Συνέχεια από: Πέμπτη 21 Μαρτίου 2024
Πρ. Λουδοβίκος: Η προσωπική σχέση Με το θεό δείχνει στον άνθρωπο την Αμαρτία του(Αστοχία)β μέροςΑπομαγνητοφώνηση
…έτσι, τι προτεραιότητες βάζουμε, πως τα βλεπουμε. Δεν είναι όμως έτσι τα πράγματα. Και πάντοτε εκκλησία είναι αυτοί οι οποίοι μόνοι τους βάζουν τον εαυτό τους μες στην Εκκλησία. Με την προαίρεση. Βάζεις τον εαυτό σου σε αυτό το δρόμο. Κάθεσαι απ’ έξω, τι θα κάνει ο Θεός, θα σε βάλει με το ζόρι; Να σου δώσει χάρι με το ζόρι, μετάνοια; Μπορεί να είσαι επίσκοπος, αρχιεπίσκοπος, πατριάρχης, άμα δεν θες χάρι, άμα δε ζητάς τίποτα; Καταλαβαίνετε τι λέω; Είναι φοβερό. Ο άνθρωπος είναι τρεπτός. Και προς το καλό και προς το κακό. Υπάρχουν άνθρωποι που βλέπω τώρα, κληρικούς, πόσες μεταπτώσεις έχουν κι’ αυτοί. Μπαίνουν με ένα θερμό ζήλο, πολλοί. Με πολύ θερμό ζήλο, μερικές φορές. Αλλά κάποια στιγμή μπορεί να συμβεί κάτι και να αρχίσουν να πηγαίνουν προς τα πίσω. Κάποια στιγμή μπορεί να αρχίσουν να τα χάνουν, κάποια στιγμή τους βλέπεις να είναι έτοιμοι να τα πετάξουν, δε θέλουν πια την ιεροσύνη, και την ίδια στιγμή να αλλάζει και να γίνεται άγιος ο ίδιος. Πειρασμούς, καταστάσεις, δυσκολίες. Δεν είναι ο άνθρωπος μια ενιαία γραμμή, που τη βαζεις, ξέρω γω, μια ευθεία. Επομένως πάντα μπορεί να σκέφτεται κανείς, ότι δεν είναι καλά τα πράγματα. Αν δεν είναι σε μένα, αν δεν είναι καλά σε μένα, είναι στον άλλο δίπλα, ή πάρα δίπλα ή στον κόσμο ή στην Εκκλησία, η ανθρωπότητα, πάντα υπάρχει, αλλά δεν υπάρχει και το άλλο; Δεν υπάρχει αυτή η ζωντανή κοινωνία μετά του Θεού, που τα φωτίζει όλα αυτά; Δεν υπάρχει αυτή η ζωντανή σχέση; Έτσι. Βγήκε το ημερολόγιο του πατρός Αλεξάνδρου Σμέμαν, και μου έκανε εντύπωση αυτό. Ένας άνθρωπος της Εκκλησίας, ένας άνθρωπος που είχε χάρι πιστεύω. Και λέει σε ένα σημείο, με πλησιάζουν χιλιάδες άνθρωποι, δεκάδες άνθρωποι για συμβουλές, πες μου πάτερ εκείνο, πες μου πάτερ το άλλο, και εγώ δεν έχω να τους πω τίποτα. Το μόνο που θα μπορούσα να τους πω, είναι ότι εγώ έχω ένα μικρό κομμάτι χαράς μέσα μου. Αυτό είναι. Ναι, έχω ένα κομμάτι χαράς μέσα μου. Ζωντανής, που με ζει. Να σας δώσω και εγώ απ’ αυτό; (Γελάει). Τα πιο πολλά προβλήματα και οι πιο πολλές δυσκολίες, απορρέουν ακριβώς απ’ το γεγονός ότι δεν έχουμε αυτή τη χαρά, αυτό το κομμάτι χαράς. Δεν έχουμε Θεό. Και εγώ μια φορά είχα πολλά προβλήματα, ήμουνα φοιτητής, και νόμιζα ότι θα πνιγώ. Και πάω στον πατέρα Παΐσιο, και λέω, γέροντα, το και το χάνομαι, και κείνο, και κείνο, … και τον βλέπω είναι χαμογελαστός. Λέω, με κοροϊδεύει αυτός ο άνθρωπος; Τελείωνε, λέω, τι λέτε γέροντα; Μου λέει: πετάει το αεροπλάνο, πετάει ακόμα, πετάει. Τι πετάει, λέω. …γραμμή, προσγειώσου εκεί πέρα, δεν έχεις τίποτα. Α λέω, έτσι. Και ξαφνικά όλα φύγανε, και λέω μπα. Γυρνάς, γυρνάς, γυρνάς και όλα προβλήματα είναι, τι είναι; Υπάρχει τίποτε που δεν είναι πρόβλημα σήμερα; Τι, όλα πρόβλημα είναι. Που θα πας, τι θα φας, τι θα κάνεις, όλα πρόβλημα. Τα παιδιά, οι οικογένειες, τα ζευγάρια, όλα ένα πρόβλημα είναι. Δεν ακούει κανείς και τίποτε άλλο. Όταν τα αφήσει κανείς και πει στάσου, τι είναι αυτό που μου λείπει, ε βρίσκεις ότι αυτό που σου λείπει, είναι όντως αυτό, που σου λείπει, έτσι. Είναι επικίνδυνη αυτή η κατάσταση, μπορεί να γίνεις και καλόγερος μετά, χεχεχε. Είναι επικίνδυνη κατάσταση, γιατί άμα βρεις ότι αυτό που σου λείπει, α λές, κάπως έτσι αρχίζει κανείς, ναι. Αλλά βέβαια μπορεί να μείνει κανείς στο άλλο, και συνέχεια να ψάχνει στα προβλήματα. Και μένουμε βέβαια έτσι οι περισσότεροι από μας, μένουμε για χρόνια, και μέχρι που σιγά σιγά να καταλάβουμε αυτό το εν, ου εστί χρεία. Πάλι λόγια του Χριστού είναι αυτά. Μάρθα, Μάρθα, μεριμνάς και τυρβάζει περί πολλά, ενός δε εστί χρεία. Θα μπορούσε να πει, καλά κάνεις, μου φτιάχνεις, μου ετοιμάζεις, είναι αυτό που κάνουν εδώ οι κυρίες, ετοιμάζουν για όλους, κάνουν, τόσα πράγματα, να δείξουμε την αγάπη μας. Η άλλη καημένη τεμπέλα κάθονταν και άκουγε. Σου λέει, Μάρθα και την κοίταγε εκεί με βλέμματα, ορίστε εγώ τρέχω, και αυτή να. Λοιπόν, και όμως ο Χριστός παραδόξως επαινεί αυτή που…Μεριμνάς και τυρβάζεις περί πολλά, δεν της λέει ότι κάνεις άσχημα, την προειδοποιεί απλώς, ενός εστί χρεία, πρόσεξε. Δηλαδή πετάει το αεροπλάνο, όπως λέει ο πατήρ, τρέχει εδώ, τρέχει εκεί, πάει εδώ,… μέχρι να βρει το ένα.[ΑΛΛΟ ΤΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΑΛΛΟ ΟΙ ΛΟΓΙΣΜΟΙ, ΤΩΝ "ΦΟΙΤΗΤΩΝ". ΑΛΛΟ ΤΑ ΠΟΛΛΑ ΤΗΣ ΜΑΡΘΑΣ, ΟΙ ΜΕΡΙΜΝΕΣ ΔΙΠΛΑ ΣΤΟΝ ΚΥΡΙΟ ΚΑΙ ΑΛΛΟ ΟΙ ΑΜΦΙΒΟΛΙΕΣ ΤΩΝ ΛΟΓΙΣΜΩΝ] Άμα βρει το ένα, παραδόξως λύνονται πολλά άλλα. όπως έλεγε ο πάτερ Πορφύριος, τα πιο πολλά προβλήματα λύνονται δια του εξαφανισμού τους. Εξαφανίζονται[ΟΙ ΛΟΓΙΣΜΟΙ]. Και άμα βρίσκανε (δεν ακούγεται καλά, το λέει μάλλον ο ηγούμενος) όλοι το ένα, θα μέναμε όλοι νηστικοί. Πως; Άμα βρίσκαμε όλοι το ένα, θα μέναμε νηστικοί (το επαναλαμβάνει)[ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΤΑ ΔΙΑΚΟΝΗΜΑΤΑ.ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ] Μετά γέροντα παραδόξως, πρώτον ίσως δε θα θέλαμε να φάμε τόσο πολύ, όσο αν δεν το έχουμε βρει, χεχεχε. …Τότε βρίσκει κανείς το μέτρο, αυτό θέλω να πω. Βρίσκεις το μέτρο, μια ισορροπία βρίσκεις. Τώρα μιλάμε σε ανθρώπους, όλους, σαν εμένα. Λοιπόν, βρίσκει μια ισορροπία πια κανείς. Γίνεται η συμφορά, πως να το πω, και δεν τον βουλιάζει. Αυτό είναι το κέρδος. Έχει οικονομική δυσπραγία, δεν στεναχωριέται πολύ. Του έρχεται ο πρώτος αριθμός του λαχείου, δεν χαίρεται πολύ. Διότι να, όλα ξέρει ότι έχουν ένα μέτρο, και δοξάζεις το Θεό, που το βρίσκεις το μέτρο, αυτό είναι κέρδος. Και ξέρει πότε θα σηκωθεί, πότε θα καθίσει, δηλαδή βρίσκει μια ισορροπία, πού είναι η εργασία, πού είναι το ένα, πού είναι το άλλο. Και το βρίσκει αυτό σταδιακά, βαθμιαία, με τα χρόνια. Είναι μια άσκηση, μια παιδεία αυτό που γίνεται. Αλλά γίνεται εν όψει του ουσιώδους. Αν δεν βρεις το ουσιώδες, τότε κάνεις υπερβολές. Υπερβολή μπορεί να είναι και ένας μωρός ζήλος, μια μωρή αφιέρωση στο Θεό, ενώ δεν έχεις τις προϋποθέσεις, λες εγώ θα γίνω ιεροκήρυκας, θα κηρύξω παντού τη χάρι του Θεού, ας πούμε το βαβαβα. Ποιος σε έκανε; Ποιος σε ανακήρυξε; Και αυτό είναι μια αφιέρωση, ένα, χωρίς νόημα. Ή το άλλο, η κοσμική παράδοση τελείως, όλα αυτά τα οποία ξέρουμε, τα οποία μας παρασέρνουν, μας κάνουν δούλους τους στο τέλος, γιατί δεν μπορούμε να κάνουμε χωρίς αυτά. Έτσι. Οι άνθρωποι βλέπεις του Θεού που υπάρχουνε, δεν είναι σαν εμάς, αλλά είναι ελεύθεροι, απ’ αυτό που τους δίδεται κάθε φορά. Αν τους πεις φύγε από δω, δεν έχουν πρόβλημα, εντάξει, δεν τελείωσε ο κόσμος. Με ένα λόγο απαλύνεται η ζωή, πάρα πολύ απαλύνεται όταν βρει κανείς αυτό το εν. πάρα πολύ απαλύνεται. Βλέπεις άνθρωπο ο οποίος είναι ανάπηρος, και αυτός και λοιπά και χωρίς Θεό, αυτό τον οδηγεί στην αυτοκτονία, οδηγεί στην τρέλα. Μετά του Θεού, θα το θεωρεί και ευλογία. Να είναι αναπαυμένος, να σου δίνει αυτός παρηγοριά, αντί να του δίνεις εσύ. Αυτό θέλω να πω, έτσι. Γέροντες, ορίστε (γελάει το κοινό).
Γέροντας: υπάρχει καμιά συμφωνία, καμιά διαφωνία; Έχουμε;
Ερώτηση από μια κυρία: αν πρέπει από αυτή τη ζωή να φτάσει κανείς στο μέτρο της ηλικίας του Χριστού, ή αν συνεχίζεται και μετά.
Λουδοβίκος: Και μετά λένε οι πατέρες. Μπορεί να έχει κανείς και μετά θάνατον θεοπτία, εάν έχει ετοιμαστεί στη ζωή αυτή, έτσι. Και μετά, αλλά και πριν, πάντα σημαίνει. Τώρα το άλλο που είπατε, ότι κανείς πέφτει στα ίδια. Αυτό είναι αλήθεια. Ω τις ήττειται, τούτω και δεδούλωται. Έχουμε ηττηθεί σε ορισμένα πράγματα. Και εκεί που ηττηθήκαμε, έχουμε δουλεία. Αυτή η δουλεία δεν μπορεί να φύγει με ανθρώπινο τρόπο, δε φεύγει. Φεύγει μόνο από τη χάρη του Θεού. Αλλά η χάρις του Θεού για να έρθει, πρέπει ο άνθρωπος να ταπεινωθεί πρώτα. Για να ταπεινωθεί ο άνθρωπος, επιτρέπει ο Θεός να πέσει πολλές φορές. Μέχρι να καταλάβει, να χάσει στο σημείο αυτό την έπαρση, έτσι να, και με τον τρόπο αυτό είναι πιο εύκολη μετά η επέμβαση του Θεού, που ξαφνικά χωρίς να καταλάβουμε μας παίρνει κάτι που μας ταλαιπωρούσε χρόνια, εις τρόπον ώστε δεν καταλαβαίνουμε και εμείς πως το πήρε. Τι έγινε, τι άλλαξε, πως άλλαξε αυτό, πως έφυγε αυτό, το βάσανο. Ναι όταν φτάσει η ταπείνωση σε ένα ορισμένο βαθμό. Όχι πάντοτε στην υπέρτατη ταπείνωση, ο Θεός είναι παιδαγωγός σ’ αυτά. Δε ζητάει την απόλυτη ταπείνωση του ανθρώπου αμέσως, αυτό είναι ζήτημα ετών πολλές φορές, έτσι.
Η ταπείνωση αυξάνει όταν ο άνθρωπος έχει συνείδηση, ότι δεν είναι ταπεινός. Μόνο έτσι. Δηλαδή ότι πραγματικά, όταν αρχίσει να καταλαβαίνει ότι δεν είναι…όχι όπως δεν εμφυτεύθηκε αμέσως το αντίθετο. Δεν εμφυτεύθηκε αμέσως η έπαρση. Η έπαρση είναι και αυτή μια σειρά, μια αγωγή. Το παιδί βλέπει, το μωρό δεν έχει έπαρση. Αρχίζει ο γονιός, α, τόκανες κείνο, τόκανες τ’ άλλο, άντε να ξεπεράσεις, πήγαινε εδώ, πήγαινε στο σχολείο, που να ξεπεράσεις, είσαι έξυπνος, είσαι, είσαι, του κτίζει ένα κόσμο. Είναι μεγάλο πράγμα η αγωγή του παιδιού. Να ξέρεις να το βοηθάς με τον έπαινο, αλλά ταυτόχρονα να μην το πνίγεις μέσα στον ναρκισσισμό, που ναι. Άμα το κτίζει κανείς αυτό το πράγμα, του το κτίζουν, το κτίζει και μόνος από ένα σημείο και πέρα μετά. Για είκοσι, τριάντα χρόνια. Πως θα γίνει αμέσως η μεταβολή. Δεν χρειάζεται εκεί κάμποσα χρόνια, και εκεί μέσα χρειάζεται αυτά που τραβάμε, γιατί ο άνθρωπος τότε ισορροπεί, τότε εξυγιαίνεται, θα λεγα ότι τότε αρχίζει και πραγματικά. Όταν αρχίζει να βλέπει τα μέτρα του. Αυτό που είμαι, έτσι είμαι. Στους πατέρες υπάρχει πολύ αυτό, γι΄αυτό και δεν υπάρχουν απωθημένα. Απωθημένα υπάρχουν όταν έχουμε υψηλή ιδεατή εικόνα για τον εαυτό μας. Τότε κάνουμε απώθηση, ενοχή, αμαρτία, πάθη, τότε έχουμε απώθηση. Όταν ο Χριστιανός αυτά δεν τα καταλαβαίνει καθόλου, μπορεί να διαβάζει τις γραφές μέρα νύχτα, μπορεί να κάνει, αλλά δεν αποπνέει αυτή τη λύτρωση, την αυτή, ούτε ο ίδιος τη νιώθει. Αυτή η εργασία η εσωτερική είναι. Πολλοί γίνονται Χριστιανοί ξέρετε, στην Ευρώπη, για την εσωτερική αυτή διάσταση που βλέπουν στην Ορθοδοξία, δεν είναι οι μόνοι. Αυτό πατάει στα μυστήρια. Χωρίς μυστήρια, χωρίς εξομολόγηση δεν μπορείς, χωρίς ευχαριστία δεν μπορείς. Πάντα προϋποθέτει μια κοινωνία με τους άλλους. Αν είσαι απομονωμένος, πως θα; Οι μοναχοί όταν είναι μόνοι, οι ερημίτες έχουνε και τον κόσμο γύρω τους. Προσεύχονται για τον κόσμο, δεν είναι μόνοι ποτέ. Με την έννοια ότι δεν μένουν ποτέ μόνοι, κλεισμένοι μέσα σε ένα εαυτό. Μεγάλα πράγματα αυτά.
Μια κυρία αναφέρεται στο μέτρο των αρχαίων Ελλήνων. Ο γέροντας απαντά: αυτό είναι ακριβώς η διαφορά. Άλλο να ανακαλύψεις το μέτρο, να καταλάβεις ότι τα άκρα δημιουργούν πρόβλημα, και άλλο να ξεπεράσεις τα άκρα και το μέτρο. Όχι δεν είναι εκεί το θέμα (πετάγεται ο Λουδοβίκος). Είναι και αυτό, αλλά το πιο σημαντικό είναι ότι στην αρχαία ελληνική σκέψη δεν υπάρχει μετάνοια. Αν ξεπεράσεις το μέτρο, τιμωρία. Δεν πα ο άλλος να λέει έφταιξα. Θα τιμωρηθείς. Μα έφταιξα. Θα τιμωρηθείς. Δεν υπάρχει μετάνοια. Δεν υπάρχει το ευλόγησον.[ΠΩΣ ΝΑ ΥΠΑΡΧΕΙ ΜΕΤΑΝΟΙΑ ΣΤΟΥΣ ΑΡΧΑΙΟΥΣ;] Δηλαδή παρέβης το κοσμικό μέτρο, τέρμα. Η δίκη σε περιμένει και τίσις. Παπ! Δεν υπάρχει μετάνοια. Άρα δεν ωφελεί και να βρεις το μέτρο (συμπεραίνει ο ηγούμενος). Είναι τραγικό (συνεχίζει ο Λουδοβίκος), είναι η τραγωδία. Κάτι πάει να πει η γυναίκα. Τραγωδία είναι ακριβώς αυτό (συνεχίζει ο Λ.), το μέτρο το παρέβης, τώρα πάει. Οι Ερινύες, η δίκη, τα αυτά. Υπερασπίζεται η τραγωδία τον νόμο, το μέτρο, το λόγο, όλα αυτά τα πράγματα. Δεν προετοιμάζονταν τα πράγματα (λέει η γυναίκα). Προετοιμάζονταν, αλλά μην ξεχνάτε, όταν ήρθε ο Χριστός, ήτανε μωρία. Μωρία, μας λέει να κάνουμε μετάνοια ο λόγος! Ο σταυρός είναι αυτό που απορρέει. Δηλαδή η συγγνώμη, η συγγνώμη είναι μωρία. Τι συγγνώμη; Είμαι ένοχος, θα πληρώσω. Αυτή είναι η λεβεντιά του Έλληνα. Θα το πληρώσω. Αλλά βέβαια απ’ την άλλη, εδώ είμαστε πολύ πιο,…ωραία.
Ρωτάει κάποιος: γιατί άνθρωποι που έχουν φτάσει στην έσχατη κακία μεταστρέφονται.
Είναι αυτό το πράγμα, το έχουμε ξαναπεί. Είναι η προαίρεση ακριβώς. Τι θέλει τελικά ο άνθρωπος στο βάθος. Κάτι λέει ο άνθρωπος (δεν ακούγεται). Να σας πω ένα παράδειγμα. Εγώ βλέπω πολλά παιδιά που προέρχονται από χριστιανικές οικογένειες, λεγόμενες. Και τα οποία είναι σε μια κατάσταση, το κακό δεν το διδαχθήκαν, ας πούμε. Το καλό ήταν μπροστά στα μάτια τους. Αλλά απ’ την άλλη, πως να το πω, δεν είχαν και κάποιο κίνητρο μέσα τους βαθύτερο, για το καλό, έτσι και λοιπά. Και είναι σε μια κατάσταση, που ούτε το κακό κάνουν, ούτε το καλό τους ψιλοενδιαφέρει ας πούμε. Είναι σε μια ουδέτερη έτσι κατάσταση. Αυτή η κατάσταση μπορεί να φέρει αλλαγές, απότομες. Ή να τη βαρεθεί κανείς, και να πει τέρμα. Δεν μπορεί να’ ναι έτσι. Πάω προς τα πάνω. Ή εξίσου να τη βαρεθεί, και να πει, πάω προς τα κάτω. Ενώ ένας που ζει κάτω ήδη, έχει, κάτω, παρακάτω, νιώθει ότι δε θέλει να πάει άλλο. Είναι κάτω, νιώθει τη, ακουμπάει. Αυτός μπορεί να τιναχθεί πάνω. Όποιος είναι πάνω, πάλι θέλει προσοχή. Αλλά εγώ δεν είμαι πάνω, και έτσι δεν ξέρω τι χρειάζεται εκεί πάνω, χεχεχε.
Ηγούμενος: Όταν είναι κάτω κανείς, πάει ευκολότερα πάνω, το τόπι όταν πάει κάτω, το χτυπάς, πάει πάνω. Ενώ η αρετή (Λουδοβίκος), μπορεί να φτάσει σε αυτάρκεια. Ηγούμενος πάλι: Πάντως το γεγονός είναι, ότι όπου και να’ ναι κανείς, αν δεν γνωρίσει το Θεό, δεν μπορεί να ξεπεράσει, είτε πάνω είναι, είτε κάτω είτε μέσα, αν δεν έρθει ο Θεός, δεν μπορεί να ξεπεράσει τον εαυτό του.[ΠΟΙΟΝ ΕΑΥΤΟ ΤΟΥ;] Η ουσία του χωρίου αυτού είναι αυτό νομίζω, η γνώσις δηλαδή των αγίων, είναι το ότι βρίσκονται σε μια θεογνωσία, που έχει σαν αποτέλεσμα την ανθρωπογνωσία. Δηλαδή βλέπουν τον εαυτό τους να έλκεται συνεχώς προς τα κάτω. Η αμαρτωλότητα αυτή είναι. Πάνε να αναιβούν και βλέπουν ότι βαραίνουν προς τα κάτω. Αγωνίζονται να ανεβούν και βαραίνουν προς τα κάτω. Και μόλις γνωρίζουν το Θεό, δηλαδή σαν να λένε, θέλουμε να ανεβούμε ψηλά στην ατμόσφαιρα, και χρησιμοποιούμε πολλά μέσα να ανεβούμε, δεν παύει να υπάρχει η γνώσις και η φοβία πάντα, ότι με οποιοδήποτε μέσο, ανθρώπινο, κι΄αν ανεβούμε ψηλά στον ουρανό, ανά πάσα στιγμή κινδυνεύουμε να πέσουμε. Αυτή είναι μια γνώσις μόνιμη. Αν υπάρξει μια δύναμις που εξουδετερώνει αυτή τη γνώση, με ασφάλεια όμως, εδώ είναι αυτό που είπε ο π. Νικόλαος, φτάνουμε σε ένα χώρο. Λοιπόν, η γνώσις, που δημιουργεί στον άνθρωπο την αίσθηση της εξουδετερώσεως της έλξεως, είναι αυτό που αξιολογεί, και το ένα και το άλλο. Όσο αγωνιζόμαστε με δικά μας μέσα για να εξουδετερώσουμε τη δύναμη της έλξεως, δεχόμαστε πάντα, έστω και αν ανεβαίνουμε λίγο, βρισκόμαστε πάντα στην αίσθηση, ότι κινδυνεύουμε να πέσουμε. Απ την ώρα που ασφαλιζόμαστε στο Θεό, και εκεί υπάρχει αυτή η αίσθηση της αμαρτωλότητας, ότι μπορούμε να πέσουμε, αλλά έχουμε την ελπίδα, ότι δεν θα μας αφήσει να πέσουμε. Σε κάθε δική μας κατασκευή ανόδου, δεν μπορούμε να την έχουμε αυτή την ελπίδα. Έχουμε μόνο τη γνώση της πτώσεως. Ενώ στην ελπίδα του Θεού, που μας ανεβάζει, έχουμε ταυτοχρόνως, και τη γνώση ότι μπορούμε να πέσουμε αν μας αφήσει ο Θεός, αλλά και την ελπίδα, ότι ο Θεός έχει αγάπη, και δεν μας αφήνει. Και οπότε, ο Απόστολος Παύλος νομίζω σε αυτή την κατηγορία βρίσκεται. Βρίσκεται στην αίσθηση, ότι, πως λέει σε ένα άλλο χωρίο, ταλαίπωρος εγώ άνθρωπος, ο ου θέλω, τούτο ποιώ, αλλά καταλήγει ότι, ποιος θα με γλιτώσει, ποιος θα με σώσει απ’ αυτά, ο Κύριος Ιησούς. Η αίσθηση ότι ο Κύριος Ιησούς με σώζει, και ανεβάζει τον άνθρωπο, την ψυχή από αυτή την αίσθηση της πτώσεως, είναι έντονη μέσα στους αγίους, και στον Απόστολο Παύλο. Οπότε η αμαρτωλότητα δεν αποτελεί μόνο μια γνώση ταυτόχρονα, όταν έχει το Θεό, αλλά αποτελεί και αυτή την αίσθηση της χαράς. Εδώ έρχεται η χαρά. Ότι κάποιος με ήλκυσε, κάποιος με αγάπησε, κάποιος με έσωσε. Και αυτό είναι μια ασφάλεια εσωτερική.
Τέλος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου