Αγίων και Γερόντων παραινέσεις
(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)
Ερμηνεία εις το κατά Μάρκον Ευαγγέλιον της Γ’ Κυριακής των νηστειών (Μαρκ. η’ 34-38 και θ’ 1), εκ του «Κυριακοδρομίου» του Νικηφόρου Θεοτόκη, ελαφρώς διεσκευασμένη κατά την φράσιν.
Η αρχή παντός αγώνος έχει δυσκολίαν μεγάλην, επειδή παρίσταται ενώπιον των οφθαλμών ημών όλος ο κόπος, όσος τυγχάνει αναγκαίος διά την τούτου τελείωσιν. Διά τούτο η αρχή λογίζεται ως το ήμισυ του όλου έργου· «Αρχή δε το ήμισυ του παντός».
Εις το μέσον παντός κοπιαστικού αγώνος ο καταβληθείς κόπος φέρει αδυναμίαν, καθιστά το λοιπόν ήμισυ δυσκολώτερον της αρχής του όλου. Κατά δε το τέλος του αγώνος, αν και διά την αύξησιν της αδυναμίας η δυσκολία αυξάνει, εν τούτοις όμως, επειδή βλέπομεν εγγύς το τέλος του έργου, η χαρά και την αδυναμίαν διώκει και την δυσκολίαν λύει.
Εις το μέσον λοιπόν παντός κοπιαστικού έργου αναφαίνεται της δυσκολίας το μέγεθος. Εκ τούτου δε πολλοί περί το μέσον του αγώνος ατονούντες και πίπτοντες, εγκαταλιμπάνουσιν [εγκαταλείπουν] ημιτελές το έργον αυτών.
Ημείς, ω ευσεβείς Χριστιανοί, εφθάσαμεν Θεού Χάριτι σχεδόν εις αυτό το μέσον του της νηστείας δρόμου, εις τον οποίον και η αδυναμία ημάς περιεκύκλωσε και η δυσκολία ηύξησε, πλην θαρσείτε· ιδού δύο ισχυρά και κραταιότατα βοηθήματα· το εν τούτων είναι ο Πανάγιος Σταυρός, το ζωοδώρητον ξύλον, του κόσμου η χαρά, των πιστών η δύναμις, των Δικαίων το στήριγμα, των αμαρτωλών η ελπίς.
Διά τούτο σήμερον προβάλλει αυτόν η αγία Μήτηρ ημών, η του Χριστού Εκκλησία, ίνα ευλαβώς αυτόν ασπαζόμενοι λάβωμεν χάριν και δύναμιν προς τελείωσιν του της νηστείας θείου αγώνος· το δε έτερον βοήθημά μας είναι η δεσποτική φωνή του σημερινού Ευαγγελίου, ήτις προσκαλεί ημάς ίνα άρωμεν τον σταυρόν ημών και ακολουθήσωμεν τω καλούντι Χριστώ.
Διά τούτο δε σήμερον η τοιαύτη φωνή εκηρύχθη, ίνα ενστάξη εις τας καρδίας ημών την δύναμιν της θείας Χάριτος, δι’ αυτής δε προθύμως εκτελέσωμεν το άγιον της νηστείας στάδιον.
Αλλά το μεν πανσέβαστον του Σταυρού ξύλον καθείς βλέπει και καθείς μετά πίστεως και ευλαβείας ασπαζόμενος λαμβάνει Χάριν Θεού και δύναμιν· η δε ευαγγελική φωνή ανάγκην έχει εξηγήσεως, ίνα καθείς το νόημα αυτής κατανοήσας λάβη τον φωτισμόν του Παναγίου Πνεύματος και την θείαν τούτου δύναμιν. Καθώς λοιπόν μετ’ ευλαβείας ασπάζεσθε τον Τίμιον Σταυρόν, ούτω μετά προσοχής ακούσατε του ευαγγελικού λόγου την εξήγησιν.
«Είπεν ο Κύριος· όστις θέλει οπίσω μου ακολουθείν, απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού και ακολουθείτω μοι» (Μαρκ. η’ 34).
Ακούεις θεϊκήν σοφίαν και θαυμασιωτάτην μεγαλοπρέπειαν; Ούτε αναγκάζει, αν και έχει την δύναμιν, ούτε προστάττει, αν και έχει την εξουσίαν· αλλ’ αφήνων εις τον καθένα το αυτεξούσιον αυτού ελεύθερον, προσκαλεί μόνον πάντας, επειδή θέλει ως φιλάνθρωπος πάντων την σωτηρίαν.
«Όστις», λέγει, εξ ιδίας γνώμης και προαιρέσεως, «θέλει» ίνα ακολουθή «οπίσω μου», ήτοι ίνα γίνη μαθητής μου και μιμηθή τα έργα μου, εκείνος ανάγκη είναι ίνα πράξη τρία τινά· ίνα αρνηθή εαυτόν, ίνα άρη τον ίδιον σταυρόν αυτού και ίνα ακολουθή οπίσω μου.
Αλλά ποιος είναι ούτος ο εαυτός ημών; Και ποιος είναι ο ίδιος εκάστου σταυρός;
Ο εαυτός ημών είναι, εκείνος ο υπό του Αποστόλου Παύλου ονομαζόμενος «παλαιός άνθρωπος» (Ρωμ. ϛ’ 6)· και σώμα δε της αμαρτίας αυτόν ονομάζει ο αυτός Παύλος, επειδή μετά την παράβασιν των Πρωτοπλάστων «έγκειται η διάνοια του ανθρώπου επιμελώς επί τα πονηρά εκ νεότητος αυτού» (Γεν. η’ 21).
Τούτον λοιπόν τον παλαιόν άνθρωπον της αμαρτίας λέγει, ότι είναι πρέπον, ίνα αρνηθώμεν.
Αλλά πώς δυνάμεθα να πράξωμεν τούτο; Κατά τον αυτόν τρόπον, καθ’ ον αρνούμεθα άλλον τινά άνθρωπον. Πώς αρνείσαι τον φίλον σου ή τον συγγενή σου; Αποστρεφόμενος αυτόν και φεύγων απ’ αυτού και μισών πάντα τα έργα αυτού. Τότε λοιπόν αρνούμεθα εαυτούς, όταν φεύγωμεν την φιλίαν της σαρκός και αποστρεφώμεθα πάσας τας πονηράς αυτής πράξεις.
Σταυρός δε ίδιος εκάστου είναι η νέκρωσις των παθών και των πονηρών επιθυμιών αυτού· τότε λοιπόν αίρομεν τον σταυρόν ημών, όταν νεκρώσωμεν τα πάθη ημών και τας κακάς επιθυμίας.
«Οι δε του Χριστού», ήτοι οι δούλοι του Ιησού Χριστού, «την σάρκα εσταύρωσαν συν τοις παθήμασι και ταίς επιθυμίαις» (Γαλατ. ε’ 24).
Επειδή δε και κατά το παρελθόν τινές διά πολλής στενοχωρίας και βασάνου καταδάμαζον της σαρκός τα πάθη και άχρι δε της σήμερον πολλοί ασκηταί του γένους των Ινδών τυραννικώς διά διαφόρων τρόπων καταβασανίζουσι την σάρκα, ως και ημείς ιδίοις οφθαλμοίς αυτούς είδομεν, ποιούν δε ταύτα όχι διότι ακολουθούν εις τον Χριστόν, αλλά διότι δουλεύουν εις το πάθος της ιδίας κενοδοξίας και της πεπλανημένης αυτών φαντασίας, θέλοντες ίνα θαυμάζωνται και επαινώνται υπό των ανθρώπων, διά τούτο ο Κύριος είπεν όχι μόνον το «απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού», αλλά προσέθηκε και το «ακολουθείτω μοι».
Ιδού δε συντόμως όλη η σημασία των ευαγγελικών τούτων λόγων. Όστις θέλει να γίνη μαθητής του Ιησού Χριστού, εκείνος πρέπον είναι ίνα αποστραφή και μισήση πάσαν αμαρτίαν, ίνα νεκρώση πάντα τα πάθη αυτού και πάσας τας πονηράς αυτού επιθυμίας και ίνα ακολουθήση, ήτοι μιμηθή τα έργα του Ιησού Χριστού. Εφανέρωσε δε ο Θεάνθρωπος και το διατί ζητεί ταύτα τα τρία έργα παρά των μαθητών αυτού, ειπών.
Συνεχίζεται
Από τον «Μέγα Συναξαριστή της Ορθοδόξου Εκκλησίας», περίοδος Τριωδίου, τόμος 13ος.
ΑΣ ΜΑΣ ΔΙΔΑΣΚΕΙ ΛΟΙΠΟΝ Η ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΤΗΣ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΜΑΡΙΑΣ ΤΗΣ ΑΙΓΥΠΤΙΑΣ ΚΑΙ ΑΣ ΚΩΦΕΥΟΥΜΕ ΣΕ ΟΣΟΥΣ ΠΡΟΣΠΑΘΟΥΝ ΝΑ ΜΑΣ ΑΡΠΑΞΟΥΝ ΑΠΟ ΤΟΝ ΔΡΟΜΟ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΚΗΡΥΣΣΟΝΤΑΣ ΟΤΙ ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΑΜΑΡΤΙΑ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου