ΚΑΘΟΛΙΚΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΙΑΚΩΒΟΥ
Κεφάλαιον Γ´ (3).
Στίχ. 1-12. Ἡ ἀχαλίνωτη γλώσσα. Προσοχὴ στὰ λόγια μας. | |
1. Μὴ πολλοὶ διδάσκαλοι γίνεσθε, ἀδελφοί μου, εἰδότες ὅτι μεῖζον κρίμα ληψόμεθα· | 1. Ἀδελφοί μου, μὴν παίρνετε πολλοὶ τὴ θέση τοῦ δασκάλου, διότι γνωρίζετε ὅτι ἐμεῖς ποὺ διδάσκουμε θὰ κριθοῦμε πιὸ αὐστηρὰ καὶ συνεπῶς θὰ ἔχουμε μεγαλύτερη τιμωρία. |
2. πολλὰ γὰρ πταίομεν ἅπαντες. εἴ τις ἐν λόγῳ οὐ πταίει, οὗτος τέλειος ἀνήρ, δυνατὸς χαλιναγωγῆσαι καὶ ὅλον τὸ σῶμα. | 2. Θὰ τιμωρηθοῦμε πιὸ αὐστηρά, διότι ὅλοι κάνουμε σφάλματα σὲ πολλὲς περιπτώσεις· κι ἂπ´ ὅλες τὶς παρεκτροπὲς οἱ εὐκολότερες καὶ συχνότερες εἶναι ὅσες γίνονται μὲ τὴ γλώσσα. Σ᾿ αὐτὲς κινδυνεύει νὰ πέσει καὶ ὅποιος παίρνει μόνος του τὴ θέση τοῦ δασκάλου. Πράγματι. Ἂν κάποιος δὲν κάνει σφάλματα μὲ τὰ λόγια του, αὐτὸς εἶναι τέλειος ἄνθρωπος καὶ ἔχει τὴ δύναμη νὰ χαλιναγωγήσει καὶ νὰ συγκρατήσει καὶ ὁλόκληρο τὸν ἑαυτό του. Γι᾿ αὐτὸ πρέπει καὶ ὁ δάσκαλος νὰ εἶναι τέλειος, γιὰ νὰ μὴν ἁμαρτάνει μὲ τὴ γλώσσα του καὶ γιὰ νὰ ἀποφύγει τὴν αὐστηρότερη κρίση μὲ τὴν ὁποία θὰ κριθοῦν ὅσοι διδάσκουν. |
3. ἴδε τῶν ἵππων τοὺς χαλινοὺς εἰς τὰ στόματα βάλλομεν πρὸς τὸ πείθεσθαι αὐτοὺς ἡμῖν, καὶ ὅλον τὸ σῶμα αὐτῶν μετάγομεν. | 3. Καὶ γιὰ νὰ πεισθεῖτε ὅτι ὅποιος δὲν κάνει σφάλματα στὰ λόγια του εἶναι τέλειος, σᾶς φέρνω δύο παραδείγματα: Κοιτάξτε. Βάζουμε στὰ στόματα τῶν ἀλόγων τὰ χαλινάρια, γιὰ νὰ τὰ κάνουμε νὰ πειθαρχοῦν σὲ μᾶς· κι ἔτσι μὲ τὸ χαλινάρι κατευθύνουμε ὅλο τὸ σῶμα τους. |
4. ἰδοὺ καὶ τὰ πλοῖα, τηλικαῦτα ὄντα καὶ ὑπὸ σκληρῶν ἀνέμων ἐλαυνόμενα, μετάγεται ὑπὸ ἐλαχίστου πηδαλίου ὅπου ἂν ἡ ὁρμὴ τοῦ εὐθύνοντος βούληται. | 4. Δεῖτε κι αὐτὰ τὰ ἄψυχα πλοῖα· ἂν καὶ εἶναι τόσο μεγάλα καὶ σπρώχνονται ἀπὸ σκληροὺς καὶ ὁρμητικοὺς ἀνέμους, διευθύνονται μὲ ἕνα πολὺ μικρὸ τιμόνι, τὸ πηδάλιο. Κι αὐτὸς ποὺ τὰ διευθύνει μπορεῖ μὲ τὸ πηδάλιο νὰ τὰ κατευθύνει ὅπου θέλει. |
5. οὕτω καὶ ἡ γλῶσσα μικρὸν μέλος ἐστὶ καὶ μεγαλαυχεῖ. ἰδοὺ ὀλίγον πῦρ ἡλίκην ὕλην ἀνάπτει! | 5. Ἔτσι καὶ ἡ γλώσσα εἶναι ἕνα μικρὸ μέλος, καυχιέται ὅμως μὲ ἀλαζονεία γιὰ τὰ μεγάλα κακὰ ποὺ δημιουργεῖ. Νά, λίγη φωτιὰ πῶς φουντώνει καὶ καταστρέφει ἐκτεταμένα καὶ πυκνὰ δάση! |
6. καὶ ἡ γλῶσσα πῦρ, ὁ κόσμος τῆς ἀδικίας. οὕτως ἡ γλῶσσα καθίσταται ἐν τοῖς μέλεσιν ἡμῶν ἡ σπιλοῦσα ὅλον τὸ σῶμα καὶ φλογίζουσα τὸν τροχὸν τῆς γενέσεως καὶ φλογιζομένη ὑπὸ τῆς γεέννης. | 6. Καὶ ἡ γλώσσα εἶναι φωτιά, ἕνας ὁλόκληρος κόσμος κι ἕνα μεγάλο πλῆθος ἀδικίας. Ὅπως μιὰ μικρὴ φωτιὰ ἀνάβει μεγάλη πυρκαγιά, ἔτσι καὶ ἡ γλώσσα εἶναι τὸ μικρὸ μέλος σὲ σχέση μὲ τὰ ἄλλα μέλη μας ποὺ μολύνει ὅμως ὅλο τὸ σῶμα καὶ ἀνάβει πυρκαγιὰ στὸν κύκλο τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς. Κι ἔπειτα καίγεται κι αὐτὴ ἀπὸ τὸ πῦρ τῆς κολάσεως, μὲ τὸ ὁποῖο θὰ τιμωρηθοῦν οἱ παρεκτροπὲς καὶ οἱ ἀδικίες της. |
7. πᾶσα γὰρ φύσις θηρίων τε καὶ πετεινῶν ἑρπετῶν τε καὶ ἐναλίων δαμάζεται καὶ δεδάμασται τῇ φύσει τῇ ἀνθρωπίνῃ, | 7. Φοβερὸ πραγματικὰ καὶ ἀσυγκράτητο κακὸ ἡ γλώσσα! Κι αὐτὸ ἀποδεικνύεται ἀπὸ τὸ ὅτι κάθε φυσικὴ ἀγριότητα, καὶ τῶν θηρίων καὶ τῶν πτηνῶν καὶ τῶν ἑρπετῶν καὶ τῶν θαλάσσιων ὄντων, δαμάζεται ἀπὸ τὴ φυσικὴ ἱκανότητα καὶ ἐπινοητικότητα τοῦ ἀνθρώπου· |
8. τὴν δὲ γλῶσσαν οὐδεὶς δύναται ἀνθρώπων δαμάσαι· ἀκατάσχετον κακόν, μεστὴ ἰοῦ θανατηφόρου. | 8. τὴ γλώσσα ὅμως κανεὶς ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους δὲν μπορεῖ νὰ τὴ δαμάσει. Εἶναι ἀσυγκράτητο κακό, γεμάτη θανατηφόρο δηλητήριο. |
9. ἐν αὐτῇ εὐλογοῦμεν τὸν Θεὸν καὶ πατέρα, καὶ ἐν αὐτῇ καταρώμεθα τοὺς ἀνθρώπους τοὺς καθ᾿ ὁμοίωσιν Θεοῦ γεγονότας· | 9. Κι ἐνῶ σὲ ὁρισμένες περιπτώσεις τὴ χρησιμοποιοῦμε γιὰ τὸ καλό, αὐτὸ δὲν τὴ συγκρατεῖ καὶ δὲν τὴν ἀσφαλίζει ἀπὸ τὸ κακό. Πράγματι· μ᾿ αὐτὴν δοξολογοῦμε τὸν Θεὸ καὶ Πατέρα, ἀλλὰ καὶ μ᾿ αὐτὴν καταριόμαστε τοὺς ἀνθρώπους ποὺ ἔχουν πλασθεῖ καθ᾿ ὁμοίωσιν Θεοῦ. |
10. ἐκ τοῦ αὐτοῦ στόματος ἐξέρχεται εὐλογία καὶ κατάρα. οὐ χρή, ἀδελφοί μου, ταῦτα οὕτω γίνεσθαι. | 10. Ἀπὸ τὸ ἴδιο στόμα βγαίνει δοξολογία καὶ κατάρα. Ἀλλά, ἀδελφοί μου, δὲν πρέπει νὰ γίνονται αὐτὰ ἔτσι, καὶ νὰ ἀνακατεύονται οἱ εὐλογίες μὲ τὶς κατάρες. |
11. μήτι ἡ πηγὴ ἐκ τῆς αὐτῆς ὀπῆς βρύει τὸ γλυκὺ καὶ τὸ πικρόν; | 11. Μήπως ἡ πηγὴ ἀπὸ τὸ ἴδιο στόμα ἀναβλύζει νερὸ πόσιμο καὶ δροσιστικό, καὶ νερὸ ἁλμυρὸ καὶ πικρό; |
12. μὴ δύναται, ἀδελφοί μου, συκῆ ἐλαίας ποιῆσαι ἢ ἄμπελος σῦκα; οὕτως οὐδεμία πηγὴ ἁλυκὸν καὶ γλυκὺ ποιῆσαι ὕδωρ. | 12. Μήπως εἶναι δυνατόν, ἀδελφοί μου, ἡ συκιὰ νὰ κάνει ἐλιὲς ἢ τὸ ἀμπέλι σύκα; Ἔτσι καὶ καμία πηγὴ δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ βγάζει συγχρόνως ἁλμυρὸ καὶ γλυκὸ δροσιστικὸ νερό. Συνεπῶς κι ἀπὸ τὸ ἴδιο στόμα δὲν πρέπει νὰ βγαίνει εὐλογία καὶ κατάρα. |
Στίχ. 13-18. Ἡ ἀληθινὴ καὶ ἡ ψεύτικη σοφία. | |
13. Τίς σοφὸς καὶ ἐπιστήμων ἐν ὑμῖν; δειξάτω ἐκ τῆς καλῆς ἀναστροφῆς τὰ ἔργα αὐτοῦ ἐν πραΰτητι σοφίας. | 13. Βιάζεστε νὰ πάρετε τὴ θέση τοῦ δασκάλου, γιὰ νὰ ἐμφανίζεστε ὡς σοφοί. Ἀλλὰ ποιὸς ἀπὸ σᾶς εἶναι ἀληθινὰ καὶ κατὰ Θεὸν σοφὸς καὶ φωτισμένος; Ἂς δείξει ὄχι μὲ λόγια ἀλλὰ μὲ τὴν καλή του διαγωγὴ τὰ ἔργα του· κι ἂς τὰ δείξει αὐτὰ μὲ πραότητα, ποὺ φανερώνει ἀληθινὴ σοφία. |
14. εἰ δὲ ζῆλον πικρὸν ἔχετε καὶ ἐριθείαν ἐν τῇ καρδίᾳ ὑμῶν, μὴ κατακαυχᾶσθε καὶ ψεύδεσθε κατὰ τῆς ἀληθείας. | 14. Ἐὰν ὅμως ἔχετε φανατισμὸ γεμάτο πικρία καὶ ἐριστικὲς τάσεις φατριασμοῦ στὴν καρδιά σας, μὴν καυχιέστε ὅτι εἶστε πιὸ σοφοὶ ἀπὸ τοὺς ἄλλους καὶ μὴν ψεύδεσθε σὲ βάρος τῆς χριστιανικῆς ἀλήθειας. Διότι θέλετε νὰ παρουσιάζεστε δάσκαλοι τῆς ἀλήθειας, ἀλλὰ μὲ τὴ διαγωγή σας διαψεύδετε ὅσα λέτε μὲ τὴ διδασκαλία σας. |
15. οὐκ ἔστιν αὕτη ἡ σοφία ἄνωθεν κατερχομένη, ἀλλ᾿ ἐπίγειος, ψυχική, δαιμονιώδης. | 15. Αὐτὴ ἡ σοφία δὲν εἶναι θεία σοφία, ποὺ κατεβαίνει ἀπὸ τὸν οὐρανό, ἀλλὰ εἶναι σοφία ἐπίγεια, σαρκική, ξένη ἀπὸ τὸ φωτισμὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καὶ ἐμπνέεται ἀπὸ τὰ δαιμόνια. |
16. ὅπου γὰρ ζῆλος καὶ ἐριθεία, ἐκεῖ ἀκαταστασία καὶ πᾶν φαῦλον πρᾶγμα. | 16. Διότι ὅπου ὑπάρχει ζῆλος φανατικὸς καὶ ἐριστικὴ διάθεση διχασμοῦ, ἐκεῖ ὑπάρχει σύγχυση, ἀναστάτωση, ἀκαταστασία καὶ κάθε λογὴς κακό. |
17. ἡ δὲ ἄνωθεν σοφία πρῶτον μὲν ἁγνή ἐστιν, ἔπειτα εἰρηνική, ἐπιεικής, εὐπειθής, μεστὴ ἐλέους καὶ καρπῶν ἀγαθῶν, ἀδιάκριτος καὶ ἀνυπόκριτος. | 17. Ἐνῶ ἡ σοφία ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὸν Θεὸ τοῦ οὐρανοῦ, πρῶτα ἀπ᾿ ὅλα εἶναι καθαρὴ ἀπὸ κάθε μολυσμένο ἐλατήριο· ἔπειτα εἶναι εἰρηνική, ἐπιεικὴς καὶ συμπαθὴς στὴν ἄγνοια καὶ τὴν ἀτέλεια τῶν ἄλλων, πρόθυμη νὰ ὑπακούει καὶ ἐλεύθερη ἀπὸ πείσματα, γεμάτη εὐσπλαγχνία καὶ καλὰ ἔργα, ἐλεύθερη ἀπὸ τοὺς δισταγμοὺς τῆς ἀμφιβολίας καὶ ξένη ἀπὸ τὴν ὑποκρισία. |
18. καρπὸς δὲ τῆς δικαιοσύνης ἐν εἰρήνῃ σπείρεται τοῖς ποιοῦσιν εἰρήνην. | 18. Ὁ πνευματικὸς λοιπὸν καρπὸς τῆς δικαιοσύνης καὶ τῆς ἁγιότητος σπείρεται εἰρηνικὰ καὶ χωρὶς φιλονικίες ἀπὸ ἐκείνους ποὺ ἔχουν καὶ μεταδίδουν τὴν εἰρήνη. Αὐτοὶ εἶναι πραγματικὰ σοφοὶ καὶ εἰρηνοποιοὶ διδάσκαλοι. |
Κεφάλαιον Δ´ (4).
Στίχ. 1-17. Νὰ ἀγωνιζόμαστε ἐναντίον τῶν παθῶν μας. | |
1. Πόθεν πόλεμοι καὶ πόθεν μάχαι ἐν ὑμῖν; οὐκ ἐντεῦθεν, ἐκ τῶν ἡδονῶν ὑμῶν τῶν στρατευομένων ἐν τοῖς μέλεσιν ὑμῶν; | 1. Ἀφοῦ σᾶς μίλησα γιὰ ἀκαταστασία, σύγχυση καὶ ταραχή, σᾶς θέτω τώρα καὶ τὸ ἑξῆς ἐρώτημα: Ἀπὸ ποῦ προέρχονται μεταξύ σας οἱ ἔριδες καὶ οἱ συγκρούσεις; Δὲν προέρχονται ἀπ᾿ αὐτὴν τὴν αἰτία, ἀπὸ τὴν προσπάθεια δηλαδὴ ποὺ κάνετε νὰ ἱκανοποιήσετε τὶς ἁμαρτωλές σας ἐπιθυμίες, ποὺ ξεσηκώνουν ἐκστρατεία καὶ πόλεμο ἔχοντας πλέον ὡς φρούριο καὶ ὁρμητήριό τους τὰ μέλη σας; |
2. ἐπιθυμεῖτε, καὶ οὐκ ἔχετε· φονεύετε καὶ ζηλοῦτε, καὶ οὐ δύνασθε ἐπιτυχεῖν· μάχεσθε καὶ πολεμεῖτε, καὶ οὐκ ἔχετε, διὰ τὸ μὴ αἰτεῖσθαι ὑμᾶς· | 2. Ἐπιθυμεῖτε κάτι. Καὶ δὲν ἔχετε ἐκεῖνο ποὺ ἱκανοποιεῖ τὴν ἐπιθυμία σας. Καὶ στὴν προσπάθειά σας νὰ τὸ ἀποκτήσετε, κινδυνεύετε νὰ φθάσετε μέχρι καὶ τὸ φόνο. Ἐπιθυμεῖτε μὲ σφοδρότητα, καὶ δὲν μπορεῖτε νὰ πετύχετε ἐκεῖνο ποὺ ἐπιθυμεῖτε. Γι᾿ αὐτὸ ἔρχεστε σὲ συγκρούσεις καὶ ἔριδες. Καὶ δὲν τὸ ἔχετε, ἐπειδὴ δὲν τὸ ζητᾶτε ἀπὸ τὸν Θεὸ μὲ τὴν προσευχή. Ἔχετε θέσει ὡς σκοπὸ σᾶς τὴν ἡδονὴ καὶ ξεκόψατε τὸν ἑαυτό σας ἀπὸ τὸν Θεό. |
3. αἰτεῖτε καὶ οὐ λαμβάνετε, διότι κακῶς αἰτεῖσθε, ἵνα ἐν ταῖς ἡδοναῖς ὑμῶν δαπανήσητε. | 3. Ὑπάρχουν ἀνάμεσά σας καὶ ἄλλοι ποὺ ζητοῦν ἀπὸ τὸν Θεὸ αὐτὸ ποὺ ἐπιθυμοῦν. Σ᾿ αὐτοὺς τώρα ἀπευθύνομαι. Ζητᾶτε κάτι ἀπὸ τὸν Θεὸ μὲ τὴν προσευχὴ καὶ δὲν τὸ παίρνετε, διότι τὸ ζητᾶτε μὲ κακὸ σκοπό, γιὰ νὰ τὸ ξοδέψετε στὴν ἀπόλαυση τῶν ἡδονῶν σας. |
4. μοιχοὶ καὶ μοιχαλίδες! οὐκ οἴδατε ὅτι ἡ φιλία τοῦ κόσμου ἔχθρα τοῦ Θεοῦ ἐστιν; ὃς ἂν οὖν βουληθῇ φίλος εἶναι τοῦ κόσμου, ἐχθρὸς τοῦ Θεοῦ καθίσταται. | 4. Προδότες καὶ προδότριες! Προδίδετε τὴν ἀγάπη καὶ τὴν πίστη ποὺ θὰ ἔπρεπε νὰ ἔχετε στὸν οὐράνιο Νυμφίο μας. Δὲν γνωρίζετε ὅτι ἡ προσκόλληση στὶς ἡδονὲς καὶ στὰ ὑλικὰ ἀγαθά του κόσμου εἶναι ἔχθρα πρὸς τὸν Θεό; Ὅποιος θελήσει νὰ εἶναι φίλος του κόσμου καὶ τῶν διασκεδάσεων καὶ ἡδονῶν τοῦ γίνεται ἐχθρός του Θεοῦ. |
5. ἢ δοκεῖτε ὅτι κενῶς ἡ γραφὴ λέγει, πρὸς φθόνον ἐπιποθεῖ τὸ Πνεῦμα ὃ κατῴκησεν ἐν ἡμῖν; | 5. Ἢ νομίζετε ὅτι μάταια καὶ χωρὶς σημασία λέει ἡ Ἁγία Γραφὴ ὅτι τὸ Ἅγιον Πνεῦμα ποὺ κατοίκησε μέσα μας, μᾶς ἀγαπᾶ ζηλότυπα καὶ μέχρι φθόνο μᾶς ποθεῖ; Ὅταν λοιπὸν προδίδουμε τὴν ἀγάπη του καὶ μένουμε προσκολλημένοι στὶς ἡδονὲς τοῦ κόσμου, δὲν θὰ μᾶς ἀποδοκιμάσει καὶ δὲν θὰ μᾶς ἀποστραφεῖ; |
6. μείζονα δὲ δίδωσι χάριν· διὸ λέγει· ὁ Θεὸς ὑπερηφάνοις ἀντιτάσσεται, ταπεινοῖς δὲ δίδωσι χάριν. | 6. Ἐὰν ὅμως διακόψουμε τὴ φιλία μας μὲ τὸν κόσμο, ὅσο περισσότερο μᾶς ἀγαπᾶ καὶ μᾶς ποθεῖ ὁ Θεός, τόσο μεγαλύτερη χάρη θὰ μᾶς δίνει. Γι᾿ αὐτὸ λέει ἡ Ἁγία Γραφή: Ὁ Θεὸς ἀντιστρατεύεται τοὺς ὑπερήφανους, οἱ ὁποῖοι μὲ τὶς ἡδονὲς τοὺς περιφρονοῦν τὰ θέλημά του καὶ προτιμοῦν τὸν κόσμο παρὰ τὸν Θεό. Στοὺς ταπεινοὺς ὅμως δίνει τὴ χάρη του. Αὐτοὶ ἀπαρνοῦνται τὶς ἡδονὲς καὶ τὸν κόσμο γιὰ χάρη τοῦ Θεοῦ. |
7. Ὑποτάγητε οὖν τῷ Θεῷ. ἀντίστητε τῷ διαβόλῳ, καὶ φεύξεται ἀφ᾿ ὑμῶν· | 7. Ὑποταχθεῖτε λοιπὸν ταπεινὰ στὸ Θεό. Ἀντισταθεῖτε στὸ διάβολο ποὺ σᾶς πειράζει μὲ τὶς ἡδονὲς τοῦ κόσμου, κι αὐτὸς θὰ φύγει νικημένος καὶ ντροπιασμένος μακριά σας. |
8. ἐγγίσατε τῷ Θεῷ, καὶ ἐγγιεῖ ὑμῖν. καθαρίσατε χεῖρας ἁμαρτωλοί καὶ ἁγνίσατε καρδίας δίψυχοι. | 8. Πλησιάστε τὸν Θεό, καὶ θὰ σᾶς πλησιάσει κι ἐκεῖνος. Καθαρίστε ἀπὸ κάθε μολυσμὸ τὴν ἐξωτερική σας συμπεριφορά, ἁμαρτωλοί, καὶ ἐξαγνίστε τὸ ἐσωτερικό σας ἐσεῖς οἱ δίψυχοι, ποὺ ἄλλοτε πηγαίνετε μὲ τὸν Θεὸ καὶ ἄλλοτε μὲ τὸν κόσμο. |
9. ταλαιπωρήσατε καὶ πενθήσατε καὶ κλαύσατε· ὁ γέλως ὑμῶν εἰς πένθος μεταστραφήτω καὶ ἡ χαρὰ εἰς κατήφειαν. | 9. Συναισθανθεῖτε τὴν ἀθλιότητά σας καὶ λυπηθεῖτε καὶ κλάψτε μὲ συντριβὴ μετανοίας. Τὸ γέλιο σας ποὺ προέρχεται ἀπὸ ἡδονικὴ ζωὴ ἂς μεταστραφεῖ σὲ λύπη μετανοίας, καὶ ἡ κοσμικὴ χαρὰ σᾶς ἂς μετατραπεῖ σὲ θλίψη. |
10. ταπεινώθητε ἐνώπιον τοῦ Κυρίου, καὶ ὑψώσει ὑμᾶς. | 10. Ταπεινωθεῖτε ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, καὶ θὰ σᾶς ὑψώσει καὶ στὴ ζωὴ αὐτὴ μὲ τὴν ἀρετὴ καὶ τὴν πνευματική σας τελειοποίηση, καὶ στὴν ἄλλη ζωὴ μὲ τὴν αἰώνια δόξα καὶ μακαριότητα. |
11. Μὴ καταλαλεῖτε ἀλλήλων, ἀδελφοί, ὁ καταλαλῶν ἀδελφοῦ καὶ κρίνων τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ καταλαλεῖ νόμου καὶ κρίνει νόμον· εἰ δὲ νόμον κρίνεις, οὐκ εἶ ποιητὴς νόμου, ἀλλὰ κριτής. | 11. Ἐπειδὴ ὅμως καὶ τὸ νὰ κατακρίνει ὁ ἕνας τὸν ἄλλον γίνεται αἰτία ψυχρότητος καὶ συγκρούσεων, γι᾿ αὐτὸ μὴν κατηγορεῖτε ὁ ἕνας τὸν ἄλλον, ἀδελφοί. Ἐκεῖνος ποὺ κατηγορεῖ καὶ καταδικάζει τὸν ἀδελφό του, κατηγορεῖ ὡς λαθεμένο τὸ θεῖο νόμο καὶ καταδικάζει καὶ καταφρονεῖ τὸ θεῖο νόμο τῆς ἀγάπης. Ἐὰν ὅμως καταδικάζει τὸ νόμο τῆς ἀγάπης, ποὺ σοῦ ἀπαγορεύει τὴν κατάκριση τοῦ ἄλλου, βάζεις τὸν ἑαυτό σου πιὸ πάνω ἀπὸ τὸ νόμο. Δὲν εἶσαι πλέον τηρητὴς τοῦ νόμου, ποὺ ὑποχρεώνεσαι νὰ τὸν ἐφαρμόζεις, ἀλλὰ κάνεις τὸν ἑαυτό σου κριτή. Κι ἔτσι ἔχεις τὴν ἀναιδῆ ἀξίωση νὰ ἔχεις δικαιώματα στὸ νόμο, ὥστε καὶ νὰ τὸν καταργεῖς. |
12. εἷς ἐστιν ὁ νομοθέτης καὶ κριτής, ὁ δυνάμενος σῶσαι καὶ ἀπολέσαι· σὺ δὲ τίς εἶ ὃς κρίνεις τὸν ἕτερον; | 12. Μόνο ἕνας ὅμως εἶναι ἐκεῖνος ποὺ ἔχει ἀπόλυτο δικαίωμα νὰ νομοθετεῖ καὶ νὰ κρίνει κάθε παραβάτη, ὁ Θεός. Αὐτὸς ἔχει καὶ τὴ δύναμη νὰ σώσει, ἀλλὰ καὶ νὰ ἐγκαταλείψει τὸν ἄνθρωπο στὴν ἀπώλεια. Ποιὸς εἶσαι λοιπὸν ἐσύ, μικρὲ καὶ τιποτένιε, ποῦ κατακρίνεις τὸν ἄλλο; |
13. Ἄγε νῦν οἱ λέγοντες· σήμερον καὶ αὔριον πορευσόμεθα εἰς τήνδε τὴν πόλιν καὶ ποιήσομεν ἐκεῖ ἐνιαυτὸν ἕνα καὶ ἐμπορευσόμεθα καὶ κερδήσομεν· | 13. Ξεχνᾶς ὅτι ὅλοι μας ἑξαρτιόμαστε ὁλοκληρωτικὰ ἀπὸ τὸν Θεό, ὁ ὁποῖος εἶναι καὶ ὁ ἀπόλυτος κύριος της ζωῆς τοῦ καθενός μας; Ἐλᾶτε τώρα ἐσεῖς ποὺ λέτε: Σήμερα καὶ αὔριο θὰ πᾶμε στὴν πόλη αὐτὴ καὶ θὰ μείνουμε ἐκεῖ γιὰ ἕνα χρόνο, θὰ κάνουμε ἐμπόριο καὶ θὰ κερδίσουμε. |
14. οἵτινες οὐκ ἐπίστασθε τὸ τῆς αὔριον· ποία γὰρ ἡ ζωὴ ὑμῶν; ἀτμὶς γὰρ ἔσται ἡ πρὸς ὀλίγον φαινομένη, ἔπειτα δὲ καὶ ἀφανιζομένη· | 14. Ἐσεῖς ποὺ κάνετε τὰ σχέδια αὐτὰ δὲν ξέρετε τί θὰ συμβεῖ τὴν αὐριανὴ ἡμέρα. Τί εἶναι ἡ ζωή σας; Τιποτένια. Ἕνας λεπτὸς ἀτμός, ποὺ φαίνεται γιὰ μιὰ στιγμὴ κι ὕστερα ἐξαφανίζεται. |
15. ἀντὶ τοῦ λέγειν ὑμᾶς, ἐὰν ὁ Κύριος θελήσῃ, καὶ ζήσομεν καὶ ποιήσομεν τοῦτο ἢ ἐκεῖνο. | 15. Λέτε ὅτι θὰ πᾶμε καὶ θὰ κάνουμε ἐμπόριο, καὶ θὰ κερδίσουμε, ἀντὶ νὰ λέτε, ἐὰν ὁ Κύριος θελήσει, τότε καὶ θὰ ζήσουμε καὶ θὰ κάνουμε αὐτὸ ἢ ἐκεῖνο. |
16. νῦν δὲ καυχᾶσθε ἐν ταῖς ἀλαζονείαις ὑμῶν· πᾶσα καύχησις τοιαύτη πονηρά ἐστιν. | 16. Τώρα λοιπόν, ἀντὶ νὰ ταπεινωθεῖτε καὶ νὰ ἀναγνωρίσετε τὴν ἐξάρτησή σας ἀπὸ τὸν Θεό, καυχιέστε γιὰ τὶς ἐπιχειρήσεις ποὺ κάνατε μὲ ματαιοδοξία καὶ αὐτοπεποίθηση. Κάθε τέτοια καύχηση εἶναι κακὴ καὶ ἁμαρτωλή. |
17. εἰδότι οὖν καλὸν ποιεῖν καὶ μὴ ποιοῦντι, ἁμαρτία αὐτῷ ἐστιν. | 17. Ἀπ᾿ αὐτὰ ποὺ σᾶς εἶπα μάθατε ποιὸ εἶναι τὸ σωστὸ καὶ τὸ καλό. Προσέξτε λοιπὸν νὰ τὰ ἐφαρμόσετε. Διότι ὅποιος γνωρίζει νὰ κάνει τὸ καλὸ καὶ δὲν τὸ κάνει, ἁμαρτάνει. |
Κεφάλαιον Ε´ (5).
Στίχ. 1-6. Ἡ σκληρότητα τῶν πλουσίων. | |
1. Ἄγε νῦν οἱ πλούσιοι, κλαύσατε ὀλολύζοντες ἐπὶ ταῖς ταλαιπωρίαις ὑμῶν ταῖς ἐπερχομέναις. | 1. Ἡ προσκόλληση ὅμως στὸν κόσμο γίνεται ἐπίσης αἰτία νὰ ἐντυπωσιάζεται ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ τὸν πλοῦτο καὶ νὰ καλοτυχίζει ἐκείνους ποὺ τὸν ἔχουν, ἀντὶ νὰ τοὺς λυπᾶται. Γι᾿ αὐτὸ πρέπει νὰ ποῦμε καὶ σ᾿ αὐτούς: Ἀκοῦστε τώρα κι ἐσεῖς οἱ πλούσιοι. Κλάψτε μὲ λυγμοὺς γιὰ τὴν ἀθλιότητα καὶ τὰ δεινὰ ποὺ ἔρχονται καταπάνω σας. |
2. ὁ πλοῦτος ὑμῶν σέσηπε καὶ τὰ ἱμάτια ὑμῶν σητόβρωτα γέγονεν, | 2. Ὁ πλοῦτος σας ἔχει σαπίσει, καὶ τὰ πολυτελῆ σας ροῦχα ποὺ ἀποθηκεύατε τὰ ἔχει φάει ὁ σκόρος. |
3. ὁ χρυσὸς ὑμῶν καὶ ὁ ἄργυρος κατίωται, καὶ ὁ ἰὸς αὐτῶν εἰς μαρτύριον ὑμῖν ἔσται καὶ φάγεται τὰς σάρκας ὑμῶν. ὡς πῦρ ἐθησαυρίσατε ἐν ἐσχάταις ἡμέραις. | 3. Τὸ χρυσάφι σας καὶ τὸ ἀσήμι ἔχουν κατασκουριάσει· καὶ ἡ σκουριά τους θὰ μένει ὡς μαρτυρία γιὰ τὴ ματαιότητα καὶ τὴ σκληρότητά σας, καὶ θὰ σᾶς φάει ζωντανοὺς σὰν φωτιά. Ἔχετε μαζέψει ὑλικοὺς θησαυροὺς γιὰ τὶς ἔσχατες ἡμέρες τῆς Κρίσεως, τότε ποὺ πρόκειται νὰ τιμωρηθεῖτε. |
4. Ἰδοὺ ὁ μισθὸς τῶν ἐργατῶν τῶν ἀμησάντων τὰς χώρας ὑμῶν ὁ ἀπεστερημένος ἀφ᾿ ὑμῶν κράζει, καὶ αἱ βοαὶ τῶν θερισάντων εἰς τὰ ὦτα Κυρίου Σαβαὼθ εἰσεληλύθασιν. | 4. Ἀκοῦτε! Κραυγάζει ὁ μισθὸς τῶν ἐργατῶν ποὺ θέρισαν τὰ ἐκτεταμένα χωράφια σας, κι ἐσεῖς τοὺς τὸν κατακρατήσατε καὶ τοὺς τὸν στερήσατε. Καὶ οἱ κραυγὲς διαμαρτυρίας τῶν ἀδικημένων θεριστῶν ἔφθασαν στὰ αὐτιὰ τοῦ Κυρίου τῶν ἐπουρανίων δυνάμεων. |
5. ἐτρυφήσατε ἐπὶ τῆς γῆς καὶ ἐσπαταλήσατε, ἐθρέψατε τὰς καρδίας ὑμῶν ὡς ἐν ἡμέρᾳ σφαγῆς. | 5. Ζήσατε πάνω στὴ γῆ μὲ καλοπέραση καὶ ἀπολαύσεις, καὶ περάσατε ζωὴ σπάταλη καὶ ἄσωτη. Παχύνατε τὶς φιλήδονες καρδιές σας σὰν θρεφτάρια ποὺ τὰ παχαίνουν γιὰ τὴν ἡμέρα τῆς σφαγῆς τους. Ἔτσι θὰ ἔλθει καὶ γιὰ σᾶς ἡ ἡμέρα τῆς Κρίσεως σὰν τὴν ἡμέρα τῆς σφαγῆς καὶ τῆς καταστροφῆς σας. |
6. κατεδικάσατε, ἐφονεύσατε τὸν δίκαιον· οὐκ ἀντιτάσσεται ὑμῖν. | 6. Καταδικάσατε τοὺς ἀθώους, δολοφονήσατε τὸν δίκαιο. Ὁ ἀδικημένος φτωχὸς δὲν προβάλλει ἀντίσταση στὴν ἀσυνείδητη σκληρότητά σας. |
ΥΠ' ΟΨΙΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΣΗΜΕΡΙΝΩΝ ΕΠΙΣΚΟΠΩΝ.
4 σχόλια:
ΥΠ ΟΨΙΝ ΤΩΝ ΖΗΛΩΤΩΝ.
Ξεκίνησαν τήν αποτείχιση μέ αρχηγό τόν Ζήση. Η μερίδα τού Τρικαμηνά έφτασε γρήγορα σέ ακρότητες καί φυσικά ο Ζήσης δέν τούς ακολούθησε. Ας δούμε τώρα όμως πόσο μίσος εκφράζουν εναντίον του οι αληθινοί ορθόδοξοι. Μόνο η μαρξιστική ορθοδοξία είχε επιδείξει τέτοια μανία εκδίκησης στόν καιρό της.
Φιλε αμεθυστε, ο Ζησης φλερταρει με το παλαιο.Πως γινεται μετα απο τοσα "δειγματα γραφης" του παλαιου;Οταν δεν αντιλαμβανεσαι την πνευματικη ουσια μιας καταστασης, σημαινει οτι εχεις και εσυ μια μορφη ζηλωτισμου/τυφλωσης.
Στο ιδιο καζανι βραζουν ολοι τους.Θα δεις την καταληξη.
Ο Ζήσης φίλε είναι υπερτιμολογημένος, οπως ολοι οι ταγοί τής θλιβερής μας χώρας. Δέν είμαστε απαιτητικοί ούτε στά αυτοκίνητα πού αγοράζουμε. Τού υπόσχονται τήν αρχηγία καί τού φτάνει.Θέλει νά τεθεί επικεφαλής μιάς αληθινής αντιεκκλησίας. Κάνει τό δάσκαλο ο δύσμοιρος.Οταν καταλάβει ότι η μεγαλομανία είναι δαιμονική θά είναι αργά. Τόν εκτόπισε ο Ζηζιούλας καί ζεματίστηκε.
Δημοσίευση σχολίου