Αυτός που προσβλέπει στην Εκκλησία, προσβλέπει κατ’
ευθείαν στο Χριστό (άγιος Γρηγόριος Νύσσης).
«Ο Χριστός είναι και
κτιστός και άκτιστος. Ονομάζουμε δε άκτιστη την αίδια και προαιώνια και
δημιουργική όλων των όντων φύση του· ενώ λέμε κτιστό το σώμα, που κατά την
ενανθρώπιση του για χάρη μας ενώθηκε με το δικό μας ανθρώπινο σώμα της
ταπείνωσης. Αλλά είναι προτιμότερο να αναφέρω με τα ίδια τα λόγια της Γραφής το
νόημα γι’ αυτό. Άκτιστον ονομάζουμε τον Λόγο,
ο οποίος υπήρχε στην αρχή και που ήταν πάντοτε κοντά στο Θεό και τον Θεό που
είναι ο Λόγος· εκείνον δια του οποίου έγιναν τα πάντα και χωρίς τον οποίο δεν
έγινε κανένα από τα δημιουργήματα. Κτιστόν
ονομάζουμε αυτόν που σαρκώθηκε και σκήνωσε ανάμεσά μας.
Η δόξα που
εμφανίζεται στο πρόσωπό του και μετά την σάρκωση, δηλώνει ότι ο Θεός φανερώθηκε
εν σαρκί. Και Θεός είναι οπωσδήποτε ο Μονογενής Υιός, που βρίσκεται στους
κόλπους του Πατρός, γιατί έτσι ομολογεί ο Ιωάννης, ότι ‘’εθεασάμεθα την δόξαν
αυτού’’. Και μολονότι ήταν άνθρωπος κατά το φαινόμενο, εκείνο το οποίο
αναγνωριζόταν δια μέσου αυτού, το ονομάζει δόξα ‘’ως Μονογενούς παρά Πατρός,
πλήρης χάριτος και αληθείας’’. Επειδή, λοιπόν, η μεν άκτιστη και προαιώνια και
αίδια και ανέκφραστη φύση Του είναι εντελώς ακατάληπτη για όλα τα κτιστά όντα,
ενώ αυτό που φανερώθηκε σε μας δια της σαρκός, μπορεί να γίνει γνωστό, ως ένα
βαθμό, γι’ αυτό αποβλέπει σ’ αυτά ο διδάσκαλος και ομιλεί γι’ αυτά, τα οποία
μπορούν να κατανοηθούν από τους ακροατές.
Και εννοώ το μεγάλο μυστήριο
της πίστης μας, με το οποίο ο Θεός φανερώθηκε εν
σαρκί, αυτός που υπάρχει με τη θεϊκή μορφή, και συναναστράφηκε με τους
ανθρώπους, λαμβάνοντας δούλου μορφή. Αυτός επειδή
πήρε πάνω του μια φορά τη φθαρτή φύση του σώματος, το οποίο ανέλαβε από την
άφθαρτη Παρθένο, από τότε και πάντοτε αγιάζει, μαζί με το αρχικό, όλο το κράμα
της κοινής φύσης στα πρόσωπα, όσων ενώνονται μαζί του με την κοινωνία του
μυστηρίου. Και τρέφει το Σώμα του, την Εκκλησία, και προσαρμόζει ανάλογα
τα μέλη αυτά, τα οποία ενσωματώνονται με την προς Αυτόν πίστη στο κοινό σώμα.
Προσαρμόζει το κάθε μέλος όμορφα, τοποθετώντας τους πιστούς, όπως πρέπει και
ταιριάζει, δηλαδή στην θέση των οφθαλμών και στόματος και χειρών και των άλλων
μελών.
Γιατί έτσι λέγει ο απόστολος
Παύλος, ότι ένα μεν είναι το σώμα, πολλά δε τα μέλη. Και όλα τα μέλη δεν έχουν
τι ίδιο έργο να κάμουν. Αλλά μπορεί να είναι ο ένας οφθαλμός χωρίς να υποτιμά
τα πόδια, αλλά είναι όλο το σώμα ένα κράμα δια των μελών με τον εαυτό του και
με την ποικιλία των ενεργειών, για να μην επαναστατούν τα μέλη προς το σύνολο.
Αυτές τις έννοιες , αφού τις
εκθέτει πρώτα συμβολικά, έπειτα προωθεί το λόγο και λέγει σαφέστερα ότι ο Θεός
τοποθέτησε στην Εκκλησία τους αποστόλους και τους προφήτες και τους διδασκάλους
και τους ποιμένες, για να καταρτίζουν τους αγίους, για να επιτελούν το έργο της
διακονίας προς οικοδομή του Σώματος του Χριστού, μέχρι να φθάσουμε όλοι στην
ενότητα της πίστης και της επίγνωσης του Υιού του Θεού και να γίνουμε τέλειοι
άνθρωποι και να αποκτήσουμε το βαθμό της πνευματικής ωριμότητας , κατά την
οποία έχουμε όλες τις δωρεές και την τελειότητα του Χριστού.
Και πάλι λέγει: "αυξήσομεν
εις Αυτόν τα πάντα, ος εστίν η κεφαλή, ο Χριστός, εξ ου παν το Σώμα
συναρμολογούμενον και συμβιβαζόμενον δια πάσης αφής της επιχορηγίας κατ’
ενέργειαν εν μέτρω ενός εκάστου μέρους την αύξησιν του Σώματος ποιείται εις
οικοδομήν Εαυτού εν αγάπη".
Συνεπώς, αυτός που προσβλέπει στην Εκκλησία, προσβλέπει
κατ’ ευθείαν στο Χριστό, ο οποίος οικοδομεί και αυξάνει τον Εαυτό Του, δηλαδή
το Σώμα Του, καθώς προστίθενται σ’ Αυτόν οι πιστοί, οι οποίοι σώζονται».
(Από την "Μυστική Θεολογία" του αγίου Γρηγορίου Νύσσης, Εις το Άσμα Ασμάτων, σελ. 615-
619).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου