Συνέχεια από: Τετάρτη 12 Φεβρουαρίου 2025
ΧΡΗΣΤΟΥ ΓΙΑΝΝΑΡΑ
Η ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗ ΤΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ
Σπουδή στον Ιωάννη της Κλίμακος
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΩΔΩΝΗ, 1971
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ
Η ΚΑΤΑΦΑΣΗ ΣΤΟ ΠΑΘΟΣ
Ἡ ἐμπειρία τῆς Κλίμακος ἐπισημαίνει τὸν «ἀφανῆ» τρόπο τῆς ἀλλοιώσεως τῶν ἰδιωμάτων τῆς φύσεως προβάλλοντας τὸ παράδειγμα τῆς διαστροφῆς καὶ αὐτῶν τῶν ἀρετῶν ποὺ τὶς ἐπιδιώκουμε συνειδητά. Ἐξασκόντας τὴν ἀρετὴ συχνὰ κατεργαζόμαστε καὶ τὴ διαστροφή της, τὴν ἀλλοίωσή της σὲ ἁμάρτημα καὶ πάθος.« Ωσπερ ὕδωρ ἐκ πηγῶν ἀπαντλοῦντες,
ἔστιν ὅτε λεληθότως καὶ τὸν λεγόμενον βάτραχον συνηντλήσαμεν,
οὕτω καὶ τὰς ἀρετὰς κατεργαζόμενοι πολλάκις
συμπεπλεγμένας αὐταῖς ἀφανῶς τὰς κακίας μετερχόμεθα.
Οἷόν τι λέγω·
τῇ ξεδονοχείᾳ, ἡ γαστριμαργία συμπέπλεκται·
τῇ ἀγάπῃ, ἡ πορνεία·
τῇ διακρίσει, ἡ δεινότης·
τῇ φρονήσει, ἡ πονηρία...
τῇ ἁγνείᾳ, ἡ πικρία...»5.
Δὲν εἶναι ἀπὸ τὴ φύση του μολυσμένο τὸ νερὸ ποὺ ἀντλοῦμε ἀπὸ τὴν πηγή, οὔτε θὰ ἀποφύγουμε τὴ χρήση του γιὰ τὸν κίνδυνο τοῦ μολυσμοῦ. Ἡ ἀναφορὰ στὴ διαστροφὴ τῶν ἀρετῶν εἶναι πολύτιμη προκειμένου νὰ καταδειχθῆ αὐτὸ ποὺ εἶναι ἡ ἁμαρτία, δηλαδὴ ἡ ἀλλοίωση τοῦ σκοποῦ. Αὐτὴ ἡ ἀλλοίωση προσδιορίζεται στὸ παραπάνω χωρίο ὄχι ὡς θεληματικὴ καὶ συνειδητή, ἀλλὰ ὡς ἀνεπαίσθητη καὶ ἀφανής. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι θύμα, ἀπατημένος ἀπὸ τὸν ἐχθρὸ ποὺ ἐπέσπειρε τὰ ζιζάνια στη φύση του. Ἐξασκεί τις ἀρετὲς καὶ τὴν ἴδια στιγμὴ κατεργάζεται τὴν ἁμαρτία. Τὰ ὅρια εἶναι δυσδιάκριτα, τὸ ἐνδεχόμενο τῆς ἀλλοιώσεως παραμονεύει μέσα στὶς ἴδιες τὶς δυνατότητες τῆς φύσεως. Προσφέρει ὁ μοναχὸς φιλοξενία, διακονεῖ τοὺς περαστικοὺς καὶ ὁδοιπόρους, τοὺς παρακαλεῖ νὰ μετάσχουν ἄφοβα στὴν τροφή, μετέχει κι ὁ ἴδιος γιὰ νὰ τοὺς ἐνθαρρύνη. Καὶ βρίσκεται δέσμιος ἀκούσιος τῆς γαστριμαργίας. ᾿Αντίστοιχα ὁ κοσμικὸς ζῇ τὴν ἀγάπη, ὡς γεγονὸς αὐτοπροσφορᾶς καὶ κοινωνίας, καὶ μέσα ἀπὸ αὐτὸ τὸν χῶρο τοῦ μυστηρίου τῆς συναντήσεως δυὸ προσώπων ἀναδύεται ἡ πορνικὴ ἐπιθυμία τῆς ἀνεύθυνης ἡδονῆς. Ἡ διάκριση, ἡ πιὸ καθολικὴ ἀπὸ τὶς ἀρετές, σύνθεση καὶ ἔκφραση ὅλων τῶν ἄλλων πνευματικῶν χαρισμάτων, καταλήγει σὲ δεινότητα καὶ ἐφευρετικότητα ποικίλων μηχανευμάτων γιὰ τὸν ἡσυχασμὸ τῆς συνειδήσεως. Ακόμα καὶ ἡ ἁγνότητα, αὐτὸ τὸ ἐπίτευγμα τῆς ἐσωτερικῆς καθαρότητος, μπορεῖ νὰ εἶναι ταυτόχρονα μιὰ στέρηση δίχως διέξοδο αὐτοπροσφορᾶς, ποὺ μεταμορφώνεται σὲ πικρία καὶ σκληρότητα.
Ωστόσο, ὁ ἁμαρτητικός χαρακτήρας τῶν παθῶν τελικὰ δὲν ἀναφέρεται στὴ φύση, ἀκόμα καὶ μετὰ τὴν πτώση, εἶναι μιὰ ἐπισπορὰ στὴ φύση, ἕνα νόσημα τῆς φύσεως. Εἴδαμε καὶ ἀλλοῦ ὅτι ἡ διαστροφὴ τῶν ἀγαθῶν ἰδιωμάτων ἂν καὶ δὲν ἀνήκει στὴ φύση, (δὲν ἀναφέρεται σὲ αὐτὸ ποὺ εἶναι καταρχὴν ἡ φύση) ὅμως ἔχει γίνει μετὰ τὴν πτώση ἔξη καὶ ροπὴ τῆς φύσεως. Γι' αὐτὸ καὶ δὲν εἶναι ἡ διαστροφὴ ἀποτέλεσμα μόνο τῆς συγκεκριμένης ἀποτυχίας καὶ ἀποστασίας τοῦ κάθε προσώπου, ἀλλὰ εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς μετοχῆς στὴν ἀφετηριακὴ καθολική πτώση – στὴν πτώση ποὺ κληροδότησε στη φύση τὴν ἁμαρτητικὴ ἕξη καὶ ροπή. Ἀπὸ τὴν πρώτη στιγμὴ τῆς συλλήψεώς του μετέχει ὁ ἄνθρωπος στὴ φύση τῶν γονέων καὶ τῶν προγόνων του τόσο ἄμεσα καὶ οὐσιαστικά, ὥστε νὰ κληρονομή σωματικὰ καὶ ψυχικὰ χαι ρακτηριστικὰ καὶ ὁμοιότητες, σωματικὰ καὶ ψυχικά προτερήματα καὶ ἐλαττώματα, σωματικὰ καὶ ψυχικά νοσήματα. Ἀφοῦ, λοιπόν, εἶναι μέρος ἀναπόσπαστο τῆς μιᾶς καθολικῆς φύσεως ὁ κάθε ἄνθρωπος μετέχει ἀναπόφευκτα καὶ στὴν καθολικὴ φθορὰ καὶ διαστροφὴ ποὺ κυριάρχησε στη φύση μὲ τὴν παρακοὴ τοῦ ᾿Αδάμ6.
Ἡ ἁμαρτία ὅμως καὶ ἡ φθορὰ ἂν καὶ κυριαρχοῦν στὴ φύση δὲν ἀποτελοῦν συστατικὰ ἰδιώματα τῆς φύσεως, εἶναι ἐπιφαινόμενα, γεγονότα δευτερογενῆ ποὺ ἀναφέρονται στὴν ἀνταρσία τῆς ἀνθρώπινης ἐλευθερίας [ΜΑΛΛΟΝ ΥΠΟΔΟΥΛΩΣΗ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΦΥΣΗΣ. Ο ΘΕΟΣ ΚΑΘΟΤΙ ΑΝΑΓΚΑΙΩΣ ΟΦΕΙΛΕ ΝΑ ΕΠΙΒΙΩΣΕΙ ΣΤΗΝ ΦΥΣΗ, ΤΗΝ ΦΡΕΝΑΡΕ ΚΑΙ ΤΟΥ ΕΠΕΤΡΕΨΕ ΤΙΣ ΦΥΣΙΚΕΣ ΑΡΕΤΕΣ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΒΙΩΣΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΦΥΣΗ. ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΕΙΚΑΖΟΜΕΝΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΔΕΝ ΔΙΕΘΕΤΕ ΠΛΕΟΝ ΙΧΝΟΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, ΟΥΤΕ ΚΑΝ ΕΠΙΛΟΓΗΣ] καὶ ὄχι στη δημιουργία τοῦ Θεοῦ7. Ἡ ἐμπειρία τῆς Κλίμακος διαπιστώνει, ἀκόμη καὶ στὴν κατάσταση τῆς πτώσεως καὶ τῆς διαφθορᾶς, πολλὲς «φυσικές» ἀρετὲς ποὺ διατηροῦνται στὴν ἀνθρώπινη φύση:
«᾿Αρεταὶ φυσικαὶ ἐν ἡμῖν πολλαὶ παρὰ τοῦ Θεοῦ γεγόνασιν,
ἐξ ὧν εἶσι καὶ αὗται σαφῶς·
ἡ ἐλεημοσύνη· εἴπερ καὶ Ἕλληνες συμπαθοῦσιν·
ἡ ἀγάπη· εἴπερ καὶ τὰ ἄλογα ζώα
πολλάκις ἐπὶ τῇ στερήσει ἀλλήλων ἐδάκρυσαν·
ἡ πίστις· πάντες γὰρ ταύτην ἐν ἑαυτοῖς ἀποτίκτομεν·
ἡ ἐλπίς· ἐπεὶ καὶ δανειζόμενοι καὶ δανείζοντες
καὶ πλέοντες καὶ σπείροντες ἐλπίζομεν τὰ χρηστότερα.
Εἰ τοίνυν, ὡς ἀποδέδεικται,
ἡ ἀγάπη φυσικὴ ἀρετὴ ἐν ἡμῖν καθέστηκε,
σύνδεσμος δὲ καὶ πλήρωμα νόμου αὕτη,
οὐκοῦν οὐ πόρρῳ τῆς φύσεως αἱ ἀρεταὶ καθεστήκασιν»8.
Ἡ διαπίστωση ὅτι ὑπάρχει κάποια φυσικὴ ἀρετὴ καὶ στὴν ἄλογη φύση δὲν μᾶς ἐπιτρέπει νὰ προσδιορίσουμε ὡς «ἀλογία» καὶ «κτηνωδία» τὸν ἁμαρτητικὸ χαρακτήρα τῶν ἐπαναστατημένων;; παθῶν.[ΤΑ ΠΑΘΗ ΕΙΝΑΙ ΑΜΕΤΡΑ, ΚΑΘΟΡΙΖΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ] ᾿Ανάμεσα στὴ διαφθορὰ τοῦ ἀνθρώπου καὶ στὴν ἀλογία τῶν ζώων δὲν ὑπάρχει ἀναλογία, γιατὶ τὰ ζῶα δὲν ἔχουν τὸ προνόμιο τῆς εὐθύνης καὶ τῆς ἐλευθερίας, δηλαδὴ τὴ δυνατότητα νὰ παραβαίνουν τὸ φυσικό σκοπὸ καὶ προορισμό τους.[ΕΙΝΑΙ ΗΔΗ ΠΑΡΑΒΑΤΙΚΟΙ] Οπωσδήποτε ἡ καθολικὴ κτίση «συστενάζει καὶ συνωδίνει» μὲ τὸν ἄνθρωπο μετὰ τὴν πτώση, ἀλλὰ αὐτὸ δὲν σημαίνει ἀναφορὰ τῆς ἁμαρτίας στὴν ἄλογη φύση, σημαίνει μόνο τὴ δυσαρμονία στὴ σχέση τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὴν ὑπόλοιπη κτίση. Αὐτὴ ἡ δυσαρμονία δὲν ἐπιτρέπει στὴν κτίση νὰ μετάσχη ὁλοκληρωτικὰ στὴν κοινωνία τῆς Χάρης, νὰ πραγματώση τὸν φυσικό προορισμό της, τὴ «λογοποίησή» της, ποὺ εἶναι δυνατὴ μόνο μὲ τὴ συνεργία τοῦ ἀνθρώπου.[ΜΑΛΛΟΝ ΑΛΛΑΞΕ ΣΕΛΙΔΑ ΚΑΙ ΔΕΝ ΘΥΜΑΤΑΙ ΤΙ ΕΓΡΑΨΕ. ΠΟΙΑ ΧΑΡΗ; Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΔΕΝ ΕΝΝΟΕΙ ΚΑΝ ΤΗΝ ΑΜΑΡΤΙΑ ΟΤΙ ΑΜΑΡΤΑΝΕΙ. ΕΛΑΒΕ ΤΟΝ ΝΟΜΟ ΓΙΑ ΝΑ ΕΝΝΟΗΣΕΙ ΤΗΝ ΥΠΑΡΞΗ ΤΗΣ ΑΜΑΡΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΧΑΡΗ ΓΙΑ ΝΑ ΔΕΙ ΤΗΝ ΚΑΘΟΛΙΚΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΥΠΕΡΗΦΑΝΕΙΑΣ]
Ὑπογραμμίζεται ἀκόμα στὴν Κλίμακα ὅτι ἡ ἀλλοίωση καὶ διαστροφὴ τῶν φυσικῶν ἰδιωμάτων δὲν καταλήγει ἀποκλειστικά σὲ ἁμαρτητικὰ πάθη τοῦ σώματος;;;.[ΑΛΛΑ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ] Ἐκτὸς ἀπὸ τὶς ἀνεπαίσθητες καὶ ἀφανεῖς ἀλλοιώσεις τῶν ἀρετῶν προσδιορίζονται καὶ ἄλλες φάσεις καθολικῆς δοκιμασίας τοῦ ἀνθρώπου μὲ συγκεκριμένα διαδοχικά στάδια ὡς τὴν πραγματοποίηση τῆς ἁμαρτίας καὶ τὴν ὑποταγὴ στὸ πάθος. Αὐτὰ τὰ στάδια στὰ ὁποῖα δοκιμάζεται ὁλόκληρος ὁ ἄνθρωπος προτοῦ καταλήξη στὸ πάθος, εἶναι, σύμφωνα μὲ τὴν ἐμπειρία τῆς Κλίμακος, τὰ ἑξῆς: ἡ προσβολή, ὁ συνδυασμός, ἡ συγκατάθεση, ἡ αἰχμαλωσία, ἡ πάλη καὶ τελικὰ τὸ πάθος. Καὶ περισσότερο συγκεκριμένα
«προσβολὴν μὲν οἱ μακάριοι εἶναι ὁρίζονται,
λόγον ψιλὸν ἢ εἰκόνα τοῦ τυχόντος,
νεοφανῶς ἐν τῇ καρδίᾳ ἐμφερομένην.
Συνδυασμόν δέ,
τὸ συλλαλῆσαι τῷ φανέντι κατὰ πάθος, ἢ ἀπαθῶς.
Συγκατάθεσιν δέ,
νεῦσιν ἐνήδονον τῆς ψυχῆς πρὸς τὸ ὀφθὲν γινομένην.
Αἰχμαλωσίαν δέ,
βιαίαν καὶ ἀκούσιον τῆς καρδίας ἀπαγωγήν·
ἢ ἐπίμονον συνουσίαν πρὸς τὸ τυχόν,
καὶ τῆς ἀρίστης ἡμῶν καταστάσεως ἀφανιστικήν.
Πάλην δὲ ὁρίζονται εἶναι,
ἰσοσθενῆ πρὸς τὸν μαχόμενον δύναμιν,
ἑκουσίως ἢ νικῶσαν, ἢ τὴν ἧτταν ὑπομένουσαν.
Πάθος δὲ κυρίως εἶναι λέγουσι,
τὸ χρόνῳ μακρῷ τῇ ψυχῇ ἐμπαθῶς ἐμφωλεῦον,
καὶ ὥσπερ εἰς ἕξιν αὐτὴν λοιπὸν ἐν τῇ πρὸς ἑαυτὸ συνηθείᾳ ἀγαγόν,
ὡς αὐθαιρέτως καὶ οἰκείως αὐτομολεῖν»9.
Βλέπουμε ἐδῶ καὶ τὶς ἔξι βιωματικὲς αὐτὲς φάσεις τῆς ἀναμετρήσεως μὲ τὴν ἁμαρτία νὰ πραγματοποιοῦνται στὸν χῶρο τῆς «καρδίας» τοῦ ἀνθρώπου, δηλαδὴ νὰ προϋποθέτουν τὴ μετοχὴ ὁλόκληρου τοῦ ἀνθρώπου στὸν ἀγώνα αὐτόν. Οἱ ὅροι «ψυχή» καὶ «καρδία» ποὺ ἐναλλάσσονται στὸ παραπάνω ἀπόσπασμα δὲν ἀποκλείουν τὴ μετοχὴ τοῦ σώματος στὸ πάθος, ἀποκαλύπτουν ὡστόσο ὅτι ὁ χῶρος τοῦ πάθους τελικὰ δὲν εἶναι ἡ φύση, ἀλλὰ τὸ κέντρο τῆς ἑνιαίας ψυχοσωματικῆς πραγματικότητος τοῦ ἀνθρώπου, ὁ χῶρος τῆς θελήσεως καὶ τῆς ἐλευθερίας.[ΠΟΥ ΤΗΝ ΒΡΗΚΕ; ΚΑΝΟΥΜΕ ΧΑΙΝΤΕΓΚΕΡΙΑΝΑ ΑΛΜΑΤΑ ΤΕΛΙΚΑ!!]
Ἔτσι φτάνουμε σὲ ἕναν ἀκριβέστερο προσδιορισμό τοῦ πάθους ποὺ ἀνταποκρίνεται περισσότερο καὶ στὸ ἀρνητικό περιεχόμενο μὲ τὸ ὁποῖο ἔχει φορτισθῆ ὁ ὅρος. Εἶναι ὁ ἐθισμὸς τῆς ψυχῆς στὴν ἐνήδονη συγκατάθεση, ἡ παράδοση τῆς θελήσεως καὶ τῆς ἐλευθερίας στὴν ἐπαναστατημένη ἐπιθυμία. Ὁ ἐθισμὸς τῆς ψυχῆς ἀφήνει ἀνεμπόδιστη τὴν ἀνταρσία τῆς φύσεως, δημιουργεῖ στὴ φύση ἕνα καθεστώς ἁμαρτίας. ᾿Αλλὰ καὶ τότε ἀκόμη, στὴν και τάσταση αὐτὴ τῆς ἥττας καὶ τῆς ὑποταγῆς, δὲν εἶναι ἡ ὑλική φύση αἰτία τῆς ἁμαρτίας, ἀλλὰ ἡ ἴδια ἡ ψυχὴ ποὺ γίνεται «αὐτεπίβουλος» καὶ «αὐτοπολέμιος»:
«...μετὰ τὸ τελείως συνεθισθῆναι τὴν ψυχὴν
καὶ εἰς ἄκρον ποιωθῆναι τοῖς πάθεσιν,
αὐτεπίβουλον οὖσαν λοιπὸν καὶ αὐτοπολέμιον»10.
Πρέπει νὰ ἐπαναλάβουμε τοὺς δυὸ παράγοντες ποὺ ἔχουν συνεργήσει γιὰ νὰ δουλωθῆ ἡ ψυχὴ στὰ πάθη: Εἶναι ὁ ἐχθρὸς τοῦ ἀνθρώπου, ὁ διάβολος, καὶ ἡ κληρονομημένη ροπὴ τῆς φύσεως πρὸς τὴν «παρὰ φύσιν» ἀνταρσία.[ΕΥΚΟΛΙΑ. ΤΟ ΠΑΘΟΣ ΓΙΑ ΠΡΑΓΜΑΤΟΠΟΙΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΘΥΜΙΑΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΘΕΛΗΣΗ] Ωστόσο τὸ πάθος δὲν προσδιορίζεται οὔτε ἀπὸ τὴν ἐπαναστατημένη ροπὴ τῆς φύσεως οὔτε ἀπὸ τὴν ἐπισπορὰ τοῦ διαβόλου, τὸ πάθος ὁρίζεται ἀπὸ τὴ συγκατάθεση καὶ τὸν συντονισμὸ τῆς ψυχῆς μὲ τὴν ἐπανάσταση ἐνάντια στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ.[ΣΤΟΝ ΝΟΜΟ ΤΟΥ ΘΕΟΥ] Στὸ ἀπόσπασμα ὅπου εἶδαμε νὰ διαγράφωνται τὰ ἕξι στάδια τῆς ἀναμετρήσεως μὲ τὴν ἁμαρτία, ἀναφέρεται χαρακτηριστικὰ καὶ τὸ ἐνδεχόμενο νὰ εἶναι «βιαία καὶ ἀκούσιος» ἡ αἰχμαλωσία τῆς καρδίας, καὶ ἡ πάλη «ἰσοσθενὴς πρὸς τὸν μαχόμενον δύναμις ἢ νικῶσα, ἢ τὴν ήτταν ὑπομένουσα». Αὐτὸ σημαίνει ὅτι καὶ στὴν περίπτωση ποὺ ὁ ἄνθρωπος θὰ νικηθῆ ἀπὸ τὴν ἀνταρσία τῆς φύσεως ἢ ἀπὸ τὸν πόλεμο τοῦ διαβόλου, ἡ ἥττα του δὲν ἔχει φτάσει νὰ εἶναι πάθος, ὅταν ἡ ψυχὴ δὲν ἔχει συγκατατεθῆ, δὲν ἔχει προχωρήσει στὴν «ἐνήδονη νεύση».
Ἐδῶ πρέπει νὰ προστεθῆ ἕνας ἀκόμη μετριασμὸς μιᾶς τυχὸν ἀπόλυτης ἐκδοχῆς τοῦ πάθους. Καὶ ὅταν κυριαρχήσουν τὰ πάθη στη φύση μετὰ τὴν αἰχμαλωσία καὶ τὴ συγκατάθεση τῆς ψυχῆς, δὲν εἶναι ἀνεπανόρθωτη ἡ φθορὰ τῆς φύσεως. Συχνὰ ἡ ὑποδούλωση στὰ πάθη εἶναι μιὰ μορφὴ παιδαγωγίας, ἕνας δρόμος γιὰ νὰ ἀποκατασταθῆ ὁ ἄνθρωπος στὴν πνευματικὴ ζωὴ μὲ περισσότερη ἐπίγνωση καὶ πεῖρα.
«Θαρσείτωσαν οἱ τεταπεινωμένοι ἐμπαθεῖς.
Εἰ γὰρ καὶ ἐν πᾶσι τοῖς βοθύνοις πέσωσι
καὶ ἐν πάσαις ταῖς παγίσι βροχισθῶσι
καὶ πᾶσαν νόσον νοσήσουσιν,
ἀλλὰ γε μετὰ τὴν ὑγείαν
πᾶσιν ἰατροὶ καὶ φωστῆρες καὶ λύχνοι καὶ κυβερνῆται
γενήσονται,
ἑκάστης νόσου καὶ τρόπους διδάσκοντες
καὶ τοὺς μέλλοντας πίπτειν ἐκ τῆς οἰκείας διασώζοντες πείρας»11.
Σὲ παιδαγωγικὴ ὠφέλεια ἀποβλέπουν καὶ ἐκεῖνα τὰ πάθη ποὺ ἡ Κλίμακα τὰ χαρακτηρίζει «ἀναμάρτητα» – πάθη ποὺ τὰ ἐπιτρέπει ὁ Θεὸς σὲ ἀνθρώπους προχωρημένους στὴν ὁδὸ τοῦ ἁγιασμοῦ γιὰ περισσότερο πλοῦτο ταπεινοφροσύνης.
«Ἔστιν παρὰ τοῖς πνευματικοῖς πολλάκις
τινὰ εὐτελέστατα
πάθη οἰκονομικῶς ἐκ Θεοῦ καταλιμπανόμενα·
ἵνα, δι᾽ εὐτελῶν τινων καὶ ἀναμαρτήτων ἑαυτοὺς λίαν καταμεμφόμενοι
πλοῦτον ἄσυλον ταπεινοφροσύνης προσκτήσωνται»12.
Ἡ ἄποψη αὐτὴ γιὰ τὰ ἀναμάρτητα πάθη σχετίζεται τόσο μὲ τὴν ἀρχικὴ βεβαιότητα τῆς Κλίμακος γιὰ τὸν ἀγαθὸ πυρήνα τῶν παθῶν ὅσο καὶ μὲ τὴν ἐμπειρία τῆς ἀδυναμίας τοῦ ἀνθρώπου νὰ κυριαρχήση ἀπόλυτα πάνω στὴν ἐπαναστατημένη φύση ποὺ κληρονόμησε. [ΣΧΕΤΙΖΕΤΑΙ ΜΕ ΤΗΝ ΔΙΗΝΕΚΗ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ] Στὴν πρώτη περίπτωση ἀναφέρεται καὶ τὸ παράδειγμα τῆς ἀνθρώπινης φύσεως τοῦ Ἰησοῦ, ποὺ εἶχε ὅλα τὰ φυσικὰ πάθη, ἀπαλλαγμένα ὅμως ἀπὸ τὴ διαστροφὴ τῆς ροπῆς πρὸς τὸ «παρὰ φύσιν». Λέει ἡ Κλίμακα:
«Ὁ καλὸς ἡμῶν διδάσκαλος
τὸ ἀπαθὲς ὑπέδειξεν ἡμῖν μίσος, εἰπών·
μήτηρ μου καὶ ἀδελφοί μου εἰσὶν
οἱ ποιοῦντες τὸ θέλημα τοῦ Πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς»13.
Αὐτὴ τὴν ἀνεξαρτησία τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ ἀπὸ τὸν φυσικό δεσμὸ τῆς σαρκικῆς συγγένειας καὶ τὸν τονισμὸ τῶν νέων δεσμῶν ποὺ δημιουργοῦνται μέσα στὴν κοινωνία τοῦ Βασιλείου τῆς Χάρης, τὸ ἀποδίδει ὁ Ἰωάννης τῆς Κλίμακος σὲ ἕνα ἀνθρώπινο πάθος, ἀναμάρτητο, στὸ ἀπαθὲς μίσος.
***
Σημειώσεις
5. ΚΣΤ΄ λζ΄ 130.
6. Βλ. καὶ πάλι, Ι. ΡΩΜΑΝΙΔΟΥ, Τὸ προπατορικὸν ἁμάρτημα, σελ. 146 - 147.
7. Ὑπάρχει ἕνα σχετικό πολύ χαρακτηριστικό χωρίο τοῦ ἁγίου ΝΕΙΛΟΥ τοῦ ἀσκητοῦ : «Κἂν ἡ Γραφὴ λέγει ὅτι ἔγκειται ἡ διάνοια τοῦ ἀνθρώπου ἐπιμελῶς τοῖς πονηροῖς ἐκ νεότητος αὐτοῦ, εἰδέναι ὀφείλεις τὴν ἑρμηνείαν τῆς φράσεως ὅτι οὐ κατὰ φύσιν τοῖς ψεκτοῖς πρόσκειται ὁ ἄνθρωπος, οὐδ᾽ ἐξ αὐτῶν τῶν παρὰ Θεοῦ ἐξ ἀρχῆς τῇ διανοίᾳ ἡμῶν κατασπαρέντων φυσικών ἐπιθυμιῶν· μὴ γένοιτο· ἀλλ᾽ ἐκ νεότητος τοῦ ἀνθρώπου γέγραπται ἵνα δειχθῇ ὅτι ἐξ ἐπισπορᾶς τοῦ διαβόλου τὰ φαῦλα κεκτήμεθα καὶ ραδίως μᾶλλον ὑπ᾿ ἐχθροῦ θελγόμενοι πρὸς τὸ κακὸν ρέπομεν. Ἐχθρὸς γὰρ ἄνθρωπος ἐπέσπειρε τὰ ζηζάνια, φησὶν ἐν τῷ Εὐαγγελίῳ ὁ Κύριος». (ΙΙ ΣㄣΘ' Migne P.G. 79, 348-349).
8. ΚΣΤ΄ μα΄ 131.
9. ΟΕ΄ ογ΄ 94.
10. ΚΣΤ΄ μ΄ 131.
11. ΚΣΤ΄ ια΄ 125.
12. ΚΣΤ΄ μδ΄ 132.
13. Γ΄ ιθ΄ 25.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου