Κυριακή 15 Ιουνίου 2025

To Περί Διδασκάλου (De Magistro) σύγγραμμα του ιερού Αυγουστίνου (5) - ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΔΙΝΟΠΟΥΛΟΥ - ΒΑΓΙΩΝΑ

 Συνέχεια από: Τρίτη 10 Ιουνίου 2025

 To Περί Διδασκάλου (De Magistro) σύγγραμμα του ιερού Αυγουστίνου


                                                              ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΔΙΝΟΠΟΥΛΟΥ - ΒΑΓΙΩΝΑ

ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΠΟΥ ΥΠΟΒΛΗΘΗΚΕ ΣΤΟ ΤΜΗΜΑ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΥ Α.Π.Θ.

ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: Φώτιος Ιωαννίδης

Β΄ ΜΕΡΟΣ
ΙΙ. ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΚΑΙ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ

2. Ο ρόλος των λέξεων και των σημείων στη διδασκαλία

Η διδασκαλία επηρεάζεται από τις λέξεις και τα σημεία. Είναι αυτό που οι εκπαιδευτικοί λένε: «Συζήτηση και κιμωλία». Οι λέξεις και τα σημεία είναι τα όργανα μέσω των οποίων μας μεταβιβάζεται η γνώση. Αυτή είναι η κοινή άποψη της διδασκαλίας και αυτό συνεπάγεται μια όχι και τόσο μεγάλη διάκριση μεταξύ της διδασκαλίας και των πληροφοριών της επικοινωνίας. Ως εκ τούτου, ο διάλογος αρχίζει με μια τέλεια γενική ερώτηση σχετικά με το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα ή την λειτουργία του λόγου, στην οποία η απάντηση που δίνεται έχει την έννοια του να διδάσκεις από μια γενική σκοπιά: «Ο λόγος ασκείται μόνο για τη διδασκαλία ή την υπενθύμιση».

Σε αυτή τη μεγάλη γενίκευση προκύπτουν κάποιες ερωτήσεις, όπως, για παράδειγμα, εάν όποιος διδάσκει, διδάσκει αυτά που εσύ θέλεις να μάθεις και εάν τα λόγια που απευθύνονται στο Θεό στις προσευχές, είναι υπενθυμίσεις για Εκείνον. Ο Αυγουστίνος εμπλέκεται σε μια διαλεκτική διαδικασία. «Παίξτε με σκοπό την όξυνση της σκέψης» είναι η προτροπή του και το τελικό μήνυμα του διαλόγου είναι ότι όλες τις λέξεις που έχει χρησιμοποιήσει δεν τις έχει χρησιμοποιήσει ούτε για να διδάξει, ούτε για να υπενθυμίσει αλλά το έχει κάνει για να υποκινήσει τον γιο του να μάθει για τον εαυτό του [S. Augustini, De Magistro, PL 32, VIII 21, 1207: “Dabis igitur veniam, si praeludo tecum non ludendi gratia, sed exercendi vires et mentis aciem,…” Μετάφραση: «Θα με συγχωρήσεις, λοιπόν, αν ασκήσω μαζί σου κάποιο πρόπαιγμά —όχι για χάρη παιγνιδιού, αλλά για να γυμνάσω τις δυνάμεις μου και την οξύτητα του νου…»]. Αυτό που έχει σημασία στην παρούσα φάση είναι ότι τόσο η κοινή λογική αλλά και πολλοί θεωρητικοί (αρχαίοι και σύγχρονοι) θα συμφωνήσουν ότι είναι απολύτως βασική λειτουργία της γλώσσας η μετάδοση πληροφοριών, βοηθώντας τους ανθρώπους να μάθουν πράγματα, διδάσκοντας. Το πρώτο καθήκον του Αδεοδάτου είναι να καταλάβει τις επιπτώσεις της κοινής αίσθησης της αλήθειας, δηλαδή ότι, όταν κάποιος δεν γνωρίζει τι είναι το π, δεν μπορεί να διδαχθεί μέσω των λέξεων και επομένως να μάθει κάτι που δεν γνώριζε πριν (Hagendahl, Augustine and the Latin Classics, pg 474).

Αν λοιπόν κάποια διδασκαλία είναι με τα λόγια, πώς οι λέξεις επηρεάζουν την διδασκαλία, πως μεταφέρουν τις πληροφορίες που έχουν συσταθεί; Η απάντηση που δόθηκε είναι ότι οι λέξεις είναι σημεία και διδάσκουν σηματοδοτώντας.

S. Augustini, De Magistro, PL 32, II 3, 1196: “-Aug.: Constat ergo inter nos uerba signa esse. -Ad.: Constat… -Aug:...sed revocat me ab assentiendo, quod superius concessisti, non esse signum, nisi aliquid significet;....” [Μετάφραση(ChatGPT): -Αυγ.: Είναι λοιπόν συμφωνημένο μεταξύ μας ότι τα λόγια είναι σημεία. -Αδ.: Συμφωνούμ… -Αυγ.: Αλλά με συγκρατεί από το να συμφωνήσω (αμέσως) το γεγονός ότι παραδέχτηκες προηγουμένως πως δεν υπάρχει σημείο, αν δεν σημαίνει κάτι. Εξήγηση (ChatGPT): Ο Αυγουστίνος και ο συνομιλητής του συζητούν για τη φύση των λέξεων ως σημεία (signa). Ο Αυγουστίνος επισημαίνει ότι ένα σημείο, για να είναι όντως σημείο, πρέπει να σημαίνει κάτι – δηλαδή να παραπέμπει σε ένα νοητό ή πραγματικό αντικείμενο].

Επίσης, PL 32, X 30, 1212: “Aug.: Falsum est igitur quod paulo ante dixisti, doceri rem posse sine signis, cum quaeritur quid sit ipsum docere; quando ne hoc quidem videmus sine significatione agi posse, cum aliud esse significare, aliud docere concesseris.” [Μετάφραση (ChatGPT): Αυγ.: Είναι λοιπόν ψευδές αυτό που είπες λίγο πριν, ότι δηλαδή μπορεί να διδαχθεί κάτι χωρίς σημεία, όταν ερωτάται τι είναι το ίδιο το διδάσκειν· διότι ούτε αυτό βλέπουμε να γίνεται χωρίς σημαινόμενο, αφού έχεις παραδεχτεί ότι άλλο είναι το να σημαίνεις και άλλο το να διδάσκεις. Εξήγηση (ChatGPT): Ο Αυγουστίνος αντικρούει τον ισχυρισμό ότι μπορεί κάποιος να διδαχθεί κάτι χωρίς τη χρήση σημείων (δηλ. λέξεων, συμβόλων, εκφράσεων). Παρόλο που η σημασιοδότηση και η διδασκαλία είναι διαφορετικά πράγματα, η πράξη του διδάσκειν δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί χωρίς σημεία. Η επικοινωνία της γνώσης προϋποθέτει σημασιοδότηση — ένα ελάχιστο επίπεδο έννοιας και αναφοράς].

Εδώ ο Αυγουστίνος ξεκινά μια μακρά επιχειρηματολογία υπέρ της άποψης ότι όλες οι λέξεις σημαίνουν κάτι, ακόμη και οι σύνδεσμοι, όπως το «εάν» και προθέσεις όπως το «από», και κατά συνέπεια όλες οι λέξεις είναι ονόματα. Μας θυμίζει την χρήση του Αυγουστίνου από τον Wittgenstein ως δούρειου ίππου για την επίθεσή του στην ιδέα ότι οι λέξεις μιας γλώσσας είναι ονόματα και ότι οι προτάσεις της είναι συνδυασμοί ονομάτων. Ο Wittgenstein, έγκριτος μελετητής του Αυγουστίνου της δεκαετίας 1950 στον οποίο συχνά αναφέρεται ο Burnyeat αλλά και άλλοι μελετητές όπως ο Kirwan, διατυπώνει την άποψη ότι ο καθένας πέφτει θύμα του πειρασμού να σκεφτεί αυτόν τον τρόπο, όταν επικεντρώνει την προσοχή του σε κοινά ουσιαστικά όπως το «τραπέζι» και ονόματα, αφήνοντας άλλα είδη λέξεων στην μοίρα τους. Ο Αυγουστίνος ήταν πιο διεξοδικός. Όχι μόνο υποστήριζε την ονομασία των λέξεων εκτός από τα ουσιαστικά, αλλά εξηγούσε κιόλας με προσοχή ότι δεν εννοούσε πως μια λέξη, όπως το «από», είναι ουσιαστικό σαν το «τραπέζι» ή το «Σωκράτη». Αυτό που εννοούσε ήταν ότι το «από» είναι ένα σημείο που σηματοδοτεί κάτι, όχι βέβαια ένα φυσικό αντικείμενο αλλά ένα διαχωρισμό των πραγμάτων στην ερώτηση, και ότι η συμβολή του «εάν» σε μια πρόταση διαφέρει από την συμβολή του «επειδή» στην ίδια πρόταση (Kirwan, Augustine’s Philosophy of Language, Cambridge Companion, pg. 2-3).

Αν δω ένα αντικείμενο σε απόσταση και είμαι βέβαιος τι είναι, θα πρέπει να είμαι ικανοποιημένος με το ρητό «Εάν είναι άνθρωπος, είναι ζώο», αλλά όχι με το «Επειδή είναι άνθρωπος, είναι ζώο». Το παραπάνω αποδεικνύει την διαφορά μεταξύ του «εάν» και το «επειδή». Σκεφτείτε τώρα τις ακόλουθες προτάσεις:

Αν με ικανοποιεί

Επειδή δεν με ικανοποιεί

Αν εφαρμόσουμε τις σύγχρονες χρήσεις, είναι σαφές ότι το «εάν» και το «επειδή» δεν χρησιμοποιούνται όπως στην αρχική πρόταση. Αλλά μια προηγούμενη επιχειρηματολογία (v 13-14) επιβεβαιώνει ότι ο Αυγουστίνος θα αρνούνταν να επιλέξει το άλλο μισό της σύγχρονης διχοτόμησης. Διότι δεν είναι ο ήχος που ικανοποιεί ή δεν ικανοποιεί. Είναι το νόημα ή η λέξη μαζί με το νόημα που ο Αυγουστίνος το αποκαλεί dictiο σε αντίθεση με το verbum ή την λέξη όπως ακούγεται. Η άποψη ότι το «εάν» και το «επειδή» είναι ονόματα, πρώτον, είναι η άποψη ότι μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να δείξουν την δική τους σημασία. Αυτό ισχύει για όλες τις λέξεις, και δεύτερον οποιαδήποτε λέξη μπορεί να χρησιμοποιηθεί αυτόνομα, για να κατονομαστεί ως verbum.

Προφανώς είναι ένα θέμα συνήθειας να επιτραπεί στο «εάν» και το «επειδή» να χρησιμοποιηθούν με αυτούς τους επιπλέον τρόπους, όπως είναι ένα θέμα και η χρησιμοποίηση εισαγωγικών. Το ουσιαστικό θέμα είναι ότι ακόμη και οι σύνδεσμοι έχουν μια ξεχωριστή συμβολή στον λόγο. Ο λόγος που ο Αυγουστίνος επιμένει σε αυτό το θέμα είναι η διδασκαλία. Θέλει να πει πως κάθε λέξη συμβάλλει στο περιεχόμενο της πρότασης και ότι διδάσκει με αυτό. Αυτή είναι και η βαρύτητα αυτής της άποψης, ότι δηλαδή όλες οι λέξεις είναι ονόματα.

Έτσι, το «εάν» και το «εάν» δηλώνουν αλήθεια και συνθήκες στις προτάσεις που βρίσκονται. Ο Αυγουστίνος έχει διάφορες παρατηρήσεις που ξεχωρίζουν τι σημαίνει μια λέξη και τι σηματοδοτεί. «Έγχρωμο», και «ορατό», «όνομα» και «λέξη» είναι ζεύγη λέξεων που δηλώνουν τα ίδια πράγματα με διαφορετικό τρόπο.

Ούτε μπορούμε να διδάξουμε το νόημα των λέξεων βασιζόμενοι σε μια επίδειξη, ακόμη και με τα παραδείγματα «εάν» και «από»:

Αυγ: Ας υποθέσουμε ότι δεν είχα ιδέα της σημασίας της λέξης περπατάω και σε ρωτούσα όταν περπατούσες, τι σημαίνει το «περπατάω», πώς θα με δίδασκες;

Αδεοδ: Θα περπατούσα λίγο πιο γρήγορα και η αλλαγή του ρυθμού θα σου έδινε το σημάδι ότι απαντάω στην ερώτησή σου.

Αυγ: Όμως πρέπει να γνωρίζεις πως υπάρχει μια διαφορά μεταξύ του περπατήματος και της επίσπευσης. Αυτός που περπατάει δεν βιάζεται και αυτός που βιάζεται δεν είναι απαραίτητο να περπατάει. Κατά συνέπεια, αν το έκανες αυτό, θα καταλάβαινα ότι το περπάτημα είναι το ίδιο με το να βιάζομαι, επειδή η επιτάχυνση ήταν το νέο χαρακτηριστικό της συμπεριφοράς σου. Έτσι θα είχα παραπλανηθεί.

Σε αυτά αργότερα ο Αδεοδάτος προσθέτει ότι δεν αρκεί να περπατήσεις για να δείξεις σε κάποιον τι σημαίνει η λέξη «περπατάω», επειδή μπορεί να οδηγηθείς σε λάθος συμπεράσματα.

Με όλα αυτά ο Αυγουστίνος οδηγεί τον Αδεοδάτο στο συμπέρασμα πως τίποτα δεν διδάσκεται χωρίς λόγια ή σημεία. Αυτή η επίδειξη είναι ανοιχτή σε πολλές ερμηνείες, αλλά δεν αποδεικνύει ότι πάντα δεν έχουμε αποτέλεσμα. Ακόμη και αν αυτό αποδειχθεί και το αποδεχτούμε ως αλήθεια, ότι δηλαδή η διδασκαλία των λέξεων χρειάζεται την χρήση άλλων λέξεων, δεν προκύπτει από το ότι:

α) Η διδασκαλία επηρεάζεται από τις λέξεις ή τα σημεία

β) Όλη η διδασκαλία σχετικά με τις λέξεις ή τα σημεία επηρεάζεται από λέξεις και σημεία

γ) Όλη η διδασκαλία γίνεται μόνο μέσα από λέξεις ή σημεία.

Αλλά ο Αυγουστίνος ξέρει ότι δεν θα ακολουθήσει. Προειδοποιεί τον γιο του να μην ταραχθεί, όταν μια γνώμη που είναι αποτέλεσμα μιας πολύ ώριμης σκέψης απορριφθεί από ένα αντίθετο επιχείρημα. S. Augustini, De Magistro, PL 32, X 31, 1213: “Nam difficillimum omnino est non perturbari, cum ea, quae prona et procliua adprobatione tenebamus, contrariis disputationibus labefactantur….” [Απόδοση στα Ελληνικά : «Διότι είναι εξαιρετικά δύσκολο να μη ταραχτούμε, όταν εκείνα που αποδεχόμασταν με ευκολία και προδιάθεση, αποδυναμώνονται από αντίθετες επιχειρηματολογίες.»]

Η αντίθετη άποψη είναι η εξής:

Ας υποθέσουμε ότι κάποιος δεν έχει ιδέα για το πώς τα πουλιά εξαπατώνται από τα κλαδιά που έχει πάνω του ένας κυνηγός πουλιών. Ας υποθέσουμε πως αναρωτιέται ποιος είναι ο σκοπός του εξοπλισμού του κυνηγού. Αν ο κυνηγός φορέσει τον εξοπλισμό του και πιάσει ένα πουλί, ο παρατηρητής θα καταλάβει την σημασία του εξοπλισμού; Θα διδαχθεί από την πράξη χωρίς κανένα σημείο;
S. Augustini, De Magistro, PL 32, X 32, 1213: “Nam quaero abs te, si quisquam ignarus deceptionis avium, quae calamis et visco affectatur, obviam fieret aucupi, armis quidem suis instructo, non tamen aucupanti, sed iter agenti;… [Απόδοση στα ελληνικά: «Σε ρωτώ λοιπόν: αν κάποιος, αγνοώντας την τέχνη με την οποία εξαπατώνται τα πουλιά —με καλάμια και με ρετσίνι— συναντούσε στον δρόμο του έναν κυνηγό πτηνών, ο οποίος έφερε τα όπλα του, όχι όμως για να κυνηγήσει, αλλά γιατί απλώς ταξίδευε…»]

Επισήμως αυτό είναι ένα καλό παράδειγμα για την γενίκευση του γ) : «Είναι αρκετό για τον σκοπό μας ότι κάποιοι άνθρωποι μπορούν να διδαχθούν μερικά αλλά όχι όλα χωρίς την χρήση σημείων».
S. Augustini, De Magistro, PL 32, X 32, 1213: “…satis est namque ad rem et de quibusdam rebus tametsi non omnibus, et quosdam homines doceri posse sine signo.” [Απόδοση στα ελληνικά: «Αρκεί, λοιπόν, για το ζήτημα (που εξετάζουμε), το γεγονός ότι —έστω και όχι για όλα τα πράγματα— και κάποιοι άνθρωποι μπορούν να διδαχθούν χωρίς κανένα σημείο.»]

Το πρόβλημα είναι ότι ένα αντίθετο παράδειγμα στο τελικό συμπέρασμα του διαλόγου. Για τον Αυγουστίνο είναι έτοιμο να υποστηρίξει πως:

δ) Δεν υπάρχει διδασκαλία που να είναι αποτελεσματική μέσω των σημείων ή των λέξεων

ε) Κανένας δεν μαθαίνει κάποιον κάτι.

Στο τέλος του παραδείγματος φαίνεται να ήταν μια προσωρινή διαλεκτική παραχώρηση (Kirwan, Augustine’s Philosophy of Language, Cambridge Companion, pg. 39).

Με όσα αναφέρει παραπάνω, ο Αυγουστίνος, όπως και ο Πλάτωνας συχνά, δείχνει ότι είναι αποφασισμένος να μην μας πει πώς να διαβάσουμε τα γραπτά του. Μπορούμε να καταλάβουμε τι συμβαίνει, αν γίνει διάκριση μεταξύ της διδασκαλίας με παράδοση και της διδασκαλίας με παρουσίαση. Στο πρώτο μέρος της συζήτησης μας δείχνει τα της αφήγησης. Πράγματι, εάν η διδασκαλία περιορίζεται στην αφήγηση, τα (α), (β), και (γ) αληθεύουν. Επιπλέον, η στενή και λογική σημασιολογική θεωρία επικαλείται πως μπορεί να αποδείξει, ότι όλες οι λέξεις είναι τα ονόματα για το πώς κάποιος λέει τα πράγματα με τις λέξεις. Αντίθετα, στο δεύτερο μέρος της συζήτησης μας δείχνει το προνόμιο του να διδάσκεις με αφήγηση. Εάν η διδασκαλία περιορίζεται στο να παρουσιάζεις, το (δ) αληθεύει και ο Αυγουστίνος το περιορίζει λέγοντας:

«Η μέγιστη αξία που μπορώ να αποδώσω στα λόγια είναι η εξής: Μας βοηθούν να δούμε τα πράγματα αλλά δεν μας τα δείχνουν ώστε να τα γνωρίζουμε. Μόνος του κανείς δεν με διδάσκει τίποτα που είναι μπροστά στα μάτια μου ή μπροστά σε μια από τις άλλες σωματικές αισθήσεις μου, ή με το μυαλό μου, τα πράγματα τα οποία εγώ επιθυμώ να μάθω».

Είναι το παράδειγμα του κυνηγού πουλιών, το οποίο περνάει την συζήτηση από την αφήγηση στην παρουσίαση. Αν δούμε προσεχτικά το παράδειγμα, μπορούμε να δούμε πως λύνει την αντίθεση μεταξύ του ισχυρισμού ότι ο κυνηγός πουλιών διδάσκει με το τελικό συμπέρασμα (ε) ότι ο άνθρωπος δεν μπορεί να διδάξει κανέναν άλλο.

Όπως ο Αυγουστίνος περιγράφει την περίπτωση, ο κυνηγός πουλιών γνωρίζει ότι παρακολουθείται από κάποιον που θέλει να μάθει σε τι χρησιμεύει ο εξοπλισμός του και πιάνει το πουλί με πρόθεση να ικανοποιήσει την επιθυμία του θεατή. Αυτό είναι όλο. Δεν λέγεται, αλλά ούτε και υπονοείται ότι ο κυνηγός πουλιών έχει πρόθεση ο θεατής να καταλάβει, ότι δίνει αυτήν την επίδειξη για αυτόν τον σκοπό, δηλαδή ο θεατής να διδαχθεί αυτό για το οποίο ήταν περίεργος. Σε καμία περίπτωση ο κυνηγός δεν προσπαθεί να μεταδώσει τις πληροφορίες, δηλαδή ότι ο εξοπλισμός είναι για να πιάσει τα πουλιά. Κάνει κάτι για το οποίο ξέρει ότι ο θεατής μπορεί να συλλέξει πληροφορίες για αυτόν. Δεν είναι λοιπόν περίεργο ότι ο Αυγουστίνος προχωρά στον ισχυρισμό ότι ο Θεός μας δείχνει συνεχώς τον ήλιο, το φεγγάρι, τα αστέρια τη γη και την θάλασσα και άλλα αμέτρητα πράγματα που κατευθύνουν αυτούς που τα κοιτούν. Υπό αυτή την έννοια θα μπορούσαμε να διδάξουμε τον καθένα απλά βάζοντάς τον μπροστά από ένα βάζο. Αλλά οι περισσότεροι από εμάς θα συμφωνούσαν ότι αυτό δεν είναι πραγματική διδασκαλία. Απλώς παρέχει μια ευκαιρία για τον θεατή να μάθει (Michael W. DeLashmutt, Augustine's Quest for the Self: A Threefold Journ).

Εν ολίγοις, αν η παρουσίαση ή η διδασκαλία δεν απαιτεί περισσότερο από τα αυτονόητα, έτσι ενεργώντας ή μεριμνώντας τα πράγματα που άλλοι άνθρωποι μπορεί, αν το θέλουν, να μάθουν για τον εαυτό τους, τίποτα δεν είναι πιο εύκολο και ο κυνηγός είναι ένας τέλειος δάσκαλος. Αυτό που αρνείται ο Αυγουστίνος όταν φθάνει στα συμπεράσματά του (ε) είναι ότι ο καθένας μπορεί να κάνει ότι του λένε, δηλαδή να μεταδώσει γνώση σε ένα άλλο μυαλό. Με την κοινή αντίληψη της «διδασκαλίας» ο κυνηγός δεν διδάσκει.

Αυτό μας οδηγεί στο κεντρικό και πιο ενδιαφέρον θέμα του διαλόγου. Γιατί είναι αδύνατον να διδάξεις κάποιον απλά με τα λόγια; Ο Αυγουστίνος προχωρά για να πει στον Αδεοδάτο (ο οποίος δεν μιλάει ξανά μέχρι το τέλος του διαλόγου) σε ένα μακρύ διάλογο που ξεκινά με μια φράση από την ιστορία του βιβλίου του Δανιήλ για τους τρεις νεαρούς των οποίων η πίστη τους, τους επέτρεψε να επιβιώσουν στην κάμινο του βασιλιά Ναβουχοδονόσορα:

Αν λάβουμε υπόψη αυτό λίγο πιο προσεκτικά, ίσως να διαπιστώσουμε ότι τίποτα δεν μαθαίνεται ακόμα και με τα κατάλληλα σημεία. Αν μας δοθεί ένα σημείο και δεν ξέρουμε τι σημείο είναι αυτό, δεν μπορεί να μας διδάξει τίποτα. Αν ξέρουμε τι είναι το σημείο μπορούμε να μάθουμε τι θα γνωρίσουμε μέσω του σημείου. Όταν διαβάσουμε (Δαν. 3:27: LXX Δαν. 3:94) «Τα φαρδιά ρούχα (sarabarae) τους δεν άλλαξαν» η φράση φαρδιά ρούχα δεν θα μου πει τίποτα. Αν κάτι καλύπτει το κεφάλι και ονομάζεται κάπως, δεν θα μάθουμε τι είναι το κεφάλι ή αυτό που καλύπτει το κεφάλι. Αυτά τα πράγματα που ήδη γνωρίζουμε και η γνώση από αυτά μας έρχεται όχι όταν ονομάστηκαν από άλλα πράγματα, αλλά όταν στη πραγματικότητα τα είδαμε. Μετά από όλα αυτά όταν ακούμε τις δύο συλλαβές ca-put έχουμε άγνοια όπως και με την λέξη φαρδιά ρούχα (sarabarae), όταν την ακούμε για πρώτη φορά. Αλλά, όταν επαναλαμβάνεται η λέξη, παρατηρούμε ότι είναι για ένα πράγμα γύρω μας που ήδη γνωρίζουμε. Πριν ανακαλύψαμε μια λέξη άγνωστη για εμάς. Μάθαμε ότι είναι ένα σημείο και όταν μάθουμε τι σημαίνει αυτό το σημείο, το ίδιο το πράγμα δηλαδή, δεν θα το μαθαίναμε αν δεν το βλέπαμε. Έτσι το σημείο είναι αυτό από το οποίο μάθαμε την γνώση του πράγματος, παρά από ότι μας μαθαίνει το ίδιο το πράγμα, όταν το σημείο είναι δεδομένο.
S. Augustini, De Magistro, PL 32, X 33, 1214: “Itaque magis signum re cognita, quam signo dato ipsa res discitur.” [Απόδοση στα ελληνικά: «Άρα, περισσότερο το σημείο αναγνωρίζεται όταν έχει ήδη γίνει γνωστό το πράγμα, παρά ότι το ίδιο το πράγμα μαθαίνεται όταν δοθεί το σημείο.»]

H πρώτη πρόταση στα εισαγωγικά ότι το επιχείρημα αφορά μεμονωμένα λόγια. Καμία λέξη δεν μου δείχνει το πράγμα το οποίο σημαίνει. Καμία λέξη, αν ληφθεί μεμονωμένα, δεν μας λέει τι σημαίνει ή κάτι το οποίο σημαίνει. Κάποιος μπορεί να μας πει ότι ένα χαλαρό ύφασμα είναι κάτι με το οποίο καλύπτουμε το κεφάλι μας δεν μας λέει τίποτα, εκτός αν ήδη γνωρίζω τι είναι το κεφάλι και τι είναι το κάλυμμα. Ας υποθέσουμε ότι ξέρουμε τι είναι το κάλυμμα και τι είναι το κεφάλι. Ο Αυγουστίνος υποστηρίζει πως ακόμα και έτσι δεν γνωρίζουμε τι σημαίνει το χαλαρό ύφασμα. Δεν μπορεί κάθε λέξη ή συνδυασμός λέξεων ακόμη και αν τις καταλαβαίνουμε καλά να μας πει τι σημαίνει κάτι. Θα πρέπει να δούμε ένα ζωντανό παράδειγμα από κοντά. Το περισσότερο που μπορούν να κάνουν οι λέξεις, προϋποθέτοντας ότι τις καταλαβαίνουμε, είναι να μας υποδείξουν να κοιτάξουμε προς το αντικείμενο όταν μπορούμε να το δούμε.
S. Augustini, De Magistro, PL 32, X 35, 1215: “…illis tamen fortasse ut attenderem credidi, id est ut aspectu quaererem, quid viderem.” [Απόδοση στα ελληνικά: « Ίσως όμως πίστεψα ότι έπρεπε να προσέξω σε εκείνα, δηλαδή να ερευνήσω με την όραση τι είναι αυτό που βλέπω.»]

Στο σημείο αυτό καθίσταται σαφές ότι ο Αυγουστίνος στο Περί Διδασκάλου έχει ειδικές απαιτήσεις τι σημαίνει το να γνωρίζεις κάτι. Η γνώση δεν είναι μόνο θέμα του να έχουμε την πληροφορία και να δικαιολογούμε την αποδοχή της. Δεν είναι καλύτερη αιτιολόγηση από ότι χρειαζόμαστε για να ξέρουμε την ιδιομορφία του χαλαρού υφάσματος και το τι σημαίνει αλλά ένα συγκεκριμένο είδος αιτιολόγησης στο οποίο τώρα που το συγκεκριμένο είδος (χαλαρό ρούχο) δεν υπάρχει μας βοηθά στο να καταλάβουμε την λέξη. Αυτή η έμφαση στην αιτιολόγηση με βάση δικές μας παραστάσεις επιβεβαιώνεται όταν ο Αυγουστίνος κινείται από την μεμονωμένη λέξη σε μια αφήγηση στην οποία περιλαμβάνει την λέξη. Όταν οι λέξεις συνδυάζονται για να σχηματίσουν προτάσεις και ιστορίες που δεν μπορούν να μεταδώσουν την γνώση στον ακροατή, αλλά το τρίτο δίνεται (tertium datur) ανάμεσα στην γνώση και την άγνοια, δηλαδή την πεποίθηση. Μια ιστορία για τον θρίαμβο της πίστης χρησιμοποιείται για να δείξει την σημασία της πίστης για μια επιστημολογία που επιμένει ότι η γνώση απαιτεί μάθηση από προσωπικές παραστάσεις:

Αλλά μπορείτε να πείτε: δεδομένου ότι δεν γνωρίζουμε τα γάντια με τον ήχο του ονόματος των οποίων θυμόμαστε τι είναι, εκτός και αν τα έχουμε δει, και ότι δεν μπορούμε να γνωρίζουμε πλήρως το όνομά τους μέχρι να γνωρίζουμε το πράγμα. Αλλά τι γίνεται με αυτούς τους νέους άνδρες που έχουμε ακούσει πως γλίτωσαν από τον Ναβουχοδονόσορα με την πίστη τους και την θρησκεία, τον τρόπο που έψαλαν προσευχές στο Θεό, και κέρδισαν την τιμή από τους εχθρούς τους; Έχουμε μάθει τίποτα για αυτούς εκτός από ιστορίες που έχουμε ακούσει; Ναι, αλλά ήδη γνωρίζουμε τις έννοιες «τρεις νέοι», «φωτιά», «βασιλιάς» και όλες τις υπόλοιπες. Αλλά οι Ανανίας, Αζαρίας και Μιχαήλ, είναι τόσο άγνωστοι όσο και το χαλαρό ύφασμα και τα ονόματά τους δεν μας βοηθούν καθόλου για να τους γνωρίζουμε. Πιστεύουμε αντί να γνωρίζουμε ό,τι έχουμε διαβάσει για εκείνη την ιστορία (Stock, The Reader, pg. 155-157). Και οι συγγραφείς στους οποίους πιστεύουμε δεν ήταν ανίδεοι της διαφοράς αυτής. Για τον προφήτη: «Αν δεν πιστέψουμε δεν θα μπορέσουμε να μάθουμε». Αυτό δεν θα είχε ειπωθεί αν δεν υπήρχε καμία διαφορά. Αυτό που καταλαβαίνουμε το πιστεύουμε κιόλας, αλλά δεν καταλαβαίνουμε σε όλα αυτά που πιστεύουμε. Ξέρουμε πόσο χρήσιμο είναι να πιστεύουμε σε πολλά πράγματα τα οποία δεν γνωρίζουμε, μέσα σε αυτά είναι και η ιστορία των τριών νέων. Έτσι, παρόλο που υπάρχουν πολλά πράγματα που δεν μπορώ να γνωρίζω, ξέρω πόσο χρήσιμο είναι να πιστεύω σε αυτά. S. Augustini, De Magistro, PL 32, XI 37, 1216: “…quare pleraque rerum, cum scire non possim, quanta tamen utilitate credantur scio.” [Απόδοση στα ελληνικά: «Γι’ αυτό πολλά από τα πράγματα, αν και δεν μπορώ να τα γνωρίζω, ξέρω όμως πόσο ωφέλιμο είναι να τα πιστεύει κανείς»].

Η ΑΝΘΡΩΠΟΤΗΣ ΠΡΟΤΙΜΗΣΕ ΑΥΤΟΝ ΤΟΝ ΔΡΟΜΟ ΤΗΡΩΝΤΑΣ ΤΟ ΘΕΛΗΜΑ ΤΗΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΠΙΘΥΜΙΑ ΤΗΣ. ΦΤΑΝΟΝΤΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣΕΩΣ, ΣΤΗΝ ΒΟΥΛΗΣΗ ΓΙΑ ΔΥΝΑΜΗ ΤΟΥ ΑΛΗΘΙΝΟΥ ΕΓΩ, ΣΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ, ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΠΡΟΣΩΠΩΝ. ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ , ΤΟΥ ΣΠΟΡΕΩΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΥ ΤΟΚΟΥ ΕΝ ΚΑΛΩ  ΕΙΧΕ ΠΟΛΛΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: