Παρασκευή 17 Ιουνίου 2016

Η αναίρεση του «δόγματος της αναλογίας του όντος» με βάση τα συγγράμματα του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά (39)

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ
ΤΜΗΜΑ: ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ

π. Χρίστος Μαλάης

Η αναίρεση του «δόγματος της αναλογίας του όντος» με βάση τα συγγράμματα του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά


ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2011

ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ
Η αναίρεση του «δόγματος της αναλογίας του όντος» 
στο θεολογικό έργο του αγ. Γρηγορίου Παλαμά


ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ

6.1.5 Η αναλογίες των «αχωρίστως χωριζομένων» από την ύλη
«Θἄτερον δ’ αὐτῆς μέρος, ὁ τῶν ἀπηριθμημένων ἀνώτερον, γνῶσις ἅπαν ἐστί, δι’ ἧς φύσεως ἐρευνώμεθα λόγους καὶ τοὺς τῆς ψυχῆς αὐτῆς, ὡς ἐφικτόν, θεωροῦμεν, καὶ τῶν τῆς ὕλης ἀχωρίστως χωριζομένων ἀναλογίας καὶ σχηματισμοὺς και ποσότητας»1. Υπάρχει μία γνώση με την οποία ερευνούμε: α) τους λόγους της φύσεως, β) τους λόγους της ψυχής, γ) τις αναλογίες, τους σχηματισμούς και τις ποσότητες των χωριζομένων αχωρίστως από την ύλη. Η ενασχόληση με τις αναλογίες «τῶν ἀχωρίστως χωριζομένων» από την ύλη, αφορά στην παρατήρηση «τῆς ἐπιμιξίας τῶν στοιχείων, τὴν τῶν ἐναντίων ἀρίστην συμφωνίαν, οὐρανὸν τὸν μέγαν τοῦτον ὅρον, ὅς πάνθ’ ὅσα τῆς αἰσθητῆς μοίρας ἔχει συλλαβών, τὸ πλῆθος τῶν ὄντων ἐστηριγμένων ἄστρων ἐν αὐτῶ, τὴν τοῦτων ποικίλην τε καὶ θαυμασίαν θέσιν, καὶ τὴν μήθ’ ἁπλῆν μήτ’ αὖθις ἐναντιωτάτην, ἀλλ’ ἐναρμόνιον καὶ ἐμμελῆ καὶ μουσικωτάτην τῶν ἀστέρων κίνησιν…τἄλλ’ ὅσα πάντα λόγω φύσεως τελούμενα τὸν ὑπὲρ ταῦτα Θεὸν κηρύττει δι’ αἰῶνος»2. Η ενασχόληση με όσα είναι εντελώς χωριστά από την ύλη ονομάζεται πρώτη φιλοσοφία και αποτελεί το ανώτερο είδος φυσικής θεωρίας3. Αλλά και αυτό αν είναι αληθινό, απέχει από τη θεοπτία και χωρίζεται από την προς το Θεό συναναστροφή τόσο πολύ, όσο απέχει η κτήση από τη γνώση4. Ο λόγος περί Θεού έχει ανάγκη από κάθε είδους συλλογισμούς, αποδείξεις και «τῶν κατὰ κόσμον παραδειγμάτων», γι’ αυτό και μπορεί να αποκτηθεί και από τους σοφούς του αιώνος τούτου, ακόμη κι αν δεν είναι τελείως καθαρμένοι στο βίο και στην ψυχή5. Το να συναντηθούμε όμως πραγματικά με το Θεό, κατά το πρότυπο της Θεοτόκου, είναι αδύνατο, αν πλην την καθάρσεως δεν βγούμε έξω ή μάλλον πάνω από τους εαυτούς μας, εγκαταλείποντας καθετί το αισθητό μαζί με την αίσθηση, «ὑπεραρθέντες δὲ λογισμῶν καὶ συλλογισμῶν καὶ γνώσεως πάσης καὶ τῆς διανοίας αὐτῆς»6.

6.1.6 Η «στοχαστική» αναλογία
Η Θεοτόκος, σύμφωνα με τον άγ. Γρηγόριο Παλαμά, είναι το αληθινό πρότυπο της ησυχίας. Ησυχία είναι στάση του νου και του κόσμου, λήθη των κάτω, μύηση των άνω και απόθεση των νοημάτων προς το καλύτερο7. Αυτή είναι η αληθινή πράξη, της θεωρίας υπέρβαση, θεοπτία της αληθινά υγιούς ψυχής. Δι’ αυτής θεοποιείται ο άνθρωπος, «οὐ τῆς ἀπὸ τῶν λόγων ἤ τῆς τῶν ὁρωμένων στοχαστικῆς ἀναλογίας, ἄπαγε (χαμαίζηλος γὰρ αὕτη καὶ ἀνθρώπινη), ἀλλὰ τῆς ἀπὸ τῆς καθ’ ἡσυχίαν ἀγωγῆς»8. Ο άγ. Γρηγόριος Παλαμάς ονομάζει «στοχαστική» την αναλογία των «αχωρίστως χωριζομένων» από την ύλη, αφού πρόκειται για στοχαστική διαδικασία, η οποία επιτελείται μέσα από συλλογισμούς, αποδείξεις και παραδείγματα9. Τη θεωρεί ανθρώπινη διότι ασχολείται με τους λόγους και μπορεί να αποκτηθεί από τους σοφούς του αιώνος τούτου, ακόμη κι αν δεν είναι τελείως καθαρμένοι στο βίο και στην ψυχή. Την αποκαλεί μάλιστα «χαμαίζηλο», επειδή ασχολείται με τα ορώμενα, με όσα δηλαδή αφορούν τον κόσμο και τα του κόσμου τούτου, τα φθαρτά, παροδικά και κτιστά όντα. Το αντίδοτο της «στοχαστικής αναλογίας» είναι δια της ησυχίας αγωγή, με την οποία «ἀπολυόμεθα τῶν κάτω καὶ συννεύομεν πρὸς τὸν Θεόν, καὶ καθάπερ ἐν ὑπερώῳ τοῦ βίου νυκτὸς καὶ ἡμέρας εὐχαῖς καὶ δεήσεις προσκαρτεροῦντες θίγομέν πως τῆς ἀθίκτου καὶ μακαρίας φύσεως ἐκείνης»10. Η «στοχαστική» αναλογία δεν οδηγεί στην κάθαρση της καρδιάς, αλλά σ’ αυτήν οδηγεί μόνο η ιερή ησυχία, της οποίας σαφή απόδειξη αποτελεί η Θεοτόκος. «Μόνη γὰρ ἁπάντων ἐξ οὕτω πάνυ παιδὸς ὑπερφυῶς ἡσυχάσασα, μόνη πάντων θεάνθρωπον Λόγον ἀπειράνδρως ἐκυοφόρησεν»11.
6.1.7 Η αναλογία ανάμεσα στον άνθρωπο και στο σύμπαν
Ο άνθρωπος είναι ο «μείζων ἐν μικρῷ κόσμος, ἡ συνδρομή τοῦ παντός, ἡ ἀνακεφαλαίωσις τῶν τοῦ Θεοῦ κτισμάτων», γι’ αυτό και «παρήχθη πάντων ὕστατος, ὥσπερ ἡμεῖς ἐν λόγοις τοὺς ἐπιλόγους ποιοῦμεν»12. Η αναλογία ανάμεσα στη δημιουργία του ανθρώπου και στη συγγραφή του επιλόγου στους λόγους, οφείλεται στο ότι «οἱονεὶ σύγγραμμα τὸ πᾶν τοῦτο φαίη τις ἄν αὐθυποστάτου Λόγου»13. Ο θεός συνάθροισε τον άνθρωπο σε μία ενότητα νου και αισθησης, αναμιγνύοντας έτσι τα άμικτα μεταξύ τους, θέτοντας τη φαντασία, τη δόξα και τη διάνοια ως μεσαία ανάμεσα στο νου και στην αίσθηση, σα γνήσιους συνδέσμους των άκρων. Σύμφωνα με τον άγ. Γρηγόριο Παλαμά, υπάρχει μία αναλογία ανάμεσα στην κατασκευή του ανθρώπου και στην κατασκευή του σύμπαντος: «καθάπερ ἐπὶ τῆς τετρακτύος τῶν αἰσθητῶν τοῦ περὶ ἡμᾶς τοῦδε κόσμου στοιχείων ἀὴρ μεσιτεύει πυρὸς καὶ ὕδατος, τὸ δὲ πάλιν ἀέρος καὶ γῆς, καὶ οὕτω συνδεῖται τὰ ἐναντία καὶ τὰ μαχόμενα σπένδεται, τὰς κατ’ ἀλλήλων ἀμυστηρίους δυνάμεις μηδαμῶς ἀποθέμενα»14. Ισχύει άρα η εξής αναλογία:
     Φωτιά                Αέρας                             Νους
----Αέρας---- = ----Νερό---- = ----φαντασία, δόξα, διάνοια----
      Νερό                   Γη                               Αίσθηση
Ο άγ. Γρηγόριος Παλαμάς, συμπληρώνει ότι ο κόσμος βέβαια είναι μεγάλος κατά την ποσότητα, ενώ ο άνθρωπος είναι μεγάλος κατά το αξίωμα15. Διότι η αναλογία που υφίσταται μεταξύ τους αφορά μόνο στον τρόπο με τον οποίο επικοινωνούν μεταξύ τους, αφού ο κόσμος υπερέχει κατά το μέγεθος ενώ ο άνθρωπος κατά τη σύνεση16. Συνυπάρχουν ο ένας «ενθησαυρισμένος» στον άλλο, σημειώνει ο άγ.Γρηγόριος Παλαμάς. Για να γίνει πιο κατανοητό αυτό, παραθέτει τα εξής παραδείγματα: (α) συμβαίνει ό,τι ακριβώς σε μεγάλη οικία όπου υπάρχει ένα πολύτιμο πράγμα κατά πολύ ανώτερο από το περιέχον, (β) όπως επίσης στα ανάκτορα κάποιο βασιλικό σκεύος που είναι ποικίλο και πολυτιμότατο, διότι τα μεν ανάκτορα είναι κατασκευασμένα με μεγάλους λίθους, αλλά ευκολοαγόραστους και από τους τυχόντας, ενώ το βασιλικό σκεύος είναι καμωμένο με μικρούς και δυσεύρετους πολύτιμους λίθους. Η αναλογία ανάμεσα στον άνθρωπο και στο σύμπαν αφορά συνεπώς στον τρόπο με τον οποίο το ένα συνυπάρχει με το άλλο και όχι στο μέγεθος ή στην ποιότητά τους17. Διότι ο ανθρώπινος νους είναι ασύγκριτα ανώτερος από τον ουρανό, διότι είναι εικόνα του Θεού και είναι ο μόνος από τα εγκόσμια ο οποίος έχει τη δυνατότητα να γίνει κι αυτός Θεός18. Ανάλογα και η αίσθηση είναι ασύγκριτα ανώτερη από τη γη, διότι έχει την ικανότητα να αντιλαμβάνεται τα μέτρα, τα μεγέθη και τις ποιότητες της γης και να κατανοεί τις διάφορες κινήσεις των άστρων, τις συναντήσεις και τις διαστάσεις τους19.

6.1.8 Οι λόγοι της αναλογίας ανάμεσα στον άνθρωπο και στο σύμπαν
Εκείνα τα οποία βρίσκονται ανάμεσα στον ουρανό και στη γη είναι πολύ κατώτερα κατά την αξία από τα ευρισκόμενα ανάμεσα στο νου και στην αίσθηση, «λόγοις ἀναλογίας ὄντα ταὐτὰ καὶ τοῖς περιέχουσιν ὄγκοις ὅτι μάλιστα διαφέροντα»20. Όσα ευρίσκονται ανάμεσα στον ουρανό και στη γη συνδέουν μεταξύ τους αρμονικά τα αντίθετα, όπως ακριβώς και τα ενδιάμεσα νου και αισθήσεως στον άνθρωπο συνδέουν από τη φύση τους αρμονικά μεταξύ τους τα άμικτα και εντελώς διαφορετικά. Τα ενδιάμεσα ουρανού και γης έχουν τους ίδιους λόγους αναλογίας με τα ενδιάμεσα νου και αισθήσεως, διότι ιδιότητά τους είναι να συνδέουν τα άκρα και να εναρμονίζουν μεταξύ τους τα αντίθετα. Γι’ αυτό, οι λόγοι της αναλογίας αφορούν στον τρόπο με τον οποίο τα ενδιάμεσα συνδέονται με τα δύο αντίθετα άκρα και όχι στους περιέχοντες όγκους ανάμεσά τους. Η ταυτότητα των λόγων αναλογίας ανάμεσα στον άνθρωπο και στο σύμπαν, αφορά στις ποιότητες που συνδέουν αρμονικά τα άκρα μεταξύ τους και όχι στις ποσότητες των όγκων μέσα στους οποίους περιέχονται. Το νόημα της φράσης λόγοι αναλογίας αφορά συνεπώς στις σχέσεις αρμονικής συμφωνίας που αναπτύσσονται ανάμεσα στα συγκρινόμενα αντικείμενα. Αυτό αποδεικνύεται και μέσα από το εξής παράδειγμα: «ἐπεὶ γὰρ ὁ ἀριθμὸς ὑπὸ Θεοῦ τοῖς οὖσι συνεκτίσθη πᾶσι, τὰ δὲ ὑπὸ τοῦ Θεοῦ κτισθέντα πάντα καλά τε και καλὰ λίαν, ὡς διὰ Μωσέως αὐτὸς ἐπεμαρτύρησεν ὁ κτίσας, ὅ τις ἄν τοῦ ἀριθμοῦ μέρος ἀπολαβὼν ἐξεταστικῶς κατίδοι, καλὸν εὑρήσει καὶ καλὸν λίαν, ἑαυτῷ τε καὶ τοῖς ἄλλοις λόγοις ἀναλογίας ἐμπρέπων θαυμασίως»21.
Από το απόσπασμα αυτό μαθαίνουμε ότι εκείνος που καθορίζει τα πράγματα ώστε να συνδέονται μεταξύ τους αρμονικά με λόγους αναλογίας είναι ο ίδιος ο Θεός, επειδή θέλει να κτίζει τα όντα ώστε να είναι καλά και καλά λίαν. Όσο αφορά τους λόγους αναλογίας στον άνθρωπο, σχετίζονται με τον τρόπο με τον οποίο η φαντασία, η δόξα και η διάνοια συνδέονται αρμονικά μεταξύ τους και με τα δύο άκρα, την αίσθηση δηλαδή και το νου. Η αίσθηση, σύμφωνα με τον άγ. Γρηγόριο Παλαμά, είναι άλογη δύναμη, γνωστική και αντιληπτική των αισθητών αντικειμένων όταν αυτά είναι παρόντα22. Η φαντασία προέρχεται από την αίσθηση και η διαφορά μεταξύ τους είναι ότι η φαντασία ενεργεί τα έργα της αίσθησης όταν τα αισθητά αντικείμενα είναι απόντα23. Η δόξα είναι δύναμη που προέρχεται εν μέρει από τη φαντασία (άλογος), εν μέρει από τη διάνοια (λογική). Η διάνοια είναι πάντοτε λογική, προχωρεί βαθμιαίως καταλήγοντας στη λογική δόξα24. Το πρώτο όργανο με το οποίο οι ενδιάμεσες αυτές δυνάμεις συγκροτούνται και ενεργούν είναι το ψυχικό πνεύμα, το οποίο εδράζεται στον εγκέφαλο25. Οι λόγοι αναλογίας των ενδιάμεσων ψυχικών δυνάμεων του ανθρώπου, συγκροτούνται και ενεργούν με πρωταρχικό όργανο το ψυχικό πνεύμα το οποίο εδράζεται στον εγκέφαλο. «Νοῦ δὲ ὄργανον οὐδέν ἐστιν, ἀλλ’ αὐτοτελής ἐστιν οὐσία και καθ’ ἑαυτὴν οὖσα ἐνεργητική, εἰ καὶ πρὸς τὴν κατὰ διάνοιαν ψυχικήν τε καὶ ἀνελιγμένην ζωὴν ὑποκαταβιβάζει ἑαυτόν»26.

6.1.9 Η αναλογία του ηλίου και της οράσεως
Χωρίς επιδημία της θείας χάριτος, ακόμη κι αν ο νους έχει φθάσει σε θεία αίσθηση, δε μπορεί να δει και να γίνει ενεργεία καθ’ εαυτόν, όπως ο οφθαλμός χωρίς το αισθητό φως27. Διότι για τους θεωμένους ο Θεός είναι το φως τους και όχι κάτι άλλο28. Όπως ο οφθαλμός βλέπει τα αισθητά εξαιτίας του ηλιακού φωτός, ανάλογα και ο νους γίνεται θεοειδής και ορά το θείο φως εξαιτίας της χάριτος του Θεού. Διότι, «ὅπερ τοῖς αἰσθητοῖς ἥλιος, τοῦτο τοῖς νοητοῖς Θεός»29. Το αποτέλεσμα αυτής της αναλογίας φαίνεται στην όψη με την οποία οι θεούμενοι αξιώνονται να δουν τα θεία: «Ὥσπερ δὲ ἡ ὄψις, ὅταν ἐνεργῆ, φῶς αὐτή τε γίνεται καὶ μετὰ τοῦ φωτὸς συγγίνεται καὶ σὺν τῷ φωτὶ βλέπει, καὶ τοῦτ’ αὐτὸ πρῶτον ὁρᾷ τὸ φῶς πᾶσι τοῖς ὁρωμένοις περικεχυμένον, τὸν αὐτὸν δὴ τοῦτον τρόπον καὶ ὁ θείας ἐνεργείας εὐμοιρήσας καὶ τὴν θείαν ἀλλοίωσιν ἠλλιωμένος αὐτὸς ὅλος οἷον φῶς ἐστι, καὶ μετὰ τοῦ φωτός ἐστι, καὶ σὺν τῷ φωτί γνωστῶς ὁρᾷ τὰ χωρὶς τηλικαύτης ἀπορρήτου χάριτος ἀνέκφαντα τοῖς πᾶσιν, οὐχ ὑπὲρ τὰς σωματικὰς αἰσθήσεις μόνον γεγονώς, ἀλλὰ καὶ ὑπὲρ πᾶν ὅ,τι τῶν ἡμῖν γνωρίμων, πάντως δὲ καὶ τοῖς ὑπὲρ ἡμᾶς τῇ γε φυσικῇ δυνάμει»30.
Η φυσική όψη όταν είναι ενεργή τότε:
(α) γίνεται φως,
(β) συνάπτεται με το φως,
(γ) βλέπει το φως που υπάρχει στα αισθητά.
Ανάλογα, όποιος υποστεί τη θεία αλλοίωση τότε:
(α) γίνεται όλος φως,
(β) βρίσκεται με το φως,
(γ) βλέπει διά του φωτός εκείνα που είναι σε όλους αόρατα και βρίσκονται πάνω
από τη φύση.
Αυτό ακριβώς πέτυχε η Θεοτόκος με την είσοδό της στα άδυτα των αδύτων, γι’ αυτό και θα αποτελεί πάντοτε το αιώνιο πρότυπό μας στην πορεία προς τη θέωση31.

6.1.10 Συμπεράσματα
Σ’ αυτό το κεφάλαιο είδαμε με ποιο τρόπο ο άγ. Γρηγόριος Παλαμάς χρησιμοποιεί την αναλογία προκειμένου να αποδείξει ότι η Παναγία Θεοτόκος «μόνη μεθόριόν ἐστι κτιστῆς καὶ ἀκτίστου φύσεως, καὶ οὐδεὶς ἄν ἔλθῃ πρὸς Θεόν, εἰ μὴ δι’ αὐτῆς τε καὶ τοῦ ἐξ αὐτῆς τεχθέντος μεσίτου· καὶ οὐδὲν ἄν ἐκ τοῦ Θεοῦ τῶν δωρημάτων, εἰ μὴ διὰ ταύτης, γένοιτο καὶ ἀγγέλοις καὶ ἀνθρώποις». Αρχικά, δείξαμε ότι σύμφωνα με τον άγ. Γρηγόριο Παλαμά, η αχανής απόσταση που χωρίζει τον άνθρωπο από τον ουρανό, μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να απεικονίσει αναλογικά την άπειρη απόσταση που χωρίζει τον ανθρώπινο λόγο από τα υπέρ λόγο, παρά την όποια μόρφωση και πνευματική οξυδέρκεια του. Διαπιστώσαμε έτσι ότι χρησιμοποιώντας απλές εικόνες από την καθημερινή ζωή, ο άγ. Γρηγόριος Παλαμάς, επιτυγχάνει να μεταδώσει υψηλά νοήματα με τρόπο που είναι προσιτός ακόμη και στον πιο αμόρφωτο και απαίδευτο άνθρωπο, με σκοπό να τον μυήσει στα απόρρητα μυστήρια της πίστεως. Πράγματι, όπως ακριβώς συμβαίνει με τους κοινούς λαμπτήρες, των οποίων το φως είναι αδύνατο να μεταδοθεί σε μας παρά μόνο διαμέσου του γυαλιού το οποίο τους περιβάλλει, αναλόγως συμβαίνει και με τη θεωρία του Θεού, της οποίας το φως είναι αδύνατο να μεταδοθεί σε μας παρά μόνο διαμέσου της Θεοτόκου, η οποία φέρει μέσα της η ίδια το Θεό. Η αναλογία ανάμεσα στον κοινό λαμπτήρα και στη Θεοτόκο ως θεοφόρο λυχνία, μπορεί να φανερώσει κατ’ αυτό τον τρόπο την τεράστια σημασία που έχει για μας τους χριστιανούς η Υπεραγία Θεοτόκος, ως πρότυπο στην προσπάθειά μας να φτάσουμε στο ύψος της θείας θεωρίας.
Ακόμη, ο καθένας μπορεί να μετάσχει στον πλούτο της θεότητας, ανάλογα με το μέτρο εκείνης της καθαρότητας η οποία φέρνει το Θεό κοντά του, διαμέσου της υπέραγνης Θεοτόκου Μαρίας. Η «αναλογία της εκάστου καθαρότητας», σύμφωνα με τον άγ. Γρηγόριο Παλαμά, αποτελεί μία βιωματική κατάσταση πίστεως στο Θεό, κατά την οποία η Θεοτόκος γίνεται η αιτία ώστε να κατοικήσει μέσα στον άνθρωπο όλος ο πλούτος της θεότητας.
Στη συνέχεια, δείξαμε ότι σύμφωνα με τον άγ. Γρηγόριο Παλαμά, η μετοχή των νοερών δυνάμεων στο θείο έρωτα και στην θεαρχική αυγή είναι ανάλογη με τον πόθο και την ανατατική τους όψη προς τη Θεοτόκο. Χωρίς να απορρίψει την αναλογική μετοχή των ουρανίων ιεραρχιών στο φως της θεότητας, ο άγιος Γρηγόριος Παλαμάς, παρεμβάλλει πολύ διακριτικά τη μεσολάβηση ενός άλλου πολύ πιο βασικού παράγοντα για την επίτευξη της θεώσεως: την ανατατική προσήλωση στο πρόσωπο της Υπεραγίας Θεοτόκου. Διαπιστώσαμε έτσι ότι βασικότερη προϋπόθεση μετοχής στο φως της θεότητας, τόσο για τις νοερές δυνάμεις όσο και για τον άνθρωπο, δε θεωρείται η αναλογία της ιεραρχίας τους αλλά η μίμηση του τρόπου ζωής της Θεοτόκου. Ο θείος πόθος και ο άυλος έρωτας προς την αληθινά θεοειδή παρθένο, αποτελεί το μέτρο και την αναλογία της προς το Θεό ειλικρινούς εφέσεως και της καθαρότητας του θείου φωτισμού. Το να συναντηθούμε πραγματικά με το Θεό, κατά το πρότυπο της Θεοτόκου, είναι αδύνατο, σύμφωνα με τον άγ. Γρηγόριο Παλαμά, αν πλην την καθάρσεως δεν βγούμε έξω ή μάλλον πάνω από τους εαυτούς μας, εγκαταλείποντας καθετί το αισθητό μαζί με την αίσθηση, «ὑπεραρθέντες δὲ λογισμῶν καὶ συλλογισμῶν καὶ γνώσεως πάσης καὶ τῆς διανοίας αὐτῆς».
Τέλος, ο άγ. Γρηγόριος Παλαμάς θεωρεί ότι όπως ο οφθαλμός βλέπει τα αισθητά εξαιτίας του ηλιακού φωτός, ανάλογα και ο νους γίνεται θεοειδής και ορά το θείο φως εξαιτίας της χάριτος του Θεού. Διαμέσου της θείας χάριτος θεοποιείται ο άνθρωπος, «οὐ τῆς ἀπὸ τῶν λόγων ἤ τῆς τῶν ὁρωμένων στοχαστικῆς ἀναλογίας». Κάθε λόγος και «στοχαστική αναλογία» στηρίζεται σε όσα μπορούμε να καταλάβουμε και να αναγνωρίσουμε με βάση τη δική μας αντίληψη και τις δυνάμεις του κτιστού νου, γι’ αυτό και δε μπορεί να οδηγήσει στην κάθαρση της καρδιάς και στη θέωση. Σ’ αυτά, υποστηρίζει ο άγ. Γρηγόριος Παλαμάς, οδηγεί μόνο η ιερή ησυχία, της οποίας υπόδειγμα, σαφή απόδειξη και επισφράγιση αποτελεί η Υπέραγνος Θεοτόκος Μαρία.


Σημειώσεις
1. Ὀμιλία ΝΓ’, 50, ό.π., σελ.326
2. Ὀμιλία ΝΓ’, 28, ό.π., σελ.296
3. Ὀμιλία ΝΓ’, 51, ό.π., σελ.326 , «εἰ δὲ καὶ θεολογοῦμεν καὶ περὶ τῶν πάντη χωριστῶν τῆς ὕλης φιλοσοφοῦμεν, ὅ καὶ πρώτην φιλοσοφίαν Ἑλλήνων παῖδες, μᾶλλον δὲ οἱ πατέρες καὶ προστάται τῆς τέχνης, φασί, μηδὲν εἰδότες θεωρίας εἶδος πρεσβύτερον».
4. Ὀμιλία ΝΓ’, 51, ό.π., σελ. 326.
5. Ὀμιλία ΝΓ’, 51, ό.π., σελ. 326.
6. Ὀμιλία ΝΓ’, 51, ό.π., σελ. 328. Σύμφωνα με τον Γ. ΖΩΓΡΑΦΙΔΗ, Βυζαντινή φιλοσοφία της εικόνας, εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 1997, σελ. 198-200, μπορεί να γίνει πρότυπο: (α) αυτό που είναι δυνατό να συλληφθεί με τις αισθήσεις και το νου καθ’ ολοκληρίαν, (β) αυτό που ο νους καταλαβαίνει αναλογικά, (γ) αυτό που ο άνθρωπος προσεγγίζει μεταμορφωμένος. Με αυτό τον τελευταίο τρόπο θεωρείται η Θεοτόκος ως πρότυπο, στην περίπτωση που εξετάζουμε.
7. Ὀμιλία ΝΓ’, 52, ό.π., σελ. 328.
8. Ὀμιλία ΝΓ’, 52, ό.π., σελ.328, πρβλ. ΑΓ. ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΠΑΛΑΜΑ, Περὶ Ἐκπορεύσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, Λόγος Β΄, 18, ό.π., σελ. 94, «Εἰ δ’ ἐκ τῆς φανερώσεως στοχάζεσθαί φασιν ἐκεῖνοι τήν ὕπαρξιν, ἀλλ’ ἡμεῖς οὐ στοχασμοῖς ἀκολουθοῦντες, ἀλλὰ θεολέκτοις λογίοις τὴν ὁμολογίαν τῆς πίστεως πεπλουτήκαμεν».
9. Ὀμιλία ΝΓ’, 51, ό.π., σελ.326.
10. Ὀμιλία ΝΓ’ 52, ό.π., σελ.328
11. Ὀμιλία ΝΓ’, 53, ό.π., σελ.330
12. Ὀμιλία ΝΓ’, 55, ό.π., σελ.332
13. Ὀμιλία ΝΓ’, 55, ό.π., σελ.332
14. Ὀμιλία ΝΓ’, 55, ό.π., σελ. 332
15. Ὀμιλία ΝΓ’, 55, ό.π., σελ.332 , «Οὕτως ὁ μέγας τῷ ποσῷ κόσμος, οὕτως ὁ μέγας τῷ ἀξιώματι».
16. Ὀμιλία ΝΓ’, 55, ό.π., σελ.332 , «Τῷ μὲν γὰρ τρόπῳ κοινωνοῦσιν ἀλλήλοις, ὑπερέχει δὲ ἐκεῖνος μὲν τῷ μεγέθει, οὗτος δὲ τῆ συνέσει».
17. Η αναλογία ανάμεσα στον άνθρωπο και στο σύμπαν, περιγράφεται για πρώτη φορά με φιλοσοφικο-θεολογικούς όρους, στον πλατωνικό Τίμαιο. Ο Πλάτων θεωρεί ότι υπάρχει αναλογία ανάμεσα στις περιφορές της ψυχής του κόσμου και στις κινήσεων του αθανάτου μέρους της ανθρωπίνης ψυχής (Τιμ. 42c). Η αναλογία εδώ δεν αποτελεί μόνο ομοιότητα λόγων ούτε απλή ομωνυμία κινήσεων, αλλά συνωνυμία και ταυτότητα, αφού η ανθρώπινη ψυχή έχει την ικανότητα να αποκτήσει τον ίδιο λόγο κίνησης, τον οποίο έχει και η ψυχή του κόσμου. Πρβλ. G. VLASTOS, The Disorderly Motion in the Timaios, The Classical Quarterly, 33 (1939), σελ. 82. Επειδή οι τροχιές των ουρανίων σωμάτων είναι ορατές στον κάθε άνθρωπο, ο καθένας είναι ικανός με τη βοήθεια της αστρονομίας να αντιληφθεί την τάξη που διέπει τις περιφορές του ουρανού. Αυτό θα του δώσει τη δυνατότητα να φθάσει στην κατανόηση του χρόνου και στη σύλληψη της έννοιας του αριθμού και τέλος στην αποκάλυψη της έλλογης και έμψυχης φύσης του σύμπαντος. Πρβλ. A. E. TAYLOR, Philosophical Studies, Forms and Numbers, Macmillan, London 1934, σελ. 116-117. Όλα αυτά θα γίνουν τότε για τον καθένα το πρότυπο με βάση το οποίο θα μπορέσει να ρυθμίσει τις περιφορές της δικής του ψυχής, ακολουθώντας έτσι ένα δρόμο που οδηγεί στη βελτίωση της ψυχοσωματικής του ισορροπίας και στην κατάκτηση της άριστης ζωής. Στον ουρανό επιβάλλεται απόλυτα η κυριαρχία της Ψυχής του κόσμου, αφού δεν συναντά καμία ουσιαστική αντίσταση από το σωματικό στοιχείο. Η ανθρώπινη ψυχή όμως αποτελεί ένα πεδίο ανταγωνισμού αλλά και συνεργασίας του Νου και της Ανάγκης, αλλά έχει πρόσβαση στην ευδαιμονία και τον άριστο βίο μέσω της εξομοίωσής της με τον ορατό και έλλογο ουράνιο διάκοσμο. Όταν ο Δημιουργός έφτιαχνε τις ανθρώπινες ψυχές έφτιαξε ακριβώς τόσες όσες είναι και τα άστρα του ουρανού και κατένειμε μία ψυχή σε κάθε άστρο. «Ἐμβιβάσας ὡς ἐς ὄχημα τὴν τοῦ παντὸς φύσιν ἔδειξεν» (Τιμ. 41e), γεγονός το οποίο, σύμφωνα με τον P. SHOREY, The Timaeus of Plato, AJPh, vol. 10, σελ. 60, παραπέμπει στη θεωρία της ανάμνησης. Η ανάμνηση όμως εδώ δεν έχει σαν σκοπό της τη γνώση των ιδεών, αλλά την τάξη του σύμπαντος καθώς και την ιεραρχία που επιβάλλει στον κόσμο η ειμαρμένη (Τιμ. 41.d.8-e.3). Όποιος άνθρωπος καταφέρει να ζήσει σωστά το χρόνο που του αναλογεί θα επιστρέψει στην έδρα του συγγενούς του άστρου και θα έχει εκεί ευτυχισμένη ζωή. Αυτό θα γίνει μόνο όταν ο άνθρωπος επιτρέψει στην ομαλή περιφορά του Ταυτού να επικρατήσει μέσα του, όταν δηλαδή με τη βοήθεια του λόγου επιβληθεί στα πάθη του και επιστρέψει στην πρωταρχική και άριστη κατάστασή του, Τιμ. 42.d.1-2, «λόγῳ κρατήσας εἰς τὸ τῆς πρώτης καὶ ἀρίστης ἀφίκοιτο εἶδος ἕξεως».
18. Ὀμιλία ΝΓ’, 56, ό.π., σελ.332.
19. Ὀμιλία ΝΓ’, 56, ό.π., σελ.332
20. Ὀμιλία ΝΓ’, 56, ό.π., σελ.334
21. Ὀμιλία ΙΖ’,ΕΠΕ, τομ.9 ’,σελ.484 .
22.Ὀμιλία ΝΓ’, 56, ό.π., σελ.334 , «Δύναμις μὲν οὖν ἄλογος ἐστιν ἡ αἴσθησις, γνωστικὴ καὶ ἀντιληπτικὴ τῶν αἰσθητῶν παρόντων».
23. Ὀμιλία ΝΓ’, 56, ό.π., σελ.334 , «φαντασία δὲ ἀπὸ ταύτης ἔχει τὴν ἀρχήν, ἐνεργεῖ δὲ τὰ ἑαυτῆς καὶ τῶν αἰσθητῶν ἀπόντων».
24. Ὀμιλία ΝΓ’, 56, ό.π., σελ.334, «Διάνοια δὲ λογικὴ μέν ἐστιν αἰεί, διεξοδικῶς δὲ πρόεισιν εἰς τὴν μετὰ λόγου δόξαν ἀποτελευτῶσα».
25. Ὀμιλία ΝΓ’, 56, ό.π., σελ.334, «δι’ ὀργάνου πρώτου συνειστήκασι καὶ ἐνεργοῦσι, τοῦ ψυχικοῦ ἐν ἐγκεφάλω πνεύματος».
26. Ὀμιλία ΝΓ’, 56, ό.π., σελ.334
27. Ὀμιλία ΝΓ’, 60, ό.π., σελ.338 , «οὐδ’ ἄν νοῦς ἦ θείαν εὑρῶν αἴσθησιν ὁρώη καὶ καθ’ ἑαυτὸν ὄντως
ἐνεργεία γίγνοιτο, καθάπερ οὐδὲ ὀφθαλμὸς τοῦ κατ’ αἴσθησιν φωτὸς χωρίς».

28. Η θέωση, σύμφωνα με τον Τ. ΑΝΑΣΤΟ, Gregory PalamasRadicalization of the Essence, Energies, and Hypostasis Model of God, GOThR 38:1-4 (1993), σελ. 343, είναι ένα χαρισματικό στάδιο, κατά το οποίο το κτιστό υποκείμενο υπερβαίνει το οντολογικό του επίπεδο, μεταβαίνοντας στην τάξη του ακτίστου. Η θέωση δηλαδή είναι μία οντολογική αυθυπέρβαση, μία οντολογική άνοδος από το πεδίο του κτιστού στο πεδίο του ακτίστου. Είναι όντως πολύ μεγάλος ο κίνδυνος της «οντολογικοποιήσεως» του μυστηρίου της θεώσεως, διότι διαμέσου του επιτελείται η μείωση της θεολογίας και της εμπειρίας των αγίων σε μία οντολογία και μεταφυσική, που βασίζεται στο διανοητικό στοχασμό και στις ανθρώπινες παραδόσεις. Σφόδρα ενάντιος στη χρήση του όρου «οντολογία» στη θεολογία, ο π. Ι. ΡΩΜΑΝΙΔΗΣ δηλώνει ρητά ότι ο όρος αυτός δε συναντάται πουθενά στους πατέρες, καθώς και ότι εκτός Ελλάδος σημαίνει σχεδόν πάντοτε τη Μεταφυσική. Αξιοσημείωτο κατά τη γνώμη μας τυγχάνει το γεγονός ότι ο π. Ι. ΡΩΜΑΝΙΔΗΣ συνδέει τους όρους «οντολογία» και «μεταφυσική» με τον όρο «analogia entis», σημειώνοντας χαρακτηριστικά ότι «οἱ Πατέρες ἀπορρίπτουν τὴν analogia entis καὶ τὴν analogia fidei τοῦ Αὐγουστίνου καὶ τῆς Φραγκο-Λατινικῆς παραδόσεως. Μὲ ἄλλα λόγια ἔχουν ἀπορρίψει τὴν ὀντολογικήν, μεταφυσικὴν καὶ φιλοσοφικὴν μέθοδον τοῦ θεολογεῖν». Βλ. π. Ι. ΡΩΜΑΝΙΔΗ, Δογματική καί Συμβολική Θεολογία τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας, τόμ. Α’, ό.π., υποσημ. 3, σελ. 255.
29. Ὀμιλία ΝΓ’, 60, ό.π., σελ.338.
30. Ὀμιλία ΝΓ’, 60, ό.π., σελ.340.
31. Ὀμιλία ΝΓ’, 59, ό.π., σελ.338.

Δεν υπάρχουν σχόλια: