Συνέχεια από Πέμπτη, 2 Νοεμβρίου 2017
HANS URS VON BALTHASAR
ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ (THEOLOGIK)
Τρίτος Τόμος
ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ (DER GEIST DER WAHRHEIT)
(Οι δύο προηγούμενοι τόμοι: 1)
Αλήθεια τού κόσμου (Wahrheit der Welt), 2) Αλήθεια τού Θεού (Wahrheit Gottes) )
Johannes Verlag, 1987
5. ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ
ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ;
( συνέχεια )
Είμαστε καλά ή τόχουμε χαμένο; |
Ας επανέλθουμε όμως άλλη μια φορά στις
δυό προσεγγίσεις στο Πνεύμα: το οποίο ‘πηγάζει’ απ’ την αμοιβαία αγάπη Πατρός
και Υιού και είναι κατ’ αυτόν τον τρόπο relatio (σχέση…),
έχει όμως κι ένα τέλος (terminus)
η απλή αυτή σχέση, όπως φάνηκε και στον προηγούμενό μας τόμο. Κι' αυτό ίσχυε
αναλογικά ήδη για τον Πατέρα, που δεν μπορεί να είναι ‘γυμνή’ σχέση, αλλά
πρέπει να είναι και ένας Αυτο-Σχετιζόμενος, ώστε να προϋπάρχη λογικά σ’ αυτόν η
ιδιαιτερότητα απ’ τη σχέση (Θωμάς Ακινάτης…)[Σάν αυτοικανοποιούμενος]. Από εδώ φωτίζεται δε άλλη μια
φορά, ότι είναι κάτι περισσότερο απ’ την απλή σχέση (όσο πολύ κι αν είναι αυτό
ακριβώς κατ’ ουσίαν) Πατρός και Υιού το Πνεύμα, ότι είναι τό ουσιοποιημένο[τουτέστιν κτίσμα]
δηλ., πέρα απ’ το να Δωρίζεται ο Ένας στον Άλλον, δώρο, και μια απόλυτη δωρεά (donum). Δεν πρέπει να υποθέσουμε όμως έτσι, πως
αρμόζει μόνο σε σχέση με την Ιερά Ιστορία – στην οποίαν και θα είναι βέβαια το
απόλυτο δώρο αλλά και ο χορηγός όλων τών θεїκών δώρων ή χαρισμάτων – το όνομα
«δώρο» στο Πνεύμα, γιατί είναι μάλλον το ουσιαστικό ήδη δώρο στο εσωτερικό τής θεότητας, δηλαδή η αγάπη, η ίδια σε κάθε
Πρόσωπο, και παρ’ όλ’ αυτά πραγματοποιημένη διαφορετικά, απαρομοίαστα μάλιστα
και με εντελώς προσωπικόν τρόπο μέσα σ’ αυτήν την ‘ταυτότητα’ στο καθένα (tropos tes
hyparxeos). Και ταυτίζεται έτσι η τρόπον τινά «εξώτατη
άκρη» τής θεїκής ουσίας ή υπάρξεως με το «εσώτατο κέντρο», κι αν πρόκειται να
δωρηθή ως «δώρο» τής Δημιουργίας το Πνεύμα, βρίσκεται και ολόκληρη η ύπαρξη (η
ουσία…) τής θεότητας, άρα και η «θεοποίηση» του πλάσματος μέσα σ’ αυτό το
«δώρο». Κι αυτό αποδείκνυε ήδη τη θεότητα
τού Πνεύματος για τον Αθανάσιο, τον Βασίλειο και τον Γρηγόριο Ναζιανζηνό
(τον Θεολόγο…). Σ’ αυτήν την έννοια μπορεί να συμπεριληφθή και η σκέψη (του Durrwell, του Moltmann και άλλων), ότι συνομολογεί και επανιδρύει στον εαυτό του όλην την ύπαρξη τού Θεού ως
αγάπη το Πνεύμα[ Χρειαζόμαστε πολλές επαναλήψεις γιά νά τό εμπεδώσουμε], καθ’ όσον
μάλιστα εννοείται απ’ την πρώτην ήδη εκπόρευση αυτό το ‘τελευταίο’, όχι βέβαια
με την έννοια μιας «αυτο-ανάπτυξης» του Θεού, καθώς είναι εξίσου αιώνιο το «τελευταίο» με το
πρώτο στον αιώνιον Θεό. Παραμένει ωστόσο «απολύτως λανθασμένη» η ‘δήλωση’ «ότι
είναι η αρχή τής αγάπης μεταξύ Πατρός και Υιού το Άγιο Πνεύμα» (Θωμάς
Ακινάτης). Και δεν θά ’πρεπε και ποτέ να μιλάμε για μια «γονιμότητα της
ύπαρξης» του Θεού παραβλέποντας τα πρόσωπα (όπως το προσπαθούν πολλοί
σχολαστικοί), γιατί είναι βέβαια «γόνιμος» ο Θεός, ποτέ όμως μ’ έναν τρόπο κατά
τον οποίον θα μπορούσε να διακριθή κάτι το αφηρημένο απ’ το συγκεκριμένο σ’
αυτόν· συμπεριλαμβάνεται δηλ. πάντοτε η λειτουργία τών προσωπικών ‘εκπορεύσεων’
στη γονιμότητα[επικίνδυνο γιά παρανοήσεις λεξιλόγιο. Πολύ αλητήριος ο τύπος]. Και θα πρέπη να προφυλαχθή κανείς επίσης απ’ το να αποδώση τόσο
αποκλειστικά το όνομα «δώρο» (“donum”)
στο Άγιο Πνεύμα, ώστε να μην φανερώνεται πλέον και η ‘αυτοπαράδοση’ του Πατρός,
που γεννά τον Υιό, ως ένα «δώρο», το οποίο και γίνεται ολοφάνερο στην
οικονομική (ὅkonomisch) ‘παράδοση’ του
Υιού απ’ τον Πατέρα: «Δωρίζεται ήδη και ο Υιός, και προκύπτει απ’ την
‘παράδοση’[Καλά πάπυρο τής Βαβυλώνας αντιγράφει;] τού Πατρός αυτό το δώρισμα· αντίστοιχα με τα λόγια του Ιωάννη, ότι “τόσο
πολύ αγάπησε ο Θεός τον κόσμο, ώστε τον
υιόν αυτού τον μονογενή έδωκε” (Ιωάν. 3, 16)» (Θωμάς Ακινάτης). Δεν
φανερώνει κατά κανέναν τρόπο μόνον “per
modum intellectus”
(«με τρόπο διανοητικό»…) οικονομικά τον Πατέρα ο Υιός, αλλά φανερώνει, όπως το
δείχνει επαρκώς και ο Ιωάννης, μέσα απ’ την απόλυτή του αγάπη προς τον Πατέρα
και προς τον αγαπημένον απ’ τον Πατέρα άνθρωπο, την αγάπη πρωταρχικά τού Πατρός ((
Εξανθρώπησαν πλήρως όλην την Αγία Τριάδα… )) . Γι’ αυτό και θά ’πρεπε καλύτερα
να ονομάζεται “donum doni” («δώρο τών δώρων») το Πνεύμα[Χριστουγεννιάτικο ίσως;]: «εκχύνεται στις καρδιές» μέσα απ’ το δώρο τής
αγάπης ως Πνεύμα η δωρισμένη απ’ τον Πατέρα εν Υιώ στον κόσμο αγάπη. Κι
αποδεικνύεται έτσι άλλη μια φορά, και μάλιστα απ’ το εσωτερικό τώρα τής Τριάδος, ως ο δωρισμένος ‘εξηγητής’ τού
θεїκού δώρου (που μας χαρίζει με τον Υιό ο Πατήρ) το Πνεύμα, κι επειδή φανέρωνε
ήδη την αγάπη το δώρο τού Υιού, δεν μπορεί παρά να ‘συμβαίνη’ ως μια εισαγωγή
πλέον και μόνο στην αγάπη αυτή η ‘εξήγηση’ μέσα απ’ το Πνεύμα. Δεν χρειάζεται
πάντως να δηλώνουν, σύμφωνα με όσα ειπώθηκαν, καμμιάν πρωταρχική σχέση προς
το Δημιούργημα και οι δυό οικονομικοί τρόποι τής αυτοδωρεάς (όπως το λένε
άλλωστε και ο Αυγουστίνος και ο Θωμάς για το «δώρο» τού Πνεύματος), η οποία
‘σχέση’ ριζώνει στην εσωτερική αγαπητική σχέση τού ίδιου του Θεού.
Kαι θα προφυλαχθή κανείς επίσης απ’ το να
χαρακτηρίση ως συμβαίνοντα “per
modum naturae”
(«με φυσικόν τρόπο»…) την προέλευση (‘έξοδο’…) του Υιού, “per modum
voluntatis” («με τον τρόπο τής θελήσεως»…) ή “liberalitatis” («της ελευθερίας»…) εκείνην τού Πνεύματος,
όπως συμβαίνει προπάντων στον Bonaventura.
Το οποίο και ‘εξουδετερώνεται’ όταν και όπου διατυπωθή, καθώς χαρακτηρίζεται
επίσης ως αναγκαία η «ελευθερία»
στην προέλευση του Πνεύματος, κάτι που θα έπρεπε να δηλώνεται με τον ίδιον
τελικά τρόπο και για την πρώτη (του Υιού…) ‘προέλευση’ (‘πρόοδο’, processio…). Η Αdrienne von
Speyr μιλά,
όπως αναφέραμε, για μιαν «ανακεφαλαίωση» των «φυσικών» προόδων σε μιαν ριζικά
υφιστάμενη θεїκήν ελευθερία, κάτι το οποίο και αποκλείει τελικά κάθε οντολογική
προτεραιότητα μιας απλής αναγκαιότητας απέναντι στην ελευθερία τού Θεού, αλλά
και κάθε ‘τυχαιότητα’ ή ‘αυθαιρεσία’· (γιατί…) είναι πέρα απ’ την αναγκαιότητα
και την ελευθερία ο Θεός.
(( Σημ. τ. μετ.: Με την ανθρώπινη λογική
δεν προσεγγίζεται η Αγία Τριάδα, παρά μόνον με τον λόγο και με τη χάρη τού Θεού
σ’ αυτόν τον ‘λόγο’… Προσπαθούν όλοι αυτοί οι άνθρωποι να φτιάξουν έναν κατ’
εικόνα μας Θεό, και όχι να δεχτούν την Αποκάλυψη, που μας καλεί να επιστρέψουμε
πίσω στον Πατέρα μας με την αληθινή μετάνοια… Δεν είμαστε τίποτα στην
πραγματικότητα, κι όμως επιχειρούμε να τα βολέψουμε όλα με λεκτικά σχήματα στο
μυαλό μας… Απέραντη δυστυχία και απώλεια… - Γράφει η εν λόγω Adrienne von
Speyr στο
κείμενό της “Die Welt des
Gebetes”, «Ο κόσμος τής προσευχής» (αυτονομήθηκε κι η
προσευχή…): «Ο πρώτος και πρωταρχικός σκοπός τού Πατρός δεν είναι ελεύθερος. Ή
να το πούμε καλύτερα: είναι μέσα στην απόλυτη κυριαρχία ή μοναρχία του πέρα από
αναγκαιότητα και ελευθερία. Όταν γεννιέται όμως ο Υιός (‘διασπάστηκε’ ήδη η
Αγία Τριάδα…), παραλαμβάνει την πατρική θέληση, με την οποίαν και θέλει εν
ελευθερία το του Πατρός, για το οποίο και τον έχει προσδιορίσει ο πατρικός
σκοπός. Και είναι τώρα σαν να λαβαίνουν, μέσα απ’ αυτήν την ελεύθερη βούληση ή
εκουσιότητα, και το «γεννάν» τού Πατρός και το «γεννάσθαι» τού Υιού
χαρακτηριστικά ελευθερίας, σαν να ανακεφαλαιώνουν Πατέρας και Υιός μέσα στην
ελευθερία τους ριζικά και εσώτατα αυτό που είναι η φυσική τους σχέση… Στον Θεό
δεν είναι η αναγκαιότητα μια προϋπάρχουσα της πνευματικότητας και
‘προσωπικότητάς’ του τυφλή φυσική αναγκαιότητα. Είναι μια θεїκή αναγκαιότητα,
που εκφράζει την πνευματική του ύπαρξη, και για την οποίαν δεν μπορούμε να
παρουσιάσουμε κανέναν παραλληλισμό εμείς τα δημιουργήματα» (από υποσημείωση του
συγγραφέα) … ))
Πρέπει να μείνουμε τελικά (τόσο από την
‘ενυπάρχουσα’ όσο και από την ‘οικονομική’ άποψη) μακριά από κάθε σκέψη για μια
διφυḯα τών ‘προόδων’ (( Αυτό κι αν είναι ‘πονηρό’, γιατί
υποστηρίζει πάλι το filioque… )) , σαν να μην
ήταν ας πούμε αρκετή η πρώτη ‘πρόοδος’, του Υιού, για να επιτευχθούν οι σκοποί
τού Θεού, που θα μπορούσε μόνον η δεύτερη ‘πρόοδος’, του Πνεύματος, να τους
ολοκληρώση. Aντίκειται λοιπόν
σ’ αυτό – απ’ την πλευρά τής δικής μας οικονομικής κατανόησης – το γεγονός, ότι
εκπληρώθηκε (“consumatum est”) με τον θάνατο του Ιησού (( Με τον θάνατο, κι όχι με την Ανάσταση!...
)) το τριαδικό σχέδιο σωτηρίας τού Θεού,
ακριβώς επειδή το διεκπεραίωσε ήδη και το έφερε εις πέρας εν Αγίω Πνεύματι ο Υιός
κι επειδή είναι αυτή η εκπλήρωση, την οποίαν και εγχέει και καθιστά κατανοητή,
«παίρνοντας απ’ τα δικά μου», στις καρδιές το δωρούμενο σε μας Πνεύμα (( Και όμως υμνολογούμε: «Και εν Υιώ
αναπαυόμενον» για το Άγιο Πνεύμα – στην ορθόδοξη βέβαια Εκκλησία, απ’ την
οποίαν, ως μόνην αληθινή Εκκλησία, αποσχίστηκαν και εξακολουθούν ‘πεισματικά’
να αποσχίζονται οι Λατίνοι… )) . Και ‘προσδιορίστηκε’ έτσι και το αμέριστο (το
‘αδιαχώριστο’...) Υιού και Πνεύματος, που θα αποτελέση και το θέμα τού επόμενου
κεφαλαίου. Ας θυμηθούμε όμως, για να το προσεγγίσουμε κι αυτό σωστά, άλλη μια
φορά όσα έχουμε ήδη ‘κατακτήσει’: τη μοναδικότητα του κάθε Προσώπου στον Θεό,
το αδύνατο να την απαριθμήσουμε (με την κατηγορηματικήν έννοια), και τη σκέψη
(του Ριχάρδου εν τέλει…) , ότι δεν τελειούται χωρίς εσωτερικόν καρπό[Φρούτο τελικά τό πνεύμα] (και δεν
μπορεί να είναι εξωτερική εδώ μια «συμφωνία» ; - “condilectus”) η κοινή αγάπη.
(( Σημ. τ. μετ.: Ας τελειώσουμε κι αυτό
το κεφάλαιο με ένα ‘κομματάκι’ απ’ το «Γεροντικό»: «Είπε ο
Αββάς Ματώης: “Τρεις γέροντες πήγαν στον Αββά Παφνούτιο τον λεγόμενο Κεφαλά,
για να τους πη κάτι. Και τους λέγει ο γέρων: Τί θέλετε να σας πω; Πνευματικό ή
σωματικό; Του λέγουν: Πνευματικό. Τους λέγει ο γέρων: Πηγαίνετε, αγαπήστε τη
θλίψη παρά την ανάπαυση και την ατίμωση παρά τη δόξα και το να δίνετε παρά να
παίρνετε”» - Ο ορθόδοξος δρόμος είναι ο δρόμος τού Κυρίου… ))
( συνεχίζεται με το επόμενο κεφάλαιο:
«Τα δυό χέρια τού Πατρός» - Δυό χέρια, δυό πνεύμονες, κι οι μεθυσμένοι τα
βλέπουν πάντα ‘διπλά’… )
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου