Σάββατο 28 Δεκεμβρίου 2019

Η ωρολογιακή βόμβα των repos

Ελάχιστοι κατάλαβαν πως το Σεπτέμβρη του 2019 συνέβη το αναμενόμενο κραχ (όσον αφορά τις τράπεζες πιο επικίνδυνη ήταν η J.P. Morgan), παρά το ότι τα χρηματιστήρια ήταν στα ύψη – ξανά όπως το 2008, με μοναδική διαφορά το ότι επενέβη αμέσως η Fed, εγκαινιάζοντας αναγκαστικά το QE 4. Από τη συγκεκριμένη αγορά χρηματοδοτείται πλέον επίσης η Ελλάδα, με αφετηρία το 2014 – όπου από 88,5 δις € τότε και μηδενικά προηγουμένως, εκτοξεύθηκαν το 2019 στα 950 δις € ή σχεδόν στο πενταπλάσιο του ετησίου ΑΕΠ μας! Όλα αυτά σημαίνουν πως τα πιστωτικά ρίσκα του χρηματοπιστωτικού συστήματος του πλανήτη έχουν μεταφερθεί από τις εμπορικές τράπεζες στις κεντρικές που κάποια στιγμή θα πρέπει να διασωθούν, εις βάρος των φορολογουμένων – κάτι που επεξηγεί μεταξύ άλλων την κλιμακούμενη απαγόρευση των μετρητών, έτσι ώστε να μπορούν ανά πάσα στιγμή να φορολογηθούν οι καταθέσεις, εάν όχι να δημευθούν.

Ανάλυση

Στην Ελλάδα, στην οποία οι δανειστές δημιούργησαν δύο ελεγχόμενους από τους ίδιους πυλώνες «αφαίμαξης» της (το ΥΠΕΡΤΑΜΕΙΟ όσον αφορά τη δημόσια περιουσία και την ΑΑΔΕ σε σχέση με την ιδιωτική) διαπιστώθηκε μία εκτόξευση των repos (= βραχυπρόθεσμη χρηματοδότηση μέσω εγγυήσεων του ενεργητικού, δηλαδή η μετατροπή παγίων περιουσιακών στοιχείων σε ρευστότητα χωρίς την πώληση τους), με αφετηρία το 2014 – από μηδενική πριν, στα 88,5 δις € το 2014 και στα 950 δις € το 2019 (γράφημα). Εν προκειμένω είναι γνωστό πως η δημιουργία πιστώσεων εκ μέρους των τραπεζών, εξαρτάται πλέον άμεσα απ’ ευθείας από τη ρευστότητα των κεφαλαιαγορών – οπότε έχουν ξεφύγει από τον έλεγχο των κεντρικών τραπεζών.
Ειδικότερα, τα κεντρικά χρήματα (=αυτά που δημιουργούν μόνο οι κεντρικές τράπεζες και δανείζουν τις εμπορικές) λειτουργούσαν περιοριστικά για τις εμπορικές τράπεζες – επιβάλλοντας σε κάποιο βαθμό την πειθαρχία τους. Εν τούτοις, οι εμπορικές τράπεζες κατάφεραν πια ξεφύγουν από τα δεσμά και από τον έλεγχο των κεντρικών, κυρίως μέσω του μηχανισμού των repos – όπου το νέο αυτό σύστημα βασίζεται στη ρευστότητα των χρεών στις δευτερογενείς αγορές, στις οποίες όχι μόνο διαπραγματεύονται τα χρέη αλλά, επί πλέον, χρησιμοποιούνται για τη λήψη βραχυπρόθεσμων πιστώσεων μέσω των repos (με κίνδυνο κατάρρευσης όταν οι αξίες των εγγυήσεων καταρρέουν, όπως στην περίπτωση της Ελλάδας μετά την πτώση των τιμών των ακινήτων που λειτουργούσαν ως εγγύηση των τραπεζικών δανείων).
Πρόκειται εδώ για τη δυνατότητα της, όσο το δυνατόν ευκολότερης, ανταλλαγής περιουσιακών στοιχείων ή άλλου είδους παγίων με χρήματα έναντι τόκων (γράφημα, τόκοι 1,65 δις € που πληρώνει η Ελλάδα από τα repos) – ενώ αυτού του είδους η ρευστότητα από τη δευτερογενή αγορά διαπραγμάτευσης των χρεών, επιτυγχάνεται από τους «brokers-dealers».
Οι τελευταίοι καθορίζουν τις τιμές πώλησης και αγοράς των συγκεκριμένων τίτλων χρέους (κάτι ανάλογο με τα swaps, μέσω των οποίων δύο αντισυμβαλλόμενα μέρη ανταλλάσσουν τις ταμειακές ροές ή τις υποχρεώσεις από δύο διαφορετικά χρηματοπιστωτικά μέσα, συνήθως τα επιτόκια), αγοράζοντας ή πουλώντας τους οι ίδιοι σε περιπτώσεις ανάγκης – γεγονός που σημαίνει πως διαδραματίζουν έναν πολύ σημαντικό ρόλο στη λειτουργία αυτού του συστήματος που θα ήταν αδύνατη χωρίς τη χρήση της αγοράς repos.
Εν προκειμένω οι «brokers-dealers» επεμβαίνουν στη συγκεκριμένη αγορά, στην οποία περιουσιακά στοιχεία κυκλοφορούν ως εγγυήσεις (collateral), (α) είτε για να χρηματοδοτήσουν βραχυπρόθεσμα τους τίτλους χρέους μέσω των repos*, (β) είτε για να αγοράσουν τίτλους χρέους βραχυπρόθεσμα, έχοντας εξασφαλισμένη την πώληση τους. Υπενθυμίζουμε εδώ πως αυτό το ιδιωτικό σύστημα της δημιουργίας ρευστότητας, το οποίο φαίνεται να χρησιμοποιεί η Ελλάδα όλο και περισσότερο, επιβαρύνθηκε απότομα το 2008, όταν κατέρρευσε ένας μεγάλος «broker-dealer»: η Lehman Brothers.
Εκείνη την εποχή λοιπόν αναγκάσθηκαν να επέμβουν οι κεντρικές τράπεζες, αν και με μεγάλη καθυστέρηση, για να καλύψουν τη ρευστότητα που είχε στερέψει – αναλαμβάνοντας οι ίδιες τη λειτουργία των «brokersdealers», οπότε μετατράπηκαν σε «brokersdealers of last resort» (δηλαδή σε «brokersdealers» ύστατης ανάγκης, όπως είναι δανειστές ύστατης ανάγκης στην περίπτωση της κατάρρευσης των τραπεζών).
Έκτοτε υιοθετήθηκαν πάρα πολλές μεταρρυθμίσεις, για να αυξήσουν τη σταθερότητα του συστήματος και για να εμποδίσουν να επαναληφθεί ένα τέτοιο γεγονός – ενώ οι G20 έδωσαν την εντολή στο Συμβούλιο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (Financial Stability Board ή FSB) και στην Επιτροπή της Βασιλείας, να αντιμετωπίσουν τους κινδύνους του εν λόγω «σκιώδους τραπεζικού συστήματος», ρυθμίζοντας το.

Το σκιώδες τραπεζικό σύστημα

Στο σύστημα αυτό συμμετέχουν κυρίως τα αμοιβαία κεφάλαια χρηματαγορών (money market funds), τα επενδυτικά κεφάλαια, καθώς επίσης τα πάσης φύσεως χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που ευρίσκονται εκτός του τακτικού τραπεζικού συστήματος – ενώ φαίνεται πως η Ελλάδα το ανακάλυψε πρόσφατα, αναλαμβάνοντας τα ανάλογα ρίσκα. Ενδεχομένως επίσης οι αφελληνισμένες τράπεζες κρίνοντας από το μηδενισμό του ELA, μέσω του οποίου δανείζονταν από την ΕΚΤ παρέχοντας εγγυήσεις –  χωρίς να αλλάξει κάτι σημαντικό στην ελληνική οικονομία, η οποία κατέρρευσε μετά το 2009 από τα μνημόνια (γράφημα), την ίδια χρονική περίοδο που η Τουρκία αύξησε τις στρατιωτικές της δαπάνες με αιχμή τα έξυπνα όπλα (πηγή).
Περαιτέρω, ενώ κατά τη διάρκεια των προσπαθειών ρύθμισης της συγκεκριμένης αγοράς εκ μέρους της FSB δεν επιδιώχθηκε καθόλου το σταμάτημα του «σκιώδους τραπεζικού συστήματος», οι συζητήσεις τα επόμενα χρόνια μετατοπίσθηκαν προς όφελος του. Ειδικότερα, στην αρχή δόθηκε έμφαση στη μη αναζωπύρωση του σκιώδους τραπεζικού συστήματος – ως αντίδραση και ως αποτέλεσμα των αυστηρών μεταρρυθμίσεων που επιβλήθηκαν στο τακτικό τραπεζικό σύστημα. Αργότερα όμως η «σκιώδης τραπεζική» θεωρήθηκε ως μία πολύτιμη εναλλακτική λύση για τη χρηματοδότηση των τραπεζών – η οποία, εάν υλοποιηθεί σωστά, στηρίζει δήθεν την πραγματική οικονομία (πηγή).
Η τάση αυτή κορυφώθηκε με τον πολιτικό στόχο της μετατροπής των σκιωδών τραπεζών σε ένα ανθεκτικό χρηματοδοτικό εργαλείο της ελεύθερης αγοράς – κάτι που σημαίνει πως οι προσπάθειες της FSB επικεντρώθηκαν στη χρησιμοποίηση των θετικών στοιχείων της σκιώδους τραπεζικής, ταυτόχρονα με τον περιορισμό των αρνητικών, χωρίς να επέμβει ριζικά στο συγκεκριμένο σύστημα. Στα πλαίσια αυτών των μεταρρυθμίσεων που δεν είχαν ποτέ ως στόχο τους τον προ-κυκλικό χαρακτήρα του συστήματος, οι κεντρικές τράπεζες οδηγούνται στη θεσμοθέτηση του ρόλου τους ως «brokersdealers of last resort» – τον οποίο ανέλαβαν υποχρεωτικά μετά την κατάρρευση της Lehman Brothers, στο σημερινό σύστημα του καπιταλισμού-καζίνο.
Το γεγονός αυτό σημαίνει πως ενώ οι κεντρικές τράπεζες εγγυώνται βραχυπρόθεσμα τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος, ως δανειστές ύστατης ανάγκης για τις εμπορικές τράπεζες, αναλαμβάνουν επί πλέον οι ίδιες τα συστημικά ρίσκα (χρεοκοπίες λόγω απότομης αύξησης των επιτοκίων κλπ.) της προ-κυκλικής παροχής δανείων της ελεύθερης αγοράς – οπότε αντί να λυθεί το πρόβλημα που οδήγησε στο κραχ του 2008, μετατίθεται επαυξημένο στο μέλλον. Εν προκειμένω, εάν συμβεί κάτι απρόσμενο όπως το 2008 (χρεοκοπία της Lehman Brothers), δεν θα καταρρεύσουν μόνο οι εμπορικές τράπεζες αλλά και οι κεντρικές – ενώ δεν θα υπάρχει τίποτα που να είναι σε θέση να διασώσει καμία!

Επίλογος

Χωρίς να επεκταθούμε σε περισσότερες λεπτομέρειες που θα καθιστούσαν την ανάλυση μη κατανοητή, αυτήν την εποχή διεξάγονται συζητήσεις σχετικά με το ποια περιουσιακά στοιχεία οφείλουν να είναι ρευστοποιήσιμα, καθώς επίσης ποιές συνέπειες θα έχει αυτή η επί πλέον ρευστότητα – υπενθυμίζοντας πως η αγορές repos κινδύνευσαν να καταρρεύσουν το Σεπτέμβρη, όταν τα επιτόκια εκτινάχθηκαν στο 7% ή κατά 400% σε χρόνο μηδέν (πηγή) χωρίς να υπάρχει εξήγηση, με αποτέλεσμα να αναγκασθεί να επέμβει πυροσβεστικά η Fed με μεγάλα ποσά, εγκαινιάζοντας ουσιαστικά το QE 4.
Επίσης πως οι αμερικανικές τράπεζες παρουσίασαν μία έντονη υποχώρηση της ρευστότητας τους, με κυριότερη την JP Morgan – από 64% το προηγούμενο έτος στο 37% στα τέλη Σεπτεμβρίου (πηγή), με αποτέλεσμα να φοβηθούν πολλοί για την εμφάνιση μίας νέας Lehman Brothers (βίντεο).
Γιατί συνέβη αυτό; Επειδή το δημόσιο χρέος των Η.Π.Α. που αυξήθηκε κατά 1 τρις $ το δωδεκάμηνο έως το Μάρτιο του 2019, χρηματοδοτήθηκε σε ποσοστό άνω του 80% από τους «brokerdealers» και τα κερδοσκοπικά κεφάλαια (hedge funds) – αφού κατά την ίδια περίοδο η χρηματοδότηση μέσω repos αυξήθηκε κατά 400 δις $, γεγονός που σημαίνει πως το αμερικανικό δημόσιο χρέος αγοράσθηκε από μοχλευμένους και άρα επικίνδυνους επενδυτές, όπως είναι τα hedge funds, μέσω βραχυπρόθεσμων repos!
Οι συζητήσεις τώρα αυτές διεξάγονται κυρίως από τεχνοκράτες (Τράπεζα της Αγγλίας, ΕΚΤ, Fed) και από πολιτικά όργανα που δεν είναι δημοκρατικά υπόλογα και δεν λογοδοτούν πουθενά – όπως η Κομισιόν και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Όλοι αυτοί ενδιαφέρονται για την ανταγωνιστικότητα των εγχωρίων τραπεζών τους, καθώς επίσης για την αύξηση των πιστώσεων, με στόχο την ανάπτυξη – αδιαφορώντας ουσιαστικά για τους Πολίτες.
Εν τούτοις εάν ισχύει η υπόθεση, σύμφωνα με την οποία τα ρίσκα που παράγει το σημερινό χρηματοπιστωτικό σύστημα οδηγούνται στους Ισολογισμούς των κεντρικών τραπεζών, οπότε θα μπορούν να αντιμετωπισθούν μόνο με φορολογικά μέτρα εις βάρος των Πολιτών, τότε θα έπρεπε να ενδιαφέρει αυτούς ακριβώς – οι οποίοι οφείλουν να γνωρίζουν πού τους οδηγούν οι τράπεζες. Στα πλαίσια αυτά, η ανάπτυξη με ένα τόσο μεγάλο τίμημα, ασφαλώς δεν είναι λογική – αφού δεν ωφελεί καθόλου τους Πολίτες.
Είναι όμως η εκάστοτε κεντρική τράπεζα ο εκπρόσωπος των φορολογουμένων Πολιτών στις χρηματαγορές ή μήπως μόνο των τραπεζών; Εν προκειμένω, είναι ένα ερώτημα που οφείλει να απαντηθεί αμέσως – προτού καταρρεύσει το σύστημα και βιώσουν οι πάντες καταστάσεις πολύ χειρότερες, από αυτές που βιώνουμε εμείς οι Έλληνες τα τελευταία δέκα χρόνια, χωρίς καμία προοπτική επίλυσης τους.
Για να κατανοήσει κανείς πώς λειτουργούν τα repos τα εξής:  Μία τράπεζα δανείζεται 1 εκ. € βραχυπρόθεσμα έναντι εγγυήσεων για μία εβδομάδα με 1% επιτόκιο και το δανείζει με 4% μακροπρόθεσμα, έστω για ένα χρόνο – οπότε κερδίζει τη διαφορά (3%). Αφού περάσει η μία εβδομάδα, δανείζεται ξανά το 1 εκ. για να επιστρέψει το πρώτο κοκ. – έμμεσα ένα είδος πυραμίδας Ponzi).
Το πρόβλημα δημιουργείται (α) όταν το επιτόκιο αυξηθεί πάνω από το 4% ή/και (β) όταν οι εγγυήσεις που δίνει υποτιμηθούν – όπως όταν μειώνονται οι τιμές των ακινήτων. Τότε είναι αναγκασμένη να επέμβει η κεντρική τράπεζα τυπώνοντας νέα χρήματα  – τα οποία δημιουργεί με την αγορά δανείων, συνήθως αξιολόγησης ΑΑΑ.
Κάποια στιγμή όμως τελειώνουν αυτά τα δάνεια, οπότε για να συνεχίσει να επεμβαίνει (=για να δημιουργεί νέα χρήματα), αναγκάζεται να αγοράσει λιγότερο ασφαλή δάνεια (BBB) – γεγονός που σημαίνει πως αναλαμβάνει μεγαλύτερο ρίσκο χρεοκοπίας, αφού τα λιγότερο ασφαλή δάνεια είναι πολύ πιο επικίνδυνα.
Κάποια στιγμή όμως τελειώνουν και αυτά ή συμβαίνουν μαζικές αθετήσεις πληρωμών – οπότε το νομισματικό παιχνίδι φτάνει στο οριστικό του τέλος και ακολουθεί η ανάγκη δημοσιονομικών μέτρων (φόροι κοκ.) που επιβαρύνουν τους φορολογουμένους.
ό Βασίλης Βιλιάρδος28 Δεκεμβρίου 2019

Δεν υπάρχουν σχόλια: