Πέμπτη 2 Ιουνίου 2016

Η ΤΡΙΑΔΑ ΣΤΑ ΓΡΑΠΤΑ ΤΟΥ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ (2)-επανάληψη

2. Νόημα και σκοπός της Τριαδικής Θεολογίας. 

https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjHInCC41Vg2BZeBJ6f7xXHoTL2LQyHLNRtVuhSMYZ7ULDZKaddGCtDxSWk8bF2GBQ2coRb5-0EN9v3xA5q-7txxhaALzudaSA5IK1BplCpy0mij3fhWepPTKyEcIJSqxA6nScS_p4ejR4/s1600/Sandro_Botticelli.jpgΓια τον Αυγουστίνο η Τριαδική Θεολογία έχει μία τριπλή σημασία: απολογητική, ποιμαντική και τυπικά Θεολογική. 
          Η απολογητική του πρόθεση αναγνωρίζεται στην μάχη εναντίον τού Σαβελλιανισμού από το ένα μέρος και ενάντια στον Αρειανισμό από το άλλο (Θεωρούσε όμως αυτόν τον τελευταίο την μεγαλύτερη πρόκληση). Και στα δύο αυτά κινήματα κατεύθυνε τον ίδιο έλεγχο. Οι αντιρρήσεις τού ενός δεν έκαναν τίποτε άλλο από το να αμφισβητούν την εγκυρότητα τού άλλου. Γι'αυτόν τον λόγο ήταν πεισμένος πώς η οδός τής Τριαδικής Θεολογίας έπρεπε να διέλθει ανάμεσα σ'αυτά τα δύο άκρα. Το παρακάτω απόσπασμα από την ερμηνεία του στο κατά Ιωάννην, 71,2 το φανερώνει. 
          «Να μην χάσουμε ούτε ένα από τα πρόσωπα, διέκρινε τα πρόσωπα. Διέκρινε με κατανοητό τρόπο, διαχώρισε τίμια, για να μην σκοντάψεις στην Σκύλλα ενώ προσπαθείς να ξεφύγεις από την Χάρυβδη. Σε κατάπιε η δίνη του αθεϊσμού τών σαβελλιανών και γι' αυτό μας λες πώς Εκείνος που είναι ο Υιός είναι και ο Πατήρ; Και τώρα έχεις διδαχθεί την αλήθεια τουλάχιστον; "Δεν είμαι μόνος, αλλά μαζί μου είναι ο Πατήρ που με απέστειλε". Δέχεσαι λοιπόν πώς ο Πατήρ είναι Πατήρ και πώς ο Υιός είναι Υιός. Και κανείς πολύ καλά που το δέχεσαι. Αλλά μην λες πάλι "ο Πατήρ είναι ανώτερος, ο Υιός κατώτερος". Μην λες: "ο Πατήρ είναι χρυσός, ο Υιός είναι ασήμι". Είναι μία η ουσία, μία Θεότης, μία αιωνιότης, είναι μία τέλεια ταυτότης, καμία ανομοιότης. Καθότι εάν πιστεύεις πώς ο Χριστός είναι άλλος από Εκείνον που είναι ο Πατήρ, αλλά τον υπολογίζεις διαφορετικό ως προς την Φύση, τότε, παρότι έχεις ξεφύγει από την Χάρυβδη, ναυάγησες μάλλον στα βράχια της Σκύλλας. Διότι ο Υιός είναι άλλος, αφού δεν είναι ίδιος με τον Πατέρα, αλλά δεν είναι κάτι άλλο, αλλά το ίδιο πράγμα είναι ο Πατήρ και ο Υιός. Αλλά γιατί λέω το ίδιο πράγμα. ΕΙΝΑΙ ΕΝΑΣ ΘΕΟΣ». Το Τριαδικό δόγμα λοιπόν απέκτησε την αξία του και το ειδικό του βάρος με την διαμάχη του σ'αυτά τα δύο άκρα, τα οποία έκαναν πιο αποτελεσματικά τον στοχασμό του, γύρω από έναν Θεό με τρείς προσωπικότητες ενωμένες σε μία μοναδική ουσία. 

          Η απολογητική προοπτική η οποία επιβλήθηκε στον Επίσκοπο της Ιππώνος από τις περιστάσεις, είναι πολύ στενά συνδεδεμένη με την ποιμαντική προοπτική τού Τριαδικού του δόγματος, σαν απάντηση στις συγκεκριμένες ερωτήσεις που του υποβάλλοντο από τους πιστούς οι οποίοι είχαν εμπιστευθεί την καθοδήγησή του. Μερικοί εξ' αυτών σκανδαλιζόντουσαν ακούγοντας πώς ο Πατήρ είναι Θεός, ο Υιός είναι Θεός, το Πνεύμα είναι Θεός. Και ότι παρ' όλα αυτά αυτή η Τριάδα δεν είναι τρείς Θεοί, αλλά ένας μόνον Θεός. (Περί Τριάδος 1,5,8). 
          Είναι ερωτήσεις οι οποίες επικεντρώνονται στην ενότητα τής ουσίας και της ενέργειας στον Θεό και στην ενέργεια των Θείων προσώπων στην ιστορία της σωτηρίας. Η κοινότητά του ενδιαφερόταν επί πλέον για τον ρόλο του Αγίου Πνεύματος στην Τριάδα, σημειώνοντας πώς ήταν δύσκολο να κατανοηθεί γιατί το πνεύμα ανήκε στον Πατέρα και τον Υιό [υπήρχε ήδη το Φιλιόκβε], αφού δεν είχε γεννηθεί ούτε από τον Πατέρα, ούτε από τον Υιό, ούτε και από τους δύο μαζί. Έτσι ενεργοποιημένος από παρόμοιες ερωτήσεις, ο Αυγουστίνος προσπάθησε να απαντήσει σύμφωνα με τις δυνατότητές του. Και καθώς ήταν ερωτήσεις τις οποίες ο ίδιος έθετε από χρόνια, θέλησε την συμμετοχή των πιστών του στην έρευνα του της αληθείας. Προσευχόμενος ώστε η κοινή έρευνα να βοηθούσε και τον ίδιο να προοδεύσει στην γνώση του Θεού. 

          Ο Θεολογικός συστηματικός σκοπός που είχε θέσει στην επεξεργασία τού Τριαδικού του δόγματος ήταν να συγχωνεύσει την παραδοθείσα πίστη στην δυναμική τής δική του πνευματικής ζωής, για να ευνοήσει τόσο την έρευνα όσο και την αγάπη τού Θεού. Η Τριαδική Θεολογία είναι γι'αυτόν μία έκφραση της αγάπης για τον Θεό που φανερώνεται στην διανοητική του προσπάθεια και στο πνευματικό του άνοιγμα. Αυτό δεν αντιστοιχεί απολύτως στον ορισμό του Θεολόγου σαν "εραστού του Θεού" (πολιτεία του Θεού VIII1), αλλά επίσης σε ένα από τα πιο γνωστά χαρακτηριστικά τού Αυγουστίνου, εκείνο της ακούραστης έρευνας, στην οποία οι ανακαλύψεις δεν έκαναν τίποτε άλλο από το να ωθούν προς νέα ερωτήματα και νέες απαντήσεις. [Απουσιάζει πλήρως η εμπειρία του Θεού, η μετάνοια, η προσευχή της καρδιάς. Όλα είναι νοητικά. Σήμερα έχει επικρατήσει ο τρόπος του Αυγουστίνου παντού. Η Εκκλησιαστική Θεολογία, η ποιμαντική, η Μελέτη της Ορθοδοξίας από τους Νεοορθοδόξους. Ομολογίες σαν : Η Εκκλησία σώζει και διά της Εκκλησίας η σωτηρία, ανήκουν στο έκτρωμα που κατασκεύασε σιγά-σιγά η Δύση, βασιζόμενη στον Αυγουστίνο: Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΕΙΝΑΙ Ο ΘΕΟΣ. Μία τέταρτη υπόσταση η οποία πλούτισε την θεωρία της στα πλαίσια της Ορθοδοξίας με τις σοφιολογίες]. 
          Στο περί Τριάδος ο επίσκοπος της Ιππώνος αποδεικνύει πώς είναι πιο συνειδητοποιημένος από τα πρώτα του γραπτά, σχετικά με την αμφιθυμία τής νοητικής του δυνάμεως. Αυτή η συνειδητοποίηση προκάλεσε και την παρακάτω προσευχή που παρουσιάζουμε: "Δώσε μου την δύναμη να σε αναζητήσω, εσύ που αφέθηκες να ανακαλυφθείς και μας άφησες την ελπίδα να σε βρίσκουμε όλο και περισσότερο. Απέναντί σου βρίσκονται η δύναμίς μου και η αδυναμία μου: κράτησε εκείνη και θεράπευσε αυτή. Απέναντί σου στέκονται η γνώση μου και η άγνοιά μου. Εκεί που μας άνοιξες την πόρτα, δέξου αυτόν που εισέρχεται. Εκεί που μου αρνήθηκες την πρόσβαση, άνοιξε σ'αυτόν που χτυπά επίμονα. Εγώ δεν θα σε χάσω ποτέ από τα μάτια μου, δεν θα πάψω ποτέ να σε ατενίζω και να σε αγαπώ. Βοήθησε όλο αυτό να αυξηθεί μέσα μου, μέχρις ότου δεν θα με έχεις μεταμορφώσει ολοκληρωτικώς". (Περί Τριάδος XV 28,51). [Ο Θεός βοηθά και συμπληρώνει. Κρατά κάτι από τον άνθρωπο, την γνώση του, την δύναμή του, την θέλησή του και συμπληρώνει τις αδυναμίες.]. 

          Προκαθορίζοντας αυτό το πνευματικό τέρμα, που συγχωνεύει στην θρησκευτική ζωή την νοητική προσπάθεια τού ανθρώπου, που έχει αποδυναμωθεί από το προπατορικό αμάρτημα, ο Αυγουστίνος στοχεύει να καταστήσει νοητό, κατανοητό, στον υπέρτατο βαθμό που θα μπορέσει, τον Θεό τής Π.Δ και της Κ.Δ, ο οποίος απεκαλύφθη παραμένοντας ακατανόητος. [Απουσιάζει ολοκληρωτικώς το Άγιο Πνεύμα που προσφέρει πάσαν την αλήθειαν, διότι την μισή γνώση την κατέχει ήδη ο άνθρωπος και διότι το Άγιο Πνεύμα δεν υφίσταται σαν υπόσταση, είναι η αμοιβαία αγάπη του Πατρός και του Υιού]. Ο καρπός μίας τέτοιας αναζητήσεως πρέπει να καθιστά εφικτή την πρόσβαση σε μία βαθειά αγάπη τού Θεού προς έναν άνθρωπο ο οποίος, επειδή είναι διανοούμενος, έχει την κλίση να συμπυκνώνει εννοιολογικά την δική του πνευματική Εμπειρία. 

          Ο Αυγουστίνος προσπάθησε να καθορίσει αυτή την διείσδυση της γνώσεως και της σοφίας, της λογικής γνώσεως τής λεπτομέρειας και τού οράματος τού ΟΛΟΥ που αποκτάται και υπάρχει στην πίστη, επαναλαμβάνοντας όσα είχαν γράψει οι φιλόσοφοι (για παράδειγμα ο Κικέρων στο Hortensius) σχετικά με την επιστροφή τής ψυχής στον Θεό. Αλλά γι'αυτόν αυτό το τέρμα δεν μπορούσε να επιτευχθεί από εκείνους τους στοχαστές οι οποίοι χρησιμοποίησαν μόνον τις δικές τους λογικές γνώσεις, χωρίς να ζητήσουν την βοήθεια της πίστεως στον Χριστό σαν μεσάζοντος(Περί Τριάδος XV 19.26).

          Παρότι οι μεγάλοι εθνικοί φιλόσοφοι κατόρθωσαν να υψωθούν με κάποιο τρόπο, από τον διαλογισμό της κτίσεως, στην αόρατη πραγματικότητα του Θεού [από εδώ ξεκινά η ταύτιση νοητού και Θείου που μέσα από την φιλοσοφία της ταυτότητος του Γερμανικού ιδεαλισμού, με τον κατάλληλο χειρισμό της έννοιας του Τέλους, ισχύει μέχρι σήμερα ακόμη και στην νεοορθοδοξία], το αποτέλεσμα της ερεύνης των υπήρξε η λατρεία των ειδώλων και ο θαυμασμός των εικόνων, απλών αντικειμένων, που ελαμβάνοντο σαν Θεία. Και έπεσαν σ'αυτή την αδιακρισία, διότι πόνταραν στην φιλοσοφία χωρίς την μεσολάβηση του Χριστού.
          Ο Αυγουστίνος αντιθέτως θέλησε να ξεκινήσει από τον γήινο Χριστό για να φθάσει στην αιώνιο σοφία και στο όραμα τής αλήθειας του Θεού (Περί Τριάδος 19,24). Στο πρόσωπο τού Ιησού Χριστού βρίσκεται η σύνθεση της γνώσεως, της ειδικής και της ιστορικής, της επιστήμης με το ολοκληρωτικό, πλήρες όραμα της αιωνίου αληθείας του Θεού. Η πίστη ενωμένη μ'Αυτόν, Άνθρωπος και Θεός, είναι ικανή να πετύχει την ίδια άνοδο, ανάβαση, τής επιστροφής του Χριστού στον Πατέρα. Είναι ένας δρόμος, μία πορεία, που ξεκινά από την γνώση στον χρόνο και οδηγεί στην σοφία η οποία προηγείται της χαρούμενης Θέας τής αλήθειας του Θεού, με την οποία θα πληρωθούμε στο επέκεινα. 

          Σ'αυτό φανερώνεται τελικώς ο βασικός ρόλος τής διαμεσολαβήσεως του Χριστού στην Αυγουστίνειο εννοιολόγηση της λυτρώσεως. Αυτός ο Χριστοκεντρισμός μάς βεβαιώνει πώς η Τριαδική Θεολογία είναι πολύ στενά δεμένη στις Άγιες Γραφές τής Κ.Δ. και της Π.Δ. Το αδιαφιλονίκητο σημείο αναφοράς είναι το πρόσωπο του Ιησού Χριστού, από το οποίο εξαρτάται αναπόφευκτα κάθε γνώση τού Θεού και της Τριάδος (και στην οποία προσερχόμεθα διά της σοφίας), [ακόμη οι Έλληνες σοφία ζητούν], υποστηρίζοντάς την διαρκώς και επίμονα να συγκεκριμενοποιηθεί, να εξαντικειμενοποιηθεί, στην κατανόηση τού γεγονότος τής λυτρώσεως. 

Συνεχίζεται 

Αμέθυστος

Δεν υπάρχουν σχόλια: