Πέμπτη 16 Απριλίου 2015

Το μέτρο στην κριτική του Καντ ζ

Συνέχεια από: Τετάρτη, 15 Απριλίου 2015

  Το μέτρο στην κριτική του Καντ
Του Gerhard Krüger

ΙΙ. Το μέτρο του Καντ

Η μεθοδολογική δυσκολία αυτής τής αληθινής μεταφυσικής έγκειται στην ενότητα τής θεωρητικής και πρακτικής συμπεριφοράς. Ως διαπίστωση (Erkenntnis) βασίζεται στην εσωτερική ουσιώδη ενότητα του πρακτικού και θεωρητικού λόγου. Αν η διαπίστωση αυτή πρόκειται να εξασκηθεί και να κατανοηθεί ως αληθής και θεμελιώδης διαπίστωση, τότε πρέπει να γίνει αντιληπτή στην ενότητα τής ελπίδας, εφόσον αναφέρεται στο ηθικό μέτρο κάθε διαπίστωσης. Θα πρέπει να κατανοείται, στην πρωταρχική της ενότητα, ως τελεολογικά σκεπτόμενη εμπειρία του κόσμου από πλευράς τού ηθικά δρώντος ανθρώπου. Αν προσέξουμε όμως πως μιλά στο τρίτο μέρος του «Κανόνος του καθαρού λόγου» περί του χαρακτήρα της γνώσης τής αληθινής μεταφυσικής, περί «γνώμης, γνώσης και πίστεως», θα διαπιστώσουμε πως η ελπίζουσα γνώση ορίζεται ως πίστη, η πίστη από την άλλη ως κάτι μεταξύ γνώσης και γνώμης. Η πίστη είναι «να θεωρείς κάτι ως αληθές», για το οποίο λείπει η «αντικειμενική» πρόσβαση στην γνώση, το οποίο όμως είναι «υποκειμενικά»-δια του ηθικού φρονήματος το οποίο μας προσφέρεται-κάτι παραπάνω από την «υποκειμενικά» μη προσβάσιμη γνώμη. Στην περίπτωση αυτή, το θεμελιώδες δεν είναι η μεταφυσική διαπίστωση (Erkenntnis), όπως θα έπρεπε να είναι, αλλά η γνώση (Wissen). Όταν ο Καντ θέλει να πει τι είναι η διαπίστωση, τότε στον ορίζοντά του προβάλλει, παρά την κριτική απόρριψη του δογματισμού, η θεωρητική διαπίστωση. Όταν αναφέρεται στην διαπίστωση με την πλήρη σημασία της λέξεως, την «τέλεια» διαπίστωση δηλαδή, τότε εννοεί την αντίληψη. Σκέφτεται την παλιά ιδέα τής απολύτως τέλειας διαπίστωσης, όπως την έχει ο Θεός, η αντιληπτική λογική τού οποίου παρέχει από μόνη της τα αντικείμενα τής αντιλήψεώς της. Όταν αναφέρεται στην ανθρώπινη κριτική όμως, τότε έχει κατά νου την σχετικά τέλεια διαπίστωση της νευτώνειας φυσικής επιστήμης.
Υπερβαίνουμε τον Καντ όταν εκφράζουμε την απορία αυτή; Πιστεύω πως, βάσει του μέτρου δεν τον υπερβαίνουμε. Μόνο στην κρίση περί τής εξάσκησης τής κριτικής, που ο ίδιος ο Καντ θεωρούσε σκοτεινή, και την έλλειψη της οποίας αναγνώρισε, με το να τροποποιήσει την «Κριτική του καθαρού λόγου», κυρίως όμως γράφοντας κατόπιν την «Κριτική του πρακτικού λόγου»  που περιέχει την διδασκαλία περί προτάσεων, και την «Κριτική της κριτικής δυνάμεως», η εισαγωγή τής οποίας ξεκινά με τον στοχασμό πάνω στην έννοια της φιλοσοφίας και την ενότητα τού θεωρητικού και πρακτικού λόγου στην κρίση περί του σκοπού των πραγμάτων. Ο σκοπός μιας τελεολογικής εμπειρίας που έχει ο άνθρωπος για τον κόσμο, και η οποία γνωρίζει τον εαυτό της, δεν είναι άγνωστη στον Καντ. Καταπιάστηκε με αυτή στην «πραγματολογική» του ανθρωπολογία, αλλά και στην γεωγραφία του, την διδασκαλία του περί τής γης σάν σκηνικού τής ανθρώπινης δράσης. Τοποθέτησε αυτή την αυτογνωσία τού ανθρώπου που δρα εντός του κόσμου, και η οποία τον προσανατολίζει ως προς την «θέση» του, στην συνάφεια όλων των ερευνών του περί του σκοπού τής ανάπτυξης του κόσμου στην ιστορία τής φύσης και του ανθρώπου. Η κριτική τού καθαρού λόγου χρησιμοποιεί αυτή την τελεολογική εμπειρία του κόσμου της οποίας την ύπαρξη, επιτρέπει η ηθική, όταν μιλά περί των δυνατοτήτων του ανθρώπου. Η αντίληψη όμως περί αυτής της πραγματικά θεμελιώδους διαπίστωσης, παρά τους στοχασμούς που της αφιερώθηκαν, παραμένει ασαφής, ακόμα και στο Opus postumum του Καντ, καθώς ο Καντ στο σημείο αυτό είναι δογματικά δεσμευμένος στην θεωρητική φυσική επιστήμη. 
Συνεχίζεται

Δεν υπάρχουν σχόλια: