του HENRI DE LYBAC
Πόσο
διαφορετική είναι όμως η Χριστιανική ελπίδα και πόσο αγνοημένη απο τον
Μπλόχ, που παρέμεινε φυλακισμένος του ηθελημένου του αθεϊσμού και των
Γνωστικών του φαντασιώσεων. Σβύνοντας κάθε ιδέα μίας σωτηρίας που πρέπει
να κατακτηθεί, ξεπερνά κάθε αναμονή που μπορεί να γίνει αντιληπτή στο
φανταστικό. «Αυτό που το μάτι δέν έχει δεί, ούτε το αυτί έχει
κατανοήσει, αυτό που δέν έχει ανέβει στην καρδιά του ανθρώπου», σε
κανένα τύπο ονείρου.
Ο Μπλόχ αναφέρει συχνά τον Λένιν. Και όχι για να βρεί κάποια αναλογία με τον Ιωακείμ ντα Φιόρε και μόνον. Στα 1931, ο Rosenstock έκανε τον παραλληλισμό. Και περίπου στην ίδια ημερομηνία, στην μελέτη, Ιδεολογία και Ουτοπία, ο Karl Menheim έδειχνε τον Ιωακείμ σαν αυτόν που βοήθησε να αναγεννηθούν με νέα δύναμη οι παλιές χιλιαστικές δοξασίες οι οποίες πολεμήθηκαν πάντοτε απο την Εκκλησία, ο επαναστατικός σπόρος του οποίου θα καρποφορούσε στον Munzer και τους Αναβαπτιστές. Σκιτσάροντας τούς μεγάλους σταθμούς αυτής της ιστορίας, ο Μανχάιμ την ολοκληρώνει με την ήττα του Μπακούνιν (Bakunin), στον οποίο η Χιλιαστική ουτοπία έφτασε στο τέλος της, νικημένη απο το καλά οργανωμένο μαρξιστικό κίνημα.
Πολλοί συγγραφείς του αιώνα μας, χωρίς να αναφέρονται άμεσα στον Ιωακείμ ντα Φιόρε, πολλοί απο τους οποίους μάλιστα επηρέασαν αποφασιστικά την σύγχρονη σκέψη, αναφέρονται στην Χριστιανική Τριάδα κατανοημένη όμως ιστορικά, στον αύλακα που χάραξε στο Δυτικό πνεύμα ο Χέγκελ και ο Φώϋερμπαχ.
Γι’αυτούς όλο το θέμα είναι να αντιπαραθέσουν το σημερινό Βασίλειο του Υιού, στο υπέρτατο Βασίλειο του Πατρός. Όσους όμως θεωρούν τον Υιό μόνον σαν τον αγγελιοφόρο μίας τρίτης Βασιλείας, της μελλοντικής Βασιλείας του πνεύματος, τούς θεωρούν αντιπροσώπους ενός αστικού ανθρωπισμού, ο οποίος πρόκειται να χαθεί και αυτός. «Ο αστός είναι ένας ελεύθερος στοχαστής, η μετάφυσική του δέν είναι πλέον η μεταφυσική τού αμεταβλήτου ΕΙΝΑΙ, η θρησκεία του δέν είναι πλέον εκείνη του Πατρός, αλλά περισσότερο εκείνη του Υιού, δηλαδή τής κινήσεως που προέρχεται απο τον Πατέρα πρός το Πνεύμα. Αλλά η μόρφωσή του, η κουλτούρα του είναι πάντοτε παραδοσιακή, δηλαδή εκείνη όπου η Πλατωνική ιδέα παραμένει κυρίαρχη. Εάν ο χρόνος αρχίζει να είναι μία πραγματικότης για τον αστό, δέν πιστεύει ακόμη σ’αυτόν και βιάζεται να επιστρέψει στο Αιώνιο, για να ξεφύγει απο ένα Γίγνεσθαι που βρίσκει πολύ λίγο ενθαρρυντικό για την κυριαρχία του, λόγω της αλλαγής που συνεπάγεται.
ΟΙ ΑΠΟΓΟΝΟΙ ΤΟΥ ΜΑΡΞ ΕΩΣ ΤΟΝ ΧΙΤΛΕΡ
Ο Μπλόχ αναφέρει συχνά τον Λένιν. Και όχι για να βρεί κάποια αναλογία με τον Ιωακείμ ντα Φιόρε και μόνον. Στα 1931, ο Rosenstock έκανε τον παραλληλισμό. Και περίπου στην ίδια ημερομηνία, στην μελέτη, Ιδεολογία και Ουτοπία, ο Karl Menheim έδειχνε τον Ιωακείμ σαν αυτόν που βοήθησε να αναγεννηθούν με νέα δύναμη οι παλιές χιλιαστικές δοξασίες οι οποίες πολεμήθηκαν πάντοτε απο την Εκκλησία, ο επαναστατικός σπόρος του οποίου θα καρποφορούσε στον Munzer και τους Αναβαπτιστές. Σκιτσάροντας τούς μεγάλους σταθμούς αυτής της ιστορίας, ο Μανχάιμ την ολοκληρώνει με την ήττα του Μπακούνιν (Bakunin), στον οποίο η Χιλιαστική ουτοπία έφτασε στο τέλος της, νικημένη απο το καλά οργανωμένο μαρξιστικό κίνημα.
Πολλοί συγγραφείς του αιώνα μας, χωρίς να αναφέρονται άμεσα στον Ιωακείμ ντα Φιόρε, πολλοί απο τους οποίους μάλιστα επηρέασαν αποφασιστικά την σύγχρονη σκέψη, αναφέρονται στην Χριστιανική Τριάδα κατανοημένη όμως ιστορικά, στον αύλακα που χάραξε στο Δυτικό πνεύμα ο Χέγκελ και ο Φώϋερμπαχ.
Γι’αυτούς όλο το θέμα είναι να αντιπαραθέσουν το σημερινό Βασίλειο του Υιού, στο υπέρτατο Βασίλειο του Πατρός. Όσους όμως θεωρούν τον Υιό μόνον σαν τον αγγελιοφόρο μίας τρίτης Βασιλείας, της μελλοντικής Βασιλείας του πνεύματος, τούς θεωρούν αντιπροσώπους ενός αστικού ανθρωπισμού, ο οποίος πρόκειται να χαθεί και αυτός. «Ο αστός είναι ένας ελεύθερος στοχαστής, η μετάφυσική του δέν είναι πλέον η μεταφυσική τού αμεταβλήτου ΕΙΝΑΙ, η θρησκεία του δέν είναι πλέον εκείνη του Πατρός, αλλά περισσότερο εκείνη του Υιού, δηλαδή τής κινήσεως που προέρχεται απο τον Πατέρα πρός το Πνεύμα. Αλλά η μόρφωσή του, η κουλτούρα του είναι πάντοτε παραδοσιακή, δηλαδή εκείνη όπου η Πλατωνική ιδέα παραμένει κυρίαρχη. Εάν ο χρόνος αρχίζει να είναι μία πραγματικότης για τον αστό, δέν πιστεύει ακόμη σ’αυτόν και βιάζεται να επιστρέψει στο Αιώνιο, για να ξεφύγει απο ένα Γίγνεσθαι που βρίσκει πολύ λίγο ενθαρρυντικό για την κυριαρχία του, λόγω της αλλαγής που συνεπάγεται.
Πάντως όμως, ένα θαυμαστό παράδειγμα εφαρμογής του Χριστιανσμού σαν θρησκείας τού Υιού, μας δόθηκε απο τον Sigmund Freud. Αυτός δέν είπε μόνον : «Ο Ιουδαϊσμός υπήρξε η θρησκεία του Πατρός, ο Χριστιανισμός έγινε η θρησκεία του Υιού» Είπε
επίσης με μεγαλύτερη ακρίβεια «Γεννημένος απο μία θρησκεία του Πατρός, ο
Χριστιανισμός έγινε ή θρησκεία του Υιού και δέν κατόρθωσε να αποφύγει
τον θάνατο του Πατρός». Η θεωρία η οποία οδήγησε τον Φρόυντ σ’αυτή
την σύλληψη είναι πολύ γνωστή και δέν υπάρχει λόγος να την επαναλάβουμε.
Ας σημειώσουμε μόνον (τον νόμο της αναλογίας που γέννησε την
σύγχρονη ψυχολογία στην θέση τής ψυχής, δηλαδή τής ψυχής που ηγείται του
σώματος, δίνοντας την θέση της σε μία προβληματικη ενότητα ψυχής και
σώματος, στην οποία καθώς έδειξε η ιστορία την οποία διέτρεξε κυριαρχεί
το σώμα), πώς στην σύλληψη του Φρόυντ, απο την στιγμή που δόθηκε ο
Νόμος στο Σινά, η θρησκεία τού Μωϋσή γνώρισε μόνον θετικά συναισθήματα
πρός τον Θεό Πατέρα. Θαυμασμό, σεβασμό, αναγνώριση. Παρ’όλα αυτά όμως,
επειδή η αμφιθυμία είναι ένας ουσιώδης χαρακτήρας των σχέσεων ανάμεσα
στον Πατέρα και στον Υιό, ήταν αναπόφευκτο στην διάρκεια των αιώνων, η
εχθρότης, η οποία μία μέρα είχε οδηγήσει τους υιούς να σκοτώσουν έναν
πατέρα σεβαστό αλλά και εκφοβιστικό, να παρουσιαστεί ξανά. Η ευκαιρία, η
αφορμή, δόθηκε απο την καθυστέρηση της πραγματοποιήσεως των υποσχέσεων.
[Η ψυχή τού ανθρώπου, η οποία κυριαρχεί και ηγείται του σώματος δέν
υπάρχει φυσικά, ούτε στην Πλατωνική φιλοσοφία, όπως εκλαϊκευτικά
πιστεύεται. Γίνεται, ατενίζοντας ο ηνίοχος το επέκεινα της ουσίας. Καθώς
δηλαδή η ψυχή αποκτά κέντρο, διαφορετικό απο τον κόσμο των αισθητών.
Σήμερα ο Νούς εγκατελείφθη λόγο αθεϊσμού και υλισμού και διδάσκεται μία
θολή ενότης ψυχής και σώματος που είναι το Ρομαντικό συναίσθημα, ένα
σύμβολο, που σημαίνει μία εικονική ενότητα, που επιτρέπει ισότητα,
αδελφότητα και δικαιώματα.]
Η
εχθρότης, καταπιεσμένη, μεταλλάσσεται στην συνείδηση του Απ.Παύλου σε
ένα αίσθημα ενοχής: εάν είμαστε δυστυχείς, σκέφτηκε, είναι επειδή
σκοτώσαμε τον Πατέρα. Αλλά αυτό το έγκλημα ξεπληρωμένο απο την θυσία του
Υιού, αντικαθιστά, στην νέα πίστη το ενθουσιαστικό συναίσθημα ότι
έχουμε εκλεγεί με την παρηγοριά της σωτηριώδους λυτρώσεως! Απο τότε ο
Υιός έγινε Θεός στην θέση του Πατέρα του.
Ο Maurice Merlean-Panty (1908-1961) ξαναπαίρνει αυτή την αντι-θέση της θρησκείας του Πατρός και της θρησκείας του Θεού, στο διάσημο βιβλίο του Sens et non-sens.
Του φαίνεται επαρκής κατ’αρχάς για να αντιπαραθέσει συντηρητισμό και
επανάσταση (μία μοντέρνα εκδοχή του καλού και του κακού, διότι δέν
κατανοήθηκε αρκετά καθαρά πώς η πτώση οφείλεται στο ότι είναι το ίδιο.
Εξισούνται. Το ένα γυρίζει στο άλλο, όπως η ενότης των αντιθέτων, η πιό
γνωστή δέ είναι το θεμέλιο του σημερινού τρόπου ζωής, η ενότης ψυχής και
σώματος).
Το
βασίλειο του Πατρός σημαίνει πώς η τελειότης έχει ήδη πραγματοποιηθεί.
Δέν πρέπει να κάνουμε τίποτε άλλο απο το να αφεθούμε στην μοίρα μας έτσι
όπως είναι : «Γεννηθήτω το θέλημά σου». Με την Βασιλεία του Υιού όμως
όλα αλλάζουν.
Ο
Χέγκελ λέει πώς η ενσάρκωση είναι το κέντρο της παγκόσμιας ιστορίας.
Και πράγματι ο Θεός-άνθρωπος και ο θάνατος του Θεού μεταμορφώνουν το
πνεύμα και την θρησκεία. Σαν να μήν έφτανε πλέον στον εαυτό του ο
άπειρος, αιώνιος Θεός, σαν να εκινείτο κάτι μέσα του, σαν ο κόσμος και ο
άνθρωπος αντί να είναι μία άχρηστη παρακμή της πρωταρχικής τελειότητος
να έγιναν ήδη οι αναγκαίες στιγμές μίας μεγαλύτερης τελειότητος. Ο Θεός
δέν μπορεί πλέον να είναι πλήρως Θεός και η δημιουργία δέν μπορεί να
ολοκληρωθεί εάν ο άνθρωπος δέν το αναγνωρίσει ελευθέρως. Κάτι συμβαίνει, ο κόσμος δέν είναι μάταιος, υπάρχει κάποια πράξη να γίνει κ.τ.λ.
Η
θρησκεία του Υιού δηλαδή δέν μπορεί να περιοριστεί στον εαυτό της:
εισάγει την θρησκεία του Πνεύματος. Η περιπέτεια της ενσαρκώσεως
εκβάλλει στην πεντηκοστή. Τώρα πλέον η πεντηκοστή σημαίνει
πώς η θρησκεία του Πατρός και η θρησκεία του Υιού πρέπει να ολοκληρωθούν
στην θρησκεία του πνεύματος, πώς ο Θεός δέν είναι πλέον στον Ουρανό,
πώς είναι μέσα στην κοινωνία και στην ανθρώπινη επικοινωνία, οπουδήποτε
οι άνθρωποι ενώνονται στο όνομά του. Το πέρασμα του Χριστού στην Γή
είναι μόνον η αρχή της παρουσίας του στον κόσμο. Οι Χριστιανοί δέν
πρέπει να παραμείνουν ακινητοποιημένοι σε ένα ιστορικό επεισόδιο, όσο
αποφασιστικό και αν υπήρξε. Πρέπει να ζήσουν τους γάμους του πνεύματος
και της ανθρώπινης ιστορίας, που άρχισαν με την ενσάρκωση.
Αλλά
όπως οι σταυροφόροι που εψαχναν έναν κενό τάφο, έτσι και ο καθολικισμός
εμποδίζει και ακινητοποιεί αυτή την αναπτυξη: Γι’αυτόν:
Η
Τριάδα δέν είναι μία διαλεκτική κίνηση, τα τρία πρόσωπα είναι
συναιώνια. Ο Πατήρ δέν ξεπεράστηκε απο το πνεύμα, η θρησκεία του Πατρός
παραμένει στην θρησκεία του πνεύματος, ο φόβος του Θεού, ο Νόμος, δέν
εξαφανίστηκε απο την Αγάπη. Ο Θεός δέν είναι ολοκληρωτικώς μαζί μας.
Πίσω απο το ενσαρκωμένο πνεύμα υπάρχει ακόμη εκείνο το άπειρο και
αιώνιο Μάτι, μπρός στο οποίο είμαστε χωρίς ελευθερία, χωρίς επιθυμία,
χωρίς μέλλον, περιορισμένοι στην κατάσταση των ορατών πραγμάτων.
Έτσι όμως εμποδίζεται η επανένωση τών ανθρώπων με το εαυτό τους και με
τον κόσμο, έτσι η ενσάρκωση μετατρέπεται σε πόνο διότι δέν είναι
ολοκληρωμένη και ο Χριστιανισμός γίνεται μία νέα μορφή τής δυστυχούς
συνειδήσεως!
Συνεχίζεται
Αμέθυστος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου