Πέμπτη 25 Ιανουαρίου 2018

Θεολογία της Θρησκείας και διαθρησκειακός διάλογος (2)

Αρχιμ. ΝΙΚΟΔΉΜΟΥ ΦΑΡΜΑΚΗ*

 Γ. Τρεις Μέθοδοι Προσεγγίσεως των Θρησκειών

Σύμφωνα με τον R. Panikkar, υπάρχουν τρεις μέθοδοι προσεγγίσεως των θρησκειών[24], οι οποίες θεωρούνται ως ασύμβατες μεταξύ τους και μη γόνιμες ως προς τα αποτελέσματά τους: α) Η μέθοδος της αποκλειστικότητας (exclusivism)[25], ήτοι όταν ο πιστός μιας θρησκείας πιστεύει ακράδαντα ότι πρεσβεύει την απόλυτη αλήθεια, την οποία οφείλει να κάνει γνωστή σ’ όλους όσοι την αγνοούν, αναπτύσσοντας έντονη ιεραποστολική δραστηριότητα. Αυτό το είδος πιστού μπορεί να γίνει ιερομάρτυρας της πίστεώς του, διακατέχεται από ένα πνεύμα ηρωισμού και δεν αποδέχεται ίχνος αλήθειας στις άλλες θρησκείες. Η σωτηρία των μη χριστιανών ανάγεται αποκλειστικά στη βούληση του Θεού[26]. β) Η μέθοδος της εμπεριεκτικότητας (inclusivism)[27], κατά την οποία ο πιστός διακατέχεται από μεγαλοψυχία έναντι των άλλων θρησκειών, δεν τις καταδικάζει και αποδέχεται ότι κατέχουν ένα μέρος της αλήθειας του, θεωρώντας ότι κάποια μέρα μπορούν να ξεπεράσουν τις αντιφάσεις τους σχετικά με τη θεϊκή αλήθεια[28], γ) Υιοθετώντας την τρίτη αρνητική μέθοδο προσεγγίσεως των θρησκειών, τον Παραλληλισμό (Parallelism)[29], ο πιστός διακρίνει τα όρια της καθεμιάς, χωρίς να τις κρίνει. Τον χαρακτηρίζει ένα πνεύμα ανεκτικότητας, αγνοώντας όμως ταυτόχρονα τόσο τις αλληλεπιδράσεις μεταξύ των θρησκειών, όσο και το γόνιμο κοινό πεδίο συναντήσεώς τους.

Μεγάλη σημασία αποδίδει ο R. Panikkar στη μέθοδο προσεγγίσεως των άλλων θρησκειών, την οποία ονομάζει «εποχή» και εφαρμόζει συχνά σ’ όλα τα πεδία (κοινωνικό, φιλοσοφικό, ανθρωπολογικό, θρησκειολογικό κ.λπ.). Θέτοντας κάποιος εντός παρενθέσεως τα πιστεύω του και τις πεποιθήσεις του, προσπαθεί να ανοίξει διάλογο με τον άλλο, δείχνοντας σεβασμό στον θρησκευτικό του κόσμο. Εν τούτοις, κανείς δεν μπορεί εύκολα να απαλλαχθεί από έναν ενδιάθετο και υποσυνείδητο πατερναλισμό, καθώς συνεχίζει να πιστεύει ότι κατέχει την αλήθεια, αλλά δεν το δείχνει, για να μπορέσει να συνεχίσει την οποία μορφή διαλόγου. Αυτή η παρενθετική προσέγγιση όμως αποδεικνύεται άκαρπη και άγονη από θεολογικής επόψεως[30]. Για να καταδείξει αυτήν την αρνητική στάση ο R. Panikkar ανατρέχει σε φιλοσοφικούς όρους. Διακρίνει στη θρησκευτική ζωή το «φαινόμενο», που αναφέρεται κυρίως στους εξωτερικούς λειτουργικούς τύπους, το «νόημα», που ταυτίζει με την προσπάθεια ερμηνείας των φαινομένων, π.χ. για ποιο λόγο χρησιμοποιείται το τσαντόρ κ.λπ., και τέλος το «πίστευμα», τον τρόπο δηλ. που βιώνει ο πιστός το φαινόμενο. Αν στον διάλογο με τον άλλο τεθεί εντός παρενθέσεως το πίστευμα, δηλ. η βιωματική εμπειρία του, ο διάλογος αναγκαστικά θα περιοριστεί στους εξωτερικούς τύπους (φαινόμενα) και στην προσπάθεια να ερμηνευθούν αυτοί (νόημα) βάσει προσωπικού πρίσματος. Τοιουτοτρόπως όμως το νόημα ενός ξένου προς μία θρησκεία δεν θα μπορέσει ποτέ να συναντήσει το πίστευμα του άλλου.

Μία άλλη τριμερής διάκριση κατά την προσφιλή μέθοδο του R. Panikkar αφορά τα τρία «επίπεδα της θρησκείας», όρος που παραπέμπει στον S. Kierkegaard και το έργο του Stadier paa Livets Vej, όπου ο Δανός θεολόγος διακρίνει τη θρησκεία σε τρία επίπεδα: το αισθητικό, το ηθικό και το θρησκευτικό. Κατά τον ο Κ. Ahlstrand[31], ο Δανός φιλόσοφος έχει επηρεάσει έμμεσα τη θεολογική σκέψη του R. Panikkar. Απήχηση αυτής της επίδρασης είναι και η παρόμοια τριμερής διάκριση των επιπέδων της θρησκείας με εκείνα του Δανού θεολόγου.

Ο R. Panikkar κάνει λόγο για ιστορικο-πολιτιστικό, λειτουργικό και μυστικό επίπεδο. Όπως σημειώνει, κανείς δεν μπορεί να υπερκεράσει τα απλούστερα στάδια μιας θρησκείας και να αναχθεί άμεσα στην ουσία αυτής (σε μυστικό επίπεδο). Κι αυτό γιατί ο άνθρωπος δεν είναι μόνο πνευματική φύση, αλλά ον χωροχρονικό που ζει εντός ιστορικών πλαισίων και υλικών αναγκών. Το ιστορικο-πολιτιστικό επίπεδο μιας θρησκείας συνίσταται στο γεγονός ότι όλες οι θρησκείες αποτελούν μέρος της Ιστορίας, έχουν συγκεκριμένες δομές και οργάνωση (που άλλοτε αλλάζουν και άλλοτε όχι), νόμους και κώδικες ηθικής, ενώ ταυτόχρονα παίζουν ρόλο και στην πολιτική ζωή. Αυτό το επίπεδο θρησκευτικότητας μπορεί να γίνει αντικείμενο ιστορικής και κοινωνιολογικής αναλύσεως τόσο ως προς τις δομές, όσο και ως προς τον βαθμό επιδράσεως που ασκούν σε ψυχολογικό επίπεδο, καθώς μπορούν να πλάσουν σε μεγάλο βαθμό την ανθρώπινη συνείδηση. Τα θρησκευτικά βιώματα του ανθρώπου δεν ορίζονται βέβαια μόνο από τα ιστορικά και κοινωνιολογικά φαινόμενα, καθώς η θρησκεία δεν είναι αποκλειστικά ούτε ιστορικο-θεολογικό φαινόμενο, ούτε εξ ολοκλήρου πνευματικό. Ανάμεσα σ’ αυτές τις δύο διαστάσεις, η λειτουργική έκφραση ενέχει μεσολαβητικό ρόλο. Ο πιστός κάθε θρησκείας βιώνει τη μυστική κοινωνία του με τον Θεό ή τους θεούς του, ανεξαρτήτως των ιστορικο-κοινωνικών εξελίξεων της εποχής του. Η κοινωνία με τον θεό υπερβαίνει το χωροχρονικό πλαίσιο. Σ’ αυτό το επίπεδο οι θρησκείες παρουσιάζουν περισσότερα κοινά στοιχεία απ’ ό,τι στο πρώτο επίπεδο. Το δεύτερο επίπεδο οδηγεί τον πιστό στο τρίτο επίπεδο, αυτό του μυστηρίου, που αποτελεί την καρδιά του θρησκευτικού βιώματος. Αυτό το στάδιο δεν μπορεί να υπάρξει μόνο του, όπως δεν μπορεί να υπάρξει καρδιά χωρίς σώμα και δεν μπορεί να φτάσει κάνεις σ’ αυτό χωρίς να περάσει τα δύο προηγούμενα επίπεδα της θρησκείας. Μολονότι «η καρδιά κάθε θρησκείας δεν είναι ταυτόσημη (π.χ. η θεία Ευχαριστία στον Χριστιανισμό δεν έχει κοινά στοιχεία με τη μουσουλμανική προσευχή), εν τούτοις δεν είναι και εντελώς διάφορες μεταξύ τους». Κατά τον R. Panikkar, ο άνθρωπος δεν μπορεί να συνειδητοποιήσει ότι κατ’ ουσίαν πρόκειται για ένα και το αυτό κέντρο, γιατί αυτό το στάδιο της θρησκείας είναι πέραν πάσης περιγραφής και ονόματος[32].

Για τον R. Panikkar, δεν υπάρχει απλώς κοινή πραγματικότητα στις διάφορες θρησκείες, αλλά πρόκειται για την κοινή έννοια της τριαδικής θεότητας, η οποία μεταβάλλεται ως προς τις εκφάνσεις της στον κόσμο, δημιουργώντας νέες καταστάσεις και εμπειρίες στον homo religiosus. Χρησιμοποιεί δε την παραδοσιακή μεταφορική εικόνα των νεοινδουϊστών (19ος-20ος αί.), όταν αυτοί αναφέρονται στις πνευματικές αναζητήσεις, η οποία περιγράφει ένα βουνό με κορυφή τον θεό. Αυτό που ενδιαφέρει τους ινδουιστές είναι να ανέβει κάποιος στην κορυφή, ανεξαρτήτως του δρόμου που θα ακολουθήσει. Σύμφωνα με άλλη παραλλαγή της ίδιας εικόνας, είναι προτιμότερο να βρει κανείς τον πιο σύντομο και εύκολο δρόμο, παρά το γεγονός ότι όλοι οι δρόμοι οδηγούν στη μία και μοναδική κορυφή[33]. Οι θρησκείες δεν είναι παρά διαφορετικά μονοπάτια που καταλήγουν μέσω διαφορετικών δρόμων στην κορυφή, χωρίς την οποία δεν θα υπήρχαν αυτά. Η κορυφή θεωρεί ότι είναι το σύνολο όλων των πλαγιών που την περιβάλλουν καί τών δρόμων που όδηγοΰν προς αυτήν. Είναι η ίδια παρά τα πολλά ονόματά της, τα οποία αναφέρονται σε διαφορετικές όψεις της[34].

Μία άλλη μεταφορά που χρησιμοποιεί ο R. Panikkar για να αποδώσει την πλουραλιστική θεολογική σκέψη του είναι αυτή του ουράνιου τόξου[35]. Πηγή του είναι το λευκό φως, που παρομοιάζεται με τον Θεό, χωρίς το όποιο δεν μπορεί να υπάρξει κανένα χρώμα. Εντός του ουράνιου τόξου παρατηρούμε διάφορες αποχρώσεις, που συμβολίζουν τις θρησκείες, κάθε θρησκεία δηλ. αποτελεί μία δέσμη φωτός που προέρχεται από την πηγή, αλλά διατηρεί τη δική της απόχρωση. Όπως τονίζει ο ίδιος, «οι διαφορετικές θρησκευτικές παραδόσεις της ανθρωπότητας προσομοιάζουν στον σχεδόν αναρίθμητο αριθμό χρωμάτων με τα οποία παρουσιάζεται το θειο ή απέριττο λευκό φως της πραγματικότητας όταν πέφτει στο πρίσμα της ανθρώπινης εμπειρίας: διαθλάται σε αναρίθμητες παραδόσεις, δόγματα και θρησκείες»[36]. Κάθε θρησκεία συντελεί στον πλούτο του πανανθρώπινου θρησκευτικού φαινομένου. Ο Θεός αγαπά τη διαφορετικότητα. Με τον τρόπο αυτόν μπορεί να ερμηνευθεί και ο μύθος της Βαβέλ και της πολυγλωσσίας των άνθρώπων[37].

Ως γνήσιος θιασώτης της θεωρίας του Πλουραλισμού, ο R. Panikkar διακηρύσσει ότι αποτελεί κοινή διαπίστωση το γεγονός ότι δεν μπορεί να υπάρχει μόνο ένας δρόμος, κι αυτό ισχύει όχι μόνο για τις θρησκείες, αλλά και για τον πολιτισμό, τη φιλοσοφία και τα οικονομικά συστήματα[38]. Στα πρώτα χρόνια συγγραφής των θεολογικών μελετημάτων του[39], ο R. Panikkar θεωρεί ότι δεν υπάρχει θρησκεία που να μην έχει χριστιανική βάση, χωρίς έμμεση αναφορά στον Χριστό, στον Λόγο του Θεού. Κάτι τέτοιο θα σήμαινε ότι είναι φυσική θρησκεία, συνεπώς δεν έχει το στοιχείο της religatio. Ποιά είναι όμως η θέση του Χριστιανισμού σ’ αυτήν την πλουραλιστική θεώρηση των θρησκειών; Ο Χριστιανισμός έχει μία υπεροχική σχέση με τον Χριστό έναντι των άλλων θρησκειών, αλλά όλες οι θρησκείες αποτελούν ordinata a Cristo[40]. Εν τούτοις, σε μεταγενέστερα συγγράμματά του φαίνεται ότι το ερώτημα γίνεται πιο πολυσύνθετο, καθώς, όπως είδαμε αναλυτικότερα και στο περί Χριστολογίας του R. Panikkar κεφάλαιο, εισήγαγε στη θεωρία του Κοσμοθεανδρισμού πολλά στοιχεία από την ινδουιστική και τη βουδιστική θεολογία, συνδυάζοντάς τα με τη ρωμαιοκαθολική Χριστολογία. Κατ’ αυτόν τον τρόπο όμως φαίνεται να αναιρεί την επάρκεια της χριστιανικής διδασκαλίας, οδεύοντας σ’ έναν επικίνδυνο συγκρητισμό[41].

Σημειώσεις
24. Πρβλ. την κατηγοριοποίηση που επεχείρησε μεταγενέστερα ο A. Race στο έργο του Christian and Religious Pluralism, New York 1983, ed. Orbis Books, όπου στη θέση του πανικκάρειου παραλληλισμού (parallelism) προτάσσει τον πλουραλισμό (pluralism).
25.Βλ. Intra-Religious Dialogue, New York 1987, Paulist Press, σσ. xiv-xvi.
26. Αξίζει να σημειωθεί η παρατήρηση της Μ. J. Levy ότι ο όρος exclusivism μπορεί να χαρακτηρίσει και ένα σύνολο θρησκειών, κυρίως τις μονοθεϊστικές, οι οποίες και πρεσβεύουν την αποκλειστικότητα της αλήθειας τους. Αντίστροφα, υπάρχουν και οι μη αποκλειστικές θρησκείες, οι οπαδοί των οποίων μπορούν να ασπαστούν και ένα μέρος αντιλήψεων προερχόμενων από άλλες θρησκείες. Ως τέτοιες θρησκείες θεωρούνται ο Βουδδισμός, ο Σιντοϊσμός και ο Ταοϊσμός. Βλ. Μ. J. Levy, Modernization and the Structure of Societies, New Jersey 1996, ed. Princeton University Press, σελ. 611 κ.εξ.
27. Intra-Religious Dialogue, σσ. xvi-xviii.
28. Όπως παρατηρεί ο P. Knitter, όσοι ακολουθούν την προσέγγιση της εμπεριεκτικότητας θεωρούν ότι οι άλλες θρησκείες είναι προορισμένες από τον θεό να βρουν την πλήρωσή τους μόνο στό πρόσωπο του Χριστού: P. Knitter, One Earth many Religions: Multifaith Dialogue and Global Responsability, Maryknoll, New York, 1995, σελ. 28.
29. Intra-Religious Dialogue, σσ. xviii-xix.
30. «Epoche in the Religious Encounter», The Intra-Religious Dialogue, Paulist Press, New York, σσ. 39-52.
31. K. Ahlstrand, Fundamental Openness, Inquiry into Raimundo Panikkar’s Theological Vision and its Presuppositions, Uppsala 1993, σελ. 191 κ.εξ.
32. «The Cosmotheandric Invariant», The rhythm of Being, Panikkar’s Gifford Lectures, ed. Orbis Books 2010, σελ. 240 κ.εξ.
33. Κ. Ahlstrand, Fundamental Openness, Inquiry into Raimundo Panikkar’s Theological Vision and its Presuppositions, a 196. Πρβλ. Intra-Religious Dialogue, σσ. 12-15.
34. The Unknown Christ of Hinduism, London 1964, σελ. 7 κ.εξ.
35. Intra-Religious Dialogue, New York 1978, σσ. 28-30. Πρβλ. «Man and Religion», σελ. 13.
36. Intra-Religious Dialogue, σελ. 28 κ.εξ.
37. «The Myth of Pluralism: the Tower of Babel - A meditation on non-violence», Cross-Currents 29 (1979), σσ. 197-230.
38. «The Myth of Pluralism», σελ. 217.
39. Κυρίως στο έργο του The Unknown Christ of Hindouism, London 1964. σελ. x, οπού αναφέρει επί λέξει «Ο Χριστιανισμός είναι το απαύγασμα της θρησκείας, συνεπώς η πραγματική ολοκλήρωση κάθε θρησκείας». Πρβλ. Die vielen Gotter und der eine Herr. Beitrage zum okumenischen Gesprach der Weltreligionen, Weilheim 1963, σελ. 15.
40. «La chiesa e le religioni del mondo», Humanitas (Φεβρουάριος-Μάρτιός) 1966, σελ. 173.

41. Βλ. Intra-Religious Dialogue, σελ. 11 κ. εξ.

Πηγή: Περιοδικό Θεολογία (τόμος 88, τεύχος 2, 2017)

ΟΛΕΣ ΟΙ ΘΡΗΣΚΕΙΕΣ ΠΛΗΝ ΤΟΥ ΗΣΥΧΑΣΜΟΥ. ΤΗΣ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗΣ. 
ΣΗΜΕΡΑ Η ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΠΛΕΟΝ ΣΑΝ ΚΕΝΤΡΟ ΤΗΣ ΤΟΝ ΗΣΥΧΑΣΜΟ, ΤΗΝ ΜΕΤΑΝΟΙΑ ΚΑΙ ΕΥΚΟΛΑ ΣΥΓΚΡΙΝΕΤΑΙ ΜΕ ΜΕΡΙΚΕΣ ΑΛΛΕΣ ΘΡΗΣΚΕΙΕΣ.
Η ΒΙΩΜΑΤΙΚΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΘΡΗΣΚΕΙΑΣ ΕΙΝΑΙ Η ΠΙΣΤΗ ΚΑΙ ΕΙΝΑΙ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΙΚΗ, ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΙΚΗ. ΠΡΟΒΑΛΛΕΙ ΜΙΑ ΣΩΤΗΡΙΑ ΧΩΡΙΣ ΤΟΝ ΣΩΤΗΡΑ.Sola fide. 
ΟΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΙ ΛΟΓΟΙ ΔΕΝ ΑΝΙΧΝΕΥΟΝΤΑΙ. 
ΕΤΣΙ Η ΒΑΒΕΛ ΥΠΟΛΟΓΙΖΕΤΑΙ ΘΕΤΙΚΑ ΟΠΩΣ ΣΤΗΝ ΨΕΥΔΟ ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ Ο ΕΙΡΩΝΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ " ΓΙΑ ΔΕΣ Ο ΑΔΑΜ ΚΑΙ Η ΕΥΑ ΕΓΙΝΑΝ ΣΑΝ ΕΜΑΣ" ΑΞΙΟΛΟΓΕΙΤΑΙ ΘΕΤΙΚΑ.
Η ΜΕΘΟΔΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ, ΤΟ ΚΕΝΤΡΟ ΤΟΥ ΔΥΤΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΜΑΘΗΣΗ ΑΝΕΥ ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΥ.  SOLA SCRIPTURA. 
O ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΣΤΗΡΙΖΕΤΑΙ ΣΤΗΝ ΜΑΘΗΣΗ ΔΙΑ ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΥ. ΟΠΩΣ ΚΑΙ Η ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΖΩΗ. 
Η ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΔΕΝ ΔΙΔΑΣΚΕΤΑΙ ΚΑΙ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ ΣΤΟ ΠΕΡΙΘΩΡΙΟ ΑΚΟΜΗ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ.

Αμέθυστος


Δεν υπάρχουν σχόλια: