ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ
Συνέχεια από Παρασκευή, 19 Φεβρουαρίου2021
Jacob Burckhard
ΤΟΜΟΣ 2ος
Ι.ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΘΕΟΙ ΤΟΥΣ – 18
Ο θρύλος τού Προμηθέα δεν αναφέρεται εν
γένει στους θεούς, αλλά μόνο στον Δία. Ο Ζευς είναι ήδη εκείνος που «καθιστά»
γενικά «δύσκολο τον βίο τών ανθρώπων», αλλά εδώ πρόκειται επιπλέον για τη
στέρηση της φωτιάς, που είναι συνυφασμένη με τον πολιτισμό, και δεν μπορεί να
γίνει κτήμα τών ανθρώπων παρά μόνον αποσπώντας την κρυφά από τον θεό· κατά το
Αισχύλο, ο Ζευς επιθυμούσε να καταστρέψει μάλιστα τους ανθρώπους, τους οποίους
έσωσε ο Προμηθέας, προσφέροντάς τους τη φωτιά και τις δυνατότητες που αυτή
συνεπάγεται, πράξεις για τις οποίες όφειλε να υποστεί φρικτά βασανιστήρια. Υπήρχε ασφαλώς και η λατρεία τού Ήφαιστου, ως
διαχειριστή τού πυρός και των λοιπών αναγκών τού βίου που εξαρτώνται απ’ αυτό·
ποιός θα μπορούσε όμως να αμφισβητήσει, ότι αυτός που πραγματικά αντιπροσωπεύει την κοσμοαντίληψη των Ελλήνων είναι
ο Προμηθέας; Αυτός που πλήρωσε τελικά το σκληρό τίμημα για τη φιλάνθρωπη
πρωτοβουλία του. Ο Ασκληπιός είναι, κατά
τον Απολλόδωρο, ένας ακόμη πραγματικός Προμηθέας: σώζοντας τους ανθρώπους
από τον θάνατο και ανασταίνοντας νεκρούς, προκαλεί τον φθόνο τού Δία απέναντι
σε μια τέτοια ανθρώπινη ευδαιμονία, και ο θεός τον εξολοθρεύει με τον κεραυνό
του.
Ως προς την κυρίαρχη και αυτονόητη, σε γενικές γραμμές, άποψη των
Ελλήνων για τους θεούς τους, δεν υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία· ακόμη και μια απλή και ειρηνική
οικογενειακή γαλήνη τών ανθρώπων καθίσταται ανυπόφορη για τους θεούς. Τα
λόγια με τα οποία η Πηνελόπη καλωσορίζει κατά την επιστροφή του τον Οδυσσέα
είναι ενδεικτικά:
«…δυστυχία
μάς χάρισαν οι θεοί,
που για πράγμα σπουδαίο το λογάριασαν,
μαζί οι δυό μας τα νιάτα να χαρούμε,
και ήσυχα στα γηρατειά να φτάσουμε».
Αλλά η χαμηλότερη ηθική στάθμη, στην οποία
μπορούν να φτάσουν οι ελληνικοί θεοί, εκφράζεται ίσως με τον φθόνο που τους προκαλεί η αλληλεγγύη και μόνο μεταξύ τών
ανθρώπων. Αυτά τα συναισθήματα αποτυπώνονται, εμμέσως αλλά σαφώς, στον λόγο
τού Τεύκρου στον Αίαντα του Σοφοκλή,
κατά την ανταλλαγή τών δώρων μεταξύ Έκτορα και Αίαντα. Ενώ ένα εξίσου εμφανές
παράδειγμα αποτελεί το απόσπασμα, στο οποίο ο Ποσειδώνας μεταμορφώνει σε βράχο
το πλοίο τών Φαιάκων, για να αποτρέψει κάθε μελλοντική διάσωση ανθρώπων· θα
πρέπει ωστόσο να υπενθυμίσουμε εδώ, ότι οι Φαίακες είχαν εμποδίσει τον θεό τών
θαλασσών απ’ το να πάρει μια, θεωρούμενη ως δίκαιη, εκδίκηση απέναντι στον
Οδυσσέα.
Στους
ιστορικούς χρόνους οι άνθρωποι έχουν τη σύνεση να μην αναφέρονται πλέον
ονομαστικά στους θεούς τους· η θεότητα, διαβάζουμε τώρα στον Ηρόδοτο, είναι
φθονερή. Και ο Ηρόδοτος σπεύδει να εκφράσει εξ αρχής στο έργο του αυτήν την
πεποίθηση, στην περίφημη συνομιλία Σόλωνος και Κροίσου· αφού έχει γίνει λόγος
για τον Τέλλο, για τον Κλέοβι και τον Βίτωνα, και ο Κροίσος αναμένει να
ανακηρυχτεί με τη σειρά του άνθρωπος ευδαίμων εκ μέρους τού Σόλωνα, δέχεται την
εξής απάντηση: «οι θείες δυνάμεις τρέφουν μίσος για την ανθρώπινη ευτυχία και
προσπαθούν να τη διαταράξουν»· τα ίδια σχεδόν λόγια συναντά κανείς και στην
επιστολή τού Αμάσιδος προς τον Πολυκράτη. Με ιδιαίτερη ακρίβεια περιγράφεται το
μίσος τής θεότητας και σε έναν λόγο τού Αρτάβανου κατά των πολεμικών προθέσεων
του Ξέρξη: «Δες ποια είναι τα υψηλότερα σπίτια και τα δέντρα: πάνω τους θα
ξεσπάσει ο κεραυνός· έτσι και ο φθονερός ουρανός μπορεί καμιά φορά να οδηγήσει,
προκαλώντας πανικό με τους κεραυνούς του, σε ταπεινωτική ήττα, απέναντι σε έναν
ολιγάριθμο εχθρό, μια μεγάλη στρατιά». Ο Αρτάβανος ολοκληρώνει τη μελαγχολική
συνομιλία του με τον Ξέρξη στην Άβυδο με πένθιμο ύφος: «Όταν η ζωή δεν είναι
πλέον παρά ένα δυσβάσταχτο φορτίο, ο θάνατος αποτελεί το πιο ποθητό καταφύγιο. Ακόμη
και αυτή η στιγμιαία αίσθηση γλυκύτητας
του βίου, που παραχωρεί ο ουρανός, αποδεικνύει το πόσο φθονερός είναι». Η αντίληψη περί τού φθόνου τών θεών
παρέμεινε αργότερα κυρίαρχη, ακόμη δε και ο Παυσανίας την ασπάστηκε,
αναλογιζόμενος την αναπηρία και την ένδεια του Ομήρου, καθώς και τη φυγή και
τον βίαιο θάνατο του Δημοσθένη. Οι μετριοπαθέστεροι συγγραφείς αποδίδουν τη
μοίρα τού φθόνου στη θεά Τύχη, αλλά
στο μεταξύ ο Επίκουρος έχει αναφερθεί, μεριμνώντας για τους οπαδούς του, σε θεούς που αδιαφορούν για τα επίγεια και
των οποίων η μακαριότητα βασίζεται στην απουσία τού φθόνου.
Η ιστορία με το δαχτυλίδι τού Πολυκράτη
αποτελεί μια προσπάθεια εξαγοράς τού φθόνου τών θεών. Το ίδιο θα μπορούσε να
ισχυριστεί κανείς και για τις πλούσιες προσφορές στους ναούς, ακόμη και όταν
αναφέρονται άλλα κίνητρα. Ο Κροίσος ζήτησε ασφαλώς από τον θεό τών Δελφών μιαν
ασφαλή, κατ’ αρχάς, πρόγνωση του μέλλοντος, αλλά εκείνο που κυρίως επεδίωκε
ήταν να τον εξευμενίσει, και ο πλούτος τών προσφορών του μαρτυρεί την ανησυχία
του για τον φθόνο τού θεού. Ένας αντίστοιχος φόβος παρότρυνε ίσως και τους
Σιφναίους, να στέλνουν τακτικά το ένα δέκατο από τα πλούσια έσοδα των χρυσορυχείων
και αργυρωρυχείων τους στους Δελφούς. Παρότι αυτές οι αντιλήψεις απέναντι σε
θεούς, όπως οι ελληνικοί, μπορεί να μην ήταν καθαυτές αυτονόητες, η άμεση και
έμμεση επιρροή τού Ηροδότου σε εξευγενισμένες προσωπικότητες των επομένων
γενεών, συμπεριλαμβανομένων τών Ρωμαίων, συνέβαλε σημαντικά στη διατήρησή τους.
Απολύτως ανθρώπινη είναι ωστόσο και η
στάση τών Ελλήνων, να αποφεύγουν να διακρίνουν κατά πόσο και οι ίδιοι
φθονούσαν, από την πλευρά τους, τους θεούς, «που ουδέποτε γηράσκουν». Οι Έλληνες ένοιωθαν ήδη
δυστυχείς, όταν έχαναν τα νιάτα τους, και ακόμη περισσότερο, όταν γερνούσαν,
κάτι που αποτελούσε μιαν ακόμα από τις πολλές αντιθέσεις τους απέναντι στην
ευδαιμονία τών θεών.
Δεν θα πρέπει να μας ξαφνιάζει το
γεγονός, ότι ένα έθνος που οικοδόμησε την πίστη του με τόσο απόλυτη
αυτοδυναμία, όπως οι Έλληνες, συνήνεσε αργότερα σε ραγδαίες μεταβολές. Όμως
η αρχαία θρησκεία παρέμεινε, διαμορφωμένη από την πίστη και την εποποιία, σε
γενικές γραμμές αναλλοίωτη· η φύση, το πεδίο δράσης και το ήθος τών θεών
διαφύλαξαν στη λαϊκή παράδοση την προγενέστερη μορφή τους, ακόμη και όταν η
φιλοσοφία και η σοφιστική καλλιέργησαν την εικόνα ενός απόμακρου Θεού. Και η
εμφάνιση μιας παρακείμενης, αλλά ευρέως διαδεδομένη σε ορισμένους κύκλους
θρησκείας μετά τον 6ον αιώνα, όπως εκείνης τών Ορφικών, δεν επέδρασε καθόλου στον λαό, αφήνοντας ουσιαστικά κάποια επιμέρους μόνον
ίχνη στην ποίηση.
(συνεχίζεται)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου