του HENRI DE LYBAC
Έτσι επιβάλλεται σιγά-σιγά ένας μεσσιανισμός χωρίς μεσσία, μια τρίτη εποχή, τής εξυπνάδας, όπως την οραματίστηκε και ο Ιωακείμ ντα Φιόρε. Ο οποίος πρώτος οραματίστηκε την δυνατότητα μια κοινωνίας όπου όλοι θα είχαν αναπτύξει πλήρως την σκέψη τους και θα είχαν κατορθώσει να γνωρίσουν τελείως και να αναπτυχθούν χωρίς την βοήθεια του Κυρίου.
Ο Ρομαντισμός και ο Ιδεαλισμός κατάγονται απευθείας από τον Ιωακειμενισμό, την γνωστή φιλοσοφία της Ιστορίας τού Ιωακείμ ντα Φιόρε (Gioacchino Da Fiore), που ξεκίνησε από τον Δυτικό Μεσαίωνα και σάρωσε όλα τα μυαλά τής Ευρώπης, προκαλώντας την θανατηφόρο εκκοσμίκευση που μας διαλύει σήμερα. Αυτό το κίνημα εκμοντερνίστηκε από τον Γερμανό Lessing, αφού είχε ήδη εμπλουτιστεί με την Καμπάλα, είχε υποστεί επεξεργασία από τους Φωτισμένους και τους Μασόνους και αποθεωμένο από τον Γερμανικό Ιδεαλισμό, ολοκληρώνεται στις μέρες μας με τον Οικουμενισμό.
Ένα γράμμα του εκδότη Eduardo Gans, φίλου επίσης του Χέγκελ, του Δεκεμβρίου του 1830, προς την Récamier, είναι ίσως η καλύτερη εισαγωγή σε όσα θα ακολουθήσουν:
«Βρίσκονται συχνά στην εποχή μας συγγραφείς που έχουν συνειδητοποιήσει ότι εξελίσσεται μια κίνηση, ότι ετοιμάζεται πρόοδος, αλλά δεν έχουν ούτε βάθος, ούτε σκέψη ικανή να οικοδομήσει. Άλλοι, μεγαλωμένοι με συναισθήματα ουσιαστικώς θρησκευτικά και ιστορικά, δεν κατανοούν πως η διαλεκτική διαδρομή είναι κατ' ουσίαν θρησκευτική, δεν βλέπουν τον θεό παρά μόνον σε ακινησία και τον βλασφημούν όλες τις ημέρες στην ανανέωσή του. Υπάρχουν πολύ λίγοι που αγαπούν την πρόοδο τής ανθρωπότητος για θρησκευτικούς λόγους, των οποίων η πίστη δεν υποφέρει καθόλου από τα συμβάντα, οι οποίοι βρίσκονται οχυρωμένοι στην λατρεία τους, που βλέπουν τον θεό μέσα σε όλα όσα γίνονται, χωρίς να τον εξαιρούν ποτέ από την ελευθερία και από την κίνηση. Οι οποίοι υιοθετούν με ελπίδα την νέα φιλοσοφία της Ιστορίας. Διότι ο Χριστιανισμός είναι η προοδευτική θρησκεία, που αφορά όλον τον λαό, και είναι προοδευτική με έναν τέτοιο τρόπο ώστε όλες οι πρόοδοι της ανθρωπότητος, όλες οι ελευθερίες οι οποίες κατακτήθηκαν στην διάρκεια των αιώνων, δεν είναι παρά η ανάπτυξη του Χριστιανισμού. Με αυτόν η Ιστορία τέλειωσε και ξεκίνησε ταυτόχρονα. Τέλειωσε επειδή η αρχή από την οποία έπρεπε να προέλθει το παν είχε βρεθεί και άρχισε διότι η ανάπτυξη της ανθρωπότητος χρονολογείται από αυτή την αρχή»!
Έτσι λοιπόν στον αποκρυφισμό που σάρωσε τα πάντα, ξεκινώντας από τον "ταπεινό" Ναπολετάνο καλόγερο, αφού ούτε ο μεγάλος Ακινάτης δεν κατόρθωσε να τον αντιμετωπίσει, οι Γερμανοί προσθέτουν μια ξεχωριστή κρίση για τον προτεσταντισμό, ο οποίος καταλήγει μια μεσαία εποχή που πρέπει να ξεπεραστεί για να φθάσουμε στην εποχή του πνεύματος.
Πέραν του κυρίαρχου αισθήματος που βάρυνε την Γερμανική συνείδηση, λόγω του Σχίσματος που υπέστη η Χριστιανοσύνη, η εξάπλωση του κόσμου η οποία συνετελέσθη στον χρόνο και στον χώρο και ιδιαιτέρως οι ανακαλύψεις στο πεδίο των θρησκειών, δυναμώνουν και διευρύνουν την Οικουμενική προσμονή που υπήρχε ήδη στον Ιωακείμ. Για τους Γερμανούς γίνεται σαφές πως η εποχή του πνεύματος θα είναι η εποχή τής παγκοσμίου θρησκευτικής συμφιλιώσεως.
Ας σημειώσουμε ακόμη, πριν ξεκινήσουμε, ένα κείμενο του Γκαίτε που ανακάλυψε ο Μπαλτάσαρ: «Το πρώτο άρθρο της πίστεως, ο Πατήρ, είναι εθνολογικό, το δεύτερο, ο Υιός, είναι χριστιανικό, το τρίτο, το πνεύμα, διδάσκει την κοινωνία των αγίων, δηλαδή των ανώτερων και σοφών, και οδηγεί στην ολοκλήρωση την φιλοσοφική θρησκεία: είναι η τελευταία θρησκεία».
Στον πέμπτο και τελευταίο από τους διάσημους Λόγους του στην θρησκεία, του 1799, τριάντα ενός έτους, ο Σλαϊερμάχερ, ανακοίνωσε την ελπίδα για ένα μέλλον «στο οποίο ο πατήρ θα ήταν τα πάντα στα πάντα» αλλά πρόσθετε και την ανησυχία του «πότε πρέπει να έλθει αυτός ο καιρός; Φοβούμαι πως είναι έξω από κάθε εποχή του χρόνου». Διότι, συνεχίζει, εποχές διαφθοράς περιμένουν και απειλούν ο,τιδήποτε είναι γήινο, ακόμη και αν η καταγωγή του υπήρξε θεία. Εάν λοιπόν η βασική έμπνευση κάθε θετικής θρησκείας λαμβανομένης καθ' εαυτής είναι αιώνια, κατά συνέπειαν, παρότι μόνον σήμερα αναδεικνύεται, η θρησκεία των θρησκειών, ο Χριστιανισμός, είναι και αυτός περαστικός. Είναι υποκείμενος στην φθορά του χρόνου. Και έρχεται σύντομα ο καιρός κατά τον οποίο καινούργιοι ιεραπόστολοι του θεού θα γίνουν απαραίτητοι και θα ξεκινήσουν νέες εποχές της ανθρωπότητος και κάθε νέα εποχή θα γίνει η παλιγγενεσία του χριστιανισμού και θα αφυπνίζει το πνεύμα με μια νέα και πιο ωραία μορφή. Απέραντες εκτάσεις της θρησκείας δεν έχουν καλλιεργηθεί και είναι ανεκμετάλλευτες. Ακόμη και αυτές μπορούν να γεννηθούν από την βασική έμπνευση του Ιησού, αλλά ο Ιησούς δεν μπορούσε να τις προβλέψει περισσότερο από τους μαθητές του. Γιατί εξάλλου ο χριστιανισμός έπρεπε να βασιλέψει μόνος του στην ανθρωπότητα; Ο χριστιανισμός απεχθάνεται αυτόν τον δεσποτισμό. Δεν θέλει να ωθήσει στο άπειρο την διαφορετικότητα μόνον του εαυτού του, θέλει να έχει την οραματική έμπνευσή του και έξω από αυτόν.
Αναμένοντας πάντοτε μια απελευθέρωση από την μιζέρια που βαραίνει πάνω του, βλέπει με ευχαρίστηση να ανατέλλουν, πέρα από την διαφθορά, άλλες μορφές, πιο νέες, τής θρησκείας. Διότι τίποτε δεν είναι πιο άθρησκο από την απαίτηση τής ομοιομορφίας τής ανθρωπότητος, και τίποτε δεν είναι λιγότερο χριστιανικό από την απαίτηση τής ομοιομορφίας στην θρησκεία.
Σε αυτή τη σύλληψη του χριστιανικού γίγνεσθαι και των παλιγγενεσιών του, το πνεύμα αποκόπτεται τόσο πολύ από τον Χριστό, που δεν είναι πλέον δυνατόν να συνεχίζει να ορίζεται σαν ο μοναδικός μεσάζων.Εξάλλου ο ίδιος ο Χριστός δεν το απαίτησε ποτέ του. Δεν δήλωσε ποτέ του ότι είναι το μοναδικό αντικείμενο εφαρμογής της ιδέας του. Οι μαθητές του δεν έθεσαν ποτέ τους όρια στο Άγιο πνεύμα, αναγνώρισαν παντού την ελευθερία χωρίς όρια όπως επίσης και την αδιάκοπη ενότητα τών αποκαλύψεων. Εάν αργότερα, όταν ο πρώτος χρόνος της ανθοφορίας πέρασε, οι Γραφές ανακηρύχθηκαν "ένας κλειστός κώδικας της θρησκείας", αυτό έγινε εκ μέρους όσων ερμήνευσαν τον ύπνο του πνεύματος σαν τον θάνατό του, και αυτός ακριβώς ο νεωτερισμός δεν είχε τίποτε χριστιανικό. Οι Ιερές Γραφές δεν εμποδίζουν κανένα άλλο βιβλίο να είναι ή να γίνει κι' αυτό Βίβλος.Επιπλέον θα ήταν απιστία προς τον Ίδιο τον Χριστό να αρνηθούμε την αναμονή μας στο μέλλον κάποιων σημείων λαμπρών και θείων, ξεκινώντας από τα οποία θα πραγματοποιηθεί μια νεώτερη και πιο στενή σύνδεση του πεπερασμένου με την θεότητα. Και ακριβώς τώρα, τα γεγονότα που συνταράσσουν τον κόσμο μας φαίνονται να είναι τα σημεία πως μια τέτοια μεταμόρφωση πλησιάζει κοντά μας:
Τί πράγμα δεν μπορούμε να περιμένουμε από μια εποχή που είναι τόσο καθαρά το σύνορο ανάμεσα σε δύο καταστάσεις πραγμάτων τόσο διαφορετικών; Όταν αυτή η βίαιη κρίση περάσει, θα μπορέσει και αυτή, να προκαλέσει μια τέτοια στιγμή και μια προφητική ψυχή θα μπορούσε από τώρα να δείξει το σημείο το οποίο, για τις μελλοντικές γενεές, θα γίνει το κέντρο εμπνεύσεως του Σύμπαντος.
Όλοι περίμεναν την εποχή εκείνη κάτι καινούριο να συμβεί, επηρεασμένοι καθοριστικά μάλλον από την εκπληκτική αίσθηση αλλαγής της νεωτερικότητος που παρήγαγε στα καλύτερα πνεύματα της Γερμανίας, η Γαλλική επανάσταση! Υπήρξε ένα σύμβολο μιας εποχής στην οποία η ανθρωπότης γεύτηκε τόσες πολλές επαναστάσεις και η Γαλλική επανάσταση δείχνει να έρχεται το τέλος όλων αυτών των πολιτικών μεταμορφώσεων, τόσο ώστε μπορεί και να αφήσει ελεύθερη θέση ακόμη και για μια θρησκευτική ανανέωση, κάτι που τόσες προφητικές φωνές μας υποχρέωναν από καιρό να ακούσουμε. Ο Σλαϊερμάχερ συγκεντρώθηκε περισσότερο στην καθαρή κοινωνία, την αδιαίρετη, των αγίων, η οποία δέχεται όλες τις θρησκείες, και είναι η μόνη βάση πάνω στην οποία μπορεί η καθεμιά να αναπτυχθεί. Αφήστε, λέει, στους ακροατές του, τους εθνικούς να ρουφήξουν όσο μπορούν την φλούδα του ιερού, που παραμένει κρυμμένο από τα μάτια τους, αλλά εσείς να μην αρνείσθε να λατρεύετε τον θεό που θα είναι μέσα σας.
Ο Σλαϊερμάχερ προσπάθησε να ξυπνήσει με τους λόγους του, ένα λαό ο οποίος ήταν χορτάτος από νοησιαρχία και διάβαζε Σπινόζα για να λύσει τις απορίες του και γι' αυτό μίλησε μόνον για άπειρο, για θεότητα, και πάνω απ' όλα για Σύμπαν, προσπαθώντας να προσωποποιήσει αυτό το Σύμπαν που ήταν αντικείμενο λατρείας, ονομάζοντάς το Δημιουργό. Είχε μιλήσει ακαθόριστα, όπως και οι προηγούμενοι από αυτόν προφήτες της ΝΕΑΣ ΕΠΟΧΗΣ. Ο ίδιος ο Herderεξάλλου δεν είχε επιβάλλει με τον ενθουσιασμό του για το "Εν και παν" αυτή την ακαθοριστία της βασικής πραγματικότητος; Ο Λόγος τής εποχής, που είχε σαγηνεύσει όλους τους νέους ήταν πως τα θρησκευτικά πνεύματα δεν κουράζονται ποτέ τους να ερευνούν το Σύμπαν και να περιμένουν να ακούσουν τις φανερώσεις του!
Και στο προσκήνιο του Ρομαντισμού εμφανίζεται ο Φίχτε (1762-1814) ο οποίος αλλάζει βίαια το σκηνικό, αποκαθηλώνοντας τον Χριστό. Απωθεί σαν μοιραίο λάθος το Filioque της Λατινικής παραδόσεως και διδάσκει αμέσως πως το πνεύμα εκπορεύεται μόνον εκ του πατρός. Κάτι που σημαίνει πως ο άνθρωπος έχει μια φυσική συγγένεια με τον υπεραισθητό κόσμο, μια προϋπόθεση, την οποία ξεκαθάρισε πλήρως η διδασκαλία τού Ιησού, αλλά την οποία εμπόδιζε να αναπτυχθεί, η ίδια η παρουσία του Ιησού!
Αυτό που εντυπωσίασε τους ανθρώπους του 13ουαιώνα, ήταν προ πάντων η αφήγηση του Ιωακείμ για το πώς και πότε έμελλε ο κόσμος να υποστεί αυτή την τελική μεταμόρφωση. Στην Ιωακείμια αντίληψη της ιστορίας, κάθε εποχής, προηγείται μια περίοδος επώασης. Η επώαση της πρώτη εποχής είχε διαρκέσει από τον Αδάμ μέχρι τον Αβραάμ, της δεύτερης από τον Ηλία μέχρι τον Χριστό, και όσο για την τρίτη, η επώασή της είχε αρχίσει με τον Άγιο Βενέδικτο και πλησίαζε στο τέλος της όταν ο Ιωακείμ συνέθετε τα έργα του. Κατά τον Άγιο Ματθαίο, μεσολαβούν σαράντα δύο γενεές ανάμεσα στον Αβραάμ και τον Χριστό. Και καθώς η Π. Δ. ήταν πρότυπο για όλα τα κατοπινά γεγονότα, η περίοδος ανάμεσα στην γέννηση του Χριστού και την εκπλήρωση τής τρίτης εποχής πρέπει κι’ αυτή να διαρκέσει σαράντα δύο γενεές. Θεωρώντας τήν κάθε γενεά τριάντα χρόνια, ο Ιωακείμ κατόρθωσε να τοποθετήσει την κορύφωση τής ανθρώπινης ιστορίας ανάμεσα στα έτη 1200 και 1260 [στην καταστροφή της Κων/πόλεως].
Στο μεταξύ όμως ο δρόμος έπρεπε να ισιώσει. Και αυτό θα το πετύχαινε ένα καινούργιο τάγμα μοναχών, που θα κήρυτταν το καινούργιο Ευαγγέλιο σε ολόκληρο τον κόσμο. Απ’ τις τάξεις του θα έβγαιναν δώδεκα πατριάρχες που θα προσηλύτιζαν τους Εβραίους και ένας υπέρτατος δάσκαλος, novus dux, που θα απομάκρυνε ολόκληρη την ανθρωπότητα από την αγάπη των γήινων πραγμάτων και θα την οδηγούσε στην αγάπη των πραγμάτων τού πνεύματος. Κατά τα τρεισήμισι χρόνια πριν από την εκπλήρωση τής τρίτης κατάστασης, θα εγκαθίδρυε την βασιλεία του ο Αντίχριστος. Αυτός θα ήταν ένας κοσμικός βασιλέας, που θα τιμωρούσε την διεφθαρμένη και εγκόσμια εκκλησία μέχρι να την καταστρέψει στην παρούσα μορφή της. Μετά την ανατροπή αυτού του Αντιχρίστου θα ερχόταν στην πληρότητά της η εποχή του Πνεύματος.
Πόσο εκρηκτική ήταν η θεωρία αυτή, έγινε φανερό όταν την υιοθέτησε η ακραία αυστηρή πτέρυγα των Φραγκισκανών μοναχών. Το Ιωακείμιο ιδεώδες ενός τελείως εξωκοσμικού μοναστικού τάγματος, έφτασε πολύ κοντά στην πραγμάτωσή του στην αδελφότητα, η οποία μέσα σε λίγα χρόνια μετά τον θάνατο του προφήτη, άρχισε να σχηματίζεται γύρω από τον φτωχούλη της Ασσίζης. Αργότερα, όταν η αδελφότητα αναπτύχθηκε και έγινε μεγάλο μοναστικό τάγμα, αναγκάστηκε να κάνει παραχωρήσεις στις απαιτήσεις τής καθημερινής πραγματικότητας. Το τάγμα εισέδυσε στα σχολεία, στα παν/μια, απέκτησε επιρροή και περιουσία.
Αλλά πολλοί Φραγκισκανοί αρνήθηκαν τις καινοτομίες αυτές και κράτησαν το παλιό ιδεώδες της απόλυτης φτώχειας. Οι άνθρωποι αυτοί – ΟΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΙ ΦΡΑΓΚΙΣΚΑΝΟΙ – σχημάτισαν ένα μειοψηφικό κόμμα, αρχικά μέσα στο τάγμα, κατόπιν έξω από αυτό. Μέχρι τα μέσα του αιώνα είχαν ξεθάψει τίς προφητείες του Ιωακείμ (που μέχρι τότε είχαν ξεχαστεί) τις εξέδωσαν και τις σχολίασαν. Τις χάλκευσαν και έγιναν πολύ ευρύτερα γνωστές και επηρέασαν περισσότερο από τα γραπτά τού ίδιου τού Ιωακείμ. Σ’ αυτές τις ψευδοιωακείμιες προφητείες, προσάρμοσαν την Ιωακείμια εσχατολογία ώστε να εμφανίζονται σαν το καινούργιο μοναστικό τάγμα, που αντικαθιστώντας την Εκκλησία τής Ρώμης, έμελλε να οδηγήσει την ανθρωπότητα στην ένδοξη εποχή του Πνεύματος. Φτάνοντας στην Γερμανία το κίνημα αυτό απέδωσε τον ρόλο του τιμωρού τής Εκκλησίας κατά τις τελευταίες ημέρες, στον αυτοκράτορα Φρειδερίκο Β΄.
Αυτή η αποκαλυπτική κακοδοξία εξαπλώθηκε ιστορικά παίρνοντας διάφορα ονόματα και εμφανίσθηκε πότε σαν η αίρεση των Καθαρών, των Αλβιγηνών ή νέο-Μανιχαϊκών και τελικώς επικράτησε σαν η αίρεση του Ελεύθερου Πνεύματος! Αυτή η αίρεση μπορεί να θεωρηθεί ιστορικά σαν μια αποκλίνουσα μορφή του μυστικισμού που άκμασε στην Δύση από τον 11ο αιώνα και μετά. Ένας μυστικισμός που προέρχεται από μια λαχτάρα για άμεση κατανόηση του Θεού και άμεση επικοινωνία μαζί του. Οι Καθολικοί όμως μυστικιστές ζούσαν τις εμπειρίες τους στο εσωτερικό μιας παράδοσης, που την επικύρωνε και την διαιώνιζε μια μεγάλη θεσμοποιημένη Εκκλησία. Και όταν ασκούσαν κριτική στην Εκκλησία, ο στόχος τους ήταν η αναζωογόνησή της.
Από τον άλλο μέρος οι μυημένοι του Ελεύθερου Πνεύματος ήταν έντονα υποκειμενικοί και δεν αναγνώριζαν άλλη αυθεντία εκτός από τις εμπειρίες τους. Στα μάτια τους, η Εκκλησία ήταν στην καλύτερη περίπτωση εμπόδιο στην σωτηρία, στην χειρότερη ένας τυραννικός εχθρός, ένας φθαρμένος θεσμός, που έπρεπε να αντικατασταθεί από την δική τους κοινότητα, η οποία ήταν σκεύος του Αγίου Πνεύματος.
Ο πυρήνας της αίρεσης του Ελεύθερου Πνεύματος είναι η στάση τού μυημένου απέναντι στον εαυτό του: πιστεύει ότι έχει φτάσει σε μια τελειότητα τόσο απόλυτη, ώστε είναι ανίκανος να αμαρτήσει. Είναι ο «τέλειος άνθρωπος».
Κατά τις αρχές του 13ου αιώνος, το δόγμα του Ελεύθερου Πνεύματος εξελίχθηκε σε θεολογικό και φιλοσοφικό σύστημα που περιλάμβανε τα πάντα. Ο Δάσκαλος που πρωτοστάτησε στην δογματική αυτή εξέλιξη ήταν ο Αμωρύ του Μπεν, λέκτορας της λογικής και της θεολογικής του Πανεπιστημίου των Παρισίων.Έτσι, τελικώς, οι Αμωρίτες ισχυρίζονταν ότι ο καθένας τους ήταν Χριστός και Άγιο Πνεύμα. Ήταν πεπεισμένοι ότι αυτό που η χριστιανική θεολογία θεωρεί πως είναι το απαράμιλλο θαύμα της Ενσαρκώσεως, επαναλαμβανόταν τώρα στον καθένα τους!
ΠΡΑΓΜΑΤΙ ΠΙΣΤΕΥΑΝ ΌΤΙ Η ΕΝΣΑΡΚΩΣΗ ΟΠΩΣ ΕΙΧΕ ΣΥΜΒΕΙ ΣΤΟΝ ΙΗΣΟΥ, ΕΙΧΕ ΤΩΡΑ ΞΕΠΕΡΑΣΤΕΙ.
Όπως ο Ιωακείμ, οι Αμωρίτες φρονούσαν ότι η ιστορία χωρίζεται σε τρείς εποχές, που αντιστοιχούν στα τρία πρόσωπα της Αγίας Τριάδας, αλλά σε αντίθεση προς εκείνον, πίστευαν πως η κάθε εποχή έχει την δική της Ενσάρκωση. Από τις απαρχές του κόσμου μέχρι την γέννηση του Χριστού, ο Πατέρας ενεργούσε μόνος και είχε ενσαρκωθεί στον Αβραάμ, πιθανόν και στους άλλους Πατριάρχες της Π.Δ. Η εποχή από την γέννηση του Χριστού και μετά, ήταν η εποχή του Υιού. Τώρα όμως άρχιζε η εποχή του Αγίου Πνεύματος, που θα κρατούσε μέχρι την συντέλεια του κόσμου. Η εποχή αυτή έμελλε να σημαδευτεί από την τελευταία και μεγαλύτερη ενσάρκωση. Ήταν η σειρά τού Πνεύματος να ενδυθεί σάρκα και οι Αμωρίτες ήταν οι πρώτοι άνθρωποι στους οποίους έγινε αυτό – οι πρώτοι «πνευματικοί», όπως αυτοαποκαλούνταν.
Μέσα σε πέντε χρόνια προέλεγαν, όλοι οι άνθρωποι θα είναι πνευματικοί, οπότε ο καθένας θα είναι ικανός να λέει: Είμαι το Άγιο Πνεύμα. Και έλεγαν επίσης: πριν υπάρξει ο Αβραάμ εγώ είμαι, όπως ακριβώς ο Χριστός ήταν ικανός να λέει, Είμαι ο Υιός του Θεού. Παρ’ όλα αυτά τα βασίλειο του Θεού προοριζόταν για μια ελίτ Αγίων. Διότι μέσα από τις μεσσιανικές συμφορές, τους πολέμους, τους λιμούς και τις φωτιές οι περισσότεροι άνθρωποι θα χάνονταν και μόνο ένα «σεσωσμένο υπόλειμμα», αναμενόταν να επιβιώσει, για να γευτεί τις χαρές της θεϊκής καταστάσεως.
Όλα αυτά τα αιρετικά κινήματα του όψιμου Μεσαίωνα, μπορούν να γίνουν κατανοητά μόνον στα πλαίσια της λατρείας της εθελούσιας φτώχειας. Διότι, όταν από τον 12ο αιώνα και μετά εμφανίστηκε ένας πρωτάκουστος πλούτος στην Δυτική Ευρώπη [μετά την λεηλασία της Πόλης από τους Σταυροφόρους], οι περισσότεροι ρίχτηκαν στις καινούργιες ευκαιρίες για πολυτέλεια και επίδειξη. Αλλά οι αιρετικοί αυτοί αισθάνθηκαν υποχρεωμένοι να απαρνηθούν τελείως την ιδιοκτησία, την εξουσία και τα προνόμια και να κατέβουν κοντά στον πάμπτωχο λαό. [Το σύνολο της Δύσεως δαιμονίστηκε και παραμένει μέχρι σήμερα χωρίς εξορκισμό. Αυτόν τον δαιμονισμό εισάγουμε σήμερα σαν Οικουμενισμό και σαν αντι-οικουμενισμό].
Συνεχίζεται
Αμέθυστος
1 σχόλιο:
Μια ομολογουμένως εντυπωσιακή προσπάθεια να διασωθεί ο καθολικισμός από την λαίλαπα του Οικουμενισμού μέσα από την βαθιά εξερεύνηση των πηγών του.
Δημοσίευση σχολίου