Σάββατο 14 Οκτωβρίου 2017

ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΥ - Ἔκδοσις ἀκριβὴς τῆς ὀρθοδόξου πίστεως (26)


ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΥ
Ἔκδοσις ἀκριβὴς τῆς ὀρθοδόξου πίστεως

Κείμενο
Μετάφραση (Αρχιμ. Δωρόθεος Πάπαρης)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 26. Περὶ ἀνθρώπου
Για τον άνθρωπο.

Οὕτω μὲν οὖν τὴν νοητὴν οὐσίαν ὑπεστήσατο ὁ Θεός, ἀγγέλους
Έτσι, λοιπόν, δημιούργησε ο Θεός τις νοητές υπάρξεις, εννοώ τους αγγέλους
φημὶ καὶ πάντα τὰ κατ᾿ οὐρανὸν τάγματα –ταῦτα γὰρ ἀριδήλως
και όλα τα ουράνια τάγματα –διότι αυτά ολοφάνερα έχουν νοερή και
νοερᾶς ἐστι καὶ ἀσωμάτου φύσεως· "ἀσωμάτου" δέ φημι
ασώματη φύση· λέγοντας "ασώματη φύση", την εννοώ σε σύγκριση με την
συγκρινομένης πρὸς τὴν τῆς ὕλης παχύτητα· μόνον γὰρ ὄντως τὸ
παχύτητα της ύλης· διότι μόνον το θείο είναι πραγματικά άϋλο και ασώματο.
θεῖον ἄυλόν τε καὶ ἀσώματον–, ἔτι δὲ καὶ τὴν αἰσθητήν, οὐρανόν τε
Δημιούργησε ακόμη την αισθητή φύση, δηλαδή τον ουρανό, τη γη και τα
καὶ γῆν καὶ τὰ τούτων ἐν μέσῳ κείμενα· καὶ τὴν μὲν οἰκείαν (οἰκεία
ενδιάμεσά τους· και δημιούργησε από τη μια την νοητή φύση πλησιέστερη
γὰρ Θεῷ ἡ λογικὴ φύσις καὶ νῷ μόνῳ ληπτή), τὴν δὲ πάντῃ που
στο Θεό (διότι η λογική φύση είναι οικεία στο Θεό και γίνεται αντιληπτή μόνο
πορρωτάτω κειμένην, ὡς ὑπὸ τὴν αἴσθησιν δηλαδὴ πίπτουσαν.
με το νου) και από την άλλη την αισθητή φύση εντελώς μακριά του, επειδή
γίνεται αντιληπτή μόνο με τις αισθήσεις.

῎Εδει δὲ ἐξ ἀμφοτέρων μίξιν γενέσθαι, καί σοφίας μείζονος γνώρισμα
Αλλά έπρεπε να δημιουργηθεί και σύνθεση από τις δύο φύσεις, ως γνώρισμα
καὶ τῆς περὶ τὰς φύσεις πολυτελείας, ὥς φησιν ὁ θεηγόρος Γρηγόριος,
μεγαλύτερης σοφίας και γενναιοδωρίας προς τις φύσεις, όπως λέει ο θείος
οἷόν τινα σύνδεσμον "τῆς ὁρατῆς τε καὶ ἀοράτου φύσεως". Τὸ δὲ
Γρηγόριος: σαν κάποιος σύνδεσμος «της ορατής και αόρατης φύσεως». Και
"ἔδει", φημὶ, τὴν τοῦ Δημιουργοῦ ὑπεμφαίνων βούλησιν· αὕτη γὰρ
λέω "έπρεπε", θέλοντας να δηλώσω τη θέληση του Δημιουργού· διότι αυτή
θεσμὸς καὶ νόμος πρεπωδέστατος, καὶ οὐδεὶς ἐρεῖ τῷ πλαστουργῷ·
αποτελεί τον πιο κατάλληλο θεσμό και νόμο, και κανείς δεν μπορεί να πει
"Τί με ἐποίησας οὕτως"; ᾿Εξουσίαν γὰρ ἔχει ὁ κεραμεὺς ἐκ τοῦ ἰδίου
στον Πλάστη: «Γιατί μ’ έφτιαξες έτσι;». Διότι ο αγγειοπλάστης έχει τη δύναμη
πηλοῦ διάφορα κατασκευάζειν σκεύη πρὸς ἔνδειξιν τῆς ἑαυτοῦ σοφίας.    
να φτιάχνει από την ίδια λάσπη διάφορα σκεύη, για να δείξει τη σοφία του.

᾿Επεὶ δὲ ταῦτα οὕτως εἶχεν, ἐξ ὁρατῆς τε καὶ ἀοράτου φύσεως
Όταν λοιπόν αυτά ήταν έτσι, ο Θεός δημιουργεί με τα χέρια του τον άνθρωπο
δημιουργεῖ τὸν ἄνθρωπον οἰκείαις χερσὶ κατ᾿ οἰκείαν εἰκόνα τε καὶ
και από ορατή και από αόρατη φύση, ν’ αποτελεί δική του εικόνα και
ὁμοίωσιν· ἐκ γῆς μὲν τὸ σῶμα διαπλάσας, ψυχὴν δὲ λογικὴν καὶ
ομοίωση· το σώμα το έπλασε από τη γη, ενώ με το δικό του φύσημα έδωσε
νοερὰν διὰ τοῦ οἰκείου ἐμφυσήματος δοὺς αὐτῷ, ὅπερ δὴ θείαν
τη λογική και νοερή ψυχή, πράγμα το οποίο το ονομάζουμε θεία εικόνα.
εἰκόνα φαμέν· τὸ μὲν γὰρ "κατ᾿ εἰκόνα" τὸ νοερὸν δηλοῖ καὶ
Διότι το νοερό και το αυτεξούσιο του ανθρώπου δείχνει το "κατ’ εικόνα",
αὐτεξούσιον, τὸ δὲ "καθ᾿ ὁμοίωσιν" τὴν τῆς ἀρετῆς κατὰ τὸ δυνατὸν
ενώ η, όσο είναι δυνατόν, ομοιότητα στην αρετή δείχνει το "καθ’ ομοίωσιν".
ὁμοίωσιν. 

῞Αμα δὲ τὸ σῶμα καὶ ἡ ψυχὴ πέπλασται· οὐ τὸ μὲν πρῶτον, τὸ δὲ
Και πλάσθηκαν συγχρόνως το σώμα και η ψυχή· όχι το ένα πρώτα και το άλλο
ὕστερον κατὰ τὰ ᾿Ωριγένους ληρήματα. 
έπειτα, σύμφωνα με τις φλυαρίες του Ωριγένη.

᾿Εποίησεν οὖν ὁ Θεὸς τὸν ἄνθρωπον ἄκακον, εὐθῆ, ἐνάρετον, ἄλυπον,
Ο Θεός, λοιπόν, έπλασε τον άνθρωπο άκακο, απλό, ενάρετο, χαρούμενο,
ἀμέριμνον, πάσῃ ἀρετῇ κατηγλαϊσμένον, πᾶσιν ἀγαθοῖς κομῶντα,
αμέριμνο, στολισμένο με κάθε αρετή, προικισμένα με όλα τα αγαθά, σαν
οἷόν τινα κόσμον δεύτερον, ἐν μεγάλῳ μικρόν, ἄγγελον ἄλλον,
κάποιον δεύτερο κόσμο, μικρό κόσμο μέσα σε μεγάλο, άλλο άγγελο,
προσκυνητὴν μικτόν, ἐπόπτην τῆς ὁρατῆς κτίσεως, μύστην τῆς
σύνθετο προσκυνητή, επόπτη της ορατής δημιουργίας, γνώστη των
νοουμένης, βασιλέα τῶν ἐπὶ γῆς, βασιλευόμενον ἄνωθεν, ἐπίγειον
μυστηρίων της αόρατης, επίγειο βασιλιά που τον κυβερνά από ψηλά,
καὶ οὐράνιον, πρόσκαιρον καὶ ἀθάνατον, ὁρατὸν καὶ νοούμενον,
ταυτόχρονα επίγειο και ουράνιο, πρόσκαιρο και αθάνατο, ορατό και νοητό,
μέσον μεγέθους καὶ ταπεινότητος, τὸν αὐτὸν πνεῦμα καὶ σάρκα·
ενδιάμεσο μεταξύ μεγαλείου και μικρότητος, τον ίδιο και πνεύμα και σάρκα.
σάρκα διὰ τὴν ἔπαρσιν, πνεῦμα διὰ τὴν χάριν· τὸ μὲν ἵνα πάσχῃ καὶ
Είναι σάρκα εξαιτίας της υπερηφάνειας και πνεύμα εξαιτίας της χάρης· το ένα,
πάσχων ὑπομιμνήσκηται καὶ παιδεύηται, τὸ δὲ ἵνα μένῃ καὶ δοξάζῃ
για να υποφέρει και υποφέροντας να θυμάται και να γίνεται συνετός, και το
τὸν εὐεργέτην, τῷ μεγέθει φιλοτιμούμενον, ζῷον ἐνταῦθα
άλλο, για να μένει σταθερός και να δοξάζει τον ευεργέτη του φιλοτιμούμενος
από το μεγαλείο του· τον έπλασε ζώσα ύπαρξη που κατ’ οικονομία ζει εδώ,
οἰκονομούμενον τουτέστιν ἐν τῷ παρόντι βίῳ, καὶ ἀλλαχοῦ
δηλαδή στην παρούσα ζωή, αλλά που προορίζεται για αλλού,
μεθιστάμενον ἐν τῷ αἰῶνι τῷ μέλλοντι, καί πέρας τοῦ μυστηρίου τῇ
να μετοικήσει στη μέλλουσα ζωή· και το τέλος του μυστηρίου είναι ότι
πρὸς Θεὸν νεύσει θεούμενον· θεούμενον δὲ τῇ μετοχῇ τῆς θείας
θεώνεται με την κίνησή του προς το Θεό· θεώνεται μάλιστα με την μετοχή
ἐλλάμψεως καὶ οὐκ εἰς τὴν θείαν μεθιστάμενον οὐσίαν. 
στο θείο φωτισμό, αλλά χωρίς να μεταβάλλεται σε θεία ουσία.

᾿Εποίησε δὲ αὐτὸν φύσιν ἀναμάρτητον καὶ θέλησιν αὐτεξούσιον.
Και τον έπλασε αναμάρτητο στη φύση του και αυτεξούσιο στη θέλησή του.
᾿Αναμάρτητον δέ φημι οὐχ ὡς μὴ ἐπιδεχόμενον ἁμαρτίαν –μόνον
Λέγοντας "αναμάρτητο" δεν εννοώ ότι δεν είναι δεκτικός αμαρτίας –μόνον
γὰρ τὸ θεῖον ἁμαρτίας ἐστὶν ἀνεπίδεκτον–, ἀλλ᾿ οὐχ ὡς ἐν τῇ φύσει
ο Θεός είναι ανεπίδεκτος αμαρτίας–, αλλά εννοώ ότι δεν έχει την αμαρτία
τὸ ἁμαρτάνειν ἔχοντα, ἐν τῇ προαιρέσει δὲ μᾶλλον, ἤτοι ἐξουσίαν
στη φύση του, αλλά μάλλον στην προαίρεσή του· δηλαδή, έχει τη δύναμη να
ἔχοντα μένειν καὶ προκόπτειν ἐν τῷ ἀγαθῷ τῇ θείᾳ συνεργούμενον
διατηρείται και να προοδεύει στο αγαθό, με τη βοήθεια της θείας χάριτος· και
χάριτι, ὡσαύτως καὶ τρέπεσθαι ἐκ τοῦ καλοῦ καὶ ἐν τῷ κακῷ
επίσης, μπορεί να παρεκτραπεί από το καλό και να οδηγηθεί στο κακό,
γίνεσθαι, τοῦ Θεοῦ παραχωροῦντος διὰ τὸ αὐτεξούσιον· οὐκ ἀρετὴ
με παραχώρηση του Θεού, εξαιτίας του αυτεξουσίου του· διότι, ό,τι γίνεται
γὰρ τὸ βίᾳ γινόμενον.  
εξαναγκαστικά, δεν είναι αρετή.

Ψυχὴ τοίνυν ἐστὶν οὐσία ζῶσα, ἁπλῆ, ἀσώματος, σωματικοῖς
Η ψυχή, επίσης, είναι ζώσα ύπαρξη, απλή, ασώματη· η φύση της είναι
ὀφθαλμοῖς κατ᾿ οἰκείαν φύσιν ἀόρατος, λογική τε καὶ νοερά,
αόρατη με τα μάτια του σώματος· είναι λογική και νοερή,
ἀσχημάτιστος, ὀργανικῷ κεχρημένη σώματι καὶ τούτῳ ζωῆς,
χωρίς σχήμα· κατοικεί σε οργανικό σώμα και του παρέχει ζωή,
αὐξήσεώς τε καὶ αἰσθήσεως καὶ γεννήσεως παρεκτική, οὐχ ἕτερον
ανάπτυξη, αντίληψη και γέννηση· δεν έχει τον νου σαν κάτι διαφορετικό από
ἔχουσα παρ᾿ ἑαυτὴν τὸν νοῦν, ἀλλὰ μέρος αὐτῆς τὸ καθαρώτατον·
τον εαυτό της, αλλά σαν το πιο καθαρό στοιχείο της· διότι, όπως είναι
ὥσπερ γὰρ ὀφθαλμὸς ἐν σώματι, οὕτως ἐν ψυχῇ νοῦς· αὐτεξούσιος,
το μάτι στο σώμα, έτσι είναι και ο νους για την ψυχή. Είναι αυτεξούσια και
θελητική τε καὶ ἐνεργητική, τρεπτὴ, ἤτοι ἐθελότρεπτος, ὅτι καὶ
έχει θέληση και ενέργεια· είναι μεταβλητή, δηλαδή μεταβάλλεται σύμφωνα με
κτιστή. Πάντα ταῦτα κατὰ φύσιν ἐκ τῆς τοῦ δημιουργήσαντος
τη θέλησή της, διότι είναι κτιστή. Όλα αυτά τα έχει λάβει με φυσική τάξη από
αὐτὴν χάριτος εἰληφυῖα, ἐξ ἧς καὶ τὸ εἶναι καὶ τὸ φύσει οὕτως εἶναι
τη χάρη του Δημιουργού της, η οποία της έδωσε και την ύπαρξη και τη φύση.
εἴληφεν. 
  
Ὁσαχῶς τό ἀσώματον
Με πόσους τρόπους νοείται το ασώματο.

᾿Ασώματα δὲ καὶ ἀόρατα καὶ ἀσχημάτιστα κατὰ δύο τρόπους
Αντιλαμβανόμαστε τα ασώματα, τα αόρατα και τα άμορφα με δύο τρόπους:
νοοῦμεν· τὰ μὲν κατ᾿ οὐσίαν, τὰ δὲ κατὰ χάριν· καὶ τὰ μὲν φύσει ὄντα,
άλλα κατ’ ουσίαν και άλλα κατά χάριν· διότι τα πρώτα είναι από τη φύση
τὰ δὲ πρὸς τὴν τῆς ὕλης παχύτητα. ᾿Επὶ Θεοῦ μὲν οὖν φύσει, ἐπὶ δὲ
τους, ενώ τα δεύτερα σε αντίθεση με την παχύτητα της ύλης. Για το Θεό
ἀγγέλων καὶ δαιμόνων καὶ ψυχῶν χάριτι, καὶ ὡς πρὸς τὴν τῆς ὕλης
βέβαια λέμε "ασώματος από τη φύση του", ενώ για τους αγγέλους, τους
παχύτητα λέγεται ἀσώματον.     
δαίμονες και τις ψυχές λέμε "ασώματοι χαριστικά και σε αντίθεση με την
παχύτητα της ύλης".

Σῶμά ἐστι τὸ τριχῇ διαστατὸν ἤγουν τὸ ἔχον μῆκος καὶ πλάτος καὶ
Σώμα είναι αυτό που έχει τρεις διαστάσεις, δηλαδή μήκος, πλάτος και βάθος
βάθος, ἤτοι πάχος. Πᾶν δὲ σῶμα ἐκ τῶν τεσσάρων στοιχείων
ή πάχος. Καί κάθε σώμα συνίσταται από τέσσερα στοιχεία, ενώ τα σώματα
συνίσταται, τὰ δὲ τῶν ζῴων σώματα ἐκ τῶν τεσσάρων χυμῶν.  
των ζώων αποτελούνται από τέσσερις χυμούς.

Χρὴ εἰδέναι, ὅτι τέσσαρα στοιχεῖά ἐστι· γῆ, ξηρὰ καὶ ψυχρά· ὕδωρ,
Πρέπει μάλιστα να γνωρίζουμε ότι τα τέσσερα στοιχεία είναι: η γη, που είναι
ψυχρὸν καὶ ὑγρόν· ἀήρ, ὑγρὸς καὶ θερμός· πῦρ, θερμὸν καὶ ξηρόν.
ξερή και ψυχρή· το νερό, που είναι ψυχρό και υγρό· ο αέρας, που είναι υγρός
και θερμός· η φωτιά, που είναι θερμή και ξερή.
῾Ομοίως καὶ χυμοὶ τέσσαρες, ἀναλογοῦντες τοῖς τέσσαρσι στοιχείοις·
Το ίδιο και οι χυμοί είναι τέσσερις και αναλογούν στα τέσσερα στοιχεία: η
μέλαινα χολὴ ἀναλογοῦσα τῇ γῇ (ξηρὰ γάρ ἐστι καὶ ψυχρά)· φλέγμα
μαύρη χολή, που αναλογεί στη γη (διότι είναι ξερή και ψυχρή)· το φλέγμα, που
ἀναλογοῦν τῷ ὕδατι (ψυχρὸν γάρ ἐστι καὶ ὑγρόν)· αἷμα ἀναλογοῦν
αναλογεί στο νερό (διότι είναι ψυχρό και υγρό)· το αίμα, που αναλογεί στον
τῷ ἀέρι (ὑγρὸν γάρ ἐστι καὶ θερμόν)· ξανθὴ χολὴ ἀναλογοῦσα τῷ
αέρα (διότι είναι υγρό και θερμό)· η ξανθή χολή, που αναλογεί στη φωτιά
πυρί (θερμὴ γάρ ἐστι καὶ ξηρά). Οἱ μὲν οὖν καρποὶ ἐκ τῶν στοιχείων
(διότι είναι θερμή και ξερή). Οι καρποί, λοιπόν, αποτελούνται από τα
συνίστανται, οἱ δὲ χυμοὶ ἐκ τῶν καρπῶν, τὰ δὲ τῶν ζῴων σώματα
στοιχεία, οι χυμοί πάλι από τους καρπούς, ενώ τα σώματα των ζώων
ἐκ τῶν χυμῶν καὶ εἰς τὰ αὐτὰ ἀναλύεται· πᾶν γὰρ συντιθέμενον εἰς
αποτελούνται από τους χυμούς, και αναλύονται σ’ αυτά· διότι καθετί που
τὰ αὐτὰ ἀναλύεται, ἐξ ὧν συνετέθη.  
είναι σύνθετο, αναλύεται στα μέρη από τα οποία συντίθεται.
  
Ὅτι ὁ ἄνθρωπος κοινωνεῖ καί ἀψύχοις καί ἀλόγοις καί λογικοῖς.
Ότι ο άνθρωπος μετέχει και στα άψυχα και τα άλογα και τα λογικά όντα.

Χρὴ γινώσκειν, ὅτι ὁ ἄνθρωπος καὶ τοῖς ἀψύχοις κοινωνεῖ καὶ τῆς
Πρέπει να γνωρίζουμε ότι ο άνθρωπος έχει κοινά γνωρίσματα με τα άψυχα·
τῶν ἀλόγων μετέχει ζωῆς καὶ τῆς τῶν λογικῶν μετείληφε νοήσεως.
ακόμη μετέχει στη ζωή των αλόγων ζώων και έχει πάρει τη νόηση από τα
Κοινωνεῖ γὰρ τοῖς μὲν ἀψύχοις κατὰ τὸ σῶμα καὶ τὴν ἀπὸ τῶν
λογικά όντα. Τα κοινά, δηλαδή, γνωρίσματα με τα άψυχα είναι στο σώμα
τεσσάρων στοιχείων κρᾶσιν, τοῖς δὲ φυτοῖς κατά τε ταῦτα καὶ τὴν
και στη σύνθεσή του από τέσσερα στοιχεία· με τα φυτά έχει κοινά στοιχεία τη
θρεπτικὴν καὶ αὐξητικὴν καὶ σπερματικὴν, ἤγουν γεννητικὴν δύναμιν,
θρεπτική δυνατότητα, την αυξητική και την σπερματική, δηλαδή την
τοῖς δὲ ἀλόγοις καὶ ἐν τούτοις μέν, ἐξ ἐπιμέτρου δὲ κατὰ τὴν ὄρεξιν,
αναπαραγωγική· με τα άλογα ζώα έχει και τα παραπάνω, αλλά επιπλέον και
ἤγουν θυμὸν καὶ ἐπιθυμίαν καὶ κατὰ τὴν αἴσθησιν καὶ κατὰ τὴν καθ᾿
τον πόθο, δηλαδή το θυμό και την επιθυμία, και ακόμη την αίσθηση και την
ὁρμὴν κίνησιν.  
ορμέμφυτη κίνηση.

Αἰσθήσεις μὲν οὖν εἰσι πέντε· ὅρασις, ἀκοή, ὄσφρησις, γεῦσις, ἁφή. Τῆς
Οι αισθήσεις βέβαια είναι πέντε· η όραση, η ακοή, η όσφρηση, η γεύση, η αφή.
δὲ καθ᾿ ὁρμὴν κινήσεώς ἐστι τὸ ἀπὸ τόπου εἰς τόπον μεταβατικὸν καὶ
Στην ορμέμφυτη όμως κίνηση ανήκει η ικανότητα να μεταβαίνει από τόπο σε
τὸ κινητικὸν ὅλου τοῦ σώματος καὶ τὸ φωνητικὸν καὶ ἀναπνευστικόν·
σε τόπο, η ικανότητα της κινήσεως όλου του σώματος και η ικανότητα της
ταῦτα γὰρ ἐν ἡμῖν ἐστι ποιεῖν καὶ μὴ ποιεῖν.     
φωνής και της αναπνοής· διότι από μας εξαρτάται να τα κάνουμε ή να μην τα
κάνουμε.

Συνάπτεται δὲ διὰ τοῦ λογικοῦ ταῖς ἀσωμάτοις καὶ νοεραῖς φύσεσι
Ο άνθρωπος συνδέεται με το λογικό του με τις ασώματες και νοερές φύσεις,
λογιζόμενος καὶ νοῶν καὶ κρίνων ἕκαστα καὶ τὰς ἀρετὰς μεταδιώκων
διότι συλλογίζεται, σκέφτεται και κρίνει το καθετί· επιδιώκει τις αρετές και
καὶ τῶν ἀρετῶν τὸν κολοφῶνα, τὴν εὐσέβειαν, ἀσπαζόμενος· διὸ καὶ
ποθεί την κορωνίδα των αρετών, εννοώ την ευσέβεια· γι’ αυτό και ο
μικρὸς κόσμος ὁ ἄνθρωπός ἐστιν.  
άνθρωπος είναι ένας μικρός κόσμος.

Χρὴ δὲ εἰδέναι, ὡς ἴδια μὲν τοῦ σώματος μόνου τομὴ καὶ ῥεῦσις καὶ
Πρέπει ακόμη να γνωρίζουμε ότι αποκλειστικά χαρακτηριστικές ιδιότητες του
μεταβολή. Μεταβολὴ μὲν ἡ κατὰ ποιότητα, ἤγουν θερμασίαν καὶ
σώματος είναι η τομή, η ρεύση και η μεταβολή. Μεταβολή βέβαια είναι αυτή
ψύξιν καὶ τὰ τοιαῦτα. ῾Ρεῦσις δὲ ἡ κατὰ κένωσιν· κενοῦται γὰρ ξηρὰ
που γίνεται σχετικά με την ποιότητα, δηλαδή η θέρμανση, η ψύξη και τα
παρόμοια. Ρεύση πάλι είναι αυτή που γίνεται με το άδειασμα· αδειάζουν
καὶ ὑγρὰ καὶ πνεύματα, ὧν χρῄζει τῆς ἀναπληρώσεως· ὥστε φυσικά
δηλαδή τα στερεά, τα υγρά και τα αέρια, και χρειάζεται η αναπλήρωσή τους·
εἰσι πάθη ἥ τε πεῖνα καὶ ἡ δίψα· τομή δέ ἡ τῶν χυμῶν ἀπ’ ἀλλήλων
επομένως, η πείνα και η δίψα είναι φυσιολογικές μεταβολές. Τομή πάλι είναι
διαχώρισις καί ὁ εἰς εἶδος καί ὕλην μερισμός. 
ο διαχωρισμός των χυμών μεταξύ τους και η διαίρεσή τους σύμφωνα με τη
μορφή και την υλική τους σύσταση.

῎Ιδια δὲ τῆς ψυχῆς ἡ εὐσέβεια καὶ ἡ νόησις. Κοινὰ δὲ ψυχῆς καὶ
Χαρακτηριστικές πάλι ιδιότητες της ψυχής είναι η ευσέβεια και η νόηση. Ενώ
σώματος αἱ ἀρεταί, ἐχουσῶν καὶ τούτων ἐπὶ τὴν ψυχὴν τὴν
οι αρετές αποτελούν κοινές ιδιότητες της ψυχής και του σώματος·
ἀναφοράν, οἷον ψυχῆς προσχρωμένης σώματι.  
αποδίδονται όμως στην ψυχή, διότι η ψυχή κυβερνά το σώμα.

Χρὴ γινώσκειν, ὅτι τὸ λογικὸν φύσει κατάρχει τοῦ ἀλόγου·
Πρέπει να γνωρίζουμε ότι το λογικό από τη φύση του κυβερνά το άλογο·
διαιροῦνται γὰρ αἱ δυνάμεις τῆς ψυχῆς εἰς λογικὸν καὶ ἄλογον.
διότι οι δυνάμεις της ψυχής διαιρούνται σε λογικό και άλογο. Τα μέρη
Τοῦ δὲ ἀλόγου μέρη εἰσὶ δύο· τὸ μὲν ἀνήκοόν ἐστι λόγου, ἤγουν οὐ
μάλιστα του αλόγου είναι δύο· το ένα είναι κουφό στη φωνή του λογικού,
πείθεται λόγῳ, τὸ δὲ κατήκοόν ἐστι καὶ ἐπιπειθὲς λόγῳ. ᾿Ανήκοον μὲν
δεν υπακούει δηλαδή στη λογική, ενώ το άλλο είναι προσεκτικό και
υπάκουο στη λογική. Ανυπάκουο βέβαια και απείθαρχο στη λογική
οὖν καὶ μὴ πειθόμενον λόγῳ ἐστὶ τὸ ζωτικόν, ὃ καὶ σφυγμικὸν
είναι το ζωτικό μέρος της ψυχής, το οποίο ονομάζεται και σφυγμικό· επίσης
καλεῖται, καὶ τὸ σπερματικὸν, ἤγουν γεννητικὸν καὶ τὸ φυτικόν, ὃ καὶ
και το σπερματικό μέρος, δηλαδή το αναπαραγωγικό και το φυτικό, το οποίο
θρεπτικὸν καλεῖται· τούτου δέ ἐστι καὶ τὸ αὐξητικόν, τὸ καὶ
λέγεται και θρεπτικό· σ’ αυτό ανήκει και το αυξητικό μέρος, το οποίο και
διαπλάσσον τὰ σώματα. Ταῦτα γὰρ οὐ λόγῳ κυβερνῶνται, ἀλλὰ τῇ
διαπλάθει το σώμα. Αυτά δεν τα εξουσιάζει η λογική, αλλά η φύση. Το μέρος
φύσει. Τὸ δὲ κατήκοον καὶ ἐπιπειθὲς λόγῳ διαιρεῖται εἰς ἐπιθυμίαν καὶ
πάλι της ψυχής που είναι προσεκτικό και υπάκουο στη λογική διαιρείται σε
θυμόν. Καλεῖται δὲ κοινῶς τὸ ἄλογον μέρος τῆς ψυχῆς παθητικὸν καὶ
επιθυμία και θυμό. Μάλιστα, το άλογο μέρος της ψυχής ονομάζεται παθητικό
ὀρεκτικόν. Χρὴ δὲ γινώσκειν, ὅτι τοῦ ἐπιπειθοῦς λόγῳ ἐστὶ καὶ ἡ καθ᾿
και ορεκτικό (αυθόρμητο). Και πρέπει να γνωρίζουμε ότι η ορμέμφυτη κίνηση
ὁρμὴν κίνησις.  
ανήκει στο μέρος της ψυχής που υπακούει στη λογική.

Τοῦ δέ μή πειθομένου λόγῳ ἐστί τό θρεπτικόν καί γεννητικόν καί
Σ’ αυτό όμως που δεν υπακούει στη λογική ανήκει το θρεπτικό, το γεννητικό
σφυγμικόν· καλεῖται δέ φυτικόν μέν τό αὐξητικόν καί τό θρεπτικόν
και το σφυγμικό. Το αυξητικό, το θρεπτικό και το γεννητικό ονομάζονται
καί τό γεννητικόν, ζωτικόν δέ τό σφυγμικόν.
"φυτικό", ενώ το σφυγμικό καλείται "ζωτικό".

Τοῦ μέν οὖν θρεπτικοῦ δυνάμεις εἰσί τέσσαρες· ἑλκτική ἡ ἕλκουσα τήν
Το θρεπτικό έχει τέσσερις δυνάμεις: την ελκτική, που έλκει την τροφή·
τροφήν, καθεκτική ἡ κατέχουσα τήν τροφήν καί μή ἐῶσα αὐτήν
την καθεκτική που κρατεί την τροφή και δεν της επιτρέπει να αποβληθεί
εὐθέως ἐκκριθῆναι, ἀλλοιωτική ἡ ἀλλοιοῦσα τήν τροφήν εἰς τούς
αμέσως· την αλλοιωτική, που μεταβάλλει την τροφή σε χυμούς· την
χυμούς, ἀποκριτική ἡ τό περίττωμα διά τοῦ ἀφεδρῶνος ἐκκρίνουσα
αποκριτική, η οποία αποβάλλει τα περιττώματα μέσω του αφεδρώνα και τα
καί ἐκβάλλουσα.
απορρίπτει από τον οργανισμό.

Χρή δέ εἰδέναι, ὅτι τῶν κατά τό ζῶον δυνάμεων αἱ μέν εἰσι ψυχικαί,
Πρέπει να γνωρίζουμε ότι από τις δυνάμεις που υπάρχουν στα όντα άλλες
αἱ δέ φυσικαί, αἱ δέ ζωτικαί. Καί ψυχικαί μέν αἱ κατά προαίρεσιν,
είναι ψυχικές, άλλες φυσικές και άλλες ζωτικές. Ψυχικές είναι αυτές που
ἤγουν ἡ καθ’ ὁρμήν κίνησις καί ἡ αἴσθησις. Τῆς δέ καθ’ ὁρμήν κινήσεως
ανήκουν στην προαίρεση, δηλαδή η επιθυμία και η αίσθηση. Στην επιθυμία
ἐστι τό τε κατά τόπον μεταβατικόν καί κινητικόν ὅλου τοῦ σώματος
ανήκει η ικανότητα μεταβάσεως από τόπο σε τόπο, η κίνηση όλου του
καί φωνητικόν καί ἀναπνευστικόν· ἐν ἡμῖν γάρ ἐστι τό ποιῆσαι καί
σώματος, η φωνητική και αναπνευστική ικανότητα· από μας εξαρτάται να τα
τό μή ποιῆσαι ταῦτα. Φυσικαί δέ καί ζωτικαί αἱ ἀπροαίρετοι. Καί
ενεργούμε αυτά ή να μην τα ενεργούμε. Φυσικές και ζωτικές δυνάμεις είναι
φυσικαί μέν ἡ θρεπτική καί αὐξητική καί σπερματική, ζωτική δέ ἡ
αυτές που ενεργούν χωρίς τη θέλησή μας. Φυσικές είναι η θρεπτική, η
σφυγμική· αὗται γάρ καί θελόντων ἡμῶν καί μή θελόντων ἐνεργοῦσι.
αυξητική και η αναπαραγωγική· ζωτική είναι η σφυγμική. Αυτές ενεργούν
είτε το θέλουμε είτε όχι.

Δεῖ δέ γινώσκειν, ὅτι τῶν πραγμάτων τὰ μέν ἐστιν ἀγαθά, τὰ δὲ
Επίσης, πρέπει να γνωρίζουμε ότι άλλα από τα πράγματα είναι αγαθά και άλλα
φαῦλα. Προσδοκώμενον μὲν οὖν ἀγαθὸν ἐπιθυμίαν συνιστᾷ, παρὸν
κακά. Το αγαθό που προσδοκάμε γεννά την επιθυμία, ενώ αυτό που έχει
δὲ ἡδονήν· ὁμοίως δὲ πάλιν προσδοκώμενον κακὸν φόβον, παρὸν δὲ
πραγματοποιηθεί γεννά την ευχαρίστηση. Παρόμοια, το προσδοκώμενο κακό
λύπην. Δεῖ δὲ εἰδέναι, ὅτι ἀγαθὸν ἐνταῦθα εἰπόντες ἢ τὸ ὄντως
δημιουργεί φόβο, ενώ τα πραγματοποιημένο λύπη. Και να γνωρίζουμε ότι
ἀγαθὸν ἢ τὸ δοκοῦν ἀγαθὸν εἴπομεν· ὁμοίως καὶ κακόν.
λέγοντας αγαθό εννοούμε και το αληθινό αγαθό και το θεωρούμενο· το ίδιο
εννούμε και με το κακό.

Δεν υπάρχουν σχόλια: