Πηγή:Αναστάσιος
ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ ΚΑΙ ΙΕΡΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ
«Δούλον δε Κυρίου ου δει
μάχεσθαι, αλλ΄ ήπιον είναι προς πάντας, διδακτικόν, ανεξίκακον»
(Β΄ Τιμ. 2. 24)
Πριν
ξεκινήσουμε το νέο μας θέμα: «Αγία Γραφή και Ιεροί Κανόνες», αισθανόμαστε την
ανάγκη να τονίσουμε πως τα όσα ήδη αναφέραμε και στη συνέχεια θα αναφερθούμε,
σε καμμία των περιπτώσεων, σκοπό έχουν το να θίξουν την προσωπικότητα ή το να
προσβάλλουν εν Χριστώ αδελφούς, οι οποίοι προφανώς, με καλή πάντοτε πιστεύουμε
προαίρεση, αντικρίζουν και αντιμετωπίζουν τα πράγματα διαφορετικά. Όχι,
ουδέποτε αυτό το εφαρμόσαμε ή θα το εφαρμόσουμε. Απλώς, συνειδησιακή ανάγκη και
παράκλησις αδελφών, μας ωθεί στο να διατυπώσουμε τις απόψεις μας, οι οποίες
αναφέρονται σε καταστάσεις διαμορφωμένες και παγιωμένες, που υφίστανται στον
χώρο της Εκκλησίας.
Η
καλή πίστη και η ειλικρινής διάθεση, είναι κάτι το δεδομένο, και από την θέση
αυτή εξαιτούμεθα τις ευχές και τις προσευχές σας.
Και
μετά απ΄ αυτές τις αναγκαίες διευκρινήσεις, να περάσουμε στο θέμα μας.
Δεν
είναι ανάγκη αδελφοί μου σε αυτό το κείμενο να τονίσουμε την υπεραξία της Αγίας
Γραφής. Αυτό ήδη το έχουμε κηρύξει επανειλημμένως. Για εμάς τους Ορθοδόξους
Χριστιανούς, ο κανόνας τόσο των 49 βιβλίων της Παλαιάς Διαθήκης, όσο και των 27
της Καινής, αποτελούν ό,τι πολυτιμότερο σε συνδυασμό βεβαίως και με την Ιερά
Αποστολική Παράδοση.
Αυτή
η αλήθεια είναι δεδομένη και αποτελεί δογματική και αμετάβλητη θέση της
Εκκλησίας μας. Εκείνο όμως το οποίο επιβάλλεται να τονίζεται σε κάθε ευκαιρία,
είναι, ότι η Αγία Γραφή, δεν μπορεί να σταθεί από μόνη της. Είναι κείμενα
θεόπνευστα, τα οποία τα επέλεξε μέσα από πολλά άλλα κείμενα η Εκκλησία μας.
Μέσω των Αγίων Τοπικών και Οικουμενικών Συνόδων, απαρτίστηκε ο κανόνας της
Αγίας Γραφής, αφού απερρίφθησαν όσα νόθα ή μη θεόπνευστα κείμενα, διεκδικούσαν
την θεοπνευστία και την καταξίωση από την Εκκλησιαστική αυθεντία. Ώστε λοιπόν,
το Σώμα της Εκκλησίας, δια του ανωτάτου αυτής οργάνου, τις Συνόδους και μάλιστα
τις Οικουμενικές, ξεκαθαρίζει τα Βιβλία της Αγίας Γραφής, την διασφαλίζει και
στη συνέχεια αυθεντικώς την ερμηνεύει, δια των Φωτισμένων και Θεουμένων Αγίων.
Έτσι, διά της «συμφωνίας των Πατέρων» (consesus Patrum), τα κείμενα ερμηνεύονται και οι
πιστοί καθοδηγούνται μέσω της υπεύθυνης ποιμαντικής διακονίας.
Αυτός
δε είναι και ο λόγος κατά τον οποίον, όταν η Αγία Γραφή τίθεται εκτός Εκκλησίας
και «ερμηνεύεται» από ανθρώπους που βρίσκονται εκτός της «Κιβωτού της
Σωτηρίας», νομοτελειακώς έρχονται ως αποτελέσματα η παρερμηνεία, η διαστροφή
των νοημάτων, η πλάνη, η αίρεση και τέλος αυτή η αποκοπή.
Θα
αναφέρουμε στη συνέχεια ένα παράδειγμα εκ του φυσικού κόσμου για να γίνει η
αλήθεια αυτή περισσότερο κατανοητή. Όπως το ψάρι είναι φύσει αδύνατον να ζήσει
εκτός του νερού, έτσι ακριβώς και η Βίβλος είναι αδύνατον να σταθεί και να
ερμηνευθεί ορθά έξω από τον φυσικό της χώρο, που δεν είναι παρά η Ορθόδοξος
Εκκλησία μας.
Του
λόγου το αληθές, το επισημαίνει και το τονίζει ο ίδιος ο Απ. Παύλος, όταν απευθύνεται
στον μαθητή του Τιμόθεο «Εάν δε βραδύνω, ίνα ειδής πως δει εν οίκω Θεού
αναστρέφεσθαι, ήτις εστίν εκκλησία Θεού ζώντος, στύλος και εδραίωμα της
αληθείας» (Α΄ Τιμ. 3. 15). Μάλιστα, η Αγία Γραφή περιέχει την αλήθεια,
αλλά η αλήθεια έχει ανάγκη από μια βάση για να στηρίζεται. Αυτή λοιπόν η βάση
και αυτό το θεμέλιο που υποβαστάζει την αλήθεια, είναι η Εκκλησία! Όσοι δε κατά
καιρούς προσπάθησαν να αλλοιώσουν ή να περιφρονήσουν τον πνευματικό αυτό νόμο,
έπεσαν έξω και τελικώς «εναυάγησαν περί την πίστιν» (Α΄ Τιμ. 1. 19).
Οι
τόσες εκατοντάδες του Προτεσταντικού κόσμου μα και οι τόσες άλλες πολυπληθείς
αιρέσεις που δήθεν στηρίζουν την διδασκαλία τους στην Γραφή, επιβεβαιώνουν κατά
τον πλέον τραγικό τρόπο την αλήθεια που κηρύσσει η Εκκλησία μας και που είδαμε
παρά πάνω.
Επίσης,
η Αγία Γραφή από ενοποιητικό θεόπνευστο στοιχείο που καθίσταται εντός του χώρου
της Εκκλησίας, δια της αποκοπής της από το Σώμα του Χριστού, της παρερμηνείας
και της θεολογικής διαστροφής, καταντά στοιχείο διασπάσεως και διαιρέσεως, αφού
τα ίδια ακριβώς κείμενα, τα ερμηνεύει ο καθένας κατά το δοκούν.
Τονίζουμε
δε, ότι γι΄ αυτό δεν ευθύνεται η Γραφή, αλλ΄ ο υποκειμενισμός και η έλλειψη της
Ιεράς Παραδόσεως, που ζωογονεί και ερμηνεύει το γράμμα των Ιερών Κειμένων.
Και
επειδή η διδασκαλία και ερμηνεία της Ιεράς Παραδόσεως, δεν είναι κάτι το
νεφελώδες και το αόριστο, είναι ανάγκη να επισημανθεί ότι οι Φωτισμένοι και οι
Θεούμενοι, είναι αυτοί που αυθεντικώς κατανοούν και ερμηνεύουν τα κείμενα και
μεταφέρουν την ζώσα παράδοση μέσω της αδιάσπαστης, χρονικά, εμπειρίας των
Αγίων. Τα ερμηνεύουν, τα αποσαφηνίζουν και μας τα μεταφέρουν, είτε μέσω του
γραπτού, είτε μέσω του προφορικού ζωντανού λόγου της Εκκλησίας μας. Φυσικά η
απόλυτη και αδιαφιλονίκητη ερμηνεία καταγράφεται στις δογματικές αποφάσεις των
Οικουμενικών Συνόδων. Και υφίσταται μεν η ερμηνευτική αρχή ότι «η Γραφή
ερμηνεύεται δια της Γραφής», αλλά υπό την αναγκαία προϋπόθεση, ότι αυτό
συμβαίνει όταν τα Ιερά της Βίβλου Κείμενα, βρίσκονται στο χώρο της Εκκλησίας
και στα χέρια των Αγίων, οι οποίοι καθοδηγούνται από τον Φωτισμό του Αγίου
Πνεύματος.
Δεν
είναι λοιπόν του καθ΄ ενός, ακόμα κι αν βρίσκεται εντός της Εκκλησίας, από
μόνος του το να αναλαμβάνει την ερμηνεία της Αγίας Γραφής. «Ου παντός το περί
Θεού φιλοσοφείν» (Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος), αφού σε τελευταία ανάλυση και ο
ίδιος ο διάβολος γνωρίζει την Γραφή και μάλιστα δια της Γραφής επεχείρησε τρεις
φορές να πειράξει τον Κύριο στην έρημο, μετά το γεγονός της Θεοφανείας, κατά
την Βάπτισή Του. Το ότι γνωρίζει λοιπόν ο εχθρός του Θεού και των ανθρώπων την
Γραφή, τούτο δεν τον σώζει. Αντιθέτως μάλιστα, τον καταβαραθρώνει. Και αυτό, ας
το προσέξουν ιδιαιτέρως όσοι εκ των πιστών, δεν έχουν ακόμα εδραιωθεί στα της
Πίστεως, και εντυπωσιάζονται όταν βλέπουν και ακούουν κάποιους αιρετικούς να απαγγέλλουν
στίχους ή και ολόκληρα τμήματα από την Αγία Γραφή.
Βεβαίως,
λίγο έως πολύ, όλοι σχεδόν οι πιστοί γνωρίζουν τις αλήθειες που προαναφέραμε.
Εκείνο όμως το οποίο επιβάλλεται άμεσα να καταστεί κατανοητό είναι ότι, τα όσα
ισχύουν για την Αγία Γραφή, τα ίδια και ακόμα περισσότερα ισχύουν και για τους
Ιερούς Κανόνες της Εκκλησίας μας.
Όπως
δηλ. η Βίβλος είναι αδύνατον να σταθεί και να ερμηνευθεί ορθά εκτός του
Σώματος, έτσι ακριβώς και οι Ιεροί Κανόνες, το βιβλίο που τους περιλαμβάνει, το
«Ιερόν Πηδάλιον», είναι αδύνατον να σταθεί και να ερμηνευθεί έξω από την
Εκκλησία και μάλιστα εκτός της Λειτουργικής Κοινωνίας του Σώματος.
Οι
επιπτώσεις τώρα της αποκοπής των Βιβλικών κειμένων και των Ιερών Κανόνων από
την Λειτουργική σύναξη ολοκλήρου της Εκκλησίας, αποβαίνουν άκρως αρνητικές και
επιζήμιες.
Όπως
δε όλες οι αιρέσεις, το ίδιο ακριβώς κείμενο, το κατανοούν και το ερμηνεύουν,
εκ διαμέτρου αντίθετα η μία από την άλλη, έτσι και όσοι έχουν περάσει ή
δρασκελίζουν στους χώρους των ποικίλων σχισμάτων, τους ίδιους ακριβώς
επικαλούνται Κανόνες, τόσο για να δικαιολογήσουν την εκούσια αποκοπή τους από
το Σώμα της Εκκλησίας, όσο και τις μεταξύ τους σφοδρές αντιπαραθέσεις που
φθάνουν έως «καθαιρέσεων και αλληλοαφορισμών».
Και
πάλι οφείλουμε να τονίσουμε ότι όπως και στην περίπτωση των αιρέσεων, αιτία δεν
είναι αυτή η Βίβλος, έτσι και στον ταλαίπωρο χώρο των ποικίλων σχισμάτων, για
την κατάσταση του μερισμού και της αποκοπής, ουδόλως ευθύνονται οι Ιεροί
Κανόνες, όσο κι αν ορισμένοι θέλουν να τους επικαλούνται για να δικαιολογήσουν
την τακτική τους.
Αλλ'
ας αναφερθούμε και πάλι στο θέμα μας μέσω ενός παραδείγματος. Όπως ένας ιδιώτης
και άσχετος με την ιατρική επιστήμη, δεν μπορεί, αφού απλώς φυλλομέτρησε την
βίβλο της χειρουργικής ειδικότητας, να ξεκινήσει να εγχειρίζει ανθρώπους, έτσι
και ένας που δεν γνωρίζει Κανονικό Δίκαιο, που έχει έλλειψη ακόμα και
γενικοτέρων, πόσο μάλλον ειδικών γνώσεων σε θέματα θεολογίας, εγκληματεί στο
Σώμα του Χριστού όταν με το Ι. Πηδάλιο στα χέρια, νομίζει ότι ερμηνεύει τους
Ιερούς Κανόνες. Και εννοείται ότι αυτό ισχύει περισσότερο για έναν που απέκοψε
τον εαυτό του από την Μυστηριακή επικοινωνία της Εκκλησίας μας. Φθάνει μάλιστα
το αποτέλεσμα να καταντά τραγικό, όταν συμπαρασύρει και αποσπά από τους κόλπους
της Εκκλησίας και άλλες, καλοπροαίρετες κατά βάση ψυχές, αλλά με άγνοια στα
βασικά αυτά θέματα, οδηγώντας αυτές σε δική του φατρία ή σε σχίσμα. Φυσικά, η
κατάσταση αυτή, ουδόλως αποδεικνύει γνώση Κανονικού Δικαίου, ούτε πάλι γνώση
αυθεντικής Εκκλησιαστικής Ιστορίας. Αυτό είναι υποκειμενισμός και όχι μόνο, που
οδηγεί σε έναν «καθαρό προτεσταντισμό», δηλ. διάσπαση και κατακερματισμό, όχι
βεβαίως μέσω της «Βίβλου» όπως συμβαίνει στους Προτεστάντες, αλλά μέσω της
άγνοιας και της συγχύσεως στα των Ιερών Κανόνων. Εξ' ου και οι τόσες
παρατάξεις, οι τόσες «Ιεραρχίες», οι τόσες «Αυτόνομες Εκκλησίες», και όλα αυτά
βάσει δήθεν των «Ιερών Κανόνων», και έτσι, «ουκ έσται παύλα των δεινών»....
Το
επιχείρημα δε ορισμένων ότι, παρά τις τόσες «Ιεραρχίες», τα σχίσματα, τους
αλληλοαφορισμούς, υφίσταται η ενότητα (εάν είναι δυνατόν), βάσει του «αντιοικουμενιστικού
τους αγώνα», τούτο είναι όντως πρωτάκουστο και εξωπραγματικό. Ομολογουμένως η
θεωρία αυτή, ότι υφίσταται η «ενότητα της πίστεως», παρά τις τόσες ακοινώνητες
μεταξύ τους «Ιεραρχίες» στον χώρο των σχισμάτων, ξεπερνά και το πλέον ακραίο Προτεσταντισμό
και το πλέον οικουμενιστικό μόρφωμα. Διότι, επιτέλους, οι ταλαίπωροι
οικουμενιστές, ποθούν την ενότητα και το «κοινόν ποτήριον». Άλλο εάν δεν
γνωρίζουν ή μάλλον δεν θέλουν να ακολουθήσουν την οδόν της μετανοίας που οδηγεί
στην Εκκλησία, στην αλήθεια και στην ενότητα. Αντιθέτως, οι αγαθοί ζηλωτές, δεν
αισθάνονται ούτε την μεταξύ τους, τουλάχιστον, ανάγκη ενότητος, αλλά παραμένουν
«εδραίοι και αμετακίνητοι» στις υπέρ τις δέκα «Συνόδους» τους (στον Ελλαδικό
χώρο), νομίζοντας πως το σημείο ενότητός τους είναι δήθεν ο «αγώνας κατά του
οικουμενισμού», που τελικώς φέρει συν τοις άλλοις την εσωτερική τους διάσπαση
και τον φοβερό αλληλοσπαραγμό.
Αλλ'
ας περάσουμε τώρα να δούμε και μια άλλη παράμετρο του όλου θέματος. Όσοι
απέκοψαν δια της αιρέσεως τον εαυτόν τους από την Ορθοδοξία μας, αισθάνονται
την ανάγκη του στηριγμού των «Γραφικών» τους θέσεων, σε άλλους, εξωβιβλικούς
παράγοντες, παρά το ότι τονίζουν πως μόνο την Γραφή αποδέχονται. Γι αυτόν τον
λόγο, εκδίδουν βιβλία, μεταφέροντας σ΄ αυτά, διάφορες απόψεις ανθρώπων, προς
υποστήριξη των ερμηνειών τους. Αυτό τώρα το αλλοπρόσαλλο των θέσεών τους,
ερμηνεύεται και ως ψυχολογική ανάγκη. Και τούτο, διότι στην πράξη κατανοούν πως
από μόνη της, αδυνατεί να σταθεί και να ερμηνευθεί η Γραφή.
Αυτό
όμως το βλέπουμε να συμβαίνει και με όσους έφυγαν από την Λειτουργική και
Μυστηριακή κοινωνία του Σώματος της Εκκλησίας μας, έχοντας ως προμετωπίδα δήθεν
τους Ιερούς κανόνες.
Αισθάνονται
δηλ. την αδήριτη ανάγκη να θεμελιώσουν την κίνηση τους, όχι απλά στο γράμμα του
Κανόνα, αλλά σε δήθεν παράλληλες πράξεις των Αγίων, μέσα από την Εκκλησιαστική
μας Ιστορία και από τα Ι. Συναξάρια.
Και
στο σημείο αυτό, φίλοι μου, βρίσκεται το καίριο και επίμαχο ζήτημα. Οι Άγιοι
της Εκκλησίας μας, έκαναν ποτέ σχίσματα; Απέκοπταν εαυτούς, τα πνευματικά τους
τέκνα και γενικώτερα ομάδες πιστών από το Σώμα του Χριστού;
Πόσοι,
αλήθεια, αδελφοί, απέκοψαν τον εαυτόν τους, προβάλλοντας προς υποστήριξη της
πράξεώς τους τον ΙΕ΄ Κανόνα της ΑΒ΄ Συνόδου επί Μ. Φωτίου, αλλά και την
περίπτωση του Αγίου Θεοδώρου του Στουδίτου, παρερμηνεύοντας, τόσο τον Κανόνα,
όσο και τον Άγιο;
Άνευ
αντιρρήσεως, αδελφοί μου, κανένας ίσως άλλος εκ των Ι. Κανόνων, στην
εκκλησιολογική έκφραση, ερμηνεία και τακτική, δεν έχει παραποιηθεί τα τελευταία
έτη τόσο, όσο ο ΙΕ΄ της ΑΒ΄ Συνόδου, και ουδείς εκ των Αγίων Πατέρων έχει
παρερμηνευθεί τόσο, όσο ο Άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης. Φυσικά, δεν θα περάσουμε
τώρα στην διαδικασία να ερμηνεύσουμε και μέσα από την ιστορία την πρακτική
εφαρμογή του, δυνητικού και όχι απολύτου χαρακτήρος, επίμαχου αυτού Ιερού
Κανόνα. Αυτό, δόξα τω Θεώ, το έχει από ετών πράξει, ο όντως όσιος Γέροντας
Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος, ένας εκ των μεγαλυτέρων Κανονολόγων της Εκκλησίας μας,
και όχι μόνο, των τελευταίων ετών. Αναλύει και ερμηνεύει κατά τρόπο άριστο (στο
βιβλίο του «Τα δύο άκρα» ¨Οικουμενισμός και Ζηλωτισμός¨ Αθήνα 1986), τον Ιερό
αυτόν Κανόνα, και στην αυθεντική αυτή ερμηνεία λύονται όλες οι απορίες και οι
τυχόν ενστάσεις επί του κειμένου, αλλά και της πρακτικής του εφαρμογής.
Στο
θέμα αυτό του Κανόνος, που τόσο παρερμηνεύεται και κακοποιείται, θα
επισημάνουμε ότι, για την σωστή εφαρμογή και αντικειμενική του λειτουργία,
απαιτούνται τρεις βασικές προϋποθέσεις εκ μέρους του λειτουργού, που ως εσχάτη
διαμαρτυρία, θα φθάσει να τον εφαρμόσει, με τον δυνητικό του, τονίζουμε,
χαρακτήρα.
Α) Η προϊσταμένη του αρχή, να κηρύσσει «γυμνή τη κεφαλή
αίρεσιν τινά παρά των Συνόδων και Πατέρων κατεγνωσμένη».
Β) Το ακώλυτον της Ιερωσύνης (να μην είναι δηλαδή
καθηρημένος)
Γ) Το ότι δεν θα παύσει, μετά την εφαρμογή του Κανόνος, να
έχει Κοινωνία με όσους εν Χριστώ Λειτουργούς δεν επέλεξαν (λόγω του δυνητικού
χαρακτήρος), την παύση του μνημοσύνου. Δηλ. να συνεχίσει να αποτελεί μέλος της
Εκκλησίας, στην Λειτουργική έκφραση του Κοινού Ποτηρίου.
Αυτό ακριβώς δηλ. που έπραξαν οι τρεις μητροπολίτες α)
Φλωρίνης Αυγουστίνος β) Ελευθερουπόλεως Αμβρόσιος και γ) Παραμυθίας Παύλος,
όπως έχουμε ήδη έχουμε προαναφέρει.
Άραγε,
όσοι ισχυρίζονται ότι εφαρμόζουν τον παραπάνω Κανόνα, πληρούν τις τρεις
αναγκαίες αυτές προϋποθέσεις; Εάν όχι, τότε ήδη έχουν δημιουργήσει σχίσμα ή
δρασκελίζουν στο χώρο του σχίσματος της Εκκλησίας, όσο και αν αντιδρούν στην
αλήθεια αυτή.
Αλλά και κάτι ακόμη καίριο επιβάλλεται να επισημανθεί.
Ουδείς Ιερός Κανόνας ή Άγιος Πατήρ, είχε ποτέ επιβάλλει την διακοπή της Κοινωνίας,
σε όσους εμνημόνευαν αυτούς που εκήρυτταν κάποια αίρεση, προ της Συνοδικής
κρίσεως.
Ουδείς κληρικός έχει ποτέ τιμωρηθεί πριν, σε αντίθεση
βέβαια με όσους συνέχιζαν να κοινωνούν με τους ποιμένες τους, κατόπιν της
Συνοδικής αυτών καταδίκης. Αλλά αυτή η ανέκαθεν τακτική και πράξη της Εκκλησίας
μας, τι αποδεικνύει περιτράνως; Το ότι ο κανόνας είναι όχι υποχρεωτικού αλλά
καθαρώς δυνητικού χαρακτήρος.
Στο
θέμα τώρα του Αγίου Θεοδώρου του Στουδίτου (παρενθετικά να τονίσουμε), και ο
οποίος εκοιμήθη το 826 ενώ η ΑΒ΄ Σύνοδος επί Μ. Φωτίου συνεκλίθη το 861 ήτοι 35
έτη μετά την κοίμησή του, χρειάζεται πολύ μεγάλη προσοχή, διότι αλλοιώνεται η
όλη τακτική του Οσίου.
Το
θέμα στους βίους των Αγίων, όπως και στην Αγία Γραφή, φυσικά και στους Ιερούς
Κανόνες, δεν είναι να απομονώνουμε χωρία και εδάφια, φράσεις και μεμονωμένες
ενέργειες των Πατέρων. Το θέμα είναι να τους βλέπουμε στο σύνολό τους και μέσα
στην εποχή κατά την οποία έζησαν.
Πόσο
δίκαιο είχε ένας Επίσκοπος όταν έλεγε: «τα μεγαλύτερα ψεύδη μπορούν να
υποστηριχθούν με συρραφή Αγιογραφικών χωρίων και με ψηφιδωτό πατερικών
αποσπασμάτων»!
Γι' αυτό και ο φωτισμένος Γέροντας Παΐσιος, που είχε
επισημάνει αυτή την παρεξήγηση που συνέβαινε εκ μέρους των ζηλωτών, ως προς τον
άγιο Θεόδωρο τον Στουδίτη, σε επιστήμονα καθηγητή της θεολογίας, όταν εκείνος
του ανακοίνωσε πως θα ασχοληθεί στην διατριβή του με τον συγκεκριμένο Άγιο, ο
Γέροντας του ετόνισε: «γράψε ό,τι θέλεις, μην βγάλεις όμως τον Άγιο Θεόδωρο
σχισματικό, όπως οι Ευρωπαίοι». Και σημειώνει ο ίδιος ο καθηγητής : «όταν η
έρευνά μας προχώρησε αρκετά, τότε μόνο έγινε κατανοητό πως πραγματικά ο άγιος
Γέροντας είχε δίκαιο» (Βασ. Τσίγγου «Εκκλησιολογικές θέσεις του Αγίου Θεοδώρου
του Στουδίτου, εκδόσεις ''Ορθοδόξου Κυψέλης'').
Όχι
λοιπόν, δεν έχουν τα του Αγίου Θεοδώρου έτσι όπως τον παρουσιάζουν οι Δυτικοί,
και από αυτούς πέρασε και στο δικό μας χώρο, με αποτέλεσμα να προσάπτουν στον
Άγιο καταστάσεις ανεπίτρεπτες που εκμεταλλεύονται τα ποικίλα σχίσματα.
Η
σκέψη του Αγίου Θεοδώρου και η μοναχική του συνείδηση, ακόμα και όταν κατηχούσε
τους μοναχούς του, ήταν απολύτως Εκκλησιολογική. Ουδέποτε υπήρξε ατομική,
ιδιωτική και εξωεκκλησιαστική υπόθεση, κατά τα προτεσταντικά και τα διάφορα
σχισματικά πρότυπα.
Άλλωστε,
ας μη λησμονούμε ότι και ο Άγιος Ταράσιος, με τον οποίο διαφώνησε προσωρινώς ο
Άγιος Θεόδωρος, αποτελεί μεγίστη Πατερική μορφή της Αγίας μας Εκκλησίας. Κυρίως δε ας επισημανθεί το γεγονός ότι ο Άγιος Θεόδωρος,
ουδέποτε καθηρέθη, ουδέποτε έφτιαξε δική του Ιεραρχία και ουδέποτε
συλλειτούργησε με άλλους καθηρημένους λειτουργούς και επισκόπους.
Οι
τελευταίες του δε επιστολές, και με την όλη εμπειρία που είχε αποκομίσει λόγω
των εξοριών και του εν γένει ομολογιακού του αγώνα, λειτουργούν απολύτως
καταλυτικά για όσους προβάλλουν την μορφή του ως δεκανίκι της αποχωρήσεώς τους
από την Εκκλησία μας, αλλά και της δημιουργίας σχισμάτων. Αυτός δε είναι και ο
λόγος, που όσοι μελετούν, όχι αποσπασματικά, αλλά στο σύνολό του και σε βάθος
τον βίο και τα συγγράμματα του Ιερού Πατρός, αναθεωρούν τελικώς πολλές εκ των
αντιλήψεών τους, περί δήθεν «σχίσματος του Αγίου Θεοδώρου του Στουδίτου».
Θα
κλείσουμε αδελφοί μου το άρθρο μας, με αυτό που τελικώς αποτελεί και την ουσία
του θέματος. Δηλ. το ποιες είναι οι πνευματικές καταβολές και προδιαγραφές όλων
των προσώπων που κινούνται δυναμικά στον Εκκλησιαστικό χώρο αλλά και
γενικώτερα.
Είναι
αυτό που τόνιζε ο Γέροντας, τον οποίο είχαμε προαναφέρει στο άρθρο «Απλά ζήλος
ή εν επιγνώσει;», όταν έλεγε τα εξής: «Σε
περιπτώσεις που βλέπετε κάποιες περίεργες έως και απαράδεκτες συμπεριφορές,
στον χώρο της Εκκλησίας, ψάξτε να βρείτε ποιοι ήταν ή και συνεχίζουν να είναι
οι πνευματικοί καθοδηγητές των προσώπων αυτών. Κοιτάξτε ποιοι είναι οι
Γεροντάδες και οι πνευματικοί Πατέρες, πλησίον των οποίων ανδρώθηκαν και
θέλοντας και μη βαδίζουν στα χνάρια τους. Ωφέλησαν την Εκκλησία ή επάνω στον
ζήλο τους έβλαψαν τους πιστούς; Η παρουσία τους, απ΄ όπου πέρασαν και όπου
έζησαν ήταν ειρηνική και εποικοδομητική ή έσπειραν την ταραχή και τα σκάνδαλα;
Αποτελούν παράδειγμα προς μίμησιν ή προς αποφυγήν; Συνέχισαν έως τέλους να
αποτελούν μέλη της Εκκλησίας ή έφυγαν από την ζωή καθηρημένοι; Η «έκβασις της
αναστροφής» τους, επιτρέπει το «μιμείσθε αυτών την πίστιν»; (Εβρ.ΙΓ΄7). Δείτε
τι είδους κληρονομιά πνευματική τους άφησαν και οι ίδιοι απεκόμισαν και τώρα
μεταλαμπαδεύουν. Προσέξτε τα όλα αυτά. Έτσι θα μπορείτε εν πολλοίς, να
ερμηνεύετε τις συμπεριφορές που εκ πρώτης όψεως σας προβληματίζουν».
(Και επειδή ίσως ορισμένοι εκ των αδελφών να παρεξήγησαν τον προηγούμενο λόγο
του, ότι ο όρος «αποτείχιση» είναι αδόκιμος, να διευκρινίσουμε ότι με αυτό
φυσικά ο Γέροντας, δεν αναφερόταν στις λέξεις του Ιερού Κανόνος, (που τους
γνωρίζει άριστα και τους Κανόνες), και που είδαμε πώς ερμηνεύεται και με ποιες
προϋποθέσεις εφαρμόζεται, αλλά στην όλη τακτική της παρερμηνείας των Ιερών Κανόνων,
που τελικώς θέτουν τους πιστούς «εκτός των τειχών», εκτός δηλ. της Εκκλησίας).
Όντως
και πάλι ο λόγος του Γέροντος αποκαλύπτει το απόσταγμα της εμπειρίας του στον
χώρο της Εκκλησίας και της ασκήσεως.
Μεγάλο πράγμα λοιπόν οι καταβολές και το «πνευματικό DNA» που φέρει ο κάθε απλός πιστός και ο κάθε ηγέτης ή ο κάθε
«ηγέτης».
Καίτοι, ο θυμόσοφος λαός μας λέγει: «απ' το ρόδο βγαίνει
αγκάθι και από το αγκάθι ρόδο», πλην όμως, η άποψη αυτή περί των «πνευματικών
καταβολών» περιέχει μεγάλη αλήθεια. Και τούτο το βλέπουμε και πάλι στην
χαρακτηριστική περίπτωση του Γέροντος Παϊσίου, ο οποίος ουδέποτε πέρασε στους
χώρους των ποικίλων σχισμάτων, όπως βεβαίως το ίδιο ακριβώς έπραξαν και ο Όσιος
Πορφύριος, αλλά και τόσοι σύγχρονοι Θεοφόροι Πατέρες, όπως ο Γέροντας Φιλόθεος
Ζερβάκος. Αλλά...''επιλείψει με διηγούμενον ο χρόνος'' τα ονόματα των Οσίων
Γερόντων οι οποίοι έμειναν «εντός των τειχών», αγωνιζόμενοι και εξαγιαζόμενοι.
Είναι δε χαρακτηριστικό, ότι όσοι Μοναχοί και Ιερομόναχοι, τόσο εντός του Αγίου
Όρους, όσο και εκτός, αλλά και άλλοι κληρικοί και απλοί πιστοί, σκανδαλισμένοι
από κάποιες οικουμενιστικές κινήσεις, ζητούσαν την γνώμη των Γερόντων ή και την
ευλογία τους για να «φύγουν εκτός των τειχών», είτε εισχωρώντας σε σχισματικές
ομάδες που μνημόνευαν κάποιον «επίσκοπο», είτε απλώς να παύσουν να μνημονεύουν,
δίχως να αναφέρουν άλλο όνομα «επισκόπου», οι Άγιοι αυτοί Γεροντάδες, που
γνώριζαν βιωματικά την Ορθοδοξία μας, το απέκλειαν.
Ο
Γέροντας λοιπόν Παΐσιος, αποτελεί χαρακτηριστική περίπτωση αυτών των
Πνευματικών καταβολών, έχοντας λάβει την πνευματική κληρονομιά (κατά την
βάπτισή του), τόσο του Αγίου Αρσενίου του Καππαδόκου, αλλά και όλης της χώρας
Καππαδοκίας και της καθ΄ημάς Ανατολής, όσο και τις ευλογίες και την Χάρι του
μεγάλου ασκητού του Άθω, Γέροντος Τύχωνος του Ρώσσου.
Τώρα,
στην ένσταση ορισμένων αδελφών, που διέκοψαν την κοινωνία τους με την Εκκλησία,
για το τι θα έπραττε σήμερα, εάν ζούσε ο Γέροντας Παΐσιος, αλλά και οι άλλοι
Γεροντάδες, προσπαθώντας δια της ερωτήσεως αυτής, πλαγίως να προσάψουν την δική
τους υποκειμενική ερμηνεία και συμπεριφορά, στους Πατέρες, θα πρέπει να γίνει
κατανοητό, ότι η ένσταση αυτή δεν μπορεί να υποστηριχθεί. Και τούτο διότι ούτε
υποκειμενική δεοντολογία εφαρμόζουμε στους Αγίους και στους κεκοιμημένους
Πατέρες, αλλά ούτε με τη δική μας φαντασία επιτρέπεται να τους τοποθετούμε
στους χώρους των σχισμάτων και εκτός Εκκλησίας. Άλλωστε, τα όσα γίνονται σήμερα
στον χώρο του οικουμενισμού, τα ίδια, περίπου, ελάμβαναν χώρα και πριν είκοσι
μόλις έτη, που ζούσαν οι συγκεκριμένοι. Το βέβαιο είναι πως όσο ζούσαν,
ουδέποτε έφυγαν από τον χώρο της Αγίας μας Εκκλησίας. Η δε Εκκλησιολογική
παρακαταθήκη που μας άφησαν, ήταν: «ουδέποτε
να εξέλθουμε της Εκκλησίας». Και
εννοούσαν, αυτήν ακριβώς την Εκκλησία, που όσοι έφυγαν, τώρα την κατηγορούν. Αλλά
το χειρότερο για όσους αλλοιώνουν την τακτική και την ευλογημένη συμπεριφορά
των χαρισματούχων Πατέρων, είναι τούτο. Ότι δηλ. αντί οι ίδιοι, να
καθοδηγούνται από Αυτούς (που αυτό αποτελεί και το ζητούμενο στην Ορθόδοξη
πορεία μας), δια της πλανεύτρας φαντασίας, «καθοδηγούν αυτοί τους Πατέρες», στη
δική τους συμπεριφορά, στον δικό τους υποκειμενισμό και στον φανταστικό τους
κόσμο.
Εάν
δε τώρα, στο πλαίσιο αυτό του υποκειμενισμού, της παρερμηνείας των Ιερών
Κανόνων και της κατ΄επιλογήν συρραφής Πατερικών αποσπασμάτων, φθάσει κανείς,
«γυμνή τη κεφαλή» να κηρύσσει λόγον περί δήθεν «μολυσμένων Μυστηρίων» της
Εκκλησίας μας, τότε η κατάστασις καταντά αυτόχρημα τραγική με απρόβλεπτες και
ολέθριες τις συνέπειες.
Αδελφοί μου, το όλο θέμα δεν είναι θέμα λέξεων και
σχολαστικισμού στην Αγία Γραφή, στους Ι. Κανόνες και στα Πατερικά μας κείμενα.
Αλλά θέμα προσφυγής στην εμπειρία των Φωτισμένων και Θεουμένων Πατέρων μας, οι
οποίοι πρόσεχαν ως «κόρην οφθαλμού» και έτι πλέον, την αρραγή ενότητα της
Εκκλησίας μας. Και η Εκκλησία, έχει ταλαιπωρηθεί και συνεχίζει δυστυχώς να
δοκιμάζεται από τους «εκ δεξιών πειρασμούς», και από τις νοθευμένες
«εμπειρίες», οι οποίες τελικώς επιφέρουν την διάσπαση και τη σύγχυση ακόμα και
σε καλοπροαίρετες ψυχές.
Ας μη λησμονούμε δε ότι στην Ορθοδοξία μας, δεν υφίσταται
μόνο η «χρονική Αποστολική Διαδοχή», αλλά και η άμεση διαδοχή και εμπειρία και
το βίωμα, όπου μεταλαμπαδεύεται από τους Αγίους της κάθε εποχής στους Αγίους
της μετέπειτα εποχής. Και αυτοί οι Άγιοι, πρώτο τους μέλημα έχουν την ενότητα
του όλου Εκκλησιαστικού Σώματος. Ορθοδοξία ναι, που όμως εκφράζεται δια της
Ορθοπραξίας, όπως ακριβώς μας δίδαξαν και μας διδάσκουν διαχρονικώς οι Άγιοι
Πατέρες.
Είθε οι ευχές των Αγίων, παλαιοτέρων και νεοτέρων, να μας
συνοδεύουν στον αγώνα της προσωπικής μας ταπεινώσεως και στον αγιασμό των ψυχών
«υπέρ ων Χριστός απέθανε» (Ρωμ. ΙΔ΄15).
Ευχή και προσευχή μας είναι η αρραγής ενότητα όλων των
δυνάμεων, και υπό την καθοδήγηση των θεοεικέλων και αυθεντικών Πατέρων και
Ποιμένων, να σταθούμε δυναμικά έναντι της λαίλαπας του αθεϊσμού και του
πολύχρωμου συγκρητιστικού οικουμενισμού.
Ο Κύριος μεθ΄ημών.
Αμήν.
Αρχιμανδρίτης
Ιωήλ Κωνστάνταρος
Email: ioil.konitsa@gmail.com
Κόνιτσα
Σχόλιο: Ας προσέξουμε ότι ο Τρικαμηνάς σέ ότι αφορά τούς άλλους, απαιτεί πατερικά αποσπάσματα καί αγιογραφική κάλυψη, ακολουθώντας τήν μέθοδο τών Λατίνων καί Προτεσταντών θεολόγων, τήν οποία εισήγαγαν οι οργανώσεις, ενώ γιά τίς δικές του πρακτικές δέν έχει τίς ίδιες απαιτήσεις. Ποιός Αγιος ενθαρρύνει τόν ιερέα νά εξουσιάζει τήν Θ.Ευχαριστία, καί νά πιστεύει ότι αγιάζει αυτός τά δώρα; ή νά διαμαρτυρόμεθα μ'αεροπλάνα καί βαπόρια;; ή νά ψευδόμεθα στήν διοίκηση τής εκκλησιας ότι πήραμε πάρα πολλά μαθήματα οδήγησης αεροπλάνου, προσχεδιάζοντας μιά διαμαρτυρία πού θά έμπαινε παγκόσμιο πρωτοσέλιδο;; Ο εκκλησιαστικός λόγος είναι καρπός προσευχής, εμπειρίας ή είναι εωσφορικός. Τήν ποιμαντική ευθύνη επικαλείται καί ο οικουμενισμός.
Αμέθυστος
18 σχόλια:
Ο π. Ιωήλ είναι ένας εξαιρετικός ιεροκήρυξ και γι αυτό τον εκτιμώ, τον αγαπώ και τον σέβομαι. Στο μεγάλο εκκλησιολογικό ζήτημα της αποτειχίσεως από την αίρεσι του Οικουμενισμού, όμως, έχει αστοχήσει, διότι πλανήθηκε από τα αιρετικά κείμενα περί του δήθεν "δυνητικού" χαρακτήρος του 15ου Κανόνος της Πρωτοδευτέρας Συνόδου του π. Επιφανίου Θεοδωροπούλου, ο οποίος διέστρεψε αυτόν τον Κανόνα και κήρυξε την αίρεσι του "αχρικαιρισμού," που όχι μόνον δεν έχει απολύτως κανένα έρεισμα στην Αγία Γραφή και στην Ιερά Παράδοσι, αλλά διδάσκει και τα αντίθετα, διό και αποτελεί αίρεσι. Ο εν λόγω Κανών ασχολείται με δύο κατηγορίες αποτειχιζομένων κληρικών από τούς προϊσταμένους των ΠΡΟ συνοδικής διαγνώσεως: (α) μ’ αυτούς πού αποτειχίζονται επειδή π.χ. ο προϊστάμενός των διέπραξε κάποιο αμάρτημα, χωρίς όμως καί νά κηρύξη δημοσίως κάποια αίρεσι• καί (β) μ’ αυτούς πού αποτειχίζονται επειδή ο προϊστάμενός των εκήρυξε δημοσίως αίρεσι. Και λέγει ότι οι μεν πρώτοι είναι άξιοι τιμωρίας, ενώ οι δεύτεροι είναι άξιοι τιμής. Ο Κανών ΔΕΝ ασχολείται με τους μη αποτειχιζομένους. Αυτοί ΔΕΝ εμπίπτουν στο θέμα του. Τό θέμα του Κανόνος, π. Ιωήλ, δέν είναι τί δέον γενέσθαι εν καιρώ κηρυσσομένης αιρέσεως. Η παρερμηνεία του Κανόνος αρχίζει από τήν στιγμή πού προσπαθεί κάποιος νά τόν χαρακτηρίσει ως δυνητικό ή ως υποχρεωτικό. Διότι δέν είναι ούτε τό ένα ούτε τό άλλο! Και όμως, ο π. Επιφάνιος και όσοι τον ακολουθούν τον χρησιμοποιούν για να εμποδίσουν την αποτείχισι των πιστών από τους αιρετικούς "επισκόπους" των, εμφανίζοντες παραπλανητικώς τον εν λόγω Κανόνα ως δήθεν δυνητικόν! Και δεν αντιλαμβάνονται ότι έτσι πέφτουν σε μία μεγάλη αντίφασι: Εφόσον δέχονται ότι ο Κανών δίδει το δικαίωμα στους πιστούς ν' αποτειχίζωνται, τότε ΓΙΑΤΙ πολεμούν με τόση λύσσα όσους έχουν κάνει χρήσι αυτού του δικαιώματος; Και πώς είναι δυνατόν να λέγουν ότι οι του π. Επιφανίου "αχρικαιρισταί" μνημονευταί των αιρετικών Οικουμενιστών ακολουθούν δήθεν την "μέση και βασιλική οδό," ενώ οι αποτειχισμένοι Ορθόδοξοι του Πατρίου είναι "σχισματικοί," εφόσον ο Κανών λέγει ότι όσοι αποτειχίζονται ΔΕΝ κάνουν σχίσμα, αλλ’ είναι ΑΞΙΟΙ ΤΙΜΗΣ, και επιπλέον χαρακτηρίζει ΨΕΥΔΕΠΙΣΚΟΠΟΥΣ τους Οικουμενιστάς "πατριάρχας" κ.λπ., οι οποίοι ΚΗΡΥΣΣΟΥΝ ΛΟΓΟΙΣ ΚΑΙ ΕΡΓΟΙΣ ΑΙΡΕΣΙΝ; Κρίμα για τον κατά τα άλλα αξιόλογο π. Ιωήλ!
Κανὼν ιε’ (15):
Περὶ σχίσματος μητροπολιτῶν ἀπὸ τῶν ἰδίων Πατριαρχῶν.
Τὰ ὁρισθέντα ἐπὶ πρεσβυτέρων καὶ ἐπισκόπων καὶ μητροπολιτῶν, πολλῷ μᾶλλον καὶ ἐπὶ πατριαρχῶν ἁρμόζει. Ὥστε, εἴ τις πρεσβύτερος ἤ ἐπίσκοπος ἢ μητροπολίτης τολμήσειεν ἀποστῆναι τῆς πρὸς τὸν οἰκεῖον πατριάρχην κοινωνίας καὶ μὴ ἀναφέρει τὸ ὄνομα αὐτοῦ, κατὰ τὸ ὡρισμένον καὶ τεταγμένον, ἐν τῇ θείᾳ μυσταγωγίᾳ, ἀλλὰ πρὸ ἐμφανείας συνοδικῆς καὶ τελείας αὐτοῦ κατακρίσεως σχίσμα ποιήσει, τοῦτον ὥρισεν ἡ ἁγία σύνοδος, πάσης ἱερατείας παντελῶς ἀλλότριον εἶναι, εἰ μόνον ἐλεγχθείη τοῦτο παρανομήσας. Καὶ ταῦτα μὲν ὥρισται καὶ ἐσφράγισται περὶ τῶν προφάσει τινῶν ἐγκλημάτων τῶν οἰκείων ἀφισταμένων προέδρων καὶ σχίσμα ποιούντων καὶ τὴν ἕνωσιν τῆς Ἐκκλησίας διασπώντων. Οἱ γὰρ δι' αἱρεσίν τινα, παρὰ τῶν ἁγίων Συνόδων ἢ Πατέρων κατεγνωσμένην, τῆς πρὸς τὸν πρόεδρον κοινωνίας ἑαυτοὺς διαστέλλοντες, ἐκείνου τὴν αἵρεσιν δηλονότι δημοσίᾳ κηρύττοντος καὶ γυμνῇ τῇ κεφαλῇ ἐπ' ἐκκλησίας διδάσκοντος, οἱ τοιοῦτοι οὐ μόνον τῇ κανονικῇ ἐπιτιμήσει οὐχ ὑποκείσονται, πρὸ συνοδικῆς διαγνώσεως ἑαυτοὺς τῆς πρὸς τὸν καλούμενον ἐπίσκοπον κοινωνίας ἀποτειχίζοντες, ἀλλὰ καὶ τῆς πρεπούσης τιμῆς τοῖς ὀρθοδόξοις ἀξιωθήσονται. Οἱ γὰρ ἐπισκόπων, ἀλλὰ ψευδεπισκόπων καὶ ψευδοδιδασκάλων κατέγνωσαν, καὶ οὐ σχίσματι τὴν ἕνωσιν τῆς ἐκκλησίας κατέτεμον, ἀλλὰ σχισμάτων καὶ μερισμῶν τὴν ἐκκλησίαν ἐσπούδασαν ῥύσασθαι.
1. Δεν αναφέρεται σε λαϊκούς.
2. Δεν υφίσταται υποχρέωση αποτειχίσεως, ΑΠΟ ΤΟΝ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΟ ΕΠΙΣΚΟΠΟ ΚΑΙ ΟΧΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ, από τη στιγμή που δεν έχει αναγνωριστεί η αίρεση και καταδικαστεί συνοδικά. Βραβεύονται για το αυξημένο αισθητήριό τους και την αγάπη τους για τον Εκκλησία αλλά δεν καταδικάζονται αυτοί οι οποίοι δεν προχώρησαν σε αποτείχιση. Τουναντίον σαν υγιεί μέλη της Εκκλησιάς προσεύχονται εν τη Εκκλησία και όχι φεύγοντας από την Εκκλησία αφήνοντας τους αδελφούς στο στόμα του διαβόλου.
συνεχιζεται
2. Διαστέλλουν τους εαυτούς τους από τον συγκεκριμένο επίσκοπο ΟΧΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ. Δηλαδή δεν μνημονεύουν τον επίσκοπο αλλά δεν φεύγουν από την Εκκλησία. Αρά τα τίμια τα οποία κοινωνούν ΑΥΤΟΙ ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΔΕΝ ΕΦΑΡΜΟΖΟΥΝ ΤΟΝ ΚΑΝΟΝΑ ΩΣ ΜΗ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΟ, ΜΙΑΣ ΚΑΙ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΚΑΤΑΔΙΚΑΣΤΕΙ ΑΚΟΜΗ Η ΑΙΡΕΣΗ ΣΥΝΟΔΙΚΑ, και πηγαίνουν στον τόπο που επισκοπεί ο επί αιρέση επίσκοπος ΚΟΙΝΩΝΟΥΝ ΣΩΜΑ ΚΑΙ ΑΙΜΑ ΚΥΡΙΟΥ ΚΑΙ ΟΧΙ ΜΟΛΥΣΜΟ όπως ΔΙΑΤΕΙΝΟΝΤΑΙ ΟΙ ΗΛΙΘΙΟΙ ΒΛΑΣΦΗΜΟΙ. Διαφορετικά μιας και κοιτάμε το γράμμα του κανόνα θα έπρεπε να λέει ότι οφείλουν όλοι να φύγουν άπαξ διότι μολύνει τα μυστήρια και θα έπρεπε ατραπιαίως να παυθεί συνοδικά να καταδικαστεί και να αποπεμθεί. Αλλά δεν λέει αυτό. Λέει: ΑΥΤΟΙ ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΘΑ ΚΑΝΟΥΝ ΑΥΤΟ, ΝΑ ΔΙΑΣΤΑΛΛΟΥΝ ΔΗΛΑΔΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΠΙΣΚΟΠΟ, ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΤΙΜΗΘΟΥΝ ΚΑΙ ΝΑ ΜΗ ΘΕΩΡΗΘΕΙ Η ΚΙΝΗΣΗ ΤΟΥΣ ΣΧΙΣΜΑΤΙΚΗ ΟΤΑΝ Ο ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΑΤΑΔΙΚΑΣΤΕΙ. Στο ενδιάμεσο ο επίσκοπος λογίζεται ως άρρωστο μέλος και οφείλουμε όλοι να συνδράμουμε στη θεραπεία του. Αυτό γίνεται διότι η σύνοδος έγινε γι αυτό ακριβώς το λόγο. Για να πάψει τα σχίσματα και να χτυπήσει τις μεθοδίες του διαβόλου, όπως αναφέρει και στον ιγ’.
Ιγ’: Τὰς τῶν αἱρετικῶν ζιζανίων ἐπισπορὰς ἐν τῇ τοῦ Χριστοῦ ἐκκλησίᾳ ὁ παμπόνηρος καταβαλών καὶ ταύτας ὁρῶν τῇ μαχαίρᾳ τοῦ Πνεύματος τεμνομένας προῤῥίζους, ἐΦ΄ ἑΤΕΡΑΝ ἦΛΘΕ ΜΕΘΟΔΕΙΑΣ ὁΔΟΝ, τῇ ΤῶΝ ΣΧΙΣΜΑΤΙΚῶΝ ΜΑΝΙᾳ τὸ τοῦ Χριστοῦ σῶμα μερίζειν ἐπιχειρῶν. Ἀλλὰ καὶ ταύτην αὐτοῦ τὴν ἐπιβουλὴν ἡ ἁγία σύνοδος ἀναστέλλουσα παντελῶς, ὥρισε τοῦ λοιποῦ, ἵνα, εἴ τις πρεσβύτερος ἢ διάκονος, ὡς δῆθεν ἐπὶ ἐγκλήμασί τισι τοῦ οἰκείου κατεγνωκὼς ἐπισκόπου, πρὸ συνοδικῆς διαγνώσεως καὶ ἐξετάσεως καὶ τῆς ἐπ' αὐτῷ τελείας κατακρίσεως ἀποστῆναι τολμήσοι τῆς αὐτοῦ κοινωνίας καὶ τὸ ὄνομα αὐτοῦ ἐν ταῖς ἱεραῖς τῶν λειτουργιῶν εὐχαῖς, κατὰ τὸ παραδεδομένον τῇ Ἐκκλησίᾳ, μὴ ἀναφέροι, τοῦτον ὑποκεῖσθαι καθαιρέσει καὶ πάσης ἱερατικῆς ἀποστερεῖσθαι τιμῆς. Ὁ ΓὰΡ ἐΝ ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΥ ΤΑΞΕΙ ΤΕΤΑΓΜΕΝΟΣ ΚΑὶ ΤῶΝ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤῶΝ ἁΡΠΑΖΩΝ ΤὴΝ ΚΡΙΣΙΝ ΚΑὶ ΠΡὸ ΚΡΙΣΕΩΣ ΑὐΤὸΣ ΚΑΤΑΚΡΙΝΩΝ, ὅΣΟΝ Τὸ ἐΠ' ΑὐΤῷ, ΤὸΝ ΟἰΚΕῖΟΝ ΠΑΤΕΡΑ ΚΑὶ ἐΠΙΣΚΟΠΟΝ, ΟὗΤΟΣ ΟὐΔὲ ΤῆΣ ΤΟῦ ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΥ ἐΣΤὶΝ ἄΞΙΟΣ ΤΙΜῆΣ ἢ ὀΝΟΜΑΣΙΑΣ. Οἱ δὲ τούτῳ συνεπόμενοι, εἰ μὲν τῶν ἱερωμένων εἶέν τινες, καὶ αὐτοὶ τῆς οἰκείας τιμῆς ἐκπιπτέτωσαν, εἰ δέ μοναχοὶ ἢ λαϊκοί, ἀφοριζέσθωσαν παντελῶς τῆς ᾽Εκκλησίας, μέχρις ἄν, τὴν πρὸς τοὺς σχισματικοὺς συνάφειαν διαπτύσαντες, πρὸς τὸν οἰκεῖον ἐπίσκοπον ἐπιστραφεῖεν.
συνεχιζεται
Αλίμονο αν μια σύνοδος η οποία έγινε ακριβώς για να παύσει τα σχίσματα να προτρέπει με το παραμικρό σφάλμα, επί δογματικού και όχι άλλης φύσεως θέμα, σε σχίσμα από όλη την Εκκλησία. Η Εκκλησία θα οδηγηθεί στην καταδίκη αφού εξαντλήσει όλα τα μέσα και όλες τις δυνατότητες, εν Κυρίω εννοείται, θα αναθέσει τον προβληματικό στα χέρια του Θεού. Θα τον αφορίσει δηλαδή. Εδώ τα κοσμικά δικαστήρια και αφήνουν ένα σωρό περιθώρια μπας και σωφρονιστεί ο άλλος και η Εκκλησία θα λειτουργήσει ακαριαία μη αφήνοντας περιθώρια ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ ΕΝ ΤΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ; ΠΑΤΕ ΚΑΛΑ; ΝΑ Μας ΠΕΙΤΕ ΤΙ ΕΚΑΝΑΝ ΟΙ ΚΟΛΛΥΒΑΔΕΣ; ΤΙ ΕΚΑΝΕ Ο ΑΓΙΟΣ ΜΑΞΙΜΟΣ Ο ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ; ΤΙ ΕΚΑΝΑΝ ΟΙ ΠΑΤΕΡΕΣ ΜΕ ΤΟΝ ΝΕΣΤΟΡΙΟ; Έπειτα το τονίζει ξεκάθαρα στον ιγ: μην αρπάζεται την κρίση για την οποία δεν κληθήκατε να κρίνεται. Το πνεύμα των κανόνων είναι ξεκάθαρο. Θέλουν οι Πατέρες παντί τρόπω να παύσουν τα σχίσματα και αυτό δεν το επιδιώκουν με τη μάχαιρα αλλά με την ποιμαντική. Ποιμαντική Αγίων και φωτισμένων ανθρώπων.
Γειά χαρά φίλε.Πιστεύεις στ'αλήθεια πώς άν ερμηνευθεί σωστά ο κανών θά λυθεί τό πρόβλημα τής αιρέσεως τού οικουμενισμού;Ο κανόνας αυτός είναι αρχαίος.Πότε λοιπόν βοήθησε στήν πάταξη κάποιας από τίς τρομακτικές αιρέσεις τής εκκλησίας; Δέν γνωρίζουμε σήμερα πλέον τί συνέβη στό παρελθόν;Ταυτίζεται ο οικουμενισμός μέ τόν παπισμό;Ο οικουμενισμός είναι προιόν τής εκκοσμικεύσεως,όχι τού κοσμικού φρονήματος.Ποιός δέν ανήκει στήν εκκοσμίκευση νά σηκώσει τό χέρι.Ξέρουμε τί είναι;Αγαπητέ ακόμη καί η επανάσταση τών παλαιοημερολογιτών ανήκει στήν εκκοσμίκευση.Η οποία σημαίνει ότι ανάγονται τά πάντα σέ έννοιες.Τό νόημα τής ζωής είναι η κατασκευή έννοιας.Τό κατέχουμε τό πράγμα; Ο Θεοδωρόπουλος δέν είναι θεολόγος τής εκκλησίας.Λυπάμαι γιά τήν μάταιη σπατάλη.
επειτα, αν ειναι να κυβερνουν οι κανονες την Εκκλησία για πιο λογο εχουμε τους πνευματικους ανθρώπους; Για πιο λογο ο Κυριος αγιαζει τους αγαπωντας αυτόν; Και γιατι να τρεχουμε στα βουνα και στα λαγκαδια μπας και βρουμε ανθρωπο και δεν παμε στον ΑΡΕΙΟ ΠΑΓΟ να μας δειξουν οι γιοσακηδεσ πως λειτουργουν οι κανονες και να μαθουμε και τα παραθυρακια και να γινουμε ολοι μικροι δικαστες, ντρεντακια κατα το δικαστης ντρεντ, και ετσι να καταντησουμε μικροι θεοι και νομοκανονικα ΝΤΡΕΝΤΑΚΙΑ. αρα παυει το αγιος αλλα εγκαθισταται σιγα σιγα στη ζωη μας το ντρεντακι. το νεο μετρο εν ω παντες κριθησονται. ΓΙΑΤΙ ΝΑ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΙ ΚΑΙ ΑΓΙΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ, ΑΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΕΡΜΗΝΕΥΤΕΣ ΑΥΤΩΝ; ΜΗΠΩς ΟΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΙ ΔΙΝΟΥΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΣΤΟΥς ΚΑΝΟΝΕΣ ΚΥΡΙΕ ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΛΑΟΥ; ΑΝ ΝΑΙ ΤΟΤΕ ΟΡΘΩς ΠΡΟΤΕΙΝΩ ΝΑ ΓΙΝΟΥΜΕ ΟΛΟΙ ΑΡΕΟΠΑΓΙΤΕΣ-μικρα ντρεντακια ΜΠΑς ΚΑΙ ΔΟΥΜΕ ΠΡΟΣΩΠΟ ΘΕΟΥ.
@ "χαλάρωσε"
Έγραψα ότι το θέμα του Κανόνος ΔΕΝ είναι τι δέον γενέσθαι εν καιρώ αιρέσεως. Αυτό δεν μπορείτε να το καταλάβετε; Ο Κανών αυτός ΔΕΝ αναφέρεται καν στους μη αποτειχιζομένους! Επομένως, γιατί κάνετε το ίδιο σφάλμα που έκανε και ο π. Επιφάνιος, με το να γράφετε "Δεν υφίσταται υποχρέωση αποτειχίσεως"; Δεύτερο σφάλμα σας είναι ότι αναφέρεσθε στην Συνοδική καταδίκη της αιρέσεως, ενώ ο Κανών ομιλεί για αποτείχισι ΠΡΟ Συνοδικής διαγνώμης. Τρίτο σφάλμα σας είναι ότι ομιλείτε, και μάλιστα εμφατικώς, για αποτείχισι "ΑΠΟ ΤΟΝ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΟ ΕΠΙΣΚΟΠΟ ΚΑΙ ΟΧΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ." Εδώ μπερδεύετε την Εκκλησία με μία τοπική Σύνοδο Επισκόπων. Αν αυτή η Σύνοδος κρατεί στην θέσιν του έναν αιρετικό επίσκοπο, τότε ασφαλώς θα πρέπει ο πιστός ν' αποτειχίζεται από ολόκληρη την τοπική αυτή Σύνοδο, καθ' ότι "ο κοινωνών ακοινωνήτω και ούτος ακοινώνητός εστι." Αν δεν καταλάβουμε καλά τι ακριβώς είναι η Εκκλησία, δεν πρόκειται ποτέ να καταλήξουμε σε σωστά συμπεράσματα. Ο Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς λέγει: «Οἱ τῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας, τῆς ἀληθείας εἰσί καὶ οἱ μὴ τῆς ἀληθείας ὄντες, οὐδὲ τῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας εἰσὶ». Νομίζω ότι αυτή είναι η ορθή οριοθέτησις του όρου "Εκκλησία." Κατόπιν τούτου, ποιος θα μπορούσε να ισχυρισθεί ότι οι Οικουμενισταί είναι Εκκλησία Κυρίου;
@"χαλαρωσε"
Γράφετε: "αν ειναι να κυβερνουν οι κανονες την Εκκλησία για πιο [sic] λογο εχουμε τους πνευματικους ανθρώπους;" Μήπως θα πρέπει να πετάξουμε και την Αγία Γραφή και να βασιζόμαστε στα όσα μας λένε οι "πνευματικοί άνθρωποι," όπως ο Βαρθολομαίος, ο "πάπας," οι Μουφτήδες, οι Ραββίνοι, ο Δαλάϊ Λάμα κ.ά.; Γιατί ειρωνεύεσθε αναφέροντας τα περί των Αρεοπαγιτών; Τους Ιερούς Κανόνες τα κοσμικά δικαστήρια τους εθέσπισαν ή οι Απόστολοι και οι Οικουμενικές και Τοπικές Σύνοδοι εν Αγίω Πνεύματι; Κατόπιν αυτών, δεν έχω να συζητήσω τίποτε περαιτέρω μαζί σας.
ΝΑ Μας ΠΕΙΤΕ ΤΙ ΕΚΑΝΑΝ ΟΙ ΚΟΛΛΥΒΑΔΕΣ; ΤΙ ΕΚΑΝΕ Ο ΑΓΙΟΣ ΜΑΞΙΜΟΣ Ο ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ; ΤΙ ΕΚΑΝΑΝ ΟΙ ΠΑΤΕΡΕΣ ΜΕ ΤΟΝ ΝΕΣΤΟΡΙΟ. ΟΣΟ ΓΙΑ ΤΟ οτι δεν εχετε να συζητησετε τιποτε περισσοτερο, οφειλω να σας υπενθυμησω οτι και παλαιοτερα. ΟΙ ΠΑΛΑΙΟΗΜΕΡΟΛΟΓΗΤΕΣ Ή ΟΙ ΑΚΟΛΟΥΘΟΥΝΤΕΣ ΤΟ ΠΑΤΡΙΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ, ΟΠΩς ΛΕΤΕ, ΕΙΝΑΙ ΚΛΑΣΣΙΚΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΙΣΜΟΥ. ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ ΤΗΝ ΕΡΜΗΝΕΥΕΙ Ο ΚΥΡΙΟΣ ΜΕΣΩ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΚΑΙ ΟΧΙ Ο ΚΑΘΕ ΤΥΧΑΡΠΑΣΤΟΣ ΦΙΛΕ ΜΟΥ. ΕΣΥ ΠΑΡΕ ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ ΠΑΡΑΜΑΣΧΑΛΑ ΚΑΙ ΣΩΖΟΥ.ΑΝ ΔΕΝ ΚΑΝΩ ΛΑΘΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΕΣ ΕΧΟΥΝ ΕΝΑ ΘΕΜΑ ΜΕ ΤΟ ΠΕΤΑΜΑ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΓΡΑΦΗΣ; ΔΕΝ ΤΗΝ ΑΠΟΧΩΡΙΖΟΝΤΑΙ ΜΕ ΤΙΠΟΤΑ. ΚΑΛΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗ. ΚΑΙ ΜΗΝ ΕΙΣΑΣΤΕ ΚΑΙ ΤΟΣΟ ΕΥΘΙΚΤΟΣ ΑΓΑΠΗΤΕ. ΑΝΑΦΕΡΟΜΕΝΟΣ ΣΤΟΝ ΑΡΕΙΟ ΠΑΓΟ ΘΑ ΕΠΡΕΠΕ ΝΑ ΚΑΤΑΛΑΒΕΤΕ ΤΟ ΛΟΓΟΠΑΙΓΝΙΟ ΠΟΥ ΚΑΝΩ ΑΛΛΑ ΔΥΣΤΥΧΩΣ ΕΙΣΑΣΤΕ ΔΥΣΚΑΜΠΤΟΣ. ΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΜΠΑΡΕΣ ΣΤΟ ΔΡΟΜΟ ΚΑΙ ΟΧΙ Ο ΔΡΟΜΟΣ ΦΙΛΕ ΜΟΥ. ΞΥΠΝΑΤΕ ΚΑΙ ΣΥΝΕΛΘΕΤΕ.
ΓΙΑΤΙ Ο ΚΥΡΙΟΣ ΕΠΕΤΡΕΠΕ ΕΝΑΝ ΙΟΥΔΑ ΔΙΠΛΑ ΤΟΥ ΚΑΙ ΔΕΝ ΤΟΝ ΤΡΑΒΑΓΕ ΜΙΑ ΚΛΩΤΣΙΑ ΝΑ ΤΕΛΕΙΩΝΕΙ Η ΥΠΟΘΕΣΗ. ΤΕΚΜΗΡΙΩΜΕΝΗ ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΚΥΡΙΕ ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΛΑΟΥ. ΤΕΚΜΗΡΙΩΜΕΝΗ
ΚΑΝΕΝΑΣ ΑΠΟ ΟΣΟΥΣ ΠΡΟΣΠΑΘΟΥΝ ΝΑ ΜΑΣ ΑΛΥΣΣΟΔΕΣΟΥΝ ΜΕ ΤΟΥΣ ΚΑΝΟΝΕΣ ΔΕΝ ΖΕΙ ΤΗΝ ΠΙΣΤΗ ΤΟΥ ΜΕ ΚΑΝΟΝΕΣ. Ο Κύριος μάς ελευθέρωσε από τόν Νόμο καί τούς Κανόνες.Μόνον η τήρηση τών εντολών τού Κυρίου σώζει.
Παίζεις με τις λέξεις Αμέθυστε.
ΔΕΝ είσαι σοβαρός συζητητής.
Δώσε μας ένα παράδειγμα;!!
Κάτι σχετικό με το θέμα και αρκετά επίκαιρο μιας και αφορά την αυριανή ευαγγελική περικοπή:
"Ἐπειδὴ δηλαδὴ τὸ ὄνομα Ζακχαῖος σημαίνει δικαιούμενος, παρακαλῶ νόησε ἀπὸ αὐτὸ τοὺς Φαρισαίους πού δικαιώνουν τοὺς ἑαυτοὺς των, πού εἶναι σὰν νὰ τελωνοῦν κατὰ κάποιον τρόπο, ὅπως λέγει ὁ Κύριος στὰ εὐαγγέλια, «κατατρώγοντας τὰ σπίτια τῶν χηρῶν καὶ προσευχόμενοι ἐπιδεικτικὰ πολλὴ ὥρα». Ὅταν λοιπὸν κάποιος ἀπὸ αὐτοὺς ποθήση νὰ ἐπιγνώση τὴν ἀλήθεια, ζητεῖ νὰ ἰδῆ καὶ νὰ γνωρίση, ὅπως ἐζητοῦσε ὁ Ζακχαῖος, τὸν Ἰησοῦ, ἀφοῦ αὐτὸς εἶναι ἡ ἀλήθεια· μὴ μπορώντας δὲ ὡς μικρόσωμος καὶ μικρόνους, κατὰ τὸ παράδειγμα τοῦ μικρόσωμου Ζακχαίου, ἀνεβαίνει σὲ μιὰ συκομορέα, δηλαδὴ στὴν ἀκρίβεια τοῦ νόμου καὶ τῶν ἰουδαϊκῶν ἐθῶν, νομίζοντας ὅτι ἀπὸ αὐτοῦ θὰ ἐπιτύχη τὴν ἀλήθεια τόσο κατὰ τὴ γνῶσι ὅσο καὶ κατὰ τὴν πράξι. Ὁ δὲ Κύριος, πού διερχόταν ἀπὸ τὴν νόμιμη πολιτεία, σὰν ἀπὸ κάποια ὁδό, ἀφοῦ εἶδε τὸν ἀγαθό του σκοπὸ καὶ τὸν πρὸς τὴν ἀλήθεια πόθο, ἀποκαλύπτει σ' αὐτὸν τὸν ἑαυτό του, καὶ τὸν προσφωνεῖ προσκαλώντας καὶ τὸν διατάσσει νὰ κατεβῆ ἀπὸ τὴ συκομορέα, δηλαδὴ νὰ ἐγκαταλείψη τὸν μωσαϊκὸ νόμο πού δὲν καρποφορεῖ τίποτε σπουδαῖο, καὶ νὰ σπεύση στὴν χάρι καὶ τὴν κατὰ τὸ εὐαγγέλιο διαγωγή, ἀπὸ τὰ ὁποῖα μπορεῖ νὰ λάβη ἔνοικο τὸν Θεὸ καὶ νὰ καρπωθῆ τὴ σωτηρία."
Απόσπασμα από "Διόρθωση και Σωτηρία του Αρχιτελώνη Ζακχαίου" του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά
Γεώργιος
ο Τρικαμηνας ανακατευει ολους τους κανονες που εχουν σχεση με διακοπη, αποτειχιση και τα τοιαυτα και στο τελος καταληγει οτι σωστα εχει ερμηνευσει τον ιε και αρχιζει να τραβαει κουπι. Περα απο το γεγονος, ο,τι ειναι τραγικο να σπαταλαμε τοση ουσια για να δουμε αν το γραμμα του γραμματος, του γραμματος ω! γραμμα του κανονα μας δικαιωνει ειναι τραγικοτατο και ειναι αιρεση, διοτι μας χωριζει απο τον Κυριο, να δικαιωνομαστε και να αναγουμε σε πνευματικη εμειρια και ζωη το κανονικο δικαιο, το οποιο σε τελικη αναλυση εχει σκοπο να ρυθμιζει πιο πολυ τα δοιηκητικα πραγματα παρα τα δογματικα. Διοτι τα δογματικα τα ρυθμιζει ο ιδιος ο ΚΥΡΙΟΣ με τους Παλαμαδες καιτους Μαρκους. Κι ενω ο Κυριος εχει δηλωσει οτι δεν ηρθε μεν να καταλυσει το νομο αλλα να τον συμπληρωσει, ειναι ξεκαθαρο οτι το τελειωμα που κανει ο Κυριος ειναι η αχρηστια του νομου διοτι ο Κυριος μας εισαγει στην εποχη της χαριτος. Κιενω ο νομος ειναι γι αυτους που δεν εισερχονται στον τοπο της χαριτος, της Εκκλησιας, και επιμενουν να μενουν εκει, ερχονται μετα απο 1900--παλαιο-- χρονια και 2000--τρικαμηνας-- αντιστοιχα, διαφοροι να μας πουνε οτι κακως η Εκκλησια ειναι χαριτωμενη, οφειλει πρωτιστως να ειναι νομικου τυπου οργανωση και θα πρεπει και η χαρη να δινετε με τροπολογιες νομικες. Ρε ουστ, αγαυγιστοι.
Αν θες βαλε και αυτο αμεθυστε, ετσι για να δουμε οτι ενω ο συγχωρεμενος ο Καντιωτης εκανε την διακοπη μνημοσυνου η συνοδος δεν προχωρησε σε καποια κινηση εναντιον του αλλα ειχε κανονικη κοινωνια με τους τρεις. Αυτη ειναι και η σωστη εφαρμογη του κανονα κατα την αποψη μου, αν κι εδω που εχουμε ερθει δεν μας σωζει οχι ενας αλλα μια νταλικα κανονες, κι αυτο διοτι οι κανονες εχουν νοημα και αξια οταν υφισταται η ορθοδοξη πιστη και οταν αυτη υφισταται οι κανονες δεν εχουν αξια διοτι κατα τον Αποστολο Παυλο: οὕτως οὖν καὶ ἐν τῷ νῦν καιρῷ λεῖμμα κατ᾿ ἐκλογὴν χάριτος γέγονεν.
Ρωμ. 11,5 Ετσι λοιπόν και εις την σημερινήν εποχήν έχει απομείνει ένα υπόλοιπον πιστών Ισραηλιτών, σύμφωνα με την εκλογήν, την οποίαν κατά χάριν έκαμεν ο Θεός.
Ρωμ. 11,6 εἰ δὲ χάριτι, οὐκέτι ἐξ ἔργων· ἐπεὶ ἡ χάρις οὐκέτι γίνεται χάρις. εἰ δὲ ἐξ ἔργων, οὐκέτι ἐστὶ χάρις· ἐπεὶ τὸ ἔργον οὐκέτι ἐστὶν ἔργον.
Ρωμ. 11,6 Εάν δε αυτό το υπόλοιπον το εξέλεξεν ο Θεός σύμφωνα με την ιδικήν του χάριν, τότε δεν το εξέλεξε δια την αξίαν των έργων. Διότι άλλως η χάρις παύει πλέον να είναι χάρις. Εάν όμως από τα έργα των εκείνοι εξελέγησαν και εδικαιώθησαν, δεν ημπορεί πλέον να γίνεται λόγος δια χάριν, διότι άλλως το έργον το αγαθόν παύει πλέον να είναι άξιον αμοιβής.
Ρωμ. 11,7 Τί οὖν; ὃ ἐπιζητεῖ Ἰσραήλ, τοῦτο οὐκ ἐπέτυχεν, ἡ δὲ ἐκλογὴ ἐπέτυχεν· οἱ δὲ λοιποὶ ἐπωρώθησαν,
Ρωμ. 11,7 Τι, λοιπόν, ημπορούμεν να συμπεράνωμεν επί του προκειμένου; Αυτό το οποίον επιζητούσεν ο Ισραηλιτικός λαός, δηλαδή την δικαίωσίν του δια του Νομου, δεν το επέτυχεν. Οσοι όμως δια την πίστιν των εξελέγησαν από τον Θεόν, επέτυχαν και έλαβαν την δικαίωσιν• οι άλλοι όμως, οι οποίοι ένεκα της απιστίας των δεν εξελέγησαν, απεμακρύνθησαν από τον Θεόν, και εσκληρύνθησαν.
---------------
συνεχιζεται
Μόλις ἔγινα ἐπίσκοπος ὡρισμένοι παλαιοημερολογῖται μὲ κατηγοροῦσαν, ὅτι δὲν ἔπαυσα τὸ μνημόσυνο τοῦ πατριάρχου Ἀθηναγόρα, ποὺ δὲν ὀρθοτομεῖ τὸν λόγο τῆς ἀληθείας, καὶ δὲν τὸν ἀπεκήρυξα ὡς αἱρετικό.
Ελευθ. & Ζωσα Εκ..μΤὸ μνημόσυνο τοῦ πατριάρχου στὴν θ. λειτουργία, τὸ «Ἐν πρώτοις μνήσθητι, Κύριε, … ὃν χάρισαι ταῖς ἁγίαις σου ἐκκλησίαις ἐν εἰρήνῃ, σῷον, ἔντιμον, ὑγιᾶ, μακροημερεύοντα καὶ ὀρθοτομοῦντα τὸν λόγον τῆς σῆς ἀληθείας», ὅπως παρατηρεῖ ὁ π. Ἐπιφάνιος Θεοδωρόπουλος, δὲν ἔχει τὴν ἔννοια βεβαιώσεως ὅλων αὐτῶν· ἐκφράζει εὐχή, ὁ Κύριος νὰ χαρίζῃ στὸν ἐπίσκοπο ἢ στὸν πατριάρχη ψυχικὴ εἰρήνη, σωματικὴ ὑγεία, ἀγαθὴ φήμη, καὶ διδασκαλία κατὰ πάντα ὀρθόδοξη.
Ὁ πατριάρχης Ἀθηναγόρας χωρὶς ἀμφιβολία εἶχε προβῆ σὲ ἐνέργειες, ποὺ τὸν ἔφεραν μακριὰ ἀπὸ τὸ ὀρθόδοξο φρόνημα· μοῦ ζητοῦσαν λοιπὸν νὰ τὸν κηρύξω γι᾿ αὐτὲς αἱρετικό, νὰ τὸν διαγράψω ἀπὸ τὰ δίπτυχα καὶ νὰ παύσω τὸ μνημόσυνό του.
Τοὺς ἀπήντησα, ὅτι ὡρισμένες ἐνέργειες τοῦ πατριάρχου ἦταν παραβάσεις ἱ. κανόνων πού, ἂν ἀποδειχθοῦν ἀληθινές, συνεπάγονται καθαίρεσι. Ἀλλὰ ποιός θὰ τοῦ ἐπιβάλῃ τὴν καθαίρεσι; Τὸ ἁρμόδιο ὄργανο γιὰ κληρικοὺς εἶνε ἡ Σύνοδος, καὶ γιὰ τὸν οἰκουμενικὸ πατριάρχη ἡ Ἱεραρχία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Ἀλλὰ δυστυχῶς δὲν κατέστη ὑπόδικος ἐνώπιον αὐτῆς, καὶ ἔτσι παρέμενε στὸ θρόνο.
Ὅπως ἔλεγε ὁ ἀείμνηστος μητροπολίτης πρ. Φλωρίνης Χρυσόστομος Καβουρίδης ὁ ἀρχιεπίσκοπος τῶν παλαιοημερολογιτῶν, ἡ καθαίρεσι καὶ ὁ ἀφορισμὸς διακρίνονται σὲ «δυνάμει» καὶ σὲ «ἐνεργείᾳ». Κληρικὸς ποὺ ξέφυγε ἀπὸ τὴν Ὀρθοδοξία, μέχρις ὅτου κριθῇ ἀπὸ Σύνοδο, μπορεῖ νὰ θεωρηθῇ δυνάμει καθῃρημένος· ἐνεργείᾳ καθῃρημένος καθίσταται μόνο μετὰ ἀπὸ συνοδικὴ κρίσι. Τὸ ίδιο λέει καὶ ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης στὸ Πηδάλιο (Ἀθῆναι 19829, σ. 4-5).
Αὐτὰ ἰσχύουν γιὰ τὶς ἀντικανονικὲς ἐνέργειες τοῦ πατριάρχου. Γιὰ παραβάσεις δηλαδὴ ἱ. κανόνων ἐθεωρεῖτο δυνάμει καθῃρημένος, δὲν ἦταν ὅμως καὶ ἐνεργείᾳ. Ἀλλ᾿ ὑπῆρχαν καὶ ἐνέργειές του ποὺ ἔθιγαν δόγματα. Καὶ στὴν περίπτωσι αὐτή, ἀφοῦ «γυμνῇ τῇ κεφαλῇ» κηρύττει διδασκαλίες ἀντορθόδοξες, δὲν ἀπαιτεῖται προηγουμένως ἀπόφασι καθαιρέσεως ἀπὸ ἁρμόδιο συνοδικὸ δικαστήριο· ἡ καθαίρεσις ἐπέρχεται αὐτομάτως κατὰ τὸν ΙΕ΄ κανόνα τῆς Πρωτοδευτέρας Συνόδου, τὸν ὁποῖο καὶ ἐγὼ ὡς ἱεροκῆρυξ εἶχα μνημονεύσει καὶ εἶχα ζητήσει ἀπὸ τοὺς ἀρχιερεῖς τῆς Β. Ἑλλάδος νὰ τὸν ἐφαρμόσουν καὶ νὰ διακόψουν τὴν κοινωνία μὲ τὸν οἰκουμενικὸ πατριάρχη. Γιατί τώρα, μὲ ρωτοῦσαν, ποὺ γίνατε ἐπίσκοπος τῆς Βορείου Ἑλλάδος, δὲν ἐφαρμόζετε ὁ ίδιος τὸν κανόνα καὶ δὲν διακόπτετε τὴν πνευματικὴ σχέσι μὲ τὸν πατριάρχη;
Ἀπάντησις. Ἐξακολουθῶ νὰ πιστεύω ὅ,τι πίστευα καὶ τότε. Δὲν ἐφαρμόζω ὅμως ἀκόμη τὸν κανόνα αὐτόν, ὄχι διότι φοβοῦμαι· διεκινδύνευσα ἤδη τὸ θρόνο κατ᾿ ἐπανάληψιν γιὰ τὴν ἐφαρμογὴ ἱ. κανόνων. Ἀλλ᾿ ἐνῷ ἔχω τὴν ἀπόφασι νὰ τὸν ἐφαρμόσω, τρέμω καὶ ἰλιγγιῶ ἐμπρὸς στὴν εὐθύνη ἀπέναντι στὸ Θεὸ καὶ τοὺς ἀνθρώπους γιὰ μία ἐνέργεια ποὺ θὰ ἔχῃ χαρακτῆρα δονήσεως μέσα στὴν Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία. Ἐρευνῶ λοιπὸν καὶ βασανίζω τὸ πρᾶγμα βαθύτερα, καὶ περιμένω πληροφορία τῆς συνειδήσεώς μου, ἡ ὁποία ἰσχυρῶς νὰ μὲ πείθῃ ὅτι ἤγγικεν ἡ ὥρα. Παρακολουθῶ μὲ προσοχὴ καὶ ἀγωνία τὴν ἐξέλιξι τῆς καταστάσεως. Βλέπω, ὅτι καὶ ἄλλοι ἀρχιερεῖς τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἀνησυχοῦν καὶ διερωτῶνται· ποῦ πᾶμε; Κάτι φοβερὸ ἐγκυμονοῦν οἱ καιροί μας. Συνεχῶς προετοιμάζω τὴν ψυχή μου, τὸ ποίμνιό μου, καθὼς καὶ τὶς ψυχὲς τῶν φίλων ἀναγνωστῶν, γιὰ τὴν κρίσιμη ὥρα τῆς Ὀρθοδοξίας. Είθε ὁ Κύριος ἀποτρέψῃ ἀπὸ μᾶς τὸ πικρὸ ποτήριο. Είθε νὰ μὴ διασπασθῇ ἡ ἑνότης διὰ τῆς πραγματοποιήσεως ἐνδομύχων πόθων ὡρισμένων οἰκουμενιστῶν ταγῶν τῆς Ἐκκλησίας.
Ἐν πάσῃ ὅμως περιπτώσει τὸ πότε καὶ πῶς θὰ ἐφαρμόσω τὸν ἀνωτέρω κανόνα, δὲν θὰ μοῦ τὸ ὑποδείξουν ἀνεύθυνα πρόσωπα, ἀλλὰ ἡ συνείδησί μου, ἀκούγοντας καὶ τὴ φωνὴ τοῦ λαοῦ ἐκείνου ποὺ ἀγωνίσθηκε μαζί μου σὲ ἡμέρες σκληρᾶς δοκιμασίας (Ἡ κανονικότης τῆς ἐκλογῆς καὶ χειροτονίας μου, Ἀθῆναι 1990, σσ. 144-151).
* * *
Ἡ παῦσις ἔγινε πλέον (Μάρτιο 1970).
συνεχιζεται
Ἐπικροτῶ τὴν πρᾶξι τοῦ μητροπολίτου Ἐλευθερουπόλεως Ἀμβροσίου, ποὺ ἔπαυσε τὸ μνημόσυνο τοῦ πατριάρχου Ἀθηναγόρα ἐξ αἰτίας καὶ νεωτέρων δηλώσεών του περὶ κοινοῦ ποτηρίου, πρωτείου, ἀλαθήτου καὶ φιλιόκβε. Ἡ παῦσις ὁπωσδήποτε θὰ ἐπεκταθῇ. Καὶ ἄλλοι ἱεράρχαι ἑτοιμάζονται νὰ διαμαρτυρηθοῦν. Ἡ κατάστασι ἐκτραχύνεται. Τὸ σκάνδαλο παίρνει διαστάσεις. Τὸ γόητρο τοῦ Πατριαρχείου πέφτει. Πλησιάζει κάποια τρομακτικὴ διάσπασις τῆς ἑνότητος τοῦ ὀρθοδόξου κόσμου· θὰ ἐπακολουθήσῃ πνευματικὸς ὄλεθρος. Νά τ᾿ ἀποτελέσματα τοῦ διαλόγου ποὺ ἄρχισαν πάπας καὶ πατριάρχης. Ὁ διάλογος εἶνε πονηρὴ παγίδα τοῦ παπισμοῦ γιὰ νὰ διαλύσῃ τὴν Ὀρθοδοξία. Ἡ Διαρκὴς Ἱ. Σύνοδος, ὅπως παρετήρησαν καὶ ἄλλοι, δὲν μπορεῖ ν᾿ ἀντιμετωπίσῃ τὴν κατάστασι. Εἶνε ἀνάγκη νὰ συγκληθῇ ἡ Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἡ ὁποία στὸ κεφαλαιῶδες τοῦτο ζήτημα εἶμαι βέβαιος ὅτι μὲ θαυμαστὴ ἑνότητα θὰ στηλιτεύσῃ τὶς παρεκκλίσεις ἀπὸ τὶς ἀρχὲς τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ θ᾿ ἀπευθύνῃ διάγγελμα πρὸς ὅλο τὸν ὀρθόδοξο κόσμο, ποὺ εἶνε ἀπογοητευμένος ἀπὸ τὶς ἀντικανονικὲς καὶ ἀντορθόδοξες ἐνέργειες τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου. Ἴσως ὁ πατριάρχης, πρὸ τοῦ κινδύνου καταδίκης του ἀπὸ ὅλη τὴν Ἱεραρχία, ν᾿ ἀνανήψῃ.
Ἡ Διαρκὴς Ἱ. Σύνοδος, ἀμέσως μετὰ τὴ δημοσίευσι τῶν φρικωδῶν δηλώσεων τοῦ πατριάρχου περὶ πρωτείου, ἀλαθήτου τοῦ πάπα καὶ φιλιόκβε, θὰ ἔπρεπε νὰ συγκληθῇ σὲ ἔκτακτη συνεδρίασι, ν᾿ ἀπευθύνῃ ἐρώτημα στὸν πατριάρχη ἂν εἶνε ἀκριβεῖς ἢ ὄχι οἱ δηλώσεις, καὶ νὰ καθησυχάσῃ τὸν ὀρθοδόξου λαοῦ. Ἱεράρχαι ποὺ διαμαρτυρήθηκαν ἢ καὶ ἔπαυσαν τὸ μνημόσυνο, ὄχι μόνο ἀπαλλάσσονται ἀπὸ εὐθύνη, ἀλλὰ εἶνε καὶ ἄξιοι ἐπαίνου, διότι ἑρμήνευσαν ὀρθὰ τὸν ΙΕ΄ κανόνα τῆς Πρωτοδευτέρας Συνόδου. Δημιουργήθηκε σοβαρὸ ζήτημα πίστεως καὶ κρίσεως τῆς ὀρθοδόξου συνειδήσεως, τὸ ὁποῖο μόνο ἡ Ἱεραρχία μπορεῖ ν᾿ ἀντιμετωπίσῃ. Τὶς τυχὸν ἐναντίον διαμαρτυρομένων ἱεραρχῶν φωνὲς ἀπίστων, ἀθέων, πνευματιστῶν, μασόνων, οἱ ὁποῖοι εἶνε ψυχροὶ καὶ ἀδιάφοροι καὶ ληξιαρχικῶς μόνο ἀνήκουν στὴν Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία, πρέπει νὰ περιφρονήσουμε σὰν γαυγίσματα μικρῶν σκύλων, ὅπως διδάσκουν ἀείμνηστοι πρόμαχοι τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἂς ἀκούσουμε τὰ πιστὰ τέκνα τῆς Ὀρθοδοξίας, τὰ ὁποῖα ἀπὸ κάθε σημεῖο τῆς Ἑλλάδος στρέφουν ἐναγωνίως τὰ βλέμματά τους πρὸς τοὺς ποιμένας, ζητώντας ῥωμαλέα ὑπεράσπισι τῆς πατροπαραδότου εὐσεβείας (Ἀπολογισμὸς μιᾶς 4ετίας, Ἀθῆναι 1971, σσ. 123-125).
* * *
Μετὰ τὴν διακοπή (Φεβρ. 1973).
Μᾶς κατηγοροῦν, ὅτι δὲν σεβόμεθα τὸ Πατριαρχεῖο, διότι ὅλως αὐθαιρέτως διεκόψαμε τὸ μνημόσυνο τοῦ ὀνόματος τοῦ πατριάρχου.
Ὄχι, ἀδικοῦν τὴν ἀλήθεια ὅταν λένε «ὅλως αὐθαιρέτως». Τὸ ἀληθὲς εἶνε τὸ τελείως ἀντίθετο. Ἐὰν ἀνοίξετε τὸ Πηδάλιο καὶ μελετήσετε τὸν ΙΕ΄ κανόνα τῆς Πρωτοδευτέρας Συνόδου, τότε θὰ δῆτε ὅτι ὄχι «ὅλως αὐθαιρέτως» ἀλλὰ «ὅλως κανονικῶς» διεκόψαμε τὴ μνημόνευσι τοῦ πατριάρχου. Τὴν διεκόψαμε μετὰ ἀπὸ φρικώδεις δηλώσεις του περὶ πρωτείου καὶ ἀλαθήτου τοῦ πάπα, περὶ φιλιόκβε κ.λπ.. «Γυμνῇ τῇ κεφαλῇ» διεκηρύσσοντο, σὲ παγκόσμιο κλίμακα, ἀντορθόδοξες διδασκαλίες, ποὺ ἔχουν καταδικασθῆ ἀπὸ πλῆθος Συνόδους. Οἱ δὲ τρεῖς μητροπολῖται τῆς Βορείου Ἑλλάδος, οἱ ὁποῖοι μὲ πόνο ψυχῆς προχωρήσαμε στὴν διακοπὴ τοῦ πατριαρχικοῦ μνημοσύνου, μὲ ἔγγραφο πρὸς τὴν Ἱ. Σύνοδο δηλώσαμε ὅτι, ἐὰν ὁ πατριάρχης διέψευδε τὶς σχετικὲς δηλώσεις, ἐμεῖς θὰ ἐπαναλαμβάναμε τὸ μνημόσυνο. Ἀλλὰ δυστυχῶς ἐκεῖνος ἐπέμεινε στὶς πεπλανημένες ἀντιλήψεις του. Τὸ δὲ γεγονὸς ὅτι ἡ Ἱ. Σύνοδος, παρ᾿ ὅλες τὶς πιέσεις ποὺ δέχθηκε, δὲν προχώρησε νὰ ἐπιβάλῃ κυρώσεις ἐναντίον μας, δείχνει ὅτι κατὰ βάθος ἀνεγνώριζε τὴν ὀρθότητα τῆς ἐνεργείας μας. Προσέφερε δὲ ἡ ἐνέργειά μας αὐτὴ ὑψίστη ὑπηρεσία στὸ Πατριαρχεῖο, διότι ὑπῆρξε ἕνα φρένο στὸν πατριάρχη, ποὺ ἔσπευδε πυραυλοκινήτως πρὸς ἄκαιρον ἕνωσιν μὲ τοὺς παπικούς (Ἀπαντήσεις ἐπὶ ἐκκλησιαστικῶν θεμάτων, Ἀθῆναι 1973, σσ. 49-50).
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Δημοσίευση σχολίου