Η ΜΟΝΤΕΡΝΑ ΟΝΤΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΖΗΖΙΟΥΛΑ
Η σύγχρονη οντολογία δέν κατάγεται από τόν Αριστοτέλη,
αλλά από τήν οντολογική απόδειξη τής υπάρξεως τού Θεού τού Άνσελμου τής Αόστα ή
τού Καντέρμπουρυ (Anselm of Canterbury). Ο οποίος προσπάθησε νά γράψει ένα μοντέλο διαλογισμού πάνω
στήν ύπαρξη καί στήν ουσία τού Θεού, στo οποίο όλα έπρεπε νά αποδεικνύονται μέ
τήν σκέψη καί όπου τίποτε απολύτως δέν έπρεπε νά στηρίζεται στήν αυθεντία τών
γραφών. Αυτή η απόδειξη μέ τήν σειρά της στηρίζεται στήν θεολογία τού
Αυγουστίνου. Ο Αυγουστίνος ερμήνευσε τό ‘‘εγώ είμαι αυτός πού είμαι’’ (έξοδος 3,
14), σάν αυτός πού είναι αμετάβλητος, στήν Πολιτεία τού Θεού. Αυτός πού είναι
πάντοτε μέ τόν ίδιο τρόπο. Ο Θεός έτσι είναι ουσία, σχετίζεται μέ τήν έννοια
τού τί είναι, καί όλα τά υπόλοιπα όντα μαρτυρούν τήν ύπαρξή του, τό
αμετάβλητο, πού έχει ανάγκη η κάθε αλλαγή σάν αιτία.
Ακολουθώντας λοιπόν τά βήματα τού Αυγουστίνου ο Άνσελμος,
φτάνει στήν έννοια τού Θεού ώς τού πιό τέλειου όντος. Κατέχοντος μιά τελειότητα
από τήν οποία δέν νοείται άλλη ανώτερη καί μεγαλύτερη. Η ίδια δέ η έννοια τού
τελειότατου όντος συνεπάγεται ότι τό όν αυτό είναι πραγματικό. Δηλαδή καθώς αυτή
η έννοια νοείται έχει ήδη ψυχική πραγματικότητα.
Γιά την ιστορία η απόδειξη μπορεί νά εκφραστεί ως εξής:
ο Θεός είναι εκείνο τό πράγμα από τό οποίο τίποτε δέν είναι μεγαλύτερο. Αυτό τό
σκέπτεται ακόμη καί ο άθεος, ο οποίος λέει στήν καρδιά του : δέν υπάρχει ο Θεός.
Γιά νά αρνείται τόν Θεό, γνωρίζει πώς δέν μπορεί νά σκεφθεί τίποτε μεγαλύτερο.
Ο Θεός λοιπόν βρίσκεται μέσα στό νού του, αλλά αρνείται πώς ο Θεός υπάρχει έξω
από τήν διάνοιά του. Μόνο πού μέ αυτόν τόν τρόπο ομολογεί πώς είναι δυνατόν νά
υπάρχει κάτι μεγαλύτερο από τόν Θεό. Η ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΣ. Κάτι πού αναιρεί τήν διάνοιά
του τήν ίδια. Αυτό είναι εν ολίγοις καί τό απόλυτο είναι τής μεσαιωνικής θεολογίας.
Στήν πραγματικότητα τό επιχείρημα αυτό επαναλαμβάνει τό
μονοσήμαντο είναι τού Παρμενίδη. Τήν αμετάβλητη ύπαρξη τού είναι. Παρότι όμως ο
Πλάτων στόν διάλογο Παρμενίδης διόρθωσε τό μονοσήμαντο είναι τού Παρμενίδη, αυτό τό τελειότατο όν τής σχολαστικής
φτάνει μέχρι τίς μέρες μας μέ την οντολογία καί τήν εκκλησιολογία τού Ζηζιούλα.
Βασισμένης στόν αναστημένο καί εσχατολογικό Χριστό τής Δόξης. Η οποία αρνείται
τόν σταυρό καί τήν θυσία τού Κυρίου, τήν ευχαριστία σάν ανάμνηση τής θυσίας Του,
τήν μετάνοια καί τήν ταπεινοφροσύνη πού συνεπάγεται η πρόσληψη τής μορφής τού δούλου ανθρώπου. Η τελειότης αυτή
εκφράζεται επίσης καί στην σύγχρονη θεολογία τού προσώπου. Τό οποίο λόγω τής αξιοπρέπειάς
του, διά της αναλογίας, μπορεί νά ζήσει μέ τόν τρόπο τού ακτίστου. ΧΩΡΙΣ
ΧΡΙΣΤΟ.
Υπάρχει όμως καί κάτι περισσότερο. Η οντολογικοποίηση τών
καθόλου καί τού ανθρώπου. Ο σχολαστικός ισχυρισμός ότι τά καθόλου είναι πράγματα
ή μεταφυσικές οντότητες. Η μείωση τών καθόλου και τής φιλοσοφίας κατά συνέπεια
σέ απλή σχέση ανάμεσα σέ ονόματα καί σέ νοητικές έννοιες μέ τήν πραγματικότητα.
Η φιλοσοφία κατέληξε νά σημαίνει την έρευνα γιά τήν σχέση ανάμεσα σέ ιδέες ή
νοητικές κατηγορίες, οι οποίες εκφράζονται μέ τούς όρους τής γλώσσας καί μέ
τίς πραγματικότητες πού βρίσκονται έξω τού νού. Κατέληξε νά είναι το πρόβλημα
τής σχέσεως ανάμεσα στίς φωνές καί στά πράγματα, ανάμεσα στίς λέξεις καί στα πράγματα,
ανάμεσα στη σκέψη και στο είναι.
Και όμως ο Αριστοτέλης ορίζει την φιλοσοφία και την
έρευνα της ώς εξής : Μεταφ. 1025 b, «Αι αρχαί και τα αίτια ζητείται των όντων, δήλον
δέ ότι ή τα όντα (ότι είναι τα όντα ώς όντα, όχι οντότητες). Γιατί υπάρχει ένα
αίτιο της υγείας και της ευεξίας και των μαθηματικών εισίν αρχαί και στοιχεία
και αίτια και γενικώς κάθε επιστήμη που είναι διανοητική ή μετέχουσα κάπως της
διανοίας, περί αιτίας και αρχάς έστιν, με μεγαλύτερη ακρίβεια ή πιό απλά».
Πώς έγιναν οι αρχές οντότητες, παραμένει αδιάγνωστο
μυστήριο. Η άβυσσος η οποία χωρίζει τους αρχαίους απο τους Δυτικούς φιλοσόφους,
αδιάγνωστο μυστήριο.
Ο Αβελάρδος, ο θεμελιωτής του υποκειμένου, επηρεασμένος
απο το περι ερμηνείας του Αριστοτέλη σύμφωνα με το οποίο καθολικό είναι αυτό
που είναι κατηγόρημα περισσοτέρων όντων, συμπεραίνει πώς το γενικό δέν μπορεί
να είναι ένα πράγμα, ένα αντικειμενικό όν, το οποίο σαν τέτοιο, δέν μπορεί να
υποδυθεί το κατηγόρημα ενός άλλου όντως, σύμφωνα με την σχολαστική αρχή, res de re non praedicatur.
Καταλαβαίνουμε άραγε πώς η Δύση υπήρξε η σκηνή μίας
απίστευτης φιλοσοφικής κωμωδίας; Πρίν λίγο καιρό ο Λάμπρος Σιάσος είχε ρωτήσει «ΚΑΙ
ΕΑΝ ΤΟ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΛΗΘΙΝΟ;» Ακόμη δέν πήρε απάντηση.
Αμέθυστος
2 σχόλια:
Ζηζιουλας και Ρωμανιδης οι 2 οψεις του ιδιου νομισματος . Και οι 2 γιναν μεγαλοι και τρανοι σαν κληρικοι . Και οι 2 καναν καριερα διαψευδοντας την εκκλησια που τους εκενε μεγαλους και τρανους . Πιο πονηρος φυσικα ο Ρωμανιδης σαν ελληνοαμερικανος απο τον Δυτικομακεδονα Ζηζιουλα . Και οι 2 παρουσιαστηκαν αν αναλυσει καποιος με δευτερη αναγνωση της δογματικης τους σαν μυστες που ειχαν ιδιαιτερα με τον Θεο που τους αποκαλυψε περαιτερω πραγματα απο αυτα που αποκαλυψε στο ποπολο . Τωρα με το ιντερνετ μπαινεις στον ΟΟΔΕ και διαβαζεις πληρως την δογματικη τους . Και οι 2 παρουσιασαν την φυση του Θεου λες και ειναι παντογνωστες εχοντας στο πισω μερος της κεφαλης τους αλλα πραγματα . Ο Ρωμανιδης εφτασε να πει οτι ο προχωρων εις την θεωσην αντιλαμβανεται οτι ο Θεος δεν ειναι ουε μονας ουτε τριας ουτε ενας . Μεγαλο αδειασμα των πατρεων των 2 πρωτων οικουμενικων συνοδων . Οταν καποιος σαν τον Ρωμανιδη φτανει με δεν ξερουμε ποιον τροπο σε αυτη την εμπειρια να ερευνα τα ανεξερευνητα τοτε οι θαυμαστες του βεβαιως βεβαιως μπορουν να διαψευδουν ολους τους απλους πιστους που στηριζονται στο κατα Ιωαννη και στο συμβολο της πιστεως . Ο Περγαμου λιγοτερο πονηρος παρομοιασε την Αγια Τριαδα σαν μεραρχια πεζικου που περιγραφει και την ιεραρχια της . Και ξεσηκωθηκαν φυσικα ολοι . Κοινο χαρακτηριστικο και των 2 σχολων το εξης . Η αναιδεια των εκπροσωπων τους πχ Ζηζιουλα μια που ειναι εν ζωη και ακολουθων του Ρωμανιδη να ενοουν εμμεσα πλην σαφως . Εγω εχω προσωπικο λακριντι με τον Θεο οποτε εσεις βουλωστε το . Α.Μ Εκει που εγραψα των πατρεων των 2 πρωτων συνοδων ενοειται οτι ηθελα να γραψω πατερων .
Ο Ρωμανίδης καί ο Ζηζιούλας υπήρξαν συμμαθητές, καί μαθητές τού Φλωρόφσκυ, τού ανθρώπου πού κήρυξε τήν ανάγκη μετα-πατερικής θεολογίας. Όλη τους η πνευματική ζωή υπήρξε μιά διαμάχη μέχρι θανάτου γιά τό μαθητικό πρωτείο.
Ο Ρωμανίδης εισήγαγε στήν Ελλάδα τήν θεολογία τού Μέγιεντορφ καί έκανε τό εξής τραγικό λάθος, τό οποίο συνεχίζει σήμερα ο Ιερόθεος Βλάχος, παρότι τού τό έχουμε επισημάνει προσωπικώς πολλές φορές.
Εισήγαγε τήν θεωρία τών ακτίστων ενεργειών. Καί όρισε τήν θέωση σάν τό αποτέλασμα μιάς κάποιας, ανύπαρκτης, θεοποιού, άκτιστης ενέργειας.
Καί έχουμε ρωτήσει λοιπόν τόν Ιερόθεο Βλάχο πού παρουσιάζεται σάν ο έμπειρος τών ακτίστων ενεργειών :
Εάν η θέωση οφείλεται σέ μία θεοποιό άκτιστη ενέργεια, τότε γιατί ενσαρκώθηκε ο Κύριος;
Ο Κύριος είναι υπόσταση, δέν είναι άκτιστη ενέργεια.
Γιά νά επιτρέψει στίς άκτιστες ενέργειες να προσληφθούν από τόν άνθρωπο; Καί ο Κύριος είναι ένας μεσάζων τών ακτίστων ενεργειών, ένας μέντιουμ;
Εμείς μετά τόν Ζηζιούλα θά ασχοληθούμε με τόν Ρωμανίδη.
Δημοσίευση σχολίου