Κυριακή 21 Ιανουαρίου 2018

Τα χαρισματικά και τα κανονικά όρια της Εκκλησίας ήγουν Πεντηκοστή και θεία Ευχαριστία (3)

Συνέχεια από Τετάρτη, 17 Ιανουαρίου 2018

ΣΕΒ. ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΝΑΥΠΑΚΤΟΥ ΚΑΙ ΑΓΙΟΥ ΒΛΑΣΙΟΥ ΙΕΡΟΘΕΟΥ

1. Τα χαρισματικά και τα κανονικά όρια της Εκκλησίας (συνέχεια)

Το κείμενο πού είδαμε προηγουμένως με τίτλο «Τα όρια της Εκκλησίας» δημοσιεύθηκε το έτος 1933. Αργότερα, συγκεκριμένα το έτος 1950, ο π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ δημοσίευσε παρόμοιες απόψεις σε νέο κείμενό του με τίτλο˙ «Το δόγμα της Εκκλησίας και το οικουμενικό πρόβλημα»[22].

Στην αρχή του νέου κειμένου διατυπώνει την πίστη του ότι «η Εκκλησία είναι μία», είναι «ένα σώμα», «ακόμη και το Σώμα του Χριστού», στο οποίο ενσωματώνονται οι Χριστιανοί με το Βάπτισμα «υπό ένα πνεύμα». «Ωστόσο οι Χριστιανοί είναι διαιρεμένοι. Η Χριστιανωσύνη είναι διαιρεμένη. Ο χριστιανικός κόσμος βρίσκεται σε σχίσμα», «υπάρχουν, στην πραγματικότητα, πολλά χριστιανικά σώματα που επικαλούνται το σώμα της Εκκλησίας για τον εαυτό τους και είναι εκτός κοινωνίας μαζί τους, μερικές φορές με ανοιχτό και πικρό ανταγωνισμό. Η ενότητα της πίστης έχει καταρρεύσει». Ερωτά αν πρέπει να μιλάμε για «διαιρεμένη Εκκλησία». Καταλήγει όμως εμφαντικά ότι ο Χριστός δεν διαιρείται[23].

Έπειτα, αναλύει πάλι την διαφορά μεταξύ του αγίου Κυπριανού που «ξεκινά με την ανέκφραστη προϋπόθεση ότι τα κανονικά και χαρισματικά όρια της Εκκλησίας εντελώς και πάντοτε συμπίπτουν»[24], πράγμα που, όπως φαίνεται, είναι «θεολογούμενο»[25], και του αγίου Αυγουστίνου που ξεκινά από άλλη παραδοχή και στην πραγματικότητα «υπάρχει μια δυσαναλογία μεταξύ των κανονικών και των μυστηριακών διαστάσεων. Και όμως υπάρχουν όρια στην Εκκλησία και αυτό είναι θεολογούμενο»[26].

Στην συνέχεια αναλύει το θέμα, θέτοντας πολλά ερωτήματα σε κάθε σκέψη του, όπως κάνει και στο προηγούμενο κείμενό του, που δείχνει τον προβληματισμό που τον διακρίνει. Αυτό ερμηνεύεται με διπλό τρόπο. Ή δεν κατέληξε ακόμη σε συμπέρασμα για όλες τις προεκτάσεις του θέματος και δείχνει την επιθυμία του να το αντιμετωπίσει αργότερα, ή δεν θέλει να εκφρασθή, επειδή διαλέγεται με διάφορες Χριστιανικές ομάδες στην Ευρώπη όπου βρίσκεται, ή θεωρεί ότι αυτό είναι θέμα της Εκκλησίας η οποία θα το αντιμετωπίση.

Για παράδειγμα, εξετάζοντας την κανονική πρακτική της Εκκλησίας που γίνεται μάλλον από μια «οικονομία» παρά από το αυστηρό δόγμα, γράφει: «Είναι πέρα από τα όρια της παρούσης μελέτης να συζητηθή στην σωστή έκταση αυτό το δόγμα ή θεωρία της εκκλησιαστικής “Οικονομίας”»[27]. [Η ίδια η Εκκλησία είναι τό έργο τής οικονομίας τής σωτηρίας. Μπορεί νά διαθέσει ποτέ της δική της οικονομία, πέραν τού Μυστηρίου τής Μετανοίας; Τί είναι; Η τράπεζα τού Αγίου Πνεύματος;]

Σε άλλο σημείο γράφει: «Για άλλη μια φορά ο παρών συγγραφεύς (σημ. εννοεί τον εαυτό του) δεν προτείνει κάποια λύση. Το δόγμα τής Εκκλησίας βρίσκεται ακόμα στην προ-θεολογική φάση του»[28].

Αλλού γράφει: «Ο σκοπός αυτού του σχεδιαγράμματος ήταν απλώς να θέση το πρόβλημα. Η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι η Εκκλησία. Αυτό είναι προφανές και αδιανόητο για κάθε Ορθόδοξο», θέτει όμως το ερώτημα: «Αλλά σημαίνει αυτό πραγματικά ότι μόνον οι Ορθόδοξοι είναι Χριστιανοί;». Ερωτά: «Ειναι ο Ορθόδοξος υποχρεωμένος να είναι πιο άκαμπτος και να αρνείται το όνομα του Χριστιανού στους “χωρισμένους αδελφούς”;»[29].

Στo τέλος προτείνει την άποψη του Μητροπολίτου Μόσχας Φιλαρέτου, ο οποίος δεν αποτολμά να ονομάση «ψεύτικη οποιαδήποτε εκκλησία πιστεύει ότι ο Ιησούς είναι ο Χριστός» και ότι δεν εκφέρει «κρίση για το άλλο μισό του σύγχρονου Χριστιανισμού», αλλά δεν κάνει τίποτε πέρα από το να τους κοιτάζη και πιστεύει ότι «η δύναμη του θεού θα θριαμβεύση πάνω από την ανθρώπινη αδυναμία, το καλό πάνω από το κακό, η ενότητα πάνω από τη διαίρεση, η ζωή πάνω από τον θάνατο». Και ο π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ καταλήγει στο κείμενό του: «Η πραγματική ερμηνεία της αντινομίας του Χριστιανικού σχίσματος μπορεί να επιτευχθεί μόνο στο πλαίσιο ενός ισορροπημένου δόγματος της Εκκλησίας»[30].

Είναι φανερό ότι ο π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ και στο νέο κείμενό του θέτει ερωτήματα για το θέμα αυτό, κάνει συλλογισμούς, προβληματίζεται έντονα, καταγράφει αντίθετες απόψεις, είναι σε μερικές περιπτώσεις αντιφατικός και αυτοαναιρούμενος αλλά κάνει τη διάκριση μεταξύ Ορθοδόξου Εκκλησίας, που είναι η μόνη Εκκλησία και χωρισμένων ή πλανεμένων Χριστιανών.

Προφανώς κλείνει προς την άποψη του Ιερού Αυγουστίνου, αλλά δεν εκφράζεται καθαρά για το αν συμπίπτουν ή διαχωρίζονται τα χαρισματικά και κανονικά όρια της Εκκλησίας. Βλέπει αυτό το θέμα μέσα από την ακρίβεια και την οικονομία και μέσα από την προοπτική της επιστροφής των σχισματικών και αιρετικών στην καθολική αλήθεια. Εκφράζει έναν προβληματισμό που απασχόλησε έντονα τους Ρώσους θεολόγους και επηρέασε άλλους μεταγενέστερους Ορθοδόξους θεολόγους[31].

Επομένως, όσοι ισχυρίζονται ότι ο π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ διδάσκει για τον διαχωρισμό μεταξύ χαρισματικών και κανονικών ορίων της Εκκλησίας και ότι αναγνωρίζει Μυστήρια εκτός της Εκκλησίας, μάλλον χρησιμοποιούν κακώς τη σκέψη του και στην πραγματικότητα αναιρούν τη βασική του αρχή ότι ή Εκκλησία είναι μία και το Σώμα της Εκκλησίας είναι ένα, ακόμη και το Σώμα του Χρίστου είναι ένα.

Είναι χαρακτηριστικό ότι ο π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ στο δεύτερο κείμενό του γράφει: «Η όρατή ενότητα των Χριστιανών έχει διασπασθή. Πρέπει αυτό να θεωρηθή ως διαίρεση στην Εκκλησία; Ή θα πρέπει μάλλον να το περιγράφουμε ως χωρισμό κάποιων, ίσως πολλών από την Εκκλησία; Μπορούμε να ξεφύγουμε από αυτό το δίλημμα; Divisus est Christus; “Διαιρείται ό Χριστός;”. Όχι. Εμφαντικά όχι»[32].

Συμπληρωματικά πρέπει να σημειωθή ότι σε άλλο κείμενό του θέτει τα «χαρισματικά γεγονότα» ως παράλληλα με τους κανόνας, μέσα στην Εκκλησία. Γράφοντας για τις Γενικές Συνόδους (Οικουμενικές) επισημαίνει ότι «δεν θα ήταν υπερβολή εάν ελέγετο ότι αί Σύνοδοι ουδέποτε εθεωρήθησαν ως κανονικός θεσμός, αλλά μάλλον ως κατά περίπτωσιν χαρισματικά γεγονότα. Οι Σύνοδοι χαρακτηρίσθηκαν ως Οικουμενικές «όχι τόσον λόγω της επισήμου κανονικής των αρμοδιότητος, όσον εξ αιτίας του χαρισματικού των χαρακτήρος˙ με την καθοδήγησιν του Αγ. Πνεύματος εμαρτύρησαν περί της αληθείας συμφώνως προς την Αγ. Γραφήν, όπως αύτη παρεδόθη εις την αποστολικήν παράδοσιν»[33].

(Συνεχίζεται)

Σημειώσεις
22. Georges Florovsky, “The Doctrine of the Church and the Ecumenical Problem”, The Ecumenical Review, Vol. 1950, pp. 152-161.
23. Ένθ. ανωτ., 152-153.
24. Ένθ. ανωτ., σελ. 154-155.
25. Ένθ. ανωτ., σελ. 156.
26. Ένθ. ανωτ., σελ. 155-156.
27. Ένθ. ανωτ., σελ. 159.
28. Ένθ. ανωτ., σελ. 161.
29. Ένθ. ανωτ., σελ. 160.
30. Ένθ. ανωτ., σελ. 161.
31. ΦΛΩΡΟΦΣΚΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ, Θέματα εκκλησιαστικής Ιστορίας, Έργα 4, μετάφραση Παναγιώτου Κ. Πάλλη, εκδ. Πουρνάρα, Θεσσαλονίκη 1979, σελ. 318-323.
32. GEORGES FLOROVSKY, “The Doctrine of the Church and the Ecumenical Problem”, The Ecumenical Review, Vol. 1950, pp. 152-153.
33. ΦΛΩΡΟΦΣΚΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ, Αγία Γραφή, Εκκλησία, Παράδοσις, Έργα 1, Μετάφραση Δημητρίου Γ. Τσάμη, εκδ. Πουρνάρα, Θεσσαλονίκη 1976, σελ. 131-132.

Δείτε και τις παρακάτω αναρτήσεις μας σχετικές με το θέμα:

Η τραγωδία της χριστιανοσύνης - π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ

ΣΧΟΛΙΟ: Γιά ποιόν λόγο θεωρείται θεολογική αυθεντία ο Φλωρόφσκυ; Δέν προσφέρει παρά διττούς καί διφορούμενους λόγους, συντασσόμενος μέ τήν Καρτεσιανή αμφιβολία η οποία συστήνει τό σύγχρονο υποκείμενο. Αμοιρος οποιασδήποτε Αγιοπνευματικής εμπειρίας, καθώς ο σκοπός καί ο πόθος τής καρδιάς του δέν ήταν νά δεί τόν Κύριο, όπως τού σημερινού Ζακχαίου, αλλά η κατασκευή μιάς μεταπατερικής θεολογίας η οποία θά επέτρεπε στήν ορθοδοξία νά συμμετάσχει στό ΠΣΕ χωρίς νά χάσει τήν αυτοσυνειδησία της σήμερα, διότι αύριο οι μελλοντικές γενιές δέν θά καταλαβαίνουν ούτε τήν ανάγκη διακρίσεως. Όπως ακριβώς μαγειρεύεται σήμερα τό μοίρασμα τού ονόματος τής Μακεδονίας καί κατά συνέπειαν καί τόν διαμοιρασμό αύριο καί τού εδάφους τής Μακεδονίας. Δικαίως λοιπόν στηρίζεται στόν Αυγουστίνο, τόν πρώτο Μεταπατερικό θεολόγο καί ιδρυτή τής Δυτικής αιρέσεως. Καί όλα αυτά γιά νά δικαιωθεί ο Ρωμανίδης; Καί οι διφορούμενοι μαθητές του οι οποίοι ακολουθώντας τό παράδειγμα τού Ρωμανίδη υποδύονται τόν εμπειρικό θεολόγο, άγευστοι ακόμη καί τού υποδοχέως τού ακτίστου, τού ΝΟΥ; Ο Αγιος Μάξιμος όπως είδαμε μάς έχει ήδη προειδοποιήσει: «Όποιος παρέχει, κατασκευάζει, γιά τήν περί εαυτού γνώσιν, πρόληψιν, φήμην, σ’αυτούς πού τόν θεωρούν, τόν ακούνε, μέ τήν προφορά δηλ. μέ τήν επανάληψη καί μόνον τών λέξεων από τούς λόγους πού έχει κλεψει από τούς Πατέρες, παραπείθοντας τίς ακοές τών ασυνέτων καί μιαίνοντας μέ συνουσία, σάν να είναι γυναίκες, αυτές οι αμύητες ακοές, τίς καλές καί θεοφιλείς θεωρίες τού πρώτου διδάξαντος, αυτός ελέγχεται δοξομανών, αφού παρατάσσεται μέ αυθάδεια, μαζί μέ τό ανώτερο επίπεδο τών φυσικών θεωρημάτων. Αφού δέν έχει αγγίξει τήν αληθινά υψηλή γνώση καί τήν έξη αυτής. Καί πεθαίνει χτυπημένος στήν καρδιά από τά βέλη πού αντιπροσωπεύουν : τήν θύμηση τής παρανομίας του έναντι τών Πατέρων, τήν ντροπή από τήν έπαρσή του (τήν οίηση), γιά τήν γνώση πού δέν είχε καί τήν αναπόφευκτη αναμονή τής μελλούσης κρίσεως. Διότι συλληφθείς από αυτά τά βέλη ο κενόδοξος, πεθαίνει χτυπημένος από τίς αιχμές τους.»

Αμέθυστος

2 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Μπραβο ρε αμεθυστε! Τους τα λες -και τους τα λες σωστα- εστω και αν ξερουν ποιος εισαι! κακα τα ψεμματα! Αυτο θελει λεβεντια

Θωμάς είπε...

http://anastasiosk.blogspot.gr/2010/05/blog-post_9577.html