Η Τουρκία του Ταγίπ Ερντογάν φαίνεται να εισάγει «κρυφά» προϊόντα από τη Κίνα και να τα εξάγει ξανά στην Ευρώπη, συναλλασσόμενη μονάχα σε κινεζικό Γιουάν και Ευρώ, παρακάμπτοντας έτσι το πρόβλημα της υποτιμημένης τουρκικής Λίρας. Με το τρόπο αυτό διατηρεί υψηλά τον δείκτη ανάπτυξης, ενώ χτίζει σιωπηλά μια εγχώρια βιομηχανική αυτοκρατορία. Την ίδια στιγμή, στα βορειοανατολικά, η Ρωσία του Βλαδίμηρου Πούτιν έχει αναλάβει το ρόλο της στρατιωτικής προέκτασης.
από Ντένης Βιλιάρδος
Οι πολίτες της Τουρκίας αντιμετωπίζουν τεράστιες πληθωριστικές πιέσεις. Στην Ελλάδα η κατάσταση είναι σχετικά ήπια σε σύγκριση. Με βάση τις προβλέψεις για το 2022 ο υποθετικός πολίτης Emre, θα μπορεί να αγοράσει 30-40% λιγότερα αγαθά με το πέρας ενός έτους. Μπορούμε να το φανταστούμε αυτό για λίγο; Σχεδόν μισό καλάθι με ψώνια σε ένα μόλις χρόνο!
Και ναι πράγματι, τα εισοδήματα αναθεωρούνται και ισοσκελίζονται σύμφωνα με τον πληθωρισμό, αλλά το πρόβλημα είναι πως αυτό συμβαίνει με κάποια καθυστέρηση. Και στο ενδιάμεσο διάστημα μεταξύ πληθωρισμού και εισοδηματικής ισοσκέλισης, τα χρήματα, οι αποταμιεύσεις, χάνονται για πάντα.
Το παραπάνω πρόβλημα γίνεται πιο έντονο, όταν ο πληθωρισμός «αναπτύσσεται» με ταχείς ρυθμούς. Για να μπορέσουμε να εκτιμήσουμε την κατάσταση, αρκεί να ρίξουμε μια ματιά στις τιμές παραγωγού (producer prices). Οι τιμές αυτές, είναι ουσιαστικά το κόστος των πρώτων υλών που χρησιμοποιούν στη παραγωγή οι εταιρείες. Όταν το κόστος αυξάνεται, ο παραγωγός αυξάνει αντίστοιχα τις τιμές των προϊόντων που παράγει και πουλάει. Και επομένως ο παραπάνω «δείκτης» μας επιτρέπει να προβλέψουμε σε ποια κατεύθυνση θα κινηθεί ο πληθωρισμός μεσοπρόθεσμα (βλέπε διάγραμμα).
Οι γαλάζιες στήλες αντιπροσωπεύουν τις τιμές παραγωγής, ενώ η διακεκομμένη γραμμή τον βασικό πληθωρισμό (core inflation), που δεν συμπεριλαμβάνει τις πληθωριστικές πιέσεις από τις ανατιμήσεις στην ενέργεια (πετρέλαιο, φυσικό αέριο, κλπ.).
Με βάση το παραπάνω διάγραμμα, οι τιμές παραγωγού προβλέπουν περεταίρω αύξηση του πληθωρισμού μεσοπρόθεσμα. Οι πιέσεις είναι αποτέλεσμα του πολέμου Ουκρανίας-Ρωσίας, αλλά και της τρομερής υποτίμησης της τουρκικής Λίρας τα τελευταία χρόνια. Η δε υποτίμηση έχει ως αποτέλεσμα οι εισαγωγές πχ. πρώτων υλών να είναι όλο και πιο ακριβές, ένα επιπλέον κόστος που όπως είπαμε οι επιχειρήσεις το μεταφέρουν στους καταναλωτές.
Αυξάνουν δηλαδή τις τιμές πώλησης των προϊόντων τους για να διατηρήσουν σταθερό το ποσοστό μεικτού κέρδους και να μπορούν σε αναλογία να ισοσκελίζουν πχ. το κόστος προσωπικού. Με το τρόπο αυτό παραμένουν ανταγωνιστικές, δηλαδή συντηρούν το ποσοστό καθαρού κέρδους για κάθε μονάδα τζίρου (όσο αυτό είναι εφικτό φυσικά, αφού χάνουν σιγά σιγά το πλεονέκτημα της οικονομίας κλίμακας).
Η υποτίμηση της λίρας δημιουργεί προβλήματα και στα δάνεια σε ξένο νόμισμα (νοικοκυριά και επιχειρήσεις). Με απλά λόγια, κάθε φορά που η λίρα υποτιμάται κατά 100%, το δάνειο διπλασιάζεται σε μέγεθος. Στην Ελλάδα οι έχοντες στεγαστικό δάνειο σε ξένο νόμισμα (πχ. ελβετικό φράγκο) έχουν ζήσει μια τέτοια κατάσταση.
Στις αρχές του 2022, η Τουρκική λίρα «κράσαρε», ξεπερνώντας κατά πολύ το $1 προς 16 λίρες (intraday). Τελικά υποχρεώθηκε να επέμβει ο Ταγίπ Ερντογάν, υποσχόμενος πως «το κράτος εγγυάται για τη προστασία των καταθέσεων σε τοπικό νόμισμα, από τις διακυμάνσεις». Προφανώς μια τέτοια υπόσχεση είναι μη ρεαλιστική, παρόλα αυτά όμως πέτυχε τον σκοπό της. Σιγά σιγά όμως, ο κόσμος άρχισε να αμφισβητεί εκ νέου τις στρατηγικές κινήσεις της χώρας και της κεντρικής της τράπεζας.
Φυσικά ένα υποτιμημένο νόμισμα αυξάνει την ανταγωνιστικότητα μιας χώρας, όσον αφορά στις εξαγωγές. Κάτι τέτοιο όμως ισχύει πραγματικά μόνο όταν οι εξαγωγές βασίζονται (κυρίως) σε εγχώρια παραγωγή και πρώτες ύλες.
Η Τουρκία, στη προσπάθειά της να αντισταθμίσει τα αρνητικά μίας υποτιμημένης Λίρας, φαίνεται να έχει βρει μια λύση που οι περισσότεροι αναλυτές δεν έχουν ακόμα ανακαλύψει.
Το χρυσό κλουβί της Κίνας
Ο πρόεδρος Ερντογάν έχει με τον καιρό συνάψει πιο στενούς δεσμούς με τη Ρωσία και τη Κίνα. Παραμένει όμως και ο δεσμός με την Ευρώπη και ειδικότερα με την Γερμανία. Τα εμπορικά «πλοκάμια» έχουν απλωθεί κυκλικά γύρω από τη Τουρκία, κάτι που επιτρέπει στη χώρα να διατηρεί υψηλά ποσοστά ανάπτυξης (περί το 9%, 4ο τρίμηνο 2021).
Φυσικά εάν αποφάσιζε ο Ερντογάν να αυξήσει τα επιτόκια για να μειώσει άμεσα τον εγχώριο πληθωρισμό, ο δείκτης αυτός (ανάπτυξη) θα έπεφτε, αφού το κόστος δανεισμού θα πάγωνε τις περαιτέρω επενδύσεις. Το κατά πόσο θα έπεφτε ο πληθωρισμός εξαρτάται βέβαια και από παράγοντες που δεν επηρεάζει άμεσα η κεντρική τράπεζα, όπως οι διακυμάνσεις στις τιμές ενέργειας και σιτηρών. Πρέπει λοιπόν να αναζητήσουμε και να κατανοήσουμε γιατί (α) ο Τούρκος πρόεδρος επιμένει στα χαμηλά επιτόκια και (β) γιατί λέει πως θα τα αυξήσει το (ή μετά το) καλοκαίρι. Μπορεί να είναι απλά παρανοϊκός, αλλά δεν φτάνει να υποθέτουμε, πρέπει να ξέρουμε:
(α) Μια πιο προσεκτική ματιά στις εισαγωγές και εξαγωγές της χώρας το τελευταίο διάστημα (3-6 μήνες), φανερώνει ένα μεγάλο μυστικό. Ο Ερντογάν προσπαθεί να αναπτύξει ισχυρές υποδομές παραγωγής που σχετίζονται με τις εισαγωγές από τη Κίνα και τις εξαγωγές στην Ευρώπη. Πιο συγκεκριμένα, η Τουρκία έχει ξεκινήσει ένα μεγάλων διαστάσεων επιχείρημα εισαγωγής ημικατεργασμένων προϊόντων, που «ολοκληρώνονται» στη Τουρκία και στη συνέχεια εξάγονται στην Ευρώπη. Ήδη από το 2020, το 50% σχεδόν των εξαγωγών ήταν προς χώρες της ΕΕ. Το 2021 όμως «οι ροές» αυξήθηκαν σημαντικά.
Και η Λίρα; Δεν έχει καμία σημασία, αφού η όλη διαδικασία των συναλλαγών πραγματοποιείται σε κινεζικό Γιουάν και Ευρώ. Η Τουρκία εισάγει τα μερικώς έτοιμα προϊόντα πληρώνοντας σε Ευρώ και λαμβάνοντας Γιουάν και στη συνέχεια εξάγει τα έτοιμα πλέον προϊόντα δίνοντας Γιουάν και λαμβάνοντας Ευρώ. Και ο ίδιος κύκλος επαναλαμβάνεται κάθε φορά, ενώ σιγά σιγά αυξάνονται οι ποσότητες και τα απαραίτητα αποθεματικά (ως αποτέλεσμα των συναλλαγματικών κερδών από τις εξαγωγές).
Στο πρώτο διάγραμμα (τέρμα αριστερά), η πράσινη γραμμή αντιπροσωπεύει τις εισαγωγές της Τουρκίας από τη Κίνα, η μπλε την βιομηχανική παραγωγή στη Τουρκία και η κόκκινη τις συνολικές εξαγωγές. Στο δεύτερο διάγραμμα (μέση), βλέπουμε τις εισαγωγές της Τουρκίας ανά χώρα. Συγκεκριμένα το ποσοστό αύξησης αυτών το 2021, όπου τη πρωτιά λαμβάνουν Κίνα και Ρωσία (στη περίπτωση της Ρωσίας, η αυξημένη αξία των εισαγωγών οφείλεται στις υψηλές τιμές πετρελαίου και φυσικού αερίου). Στο τελευταίο δεξιά διάγραμμα βλέπουμε την αύξηση στις εξαγωγές (Τουρκία) ανά χώρα, με την Ευρώπη να είναι ο κύριος προορισμός των κινεζικών ουσιαστικά προϊόντων.
Όλο το παραπάνω εγχείρημα απαιτεί επενδύσεις σε παραγωγικές υποδομές. Και κατ’ επέκτασιν δανεισμό και … χαμηλά επιτόκια (ο δε πληθωρισμός λειτουργεί στην ουσία πλεονεκτικά για τις επιχειρήσεις, που βραχυπρόθεσμα πληρώνουν τους υπαλλήλους τους λιγότερα χρήματα μέχρι να γίνει η ισοσκέλιση μισθών κάθε φορά). Η Τουρκική λίρα παρακάμπτεται εντελώς στις συναλλαγές. Και η Κίνα βρήκε μια νέα πρόσβαση στην Ευρώπη, χωρίς να φουσκώνει επιπλέον το εμπορικό πλεόνασμα που θα προβλημάτιζε την ΕΕ. Η Τουρκία μετεξελίσσεται στην ουσία σε εμπορικό Δούρειο Ίππο των Κινέζων.
(β) Πέραν αυτού, συχνά ο Ερντογάν μιλάει για αύξηση των επιτοκίων μετά το καλοκαίρι, προφανώς γιατί ο τουρισμός θα διατηρήσει και θα στηρίξει την οικονομία, ώστε ο δείκτης ανάπτυξης να παραμείνει υψηλός και να ωφεληθεί ο ίδιος στις εκλογές. Τόσο χαμηλά που έχει κατρακυλήσει η λίρα, οι διακοπές των Ευρωπαίων θα είναι πάμφθηνες. Αλλά και των… Ρώσων και Κινέζων. Τους θέλουμε όλους! Ο τουρισμός ενδέχεται να στηρίξει και τη Λίρα κάτι που (ίσως) να μετριάσει την ανάγκη για σημαντική αύξηση των επιτοκίων.
Η αιμοβόρα ρωσική γάτα
Σε σχέση τώρα με τη Ρωσία, η Τουρκία διατηρεί αρκετά ανεπτυγμένες εμπορικές σχέσεις. Εισάγει ουσιαστικά τεράστιες ποσότητες πετρελαίου και φυσικού αερίου και παρόλο που προσπαθεί να μετριάσει αυτήν την εξάρτηση δια μέσου της συνεργασίας με το Αζερμπαϊτζάν, θα χρειαστεί αρκετό χρόνο ακόμη. Η Τουρκική Daily Sabah επιθυμεί να πείσει πως η απεξάρτηση επιταχύνεται γοργά, όμως τα επίσημα στατιστικά στοιχεία την διαψεύδουν.
Επιπλέον των εισαγωγών ενέργειας υπάρχει και το πρόβλημα των σιτηρών, που το 2019 οι εισαγωγές προήλθαν σχεδόν αποκλειστικά από Ρωσία και Ουκρανία (πάνω από $1,6 δις σε αξία). Σημαντικές είναι και οι «εισαγωγές τουριστών», ειδικά φέτος που οι Ρώσοι μάλλον θα αποφύγουν να επισκεφθούν χώρες της Δύσης (αν υποθέσουμε ότι θα ταξιδέψουν γενικότερα βέβαια).
Πέραν τώρα των εξαγωγών, όπου η Τουρκία έχει αναλάβει να τροφοδοτεί τη ρωσική οικονομία με φρέσκα είδη (βλέπε διάγραμμα), η εξάρτηση από την Ρωσία έχει και άλλο πρόσωπο:
- Η κατασκευή του 1ου πυρηνικού σταθμού: Ο σταθμός Akkuyu κατασκευάζεται ουσιαστικά από τη ρωσική Rosatom (η σχετική εταιρεία είναι θυγατρική της Rosatom και ας διατηρεί τουρκική επωνυμία). Υπάρχουν και συζητήσεις για επιπλέον πυρηνικούς σταθμούς κινεζικών αυτή τη φορά κατασκευαστικών συμφερόντων.
- Μεταναστευτικές ροές: Η Τουρκία σηκώνει ένα τεράστιο μεταναστευτικό βάρος. Αυτή τη στιγμή είναι υπεύθυνη για τουλάχιστον 2,6 εκατ. μετανάστες από τη Συρία, μια κατάσταση που προκαλεί πολλές εσωτερικές διαμάχες και ακρότητες (κάτι που ελπίζουμε να μην συμβεί και στους Ουκρανούς μετανάστες, οπότε απαιτείται διασπορά προσφύγων εκτός Πολωνίας άμεσα). Στα σύνορα με τη Συρία περιμένουν άλλα 3 εκατομμύρια μετανάστες. Στη περίπτωση που η Ρωσία προκαλούσε νέες αναταραχές στη περιοχή, οι μεταναστευτικές ροές θα βάραιναν πρωτίστως την Τουρκία.
Πέραν όμως των παραπάνω εξαρτήσεων, ο φόβος απέναντι σε μια πιθανή ρωσική εισβολή σε περίπτωση που η Τουρκία «τα χαλάσει» με την ανατολική συμμαχία, είναι μάλλον υπερβολικός. Αποσκοπεί περισσότερο σε πιθανά διαπραγματευτικά οφέλη, αφού η χώρα είναι μέλος του ΝΑΤΟ και «φιλοξενεί» βάσεις και μάλιστα πυρηνικές. Όμως, μια στρατιωτική αναστάτωση στη Μαύρη Θάλασσα έχει τη δύναμη να καταδικάσει τη τουρκική οικονομία (σιτηρά, τουρισμός, κλπ.).
Μπορεί η Ελλάδα να απελευθερώσει το «ποντίκι»;
Βάση των παραπάνω στοιχείων, το συμπέρασμα είναι πως ο Τούρκος πρόεδρος δεν είναι παρανοϊκός και παράλογος στις αποφάσεις του (όσον αφορά την παρούσα οικονομική πολιτική, να προσθέσω). Αυτό άλλωστε θα έπρεπε να υποθέσουμε εξαρχής, παραμερίζοντας τις συναισθηματικά φορτισμένες υποθέσεις, αφού στην εξωτερική πολιτική συνεχίζει να κινεί τα νήματα προσεκτικά και μετρημένα.
Η Τουρκία αποτελεί σημαντικό κομμάτι του ΝΑΤΟ, αφού είναι ο κύριος ρυθμιστής της Μαύρης Θάλασσας και των μεταναστευτικών ροών της Μέσης Ανατολής (είτε μας αρέσει είτε όχι). Το πρόβλημα με τον Ερντογάν βέβαια, πέραν των εμπορικών και όχι μόνο εξαρτήσεων με τις χώρες της «ανατολική συμμαχίας», είναι το πολίτευμα που σιγά σιγά προσπαθεί να καθιερώσει στη Τουρκία. Είναι βλέπετε πιο πιθανό να παραμείνει στην εξουσία εάν τα συνεργαζόμενα κράτη διατηρούν επίσης απολυταρχικά καθεστώτα. Διαφορετικά μπορεί ανά πάσα στιγμή οι πολίτες της χώρας να «γλυκαθούν» εκ νέου από τις ελευθερίες που προσφέρει το Δυτικό πολιτικό μοντέλο – που εν μέρει απολάμβαναν τα τελευταία χρόνια.
Στα πλαίσια αυτά, η λανθασμένη αντίληψη των Αμερικανών, πως θα καταφέρουν να αναθερμάνουν τις σχέσεις Δύσης-Τουρκίας, με το να την προμηθεύσουν επιπλέον στρατιωτικό εξοπλισμό, αγγίζει τα όρια της αφασίας (αν υποθέσουμε καλοπροαίρετα πως δεν υπάρχει άλλος λόγος πίσω από τη στάση αυτή). Αν μη τι άλλο αυξάνει τον κίνδυνο να προκληθούν ξανά αναταραχές στο Αιγαίο, αφού η στρατιωτική ισορροπία Ελλάδας-Τουρκίας θα χαθεί. Όντας μεγαλομανής, ο Ερντογάν δεν θα χάσει ευκαιρία να αρπάξει κάτι.
Η Τουρκία ήδη εξαρτάται από τις εξαγωγές προς την ΕΕ (κατά 50% τουλάχιστον εκ των συνολικών) και επομένως το μόνο μεγάλο πρόβλημα που έχει, είναι η ενεργειακή εξάρτηση. Θα ήταν λοιπόν σημαντικό η Ελλάδα να αναλάβει το ρόλο του συμφιλιωτή, προάγοντας ένα σχήμα για τον East Med που θα δέσμευε την Τουρκία, θα την απεξαρτούσε και θα δημιουργούσε ένα πλαίσιο πολλών δυνάμεων στη περιοχή γύρω από τη Κύπρο (παρουσία πολλών «στρατοπέδων»). Διαφορετικά ο East Med ενδέχεται να μην πραγματωθεί ποτέ – ίσως και για καλό, αφού ο Ερντογάν είναι αρκετά απρόβλεπτος ηγέτης.
Απαραίτητη προϋπόθεση βέβαια θα ήταν μια διοίκηση ικανών μετριοπαθών ηγετών, ούτε υπερβολικά εθνικιστικού χαρακτήρα, αλλά ούτε και εθνο-μηδενιστικού τύπου. Η παρούσα γεωοικονομική κατάσταση πάντως αποτελεί μεγάλη ευκαιρία για την Ελλάδα, αφού πέραν του ρόλου του ενεργειακού ρυθμιστή στη Μεσόγειο (East Med, LNG και καλώδιο ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας-Αιγύπτου), θα μπορούσε και να αναλάβει την ανάπτυξη μιας οικονομικής ζώνης εμπορίου στα Βαλκάνια. Και η ευρύτερη Δύση θα το στήριζε το εγχείρημα, διότι (α) από τη μια θα φέρει σταθερότητα στη Μεσόγειο, (β) θα επαναφέρει τις σχέσεις Δύσης-Τουρκίας και (γ) θα προάγει τη σταθερότητα στα Βαλκάνια, όπου παρατηρείται μια αναζωπύρωση – και ένας λόγος που αυτό συμβαίνει είναι γιατί χώρες όπως η Σερβία παραμένουν σε καθεστώς ακραίας φτώχειας. Και η φτώχεια πάντα φέρνει βία. Οι αναπτυγμένες εμπορικές σχέσεις από την άλλη, συντηρούν ένα σταθερό κοινωνικο-πολιτικό πλαίσιο.
Σημείωση: Σχέσεις Τουρκίας-Ρωσίας (ιστορικά)
Από τον 18 αιώνα μέχρι και σήμερα, η Τουρκία ερχόταν συχνά σε πολεμική σύγκρουση με τη Ρωσία, με στόχο την επιρροή στη Μαύρη Θάλασσα καθώς και τον έλεγχο των πορθμών. Η δε τωρινή σχέση των δύο χωρών είναι γεμάτη αντιθέσεις:
- Το 2015, η Τουρκία κατέρριψε ένα πολεμικό αεροπλάνο των Ρώσων και σαν αντίποινο, η τεράστια σε έκταση χώρα επέβαλε κυρώσεις στις εισαγωγές φρέσκων ειδών (και στις «εξαγωγές τουριστών»).
- Το 2016 έγινε το περιβόητο πραξικόπημα (απόπειρα), που έσπρωξε τη Τουρκία πιο κοντά στη Ρωσία, με τον Ερντογάν να πιστεύει πως οι ΗΠΑ εμπλέκονταν (δια μέσου της επιρροής του Fethullah Gülen που διαμένει στις ΗΠΑ).
- Το 2020, ο θάνατος 34 στρατιωτών από ρωσικά πυρά (Συρία) απέδειξε πλέον ξεκάθαρα πως «ο Ερντογάν είναι ο απόλυτος πραγματιστής» (αφού δεν άλλαξε η στάση του) και ως εκ τούτου εξωτερική πολιτική μαζί του γίνεται μονάχα στα πλαίσια μιας επικερδούς συνεργασίας.
Ο γενικόλογος διάλογος περί καλών σχέσεων είναι χαμένος χρόνος και ζημιώνει συστηματικά μόνο την εικόνα της Ελλάδας. Σημασία έχει μονάχα η δημιουργία ενός μηχανισμού αλληλεξάρτησης, στρατιωτικού ή οικονομικού (καλύτερα και τα δύο).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου