Παρασκευή 22 Αυγούστου 2025

Η ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΤΩΝ ΠΛΑΤΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΡΡΟΩΝ ΣΤΗ ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗ ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ (4) - THOMAS ALEXANDER SZLEZÁK

Συνέχεια από: Δευτέρα 18 Αυγούστου 2025

THOMAS ALEXANDER SZLEZÁK

Πανεπιστήμιο Τυβίγγης

Η ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΤΩΝ ΠΛΑΤΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΡΡΟΩΝ ΣΤΗ ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗ ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ

IV. Η ΔΙΕΡΩΤΗΣΗ-ΕΞΕΤΑΣΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ

Στη μέθοδο με την οποία ο Αριστοτέλης οδηγείται στα θεμελιώδη μεταφυσικά προβλήματα ανήκει επίσης η διερώτηση/εξέταση προς την παράδοση. Όπως είναι γνωστό, οι πανοραμικές δοξογραφικού τύπου επισκοπήσεις, τις οποίες ο Αριστοτέλης, στη Μεταφυσική όπως και σε ορισμένα άλλα σημεία του έργου του, εκθέτει πριν παρουσιάσει τις δικές του ιδέες, δεν απορρέουν από έναν αόριστο ενδιαφέρον για αυτό που ο Νίτσε ονόμασε «Storia antiquaria : αρχαιοπρεπή ιστορία». Πρόκειται μάλλον για μια θεμελιώδη μεθοδολογική σκέψη, η οποία βρίσκεται στη βάση της αρχής ότι —σε τομείς ακατάλληλους για τη μαθηματική ακρίβεια ή αυστηρές αποδεικτικές διαδικασίες— πρέπει να λαμβάνονται ως αφετηρία τα ἔνδοξα, εννοώντας με ἔνδοξα «εκείνο που φαίνεται σωστό σε όλους ή στους περισσότερους ή στους σοφούς, και μεταξύ των τελευταίων είτε σε όλους, είτε στους περισσότερους, είτε στους πιο γνωστούς και εξέχοντες» (Τοπικά 100 b, 21-23).

Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, κανείς δεν είναι εντελώς ανίκανος να συλλάβει την αλήθεια (a 1, 993 b, 1). Ακόμη και αν η συμβολή του καθενός στην αναζήτηση της αλήθειας είναι μικρή, το άθροισμα των συμβολών αυτών έχει σημαντικό μέγεθος (b, 1-3). Η παραίτηση από τα αποτελέσματα των άλλων θα ήταν απερίσκεπτη, αν όχι για άλλο λόγο, τουλάχιστον για το λόγο ότι, αντίθετα, κανείς δεν μπορεί να κατανοήσει την αλήθεια με πλήρη ακρίβεια (993 α, 31 και εξής).

Η αξία της παραδεδομένης γνώσης είναι όμως ανυπολόγιστη, ως μέτρο σύγκρισης (λυδία λίθος) για τα προσωπικά επιτευχθέντα αποτελέσματα. Από αυτή την άποψη, η διαπίστωση ότι οι αρχαίοι στοχαστές δεν μπόρεσαν να θεωρήσουν έγκυρη καμία άλλη μορφή αιτίας πέρα από τις τέσσερις αριστοτελικές, γεννά, κατά τον Αριστοτέλη, έναν υψηλό βαθμό εμπιστοσύνης στη δική του θεωρία (Α 3, 983 b, 5-6, μαζί με Α 7, 988 b, 16-19 και Α 10, 993 a, 11-13).

Η σύγκριση με τους προγενεστέρους δεν αποφέρει όμως μόνο επιβεβαίωση για τον ερευνητή, αλλά ταυτόχρονα επιφέρει διόρθωση και διασαφήνιση των αποτελεσμάτων που κατέληξαν οι αρχαίοι στοχαστές. Η σύνδεση με την παράδοση, επομένως, σημαίνει μεταξύ άλλων το να οδηγεί κανείς την παράδοση στην αυθεντικότητά της (πρβλ. Α 10, 993 a, 13-24). Και αυτό είναι δυνατό διότι η παράδοση, από τη δική της πλευρά, δεν αντιπροσωπεύει ένα σκόρπιο πήγαινε-έλα γνωμών, αλλά μάλλον μια προσέγγιση με δοκιμές προς την πλήρη αλήθεια, καθοδηγούμενη από τα ίδια τα φαινόμενα: η αλήθεια, στο παρελθόν, πολλές φορές έγινε γνωστή και πολλές φορές, εκ νέου, χάθηκε (Α 8, 1074b, 10-13· πρβλ. Περί Ουρανού 270 b, 19 εξ., Μετεωρολογικά 339 b, 27-30, Ρητορική 1329 b, 25).

Έτσι, η προσεκτική εξέταση της παράδοσης και η εις βάθος ερμηνεία της αποκτούν και μία ιστορική διάσταση: όλοι εμείς εργαζόμαστε σε μια προοδευτική αποκάλυψη της αλήθειας, στην οποία, εξάλλου, μετά από μελλοντικές καταστροφές, θα πρέπει και πάλι να αφοσιωθούν οι ερχόμενες γενιές.

Το πλατωνικό υπόβαθρο αυτού του συμπλέγματος ιδεών δεν πρέπει να αναζητηθεί μόνο στο ιστορικό πεδίο (παραδείγματος χάριν στη μυθική θεωρία των καταστροφών που βρίσκεται στον Πολιτικό. 268 Ε κ.ε.), ή στην εξίσου μυθική ιδέα σύμφωνα με την οποία το ιδανικό κράτος της Πολιτείας είχε ήδη πραγματοποιηθεί, μια φορά, στην αρχαία Αθήνα, χωρίς οι Αθηναίοι να έχουν διατηρήσει την παραμικρή ανάμνηση (Τίμ. 23 Β κ.ε., Κριτίας 109 D κ.ε.)· σε όχι μικρότερο βαθμό πρέπει να αναζητηθεί επίσης στο μεθοδολογικό πεδίο: ότι κανείς δεν μπορεί να μη συλλάβει καθόλου την αλήθεια είναι μια σκέψη που, ιστορικά, δεν θα ήταν δυνατή χωρίς την πλατωνική πεποίθηση ότι κάθε άνθρωπος, ως άνθρωπος, διαθέτει ψυχή, η οποία, στην προηγούμενη ύπαρξή της, έχει θεωρήσει τον κόσμο των Ιδεών – ή εν πάση περιπτώσει τμήματα αυτού του κόσμου – και γι’ αυτό μπορεί, στον εδώ κόσμο, να οδηγηθεί στην ανάμνηση της αλήθειας.

Όσον αφορά τη συγκεκριμένη χρήση της φιλοσοφικής παραδόσεως από τον Πλάτωνα, η αναφορά του στον Ηρακλειτισμό στον Κρατύλο, στον Ελεατισμό στον Παρμενίδη και στον Πυθαγορισμό στον Τίμαιο, δείχνουν με αρκετή σαφήνεια ότι η μέθοδός του για την οικειοποίηση της ιστορίας ήταν το να υπερβαίνει, εμβαθύνοντας, τα προηγούμενα ερεθίσματα. Ο Αριστοτέλης λοιπόν, όταν θέλει να μεταφράσει το τραύλισμα των Προσωκρατικών σε λόγο φιλοσοφικά συναφή για την εποχή του, αποκαλύπτοντας το αληθινό νόημα των διατυπώσεών τους, τις οποίες οι ίδιοι, συχνά, δεν είχαν κατανοήσει πλήρως (πρβλ. Α 10, 993a, 15· Περὶ γενέσεως καὶ φθοράς 314a, 13), δεν κάνει τίποτε άλλο παρά να αναδιατυπώνει εκείνο που ο Πλάτων είχε αποτελεσματικά προαναγγείλει.

Δεν υπάρχουν σχόλια: