Συνέχεια από: Κυριακή 24 Νοεμβρίου 2024
Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΠΡΟ ΧΡΙΣΤΟΥ
ΣΥΜΒΟΛΗ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ - ΑΠΘ
Σύμβουλος Καθηγητής κ. Χρ. Σταμούλης
Μεταπτυχιακός Φοιτητής: Δημήτριος Δουμάνης
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2015
ΚΕΦΆΛΑΙΟ Α΄: Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΠΡΟ ΧΡΙΣΤΟΥ.
Β) ΦΑΣΕΙΣ Ή ΠΕΡΙΟΔΟΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
Επίσης ο συνονόματος του Κλήμης ο Αλεξανδρεύς(150-216) γράφει με τον δικό του τρόπο το ίδιο: «Αύτη γάρ η πρωτότοκος Εκκλησία η εκ πολλών αγαθών συγκειμένη παιδίων, ταυτ’ έστι τα πρωτότοκα τα εναπογεγραμένα εν ουρανοίς και τοσαύταις μυριάσιν αγγέλων συμπανηγυρίζοντα»69.[ΚΑΜΜΙΑ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΟΝ ΚΛΗΜΗ ΡΩΜΗΣ] Περίπου την ίδια εποχή (100-140) γράφτηκε ένα πολύ αξιόλογο αποκαλυπτικό κείμενο ο «Ποιμήν του Ερμά», το οποίο αποτελείται από πέντε οράματα και οκτώ παραβολές. Στο β΄ όραμα λέει: «Απεκαλύφθη δε μοι, αδελφοί, κοιμωμένω υπό νεανίσκου ευειδεστάτου λέγοντός μοι, την πρεσβυτέραν, παρ’ ης έλαβες το βιβλίδιον, τίνα δοκείς είναι; Εγώ φημί, την Σίβυλλαν. Πλανάσαι, φησίν, ουκ έστιν. Τις ούν εστίν; Φημί. Η Εκκλησία, φησίν. Είπον αυτώ, διατί ούν πρεσβυτέρα; Ότι, φησίν, πάντων πρώτη εκτίσθη, δια τούτο πρεσβυτέρα, και δια ταύτην ο κόσμος κατηρτίσθη»70.[ΓΙΑ ΤΗΝ ΣΩΤΗΡΙΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ ΛΟΙΠΟΝ. ΚΑΙ ΤΟΥ ΚΟΣΜΙΚΟΥ ΦΡΟΝΗΜΑΤΟΣ. ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΖΟΥΣΑΝ ΟΙ ΑΡΧΑΙΟΙ.ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΜΙΚΡΟΚΟΣΜΟΣ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ; ΤΑ ΕΡΓΑ ΤΩΝ ΧΕΙΡΩΝ ΤΟΥ ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ΑΡΑΓΕ; ΑΥΤΑ ΤΑ ΕΡΓΑ ΔΕΝ ΧΑΘΗΚΑΝ ΜΕ ΤΗΝ ΠΤΩΣΗ;] Είναι όντως πολύ ενδιαφέρον το γεγονός ότι από τα πρώτα μετά-αποστολικά χρόνια, η πίστη της Εκκλησίας για την αρχή της, ανάγεται στην προ της κτίσεως του ορατού κόσμου εποχή.
β. Η «χρονική» διάσταση της Εκκλησίας
Αργότερα οι πατέρες που ασχολήθηκαν με το θέμα άρχισαν να την οριοθετούν και σε περιόδους ή φάσεις71. Ο Αγ. Νεκτάριος Αιγίνης την οριοθετεί σε τρείς περιόδους «α) Την από Αδάμ μέχρι Μωυσέως, β) την από Μωυσέως μέχρι της ελεύσεως του Σωτήρος, γ) την από Σωτήρος μέχρι συντελείας του αιώνος. Η εκκλησία και τις τρείς αυτές περιόδους «έσχε αυτόν» τον Κύριο Ιησού Χριστό»72. Ο ίδιος άγιος ακόμη γράφει: «Περί της αγίας του Χριστού εκκλησίας, ότι εστίν η Βασιλεία του Θεού επί της γης, ότι αύτη εστίν η μία αγία Εκκλησία η από καταβολής κόσμου προδιατυπωθείσα….»[ΕΙΣΑΓΕΤΑΙ ΟΜΩΣ Ο ΧΡΟΝΟΣ ΣΤΗΝ ΑΓΙΑ ΤΡΙΑΔΑ ΤΟΝ ΟΠΟΙΟ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΘΗΚΕ Ο ΖΗΖΙΟΥΛΑΣ ΓΙΑ ΝΑ ΔΗΛΩΣΕΙ ΟΤΙ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΑΓΙΟ ΠΝΕΥΜΑ ΔΕΝ ΗΛΘΑΝ ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΑ ΣΤΗΝ ΥΠΑΡΞΗ] και αλλού: «Ο Ιησούς Χριστός ως κεφαλή της εκκλησίας της εν εδέμ….». Αναφερόμενος στον Αγ. Επιφάνιο Κύπρου λέει: «..εν τω συγγράμματι αυτού τω Παναρίω, λόγον ποιούμενος περί Εκκλησίας, εν τέλει αυτού λέγει: Η εκκλησία εστί συν τω Αδάμ πεπλασμένη και εν τοις προ του Αβραάμ Πατριάρχαις προκεκηρυγμένη και μετά του Αβραάμ πεπιστευμένη, και δια Μωυσέως αποκαλυφθείσα και εν Ησαΐα προφητευομένη, εν Χριστώ δε αναδειχθείσα και συν Χριστώ υπάρχουσα…». Ακόμη αναφερόμενος και στον Αγ. Κύριλλο Ιεροσολύμων λέγει: «η εκκλησία του Χριστού περιλαμβάνει και τους εις Χριστόν πιστεύοντες προ της ελεύσεως αυτού τους αποτελούντας την εκκλησίαν της Π.Δ.»73.[Η ΕΝΩΣΗ ΜΕ ΤΟΝ ΘΕΟ ΛΟΓΟ ΕΙΝΑΙ Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ. Η ΟΠΟΙΑ ΘΑ ΕΠΡΑΓΜΑΤΟΠΟΙΗΤΟ ΚΑΙ ΣΤΟΝ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ. ΟΠΩΣ ΚΑΙ ΕΓΙΝΕ ΔΙΑ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ. Ο ΣΚΟΠΟΣ ΚΑΙ Η ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗ ΤΟΥ ΤΑΥΤΙΖΟΝΤΑΙ; Ο ΣΚΟΠΟΣ ΑΓΙΑΖΕΙ ΤΑ ΜΕΣΑ; Η ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΤΟΥΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ Η ΕΣΧΑΤΟΛΟΓΙΑ ; ΤΟ Ω!]
Εδώ αξίζει να σημειωθεί ότι τις αυτές περιόδους στην Εκκλησία διδάσκει με τον ίδιο απαράλλακτο τρόπο και ο Πλάτων Μητροπολίτης Μόσχας στην Ορθόδοξη Διδασκαλία του74: «Η Χριστιανική Εκκλησία εθεμελιώθη από καταβολής κόσμου… η Χριστιανική πίστις έλαβε την αρχήν της από την αρχή αυτού του κόσμου…. Άυτη η εκκλησία είναι από καταβολής κόσμου μία μόνη και η αυτή, και θα διαμείνη μέχρι τέλους του κόσμου ή αυτή, καθώς και η πίστις την οποία κατέχει, είναι πάντοτε η αυτή «Ιησούς Χριστός χθές και σήμερον ο αυτός και εις τους αιώνας» (Εβρ. Γ΄ 8)…. Η Εκκλησία κατά την εξωτερικήν αυτής κατάστασιν, έλαβε τρείς διαφόρους περιόδους. Η πρώτη περίοδος είναι από Αδάμ μέχρι Μωσέως, η Δευτέρα από Μωσέως μέχρι Χριστού, και η τρίτη είναι από Χριστού μέχρι συντελείας του αιώνως…. Ήτο δε η υπόθεσις των αποκαλύψεων τούτων (σ.σ. στους δικαίους της Π.Δ.) ευαγγελική, δηλαδή η πίστης εις Χριστόν, ως συμφιλιωτήν και μεσίτην μεταξύ θεού και ανθρώπων. Δια τούτο και ο θεόσοφος Παύλος ομιλών περί των παλαιών και της πίστεως αυτών, συμπεραίνει λέγων, ότι όλοι αυτοί απέβλεπον «Εις τον της πίστεως αρχηγόν και τελειωτήν Ιησούν»(Εβρ. Ιβ΄ 2)….. Η Εκκλησία του Χριστού εδιώχθη πάντοτε και θέλει διωχθεί μέχρι της συντελείας, αλλά δεν θέλει εξαλειφθή ποτέ…. Πρώτος διώκτης εστάθη ο Κάϊν φονεύσας τον αθώον αυτού αδελφόν Άβελ. (γεν. δ΄)….. η Εκκλησία όμως εσώθη εις την κιβωτόν από τον κατακλυσμόν..»75.[Η ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΟΥ ΚΛΗΡΟΥ. ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΕΤΑΙ ΤΗΝ ΑΓΙΟΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΔΙΑΙΩΝΙΣΗ ΤΗΣ]
Την ίδια διδασκαλία βρίσκουμε και σε όλα σχεδόν τα κείμενα περί εκκλησίας που έχουν γραφτεί, αλλά και σε όλες τις Ορθόδοξες κατηχήσεις. Ενδεικτικά αναφέρουμε εδώ μόνο δύο, την δογματική του Αθανασίου του Παρίου που μας λέει: «Εκκλησία τοίνυν η το σύστημα των πιστών δηλούσα, καθόλου, λαμβανομένη εννοείται η από Αδάμ και μέχρι συντελείας, εν όλω τω κόσμω εκκεχυμένη, εν τρισί καταστάσεσι θεωρουμένη, ων η πρώτη υπήρξεν από Αδάμ, έως του Μωυσέως. Η Δευτέρα από του Μωυσέως, μέχρι του Χριστού. Και η Τρίτη η από του Χριστού, έως της συντελείας του αιώνος»76. Επίσης και η Ιερά Κατήχηση που εκδόθηκε κατ’ εντολή και με έγκριση του Οικουμενικού Πατριαρχείου το 1872 με συντάκτη τον Δ. Ν. Βερναρδάκη.: «Πώς άλλως ονομάζεται η εξ αποκαλύψεως θρησκεία, πόσαι και ποίαι αι διάφοροι αυτής φάσεις ή περίοδοι, και κατά τι διαφέρουσι; Η εξ αποκαλύψεως θρησκεία, εν γένει μεν σύγχρονος με αυτήν την πλάση του ανθρώπου, αναπτυχθείσα σε ιδίως αφότου ο Θεός έδωκεν εις τον πεπτωκότα Αδάμ την περί της μελλούσης σωτηρίας επαγγελίαν, και μέλλουσα να καταλήξει εις αυτήν την συντέλειαν του κόσμου, ονομάζεται και χριστιανική πίστις, κατά την ευρυτέραν σημασίαν της λέξεως, και χριστιανισμός, ως προερρέθη. Έχει δε ο χριστιανισμός τρείς μεγάλας περιόδους ή φάσεις, α) την από Αδάμ μέχρι Μωϋσέως, β) την από Μωϋσέως μέχρι Χριστού, και γ) την από Χριστού μέχρι συντελείας του κόσμου. Καθ’ εαυτήν ήτοι κατ’ ουσίαν, η χριστιανική θρησκεία ήτο απ’ αρχής μέχρι σήμερον και θα μείνη μέχρι τέλους μία, η αυτή και αναλλοίωτος δια τούτο και ο απόστολος Παύλος λέγει “Ιησούς Χριστός χθές και σήμερον ο Αυτός και εις τους αιώνας(Κορ. Ί. 3, 4)”…. Και εκ τούτων μόνον γίνεται ήδη δήλον, ότι η εκκλησία έχει πολλάς και διάφορους σημασίας [Η εκκλησία έχει και άλλας εκτός των κειμένων εκδοχάς, γενικοτέρας τε και μερικωτέρας. Κατά γενικοτάτην έννοιαν η εκκλησία περιλαμβάνει σύμπασαν την περί τους αγγέλους και ανθρώπους λογικήν κτίσην»(Εφες. Ά. 10, 20-23, Εφες. Ιβ’. 22-23, Κολ. Α’ 18, 20, August. Enchir. 56, de Civitate Dei X. 7).]. Κατά γενικωτέραν έννοιαν, εκκλησία λέγεται το σύνολον των πιστών εν γένει, και περιλαμβάνει πάντας τους πιστεύσαντας και βαπτισθέντας εις Χριστόν μετά την σάρκωσιν αυτού, ως και πάντας τους πιστεύσαντας εις Αυτόν πρό της σαρκώσεως, είτε υπό νόμον, είτε πρό του νόμου.»77[ΗΤΑΝ ΑΠΛΟΣ ΛΟΙΠΟΝ Ο ΔΙΑΧΩΡΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΕΠΟΧΩΝ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑΣ ΤΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΤΡΙΑΔΟΣ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΠΟΥ ΕΜΠΝΕΥΣΤΗΚΕ Ο ΝΤΑ ΦΙΟΡΕ]
Πολλούς όμως αιώνες νωρίτερα, τον Δ΄ συγκεκριμένα, ο Αγ. Επιφάνιος Κύπρου συνοπτικά αναφέρει τα ίδια: «Η Αγία Καθολική και Χριστιανισμός ούτως ωνομασμένος απ’ αρχής και συν Αδάμ και πρό του Αδάμ, και πάντων των αιώνων συν Χριστώ, θελήματι του Πατρός και Υιού και Αγ. Πνεύματος της Εκκλησίας της απ’ αιώνος ούσης»78. Ο Αγ. Ιωάννης Χρυσόστομος μεταξύ πολλών άλλων αναφερόμενος στην Εκκλησία, μας λέει: «Τίνος δε πρωτοτόκους καλεί λέγων, και Εκκλησία πρωτοτόκων; Πάντως τους χορούς των πιστών. Τί δε εστίν, έν σώμα; Οι πανταχού της οικουμένης πιστοί και όντως και γενόμενος και εσόμενος, πάλιν και οι προ της του Χριστού παρουσίας ευηρεστηκότες έν σώμα εισί»79.[ΟΠΩΣ ΜΑΣ ΠΑΡΕΔΩΣΕ ΣΤΟΥΣ ΜΑΚΑΡΙΣΜΟΥΣ]
Στό ίδιο πνεύμα και ο Συμεών Θεσ/νίκης όπως προαναφέραμε λέει: «Εις Μίαν μεν λέγει, καθότι είς είναι ό Θεός, και του Νόμου και της Χάριτος, και ότι Μίαν έγεινεν Εκκλησία των Αγγέλων και των ανθρώπων, τεθεμελιωμένη επάνω εις το θεμέλιον των αποστόλων και προφητών»80. Αυτό ακριβώς μας διδάσκει και η Εκκλησία την ώρα της Θείας Λειτουργίας ψέλνοντας τον «Επινίκιον ύμνον». «Επειδή δε κατά την τέλεσιν του μυστηρίου της ευχαριστίας ημείς εικονίζομεν μυστικώς τα Σεραφείμ, άτινα ασιγήτως δοξολογούσι τον Κύριον της δόξης ψάλλομεν ωσανεί εν ουρανώ τον επινίκιον ύμνον, όν ήκουσε ο προφήτης Ησαΐας αδόμενον υπό των Σεραφείμ “Άγιος, άγιος, άγιος, Κύριος Σαβαώθ, πλήρης ο ουρανός και η γή της δόξης σου,” και τον ύμνον, όν έψαλλον οι παίδες των Εβραίων, ότε μετά βαΐων και κλάδων, υπεδέξαντο τον Ιησούν εισελθόντα εις Ιερουσαλήμ κράζοντες, “Ωσαννά εν τοις υψίστοις, ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου, ωσαννά εν τοις υψίστοις”». Ηνώθησαν δε οι δύο ούτοι ύμνοι, επειδή μία Εκκλησία Αγγέλων και ανθρώπων εγένετο διά του Ιησού Χριστού»81.[ΣΩΜΑ ΟΥΡΑΝΟΥ ΔΕΝ ΕΛΑΒΕ Ο ΚΥΡΙΟΣ]
ΣΥΜΒΟΛΗ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ - ΑΠΘ
Σύμβουλος Καθηγητής κ. Χρ. Σταμούλης
Μεταπτυχιακός Φοιτητής: Δημήτριος Δουμάνης
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2015
ΚΕΦΆΛΑΙΟ Α΄: Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΠΡΟ ΧΡΙΣΤΟΥ.
α. Η «προϊστορία» της Εκκλησίας
Η εκκλησία του Χριστού φυσικά υπάρχει και προ Χριστού66. Οι πατέρες της Εκκλησίας του Χριστού, από πολύ νωρίς την αρχή της δεν την τοποθετούν απλά στην προ του Χριστού εποχή, αλλά στην προ της κτίσεως του ορατού κόσμου, με την δημιουργία των αγγελικών δυνάμεων, γι’ αυτό και την ονομάζουν πνευματική. Ο αποστολικός πατέρας67 Κλήμης επίσκοπος Ρώμης, γράφει στην αποδιδόμενη σ’ αυτόν β΄ προς Κορινθίους επιστολή: «Ώστε, αδελφοί, ποιούντες το θέλημα του Πατρός ημών Θεού εσόμεθα εκ της Εκκλησίας της πρώτης, της πνευματικής, της πρό ηλίου και σελήνης εκτισμένης.»68[ ΟΥΡΑΝΟΥ ΣΩΜΑ ΔΕΝ ΠΗΡΕ. ΕΑΝ ΞΕΧΑΣΟΥΜΕ ΤΗΝ ΝΕΑ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ, ΙΔΟΥ ΚΑΙΝΑ ΠΟΙΩ ΠΑΝΤΑ, ΠΡΟΚΕΙΜΕΝΟΥ ΝΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΡΓΗΣΟΥΜΕ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ, ΕΙΜΑΣΤΕ ΠΡΟΘΥΜΟΙ ΚΑΙ ΑΚΤΙΣΤΗ ΝΑ ΤΗΝ ΘΕΩΡΗΣΟΥΜΕ]Επίσης ο συνονόματος του Κλήμης ο Αλεξανδρεύς(150-216) γράφει με τον δικό του τρόπο το ίδιο: «Αύτη γάρ η πρωτότοκος Εκκλησία η εκ πολλών αγαθών συγκειμένη παιδίων, ταυτ’ έστι τα πρωτότοκα τα εναπογεγραμένα εν ουρανοίς και τοσαύταις μυριάσιν αγγέλων συμπανηγυρίζοντα»69.[ΚΑΜΜΙΑ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΟΝ ΚΛΗΜΗ ΡΩΜΗΣ] Περίπου την ίδια εποχή (100-140) γράφτηκε ένα πολύ αξιόλογο αποκαλυπτικό κείμενο ο «Ποιμήν του Ερμά», το οποίο αποτελείται από πέντε οράματα και οκτώ παραβολές. Στο β΄ όραμα λέει: «Απεκαλύφθη δε μοι, αδελφοί, κοιμωμένω υπό νεανίσκου ευειδεστάτου λέγοντός μοι, την πρεσβυτέραν, παρ’ ης έλαβες το βιβλίδιον, τίνα δοκείς είναι; Εγώ φημί, την Σίβυλλαν. Πλανάσαι, φησίν, ουκ έστιν. Τις ούν εστίν; Φημί. Η Εκκλησία, φησίν. Είπον αυτώ, διατί ούν πρεσβυτέρα; Ότι, φησίν, πάντων πρώτη εκτίσθη, δια τούτο πρεσβυτέρα, και δια ταύτην ο κόσμος κατηρτίσθη»70.[ΓΙΑ ΤΗΝ ΣΩΤΗΡΙΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ ΛΟΙΠΟΝ. ΚΑΙ ΤΟΥ ΚΟΣΜΙΚΟΥ ΦΡΟΝΗΜΑΤΟΣ. ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΖΟΥΣΑΝ ΟΙ ΑΡΧΑΙΟΙ.ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΜΙΚΡΟΚΟΣΜΟΣ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ; ΤΑ ΕΡΓΑ ΤΩΝ ΧΕΙΡΩΝ ΤΟΥ ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ΑΡΑΓΕ; ΑΥΤΑ ΤΑ ΕΡΓΑ ΔΕΝ ΧΑΘΗΚΑΝ ΜΕ ΤΗΝ ΠΤΩΣΗ;] Είναι όντως πολύ ενδιαφέρον το γεγονός ότι από τα πρώτα μετά-αποστολικά χρόνια, η πίστη της Εκκλησίας για την αρχή της, ανάγεται στην προ της κτίσεως του ορατού κόσμου εποχή.
β. Η «χρονική» διάσταση της Εκκλησίας
Αργότερα οι πατέρες που ασχολήθηκαν με το θέμα άρχισαν να την οριοθετούν και σε περιόδους ή φάσεις71. Ο Αγ. Νεκτάριος Αιγίνης την οριοθετεί σε τρείς περιόδους «α) Την από Αδάμ μέχρι Μωυσέως, β) την από Μωυσέως μέχρι της ελεύσεως του Σωτήρος, γ) την από Σωτήρος μέχρι συντελείας του αιώνος. Η εκκλησία και τις τρείς αυτές περιόδους «έσχε αυτόν» τον Κύριο Ιησού Χριστό»72. Ο ίδιος άγιος ακόμη γράφει: «Περί της αγίας του Χριστού εκκλησίας, ότι εστίν η Βασιλεία του Θεού επί της γης, ότι αύτη εστίν η μία αγία Εκκλησία η από καταβολής κόσμου προδιατυπωθείσα….»[ΕΙΣΑΓΕΤΑΙ ΟΜΩΣ Ο ΧΡΟΝΟΣ ΣΤΗΝ ΑΓΙΑ ΤΡΙΑΔΑ ΤΟΝ ΟΠΟΙΟ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΘΗΚΕ Ο ΖΗΖΙΟΥΛΑΣ ΓΙΑ ΝΑ ΔΗΛΩΣΕΙ ΟΤΙ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΑΓΙΟ ΠΝΕΥΜΑ ΔΕΝ ΗΛΘΑΝ ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΑ ΣΤΗΝ ΥΠΑΡΞΗ] και αλλού: «Ο Ιησούς Χριστός ως κεφαλή της εκκλησίας της εν εδέμ….». Αναφερόμενος στον Αγ. Επιφάνιο Κύπρου λέει: «..εν τω συγγράμματι αυτού τω Παναρίω, λόγον ποιούμενος περί Εκκλησίας, εν τέλει αυτού λέγει: Η εκκλησία εστί συν τω Αδάμ πεπλασμένη και εν τοις προ του Αβραάμ Πατριάρχαις προκεκηρυγμένη και μετά του Αβραάμ πεπιστευμένη, και δια Μωυσέως αποκαλυφθείσα και εν Ησαΐα προφητευομένη, εν Χριστώ δε αναδειχθείσα και συν Χριστώ υπάρχουσα…». Ακόμη αναφερόμενος και στον Αγ. Κύριλλο Ιεροσολύμων λέγει: «η εκκλησία του Χριστού περιλαμβάνει και τους εις Χριστόν πιστεύοντες προ της ελεύσεως αυτού τους αποτελούντας την εκκλησίαν της Π.Δ.»73.[Η ΕΝΩΣΗ ΜΕ ΤΟΝ ΘΕΟ ΛΟΓΟ ΕΙΝΑΙ Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ. Η ΟΠΟΙΑ ΘΑ ΕΠΡΑΓΜΑΤΟΠΟΙΗΤΟ ΚΑΙ ΣΤΟΝ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ. ΟΠΩΣ ΚΑΙ ΕΓΙΝΕ ΔΙΑ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ. Ο ΣΚΟΠΟΣ ΚΑΙ Η ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗ ΤΟΥ ΤΑΥΤΙΖΟΝΤΑΙ; Ο ΣΚΟΠΟΣ ΑΓΙΑΖΕΙ ΤΑ ΜΕΣΑ; Η ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΤΟΥΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ Η ΕΣΧΑΤΟΛΟΓΙΑ ; ΤΟ Ω!]
Εδώ αξίζει να σημειωθεί ότι τις αυτές περιόδους στην Εκκλησία διδάσκει με τον ίδιο απαράλλακτο τρόπο και ο Πλάτων Μητροπολίτης Μόσχας στην Ορθόδοξη Διδασκαλία του74: «Η Χριστιανική Εκκλησία εθεμελιώθη από καταβολής κόσμου… η Χριστιανική πίστις έλαβε την αρχήν της από την αρχή αυτού του κόσμου…. Άυτη η εκκλησία είναι από καταβολής κόσμου μία μόνη και η αυτή, και θα διαμείνη μέχρι τέλους του κόσμου ή αυτή, καθώς και η πίστις την οποία κατέχει, είναι πάντοτε η αυτή «Ιησούς Χριστός χθές και σήμερον ο αυτός και εις τους αιώνας» (Εβρ. Γ΄ 8)…. Η Εκκλησία κατά την εξωτερικήν αυτής κατάστασιν, έλαβε τρείς διαφόρους περιόδους. Η πρώτη περίοδος είναι από Αδάμ μέχρι Μωσέως, η Δευτέρα από Μωσέως μέχρι Χριστού, και η τρίτη είναι από Χριστού μέχρι συντελείας του αιώνως…. Ήτο δε η υπόθεσις των αποκαλύψεων τούτων (σ.σ. στους δικαίους της Π.Δ.) ευαγγελική, δηλαδή η πίστης εις Χριστόν, ως συμφιλιωτήν και μεσίτην μεταξύ θεού και ανθρώπων. Δια τούτο και ο θεόσοφος Παύλος ομιλών περί των παλαιών και της πίστεως αυτών, συμπεραίνει λέγων, ότι όλοι αυτοί απέβλεπον «Εις τον της πίστεως αρχηγόν και τελειωτήν Ιησούν»(Εβρ. Ιβ΄ 2)….. Η Εκκλησία του Χριστού εδιώχθη πάντοτε και θέλει διωχθεί μέχρι της συντελείας, αλλά δεν θέλει εξαλειφθή ποτέ…. Πρώτος διώκτης εστάθη ο Κάϊν φονεύσας τον αθώον αυτού αδελφόν Άβελ. (γεν. δ΄)….. η Εκκλησία όμως εσώθη εις την κιβωτόν από τον κατακλυσμόν..»75.[Η ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΟΥ ΚΛΗΡΟΥ. ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΕΤΑΙ ΤΗΝ ΑΓΙΟΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΔΙΑΙΩΝΙΣΗ ΤΗΣ]
Την ίδια διδασκαλία βρίσκουμε και σε όλα σχεδόν τα κείμενα περί εκκλησίας που έχουν γραφτεί, αλλά και σε όλες τις Ορθόδοξες κατηχήσεις. Ενδεικτικά αναφέρουμε εδώ μόνο δύο, την δογματική του Αθανασίου του Παρίου που μας λέει: «Εκκλησία τοίνυν η το σύστημα των πιστών δηλούσα, καθόλου, λαμβανομένη εννοείται η από Αδάμ και μέχρι συντελείας, εν όλω τω κόσμω εκκεχυμένη, εν τρισί καταστάσεσι θεωρουμένη, ων η πρώτη υπήρξεν από Αδάμ, έως του Μωυσέως. Η Δευτέρα από του Μωυσέως, μέχρι του Χριστού. Και η Τρίτη η από του Χριστού, έως της συντελείας του αιώνος»76. Επίσης και η Ιερά Κατήχηση που εκδόθηκε κατ’ εντολή και με έγκριση του Οικουμενικού Πατριαρχείου το 1872 με συντάκτη τον Δ. Ν. Βερναρδάκη.: «Πώς άλλως ονομάζεται η εξ αποκαλύψεως θρησκεία, πόσαι και ποίαι αι διάφοροι αυτής φάσεις ή περίοδοι, και κατά τι διαφέρουσι; Η εξ αποκαλύψεως θρησκεία, εν γένει μεν σύγχρονος με αυτήν την πλάση του ανθρώπου, αναπτυχθείσα σε ιδίως αφότου ο Θεός έδωκεν εις τον πεπτωκότα Αδάμ την περί της μελλούσης σωτηρίας επαγγελίαν, και μέλλουσα να καταλήξει εις αυτήν την συντέλειαν του κόσμου, ονομάζεται και χριστιανική πίστις, κατά την ευρυτέραν σημασίαν της λέξεως, και χριστιανισμός, ως προερρέθη. Έχει δε ο χριστιανισμός τρείς μεγάλας περιόδους ή φάσεις, α) την από Αδάμ μέχρι Μωϋσέως, β) την από Μωϋσέως μέχρι Χριστού, και γ) την από Χριστού μέχρι συντελείας του κόσμου. Καθ’ εαυτήν ήτοι κατ’ ουσίαν, η χριστιανική θρησκεία ήτο απ’ αρχής μέχρι σήμερον και θα μείνη μέχρι τέλους μία, η αυτή και αναλλοίωτος δια τούτο και ο απόστολος Παύλος λέγει “Ιησούς Χριστός χθές και σήμερον ο Αυτός και εις τους αιώνας(Κορ. Ί. 3, 4)”…. Και εκ τούτων μόνον γίνεται ήδη δήλον, ότι η εκκλησία έχει πολλάς και διάφορους σημασίας [Η εκκλησία έχει και άλλας εκτός των κειμένων εκδοχάς, γενικοτέρας τε και μερικωτέρας. Κατά γενικοτάτην έννοιαν η εκκλησία περιλαμβάνει σύμπασαν την περί τους αγγέλους και ανθρώπους λογικήν κτίσην»(Εφες. Ά. 10, 20-23, Εφες. Ιβ’. 22-23, Κολ. Α’ 18, 20, August. Enchir. 56, de Civitate Dei X. 7).]. Κατά γενικωτέραν έννοιαν, εκκλησία λέγεται το σύνολον των πιστών εν γένει, και περιλαμβάνει πάντας τους πιστεύσαντας και βαπτισθέντας εις Χριστόν μετά την σάρκωσιν αυτού, ως και πάντας τους πιστεύσαντας εις Αυτόν πρό της σαρκώσεως, είτε υπό νόμον, είτε πρό του νόμου.»77[ΗΤΑΝ ΑΠΛΟΣ ΛΟΙΠΟΝ Ο ΔΙΑΧΩΡΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΕΠΟΧΩΝ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑΣ ΤΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΤΡΙΑΔΟΣ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΠΟΥ ΕΜΠΝΕΥΣΤΗΚΕ Ο ΝΤΑ ΦΙΟΡΕ]
Πολλούς όμως αιώνες νωρίτερα, τον Δ΄ συγκεκριμένα, ο Αγ. Επιφάνιος Κύπρου συνοπτικά αναφέρει τα ίδια: «Η Αγία Καθολική και Χριστιανισμός ούτως ωνομασμένος απ’ αρχής και συν Αδάμ και πρό του Αδάμ, και πάντων των αιώνων συν Χριστώ, θελήματι του Πατρός και Υιού και Αγ. Πνεύματος της Εκκλησίας της απ’ αιώνος ούσης»78. Ο Αγ. Ιωάννης Χρυσόστομος μεταξύ πολλών άλλων αναφερόμενος στην Εκκλησία, μας λέει: «Τίνος δε πρωτοτόκους καλεί λέγων, και Εκκλησία πρωτοτόκων; Πάντως τους χορούς των πιστών. Τί δε εστίν, έν σώμα; Οι πανταχού της οικουμένης πιστοί και όντως και γενόμενος και εσόμενος, πάλιν και οι προ της του Χριστού παρουσίας ευηρεστηκότες έν σώμα εισί»79.[ΟΠΩΣ ΜΑΣ ΠΑΡΕΔΩΣΕ ΣΤΟΥΣ ΜΑΚΑΡΙΣΜΟΥΣ]
Στό ίδιο πνεύμα και ο Συμεών Θεσ/νίκης όπως προαναφέραμε λέει: «Εις Μίαν μεν λέγει, καθότι είς είναι ό Θεός, και του Νόμου και της Χάριτος, και ότι Μίαν έγεινεν Εκκλησία των Αγγέλων και των ανθρώπων, τεθεμελιωμένη επάνω εις το θεμέλιον των αποστόλων και προφητών»80. Αυτό ακριβώς μας διδάσκει και η Εκκλησία την ώρα της Θείας Λειτουργίας ψέλνοντας τον «Επινίκιον ύμνον». «Επειδή δε κατά την τέλεσιν του μυστηρίου της ευχαριστίας ημείς εικονίζομεν μυστικώς τα Σεραφείμ, άτινα ασιγήτως δοξολογούσι τον Κύριον της δόξης ψάλλομεν ωσανεί εν ουρανώ τον επινίκιον ύμνον, όν ήκουσε ο προφήτης Ησαΐας αδόμενον υπό των Σεραφείμ “Άγιος, άγιος, άγιος, Κύριος Σαβαώθ, πλήρης ο ουρανός και η γή της δόξης σου,” και τον ύμνον, όν έψαλλον οι παίδες των Εβραίων, ότε μετά βαΐων και κλάδων, υπεδέξαντο τον Ιησούν εισελθόντα εις Ιερουσαλήμ κράζοντες, “Ωσαννά εν τοις υψίστοις, ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου, ωσαννά εν τοις υψίστοις”». Ηνώθησαν δε οι δύο ούτοι ύμνοι, επειδή μία Εκκλησία Αγγέλων και ανθρώπων εγένετο διά του Ιησού Χριστού»81.[ΣΩΜΑ ΟΥΡΑΝΟΥ ΔΕΝ ΕΛΑΒΕ Ο ΚΥΡΙΟΣ]
[ΔΙΝΕΤΑΙ ΜΑΧΗ ΕΡΗΜΗΝ ΜΑΣ ΔΥΣΤΥΧΩΣ Η ΟΠΟΙΑ ΘΑ ΛΗΞΕΙ ΣΤΑ ΕΣΧΑΤΑ, ΟΠΩΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑ ΤΟΥΣ ΜΑΝΙΧΑΙΟΥΣ]
66. Ν.ΜΑΤΣΟΎΚΑ.: Δογματική και συμβολική θεολογία β΄, εκδ.: Π. Πουρναρά Θεσ/νίκη 2010. σ.σ.355-356, «Η Εκκλησία λοιπόν αρχίζει με την δημιουργία, και επομένως έχει κατά αρχήν ένα πολύ συγκεκριμένο απτό, αισθητό και ιστορικό χαρακτήρα.», σ. 365, «Η σύνδεση δημιουργίας και Εκκλησίας μας προφυλάσσει εξάπαντος από αντιλήψεις που θεωρούν την Εκκλησία ως μία στατική περιοχή, ταυτίζοντάς την μάλιστα με μία ιστορική φάση(κυρίως την περίοδο μετά την Πεντηκοστή), ή ακόμη το χειρότερο με μία χρονική και τοπική διάσταση».
67. Ο όρος «Αποστολικοί Πατέρες» είναι ένας τεχνικός όρος που επινοήθηκε το 17ο αιώνα για να συμπεριλάβει τα πρώτα χριστιανικά κείμενα, που γράφτηκαν μετά από τα βιβλία της Καινής Διαθήκης και διεκδικούν ή απηχούν μια άμεση σχέση με τη διδασκαλία των αποστόλων. Τα κυριότερα και πλέον αξιομνημόνευτα συγγράμματα της κατηγορίας αυτής είναι: Οι επιστολές του αγίου Ιγνατίου του Θεοφόρου, η επιστολή Βαρνάβα και ο Ποιμήν του Ερμά. Για περισσότερες πληροφορίες βλέπε σχετικά: Χ. ΑΡΑΜΠΑΤΖΉ, Χριστιανική Γραμματεία, Τόμος Α’, Εκκλησιαστικοί συγγραφείς και κείμενα της πρώτης χιλιετίας, εκδ. Π. Πουρναρά, Θεσ/νίκη 2008, σ. 42-44, από όπου και το σχόλιο.
68. ΚΛΉΜΕΝΤΟΣ ΡΏΜΗΣ, Β΄ επιστολή προς Κορινθίους, XIV, 1-3.(Ε.Π.Ε. Αποστολικοί Πατέρες 3, σ. 359.).
69. ΚΛΉΜΕΝΤΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΈΩΣ, Προτρεπτικός προς Έλληνας, P.G. 8, 103B. Σε αυτό το χωρίο, είναι φανερή η εξάρτηση του από την προς Εβραίους επιστολή του Απ. Παύλου ιβ΄, 22-23 : ««Προσεληλύθατε Σιών όρει και πόλει Θεού ζώντος, Ιερουσαλήμ επουρανίω, και μυριάσι αγγέλων, πανηγύρει και Εκκλησία πρωτοτόκων εν ουρανοίς απογεγραμένων..».
70. ΕΡΜΆ, Ποιμήν, Όρασις β΄, 4, 1.
71. Μια πολύ ωραία εξήγηση για τον λόγο υπάρξεως φάσεων στην Εκκλησία του Χριστού μας δίνει ο ΝΙΚ. ΜΑΤΣΟΎΚΑΣ στο, Δογματική και Συμβολική Θεολογία Β’. Εκδ.: Π. Πουρναρά Θεσ/νίκη 1992,σ. 365 «Η σύνδεση δημιουργίας και Εκκλησίας μας προφυλάγει εξάπαντος από αντιλήψεις που θεωρούν την Εκκλησία ως μια στατική περιοχή, ταυτίζοντάς την μάλιστα με μια ιστορική φάση(κυρίως την περίοδο μετά την Πεντηκοστή), ή ακόμα το χειρότερο με μια χρονική και τοπική διάσταση. Η Εκκλησία όμως, υπό το παραπάνω πρίσμα, έχει την ίδια την διάσταση όλης της δημιουργίας, και επομένως εκδηλώνεται με ένα εξελικτικό δυναμισμό, με μια εσχατολογική προοπτική. Υπάρχει το Α της πρωτολογίας, ως αρχικής δημιουργίας, και το Ω της εσχατολογικής κατάληξης.» και στην σελ. 377 «Ο κόσμος της Εκκλησίας λοιπόν, ως μικρόκοσμος της ίδιας της τριαδικής κοινωνίας, δεν νοείται στατικός ούτε απαρχής ολοκληρωμένος, είναι κόσμος που πορεύετε προς το Ω μιας επιβαλλόμενης από την κτιστότητα κατάληξης. Γι’ αυτό ακριβώς, σύμφωνα με τα βιβλικά και πατερικά μνημεία της παράδοσης, κάνουμε λόγο για φάσεις της Εκκλησίας, θα έλεγε κανείς φάσεις της ίδιας της δημιουργίας.».
72. ΝΕΚΤΑΡΊΟΥ ΠΕΝΤΑΠΌΛΕΩΣ, Μελέται δύο α)περί της Μίας Αγίας Καθολικής ,β)περί της Ιεράς Παραδόσεως, εκδ. Βιβλιοπωλείον Νεκτάριος Παναγόπουλος Αθήνα 1987.
73. ΝΕΚΤΑΡΊΟΥ ΠΕΝΤΑΠΌΛΕΩΣ, Μελέται δύο α)περί της Μίας Αγίας Καθολικής ,β)περί της Ιεράς Παραδόσεως, εκδ. Βιβλιοπωλείον Νεκτάριος Παναγόπουλος Αθήνα 1987.
74. ΠΛΆΤΩΝ ΜΗΤΡΟΠΟΛΊΤΗΣ ΜΌΣΧΑΣ, Ορθόδοξος Διδασκαλία, Μόσχα 1782. Από την μετάφραση του Δ. Κοραή από τα γερμανικά στα ελληνικά. Το κείμενο βρίσκεται στο http://anemi.lib.uoc.gr/metadata/1/2/f/metadata-102-0000000.tkl της ψηφιακής βιβλιοθήκης του Πανεπιστημίου Κρήτης.
75. Ν. ΜΑΤΣΟΎΚΑ, Δογματική και Συμβολική Θεολογία β΄. εκδ.: Π. Πουρναρά Θεσ/νίκη 1992,σ.σ. 367-380. Τις ίδιες φάσεις με λεκτικές διαφορές υιοθετεί και ο καθηγητής: 1) Η Εκκλησία «των πρωτοτόκων», δηλαδή του πρώτου νοητού κόσμου των αιώνων, 2) Η Εκκλησία της αισθητής και νοητής παραδείσιας κοινωνίας, της μικτής κατάστασης, 3) Η εκλογή και η ιστορία του περιούσιου λαού, 4) Η Εκκλησία του Παρακλήτου και 5) Η εσχατολογική τελείωση της Εκκλησίας.
76. ΑΘΑΝΑΣΊΟΥ ΤΟΥ ΠΑΡΊΟΥ: Επιτομή είτε συλλογή των θείων της πίστεως δογμάτων, Λειψία της Σαξωνίας, 1806.
77. Δ. ΒΕΡΝΑΡΔΆΚΗ, Ιερά Κατήχησις, Οικουμενικό Πατριαρχείο, 1872.
78. ΕΠΙΦΆΝΙΟΥ ΚΎΠΡΟΥ, Πανάριον 3,2 P.G.42 783D-784A.
79. ΙΩΆΝΝΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΌΜΟΥ, Υπόμνημα εις την προς εφεσίους επιστολήν, P.G. 62,75.
80. ΣΥΜΕΏΝ ΘΕΣ/ΝΙΚΗΣ, ΆΠΑΝΤΑ, εκδ. Β. Ρηγοπούλου, Θεσ/νίκη 1986, σ.420.
81. ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΊΟΥ ΓΕΩΡΓΙΆΔΟΥ, Αρχιεπισκόπου Κορινθίας, ΕΠΙΤΟΜΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΗΣ, εκ του τυπογραφείου «ΝΟΜΙΚΗΣ», Δ. ΒΕΡΓΙΑΝΊΤΟΥ εν Αθήναις 1909, σ. 119.
Σημειώσεις
67. Ο όρος «Αποστολικοί Πατέρες» είναι ένας τεχνικός όρος που επινοήθηκε το 17ο αιώνα για να συμπεριλάβει τα πρώτα χριστιανικά κείμενα, που γράφτηκαν μετά από τα βιβλία της Καινής Διαθήκης και διεκδικούν ή απηχούν μια άμεση σχέση με τη διδασκαλία των αποστόλων. Τα κυριότερα και πλέον αξιομνημόνευτα συγγράμματα της κατηγορίας αυτής είναι: Οι επιστολές του αγίου Ιγνατίου του Θεοφόρου, η επιστολή Βαρνάβα και ο Ποιμήν του Ερμά. Για περισσότερες πληροφορίες βλέπε σχετικά: Χ. ΑΡΑΜΠΑΤΖΉ, Χριστιανική Γραμματεία, Τόμος Α’, Εκκλησιαστικοί συγγραφείς και κείμενα της πρώτης χιλιετίας, εκδ. Π. Πουρναρά, Θεσ/νίκη 2008, σ. 42-44, από όπου και το σχόλιο.
68. ΚΛΉΜΕΝΤΟΣ ΡΏΜΗΣ, Β΄ επιστολή προς Κορινθίους, XIV, 1-3.(Ε.Π.Ε. Αποστολικοί Πατέρες 3, σ. 359.).
69. ΚΛΉΜΕΝΤΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΈΩΣ, Προτρεπτικός προς Έλληνας, P.G. 8, 103B. Σε αυτό το χωρίο, είναι φανερή η εξάρτηση του από την προς Εβραίους επιστολή του Απ. Παύλου ιβ΄, 22-23 : ««Προσεληλύθατε Σιών όρει και πόλει Θεού ζώντος, Ιερουσαλήμ επουρανίω, και μυριάσι αγγέλων, πανηγύρει και Εκκλησία πρωτοτόκων εν ουρανοίς απογεγραμένων..».
70. ΕΡΜΆ, Ποιμήν, Όρασις β΄, 4, 1.
71. Μια πολύ ωραία εξήγηση για τον λόγο υπάρξεως φάσεων στην Εκκλησία του Χριστού μας δίνει ο ΝΙΚ. ΜΑΤΣΟΎΚΑΣ στο, Δογματική και Συμβολική Θεολογία Β’. Εκδ.: Π. Πουρναρά Θεσ/νίκη 1992,σ. 365 «Η σύνδεση δημιουργίας και Εκκλησίας μας προφυλάγει εξάπαντος από αντιλήψεις που θεωρούν την Εκκλησία ως μια στατική περιοχή, ταυτίζοντάς την μάλιστα με μια ιστορική φάση(κυρίως την περίοδο μετά την Πεντηκοστή), ή ακόμα το χειρότερο με μια χρονική και τοπική διάσταση. Η Εκκλησία όμως, υπό το παραπάνω πρίσμα, έχει την ίδια την διάσταση όλης της δημιουργίας, και επομένως εκδηλώνεται με ένα εξελικτικό δυναμισμό, με μια εσχατολογική προοπτική. Υπάρχει το Α της πρωτολογίας, ως αρχικής δημιουργίας, και το Ω της εσχατολογικής κατάληξης.» και στην σελ. 377 «Ο κόσμος της Εκκλησίας λοιπόν, ως μικρόκοσμος της ίδιας της τριαδικής κοινωνίας, δεν νοείται στατικός ούτε απαρχής ολοκληρωμένος, είναι κόσμος που πορεύετε προς το Ω μιας επιβαλλόμενης από την κτιστότητα κατάληξης. Γι’ αυτό ακριβώς, σύμφωνα με τα βιβλικά και πατερικά μνημεία της παράδοσης, κάνουμε λόγο για φάσεις της Εκκλησίας, θα έλεγε κανείς φάσεις της ίδιας της δημιουργίας.».
72. ΝΕΚΤΑΡΊΟΥ ΠΕΝΤΑΠΌΛΕΩΣ, Μελέται δύο α)περί της Μίας Αγίας Καθολικής ,β)περί της Ιεράς Παραδόσεως, εκδ. Βιβλιοπωλείον Νεκτάριος Παναγόπουλος Αθήνα 1987.
73. ΝΕΚΤΑΡΊΟΥ ΠΕΝΤΑΠΌΛΕΩΣ, Μελέται δύο α)περί της Μίας Αγίας Καθολικής ,β)περί της Ιεράς Παραδόσεως, εκδ. Βιβλιοπωλείον Νεκτάριος Παναγόπουλος Αθήνα 1987.
74. ΠΛΆΤΩΝ ΜΗΤΡΟΠΟΛΊΤΗΣ ΜΌΣΧΑΣ, Ορθόδοξος Διδασκαλία, Μόσχα 1782. Από την μετάφραση του Δ. Κοραή από τα γερμανικά στα ελληνικά. Το κείμενο βρίσκεται στο http://anemi.lib.uoc.gr/metadata/1/2/f/metadata-102-0000000.tkl της ψηφιακής βιβλιοθήκης του Πανεπιστημίου Κρήτης.
75. Ν. ΜΑΤΣΟΎΚΑ, Δογματική και Συμβολική Θεολογία β΄. εκδ.: Π. Πουρναρά Θεσ/νίκη 1992,σ.σ. 367-380. Τις ίδιες φάσεις με λεκτικές διαφορές υιοθετεί και ο καθηγητής: 1) Η Εκκλησία «των πρωτοτόκων», δηλαδή του πρώτου νοητού κόσμου των αιώνων, 2) Η Εκκλησία της αισθητής και νοητής παραδείσιας κοινωνίας, της μικτής κατάστασης, 3) Η εκλογή και η ιστορία του περιούσιου λαού, 4) Η Εκκλησία του Παρακλήτου και 5) Η εσχατολογική τελείωση της Εκκλησίας.
76. ΑΘΑΝΑΣΊΟΥ ΤΟΥ ΠΑΡΊΟΥ: Επιτομή είτε συλλογή των θείων της πίστεως δογμάτων, Λειψία της Σαξωνίας, 1806.
77. Δ. ΒΕΡΝΑΡΔΆΚΗ, Ιερά Κατήχησις, Οικουμενικό Πατριαρχείο, 1872.
78. ΕΠΙΦΆΝΙΟΥ ΚΎΠΡΟΥ, Πανάριον 3,2 P.G.42 783D-784A.
79. ΙΩΆΝΝΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΌΜΟΥ, Υπόμνημα εις την προς εφεσίους επιστολήν, P.G. 62,75.
80. ΣΥΜΕΏΝ ΘΕΣ/ΝΙΚΗΣ, ΆΠΑΝΤΑ, εκδ. Β. Ρηγοπούλου, Θεσ/νίκη 1986, σ.420.
81. ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΊΟΥ ΓΕΩΡΓΙΆΔΟΥ, Αρχιεπισκόπου Κορινθίας, ΕΠΙΤΟΜΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΗΣ, εκ του τυπογραφείου «ΝΟΜΙΚΗΣ», Δ. ΒΕΡΓΙΑΝΊΤΟΥ εν Αθήναις 1909, σ. 119.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου