Τρίτη 28 Απριλίου 2020

ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΑΡΕΟΠΑΓΙΤΗΣ (19)

Συνέχεια από: Πέμπτη 9 Απριλίου 2020

ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΑΡΕΟΠΑΓΙΤΗΣ 
Και ο Χριστιανός Πλατωνισμός.
Του Salvatore Lilla.
                              Τρίτο κεφάλαιο: Η Ελληνική Ανατολή.

Από τούς Καππαδόκες στόν ψευδο-Διονύσιο τόν Αρεοπαγίτη.   
          
Μέγας Βασίλειος (συνέχεια).         
  
Η πιο λεπτομερής έκθεση τών θεωριών τού Βασιλείου στο Άγιο Πνεύμα οφείλεται στον H. Dörries, ο οποίος δεν εξέτασε μόνον το “Περί τού Αγίου Πνεύματος” αλλά και τις ομιλίες 24,15 (Περί πίστεως) και 29, όπως και αρκετές επιστολές. Οι κύριες θέσεις οι οποίες υποστηρίζονται από τον Βασίλειο, τόσο εκείνες που προκύπτουν από την αντιπαράθεση ανάμεσα στον Βασίλειο και τον Ευστάθιο όσο και από την Επιστολή 125, βρίσκονται παρατεθειμένες στην μελέτη του (το Άγιο Πνεύμα δεν είναι ένα κτίσμα, είναι εκ φύσεως Άγιο, δεν μπορεί να αποξενωθεί από την Θεία φύση, δεν μπορεί να χωρισθεί από τον Πατέρα και από τον Υιό, είναι ίσο με τα άλλα δύο πρόσωπα όπως ονομάζεται στο Μυστήριο του Βαπτίσματος, στην ομολογία πίστεως και δεν συγχέεται με τα άλλα δύο πρόσωπα τής Τριάδος, δεν είναι ούτε αγέννητο, ούτε γεννηθέν, αλλά εκπορεύεται από τον Πατέρα, όπως η πνοή εκπορεύεται από το στόμα, δεν είναι ένα υπηρετικό πνεύμα, δεν μπορεί να ονομασθεί στήν φόρμα τού Βαπτίσματος σύμφωνα με μία άλλη τάξη). [Ο Βασίλειος στο περί του Αγίου Πνεύματος  XVIII, 46 χρησιμοποιεί τον όρο προελθόν]. Στο έργο περί τού Αγίου Πνεύματος XVIII, 47 η αγαθότης, η αξιοπρέπεια και η αγιότης του Αγίου Πνεύματος, ιδιότητες που ανήκουν στην φύση Του, παρουσιάζονται σαν προερχόμενες από τον Πατέρα διά του Υιού (στο έργο τής οικονομίας)!
          Εάν η αντίδραση τού Μ. Βασιλείου, εναντίον τών υποβαθμιστών τού Αγίου Πνεύματος, στοχεύει στην υπεράσπιση τής Θεότητός Του, τού ομοουσίου και ομότιμου, έχει έναν λαμπρό πρόδρομο στον Αθανάσιο ο οποίος στις επιστολές στον Σεραπίωνα του 360 υποχρεώθηκε να αντιμετωπίσει την επίθεση τών “τροπικών” εναντίον τού τρίτου προσώπου τής Τριάδος και είχε επιβεβαιώσει το ομοούσιον σε σχέση με τα άλλα δύο πρόσωπα, επηρεάζοντας τις πραγματείες τού Μ. Βασιλείου! Ας προσθέσουμε επίσης ότι διάφορες σημαντικές όψεις τού δόγματος τού Βασιλείου για το Άγιο Πνεύμα δεν μπορούν να γίνουν κατανοητές χωρίς να υπολογίσουμε τις στενές τους σχέσεις με τον Πλωτίνο.
          Δύο άλλες ιδιότητες όμως του Αγίου Πνεύματος είχαν ήδη επεξεργαστεί στην προηγούμενη παράδοση το Άγιο Πνεύμα σαν πηγή και μεταδότη αγιότητος (Αγ. Πν. ΙΧ, 22) και τήν φώτιση η οποία μεταδίδεται από Αυτό σαν αναγκαία προϋπόθεση τής γνώσεως τού Υιού! (Αγ. Πν. ΙΧ, 23).
          
2. Γρηγόριος Νύσσης.
        
  Στο σύντομο γραπτό “Περί διαφοράς ουσίας και υποστάσεως”, το οποίο διασώζεται σαν η επιστολή 38 τού Βασιλείου, ο Γρηγόριος Νύσσης κρίνει αναγκαία την διευκρίνηση τής διαφοράς ανάμεσα στην ουσία και την υπόσταση έτσι ώστε να αποφευχθεί η απόδοση τής ίδιας σημασίας στους δύο όρους και να μην εκτεθεί στο λάθος των Σαβελλιανών (μία μοναδική ουσία δείχνει ένα μοναδικό πρόσωπο) ούτε των Αρειανών και των πνευματομάχων (τα τρία διαφορετικά πρόσωπα δείχνουν τρείς διαφορετικές φύσεις): έτσι ενώ ο όρος ουσία είναι πιο γενικός και αόριστος, καθότι δείχνει τις κοινές ιδιότητες σε περισσότερα άτομα αλλά δεν δείχνει ένα ξεχωριστό άτομο, ο όρος υπόσταση δείχνει ένα ιδιαίτερο άτομο και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του!
          Στην περίπτωση τής Θείας Τριάδος, ενώ ο πρώτος όρος δείχνει αυτό που είναι κοινό στα τρία πρόσωπα-όπως το ότι είναι  άκτιστα-υπέρ πάσαν δυνατότητα κατανοήσεως, απείρου και επέκεινα τού χώρου (Επ. 38,2)- ο δεύτερος αναφέρεται σε καθένα από αυτά, διακρίνοντας τα από τα άλλα δύο μέσω των ιδιαιτέρων χαρακτηριστικών τους. O Hubner έδειξε την αριστοτελική καταγωγή τόσο τής έννοιας τής ουσίας όσο και τής διαφοράς ανάμεσα στην ουσία και την υπόσταση τής Επιστ. 38,2-3, επαναφέροντάς τες στην αριστοτελική θεωρία τής πρώτης και δευτέρας ουσίας (κατηγορίες 2 α 11-15, 3 b 33-39): η αφηρημένη ουσία η οποία δεν γνωρίζει αυξήσεις ή μειώσεις και δεν υφίσταται από μόνη της αντιστοιχεί στο γένος της δεύτερης ουσίας. Η υπόστασις αντιστοιχεί αντιθέτως πλήρως στην πρώτη ουσία και θα μπορούσε να μεταφερθεί και στο είδος τής δεύτερας ουσίας.
          Αφού καθόρισε την διαφορά ανάμεσα στην σημασία τής ουσίας και σ’εκείνη τής υποστάσεως, ο Γρηγόριος εμβάθυνε περαιτέρω την εξέτασή του της Τριάδος, χαρακτηριζόμενη κατά τον ίδιο τόσο από την κοινωνία και την ενότητα (συνημμένον) και από το διακεκριμένον. Μία σύλληψη η οποία προαναγγέλλει το Τριαδικό δόγμα τού Αρεοπαγίτη. Κατά ένα μέρος, δεδομένης τής μοναδικότητος ή κοινωνίας τής ουσίας όταν σκεπτόμεθα σε ένα από τα τρία πρόσωπα τής Τριάδος δεν μπορούμε να μην σκεφθούμε στα άλλα δύο (δεν νοείται κανένα διάλειμμα και χωρισμός ανάμεσα τους ικανό να διακόψει την συνέχεια και την συνάφεια, την κοινωνία και την αρμονία τής Θείας ουσίας: Όποιος σκέπτεται τον Πατέρα σκέπτεται αυτομάτως τον Υιό, ο οποίος με την σειρά του δεν διαχωρίζεται από το Άγιο Πνεύμα. Όποιος σκέπτεται το Άγιο Πνεύμα σκέφτεται και προς τον Υιό, του οποίου Αυτό είναι το πνεύμα και στον Πατέρα, από τον οποίο εκπορεύεται. Και όποιος σκέπτεται στον Υιό εισάγει στην σκέψη του και τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα, κολλημένοι στον Υιό από το ένα μέρος και από το άλλο). (Επ. 38,4) Από το άλλο μέρος όμως, παρά την κοινωνία τής ουσίας, κάθε ένα από τα τρία πρόσωπα αναγνωρίζεται βάσει τών ιδιαιτέρων χαρακτηριστικών του, τα οποία σώζουν τήν διάκρισή του από τα άλλα δύο. Μ’αυτόν τον τρόπο “ούτε η διάκριση ανάμεσα στις υποστάσεις διαρρηγνύει την συνέχεια τής φύσεως, ούτε η κοινωνία τής ουσίας συγχέει την ιδιαιτερότητα τών σημείων τα οποία χρειάζονται για να τις αναγνωρίσουμε! Η ίδια πραγματικότης είναι μαζί ενωμένη και χωρισμένη και εάν, σαν σε ένα αίνιγμα, σκεπτόμαστε σε μία νέα και εκπληκτική διάκριση δεμένη και σε μία κοινωνία χωρισμένη.
          Σε άλλα του γραπτά ο Γρηγόριος Νύσσης διευκρινίζει περισσότερο αυτό το βασικό σημείο τής Τριαδικής του Θεολογίας. Ο Θεός είναι ταυτοχρόνως μία Τριάδα δεδομένου τής διακρίσεως ανάμεσα στα τρία πρόσωπα και μία μονάδα δεδομένης τής ταυτότητος (ή μοναδικότητος) τής ουσίας, αποδέχεται και δεν δέχεται την αρίθμηση, μπορεί να υπολογισθεί ταυτοχρόνως σαν ξεχωριστός και μοναδικός, καθώς φαίνεται ξεχωριστός στα τρία πρόσωπα και μοναδικός και αδιαίτερος στην φύση του ή ουσία! Η μοναδικότης τής ουσίας, η οποία  εξασφαλίζει την ενότητα τού Θεού ακόμη και ανάμεσα στα τρία πρόσωπα, εκφράζεται στήν ίση απόκτηση καί στά τρία πρόσωπα, τής αγαθότητος, τής δυνάμεως, τής Θεότητος και τής ενέργειας. Δεν υπάρχει διαχωρισμός ενεργειών ανάμεσα στα τρία πρόσωπα. Εξίσου με τον Βασίλειο, ο Γρηγόριος τονίζει ότι η ύπαρξη τριών υποστάσεων ξεχωριστών δεν πρέπει να μας οδηγήσει να σκεφθούμε στην ύπαρξη τριών διαφορετικών θεών ή σε μία διάσπαση τής Θείας φύσης, η οποία θα κατέληγε στην ύπαρξη τριών διαφορετικών ουσιών!

Συνεχίζεται
Αμέθυστος.

Δεν υπάρχουν σχόλια: