Παρασκευή 19 Φεβρουαρίου 2016

ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΙΚΟΤΗΣ ΚΑΙ ΔΙΥΠΟΚΕΙΜΕΝΙΚΟΤΗΣ (6)

Συνέχεια από: Σάββατο, 13 Φεβρουαρίου 2016

ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΟ ΚΑΙ ΠΡΟΣΩΠΟ (1975).
Αλήθεια και Μέθοδος n.2/16.
Hans-Georg Gadamer.
         
 Μπορούμε φυσικά να αναρωτηθούμε πόσο σοβαρά θα μπορούσε να εκλάβει, αυτή η τοποθέτηση του Είναι και Χρόνος, τον «άλλο» σαν τέτοιο, καθαυτόν. Εδώ μπορεί να έχει κάποια σημασία κάποια δική μου ανάμνηση. Ήταν το 1943, όταν, σε μία εργασία δημοσιευμένη στα «Μικρά κείμενα» προσπάθησα, παίρνοντας μια απόσταση από τον Χάιντεγκερ, να φανερώσω πώς η κατανόηση του άλλου διαθέτει μια δική της σημασία, κατ’ αρχάς. Με τον τρόπο με τον οποίο ο Χάιντεγκερ είχε αναπτύξει το πρόβλημα της κατανοήσεως σαν την ιδιαίτερη και αληθινή δομή του υπαρκτού, ο άλλος μπορούσε να αποκαλυφθεί στην ιδιαίτερη ύπαρξή του μόνον σαν όριο του εαυτού μου. Στο τέλος, παρατηρούσα, ότι η αναβάθμιση τού άλλου εναντίον μου θα βοηθήσει την φανέρωση της δομής, την αυθεντική δυνατότητα της κατανοήσεως. Να δώσουμε αξία στον άλλον εναντίον μας -από εδώ αναπτύχθηκαν όλες μου οι ερμηνευτικές προσπάθειες- δεν σημαίνει μόνον να αναγνωρίσουμε κατ’ αρχάς τον περιορισμό τού σχεδίου μου, αλλά απαιτεί την υπέρβαση των δυνατοτήτων μου κατά την επικοινωνία και την ερμηνεία. Όταν εξέθεσα αυτή μου την αντίρρηση στον Χάιντεγκερ, στην αρχή συμφώνησε, αλλά στην συνέχεια απάντησε: «Ναι, αλλά τι γίνεται με το ρίξιμο, τήν εγκατάλειψη, την Geworfenheit, το παρών;»
Προφανώς ο Χάιντεγκερ εννοούσε ότι εκείνο που έψαχνα βρισκόταν ήδη σε αυτόν, στο γεγονός ότι η ύπαρξη αυτού «το παρών» δεν είναι μόνον σχέδιο, αλλά και ρίξιμο, κατάληξη, στην ύπαρξη του σχεδίου. Αυτό όμως θα σήμαινε ότι «το παρών» δεν μπορεί ποτέ να συλλάβει τον εαυτό του με έναν ολοκληρωμένο τρόπο.[ Αυτό τό Παρών, τό Dasein, είναι τό "ιερό", τό "Αγιο", τής ανθρωπολογίας.]
Στην πραγματικότητα η λέξη «ρίξιμο» αντιπροσωπεύει ένα πεδίο σημασίας στο οποίο αντηχούν νοήματα πολύ διαφορετικά. Στα γερμανικά, στην κοινή γλώσσα, γνωρίζουμε αυτή τη λέξη μόνον με την έννοια της γάτας που γεννάει. Τα γατάκια της είναι τα βγαλμένα, τα ριγμένα. Χωρίς αμφιβολία ο Χάιντεγκερ σε αυτό το νοηματικό πλαίσιο έχει στο νου του κάτι ουσιώδες γι’ αυτόν. Δεν υπάρχει στ’ αλήθεια η επιλογή της υπάρξεως. Ριχνόμαστε «εκεί», όπως τα γατάκια της γάτας. Με αυτό δίνεται, κατ’ αρχάς, ένας ουσιώδης περιορισμός του χαρακτήρος τού τέλους τού αυθεντικού σχεδίου του υπαρκτού. Σε αυτό το ρίξιμο δεν είμαστε ούτε αυτό το ιδιαίτερο ον, και δεν γνωρίζουμε ούτε ποιοι είμαστε εμείς, για παράδειγμα εμείς σαν αυτή η γενιά. Υπάρχει όμως και μια άλλη, πιο ιστορική χροιά. Είναι το Γνωστικό στοιχείο. Στους Γνωστικούς βρίσκουμε μία ανθρωπολογία η οποία ανακατασκευάστηκε την ίδια εποχή αυτής τής συζητήσεως, με χαιντεγκεριανά μέσα, από τον Hans Jonas. Σε εκείνο το πλαίσιο, το ρίξιμο σήμαινε την πτώση τής ψυχής στον κόσμο, ένας βασικός καθορισμός από τον οποίο προοδεύει η γνωστική διαμεσολάβηση και από την οποία προσπαθεί να αναχθεί στο Ένα μέσω του διαλογισμού, του στοχασμού. Όπως και να έχει η απάντηση του Χάιντεγκερ μου μοιάζει πολύ μειωτική, για το φαινόμενο που συνέλαβα. Δεν πρόκειται μόνον για το γεγονός ότι καθένας μας είναι, κατ’ αρχάς, ένα περιορισμένο ον, πρόκειται μάλλον για το Γιατί εγώ βιώνω τον περιορισμό μου στην αντιπαράθεση με τον άλλον και πρέπει συνεχώς να μάθω να την βιώνω, εάν πρόκειται να είμαι στην κατάσταση της υπερβάσεως των ορίων μου.

Εδώ λοιπόν, εμφανίζεται μια εννοιολογική παράδοση εντελώς νέα, και οφείλουμε να αναρωτηθούμε μέχρι ποιου σημείου μπορεί να μας χρησιμεύσει. Εννοώ φυσικά όλα όσα αφορούν την έννοια του προσώπου. Είναι γνωστό ότι αυτή η έκφραση είναι παράλληλη με την Ελληνική πρόσωπον, έναν όρο ο οποίος δείχνει την μάσκα του ηθοποιού και με αυτό και τον ρόλο τον οποίο αναπαριστά (προσωποποιεί) στο αρχαίο αττικό θέατρο και σε κάθε θέατρο του κόσμου. Το ίδιο ισχύει και για τον αντίστοιχο λατινικό όρο persona. Ξεκινώντας από εδώ η έννοια του προσώπου πέρασε στην νομική ορολογία. Μπορούμε εύκολα να καταλάβουμε ότι στο Δίκαιο δεν ενδιαφέρει τόσο η ατομικότης και δεν εννοείται στους νόμους, αλλά ο μειωμένος ρόλος, στο νομικό επίπεδο, που απέκτησε ένα άτομο στην νομική υπόθεση. Τώρα όμως η ιστορία της έννοιας του προσώπου είναι ιδιαιτέρως χαρακτηριστική. Απέκτησε την πρώτη της αναβάθμιση με τον Βοήθιο. Σε αυτό το πλαίσιο το πρόσωπο είναι naturae rationalis individua substantia (λογική φύσις ατομικής υποστάσεως). Εδώ βλέπουμε αμέσως πώς η ελληνική μεταφυσική, της ελληνιστικής εποχής, προσχώρησε στον γλωσσικό-εννοιολογικό λατινικό κόσμο, και πώς η επήρειά του διήρκεσε μέχρι την περίοδο του σχολαστικισμού. Δίπλα σε αυτή την εξέλιξη εμφανίζεται και ένα άλλο χριστιανικό δόγμα μεγάλης σημασίας, δηλαδή η εφαρμογή της στην Τριάδα. Πρόκειται για τα τρία πρόσωπα του Θεού, σαν δημιουργού και Πατρός, σαν λυτρωτού και Υιού, και σαν απορροή του Αγίου Πνεύματος. Πρέπει να λάβουμε υπ’ όψιν μας επίσης ότι στον σχηματισμό της έννοιας τού προσώπου, με τον σύγχρονο τρόπο σκέψης, δεν καθορίστηκε μόνον η Ιστορία της έννοιας που μόλις αναφέραμε, αλλά πάνω απ’ όλα η αργή μορφοποίηση των νέων κοινωνικών μορφών στο εσωτερικό τής πόλεως και του κράτους. Ιδιαιτέρως στην περίοδο της μεταναστεύσεως των λαών, οι οποίοι κατόρθωναν να ισχυροποιηθούν στην νέα κατάσταση. Έτσι, ιδιαιτέρως στον πρώτο Μεσαίωνα, το αγγλικό μοντέλο της ελευθερίας βουλήσεως ισχυροποίησε την κοινωνική διάσταση της έννοιας του προσώπου.

Ακόμη και ο Λούθηρος επηρέασε καθοριστικά προς αυτή την κατεύθυνση. Έδεσε, πάντρεψε, όσο πιο σφιχτά ήταν δυνατόν την έννοια του προσώπου με εκείνην της πίστεως (fides), με την κατηγορικότητα της πίστεως και γι’ αυτό ταυτοχρόνως με τον ρόλο της ηθικής συνειδήσεως, αλλά όχι με την έννοια της θεωρητικής αυτοσυνειδησίας. Πιο σημαντικό όμως είναι να μάθουμε επίσης το γεγονός ότι στην φιλοσοφικο-εννοιολογική γλώσσα η μετάλλαξη, που φανερώσαμε, η οποία κινούμενη από την έννοια της ουσίας έφτασε στην μοντέρνα έννοια της υποκειμενικότητος, θριάμβευσε κυριολεκτικά. Τόσο στον Καρτέσιο, όσο και στο Λάιμπνιτς και στον Λοκ, η έννοια του προσώπου ορίζεται μέσω της έννοιας του στοχασμού της αυτοσυνειδήσεως, χωρίς ο Άλλος καθαυτός να έχει εμφανιστεί. Μόνον στην εποχή της Γαλλικής επαναστάσεως η φιλοσοφία τού Καντ άνοιξε σε αυτό το σημείο νέους δρόμους, καθότι ο Καντ έθεσε την ελευθερία τής προσωπικότητος, και την ευθύνη της υπεράνω του υποκειμενισμού της αυτοσυνειδήσεως. Μόνον έτσι φτάσαμε στην πολιτική έννοια του υποκειμένου σαν «υπηκόου». Αυτό επηρέασε επίσης και τον θεολογικό διάλογο. Η έννοια του υποκειμένου προσλαμβάνεται εκ νέου τόσο στην λουθηρανή παράδοση μέσω του Σλαϊερμάχερ, όσο και στην καθολική φιλοσοφία του αιώνος μας μέσω της αναγεννήσεως της παραδόσεως του Θωμισμού. Ο Σλαϊερμάχερ μάλιστα κατασκεύασε και την λέξη «Personalismo» (προσωπισμός), μέσω της οποίας προσπάθησε να αποκλείσει όλες τις πανθεϊστικές τάσεις στην Τριαδική θεολογία. Το ίδιο ισχύει και για την πρόσληψη της φιλοσοφίας του προσώπου στην καθολική φιλοσοφία του αιώνος μας, ιδιαιτέρως λόγω της επιρροής του Μαξ Σέλλερ και την καρποφόρο διάκριση ανάμεσα στην ιδιωτική σφαίρα του προσώπου και την κοινωνική του λειτουργία, την οποία εισήγαγε στην φιλοσοφική ανάλυση. Έγινε επίσης αποδεκτό ότι πάνω σε αυτή την βάση είναι δυνατόν να ερμηνευθεί, και στις δύο ομολογίες, με έναν εντελώς νέο τρόπο η χριστιανική έννοια της αγάπης, και ιδιαιτέρως το τρίτο πρόσωπο.

Ο Χάιντεγκερ στην συνέχεια, μετά την απόρριψη της έννοιας της υπερβάσεως στην οποία είχε μείνει προσκολλημένος στο Είναι και Χρόνος, εγκατέλειψε ακόμη πιο ριζικά την διάσταση της υποκειμενικότητος και απομακρύνθηκε ακόμη και από τις προσπάθειές του να κατανοήσει την έννοια του εννοώ και εκείνη της ερμηνευτικής, μετά την διάσημη Στροφή του. Σε αυτή την διεύθυνση στράφηκαν και οι δικές μου εργασίες, κατευθυνόμενες στο θέμα της γλώσσας. Όποιος σκέφτεται την γλώσσα βρίσκεται πάντοτε πέραν της υποκειμενικότητος.

                                    ΤΕΛΟΣ

Αμέθυστος

Δεν υπάρχουν σχόλια: