Παρασκευή 20 Σεπτεμβρίου 2024

Δογματικές παρατηρήσεις στο θέμα της εκ παρθένου γεννήσεως θ

ΚΑΤΑ ΓΙΑΝΝΑΡΑ, ΣΤΑΜΟΥΛΗ, ΛΟΥΔΟΒΙΚΟΥ ΚΑΙ ΚΑΘΕ ΨΕΥΔΟΘΕΟΛΟΓΟΥΝΤΟΣ ΑΡΟΥΡΑΙΟΥ.

Συνέχεια από: Κυριακή 15 Σεπτεμβρίου 2024
Δογματικές παρατηρήσεις στο θέμα της εκ παρθένου γεννήσεως θ

Του Karl Rahner

                                                      

Virginitas post partum (παρθενία μετά τη γέννηση)

Η πεποίθηση της Χριστιανοσύνης από τους πρώιμους καιρούς, πως η Αγία Παρθένος και Μητέρα του Θεού, μετά την σύλληψη και γέννηση του Ιησού, δεν διάγει μια με την στενή έννοια του όρου συζυγική ζωή, πρέπει να εξετασθεί ως τελευταίο θέμα.

Αυτή η virginitas post partum αμφισβητείται από κάποιους, ίσως από τον Τερτυλλιανό, και αργότερα, τον 4ο αιώνα από τους Jovinian, Evodius, Bonosus από από την Sartica, και κάποιους άλλους. Οι μεγάλοι Πατέρες, ξεκινώντας από τον Ωριγένη, είχαν όλοι τους τονίσει παραμένουσα παρθενία της Μαρίας. Ακόμα και ο παλαιός Προτεσταντισμός δεν είχε στο σημείο αυτό απομακρυνθεί από την καθολική παράδοση. Ακόμα και στα άρθρα της συμμαχίας της πόλης Schmalkalden, λέγεται για τον Ιησού: «ex Maria pura sancta semperque virgine». Η σημερινή ευαγγελική εξηγητική και θεολογία το απορρίπτει πρακτικά εν συνόλω, και μάλιστα ξεκινώντας από τον Zahn, τον αγωνιστή για μια ορθόδοξη εξηγητική, πέρασε και στην δεξιά πτέρυγα της ευαγγελικής θεολογίας, και μάλιστα με μια αυτονόητη προκατάληψη κατά της αγαμίας εν γένει, που δεν χρειάζεται να κατανοηθεί εξ αρχής αρνητικά, και από την άλλη, κυρίως επειδή παρατίθενται ως τα κείμενα των Συνοπτικών και του Ιωάννη, που μιλούν για τα αδέλφια του Ιησού, και καταδεικνύουν ξεκάθαρα ότι η Μαρία είχε και άλλα παιδιά.

Η παράδοση, με την επίσημη διδασκαλία της Εκκλησίας, απορριπτει υπό τον πάπα Siricius το 392 την επίθεση του Bonosus από τη Sartica εναντίον της virginitas post partum (D 91). Φυσικά, στο αεί-πάρθενος της Ε’ Οικουμενικής Συνόδου του 553, διδάσκεται και το virginitas post partum, και κατόπιν ισχύουν και άλλα κείμενα: η Σύνοδος του Λατερανού το 649 και του Παύλου IV κατά των Unitarier. Επίσης στη Β’ Σύνοδο του Βατικανού, στο Lumen gentium Nr. 52 και 69, χρησιμοποιείται το «semper Virgo» ως αυτονόητος τίτλος για τη Μαρία.

Η πραγματική δυσκολία, a posteriori, που παρουσιάζει το κείμενο της Καινής Διαθήκης, είναι οι λεγόμενοι αδελφοί και αδελφές του Ιησού. Η νεότερη εργασία ως προς το θέμα αυτό είναι του Josef Blinzler: «»Οι αδελφοί και οι αδελφές του Ιησού». Το αποτέλεσμα αυτής της εκτενούς και ενσυνείδητης μελέτης είναι το εξής:
«Οι λεγόμενοι αδελφοί και αδελφές του Ιησού ήταν ξαδέλφια του Ιησού. Η συγγένεια με τον Ιούδα και τον Σίμωνα προερχόταν από τον πατέρα τους Κλεόπα, που ήταν αδελφός του αγίου Ιωσήφ, και όπως αυτός, απόγονος του Δαβίδ. Το όνομα της μητέρας τους είναι άγνωστο. Η μητέρα των αδελφόθεων Ιακώβου και Ιωσή, ήταν μια Μαρία διαφορετική από την Θεοτόκο. Αυτή ή ο άνδρας της είχε συγγένεια με την οικογένεια του Ιησού, αλλά δεν μπορούμε να προσδιορίσουμε το είδος της οικογενειακής σχέσης. Ορισμένα στοιχεία φαίνεται να υποδεικνύουν, πως ο πατέρας του Ιακώβου (και του Ιωσή) είχε ιερατική ή λευιτική καταγωγή, και ήταν ίσως αδελφός της Μαρίας. Όπως μπορεί να συμπεραθεί από τη σιωπή των Ευαγγελίων για τον Ιωσήφ, από το κατά Λουκάν β’ και πέρα, ο Ιωσήφ πέθανε νωρίς. Μετά το θάνατο του, η Μαρία και το παιδί της θα προσδέθηκαν με το νοικοκυριό του στενότερου συγγενή της. Τα παιδιά αυτής της οικογένειας (αυτών των οικογενειών;) που μεγάλωσαν μαζί με τον Ιησού, χαρακτηρίζονται από τον λαό αδελφοί και αδελφές του, γιατί στα αραμαϊκά δεν υπάρχει άλλη ονομασία γι’ αυτό το είδος συγγένειας. Η πρώτη Εκκλησία παρέλαβε αυτή την ονομασία, και τη διατήρησε και στα ελληνικά, για να τιμήσει τους συγγενείς του Κυρίου, που στο μεταξύ είχαν γίνει προβεβλημένα μέλη της Εκκλησίας. Αλλά και επειδή ήταν ένα ευπρόσδεκτο μέσο, να διακρίνει με σιγουριά τα πρόσωπα αυτά από τους άλλους φορείς των ονομάτων τους, που υπήρχαν στην πρώτη Εκκλησία.»

Το πράγμα είναι πολύπλοκο, αλλά δεν μπορούμε πραγματικά να πούμε, ότι είναι ξεκάθαρο, πως τα Ευαγγέλια ήθελαν να μιλήσουν για «σωματικά αδέλφια του Ιησού», των οποίων η μητέρα ήταν η Μαρία. Δεν είναι τόσο απλό το πράγμα.

Τώρα εμείς πρέπει, εάν λάβουμε υπόψη την θεολογική έγκριση, να πούμε και στο σημείο αυτό, με μια αμφιβολία που παραμένει, πως το γενικό διδακτικό κήρυγμα, είναι τόσο σαφές και σταθερό, ώστε πρέπει να πούμε: αυτό το «semper virgo», αλλά και η virginitas post partum, ανήκει στο περιεχόμενο της πίστεως της Εκκλησίας.

Ακόμα και αν μπορεί να ειπωθεί, ότι από πλευράς της εξηγητικής δεν μπορεί να αποδειχθεί με απόλυτη βεβαιότητα από την Καινή Διαθήκη, ότι ο Ιησούς είχε αδέλφια από την ίδια μητέρα Μαρία, παραμένει όμως το αντίστροφο ερώτημα, εάν γνωρίζουμε θετικά κάτι για την virginitas post partum. Και έτσι έχουμε ένα παρόμοιο πρόβλημα θεολογικού-γνωσιολογικού είδους, όπως το είχαμε στην περίπτωση της παρθενίας της Αγίας Παρθένου.

Ήδη στο ερώτημα περί της εκ παρθένου γεννήσεως παραιτηθήκαμε από τον ισχυρισμό, πως πρόκειται για μια παράδοση, η οποία προέρχεται από μια άμεση δήλωση της Αγίας Παρθένου. Είπαμε πολύ περισσότερο, πως πρόκειται για μια συνέπεια/συμπέρασμα, η οποία προέκυψε από πολύ πιο θεμελιώδη δεδομένα, δια της συνειδήσεως της πίστεως της Εκκλησίας, έστω και αν ήταν πολύ πρώιμες εποχές. Ίσως πρέπει στο σημείο αυτό να πούμε το ίδιο πράγμα, αν κάποιος δεν έχει τη γνώμη, πως ως προς αυτό με το virginitas post partum εννοούμενο δεδομένο είναι πιο εύκολο, σε σύγκριση με την παρθενική σύλληψη του Ιησού, να διαδόθηκε από τη Μαρία μια ιστορική παράδοση, με τον ίδιο τρόπο γνωρίζουμε εύκολα για κάποιον, ότι δεν έχει άλλα παιδιά, παρά μόνο ένα γιο κτλ. Αλλά και αν προϋποθέταμε μια τέτοια παράδοση, παρατηρώντας το θέμα με ακρίβεια, πάλι το θεολογικό πρόβλημα δε θα ήταν λυμένο, έστω και αν ένα τέτοιο εξωτερικό δεδομένο ήταν διαπιστωμένο, και σε αυτό (την έλλειψη παιδιών) αντιστοιχεί μια πραγματική παρθενία, και μπορεί να έχει μια τέτοια σημασία για την πίστη, ώστε όλα να μπορούν να ισχύουν ως αντικείμενο μιας δήλωσης πίστεως. [Αρχιερεύς ΖΑΧΑΡΙΑΣ, Κατά Ματθαίον 23:35!;]

Αν υπό αυτές τις προϋποθέσεις ρωτήσουμε, τι ακριβώς εννοείται με την virginitas post partum, τότε πρέπει κατ’ αρχάς να τονίσουμε αρνητικά, ότι δεν πρόκειται περί μιας υποτίμησης της συζυγίας, μιας θεμελιώδους έλλειψης εμπιστοσύνης προς τη γενετήσια πράξη, ακόμα και αν δεν πρέπει να είναι κανείς τόσο αφελής, όσο είναι σήμερα σε μερικούς θεολογικούς κύκλους, ώστε να παραβλέπει κανείς τον εσωτερικό διχασμό, τον αμφισβητήσιμο χαρακτήρα, το επικίνδυνο, το σκοτεινό σε αυτές τις ανθρώπινες πραγματικότητες, που υπάρχουν στον γάμο, όπως και σε όλη την ανθρώπινη ζωή, και που πρέπει να λυτρωθούν. Από αυτής της απόψεως, ορισμένες παραδοσιακές δηλώσεις στον τομέα αυτό, ακόμα και μέσα τους συνυπάρχει και μια αρνητική στάση ως προς το γενετήσιο, δεν είναι πιο αποξενωμένες από τη ζωή σε σύγκριση με ορισμένες ροζ-κόκκινες, ψευδό-αισιόδοξες θεολογίες που μπορεί να βρει σήμερα ως προς το θέμα αυτό. Πρέπει όμως να επισημάνουμε το εξής: η δήλωση περί virginitas in partu δεν έχει καμιά σχέση με μια τέτοια απόρριψη της γενετήσιας ορμής ή της συζυγίας ή με μια δυσπιστία ως προς αυτές τις πραγματικότητες.

Αν ρωτήσουμε τώρα θετικά: ποιος είναι στην πραγματικότητα ο πυρήνας αυτής της virginitas post partum, τι είναι το θρησκευτικά σημαντικό, τι επιτρέπει να διαβάσουμε την πρόταση αυτή ως δήλωση πίστεως, τότε μπορούμε να πούμε: ο πραγματικός πυρήνας-πράγμα με το οποίο δε λέμε ότι το άλλο δεν ανήκει στη δήλωση αυτή της πίστεως-είναι η πλήρης παράδοση (Übereignetheit, ένας όρος από το «Είναι και Χρόνος») της Μαρίας στην υπηρεσία του Χριστού για την ιστορία της σωτηρίας. Ολόκληρη η Μαριολογία είναι μια εφαρμογή της τελευταίας θεμελιώδους χριστιανικής σύλληψης, πως λόγω της ανθρώπινης δι-επικοινωνίας, που φτάνει μέχρι τη σωτηρία του ατόμου (καθενός ξεχωριστά), υπάρχει κάτι σαν μια προσωπική μεσολάβηση σωτηρίας, μια υπηρεσία στην ιστορία της σωτηρίας, που ένας άνθρωπος προσφέρει στον άλλο. Αυτή η υπηρεσία στην ιστορία της σωτηρίας, που αντιστοιχεί σε κάθε δικαιωμένο, έχει φυσικά, αναλόγως της θέσης που ο κάθε μεμονωμένος άνθρωπος προσλαμβάνει στην ιστορία, διαφορετικό μέγεθος, μια διαφορετική σημασία, ακόμα και μια εντελώς διαφορετική αποκαλυπτικότητα, μια προσληψιμότητα για μας. Κάθε τι που είναι ιστορία της σωτηρίας, δεν είναι ήδη επίσημη, επεξεργασμένη, μέσα στην ομολογία της Εκκλησίας εισερχόμενη ιστορία της σωτηρίας. Την ομολογία αυτή όμως αναλαμβάνει η Μαρία ως εκείνη, που φυσικά φερόμενη από την χάρη του Θεού, μια μη εξαναγκαζόμενη, χωρίς ενοχές, προσλαμβάνουσα χάρη του Θεού, στέκεται στο κεντρικό σημείο, όπου η ανθρωπότητα προσλαμβάνει σωματικά-όχι ιδεολογικά-την σωτηρία του Θεού, που είναι ο Θεάνθρωπος. Περί αυτού δεν μπορεί να υπάρχει καμιά αμφιβολία για την καθολική Μαριολογία. Το τι εννοείται λοιπόν με την virginitas, αλλά και με τη virginitas post partum, δε σημαίνει στον πυρήνα του οτιδήποτε άλλο, παρά το ότι η Μαρία έχει προσληφθεί στην υπηρεσία αυτή της ιστορίας της σωτηρίας, πλήρως και αποκλειστικώς. Βρίσκεται υπό τον Κύριο, και τίποτε άλλο. Και ακριβώς επειδή θέτει τον εαυτό της εξολοκλήρου σε μια τέτοια υπηρεσία εν πίστει-όπως λέει και το κατά Λουκάν Ευαγγέλιο-είναι αυτό που πρέπει να είναι, γιατί κατά βάση δεν υπάρχει κανένα αληθινό πλήρως ανθρώπινο «να-έρθει-στον-εαυτό-του», παρά μόνο αν διατεθεί κανείς εξολοκλήρου σε κάτι μεγαλύτερο από τον ίδιο, και μέσα σε αυτή την υπηρεσία ανθίσει. Αυτό μπορεί να είναι φυσικά και η αγάπη για κάποιον άλλο. Αλλά αυτή η λειτουργία μέσα στην ιστορία της σωτηρίας ανήκει στη Μαρία. Την αναλαμβάνει εξολοκλήρου. Κατά κάποιο τρόπο δεν έχει καμιά ύπαρξη εκτός των ορίων αυτής της λειτουργίας-και αυτός είναι ταυτόχρονα ο πυρήνας, ο θρησκευτικά κατανοούμενος πυρήνας, που εκφράζεται και στο virginitas post partum.

                                                     Τέλος 

 ΤΕΛΙΚΑ ΚΑΙ ΑΥΤΟΣ Ο ΜΕΙΩΤΙΚΟΣ ΟΡΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΘΕΟΤΟΚΟ, ΤΗΝ ΑΦΙΕΡΩΜΕΝΗ, ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΕΙΤΑΙ ΜΕ ΤΕΧΝΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΛΟΥΔΟΒΙΚΟ. 

"Όπως ισχυρίζεται ο ίδιος το 1935, του εμφανίστηκε ο «Ιησούς Χριστός» και τον παρακάλεσε να συνεχίσει το έργο που Εκείνος είχε ξεκινήσει πριν από 2000 χρόνια. Ο «Ιησούς» του ζήτησε να ολοκληρώσει το έργο της εγκαθίδρυσης της Βασιλείας των Ουρανών στη Γη και της παγκόσμιας ειρήνης. Ο Moon τότε κατάλαβε ότι ο Χριστός απέτυχε να ολοκληρώσει την αποστολή του και την άφησε στη μέση για να την τελειώσει ο ίδιος…

Σύμφωνα επίσης με την διδασκαλία του Μουν, ο Χριστός δεν «κατανόησε την αληθινή αποστολή του», να ασκήσει τη λειτουργία του Αδάμ και να παλινορθώσει την Εύα πού έπεσε, δηλαδή να παντρευτεί, δημιουργώντας έτσι το τέλειο ζεύγος, και με τη γέννηση παιδιών την τέλεια οικογένεια σαν αφετηρία τού παραδείσου."

ΝΑ ΚΑΙ Ο ΦΟΝ ΜΠΡΑΟΥΝ ΚΑΙ ΟΙ ΠΗΓΕΣ ΤΟΥ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: