Δευτέρα 28 Οκτωβρίου 2024

XΡΗΣΤΟΥ ΓΙΑΝΝΑΡΑ - Η ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗ ΤΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ (4)

 Συνέχεια από: Δευτέρα 21 Οκτωβρίου 2024

ΧΡΗΣΤΟΥ ΓΙΑΝΝΑΡΑ

Η ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗ ΤΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ

Σπουδή στον Ιωάννη της Κλίμακος

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΩΔΩΝΗ, 1971

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

1. ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΟΡΟΛΟΓΙΑΣ 


Στὰ πλαίσια τῆς φιλοσοφικῆς ἀνθρωπολογίας προηγεῖται ἱστορικὰ τὸ ἐρώτημα γιὰ τὴ σχέση τῆς ψυχῆς μὲ τὸ σῶμα. (
4η συνέχεια)

Παλαιά Διαθήκη

Τὸ βασικό χαρακτηριστικὸ ποὺ διαπιστώνει κανεὶς στὴν ἑλληνικὴ σκέψη, ὅταν πρόκειται γιὰ τὸ σῶμα, τὴν ψυχὴ καὶ τὴ μεταξύ τους σχέση, εἶναι ἡ προσπάθεια νὰ κατανοηθῆ ὁ ἄνθρωπος σὰν αὐτόνομο σύνολο καὶ σὰν μέρος ἢ τμῆμα τοῦ κοσμικοῦ σύμπαντος. Ἡ ἑρμηνεία τοῦ ἀνθρώπου μπορεῖ νὰ ἔχῃ ὡς ἀφετηρία τὸν φυσικὸ ἢ τὸν ὑπερφυσικό χαρακτήρα τῆς ὑπάρξεώς του, τὴν ἀντίθεση τῆς ψυχῆς μὲ τὸ σῶμα ἢ τὴ σύνθεση καὶ ἑνότητά τους. Πάντοτε ὅμως πρόκειται γιὰ μιὰ πραγματικότητα καθεαυτήν, γιὰ ἕνα χῶρο κλειστὸ ποὺ αὐτοδιερευνᾶται μὲ τὴ σκέψη [ΑΓΝΟΕΙΣ ΤΟΝ ΔΕΥΤΕΡΟ ΠΛΟΥ ΕΥΓΕΝΙΚΕ ΑΡΧΟΝΤΑ ΤΗΣ ΨΕΥΔΟΘΕΟΛΟΓΙΑΣ]  δὲν ὑπάρχουν στοιχεῖα μιᾶς σχέσεως, μιᾶς καθολικῆς ἀναφορᾶς τῆς ἀνθρώπινης ὑπάρξεως, ποὺ νὰ διαφωτίζουν τὴν ἴδια τὴν πραγματικότητα τῆς ὑπάρξεως.[ΤΙ ΘΑ ΕΛΕΓΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΣΩΚΡΑΤΗ; ΤΟΝ ΑΠΟΛΥΤΟ ΕΧΘΡΟ ΤΟΥ Π.Σ.Ε.ΜΑΤΟΣ;]

Ἐντελῶς διαφορετικά κατανοεῖται ὁ ἄνθρωπος στὴ Βίβλο. Στὴν Παλαιὰ κιόλας Διαθήκη ἡ ἑρμηνεία τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ριζικά διαφορετικὴ ἀπ᾿ ὅ,τι στὴν ἑλληνικὴ σκέψη. Ὁ ἄνθρωπος δὲν προσδιορίζεται οὐσιαστικὰ ἀπὸ τὴ φύση του καθεαυτὴν – τὴν ψυχοσωματική του κατασκευή καὶ τὸν ὑλικὸ κόσμο ποὺ τὸν περιβάλλει. Προσδιορίζεται στὰ ὅρια μιᾶς σχέσεως, μιᾶς καθολικῆς ἀναφορᾶς. [Ο ΝΟΜΟΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΣΧΕΣΗ]. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι αὐτὸ ποὺ εἶναι, δηλαδὴ ὑπάρχει, μόνο σε σχέση, μόνο σὲ ἀναφορά. Αὐτὴ ἡ σχέση καὶ ἀναφορὰ εἶναι προσωπική, προϋποθέτει τὸ Πρόσωπο τοῦ Δημιουργοῦ Θεοῦ στὸ ὁποῖο ὁ ἄνθρωπος ἀναφέρεται σὰν σὲ ὑπαρκτικὴ προϋπόθεση. [Ο ΜΕΣΣΙΑΣ ΕΙΝΑΙ ΚΟΣΜΙΚΟΣ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΤΗΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΔΟΥΛΕΙΑ, ΠΡΩΤΑ ΣΤΟΥΣ ΑΙΓΥΠΤΙΟΥΣ, ΜΕΤΑ ΣΤΟΥΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ.ΤΑ ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΩΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΑΝΤΙΦΑΤΙΚΟ ΑΛΜΑ]. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι τὸ ἀποτέλεσμα τῆς προσωπικῆς δημιουργικῆς πράξεως τοῦ Θεοῦ, τῆς κλήσεως τοῦ Θεοῦ σὲ προσωπική κοινωνία. Ὑπάρχει μόνο ἔναντι τοῦ Θεοῦ, σὲ θετικὴ ἢ ἀρνητικὴ σχέση μὲ τὸν Θεό. [ΣΤΟΥΣ ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ]

Στὸ βασικὸ αὐτὸ πλαίσιο τοποθετεῖται καὶ τὸ πρόβλημα τοῦ ἀνθρώπινου σώματος στὴν Παλαιά Διαθήκη. Ἐκεῖ ἡ «σάρξ» λ.χ. δὲν εἶναι ἕνα τμῆμα τῆς ἀνθρώπινης ὑπάρξεως, γήϊνο καὶ ὑλικό, σὲ ἀντιδιαστολὴ μὲ κάποιο ἄλλο, πνευματικὸ καὶ θεῖο. «Σάρξ», εἶναι ἡ ὁλόκληρη ἀνθρώπινη ὕπαρξη σὲ σχέση ἀρνητικὴ μὲ τὸν Θεό. «Οὐ μὴ καταμείνῃ τὸ πνεῦμά μου ἐν τοῖς ἀνθρώποις τούτοις εἰς τὸν αἰῶνα, διὰ τὸ εἶναι αὐτοὺς σάρκας»44.[ΗΡΩΔΙΑΣ, Η ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΤΟΥ ΣΑΒΑ]. «Σάρξ» εἶναι ἡ κατάσταση τοῦ χωρισμοῦ ἀπὸ τὸν Θεό, ἡ αὐτονομία καὶ ἀπολυτοποίηση τοῦ ἀνθρώπου, δηλαδὴ μιὰ κατάσταση θανάτου, ἀφοῦ σημαίνει τὴν ἄρνηση τῆς ὑπαρκτικῆς προϋποθέσεως τοῦ ἀνθρώπου, τὴ διακοπὴ τῆς κοινωνίας μὲ τὸν Θεό, τὴ διακοπὴ τῆς ζωῆς. Ἡ στέρηση τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ στέρηση τῆς ζωῆς, ἐνῶ ἡ πνοὴ τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ δυνατότητα τῆς ζωῆς, εἶναι ἡ «ψυχή» τοῦ ἀνθρώπου.[ΤΟ ΘΕΙΟ ΣΤΟΙΧΕΙΟ ΜΕΣΑ ΣΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ ΤΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ, Η ΑΠΟΚΤΗΣΗ ΤΩΝ ΑΡΕΤΩΝ ΣΕ ΑΝΤΙΠΑΡΑΘΕΣΗ ΜΕ ΤΟΥΣ ΘΕΟΥΣ ΤΟΥ ΟΛΥΜΠΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΣΟΦΙΣΤΕΣ]. «Καὶ ἐνεφύσησεν εἰς τὸ πρόσωπον αὐτοῦ πνοὴν ζωῆς καὶ ἐγένετο ὁ ἄνθρωπος εἰς ψυχὴν ζῶσαν»45. Ὁ τεμαχισμός τοῦ ἀνθρώπου σὲ δυὸ περιοχὲς ὑπάρξεως, σὲ δυὸ «ποιότητες» ὑπάρξεως δὲν συμβιβάζεται μὲ τὴν ἀντίληψη τῆς Π.Δ.[ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΕΠΕΣΕ ΚΑΙ Ο ΦΟΝΟΣ ΤΟΥ ΦΘΟΝΟΥ ΚΑΤΕΡΤΗ Η ΜΟΝΑΔΙΚΗ ΣΧΕΣΗ] Μόνο ἕνας χωρισμὸς μπορεῖ νὰ ὑπάρξη, ὁ χωρισμὸς τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὸν Θεό. Ἡ δυνατότητα τῆς ἐκλογῆς εἶναι ἀνάμεσα στὸ Θεό, δηλαδὴ στὴ ζωή, καὶ στὸ θάνατο, δηλαδὴ στὴ σάρκα. Ἡ ἐκλογὴ ἀπόκειται στὴ θέληση τῆς καρδιᾶς ποὺ θὰ πῆ τὸ Ναὶ ἢ τὸ Ὄχι στὸ Θεό, στὸ νόμο τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι ἡ «σάρξ» σημαίνει μιὰ στάση καὶ μιὰν ἐκλογὴ καὶ ὄχι ἕνα φυσικό δεδομένο ὑλικῆς ὑποστάσεως46.[ΑΥΤΗ Η ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΟ ΑΠΟΛΥΤΟ,ΕΓΩ ΕΙΜΙ Ο ΩΝ, ΥΦΙΣΤΑΤΑΙ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΟΠΩΣ ΑΠΕΔΕΙΞΕ Η Vogel] 

᾿Αντίθετα, λοιπόν, μὲ τὴν ἑλληνικὴ δυσπιστία γιὰ τὸ σῶμα καὶ τὴν ὑλικὴ φύση θὰ μποροῦσε νὰ μιλήση κανεὶς γιὰ μιὰ κατάφαση τῆς Π.Δ. στὴ σωματικότητα [ΕΙΧΕ ΑΚΟΥΣΕΙ ΠΟΛΥ ΤΡΕΜΠΕΛΑ] Τὸ σῶμα δὲν εἶναι τὸ ἀντικείμενο ποὺ τὸ κατέχουμε χωρὶς νὰ ἀνήκη στὴν κυρίως ὕπαρξή μας, οὔτε μόνο μιὰ ὑλικὴ προϋπόθεση τῆς ὑπάρξεώς μας, ἕνα μέσο - ἐργαλεῖο ποὺ μένει ξένο στὴν οὐσία τοῦ ἀνθρώπου. Εἶναι «τὸ ζωντανό σχῆμα τῆς οὐσίας μας», «ἡ ἀναγκαία ἔκφραση τῆς προσωπικῆς μας ὑποστάσεως» καὶ γι' αὐτὸ στὸ σῶμα βρίσκεται ἡ δυνατότητα πραγματοποιήσεως τοῦ νοήματος τῆς ζωῆς μας47.[ΚΑΙ ΤΗΝ ΦΘΟΡΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΤΡΕΠΤΟΤΗΤΑ ΠΟΥ ΤΗΝ ΒΑΖΕΙΣ;] 

Αντίστοιχη εἶναι στὴν Π.Δ. καὶ ἡ χρήση τοῦ ὅρου ψυχή. Οἱ Ἑβδομήκοντα μετέφρασαν μὲ τὴ λέξη «ψυχή» τὸ ἑβραϊκὸ nephesh, ποὺ δὲν ἀναφέρεται σὲ ἕνα μόνο τμῆμα τῆς ἀνθρώπινης ὑπάρξεως – τὸ πνευματικό, σὲ διάκριση ἀπὸ τὸ ὑλικὸ [ΤΟΙΣ ΚΕΙΝΩΝ ΡΗΜΑΣΙ ΠΕΙΘΟΜΕΝΟΙ]– ἀλλὰ σημαίνει τὸν ὁλόκληρο ἄνθρωπο, ὡς ἑνιαία ζωντανὴ ὑπόσταση. Ἔτσι, ἡ ψυχὴ ἐπιθυμεῖ τὴν τροφὴ («ἡ ψυχὴ ἡμῶν προσώχθισεν ἐν τῷ ἄρτῳ»48), εἶναι ἀντικείμενο μίσους («τοὺς μισοῦντας τὴν ψυχὴν Δαυίδ»49), ὀργίζεται ἡ ἴδια καὶ μισεῖ («μήποτε συναντήσωσιν ἡμῖν ἄνδρες πικροὶ ψυχῇ»50), ζῆ τὸν δεσμὸ τῆς ἀγάπης («ἡ ψυχὴ αὐτοῦ ἐκκρέμαται ἐκ τῆς τούτου ψυχῆς»51), πενθεῖ καὶ θρηνεῖ («κεκρυμμένως κλαύσεται ἡ ψυχὴ ὑμῶν ἀπὸ προσώπου ύβρεως»52), ἀλλὰ καὶ πεθαίνει («ἀποθάνοι ἡ ψυχή μου ἐν ψυχαῖς δικαίων»53 – «ἀποθανέτω ἡ ψυχή μου μετὰ τῶν ἀλλοφύλων»54), ἐνῶ ταυτόχρονα ὁ χωρισμός της ἀπὸ τὸ σῶμα εἶναι αὐτὸ τὸ γεγονὸς τοῦ θανάτου («ἐν τῷ ἀφιέναι – Ραχήλ – τὴν ψυχήν, ἀπέθνησκε γάρ...»55) καὶ ἡ ἐπιστροφή της στὸ σῶμα εἶναι ἡ ἀνάσταση («ἐπιστραφήτω δὴ ἡ ψυχὴ τοῦ παιδαρίου τούτου εἰς αὐτόν, καὶ ἐγένετο οὕτως καὶ ἀνεβόησε τὸ παιδάριον»56). Ἡ ψυχὴ ταυτίζεται μὲ τὸ σῶμα σὲ σημεῖο ποὺ νὰ εἶναι αὐτὴ τὸ αἷμα τοῦ θυσιαζόμενου ζώου («πρόσεχε ἰσχυρῶς τοῦ μὴ φαγεῖν αἷμα, ὅτι τὸ αἷμα αὐτοῦ ψυχή· οὐ βρωθήσεται ψυχὴ μετὰ τῶν κρεῶν»57) ἐνῶ ἀλλοῦ διακρίνεται σὰν ἕνα μέρος τοῦ σώματος καὶ διαστέλλεται πρὸς τὴν σάρκα («καὶ ἔσται τὸ φῶς τοῦ Ἰσραὴλ εἰς πῦρ καὶ καταφάγεται ἀπὸ ψυχῆς ἕως κρεῶν»58).[ΔΩΣΕ ΑΙΜΑ ΓΙΑ ΝΑ ΛΑΒΕΙΣ ΠΝΕΥΜΑ]

Τόσο, λοιπόν, ἀπὸ τὴ χρήση τοῦ ὅρου «σάρξ» ὅσο καὶ ἀπὸ τὴ χρήση τοῦ ὅρου «ψυχή» γίνεται φανερὸ ὅτι στὴν Π.Δ. εἶναι ἄγνωστη ἡ ἑλληνικὴ δυαλιστικὴ ἀντίληψη [ΤΗΣ ΓΝΩΣΕΩΣ.ΑΛΛΑ ΟΜΩΣ ΘΕΛΩ ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΚΑΝΩ;]τοῦ ἀνθρώπου ποὺ προυποτίθεται καὶ σ᾽ αὐτὲς τὶς μονιστικὲς ἀνθρωπολογικές ἑρμηνεῖες τῶν Στωϊκῶν καὶ τοῦ Ἐπίκουρου. Στὴν Π.Δ. ὁ ἄνθρωπος κατανοεῖται σὰν ἑνιαῖο σύνολο, ἀλλ᾿ ὁπωσδήποτε στὰ ὅρια τῆς σχέσεώς του μὲ τὸν Θεό[Ο ΦΑΡΙΣΑΙΟΣ]. Ζωοποιεῖται ἀπὸ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ ἢ αὐτοκαταδικάζεται σὲ μιὰ κατάσταση θανάτου, ποὺ εἶναι ὁ χωρισμὸς ἀπὸ τὸν Θεό.[Η ΠΤΩΣΗ]

Καινή Διαθήκη

Καὶ στὴν ὁρολογία τῆς Καινής Διαθήκης οἱ ἔννοιες τῆς σαρκὸς καὶ τοῦ σώματος προϋποθέτουν τὴν ἴδια κατανόηση τοῦ ἀνθρώπου, μὲ ἀφετηρία ὄχι τὴν αὐτόνομη φύση του ἀλλὰ τὴ σχέση του μὲ τὸν Θεό.[Ο ΚΥΡΙΟΣ ΠΡΟΣΕΛΑΒΕ ΤΑ ΑΔΙΑΒΛΗΤΑ ΠΑΘΗ. ΤΟΣΟ ΑΣΧΕΤΟΙ ΜΕ ΤΗΝ ΕΝΑΝΘΡΩΠΗΣΗ ΕΙΜΑΣΤΕ;]

Χαρακτηριστικὲς ἐκφράσεις στοὺς συνοπτικοὺς ὑπάρχουν στὰ χωρία: Ματθ. 16, 17 («σάρξ καὶ αἷμα οὐκ ἀπεκάλυψέ σοι, ἀλλ᾽ ὁ πατήρ μου ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς»), Μαρκ. 14, 38 («τὸ μὲν πνεῦμα πρόθυμον, ἡ δὲ σάρξ ἀσθενὴς») καὶ Λουκᾶ 12, 4 - 5 («μὴ φοβηθῆτε ἀπὸ τῶν ἀποκτεννόντων τὸ σῶμα, καὶ μετὰ ταῦτα μὴ ἐχόντων περισσότερόν τι ποιῆσαι... φοβήθητε τὸν μετὰ τὸ ἀποκτεῖναι ἔχοντα ἐξουσίαν ἐμβαλεῖν εἰς τὴν γέενναν»). Ὁ Ματθαῖος εἶναι φανερὸ ὅτι χρησιμοποιεῖ τὴν ἔκφραση «σάρξ καὶ αἷμα» γιὰ νὰ προσδιορίση ὄχι ἕνα τμῆμα τῆς ἀνθρώπινης ὑπάρξεως, ἀλλὰ ὁλόκληρη τὴν ἀνθρώπινη ὕπαρξη σὲ κατάσταση ἀδυναμίας νὰ γνωρίση καὶ νὰ κατέχη τὴν ᾿Αλήθεια τοῦ Θεοῦ. Εἶναι ἡ ἴδια παλαιοδιαθηκική χρησιμοποίηση τοῦ ὅρου «σάρξ» γιὰ τὸν προσδιορισμό τοῦ ἀνθρώπου χωρισμένου ἀπὸ τὸν Θεό.[ΤΟΣΟ ΑΣΧΕΤΟΣ ΜΕ ΤΗΝ Κ.Δ. ΑΠΟ ΤΟ ΞΕΚΙΝΗΜΑ;]

Ἡ διατύπωση τοῦ Μάρκου, «τὸ μὲν πνεῦμα πρόθυμον ἡ δὲ σάρξ ἀσθενὴς» δίνει ἀρχικὰ τὴν ἐντύπωση ἑνὸς τυπικοῦ ἑλληνικοῦ δυαλισμοῦ. Ὅπως ὅμως σημειώνει ὁ ἔγκειρος ἑρμηνευτής Εd. Schweitzer59 στὴν προκειμένη περίπτωση τὸ ἀντίθετο τῆς ἀσθενούσης σαρκὸς δὲν περιλαμβάνεται στὶς δυνατότητες τῆς ἀνθρώπινης θελήσεως, ἀλλὰ εἶναι ἔργο τοῦ Θεοῦ.[ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΟΙ ΔΙΚΑΙΟΙ,ΟΙ ΜΑΚΑΡΙΟΙ ΦΙΛΑΝΘΡΩΠΟΙ. ΚΑΙ Ο ΣΒΑΙΤΣΕΡ ΠΑΤΕΡΑΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ;] Ἡ ἀδυναμία τῆς σαρκὸς νὰ γρηγορήση παράλληλα μὲ τὴν προθυμία τοῦ πνεύματος δὲν εἶναι μιὰ «κατάσταση ἀτέλειας», κάτι ἀντικειμενικά κακό. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἀσθενέστερος στὴ σάρκα γιατὶ ἔτσι τὸν ἔπλασε ὁ Θεός, ἔτσι ἀνταποκρίνεται στὸν φυσικό του προορισμὸ καὶ στὸ πάνσοφο σχέδιο τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴν ὁμοίωσή μας μὲ Αὐτόν. [ΕΔΩ ΠΙΑ ΤΡΩΜΕ ΛΑΧΑΝΟΝΤΟΛΜΑΔΕΣ. ΤΟ ΘΕΙΟ ΒΡΕΦΟΣ ΟΠΑΔΟΣ ΤΟΥ ΚΑΚΟΥ ΘΕΟΥ ΤΟΥ ΓΝΩΣΤΙΚΙΣΜΟΥ. ΔΕΝ ΗΤΑΝ ΑΝΑΙΜΑΚΤΗ Η ΕΠΑΦΗ ΤΟΥ ΜΕ ΤΟΝ ΦΛΩΡΙΦΣΚΙ ΤΟΝ ΜΕΓΑΛΟ ΜΑΘΗΤΗ ΤΟΥ ΣΟΛΟΒΙΕΦ] Ἑπομένως, τὸ δυνατώτερο πνεῦμα καὶ ἡ ἀσθενέστερη σάρκα δὲν εἶναι δυὸ ἀντιμαχόμενα στοιχεῖα τῆς ἀνθρώπινης ὑπάρξεως, ἀλλὰ τὰ ὅρια τοῦ σχεδίου τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ γιὰ τὸν ἄνθρωπο60. 

Ανάλογο περιεχόμενο ἔχουν καὶ τὰ χωρία Λουκᾶ 12, 4 - 5 καὶ τὸ ἀντίστοιχο τοῦ Ματθαίου 10, 28. Σὰν ψυχὴ καὶ σῶμα ὁ ἄνθρωπος ἀποτελεῖ μιὰ καθολικὴ ἑνότητα, προωρισμένη νὰ συνεχιστῆ στὴν αἰωνιότητα ὡς κοινὴ ἔκφραση τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς. («Μὴ φοβηθῆτε ἀπὸ τῶν ἀποκτεννόντων τὸ σῶμα, τὴν δὲ ψυχὴν μὴ δυναμένων ἀποκτεῖναι· φοβήθητε δὲ μᾶλλον τὸν δυνάμενον ψυχὴν καὶ σῶμα ἀπολέσαι ἐν γεέννῃ»).[ΠΙΣΤΕΥΕΙΣ ΟΤΙ ΜΠΟΡΩ ΝΑ ΤΟΝ ΘΕΡΑΠΕΥΣΩ; ΠΙΣΤΕΥΩ ΚΥΡΙΕ ΒΟΗΘΕΙ ΜΟΙ ΤΗ ΑΠΙΣΤΙΑ. ΤΟ ΣΩΜΑ ΜΙΛΑΕΙ; ΜΝΗΣΘΗΤΙ ΜΟΥ ΚΥΡΙΕ ΟΤΑΝ ΕΛΘΕΙΣ ΕΝ ΤΗ ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΣΟΥ.  ΚΑΙ ΚΕΡΔΙΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ. ΤΟ ΣΩΜΑ ΤΟΥ;] Τὸ χωρίο αὐτὸ δείχνει τὴν προτεραιότητα τῆς καινούργιας ζωῆς «ἐν τῷ Θεῷ» ποὺ ἐγκαινιάζεται μὲ τὸν Χριστό, σὲ σύγκριση μὲ τὴν ἐπίγεια ζωὴ ποὺ μπορεῖ νὰ περιορίζεται σὲ μόνη τὴν συντήρηση τοῦ σώματος. Ωστόσο, ὁ οὐράνιος Πατέρας φροντίζει καὶ γι' αὐτὴν τὴν ὑλικὴ συντήρηση τοῦ ἀνθρώπου ὡς τὶς λεπτομέρειες τῆς τροφῆς καὶ τοῦ ἐνδύματος (Ματθ. 6, 25 - 32). Ἡ πρόνοια τοῦ Θεοῦ παρακολουθεῖ καὶ τὶς ἐλάχιστες λεπτομέρειες τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς (Ματθ. 10, 30: «ὑμῶν δὲ καὶ αἱ τρίχες τῆς κεφαλῆς πᾶσαι ἠριθμημέναι εἰσί»). Γι᾿ αὐτὸ καὶ πρέπει ὁ ἄνθρωπος νὰ ζητάη ἀπὸ τὸν Θεὸ τὴν τροφὴ τοῦ σώματος «τὴν καθ᾿ ἡμέραν» (Ματθ. 6, 11 - Λουκᾶ 11, 3), χωρὶς αὐτὸ νὰ σημαίνη ὅτι ὁ άνθρωπος «ζήσεται μόνον ἐπ᾿ ἄρτῳ» (Ματθ. 4, 4). Ὁ Χριστὸς ἐθεράπευσε τὶς ἀσθένειες τοῦ σώματος, θύμιζε ὅμως πάντοτε ὅτι εἶναι σπουδαιότερη ἡ ἴαση τῆς ψυχῆς ἀπὸ τὴν ἁμαρτία (Μαρκ. 2, 9 κ.ε.). Μετεῖχε ὁ ἴδιος στὶς ὑλικὲς ἀνάγκες τῶν ἀνθρώπων καὶ στὴ χαρὰ τῆς γιορτῆς (Ματθ. 4,2 – 21, 18 – Μαρκ. 11, 2 – Λουκά 7, 36 κ.ε. – 11, 37 – 14, 1) φρόντιζε ὅμως νὰ ὑπογραμμίζη καὶ τὸν κίνδυνο νὰ ὑποδουλωθῆ ὁ ἄνθρωπος στὶς ὑλικὲς μέριμνες καὶ ἡδονὲς (Λουκᾶ 21, 34: «Προσέχετε ἑαυτοῖς μήποτε βαρηθῶσιν ὑμῶν αἱ καρδίαι ἐν κραιπάλῃ καὶ μέθῃ καὶ μερίμναις βιοτικαῖς, καὶ αἰφνίδιος ἐφ᾽ ὑμᾶς ἐπιστῇ ἡ ἡμέρα ἐκείνη»61).

Εὐαγγέλιο τοῦ Ἰωάννου

Καὶ στὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Ἰωάννου ὁ ὅρος «σάρξ» χρησιμοποιεῖται μὲ δυὸ σημασίες: γιὰ νὰ προσδιορίση τὴν ἀνθρώπινη φύση γενικά (17, 12 «πᾶσα σάρξ») ἢ τὴν κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου ποὺ δὲν ἔχει ἀναγεννηθῆ ἀπὸ τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ (8, 15 «ὑμεῖς κατὰ τὴν σάρκα κρίνετε» – 1, 13 τὰ τέκνα τοῦ Θεοῦ «οὐκ ἐξ αἱμάτων, οὐδὲ ἐκ θελήματος σαρκός... ἀλλ᾽ ἐκ Θεοῦ ἐγεννήθησαν» 62).

Ἐπίμαχη εἶναι ἡ ἑρμηνεία τοῦ χωρίου 3, 6: «τὸ γεγεννημένον ἐκ τῆς σαρκὸς σάρξ ἐστι, καὶ τὸ γεγεννημένον ἐκ τοῦ πνεύματος πνεῦμά ἐστι». Ἐδῶ ἡ διάκριση εἶναι ἀνάμεσα στὴ φυσικὴ γέννηση καὶ στὴν πνευματικὴ ἀνα-γέννηση. «Δεῖ ὑμᾶς γεννηθῆναι ἄνωθεν» (3, 7). Τὸ «δεῖ» φανερώνει τὸ χρέος, εἶναι ἔργο τοῦ ἀνθρώπου νὰ ἀναγεννηθή πνευματικά, τουλάχιστο ὅσον ἀφορᾶ τὴν ἀφετηριακὴ συμβολὴ τῆς θελήσεως. Ωστόσο ὁ Β. Bultmann, ὁ γνωστός φιλελεύθερος καινοδιαθηκικὸς τοῦ Προτεσταντισμοῦ, βλέπει στὸ χωρίο αὐτὸ ἕνα ξεχωριστὸ δυαλισμὸ ποὺ ἀναφέρεται ὄχι στὴν ἀντιθετικὴ διάκριση ὕλης καὶ πνεύματος, ἀλλὰ στὸν προορισμὸ τοῦ ἀνθρώπου γιὰ τὴ δουλεία ἢ τὴν ἐλευθερία. Πρόκειται γιὰ ἕνα ἀνθρωπολογικό δυαλισμὸ ποὺ χαρακτηρίζει, σύμφωνα μὲ τὴ γνώμη τοῦ Bultmann, γενικώτερα τὴν ἀνθρωπολογία τοῦ Ἰωάννου καὶ ἔχει ὡς βάση καὶ ἀφετηρία τὴν προέλευση «εἶναι ἐκ Θεοῦ» «εἶναι ἐκ τοῦ κόσμου», «γεννηθῆναι ἐκ Θεοῦ», «ἄνωθεν», «ἐκ πνεύματος» – «γεννηθῆναι ἐκ τῆς σαρκός»63.

Στὴν ἑρμηνεία αὐτὴ θὰ μπορούσαμε νὰ παρατηρήσουμε, ιδιαίτερα μὲ βάση τὸ χωρίο 3, 7, ὅτι ὁ ἀνθρωπολογικὸς δυαλισμός τοῦ Ἰωάννου εἶναι ἐπίσης βασισμένος στὴ σχέση καὶ ὄχι στὴ φύση τοῦ ἀνθρώπου. Δὲν εἶναι ὁ φυσικὸς προορισμὸς τῆς σαρκός, ὡς ἀντικειμενικό δεδομένο, ἀλλὰ ἡ ἀπιστία ὡς ἐκλογή, ποὺ κάνει ἀδύνατη τὴν ἀναγέννηση ἐν πνεύματι. Τὸ χωρίο 15, 22-24 διευκρινίζει αὐτὴ τὴ διάκριση: «εὶ μὴ ἦλθον καὶ ἐλάλησα αὐτοῖς, ἁμαρτίαν οὐκ εἶχον· νῦν δὲ πρόφασιν οὐκ ἔχουσι περὶ τῆς ἁμαρτίας αὐτῶν· ὁ ἐμὲ μισῶν καὶ τὸν πατέρα μου μισεῖ· εἰ τὰ ἔργα μὴ ἐποίησα ἐν αὐτοῖς ἃ οὐδεὶς ἄλλος πεποίηκεν, ἁμαρτίαν οὐκ εἶχον, νῦν δὲ καὶ ἑωράκασι καὶ μεμισήκασι καὶ ἐμὲ καὶ τὸν πατέρα μου». Τὸ «γεγεννημένον ἐκ τῆς σαρκὸς» τοῦ χωρίου 3,6 ἀναφέρεται στὴ φυσικὴ γέννηση ποὺ δὲν ὁλοκληρώθηκε στὴν πνευματικὴ ἀνα-γέννηση. Αφορᾶ σὲ μιὰ προέλευση, ὅπως καὶ τὸ «γεγεννημένον ἐκ τοῦ πνεύματος» ἀφορᾶ σὲ μιὰ ἄλλη προέλευση, ἀλλὰ δὲν ὑπάρχει πουθενὰ στὸν Ἰωάννη κάποια ἔνδειξη ὅτι ἡ πρώτη ἀποκλείει τὴ δεύτερη.[ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΕΞΕΛΙΞΗ Η ΧΑΡΙΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ] Ὁ παρακείμενος «γεγεννημένον» ἀναφέρεται σὲ γεγονὸς τετελεσμένο, ἀλλὰ τὸ γεγονὸς δὲν εἶναι μόνο ἡ φυσικὴ γέννηση («ἐκ τῆς σαρκὸς») εἶναι καὶ ἡ ἐλεύθερη ἐκλογὴ παραμονῆς στὴν κατάσταση τοῦ «φυσικοῦ» ἀνθρώπου ποὺ δὲν ἀναγεννήθηκε ἀπὸ τὴ Χάρη. Ὁ ἀνθρωπολογικὸς δυαλισμὸς τοῦ Ἰωάννου βασίζεται σὲ μιὰ «κρίση» ποὺ ἔχει κιόλας συντελεστῆ. «Ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν (τὸν Υἱὸν τοῦ Θεοῦ) οὐ κρίνεται, ὁ δὲ μὴ πιστεύων ἤδη κέκριται, ὅτι μὴ πεπίστευκεν εἰς τὸ ὄνομα τοῦ μονογενοῦς υἱοῦ τοῦ Θεοῦ· αὕτη δὲ ἐστιν ἡ κρίσις, ὅτι τὸ φῶς ἐλήλυθεν εἰς τὸν κόσμον καὶ ἠγάπησαν οἱ ἄνθρωποι μᾶλλον τὸ σκότος ἢ τὸ φῶς» (3, 18 - 19).64[ΚΑΙ Ο ΟΧΛΟΣ ΠΟΥ ΤΟΝ ΣΤΑΥΡΩΣΕ; ΔΕΝ ΘΕΡΑΠΕΥΤΗΚΕ; ΔΕΝ ΠΙΣΤΕΨΕ ΠΡΙΝ ΘΕΡΑΠΕΥΘΕΙ; ΚΑΙ ΟΛΑ ΜΑΤΑΙΑ;]

Γιὰ νὰ συμπληρώσουμε τὴν ὁρολογία τοῦ Ἰωάννου πρέπει νὰ προσθέσουμε ὅτι ὁ ὅρος «σάρξ» σημαίνει ἐκεῖ καὶ τὸ ὑποστατικὰ ἀνθρώπινο σὲ ἀντίθεση μὲ ὁποιαδήποτε δοκητικὴ ἀντίληψη. «Ὁ Λόγος σάρξ ἐγένετο καὶ ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν» (1, 14) σημαίνει τὴν πραγματικότητα τῆς σαρκώσεως τοῦ Λόγου, βεβαιωμένη καὶ ἀπὸ τὴν ἐμπειρία τῶν αἰσθήσεων: «ὁ ἑωράκαμεν τοῖς ὀφθαλμοῖς ἡμῶν, ὁ ἐθεασάμεθα καὶ αἱ χεῖρες ἡμῶν ἐψηλάφησαν (Α΄ Ἰω. 1, 1). Αὐτὴ ἡ σάρκα εἶναι ταυτόχρονα καὶ ἡ πραγματική τροφὴ τοῦ ἀνθρώπου («ἀληθῶς ἐστι βρῶσις» 6, 55) ἡ καινούργια πρόσληψη τοῦ κόσμου ὡς κοινωνίας μὲ τὸν Θεό, ποὺ ζωοποιεῖ τὴν ἀνθρώπινη φύση («ἐὰν μὴ φάγηται τὴν σάρκα τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου καὶ πίηται αὐτοῦ τὸ αἷμα οὐκ ἔχετε ζωὴν ἐν ἑαυτοῖς» 6, 53) ἐξασφαλίζοντας τὴν ἑνότητα τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν σαρκωθέντα Λόγο τοῦ Θεοῦ («ἐν ἐμοὶ μένει κἀγὼ ἐν αὐτῷ» 6, 56), ἑνότητα ποὺ ἔχει τὴν εἰκόνα της στὴν ἄμπελο καὶ στὰ κλήματα (15, 1-6). Πρόκειται γιὰ ἕνα ὀργανικό, οὐσιαστικό δεσμό, μιὰ κοινὴ καινούργια φύση, τὴν ἄφθαρτη καὶ δοξασμένη φύση τοῦ σαρκωμένου Λόγου τοῦ Θεοῦ, ποὺ δὲν θὰ γνωρίση τὸν θάνατο. «Ώσπερ γὰρ ὁ πατὴρ ἔχει ζωὴν ἐν ἑαυτῷ, οὕτως ἔδωκε καὶ τῷ υἱῷ ζωὴν ἔχειν ἐν ἑαυτῷ» (5, 26). Γι' αὐτὸ καὶ ἔχει νικήσει τὸν θάνατο ὅποιος μετέχει στὴν καινούργια φύση τοῦ σαρκωμένου Λόγου, «ὁ τρώγων τὸν ἄρτον τοῦτον ζήσεται εἰς τὸν αἰῶνα» (6, 58).[ΤΟΝ ΑΝΑΣΤΗΜΕΝΟ ΧΡΙΣΤΟ Ο ΟΠΟΙΟΣ ΑΓΙΑΖΕΙ ΜΟΝΟ ΤΟΥΣ ΔΙΚΟΥΣ ΤΟΥ]

Μιὰ ἀμεσώτερη εἰκόνα τῆς πραγματικότητος ἀλλὰ καὶ τῆς δόξης τῆς καινούργιας ἀνθρώπινης φύσεως ποὺ ἐγκαινιάζει ὁ σαρκωμένος Λόγος μᾶς δίνει τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Ἰωάννου μιλώντας γιὰ τὸ ἀναστημένο σῶμα τοῦ Χριστοῦ.  [ΔΕΝ ΕΓΚΑΙΝΙΑΖΕΙ ΧΩΡΙΣ ΤΗΝ ΒΑΠΤΙΣΗ]. Τὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ μετὰ τὴν ᾿Ανάσταση εἶναι σῶμα πραγματικό, ὅπου μπορεῖ νὰ ψηλαφίση κανεὶς τοὺς τύπους τῶν ἥλων καὶ τὴν πληγωμένη πλευρά (20, 27),[ΜΟΝΟ ΟΙ ΜΑΘΗΤΕΣ ΤΟΥ] σῶμα ποὺ δὲν χρειάζεται τροφὴ γιὰ νὰ συντηρηθῆ, ἀλλὰ ποὺ μπορεῖ, ὡστόσο, νὰ πάρη τροφή (21, 9). Ταυτόχρονα αὐτὸ τὸ ἴδιο εἶναι σῶμα τῆς δόξης (20, 17), ποὺ ἔχει ὑπερβῆ τοὺς περιορισμοὺς τῆς φυσικῆς ἀναγκαιότητος – μπαίνει στὸ ὑπερῶο «τῶν θυρῶν κεκλεισμένων» (20, 19 καὶ 26) καὶ τελικὰ «ἀναβαίνει πρὸς τὸν Πατέρα» (20, 17) ἀπαρχὴ τῆς κοινῆς ἀναστάσεως ὅλων τῶν ἀνθρώπινων σωμάτων. [ΤΩΝ ΑΔΕΛΦΩΝ ΤΟΥ ΚΑΤΑ ΠΡΩΤΟΝ ΧΩΡΙΣ ΤΗΝ ΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ ΤΗΣ ΚΡΙΣΗΣ]


Σημειώσεις
44. Γεν. 6,3.
45. Γεν. 2,7.
46. Βλ. SCHWEIZER, ἔ. ἀ. σελ. 123.
47. Βλ. Walther EICHRODT, Theologie des Alten Testaments, Stuttgart 1961, II, 98.
48. Αριθμ. 21, 5.
49. 2. Βασιλ. 5,8.
50. Κριταὶ 18, 25.
51. Γεν. 44, 30.
52. Ἱερεμ. 13, 17.
53. Αριθμ. 23, 10.
54. Κριταὶ 16, 30.
55. Γεν. 35, 18.
56. 3. Βασιλ. 17, 21 - 22.
57. Δευτ. 12, 23.
58. Ἠσαΐας 10, 17 - 18. Βλ. Gerhard VON RAD, Theologie des Alten Testaments, München 1962, I, 166.
59. Βλ. Ε. SCHWEIZER, ἔ. ἀ. σελ. 124.
60. Ἕνα ὡραῖο σχόλιο σὲ αὐτὴ τὴν ἑρμηνεία θὰ μποροῦσαν νὰ εἶναι τὰ λόγια τοῦ Thomas MERTON: «Ὁ ἅγιος δὲν ἀγιάζεται μόνο μὲ τὸ νὰ νηστεύη ὅταν πρέπει νὰ νηστεύη, ἀλλὰ καὶ μὲ τὸ νὰ τρώη ὅταν πρέπει νὰ φάη. Δὲν ἀγιάζεται μόνο μὲ τὶς ἀγρυπνίες καὶ τὶς μεσονύχτιες προσευχές, ἀλλὰ καὶ μὲ τὸν ὕπνο ποὺ κοιμᾶται ἀπὸ ὑπακοὴ σ' Ἐκεῖνον που μᾶς ἔπλασε ὅπως μᾶς ἔπλασε». (Στὸ συμπόσιο «Μοναχισμὸς καὶ σύγχρονος κόσμος», ἔκδοση «Ζωῆς», Αθήναι 1963, σελ. 194).
61. Βλ. Μax ΜEINERTZ, Theologie des Neuen Testaments, Bonn 1950, I, 105-106.
62. Βλ. σχετικά Η. J. HOLTZMANN, Lehrbuch der neutestamentlichen Theologie, Tübingen 1911, II, 519.
63. Das heisst der Mensch ist durch seinen Ursprung bestimmt und hat sich nicht jeweils jetzt in der Hand; er kann nur aus Gott, aus der Wirklichkeit, oder aus der Welt, aus der Unwirklichkeit, existieren. Durch das woher des Menschen ist auch sein Wohin bestimmt; diejenigen, die ἐκ τῶν κάτω, ἐκ τοῦ κόσμου sind werden in ihren Sünden sterben. [Αυτό σημαίνει ότι ο άνθρωπος καθορίζεται από την προέλευσή του και δεν έχει τον έλεγχο του εαυτού του τώρα· μπορεί να υπάρξει μόνο από τον Θεό, από την πραγματικότητα, ή από τον κόσμο, από την ανυπαρξία. Η προέλευση του ανθρώπου καθορίζεται επίσης από το που· όσοι είναι εκ των κάτω, εκ του κόσμου θα πεθάνουν μέσα στις αμαρτίες τους]. Theologie des Neuen Testaments, Tübingen 1958, σελ. 372.
64. Βλ. καὶ SCHWEIZER, č. ἄ. σελ. 139. Ἡ ἑρμηνεία τοῦ Bultmann προϋποθέτει τὴ γενικώτερη δυτικὴ ἀντίληψη περὶ δικαιώσεως. Ἡ ἁμαρτία καὶ τὸ κακὸ εἶναι τὸ ἀποτέλεσμα τῆς ὀργῆς τοῦ Θεοῦ, ἡ φυσική συνέπεια τῆς τιμωροῦ δικαιοσύνης τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἀνατολικὴ ἀντίληψη διαφέρει ριζικά. Ὁ Θεὸς εἶναι πηγὴ μόνο τοῦ ἀγαθοῦ, τῆς ἀγάπης καὶ τῆς εὐσπλαχνίας, καμμιὰ πληγωμένη δικαιοσύνη δὲν μπορεῖ νὰ μεταβάλη τὸν Θεὸ σὲ τιμωρό. Ἡ ἁμαρτία εἶναι μιὰ αὐτοτιμωρία, εἶναι ἡ ἑκούσια ἔξοδος τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὸν χῶρο τῆς θείας ζωῆς, ὁ αὐτοαποκλεισμὸς τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὴ ζωοποιὸ Χάρη. Αὐτὸς ὁ ἐλεύθερος αὐτοαποκλεισμὸς ἔχει ὡς ἀποτέλεσμα τὴν ἀπολυτοποίηση τοῦ φυσικοῦ, δηλαδὴ τὴν ἀπώλεια τοῦ σκοποῦ καὶ τοῦ τέλους τῆς φύσεως, γι' αὐτὸ καὶ τὴν ἀποδιοργάνωση τῆς φύσεως, τὸ «πάθος» καὶ τελικὰ τὸν θάνατο. Ο θάνατος δὲν εἶναι τιμωρία, ἀλλὰ ἑκούσια ἐκλογή. Ὅπου στέρηση τῆς ζωῆς τοῦ Θεοῦ ἐκεῖ καὶ θάνατος. Καὶ εἶναι αὐτὴ μιὰ συνέπεια τῆς ἀνθρωπολογίας τοῦ Ἰωάννου.[ΜΑΘΗΤΕΥΣΑΤΕ... ΒΑΠΤΙΖΟΝΤΕΣ...]

ΑΣ ΧΑΡΟΥΜΕ ΤΟΝ ΜΕΓΑΛΟ ΘΕΟΛΟΓΟ ΤΟΥ ΤΕΤΕΛΕΣΤΑΙ. ΣΑΣ ΕΣΩΣΑ ΟΛΟΥΣ ΑΠΙΣΤΟΙ

Δεν υπάρχουν σχόλια: