Ο άγιος Μάξιμος Ομολογητής (π. 580-662) ζει σε μια μεταιχμιακή εποχή, στο τέλος της Ύστερης Αρχαιότητας και στις αρχές του καθαυτό Μεσαίωνα, η οποία σφραγίστηκε από την οριστική κατάρρευση της ελληνορωμαϊκής οικουμένης στη Μεσόγειο με την άνοδο του Ισλάμ. Σε συνάφεια με το ιστορικό αυτό πλαίσιο, η περίοδος χαρακτηρίστηκε από την πάλη της Ορθόδοξης θεολογίας με τις αιρέσεις του Μονοθελητισμού και του Μονοενεργητισμού, οι οποίες απετέλεσαν κρατικές προσπάθειες να επιτευχθεί συμβιβασμός με τις ανατολικές επαρχίες, όπου ήταν διαδεδομένος ο Μονοφυσιτισμός, μέσω μιας συμβιβαστικής φόρμουλας ότι ο Χριστός είχε δύο φύσεις, αλλά μία θέληση και ενέργεια. Ο άγιος Μάξιμος στην προσπάθειά του να βεβαιώσει την πίστη στις δύο θελήσεις και δύο ενέργειες του Χριστού αντίθετα προς το κρατικό δόγμα, ανέπτυξε μία ανθρωπολογία της θελήσεως, σύμφωνα με την οποία το θέλημα(η θέληση) αποτελεί μία αναπόσπαστη δύναμη της ανθρώπινης ψυχής, εξίσου πρωταρχική με τον νου. Αυτή η πλήρης καταξίωση και λεπτομερής φιλοσοφική ανάπτυξη της ανθρώπινης θελήσεως, την οποία κατά τη Δυοθελητική θεολογία προσέλαβε ο Χριστός ως θεμελιώδη πτυχή της ανθρώπινης φύσης, αποτελεί μία από τις σημαντικότερες συμβολές του αγίου Μαξίμου στην ιστορία της σκέψης, η οποία μπορεί να παρομοιαστεί με την ανάλογη έμφαση που δόθηκε στη θέληση στο πλαίσιο της φιλοσοφίας του Αυγουστίνου Ιππώνος στη Δύση, αν και η σκέψη του αγίου Μαξίμου ανήκει σε μια διαφορετική, ανατολική, γραμμή σκέψης.[ΑΛΛΟ ΘΕΛΗΣΗ ΑΛΛΟ ΒΟΥΛΗΣΗ]
Για να φτάσει όμως σε αυτό το συμπέρασμα της σημασίας της θελήσεως, ο άγιος Μάξιμος αξιοποίησε τη φιλοσοφία των λόγων των όντων, η οποία σημαίνει κατ’ αρχήν ότι κάθε φύση έχει αναπόσπαστα ουσιώδη χαρακτηριστικά, τα οποία προκύπτουν από τον ειδητικό και μορφικό ορισμό της ως προς την υπερβατική αρχή της, που είναι ο λόγος[ΤΟΥ ΝΟΥ]. Απώτερος σκοπός της ύστερης σκέψης του αγίου Μαξίμου ήταν να καταδείξει ότι η θέληση ανήκει ουσιωδώς στον λόγο της ανθρώπινης φύσης. Με την έμφασή του στους λόγους των όντων, ο άγιος Μάξιμος ολοκληρώνει στο τέλος της Ύστερης Αρχαιότητας μια μεγάλη ελληνική μεταφυσική παράδοση που συνθέτει τον Πλατωνισμό και τον Αριστοτελισμό, ενώ απηχεί επιδράσεις και πολλών άλλων ρευμάτων της ελληνικής σκέψης. Στο κεφάλαιο αυτό, θα εξετάσουμε μία από τις σημαντικότερες συμβολές του στη φιλοσοφία, ήτοι τη θεωρία των λόγων των όντων, η οποία διαπερνά τη σύνολη σκέψη του;;;. Θα δούμε τη χριστιανική μετάπλαση της φιλοσοφικής έννοιας του λόγου και τη συμπλήρωσή της από τον «τρόπον ὑπάρξεως» σε ένα νέο εννοιολογικό δίπολο.
Η σχέση ανάμεσα στον Έναν Λόγον και τους πολλούς. Οι διαφορετικές σημασίες του όρου λόγος.
O λόγος στη σκέψη του αγίου Μαξίμου έχει τη σημασία της εκδήλωσης του Θεού, η οποία ταυτοχρόνως εξηγεί τα όντα, αλλά συνδυάζεται και με μια σειρά από άλλες σημασίες, τις οποίες θα αναπτύξουμε.
α) Ο λόγος ως ἕν, ως ὄν, ως γνωστόν, ως ἀλήθεια και ως ἀγαθόν
Ακολουθώντας μία από τις κύριες σημασίες του ρήματος λέγω, αυτή του συλλέγω, ο όρος λόγος σημαίνει και στη σκέψη του αγίου Μαξίμου μία διαδικασία συλλογής και ενοποίησης. Αυτό είναι προφανές κυρίως στο ρήμα «ἀναλέγειν», που ο άγιος Μάξιμος το χρησιμοποιεί για να δηλώσει ότι ο νους «ἀναλέγει» τους λόγους των όντων,[1] ότι δηλαδή συλλέγει το ενιαίο και καθολικό νόημα μιας πολλαπλότητας όντων, τα οποία αναφέρει στον λόγο ως νόημα τους. Βρίσκουμε, επομένως, στη μαξιμιανή κατανόηση του λόγου μία σύμπτωση περισσότερων εννοιών: α) Τη λογική υπαγωγή ενός όντος στη γενικότητα ή καθολικότητά του, ήτοι στη μεγαλύτερη ενοποίησή του. β) Τη γνωσιολογική εξήγηση του όντος που το καθιστά νοητό, γνωστό και, εντέλει, ἀληθές. Ο λόγος αποτελεί έτσι ένα τελικό αίτιο, μία αρχή λογική και τελεολογική του όντος. γ) Ο λόγος αναφέρεται σε αυτό που είναι πράγματι το ον, στο ὄντως ὄν.[2] Ο λόγος αποτελεί μία πραγματικότητα πιο πλήρη από αυτές τις οποίες συλλέγει. Παρ’ όλα αυτά, στο οντολογικό επίπεδο, ο λόγος δεν καταργεί την διαφοράν, αλλά μόνο την διάστασιν.[3] Αυτή η λογική, γνωσιολογική και οντολογική αρχή είναι ταυτοχρόνως ένα καθήκον· είναι το ἀγαθόν[4] ενός όντος. Ο λόγος ως ηθική νόρμα είναι προφανής κυρίως στη μαξιμιανή έννοια του κατὰ φύσιν, η οποία πρέπει να κατανοηθεί ακριβέστερα ως «κατὰ τὸν λόγον τῆς φύσεως».
β) Οι «λόγοι ἐν τῷ Λόγῳ»
Επιπλέον, οι λόγοι δεν αποτελούν ανεξάρτητες και εξωτερικές αρχές, αλλά είναι εσωτερικευμένοι στον Λόγον του Θεού.[5] Ο Μάξιμος Ομολογητής ακολουθεί εδώ τη νεοπλατωνική ανάπτυξη του πλατωνισμού. Στον νεοπλατωνισμό, ακολουθώντας μία μακρά φιλοσοφική διαδικασία, η οποία έχει ρίζες και στον ίδιο τον Πλάτωνα, οι ιδέες μεταμορφώνονται από ανεξάρτητες εξωτερικές αρχές σε σκέψεις εσωτερικευμένες στον Νου. Παρομοίως, κατά τον Μάξιμο Ομολογητή, οι λόγοι εντοπίζονται στην υπόσταση του Λόγου. Υπάρχει βεβαίως η σημαντική διαφορά ότι κατά τον άγιο Μάξιμο, που ακολουθεί περισσότερο μια ιουδαιοχριστιανική αλεξανδρινή παράδοση η οποία ανάγεται στον Φίλωνα, οι ἐν τῷ Λόγω λόγοι δεν είναι νόες ή νοήσεις, όπως στον Νεοπλατωνισμό, και αυτό έχει τη σημαντική συνέπεια ότι πρόκειται μάλλον για λογικές μορφώσεις του νου διά της εξωτερίκευσης ή ακόμη και για λεκτικά ενεργήματα, όπως θα λέγαμε στη σύγχρονη φιλοσοφία της γλώσσας και της επιτέλεσης. Αλλά σε κάθε περίπτωση, υπάρχει το κοινό με τον Νεοπλατωνισμό ότι οι λόγοι δεν είναι ανεξάρτητες ειδητικές αρχές, αλλά οπωσδήποτε εσωτερικευμένες σε μία ευρύτερη θεία καθολικότητα, η οποία μάλιστα στον Χριστιανισμό έχει τόσο υποστατικό, όσο και προσωπικό χαρακτήρα.
Είναι, ωστόσο, πρωτοποριακή και η ίδια η αλλαγή που συμβαίνει εντός του Νεοπλατωνισμού: Καθώς οι ιδέες δεν τίθενται εντός του Νου, δεν αναφέρονται πλέον μόνο στο γενικό και το καθολικό, αλλά επίσης στο συγκεκριμένο και το ατομικό.[6] Παρομοίως, στον Μάξιμο Ομολογητή, που ολοκληρώνει με γενναίο τρόπο μία τάση της φιλοσοφίας της Ύστερης Αρχαιότητας, οι λόγοι, παρόλο που έχουν μια ενοποιητική λειτουργία, καθώς αναφέρουν το ον στην καθολικότητα του νοήματός του, δεν αφορούν μόνο στις ουσίες και τις γενικές φύσεις, στα καθόλου, αλλά αναφέρονται επίσης στα μερικά όντα,[7] στα «καθ’ ἕκαστον»[ΟΥΣΙΩΝΟΥΝ],[8] ή ακόμη και στις κινήσεις ή στις ιδιότητές τους.[9] Καθώς οι λόγοι εντοπίζονται στον Λόγο του Θεού, αφορούν σε ο,τιδήποτε μπορεί να νοήσει ή να θελήσει ο Θεός, σε ο,τιδήποτε μπορεί να έχει νόημα, ακόμη κι αν αυτό δεν αποτελεί καθ’ εαυτό μία γενική πραγματικότητα. Βεβαίως, το ότι ένα ον ή ιδιότητα ή ακόμη και γεγονός διαθέτει λόγον, σημαίνει ότι ακεραιώνεται σε μία καθολικότητα νοήματος. Ωστόσο, η αλήθεια δεν είναι απλώς συνάρτηση της γενικότητας. Πρόκειται για μια ρηξικέλευθη φιλοσοφική κίνηση καταξίωσης της ατομικότητας από τον Μάξιμο Ομολογητή, η οποία, από κάποιες απόψεις, προδιαγράφει τη νεωτερική έμφαση στο άτομο.;;;;
Για τον άγιο Μάξιμο, οι λόγοι προϋπάρχουν της κτίσεως εντός του Λόγου[ΤΗΣ ΟΥΣΙΑΣ] του Θεού, και εν συνεχεία πραγματώνονται μέσα στην κτίση στον αρμόζοντα χρόνο.[10] Αν και θα ήταν καλύτερο να πούμε ότι ο Θεός δεν υπάρχει «πριν» από τον χρόνο, αλλά απλώς «εκτός» χρόνου ή ακόμη καλύτερα ότι είναι άχρονος, οπότε και οι άκτιστοι θείοι λόγοι δεν «προϋπάρχουν», αλλά απλώς διαθέτουν αφενός μία άχρονη ύπαρξη και αφετέρου μία ἐν χρόνῳ πραγμάτωση. Πρόκειται πάντως για μια διαλεκτική σχέση ανάμεσα στον αιώνιο λόγον και στον αρμόζοντα καιρόν, η οποία καταξιώνει ριζικά τον χρόνο και την Ιστορία ως αποφασιστικούς παράγοντες για την έκβαση και την πραγμάτωση των λόγων[Η ΠΡΟΝΟΙΑ]. Αυτό σημαίνει ότι δεν είναι όλα δοσμένα στην αρχή της κτίσεως: υπάρχει εξέλιξη, καθώς νέα όντα έρχονται διαρκώς στην ύπαρξη, ακόμη κι αν ερείδονται οντολογικώς σε «προϋπάρχοντες» ή, μάλλον, σε άχρονους λόγους. Οι λόγοι έχουν ένα χαρακτήρα δημιουργικού και ποιητικού αιτίου, αλλά επίσης διατηρούν τα όντα σε μία συνεκτική ύπαρξη.[11] Έχουν, εξάλλου, μία γνωσιολογική αξία για τον Θεό. Ο Θεός γνωρίζει τα όντα και «πριν» τη δημιουργία τους διά των λόγων Του,[12] ή, για να το θέσουμε αλλιώς, γνωρίζει τα όντα ως λόγους Του. Ο Μάξιμος Ομολογητής διακρίνει μεταξύ του ότι ο Θεός γνωρίζει τον Εαυτό Του μέσα από την ουσία Του, αλλά γνωρίζει τα όντα μέσα από τη Σοφία Του, η Οποία ταυτίζεται με τη Δευτέρα Θεία Υπόσταση του Λόγου και της Σοφίας του Θεού. Εξάλλου, ο Μάξιμος Ομολογητής, ακολουθώντας έναν τυπικά ελληνικό τρόπο σκέψης, ομιλεί συχνά για δύο κινήσεις: μία κίνηση επεκτάσεως και διαστολῆς του Ενός Λόγου στους πολλούς λόγους, και μία κίνηση ἐπιστρεπτικῆς ἀναφορᾶς και συστολῆς των πολλών λόγων στον Ένα Λόγον.[13]Ωστόσο, αυτή η τελευταία κίνηση πραγματώνεται με την Ενσάρκωση του Λόγου στους αντίποδες της ελληνικής σκέψης. Σε αυτό το πλαίσιο, η «προΰπαρξη» των λόγων στον Λόγον και η επιστρεπτική αναφορά τους σε Αυτόν διατυπώνεται στο πλαίσιο μιας χριστολογικής διαλεκτικής μεταξύ του ενός Λόγου, ήτοι της υποστάσεως του Υιού, και των πολλών λόγων, που αναφέρονται στην πληθώρα των κτιστών. Σε αυτή τη διαλεκτική μεταξύ του ενός και των πολλών, συντίθεται η ενότητα και η ποικιλία.[14]
[1]Βλ. Κεφάλαια Περὶ Θεολογίας καὶ τῆς Ἐνσάρκου Οἰκονομίας τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ PG 90,1096A.
[2]Περὶ Διαφόρων Ἀποριῶν PG 91,1257A.
[3]Eἰς τὴν Προσευχὴν τοῦ Πάτερ Ἡμῶν CCSG 23,33,122-34,124 PG 90,877Β και Περὶ Διαφόρων Ἀποριῶν PG 91,1312-1313.
[4]Για τη σχέση μεταξύ λόγου και ἀγαθοῦ, βλ. Mυσταγωγία CCSG69,318-26,336PG 91,673C-D.
[5]Mυσταγωγία CCSG 69,30,486-31,506 PG 91,681C-684A· CCSG 69,42,685-691 PG 91, 692CD, CCSG 69,51,813-817 PG 91,700B·CCSG 69, 708B-C·Περὶ Διαφόρων Ἀποριῶν PG 91,1077C-1080B, 1156AB, 1205C, 1285C-1288A· Πρὸς Θαλάσσιον CCSG 7,239,7-24PG 90,377C.
[6]Ο λόγος είναι ότι η αρχή της διαφοράς ή ακόμη και της εξατομίκευσης δεν εντοπίζονται σε μία ανεξάρτητη αρχή της ύλης, αλλά ανάγονται στη νοερά αρχή, η οποία και παράγει την ίδια την ύλη.
[7]Περὶ Διαφόρων ἈποριῶνPG 91,1313A.
[8]Βλ.Περὶ Διαφόρων Ἀποριῶν PG 91,1080A.
[9]Βλ .Περὶ Διαφόρων Ἀποριῶν PG 91,1228A-1229A.
[10]PG91,1080A-1081A· 1328Β-1329B.
[11]PG91,1080A-B·1228A-C·1329A-Β.
[12]PG91,1081A·1328ΒC.
[13]PG91,1285C· 1077C-1081C·1205C· Mυσταγωγία CCSG69,61,993-996PG91,708B.
[14]PG91,1077C, PG 91,1228Β-C.
Έργο Γιώργου Κόρδη: Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής (1921)
Για να φτάσει όμως σε αυτό το συμπέρασμα της σημασίας της θελήσεως, ο άγιος Μάξιμος αξιοποίησε τη φιλοσοφία των λόγων των όντων, η οποία σημαίνει κατ’ αρχήν ότι κάθε φύση έχει αναπόσπαστα ουσιώδη χαρακτηριστικά, τα οποία προκύπτουν από τον ειδητικό και μορφικό ορισμό της ως προς την υπερβατική αρχή της, που είναι ο λόγος[ΤΟΥ ΝΟΥ]. Απώτερος σκοπός της ύστερης σκέψης του αγίου Μαξίμου ήταν να καταδείξει ότι η θέληση ανήκει ουσιωδώς στον λόγο της ανθρώπινης φύσης. Με την έμφασή του στους λόγους των όντων, ο άγιος Μάξιμος ολοκληρώνει στο τέλος της Ύστερης Αρχαιότητας μια μεγάλη ελληνική μεταφυσική παράδοση που συνθέτει τον Πλατωνισμό και τον Αριστοτελισμό, ενώ απηχεί επιδράσεις και πολλών άλλων ρευμάτων της ελληνικής σκέψης. Στο κεφάλαιο αυτό, θα εξετάσουμε μία από τις σημαντικότερες συμβολές του στη φιλοσοφία, ήτοι τη θεωρία των λόγων των όντων, η οποία διαπερνά τη σύνολη σκέψη του;;;. Θα δούμε τη χριστιανική μετάπλαση της φιλοσοφικής έννοιας του λόγου και τη συμπλήρωσή της από τον «τρόπον ὑπάρξεως» σε ένα νέο εννοιολογικό δίπολο.
Η σχέση ανάμεσα στον Έναν Λόγον και τους πολλούς. Οι διαφορετικές σημασίες του όρου λόγος.
O λόγος στη σκέψη του αγίου Μαξίμου έχει τη σημασία της εκδήλωσης του Θεού, η οποία ταυτοχρόνως εξηγεί τα όντα, αλλά συνδυάζεται και με μια σειρά από άλλες σημασίες, τις οποίες θα αναπτύξουμε.
α) Ο λόγος ως ἕν, ως ὄν, ως γνωστόν, ως ἀλήθεια και ως ἀγαθόν
Ακολουθώντας μία από τις κύριες σημασίες του ρήματος λέγω, αυτή του συλλέγω, ο όρος λόγος σημαίνει και στη σκέψη του αγίου Μαξίμου μία διαδικασία συλλογής και ενοποίησης. Αυτό είναι προφανές κυρίως στο ρήμα «ἀναλέγειν», που ο άγιος Μάξιμος το χρησιμοποιεί για να δηλώσει ότι ο νους «ἀναλέγει» τους λόγους των όντων,[1] ότι δηλαδή συλλέγει το ενιαίο και καθολικό νόημα μιας πολλαπλότητας όντων, τα οποία αναφέρει στον λόγο ως νόημα τους. Βρίσκουμε, επομένως, στη μαξιμιανή κατανόηση του λόγου μία σύμπτωση περισσότερων εννοιών: α) Τη λογική υπαγωγή ενός όντος στη γενικότητα ή καθολικότητά του, ήτοι στη μεγαλύτερη ενοποίησή του. β) Τη γνωσιολογική εξήγηση του όντος που το καθιστά νοητό, γνωστό και, εντέλει, ἀληθές. Ο λόγος αποτελεί έτσι ένα τελικό αίτιο, μία αρχή λογική και τελεολογική του όντος. γ) Ο λόγος αναφέρεται σε αυτό που είναι πράγματι το ον, στο ὄντως ὄν.[2] Ο λόγος αποτελεί μία πραγματικότητα πιο πλήρη από αυτές τις οποίες συλλέγει. Παρ’ όλα αυτά, στο οντολογικό επίπεδο, ο λόγος δεν καταργεί την διαφοράν, αλλά μόνο την διάστασιν.[3] Αυτή η λογική, γνωσιολογική και οντολογική αρχή είναι ταυτοχρόνως ένα καθήκον· είναι το ἀγαθόν[4] ενός όντος. Ο λόγος ως ηθική νόρμα είναι προφανής κυρίως στη μαξιμιανή έννοια του κατὰ φύσιν, η οποία πρέπει να κατανοηθεί ακριβέστερα ως «κατὰ τὸν λόγον τῆς φύσεως».
β) Οι «λόγοι ἐν τῷ Λόγῳ»
Επιπλέον, οι λόγοι δεν αποτελούν ανεξάρτητες και εξωτερικές αρχές, αλλά είναι εσωτερικευμένοι στον Λόγον του Θεού.[5] Ο Μάξιμος Ομολογητής ακολουθεί εδώ τη νεοπλατωνική ανάπτυξη του πλατωνισμού. Στον νεοπλατωνισμό, ακολουθώντας μία μακρά φιλοσοφική διαδικασία, η οποία έχει ρίζες και στον ίδιο τον Πλάτωνα, οι ιδέες μεταμορφώνονται από ανεξάρτητες εξωτερικές αρχές σε σκέψεις εσωτερικευμένες στον Νου. Παρομοίως, κατά τον Μάξιμο Ομολογητή, οι λόγοι εντοπίζονται στην υπόσταση του Λόγου. Υπάρχει βεβαίως η σημαντική διαφορά ότι κατά τον άγιο Μάξιμο, που ακολουθεί περισσότερο μια ιουδαιοχριστιανική αλεξανδρινή παράδοση η οποία ανάγεται στον Φίλωνα, οι ἐν τῷ Λόγω λόγοι δεν είναι νόες ή νοήσεις, όπως στον Νεοπλατωνισμό, και αυτό έχει τη σημαντική συνέπεια ότι πρόκειται μάλλον για λογικές μορφώσεις του νου διά της εξωτερίκευσης ή ακόμη και για λεκτικά ενεργήματα, όπως θα λέγαμε στη σύγχρονη φιλοσοφία της γλώσσας και της επιτέλεσης. Αλλά σε κάθε περίπτωση, υπάρχει το κοινό με τον Νεοπλατωνισμό ότι οι λόγοι δεν είναι ανεξάρτητες ειδητικές αρχές, αλλά οπωσδήποτε εσωτερικευμένες σε μία ευρύτερη θεία καθολικότητα, η οποία μάλιστα στον Χριστιανισμό έχει τόσο υποστατικό, όσο και προσωπικό χαρακτήρα.
Είναι, ωστόσο, πρωτοποριακή και η ίδια η αλλαγή που συμβαίνει εντός του Νεοπλατωνισμού: Καθώς οι ιδέες δεν τίθενται εντός του Νου, δεν αναφέρονται πλέον μόνο στο γενικό και το καθολικό, αλλά επίσης στο συγκεκριμένο και το ατομικό.[6] Παρομοίως, στον Μάξιμο Ομολογητή, που ολοκληρώνει με γενναίο τρόπο μία τάση της φιλοσοφίας της Ύστερης Αρχαιότητας, οι λόγοι, παρόλο που έχουν μια ενοποιητική λειτουργία, καθώς αναφέρουν το ον στην καθολικότητα του νοήματός του, δεν αφορούν μόνο στις ουσίες και τις γενικές φύσεις, στα καθόλου, αλλά αναφέρονται επίσης στα μερικά όντα,[7] στα «καθ’ ἕκαστον»[ΟΥΣΙΩΝΟΥΝ],[8] ή ακόμη και στις κινήσεις ή στις ιδιότητές τους.[9] Καθώς οι λόγοι εντοπίζονται στον Λόγο του Θεού, αφορούν σε ο,τιδήποτε μπορεί να νοήσει ή να θελήσει ο Θεός, σε ο,τιδήποτε μπορεί να έχει νόημα, ακόμη κι αν αυτό δεν αποτελεί καθ’ εαυτό μία γενική πραγματικότητα. Βεβαίως, το ότι ένα ον ή ιδιότητα ή ακόμη και γεγονός διαθέτει λόγον, σημαίνει ότι ακεραιώνεται σε μία καθολικότητα νοήματος. Ωστόσο, η αλήθεια δεν είναι απλώς συνάρτηση της γενικότητας. Πρόκειται για μια ρηξικέλευθη φιλοσοφική κίνηση καταξίωσης της ατομικότητας από τον Μάξιμο Ομολογητή, η οποία, από κάποιες απόψεις, προδιαγράφει τη νεωτερική έμφαση στο άτομο.;;;;
Για τον άγιο Μάξιμο, οι λόγοι προϋπάρχουν της κτίσεως εντός του Λόγου[ΤΗΣ ΟΥΣΙΑΣ] του Θεού, και εν συνεχεία πραγματώνονται μέσα στην κτίση στον αρμόζοντα χρόνο.[10] Αν και θα ήταν καλύτερο να πούμε ότι ο Θεός δεν υπάρχει «πριν» από τον χρόνο, αλλά απλώς «εκτός» χρόνου ή ακόμη καλύτερα ότι είναι άχρονος, οπότε και οι άκτιστοι θείοι λόγοι δεν «προϋπάρχουν», αλλά απλώς διαθέτουν αφενός μία άχρονη ύπαρξη και αφετέρου μία ἐν χρόνῳ πραγμάτωση. Πρόκειται πάντως για μια διαλεκτική σχέση ανάμεσα στον αιώνιο λόγον και στον αρμόζοντα καιρόν, η οποία καταξιώνει ριζικά τον χρόνο και την Ιστορία ως αποφασιστικούς παράγοντες για την έκβαση και την πραγμάτωση των λόγων[Η ΠΡΟΝΟΙΑ]. Αυτό σημαίνει ότι δεν είναι όλα δοσμένα στην αρχή της κτίσεως: υπάρχει εξέλιξη, καθώς νέα όντα έρχονται διαρκώς στην ύπαρξη, ακόμη κι αν ερείδονται οντολογικώς σε «προϋπάρχοντες» ή, μάλλον, σε άχρονους λόγους. Οι λόγοι έχουν ένα χαρακτήρα δημιουργικού και ποιητικού αιτίου, αλλά επίσης διατηρούν τα όντα σε μία συνεκτική ύπαρξη.[11] Έχουν, εξάλλου, μία γνωσιολογική αξία για τον Θεό. Ο Θεός γνωρίζει τα όντα και «πριν» τη δημιουργία τους διά των λόγων Του,[12] ή, για να το θέσουμε αλλιώς, γνωρίζει τα όντα ως λόγους Του. Ο Μάξιμος Ομολογητής διακρίνει μεταξύ του ότι ο Θεός γνωρίζει τον Εαυτό Του μέσα από την ουσία Του, αλλά γνωρίζει τα όντα μέσα από τη Σοφία Του, η Οποία ταυτίζεται με τη Δευτέρα Θεία Υπόσταση του Λόγου και της Σοφίας του Θεού. Εξάλλου, ο Μάξιμος Ομολογητής, ακολουθώντας έναν τυπικά ελληνικό τρόπο σκέψης, ομιλεί συχνά για δύο κινήσεις: μία κίνηση επεκτάσεως και διαστολῆς του Ενός Λόγου στους πολλούς λόγους, και μία κίνηση ἐπιστρεπτικῆς ἀναφορᾶς και συστολῆς των πολλών λόγων στον Ένα Λόγον.[13]Ωστόσο, αυτή η τελευταία κίνηση πραγματώνεται με την Ενσάρκωση του Λόγου στους αντίποδες της ελληνικής σκέψης. Σε αυτό το πλαίσιο, η «προΰπαρξη» των λόγων στον Λόγον και η επιστρεπτική αναφορά τους σε Αυτόν διατυπώνεται στο πλαίσιο μιας χριστολογικής διαλεκτικής μεταξύ του ενός Λόγου, ήτοι της υποστάσεως του Υιού, και των πολλών λόγων, που αναφέρονται στην πληθώρα των κτιστών. Σε αυτή τη διαλεκτική μεταξύ του ενός και των πολλών, συντίθεται η ενότητα και η ποικιλία.[14]
[1]Βλ. Κεφάλαια Περὶ Θεολογίας καὶ τῆς Ἐνσάρκου Οἰκονομίας τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ PG 90,1096A.
[2]Περὶ Διαφόρων Ἀποριῶν PG 91,1257A.
[3]Eἰς τὴν Προσευχὴν τοῦ Πάτερ Ἡμῶν CCSG 23,33,122-34,124 PG 90,877Β και Περὶ Διαφόρων Ἀποριῶν PG 91,1312-1313.
[4]Για τη σχέση μεταξύ λόγου και ἀγαθοῦ, βλ. Mυσταγωγία CCSG69,318-26,336PG 91,673C-D.
[5]Mυσταγωγία CCSG 69,30,486-31,506 PG 91,681C-684A· CCSG 69,42,685-691 PG 91, 692CD, CCSG 69,51,813-817 PG 91,700B·CCSG 69, 708B-C·Περὶ Διαφόρων Ἀποριῶν PG 91,1077C-1080B, 1156AB, 1205C, 1285C-1288A· Πρὸς Θαλάσσιον CCSG 7,239,7-24PG 90,377C.
[6]Ο λόγος είναι ότι η αρχή της διαφοράς ή ακόμη και της εξατομίκευσης δεν εντοπίζονται σε μία ανεξάρτητη αρχή της ύλης, αλλά ανάγονται στη νοερά αρχή, η οποία και παράγει την ίδια την ύλη.
[7]Περὶ Διαφόρων ἈποριῶνPG 91,1313A.
[8]Βλ.Περὶ Διαφόρων Ἀποριῶν PG 91,1080A.
[9]Βλ .Περὶ Διαφόρων Ἀποριῶν PG 91,1228A-1229A.
[10]PG91,1080A-1081A· 1328Β-1329B.
[11]PG91,1080A-B·1228A-C·1329A-Β.
[12]PG91,1081A·1328ΒC.
[13]PG91,1285C· 1077C-1081C·1205C· Mυσταγωγία CCSG69,61,993-996PG91,708B.
[14]PG91,1077C, PG 91,1228Β-C.
Έργο Γιώργου Κόρδη: Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής (1921)
ΣΤΗΝ ΠΑΤΕΡΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΘΕΟΣ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΤΙΣ ΚΟΙΝΕΣ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΤΡΙΑΔΟΣ ΑΚΤΙΣΤΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ.
Η ΥΠΟΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΥΙΟΥ ΚΑΙ ΛΟΓΟΥ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΚΟΙΝΗ.
ΔΕΝ ΓΙΝΕΤΑΙ ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΗΝ ΘΕΛΗΣΗ ΚΑΙ ΕΝΕΡΓΕΙΑ ΤΟΥ ΕΝΣΑΡΚΩΘΕΝΤΟΣ ΘΕΟΥ.
Η ΝΕΟΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΤΑΥΤΙΖΕΙ ΤΗΝ ΒΟΥΛΗΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΘΕΛΗΣΗ ΚΑΙ ΘΕΤΕΙ ΣΕ ΠΑΡΑΛΛΗΛΟΥΣ ΚΟΣΜΟΥΣ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΜΑΞΙΜΟ ΜΕ ΤΟΝ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟ.
Ο ΟΠΟΙΟΣ ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΕ ΕΝΑΝ ΑΜΦΙΒΑΛΛΟΜΕΝΟ ΝΟΜΟ ΤΟΥ ΠΟΡΦΥΡΙΟΥ, ΜΑΘΗΤΟΥ ΤΟΥ ΠΛΩΤΙΝΟΥ, ΑΝΑΙΡΩΝΤΑΣ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΑ ΤΗΝ ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΟΥ ΠΛΩΤΙΝΟΥ ΣΤΟΝ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου