶπε ὅτι αὐτὸ εἶναι ἀδύνατον, διότι τὴν πρωτοκαθεδρία τὴν ἔχω δώσει στὸν Πέτρο, ἀλλά, ὅτι «ὃς ἐὰν θέλῃ γενέσθαι μέγας ἐν ὑμῖν, ἔσται διάκονος ὑμῶν, καὶ ὃς ἐὰν θέλῃ γενέσθαι πρῶτος, ἔστω πάντων δοῦλος».Ὅταν οἱ ἀπόστολοι κατὰ τὸν μυστικὸν Δεῖπνον ἔπεσαν σὲ φιλονικία, διὰ τὰ πρωτεῖα, ὁ Κύριος δὲν τοὺς εἶπε πὼς ὁ Πέτρος εἶναι ὁ μεγαλύτερος, ἐπειδὴ αὐτὸν ἀφήνω ἐπίτροπον εἰς τὸ ποίμνιον, αὐτὸς εἶναι ἡ κεφαλὴ ὅλων σας. (Λουκ. κβ’ 24-26). Ἀλλὰ τοὺς εἶπε ὅτι “οἱ βασιλεῖς τῶν ἐθνῶν κυριεύουσιν αὐτῶν, καὶ οἱ ἐξουσιάζοντες αὐτῶν εὐεργέται καλοῦνται, ὑμεῖς δὲ οὐχ οὕτως, ἀλλ᾽ ὁ μείζων ἐν ὑμῖν γενέσθω ὡς ὁ νεώτερος καὶ ὁ ἀνακείμενος ὡς ὁ διακονῶν”. Ἔφερε καὶ παράδειγμα ὁ Κύριος τοὺς Φαρισαίους, οἱ ὁποῖοι ζητοῦσαν ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους νὰ λέγονται Ραββί, ὅμως ἐσεῖς, οἱ δικοί μου μαθηταὶ μὴν πέσετε στὸ πάθος αὐτό, μὴ ζητεῖτε τὸ πρωτεῖον αὐτό, ὑμεῖς μὴ κληθῆτε καθηγηταί, «εἷς γάρ ἐστιν ὁ καθηγητὴς Χριστός, καὶ πατέρα μὴ καλέσητε ἐπὶ τῆς γῆς. Εἷς ἐστιν ὁ Πατὴρ ὑμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς, ὑμεῖς δὲ πάντες ἀδελφοὶ ἐστέ».Οἱ Ἀπόστολοι ἔπεμψαν τὸν Πέτρον καὶ τὸν Ἰωάννην στὴν Σαμάρεια, ὅταν ἄκουσαν πὼς ἐδέχθη τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ, ἐὰν ὁ Πέτρος ἦταν κεφαλὴ καὶ ἄρχων πάντων, πῶς πέμπεται ἀπὸ τοὺς ἄλλους; πράγμα ποὺ δὲν τὸ δέχεται οὔτε ἡ συνήθεια οὔτε τὸ δίκαιον; Εἶναι λοιπὸν φανερὸ ὅτι τοῦτοι οἱ καπνοὶ τῆς φιλοδοξίας, καὶ πρωτοκαθεδρίας δὲν ἐχώρησαν μέσα εἰς τὰς θεοφόρους κεφαλὰς τῶν Ἀποστόλων, ἀλλ᾽ ὅλοι ἦταν ὁμοταγεῖς, ἀδελφοὶ κατὰ τὴν διδασκαλία τοῦ Κυρίοu, ἐπίσης διδάσκαλοι πάσης τῆς οἰκουμένης. Ὄχι διῃρημένως ὁ ἕνας στὴ Ρώμη, ὁ ἄλλος ἀλλαχοῦ, ἀλλὰ πανταχοῦ καθ᾽ ἕνας τὴν αὐτὴ ἐξουσία εἶχε καὶ τὸ αὐτὸ Ἀποστολικὸ προνόμιο.Ἔτσι ὁ Πάπας διὰ νὰ στήση τὴν κεφαλήν του, ὄχι μόνον συκοφαντεῖ τὸ Εὐαγγέλιο, ἀλλὰ καταφρονεῖ καὶ τὸν μακάριο Πέτρο σμικρύνοντάς του τὸ Ἀποστολικόν του προνόμιο, ἐπειδὴ ἀπὸ ἐκεῖ ποὺ ἦταν χειροτονημένος διδάσκαλος πάσης της οἰκουμένης καθὼς καὶ οἱ λοιποὶ Ἀπόστολοι, αὐτὸς τὸν περικλείει εἰς τὴν Ρώμην. Ἐὰν ὁ Πέτρος ἦταν κεφαλὴ καὶ ἀρχή, πῶς ὁ Παῦλος ὁ ὁποῖος δὲν ἦταν ἀπὸ τοὺς δώδεκα ἀντεστάθη κατὰ πρόσωπον εἰς τὸν Πέτρον; Πῶς τὸν ἐλέγχει καθὼς ὁ ἴδιος γράφει στὴν πρὸς Γαλάτας ἐπιστολήν του; «ὅτε ἦλθε Πέτρος εἰς Ἀντιόχειαν κατὰ πρόσωπον αὐτοῦ ἀντέστην» (Γαλατ. β΄11).Ἐὰν ὁ Πέτρος ἦταν πρῶτος πῶς εἰς τὴν Ἀποστολικὴν Σύνοδον δὲν ἀποφασίζει ὁ Πέτρος ὡς κεφαλὴ πάντων, ἀλλὰ ὁ Ἰάκωβος; (Πράξ. ιε΄10-28). Οἱ Ἀπόστολοι ἦσαν οἰκουμενικοὶ διδάσκαλοι, καὶ ἰσότιμοι πάντες, καὶ οὐδένας εἶχε διωρισμένον θρόνον. Οἱ Ἀπόστολοι χειροτονοῦσαν παντοῦ Ἀρχιερεῖς, καὶ ἔδιδαν εἰς αὐτοὺς τέσσαρα χαρίσματα: πρῶτον τὸ κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου, δεύτερον τὴν Ἱερωσύνην, τρίτον τὴν χειροτονίαν, τέταρτον τὴν ἐξουσίαν τοῦ δεσμεῖν καὶ λύειν. Καὶ αὐτὰ μερικῶς, καὶ ὄχι οἰκουμενικῶς, ἀλλὰ καθένας εἰς τὴν ἐπαρχίαν του ἐκήρυττε τὸ Εὐαγγέλιο, ἐνεργοῦσε τὰ τῆς Ἱερωσύνης, ἔπραττε τὰ τῆς χειροτονίας, ἐτέλει τὰ τοῦ δεσμεῖν καὶ λύειν. Ἔξω ἀπὸ τὴν ἐπαρχίαν του οὐδείς. Ἐπειδὴ αὐτὸ ἦταν ἀποστολικὸ χάρισμα. Οἱ Ἀπόστολοι Ἀρχιερεῖς χειροτονοῦσαν, καὶ ὄχι Ἀποστόλους. Οὐδεὶς τῶν χειροτονηθέντων ἀπὸ τοὺς Ἀποστόλους ἔγινε διάδοχος καὶ τοῦ ἀποστολικοῦ ἀξιώματος. Δόγμα τῶν Παπικῶν εἶναι «τὸ μὴ πιστεύειν εἰς τὸν Πάπαν, ταυτὸν ἐστὶ τὸ μὴ πιστεύειν εἰς τὸν Χριστόν», ὡσὰν νὰ ἦταν ὁ Πάπας καὶ ὁ Χριστὸς ἓν κατὰ τὴν οὐσίαν, δηλαδὴ θεοποιεῖ τὸν ἑαυτόν του.
Ἁγ. Νεκταρίου: «Μελέτη ἱστορικὴ περὶ τῶν αἰτιῶν τοῦ σχίσματος»
Ὅταν οἱ υἱοὶ τοῦ Ζεβεδαίου ζήτησαν ἀπὸ τὸν Χριστὸ πρωτοκαθεδρία, νὰ καθήσουν ὁ ἕνας δεξιά του καὶ ὁ ἄλλος ἀριστερά του (Μάρκ.ι´35-38), ὁ Κύριος δὲν τοὺς εἶπε ὅτι αὐτὸ εἶναι ἀδύνατον, διότι τὴν πρωτοκαθεδρία τὴν ἔχω δώσει στὸν Πέτρο, ἀλλά, ὅτι «ὃς ἐὰν θέλῃ γενέσθαι μέγας ἐν ὑμῖν, ἔσται διάκονος ὑμῶν, καὶ ὃς ἐὰν θέλῃ γενέσθαι πρῶτος, ἔστω πάντων δοῦλος».Ὅταν οἱ ἀπόστολοι κατὰ τὸν μυστικὸν Δεῖπνον ἔπεσαν σὲ φιλονικία, διὰ τὰ πρωτεῖα, ὁ Κύριος δὲν τοὺς εἶπε πὼς ὁ Πέτρος εἶναι ὁ μεγαλύτερος, ἐπειδὴ αὐτὸν ἀφήνω ἐπίτροπον εἰς τὸ ποίμνιον, αὐτὸς εἶναι ἡ κεφαλὴ ὅλων σας. (Λουκ. κβ’ 24-26). Ἀλλὰ τοὺς εἶπε ὅτι “οἱ βασιλεῖς τῶν ἐθνῶν κυριεύουσιν αὐτῶν, καὶ οἱ ἐξουσιάζοντες αὐτῶν εὐεργέται καλοῦνται, ὑμεῖς δὲ οὐχ οὕτως, ἀλλ᾽ ὁ μείζων ἐν ὑμῖν γενέσθω ὡς ὁ νεώτερος καὶ ὁ ἀνακείμενος ὡς ὁ διακονῶν”. Ἔφερε καὶ παράδειγμα ὁ Κύριος τοὺς Φαρισαίους, οἱ ὁποῖοι ζητοῦσαν ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους νὰ λέγονται Ραββί, ὅμως ἐσεῖς, οἱ δικοί μου μαθηταὶ μὴν πέσετε στὸ πάθος αὐτό, μὴ ζητεῖτε τὸ πρωτεῖον αὐτό, ὑμεῖς μὴ κληθῆτε καθηγηταί, «εἷς γάρ ἐστιν ὁ καθηγητὴς Χριστός, καὶ πατέρα μὴ καλέσητε ἐπὶ τῆς γῆς. Εἷς ἐστιν ὁ Πατὴρ ὑμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς, ὑμεῖς δὲ πάντες ἀδελφοὶ ἐστέ».Οἱ Ἀπόστολοι ἔπεμψαν τὸν Πέτρον καὶ τὸν Ἰωάννην στὴν Σαμάρεια, ὅταν ἄκουσαν πὼς ἐδέχθη τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ, ἐὰν ὁ Πέτρος ἦταν κεφαλὴ καὶ ἄρχων πάντων, πῶς πέμπεται ἀπὸ τοὺς ἄλλους; πράγμα ποὺ δὲν τὸ δέχεται οὔτε ἡ συνήθεια οὔτε τὸ δίκαιον; Εἶναι λοιπὸν φανερὸ ὅτι τοῦτοι οἱ καπνοὶ τῆς φιλοδοξίας, καὶ πρωτοκαθεδρίας δὲν ἐχώρησαν μέσα εἰς τὰς θεοφόρους κεφαλὰς τῶν Ἀποστόλων, ἀλλ᾽ ὅλοι ἦταν ὁμοταγεῖς, ἀδελφοὶ κατὰ τὴν διδασκαλία τοῦ Κυρίοu, ἐπίσης διδάσκαλοι πάσης τῆς οἰκουμένης. Ὄχι διῃρημένως ὁ ἕνας στὴ Ρώμη, ὁ ἄλλος ἀλλαχοῦ, ἀλλὰ πανταχοῦ καθ᾽ ἕνας τὴν αὐτὴ ἐξουσία εἶχε καὶ τὸ αὐτὸ Ἀποστολικὸ προνόμιο.Ἔτσι ὁ Πάπας διὰ νὰ στήση τὴν κεφαλήν του, ὄχι μόνον συκοφαντεῖ τὸ Εὐαγγέλιο, ἀλλὰ καταφρονεῖ καὶ τὸν μακάριο Πέτρο σμικρύνοντάς του τὸ Ἀποστολικόν του προνόμιο, ἐπειδὴ ἀπὸ ἐκεῖ ποὺ ἦταν χειροτονημένος διδάσκαλος πάσης της οἰκουμένης καθὼς καὶ οἱ λοιποὶ Ἀπόστολοι, αὐτὸς τὸν περικλείει εἰς τὴν Ρώμην. Ἐὰν ὁ Πέτρος ἦταν κεφαλὴ καὶ ἀρχή, πῶς ὁ Παῦλος ὁ ὁποῖος δὲν ἦταν ἀπὸ τοὺς δώδεκα ἀντεστάθη κατὰ πρόσωπον εἰς τὸν Πέτρον; Πῶς τὸν ἐλέγχει καθὼς ὁ ἴδιος γράφει στὴν πρὸς Γαλάτας ἐπιστολήν του; «ὅτε ἦλθε Πέτρος εἰς Ἀντιόχειαν κατὰ πρόσωπον αὐτοῦ ἀντέστην» (Γαλατ. β΄11).Ἐὰν ὁ Πέτρος ἦταν πρῶτος πῶς εἰς τὴν Ἀποστολικὴν Σύνοδον δὲν ἀποφασίζει ὁ Πέτρος ὡς κεφαλὴ πάντων, ἀλλὰ ὁ Ἰάκωβος; (Πράξ. ιε΄10-28). Οἱ Ἀπόστολοι ἦσαν οἰκουμενικοὶ διδάσκαλοι, καὶ ἰσότιμοι πάντες, καὶ οὐδένας εἶχε διωρισμένον θρόνον. Οἱ Ἀπόστολοι χειροτονοῦσαν παντοῦ Ἀρχιερεῖς, καὶ ἔδιδαν εἰς αὐτοὺς τέσσαρα χαρίσματα: πρῶτον τὸ κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου, δεύτερον τὴν Ἱερωσύνην, τρίτον τὴν χειροτονίαν, τέταρτον τὴν ἐξουσίαν τοῦ δεσμεῖν καὶ λύειν. Καὶ αὐτὰ μερικῶς, καὶ ὄχι οἰκουμενικῶς, ἀλλὰ καθένας εἰς τὴν ἐπαρχίαν του ἐκήρυττε τὸ Εὐαγγέλιο, ἐνεργοῦσε τὰ τῆς Ἱερωσύνης, ἔπραττε τὰ τῆς χειροτονίας, ἐτέλει τὰ τοῦ δεσμεῖν καὶ λύειν. Ἔξω ἀπὸ τὴν ἐπαρχίαν του οὐδείς. Ἐπειδὴ αὐτὸ ἦταν ἀποστολικὸ χάρισμα. Οἱ Ἀπόστολοι Ἀρχιερεῖς χειροτονοῦσαν, καὶ ὄχι Ἀποστόλους. Οὐδεὶς τῶν χειροτονηθέντων ἀπὸ τοὺς Ἀποστόλους ἔγινε διάδοχος καὶ τοῦ ἀποστολικοῦ ἀξιώματος. Δόγμα τῶν Παπικῶν εἶναι «τὸ μὴ πιστεύειν εἰς τὸν Πάπαν, ταυτὸν ἐστὶ τὸ μὴ πιστεύειν εἰς τὸν Χριστόν», ὡσὰν νὰ ἦταν ὁ Πάπας καὶ ὁ Χριστὸς ἓν κατὰ τὴν οὐσίαν, δηλαδὴ θεοποιεῖ τὸν ἑαυτόν του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου