Τρίτη 24 Ιανουαρίου 2017

Hans Urs Von Balthasar - ΤΟ ΟΛΟΝ ΣΤΟ ΜΕΡΟΣ, ΣΤΟ ΘΡΑΥΣΜΑ, ΣΤΟ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ-επανάληψη

Hans Urs Von Balthasar

ΤΟ ΟΛΟΝ
ΣΤΟ ΘΡΑΥΣΜΑ, ΣΤΟ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ, ΣΤΟ ΜΕΡΟΣ.

Οψεις της θεολογίας της ιστορίας

Παρουσίαση.

Στη διάρκεια των χρόνων του 40, ο Μπαλτάσαρ άρχισε έναν μακρύ διάλογο με τον Karl Barth. Από τον προτεστάντη συγγραφέα θαύμασε ιδιαιτέρως το δόγμα της εκλογής, «αυτή την ιδιοφυή υπέρβαση του Καλβίνου» σύμφωνα με τήν οποία στον Χριστό, ο Θεός εξέφρασε την συγκατάθεσή του, είπε το Ναί, για τον κόσμο και για κάθε άνθρωπο. Παρ’όλα αυτά όμως βλέπει και τις αντιρρήσεις οι οποίες είναι δυνατόν να απευθυνθούν στον Μπάρτ : τί νόημα έχει η ιστορία πρίν απο τον Χριστό; Μπορούμε ακόμη να ομιλήσουμε για Χριστιανική ιστορία εάν όλα εξαρτώνται από το μοναδικό και ανεπανάληπτο γεγονός του Χριστού; Ο Μπάλτασαρ προσπάθησε να απαντήσει στα ερωτήματα αυτά και οι απαντήσεις του συμπυκνώνονται σε τούτο το βιβλίο, όπου η καθοδηγητική αρχή είναι το ερώτημα γιά την σημασία του χρόνου απέναντι στην αιωνιότητα.
Σύμφωνα με τον διάσημο ορισμό του Αυγουστίνου, το παρόν έχει μία τριπλή διάσταση : το παρόν του παρελθόντος (για το οποίο μαρτυρεί η μνήμη), το παρόν του παρόντος, που είναι η στιγμή την οποία με δυσκολία κατορθώνουμε να αντιληφθούμε και η οποία την στιγμή του διαλογισμού έχει ήδη παρέλθει, και το παρόν του μέλλοντος σαν διαίσθηση τής πραγματικότητος που μας περιμένει. Είναι η διασκόρπιση απέναντι στην ενότητα για την οποία ο Αυγουστίνος προσεύχεται. Εάν ο χρόνος είναι διασκορπισμός, τότε έχει εις εαυτόν κάτι αρνητικό. Ο Αυγουστίνος όμως επαναστατεί σ’αυτό το συμπέρασμα, ωθούμενος περισσότερο απο την φιλοσοφική του μόρφωση παρά απο την πίστη του. Ο ΧΡΟΝΟΣ ΕΙΝΑΙ Η ΧΑΡΙΣ ΠΟΥ ΜΑΣ ΔΩΡΙΣΕ Ο ΘΕΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΤΗΣ ΠΟΛΕΩΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ. Και με την σειρά του ο Μπαλτάσαρ επιμένει ακόμη παραπάνω γύρω απο τον δεσμό ανάμεσα στον Χρόνο και στην αιωνιότητα [φαίνεται σαν να ερμηνεύουν την χάρη σαν αιωνιοτητα και αυτή σαν Θεό, θα δούμε].
Μόνον η ενσάρκωση του Λόγου αποκαλύπτει πραγματικά τί είναι ο χρόνος : είναι η αντανάκλαση τής διαθέσεως του Υιού να γίνει ολοκληρωτικά και αιώνια δεκτός από τον Πατέρα. Με ευγνωμοσύνη. Σ’αυτή την υποδοχή την ταπεινή και ευχάριστη ανοίγει ο χώρος (ο χρόνος) για την ευχάριστη και λατρευτική αφιέρωση και συγκέντρωση και από μέρους τής φύσεως.
Πάνω σ’αυτή την μεγαλόψυχη δυνατότητα που προσέφερε ο Θεός, εισήλθε η πτώση του ανθρώπου, η οποία εισήγαγε σκιώδεις και απειλητικές κηλίδες στο αγαθό σχέδιο του Θεού. Ακόμη και ο Χρόνος, όπως και η ιστορία, βρίσκεται περιπεπλεγμένος στην αμφιβολία απο την οποία μόνον η πρόσληψη της χάριτος του Πατρός, η οποία προσφέρθηκε εκ νέου και φανερώθηκε με κάθε βεβαιότητα στον Χριστό, μπορεί να ελευθερώσει. Επιπλέον αυτή η πρόσληψη, η οποία τελείται μόνον με την πίστη, την ελπίδα και την αγάπη  (η οποία δέν παρέρχεται), εισάγει ήδη την αιωνιότητα στον Χρόνο. Αυτή η είσοδος του Οριστικού στο περαστικό, που απαιτεί απο τον Χριστιανό μία σταθερή προσπάθεια ώστε απο το απόσπασμα να ξανασυγκροτηθεί το Όλον, απελευθερώνει την ίδια στιγμή την αντίδραση των δυνάμεων του κόσμου τούτου. Είναι η συμπύκνωση τού δράματος στο οποίο απο το ένα μέρος ο εχθρός, που γνωρίζουμε ότι έχει ηττηθεί, προσπαθεί να εξαφανίσει όση πραγματικότητα μπορεί περισσότερη και η οποία μαζί του χάνεται οριστικά, εγκαταλειμμένη στο παρελθόν, ενώ οι μαθητές του Αμνού προσπαθούν να συμπυκνώσουν και να μεταφέρουν σ’ Αυτόν όλη την πραγματικότητα, ώστε με την σειρά του να κατορθώσει να την παρουσιάσει στον Πατέρα, στον οποίον ανήκει αποκλειστικά.


ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Σε όποιον προσπαθεί σήμερα υπακούοντας στον Λόγο τού Θεού να στοχαστεί και να μιλήσει για τον Θεό και τον άνθρωπο, παρουσιάζεται το δύσκολο χρέος να διασχίσει το στενό μονοπάτι που διέρχεται ανάμεσα σε δύο μορφές τιτανισμού. Η μία, η αρχαία, η οποία φτάνει στον Κων/νο και συνίσταται στον εξαναγκασμό και στον περιορισμό τής πολιτικής εξουσίας στην υπηρεσία της βασιλείας του Χριστού, σήμερα απορρίπτεται διότι εκ των πραγμάτων η Εκκλησία έχασε αυτή την εξουσία. Η άλλη, η νέα, συνίσταται στην ταύτιση ή τουλάχιστον σε μία συμπόρευση ανάμεσα στην τεχνολογική πρόοδο του κόσμου και στην ανάπτυξη της βασιλείας του Θεού. Και οι δύο τιτανισμοί είναι, όπως θα δούμε, μορφές μόνον τού παιχνιδιού τού ολοκληρωτισμού, η πρώτη μορφή αντιδραστική, η δεύτερη προοδευτική, η πρώτη κληρικαλιστική, η δεύτερη λαϊκή. Και οι δύο προσπαθούν να προμηθεύσουν στην βασιλεία τού εσταυρωμένου μία γήινη δύναμη, διότι και οι δύο μορφές αναμειγνύουν το γήινο βασίλειο με τό Θείο. Οι πρώτοι επειδή βλέπουν την αόρατη βασιλεία να αντιπροσωπεύεται συμβολικά σε μία ορατή, οι άλλοι επειδή μειώνουν το αόρατο στο επίπεδο της πηγής ενέργειας η οποία είναι στην υπηρεσία του ορατού. Οι αρχαίοι στρίμωξαν τον χρόνο, μπροστά στον θρόνο, ώστε να ντυθεί μία αιωνιότητα η οποία βρισκόταν στα χέρια τους, οι μοντέρνοι ακολουθούν τον χρόνο πεπεισμένοι ότι θα φτάσουν μ’αυτόν τον τρόπο στη σωτηρία. Εκείνοι πολέμησαν γήινους πολέμους και λύγισαν τον «Λέοντα του Ιούδα» στη νίκη τους, ετούτοι θριαμβολογούν για την ανθρώπινη συμμαχία με τους λύκους. 
Ο αμνός του Θεού όμως δέν ήλθε ούτε σαν λέων ούτε σαν Λύκος. Περπάτησε στην στενή οδό και μας χάρισε, προσκαλώντας μας να τον μιμηθούμε, την ελπίδα οτι θα κατορθώσουμε να αποφύγουμε κάθε ανθρώπινο τιτανισμό. Οι «δεξιοί» και οι «αριστεροί» δέν ανέχονται ότι η ύπαρξη στον χρόνο είναι αποσπασματική. Προσφέρουν φόρμουλες για να κατορθώσουμε να κάνουμε το απόσπασμα το όλον, ή ακόμη περισσότερο, για να μπορέσει να θεωρηθεί το όλον καθ’εαυτό (τό απόσπασμα). Η δυναμική αριστερά λαμβάνει υπ’όψιν της το κοινωνικό πρόγραμμα των προφητών και την επαναστατική δύναμη τής επι του Όρους ομιλίας. Η δεξιά εισάγει, στατικά, την ιερατειο-ιεραρχική μορφή που συστήθηκε από τον Κύριο σαν άχρονη και καθοριστική φόρμα στην ύλη του κόσμου.
Το «πρόγραμμα» του Αμνού που παραμένει πιστό στη γη, επειδή είναι στ’αλήθεια ταπεινό από καρδίας δέν είναι δυνατόν να γίνει αποδεκτό ούτε από το ένα ούτε από το άλλο μέρος.
Δέν επιτρέπει τον φυλακισμό σε ένα γήινο πρόγμαμμα, δέν του προσφέρει τίποτε, δέν είναι εκμεταλλεύσιμο. Χρησιμοποιημένο σαν «manifesto» παρουσιάζεται με επιτυχία και διαθέτει μεγάλη δύναμη στο επίπεδο τής προπαγάνδας, αλλά αυτή η μυστικοποίηση του Ευαγγελίου δέν μπορεί να κρυφτεί για πολύ καιρό. Έτσι λοιπόν στον Μεσαίωνα πήραν σαν σημείο αναφοράς την «πολιτεία του Θεού» του Αυγουστίνου, η οποία έλεγε ακριβώς το αντίθετο. Τουλάχιστον υπήρξαν ειλικρινείς με την έννοια ότι θεώρησαν  «το ταξείδι της Βασιλείας του Θεού σε χώρα ξένη μέσα στη νύχτα» σαν την ψυχή και το πνεύμα με τα οποία έδιναν φόρμα σ’ ένα γήινο σώμα.
Η ριζική σύλληψη του Χρόνου που πρότεινε ο Αυγουστίνος θα είναι το σημείο εκκινήσεώς μας και θα μας επιτρέψει να καταγγείλουμε τουλάχιστον αρνητικά, τα ψεύτικα συμπεράσματα και τις ανακρίβειες που τυραννούν μέχρι σήμερα τον Χριστιανικό στοχασμό.
Η προοπτική της κλασσικής αρχαιότητος, σύμφωνα με την οποία το φιλοσοφικό ερώτημα («σε τί πράγμα συνίσταται το Είναι αυτού που υπάρχει; Γιατί ο,τιδήποτε μας δόθηκε διαθέτει την ποιότητα τού Είναι;»), το οποίο ήταν αρρήκτως συνδεδεμένο με το βασικό θεολογικό ερώτημα (« τί πράγμα μας λέει ο Λόγος του Θεού σχετικά με τον Θεό;»), μάς είναι ακόμη αναγκαία. Εάν δέν τίθεται πλέον το φιλοσοφικό ερώτημα αλλά μόνον εκείνο της λεγόμενης «Θετικής» επιστήμης, η οποία θεωρείται σήμερα αυτάρκης και προσπαθεί να υποκαταστήσει τον φιλοσοφικό στοχασμό, τότε η πραγματικότητα αυτού που μας δόθηκε «προϋποτίθεται» και επομένως γύρω απο την ποιότητα τού Είναι που μας δόθηκε δέν αναρωτιέται πλέον κανείς. Η εξαφάνιση τού φιλοσοφικού ενδιαφέροντος έχει συνέπειες πάνω στην θεολογία με την έννοια πως το ενδιαφέρον αυτό, αντί να παραμείνει πιστό στο ασύλληπτο θαυμάσιο της Θείας αποκαλύψεως σαν ένα θεμελιώδες φαινόμενο, κλέβει χωρίς καμμία ανησυχία κάποιο περιεχόμενο υποτιθέμενο και αμέσως προσπαθεί να το διπλώσει στις δικές του προγραμματικές ανάγκες (συντηρητικές ή προοδευτικές) και έτσι λοιπόν, όπως προτρέπει ο έμπειρος των «θετικών» επιστημών τον φιλόσοφο να μην στέκεται στο άγονο θέμα του Είναι, αλλά να προχωρήσει μπροστά, έτσι μας προτρέπει και ο «θετικός» θεολόγος  (ο δογματικός, ο ηθικός, ο ερμηνευτής κ.τ.λ) με την σειρά του να επιστρέψουμε σε κείνον τον τύπο γνώσεως που είναι «σίγουρος» και μας επιτρέπει να αποκτήσουμε «χειροπιαστά» αποτελέσματα!
Ο πειρασμός της «ακρίβειας» είναι ιδιαιτέρως δυνατός στην θεματική αυτού του βιβλίου. Διότι ακριβώς, ποιός ξεκινά να ομιλεί για κάτι εάν του είναι αδύνατον να παρουσιάσει «αποτελέσματα» που να ικανοποιούν στην έρευνά του; Το δικό μας θεματικό πεδίο είναι η θεολογία τής ιστορίας : πόσες λοιπόν από τις διαβεβαιώσεις που μπορούν να γίνουν σ’αυτό το πεδίο, γύρω από την βιβλική αποκάλυψη, αποφεύγουν την γειτνίαση με το πεδίο τής φιλοσοφίας της ιστορίας; Πολύ λίγες και πολύ πιθανόν και αυτές με επιφυλάξεις. Πάντως όμως μπορούμε να προσπαθούμε την αποφυγή τέτοιων υπερβάσεων των ορίων και να προφθάσουμε μεθοδολογικές συγχύσεις. Οι συνθέσεις συνήθως σχεδιάζονται βιαστικά και απολαμβάνουν την λαϊκή αποδοχή. Το γκρέμισμα είναι συνήθως πολύ κουραστικό και άδοξο. Για τους φιλοσόφους και τους θεολόγους στην πραγματικότητα η ιστορία προσφέρεται αποσπασματικά. Και εάν δέν γνωρίζεις έτσι αν ένα απόσπασμα ενός συμφωνικού κομματιού είναι ένα πέμπτο ή ένα εικοστό του συνόλου, είναι αδύνατον να ξανασυσταθεί το όλον. Ούτε ο Hegel, ο οποίος ξέρει τα πάντα, δέν κατόρθωσε να συστήσει το μέλλον, πόσο μάλλον εμείς που γνωρίζουμε λιγότερα δεν θα πρέπει να εγκαταλείψουμε την απαίτηση να φτάσουμε, μέσω των αποσπασμάτων της κοσμικής ιστορίας, στο όλον του απολύτου πνεύματος, του υπερφυσικού;;;
Στους φανατικούς των «αποτελεσμάτων» και των «αναπτύξεων» η προσπάθειά μας μπορεί να φανεί σαν επιστροφή σε μία ανατολική σύλληψη, ήδη ξεπερασμένη, δηλ. σε μία αναχρονιστική γνώση η οποία έχει ήδη υποτιμηθεί. Είναι όμως η Ασία τόσο αδιάφορη για μας, ώστε να μπορούμε να αδιαφορούμε απολύτως για την πνευματική της παράδοση; Ο Αυγουστίνος, με τον οποίον ασχολούμαστε, πήρε πολύ στα σοβαρά, ακολουθώντας σ’ αυτό τόν Πλωτίνο, αυτό τό σημείο αναφοράς, αναπτύσσοντάς το θετικά, όπως το έπραξε ο Bubber με την Χασσιδική παράδοση, κι ο Σολόβιεφ με τον Hegel και με τους Γνωστικούς Βαλεντινιανούς. Ο Αυγουστίνος ενσωμάτωσε αυτό που ήταν βαθειά αυθεντικό στην εμπειρία της ησυχίας (distension) στην Χριστιανική θεωρία, απορρίπτοντας την μείωση της σε μία ταυτότητα γνωστικού τύπου και αντικαθιστώντας την με μία μεταφυσική τής απολύτου αγάπης.
Είναι δυνατόν οπωσδήποτε να προχωρήσουμε πέρα απο τον Αυγουστίνο (για παράδειγμα με τον Σολόβιεφ), τονίζοντας την ιδέα τής «αναπτύξεως», τής προόδου του κόσμου: έχοντας όμως υπ’ όψιν πως το τελευταίο νόημα της ιστορίας βρίσκεται εκεί που το τοποθέτησε ο Αυγουστίνος.
Δέν θα ερευνήσουμε καθολικά την θεολογία της ιστορίας. Θα ασχοληθούμε μόνον με μερικά βασικά θέματα και λόγω της «κυκλικής» κινήσεως της σκέψης, τα ίδια προβλήματα —ή άλλα ανάλογα— θα ξαναεξεταστούν πάνω απο μία φορά και σε διαφορετικά επίπεδα. Θα βρίσκουμε έτσι μπροστά μας σχεδόν σταθερά, θέματα όπως το πρόβλημα του χρόνου, του κέντρου και του τέλους του χρόνου, το ερώτημα του ανοίγματος της νοήσεως και της αποκαλύψεως, το πρόβλημα των Ιουδαίων και των Εθνικών και πάει λέγοντας. Τα ερωτήματα έχουν επιλεγεί σύμφωνα με μία ακριβέστατη αναφορά στο γενικό θέμα που υποδεικνύεται στον τίτλο: πού πρέπει να κατευθύνουμε το βλέμμα μας για να αντιληφθούμε, μέσα στην αποσπασματικότητα της υπάρξεως μας, μία τάση προς το Όλον; Κάθε κομμάτι απο ένα αγγείο κεραμικής αποδεικνύει την ολότητα του βάζου, θα είναι μήπως η ύπαρξή μας η εξαίρεση; Θα αφεθούμε εύκολα στην πεποίθηση πως εκείνο το ίδιο απόσπασμα που είναι η ύπαρξή μας αποτελεί το Όλον; Αλλά εάν το δεχθούμε και συμμαχήσουμε μ’αυτό, δέν θα έχουμε εγκαταλείψει την ιδέα να βρούμε ένα νόημα στην ίδια την αποσπασματικότητα, παραδιδόμενοι στο χωρίς-νόημα; Στο ασήμαντο;
Έτσι ακριβώς ερευνούμε τον εαυτό μας, και υποβάλλοντας αυτή την ερώτηση είμαστε σίγουροι πως είμαστε κάτι περισσότερο από μία απλή απορία. Πιστεύουμε πως κάποιος θα έπρεπε να γνωρίζει με σιγουριά. Και πιστεύουμε πως αυτός ο κάποιος μπορεί να απαντήσει στην απορία μας για τον εαυτό μας.

 Συνεχίζεται
 Αμέθυστος

5 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Γιατί ασχολείσαι με τους αιρετικού συνέχεια; Για να βεβαιωθείς τι δεν είναι ορθόδοξο; Μήπως εσύ βιώνεις την Πίστη ως μία αναιρετική μηχανή και όχι ο Καντιώτης;

Εκτός αν το κάνεις από χόμπι, όποτε «πάω πάσο», γούστα είναι αυτά. Γενικώς από την εμφάνιση του ελληνικού κουλτουριακικο-προοδευτισμού, με την ψευτο-μοντέρνα ''τέχνη'', τα ακταλαβίστικα κείμενα και τη θολοκουρτούρα, έχουμε ξεφύγει, τελείως. Στον αντίποδα των ψυχρών και χοντράνθρωπων νεοδημοκρατών για τον συνάνθρωπο και το λαό, κατάφερε να επικρατήσεις, χωρίς να το γνωρίζουν ορισμένοι, μέσω του ΣΥΡΙΖΑ στην πολιτική, μέσω των ψευτοθεολόγων τους οποίους συνεχώς επικρίνεις (αλλά πέφτεις και εσύ στο λάκκο τους), στο χώρο της Εκκλησίας.

Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, έλεγε ο πως ο Θεός είναι στην φύση και την ουσία Του απλός. Οι αιρετικοί καθώς είναι θύματα και όργανα του Αντικειμένου, διδάσκουν περίεργα και μπερδεμένα πράγματα, το ίδιο και οι ψευτοθρησκείες. Η Ορθόδοξη Πίστη είναι απλή, αρκεί ο κάθε πιστός να γίνει και αυτό απλός και καθαρός στην καρδιά και το νου.

Τα blog σου απλώς είναι μία άβυσσος, ορισμών, ιδεών, απόψεων, πολλές φορές αντιφατικών. Δεν προκύπτειτο παραμικρό νόημα, νομίζεις πως οι αναγνώστες είναι στο μυαλό σου και καταλαβαίνουν τι θέλεις να πεις. Άλλο χόμπι δεν βρίσκεις; Κάνε και καμιά δουλειά ή αν είσαι γέρος πολύ, τράβα να παίζει τάβλι, μεγαλύτερη ωφέλεια θα έχεις και λιγότερο κακό θα κάνεις στους ανύποπτους αναγνώστες σου.


Δημήτρης Χ.

amethystos είπε...

Καρφώθηκες ρέ άνθρωπε. Κάνε κράτει. Καλός είσαι καί έχεις καί δίκαιο.
Ο καθείς στό είδος του, καί ο Λουμίδης στούς καφέδες.

Ανώνυμος είπε...

Μπάρμπα Δημήτρη, άσε τα ακταλαβίστικα, τα πράγματα είναι απλά.
Γιατί ασχολείσαι με τον Αμέθυστο, αυτός έχει δύσκολα κείμενα, εσύ ξέρεις από τα απλά, μη μπερδεύεσαι.
Όποιος θέλει τα ακαταλαβίστικα θα έρχεται εδώ.

Ανώνυμος είπε...

Χα!

Έχετε σαλτάαααααρει τελείως εδώ μέσα.

Καρφώθηκα, έχω και δίκιο, είμαι λουμίδης, μπάρμπας και ο καθένας στο είδος του!

Όπως λέμε ο καθένας στη δουλειά του και ο τσέλιγκας με τα τυριά του.
Τους μπάρμπες κοίτα τους στον καθρέφτη κυρΑμέθυστε.

Εγώ δεν ανήκω στη γερουσία που ανήκεις εσύ που διαλύσατε όλους τους τομείς της κοινωνίας, ανήκω στη νέα γενιά που ''απολαμβάνει'''τους καρπούς σας.

Εκτός αν το όριο ηλικίας είναι πάλι στα σαράντα, τότε είμαι μεσήλικας.

Χα!

Δημήτρης Χ.

amethystos είπε...

Είσαι λίγο μαλακούλης. Αν προσέξεις, άν μάθεις νά διαβάζεις, διορθώνεται. Κακή συνήθεια μπροστά στόν κόσμο.