Πέμπτη 10 Ιουνίου 2021

ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΟΝΕΙΡΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ (2) – Marie-Louise von Franz

 Συνέχεια από : Τετάρτη 9 Ιουνίου 2021

On dreams and death

ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΟΝΕΙΡΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ

Στο υλικό που ακολουθεί θα κάνω σχόλια σε αρχετυπικά όνειρα θανάτου και θα τα επεξηγήσω, στο μεγαλύτερο μέρος τους μέσα από τον συμβολισμό των Αιγυπτιακών τελετουργιών του θανάτου, και μέσα από τον σχετικό συμβολισμό της αλχημείας – επειδή υπάρχει ένα εκπληκτικό χάσμα στην επίσημη χριστιανική συλλογική αντίληψη για την επιβίωση μετά τον θάνατο. Είναι αλήθεια ότι ο Χριστιανισμός διδάσκει την αθανασία της ψυχής και την ανάσταση του σώματος˙ αλλά αυτό το τελευταίο υποτίθεται ότι συμβαίνει με ξαφνικό τρόπο στο τέλος του κόσμου, μέσα από μία ενέργεια της χάριτος του Θεού, με την οποία το παλαιό σώμα κατά κάποιον τρόπο αναπαράγεται. Αυτό είναι ένα μυστήριο που πρέπει κάποιος να το «πιστέψει». Δεν υπάρχουν ενδείξεις για το «πως» ακριβώς θα γίνει το θαύμα.


Μέσα στον ζήλο τους να παρουσιάσουν τον Χριστιανισμό σαν κάτι εντελώς νέο και κάτι ανώτερο από τις άλλες σύγχρονες θρησκείες, οι περισσότεροι θεολόγοι[1] προσπαθούν να τονίσουν την συγκεκριμένη ιστορική πλευρά, όχι μόνο της ζωής του Ιησού, αλλά και της ανάστασής του. Αρνούνται οποιαδήποτε σύνδεση με θνήσκοντες και ανιστάμενους φυσικούς θεούς της αρχαιότητας όπως ο Άττις, ο Άδωνις, ο Όσιρις, και επικρίνουν τις παγανιστικές θρησκείες για έλλειψη σαφήνειας, για αβεβαιότητα και τα παρόμοια. Ο Friedrich Nötscher, για παράδειγμα, τονίζει την αοριστία των Αιγυπτιακών και Μεσανατολικών αντιλήψεων για την μεταθανάτια ζωή, και υποτιμάει πολλές ιδέες της Παλαιάς Διαθήκης, υποβιβάζοντάς τες σε απλά σχήματα λόγου[2]. Μια τέτοια στάση καταλήγει σε μεγάλη φτώχεια από σύμβολα. Οι μη βιβλικές θρησκείες της ύστερης αρχαιότητας μπορεί οπωσδήποτε να έχουν αοριστία και προφανείς αντιθέσεις˙ εντούτοις, έχουν την αξία τού να είναι φορείς ενός πλούσιου κόσμου συμβολικών παραστάσεων αναφορικά με τον θάνατο, την ανάσταση και την μεταθανάτια ζωή – αρχετυπικών εικόνων που η ψυχή του σύγχρονου ανθρώπου παράγει εντελώς αυθόρμητα σήμερα. Υπάρχει, επιπλέον, και άλλη μία διαφορά ανάμεσα σε τέτοια αυθόρμητα παράγωγα του ασυνείδητου και στην επίσημη Χριστιανική διδασκαλία. Στην τελευταία ο άνθρωπος παραμένει εντελώς παθητικός απέναντι στο γεγονός της ανάστασης˙ μια απλή ενέργεια της θείας χάριτος του επιστρέφει το σώμα του. Στην αλχημική παράδοση, από την άλλη, ο έμπειρος στο αλχημικό έργο, το opus (που ομολογουμένως μπορεί να επιτύχει μόνο μέσα από την χάρη του θεού), δημιουργεί το ίδιο του το αναστημένο σώμα κατά την διάρκεια της ζωής του. Μερικές ανατολίτικες μέθοδοι διαλογισμού επίσης θεωρούνται ότι βοηθούν στην δημιουργία ενός «αδαμάντινου σώματος», που επιβιώνει μετά τον φυσικό θάνατο.[Υπάρχει απόλυτη άγνοια τής ορθοδόξου Αγιότητος]

Σήμερα, πάντως, πολλοί σύγχρονοι θεολόγοι και των δύο μεγάλων χριστιανικών θεολογιών έχουν αποσπασθεί από τον συγκεκριμένο χαρακτήρα των απόψεων των πρώιμων χριστιανικών χρόνων. Για αυτούς η ανάσταση έχει γίνει μία «κατάσταση που υπάρχει εκ των προτέρων μέσα μας»˙ δηλαδή, εφόσον ο ευθύγραμμος ιστορικός χρόνος σταματάει με τον θάνατο, η «κρίση» ή «τελική κρίση» (σύμφωνα με τον Boros) μπορεί να θεωρηθεί ότι συμβαίνει ακριβώς μετά τον θάνατο[3]. Ή όπως το εκφράζει ο Karl Rahner, μετά τον θάνατό του ο άνθρωπος γίνεται «εξολοκλήρου κοσμικός» και περνάει μέσα στην συγκεκριμένη οντολογική material prima του σύμπαντος, όπου συναντάει τον Χριστό, σαν «Κύριο του κόσμου»[4]. Η ανάσταση από αυτή την άποψη δεν θεωρείται πια σαν μια αναδημιουργία του παλαιού σώματος, αλλά σαν μία παρατεινόμενη ύπαρξη του ατόμου σε ένα πνευματικό σώμα, ή ένα είδος «εσωτερικευμένης ύλης»[5] . Μια τέτοια διαδικασία εσωτερίκευσης της ύλης ή του κοσμικού υποβάθρου μπορεί εύκολα να γίνει παραδεκτή σαν αξίωμα. Αντίθετα μ’ αυτό, οι παλαιοί αλχημιστές προσπαθούσαν επανειλημμένα να διεισδύσουν εμπειρικά μέσα στο μυστικό της ζωής μετά τον θάνατο, δημιουργώντας μυθικά σύμβολα που μοιάζουν καταπληκτικά με τα όνειρα –αυθόρμητα προϊόντα του ασυνείδητου– του σύγχρονου ανθρώπου.

Στην εισαγωγή του στο «Ψυχολογία και Αλχημεία», ο Jung περιγράφει πως η ανάπτυξη των μοτίβων στον αλχημιστικό συμβολισμό αντισταθμίζει τον υπερβολικά μονόπλευρο πνευματικό προσανατολισμό του Χριστιανισμού:

«Η Αλχημεία μοιάζει μάλλον με ένα υπόγειο ρεύμα συγκρινόμενη με τον Χριστιανισμό που κυριαρχούσε στην επιφάνεια. Αντιστοιχεί σ’ αυτή την επιφάνεια με τον ίδιο τρόπο που το όνειρο αντιστοιχεί στην συνείδηση, και όπως ακριβώς το όνειρο αντισταθμίζει τις συγκρούσεις του συνειδητού νου, έτσι η αλχημεία προσπαθεί να συμπληρώνει τα χάσματα που δημιουργήθηκαν από την ένταση των αντιθέσεων στον Χριστιανισμό… Η ιστορική μεταβολή στην παγκόσμια συνείδηση προς την πλευρά του αρσενικού, αντισταθμίζεται από την χθόνια θηλυκότητα του ασυνείδητου. Σε μερικές προχριστιανικές θρησκείες η αρσενική αρχή είχε ήδη διαφοροποιηθεί με την διάκριση πατέρα-γιου, μια μεταβολή που επρόκειτο να είναι ύψιστης σημασίας για τον Χριστιανισμό. Εάν το ασυνείδητο ήταν απλώς συμπληρωματικό στην λειτουργία του, αυτή η αλλαγή στην συνείδηση θα είχε συνοδευτεί από την παραγωγή μιας μητέρας και μιας κόρης, πράγμα για το οποίο το απαραίτητο υλικό βρισκόταν έτοιμο στον μύθο της Δήμητρας και της Περσεφόνης. Αλλά, όπως δείχνει η αλχημεία, το ασυνείδητο διάλεξε μάλλον τον τύπο Κυβέλη- Άττις στην μορφή της prima material (πρώτης ύλης) και του filius macrocosmi (υιού του μακροκόσμου), αποδεικνύοντας έτσι ότι δεν είναι συμπληρωματικό αλλά αντισταθμιστικό»[6].

Η σημερινή μας αβεβαιότητα όσον αφορά τον θάνατο είναι ένας χώρος όπου αυτή η διαδικασία της αντιστάθμισης τείνει επίσης να συμβεί˙ επειδή ο Χριστιανισμός με την κυρίαρχη έμφαση που έδωσε στο πνεύμα, έδωσε λίγη προσοχή στην μοίρα του νεκρού σώματος και απλώς βεβαίωσε δογματικά ότι ο Θεός, με ένα θαύμα, θα αναπαραγάγει κατά κάποιον τρόπο το σώμα στο τέλος του κόσμου. Αλλά, όπως θα δούμε στο υλικό που παρουσιάζεται στο κεφάλαιο 1 σε πολλούς πολιτισμούς ο αρχαϊκός, ειδωλολάτρης άνθρωπος έχει έντονα σκεφθεί σχετικά με την σημασία και της αποσύνθεσής του κατά τον θάνατο, και έχει υποθέσει ότι υπάρχει κάποιο «μυστήριο» μέσα στο νεκρό σώμα, ένα μυστήριο δεμένο στενά με την μεταθανάτια μοίρα της ψυχής. Οι αλχημιστές υπέθεταν επίσης ότι αυτό το «μυστήριο» βρισκόταν μέσα στην prima material, ή σε ένα «άυλο σώμα», που τους ενδιέφερε να το ερευνήσουν περισσότερο από ότι τους ενδιέφερε η ανόργανη, αισθητή ύλη. Νόμιζαν ότι το ελιξήριο της ζωής και το μυστικό της αθανασίας βρίσκονταν κατά κάποιον τρόπο κρυμμένα σ’ αυτό το «άυλο σώμα», το οποίο προσπαθούσαν να ανακαλύψουν αποστάζοντας αισθητές, υλικές ουσίες.

Οι έρευνες του Henri Corbin έδειξαν ότι μία παρόμοια κατάσταση με αυτή του Χριστιανισμού επικρατεί στο Ισλάμ. Εκεί η φτώχια της αντίληψης των Σουνιτών για την ανάσταση αντισταθμίζεται από τον πλούσιο συμβολισμό μερικών Σιιτών μυστικών, που σχεδόν όλοι τους έχουν ιστορικές συνδέσεις με την πρώιμη Ελληνο-αιγυπτιακή αλχημεία και με τους Γνωστικούς.

Επειδή τα όνειρα ανθρώπων που βρίσκονται κοντά στον θάνατο περιέχουν συχνά μοτίβα που παρουσιάζουν ιδιαίτερη ομοιότητα με αυτά τα αλχημιστικά – μυστικά σύμβολα, μου φαίνεται σημαντικό να πάρω υπόψη μου αυτά τα σύμβολα, έτσι ώστε να μπορούμε να έχουμε μπροστά μας αυτά τα στοιχεία που είναι προφανώς οι πιο φυσικές εικόνες της ψυχής για την διαδικασία του θανάτου και της μεταθανάτιας ζωής, αυθόρμητες εικόνες, που δεν έχουν διαμορφωθεί ακόμη σε δόγμα.

Η έντονη ενασχόληση των αλχημιστών με το πρόβλημα του «άυλου σώματος» συνδέεται βασικά, όπως θα δούμε, με τις αρχαίες Αιγυπτιακές τελετουργίες μουμιοποίησης και την τελετή για τους νεκρούς. Επειδή όποτε ο άνθρωπος βρίσκεται αντιμέτωπος με κάτι μυστηριώδες, άγνωστο (με το ερώτημα, παραδείγματος χάριν, της προέλευσης του σύμπαντος ή του αινίγματος της γέννησης), το ασυνείδητό του παράγει συμβολικά, μυθικά, δηλαδή αρχετυπικά μοντέλα, που παρουσιάζονται να έχουν προβληθεί στο κενό. Το ίδιο επίσης ισχύει για το μυστήριο του θανάτου. Τέτοια σύμβολα –και είναι σύμβολα, που δεν πρέπει να τα εκλάβουμε σαν συγκεκριμένες δηλώσεις– θα συζητηθούν εδώ.

Στην πορεία αυτής της εργασίας, θα γίνει φανερό ότι όλα σχεδόν τα σύμβολα που εμφανίζονται στα όνειρα τα σχετικά με τον θάνατο είναι εικόνες, που παρουσιάζονται επίσης κατά την διαδικασία εξατομίκευσης – ιδιαίτερα όπως αυτή εξελίσσεται στο δεύτερο μισό της ζωής. Όπως παρατήρησε ο Edinger, είναι σαν να μπορεί αυτή η διαδικασία, αν δεν έχει δοκιμασθεί συνειδητά πριν από τον θάνατο, να γίνει ορατή “σαν μέσα από ένα τηλεσκόπιο κάτω από την πίεση του επικείμενου θανάτου”[7]. Καταρχάς τα όνειρα της εξατομίκευσης δεν διαφέρουν στον αρχετυπικό συμβολισμό τους από τα όνειρα του θανάτου.

Στο εξαίρετο έργο του «Im Zeichen des grossen Uebergangs» (Στο Σημείο του μεγάλου περάσματος) ο Detlef Ingo Lauf έχει επίσης τονίσει αυτή την ομοιότητα ανάμεσα στον συμβολισμό της εξατομίκευσης και τις μυθικές μαρτυρίες σχετικά με την μεταθανάτια ζωή. Έχει δείξει επιπλέον ότι τα ίδια αρχέτυπα –οι βασικές δομές της ψυχής που οδηγούν από καιρό σε καιρό σε όμοιες συμβολικές έννοιες– φαίνεται ότι λειτουργούν πάλι και πάλι. Αναφέρει ιδιαίτερα τις ακόλουθες δομές: ένας χωρισμός στοιχείων σε αναλογία με μύθους της δημιουργίας˙ το μοτίβο του μεγάλου περάσματος ή της διαδρομής˙ το πέρασμα πάνω από το νερό ή από μια γέφυρα, με ένα ή δύο συντρόφους˙ η αναμόρφωση του νεκρού προσώπου σε ένα ψυχικό ή δοξασμένο σώμα˙ το ζύγισμα ή η κρίση της ψυχής˙ η επιστροφή σε ένα άλλο βασίλειο ύπαρξης˙ και τελικά (αν και όχι σε όλα τα συστήματα), η μετενσάρκωση. Όπως θα δούμε και άλλα μοτίβα πρόκειται να βρεθούν. Επίσης μπορεί να βρούμε τα μοτίβα σε διαφορετική σειρά, πράγμα που δεν είναι όμως, καταρχήν, μεγάλης σημασίας.


(Συνεχίζεται)

--------------------------------------------------------------------------------
[1] Σύγκρινε: Friedrich Nötscher «Αρχαίες ανατολίτικές και παλαιοδιαθηκικές αντιλήψεις» σελ 300. Βλέπε επίσης τα συγγράμματα που αναφέρουμε εδώ, καθώς και πρόσθετο υλικό που αναφέρει ο Josef Scharbert.
[2] Ό. π., σελ 301
[3] Ο Schopenhauer είχε ήδη γράψει ότι εδώ ακριβώς βρίσκεται ο υψηλός, ευγενικός, σπουδαίος, περίφημος και φοβερότατος χαρακτήρας της ώρας του θανάτου (Parrega I, 245). Αυτή είναι μία κρίση με την στενότερη έννοια της λέξης – μια τελική κρίση.
[4] «Σχετικά με την θεολογία του θανάτου», σελ 23, σελ 61.
[5] Σύγκρινε το έργο των G.Greshake και του G. Lohfink «Προσέγγιση, ξεκίνημα, αθανασία» ιδιαιτέρα στις σελ. 170 κ.ε. και σελ. 193. Δες επίσης τα έργα του Teilhard de Chardin.
[6] C.G.Jung: «Ψυχολογία και Αλχημεία», παράγραφος 26
[7] «Το Εγώ και το Αρχέτυπο», σελ 224


Αμέθυστος

Δεν υπάρχουν σχόλια: