Συνέχεια από Παρασκευή, 17 Απριλίου 2015
PAUL FRIEDLȀNDER
Π Λ Α Τ Ω Ν
( 1ος τόμος: Η αλήθεια της ύπαρξης και η πραγματικότητα της ζωής )
( Τρίτη, αναθεωρημένη και συμπληρωμένη έκδοση -
Walterde Gruyteru. Co, Berlin 1964 )
KΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ / ΑΡΡΗΤΟΝ
Ένας ‘δρόμος’ απ’ το σκοτάδι στο φως, ένας κλιμακωτός δρόμος, με ποικίλους κόπους και όχι προσιτός στον καθέναν, στου οποίου όμως το τέλος φανερώνεται μέσα σε εκτυφλωτικό φως κάτι το θεϊκό στα ‘μάτια’˙ και ‘περιτριγυρισμένος’ από ένα μυστικό ο ύψιστος σκοπός, που δεν τίθεται εθελούσια, δεν χρειάζεται όμως και να φροντίση να το ‘βεβηλώση’ κανείς με λόγια, επειδή δεν μπορεί να εκφρασθή με λόγια: δεν θα παραγνωρίσουμε, παρατηρώντας αυτά τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τής πλατωνικής φιλοσοφίας και διδασκαλίας, πως συγγενεύουν σε πολλά τα Μυστήρια (Mysterien), και μάλιστα της Ελευσίνας, μαζί τους.Αισθάνθηκε ζωηρά ο ίδιος ο Πλάτων αυτήν τη συμφωνία, αναδεχόμενος μάλιστα κάποια στοιχεία από εκεί στην εικονική του γλώσσα. Παραπέμπει έτσι ήδη στον «Φαίδωνα» η «κάθαρση» σε κείνην τη λατρεία, εννοώντας τον χωρισμό τής ψυχής απ’ το σώμα (67 C). Γιατί υπήρχαν (βέβαια…) καθαρτικά (kathartische) έθιμα στον δρόμο τού μύστη (Myste). Συνιστά όμως (τώρα…) η γνώση και η καθαρή σκέψη (φρόνησις) αυτήν την «κάθαρση». Και θεωρείται πως παραπέμπουν (κινδυνεύουσιν αινίττεσθαι) σ’ αυτόν τον πνευματικό εξαγνισμό οι μυστικές ‘αφιερώσεις’ και η φανέρωσή τους, ενώ απεικονίζει και η αντίθεση ανάμεσα στους αμύητους, που βρίσκονται στον ‘βόρβορο’ του Άδη, και τους κεκαθαρμένους και μυημένους, που κατοικούν κοντά στους θεούς, την αντίθεση ανάμεσα σε κείνους που αναζήτησαν με ορθό τρόπο την αλήθεια και στους άλλους. Δείχνει δε την κλιμάκωση ο ορφικός στίχος, πως «είναι πολλοί οι φορείς τού Θύρσου (Thyrsos), λίγοι όμως εκείνοι τών Βακχών». Γίνεται ευδαίμων (eudämonisch) όταν φτάνη, λέγεται αργότερα, στη συγγενική της αλλά αόρατη περιοχή η ψυχή, και «διάγει εν αληθεία, όπως λένε οι μυημένοι, μαζί με τους θεούς τον υπόλοιπο χρόνο» (ώσπερ δέ λέγεται κατά τών μυημένων, ως αληθώς τόν λοιπόν χρόνον μετά θεών διάγουσα – 81 Α). Αισθάνεται έτσι κανείς τον ‘πειρασμό’ να δη να απεικονίζεται και στην προηγούμενη κατάσταση, της «περιπλάνησης, της ανοησίας, του τρόμου, των άγριων ερωτικών παθών και του υπόλοιπου ανθρώπινου πόνου», κάτι απ’ τη διάβαση μέσα από κάθε είδους σκοτάδι και φρίκης τών μυστών, για τα οποία και μας πληροφορεί πειστικά η παράδοση περί τών Μυστηρίων (Mysterien). Διακρίνει δε ανάμεσα σε κατώτερες και ανώτερες αφιερώσεις στο «Συμπόσιο» (209 Ε) η Διοτίμα. Η αναγγελία για τον Έρωτα ως πόθο αθανασίας: αυτό είναι και το προπαρασκευαστικό Μυστήριο (κάν σύ μυηθείης)˙ ενώ αποτελεί, απεναντίας, την κλίμακα προς τη θέα τών αιωνίων εικόνων η τελείωση της αφιέρωσης και του καθαγιασμού και η ανύψωση σε επόπτη (Epopte) (τά τέλεα καί εποπτικά). Θεωρείται δε εν τέλει ως μυστηριακός καθαγιασμός και η κοσμική μοίρα τής ψυχής στον «Φαίδρο». Απολαμβάναμε πριν απ’ την επίγεια ύπαρξή μας «με μακάριο χορό θεϊκή όραση και θέα και μυούμασταν στον καθαγιασμό, που ονομάζουμε δίκαια τον πιο μακάριο απ’ όλα». Αυτόν ‘πανηγυρίζαμε’, σώοι και ακέραιοι και χωρίς να μας έχουν βρη ακόμα τα βάσανα, που μας ανέμεναν στους επόμενους καιρούς, κοιτάζοντας αλώβητοι, απλοί, απαρασάλευτοι και ευδαίμονες μέσα απ’ τον ύψιστο καθαγιασμό τα πρόσωπα στο καθαρό φως (φάσματα μυούμενοί τε καί εποπτεύοντες εν αυγή καθαρά – 250 C). Όποιος τά ’χει γνωρίσει όμως αυτά, αυτός και παραμένει, ‘εισερχόμενος’ στην επίγεια ζωή, όσο μπορεί σε κείνες τις αναμνήσεις, και έτσι «μυούμενος σε τελειούμενο πάντοτε καθαγιασμό, τελειούται πραγματικά και ο ίδιος» (τελέους αεί τελετάς τελούμενος, τέλεος όντως μόνος γίγνεται – 249 C). Εδώ αποκτούσαν και τα λόγια τού Πλάτωνα τη λάμψη, που καθιστούσε ‘ευτυχισμένους’ στο τελεστήριο (Telesterion) τής Ελευσίνας τούς πιστούς, καθώς και τη συγκεκριμένη ελπίδα μιας αθανασίας, που ‘δεξιώνονταν’ από εκείνες τις αφιερώσεις και τους καθαγιασμούς. Αλλά και κάτι παραπάνω: εμφανίζεται απ’ αυτήν την άποψη – και μόνον βέβαια απ’ αυτήν – όχι ως ένα μεμονωμένο βίωμα η πλατωνική θεωρία τών αιωνίων μορφών, αλλά ως ο εξαγνισμός, με γνήσια ελληνικό τρόπο, της μεγαλειωδέστερης ευσέβειας του λαού.
Ένας επίπονος βαθμιαίος δρόμος, απ’ το σκοτάδι μέχρις επάνω στη θέα τού θεϊκού που ακτινοβολεί:αναλογιζόμενοι τώρα όλο αυτό και γνωρίζοντας την ΄προέλευσή’ του απ’ τα ελευσίνεια Μυστήρια, πρέπει και να ρωτήσουμε, για να μη θεωρήσουμε για κάποιον άλλον τον Πλάτωνα: είναι άραγες ένας μυστικός ο Πλάτων;Και είναι τόσο πιο δικαιολογημένο το ερώτημα, εφ’ όσον εκπληρώνεται βέβαια μια εξωχρονική τοποθέτηση της ανθρώπινης ψυχής σε κάθε μυστικισμό, οι ιστορικές όμως μορφές, τις οποίες φέρει στον χριστιανικό τουλάχιστον,ισλαμικό και καββαλιστικό μυστικισμό αυτό το Αιώνιο, έχουν λάβει τη δομή τής σκέψης τους σε πολύ μεγάλο βαθμό απ’ τον Πλωτίνο, επηρεασμένες άρα και απ’ τον Πλάτωνα.
Το «διαλεκτικό ταξίδι» τού Πλάτωνα, η άνοδός του απ’ το σκοτάδι τού σπηλαίου στο φως του ήλιου, και η ανοδική πορεία τού άρματος της ψυχής στον υπερουράνιο τόπο – όλα αυτά βρίσκουν τα παρόμοιά τους σε κάθε μυστικισμό. Η οδοιπορία τού Δάντη μέσα απ’ τα τρία ‘βασίλεια’ αποτελεί (εδώ…) την ύψιστη ποιητική διατύπωση. Στο ίδιο στοχεύει όμως ουσιαστικά και ο ‘άγιος’ Μποναβεντούρα με το “ItinerariummentisadDeum” («Πορεία τού νου προς τον Θεό»…), όπου και ‘ιχνογραφεί’ την «άνοδο απ’ το κατώτατο στο ύψιστο, απ’ το εξωτερικό στο εσώτατο, κι απ’ το χρονικό στο αιώνιο», ή μια μοναχική (καλογερική…) «ουράνια κλίμακα» ή μια «κλίμακα της τελείωσης». Μυστικά προσκυνηματικά ταξίδια υπάρχουν όμως και στην προτεσταντική Αγγλία, καθώς και στην ισλαμική Ανατολή. Ο σούφι είναι ένας ταξιδιώτης σε μιαν οδό, όπου πρέπει να διασχίση επτά κοιλάδες ή να ανέβη επτά σκαλοπάτια, απ’ τη «μετάνοια» (ή: μεταμέλεια…) μέχρι την «ένωση», και όπου κάθε σταθμός τον οδηγεί πλησιέστερα στον Θεό. Ενώ διδάσκει στην Ινδίατον «ευγενή οκταπλού δρόμο» ο Βούδας, που οδηγεί, ξεκινώντας με την ορθή πίστη και τελειώνοντας με την ορθή αυτο-βύθιση, στην αναίρεση του πόνου.Γνωρίζει δε και η θρησκεία τού Βισνού τον «δρόμο τής γνώσης» και τον «δρόμο τής θεϊκής αγάπης», που σκοπεύουν αμφότεροι στην ένωση με τη θεότητα. (( Σημ. τ. μετ.: Ίσως η ΄διαφορά’ με τη δική μας ασκητική και νηπτική παράδοση να είναι ότι ο Κύριος, που είναι η Οδός, ‘πορεύεται’ προς την Άκρα Ταπείνωση, διδάσκοντας τους μαθητές του: «Αν κάποιος από εσάς θέλει να είναι πρώτος, να είναι πάντων έσχατος»… )) .
Σκοτάδι και φως, φυλακή και ελευθερία. Γι’ αυτόν που τιμά τον Σίβα στην Ινδία, είναι ένα ‘ζώο’ που κατέπεσε στα δεσμά τής ύλης το σώμα. Και μόνον όταν λύση αυτά τα δεσμά, μπορεί και να φτάση η ψυχή στον Σίβα. Για τον σούφι βρίσκεται στη φυλακή, χωρισμένη με εβδομήντα χιλιάδες πέπλα απ’ τη θεότητα, απ’ όπου και ΄προέρχεται’ (είναι). «Γνωρίζεις, πως είναι μια φυλακή το σώμα», στιχουργεί με τον τρόπο τών σούφι στην ποιητική συλλογή του «Ντιβάνι» (Divan) ο Γκαίτε. Διαπερνά όμως προπάντων ένα μεγάλο ρεύμα «μεταφυσικής τού φωτός» την ύστερη αρχαιότητα και τον μεσαίωνα, που ξεπηδώντας πάντοτε καινούργιο βαθειά απ’ το ανθρώπινο, έχει ως ιστορικό φαινόμενο περισσότερες πηγές, κι εκτός απ’ την «Πολιτεία» τού Πλάτωνα προπάντων το τέταρτο Ευαγγέλιο («και το φως εν τη σκοτία φαίνει») και τον κύκλο τής ελληνιστικής μυστηριακής ευσέβειας, στον οποίον και ανήκει κι αυτό το «μυστικό» Ευαγγέλιο. Δεν μπορούμε δε να μην ακούσουμε τους πλατωνικούς ήχους και στα ερμητικά κείμενα του Φίλωνα, χωρίς να αρνηθούμε και την ‘ανατολίτικη’ δύναμη που υπάρχει σ’ αυτά. Και περνά έτσι μέσα απ’ τον Πλωτίνο, τον Αρεοπαγίτη και τον άγιο Αυγουστίνο, στον μεσαίωνα αυτό το ρεύμα. «Ατενίζει τη λαμπρή αντανάκλαση» ο HeinrichSeuse, και βλέπει «το φως της θεότητας που ρέει» η Mechthildτου Magdeburg. Ενώ ξεκινά το ταξίδι του απ’ τη selvaoscuraο Δάντης, ονομάζεται “Ficcarlovisoperlaluceeterna” ο σκοπός του, και βρίσκει να πη αυτά τα λόγια για την ένωσή του με την ύψιστη πραγματικότητα: “Ciò ch’ iodicoėunsemplicelume”. (( Σημ. τ. μετ.: Είναι πάντα ‘απίστευτο’, το ότι αγνοεί σχεδόν (;) ολόκληρη η Δύση, ακόμα κι η πιο καλλιεργημένη και ευαισθητοποιημένη, την ελληνική μεσαιωνική παράδοση… Είναι πικρή η καταστροφή, γιατί γι’ αυτήν την ‘παράδοση’ αξίζει να δώση κανείς και την ζωή του… «Τί ωφεληθή άνθρωπος αν κερδίση όλον τον κόσμο, και χάση την εαυτού ψυχή»… )) .
Όπως κι η διαλεκτική οδός τού Πλάτωνα, έτσι ξεκινά με ‘λύτρωση’ και μεταστροφή, απελευθέρωση απ’ τα δεσμά τού αισθητού κόσμου και στροφή τής ψυχής προς τον Θεό και η μυστική οδός. Και προέρχεται κι εδώ, από ιστορικής πλευράς, όχι βέβαια η (ίδια η…) κίνηση (προς…), αλλά το πνευματικό σύστημα, στο οποίο και γίνεται αντιληπτή, απ’ τον Πλάτωνα. Έθεσαν δε και οι νεοπλατωνικοί, που βλέπουν ως προέλευση απ’ τη θεότητα (πρόοδος) και άνοδο προς αυτήν τη μοίρα τής ψυχής, την επιστροφή ανάμεσα στις δυό αυτές κινήσεις. Τις συνένωσε μάλιστα με την κλήση τής νέας διδασκαλίας «αλλάξτε τον νου σας» (μετανοείτε…) και με κείνην την επιστροφή, με την οποίαν και μεταστρέφονται προς τον αληθινό Θεό οι εθνικοί στην Καινή Διαθήκη, θεμελιώνοντάς την στέρεα ως conversio (μεταβολή…) στη δυτική ύπαρξη και σκέψη ο Αυγουστίνος. Είναι όμως γενικόαυτό το βίωμα, και δεν υπάρχει μυστική ζωή, που να μην ξεκινά μ’ αυτήν τη ριζική μεταστροφή. Που βιώνεται μάλιστα ως μια ξαφνική συχνά πράξη: «Όπως φωτίζει μια αστραπή στο σκοτάδι τής νύχτας, έτσι συμβαίνει και να στραφή, με τη χάρη τού Βούδα, προς το Καλό η σκέψη τού ανθρώπου στο νου (Nu)».
Συνοδεύουν βέβαια κόποι την πλατωνική οδό. Το ίδιο και την οδό τών μυστικών, είτε υποβάλλοντας σε στερήσεις το σώμα, είτε καταπολεμώντας το εσωτερικό τους Εγώ, είτε υποφέροντας απ’ το ‘κατρακύλημά’ τους μακριά απ’ τον Θεό. Τα βάσανα, που προσάπτει στο φτωχό του π.χ. κορμί ο HeinrichSeuse, ταιριάζουν με τους μεγαλύτερους τρόμους τής θεϊκής ζωγραφικής. Όμως είναι πιο δυνατά τα βάσανα της ψυχής, και περιγράφει με παρόμοια λόγια, όπως και ο Σιλέσιος JakobBὅhme, τον πόλεμο με τα πάθη, που είναι και το μέσο (αυτός ο πόλεμος…) για τον φωτισμό, ο Πέρσης AlGhazzali. Διδάσκεται δε εδώ και αιώνες ως μια τεχνική στα βιβλία και ασκείται σχεδόν ‘σχολικά’ η γιόγκα στην Ινδία. – Το πιο δυνατό βάσανο είναι, όταν μας ‘αγγίζη’ σιωπηλά: MonDieu, mequitterez-vous? (Με εγκατέλειψες, Θεέ μου;…) γράφει ο Pascal, όταν αρχίζη να ελαττώνεται ο φωτισμός ‘του’. Είναι δε πάθη τού μυστικού βιώματος η exiliumcordis (ασθενής καρδιά…), η σκοτεινή νύχτα τής ψυχής, και η πνευματική ξηρασία. Κι αν διακρίνη εδώ τα πάθη τής οδού και τα πάθη (όταν φτάσης…) στον σκοπό η μυστική ‘μεθοδολογία’, δεν φαίνεται να είναι ωστόσο ουσιαστικό αυτό, καθώς δεν έχει τέλος η οδός, και υπάρχει πάντοτε κι άλλη οδός, και καινούργιος κόπος πέρα απ’ τον σκοπό (( Σημ. τ. μετ.: Πραγματικά ατελεύτητα τα ‘βάσανα’, χωρίς το Φως το Αληθινό τού Κυρίου… )) .
Και φτάνει, μετά από πολλούς κόπους στην ‘οδό’, «ξαφνικά» στον ποθούμενο σκοπό η ψυχή, όπως λέει ο Πλάτων. Όμως επιστρέφει πολλαπλά κι αυτή αργότερα η εμπειρία. «Τότε πρέπει να πιστέψης πως έχεις δη, όταν φωτίζεται ξαφνικά η ψυχή», λέει ο Πλωτίνος (V 3, 17). Η έκσταση (Ekstase) κι ο φωτισμός «έρχονται κατά κανόνα σαν ένα χτύπημα, γρήγορο και οξύ, πριν προλάβη να συμμαζέψη κανείς τις σκέψεις του», περιγράφει την εμπειρία της η αγία Τερέζα. Ενώ “EnDiostandorapido”, ανυμνεί ο Θωμάς τού Celanoτη δική του. Κατά τονSamcara, εμφανίζεται μ’ ένα ‘χτύπημα’ η αντίληψη του ίδιου του τού Brahman, όταν διακρίνη κι ακούη τη μεγάλη λέξη “Tattvamasi”, και είναι μόνο γι’ αυτόν που δεν του δωρήθηκε μια τέτοια εμπειρία η επαναλαμβανόμενη μελέτη τού κειμένου τών Βεδών ο σωστός δρόμος. Και γνωρίζει να μετατίθεται, εγκαταλείποντας όλα τα γήινα, σε κείνην την κατάσταση, όπου και τον ΄συναντά’ όπως μια αστραπή που τον φωτίζει η ύψιστη ποθούμενη αποκάλυψη ο σούφι. Το πόσο δε γενικά ανθρώπινα είναι όλα αυτά, μας το διδάσκει η περιγραφή ενός εκστατικού οράματος των ημερών μας: «Και βρέθηκα ξαφνικά, και χωρίς καμμιά ‘προειδοποίηση’, τυλιγμένος σ’ ένα πύρινο νέφος».
Σπανίζει η μυστικότητα, ο μυστικισμός, χωρίς την πρωτοκαθεδρία τής θεϊκής αγάπης. Δεν χρειάζεται παρά να σκεφτούμε πώς αρχίζουν οι «Εξομολογήσεις» τού Αυγουστίνου, ή τα τελευταία λόγια τού «Παραδείσου» τού Δάντη, ή να ακούσουμε την ερωτική γλώσσα π.χ. του Seuse, του Tauler, της Mechthild, για να συναντήσουμε στις πιο διαφορετικές μορφές πάντοτε την αγάπη. Eίναι δε μυστική και η διανοητική αγάπη τού πνεύματος προς τον Θεό στον Σπινόζα, που είναι ταυτόχρονα αγάπη τού Θεού προς τον άνθρωπο και αγάπη τού Θεού προς τον εαυτό του (( ! )) . Ενώ ταξιδεύει και πέρα απ’ τον δυτικό κόσμο, στους μεθυσμένους από έρωτα σούφι το βλέμμα μας, που ‘συγκαλύπτουν’ και αναγγέλλουν στη «μυστική διπλογραφή» τών ερωτικών τους ποιημάτων, και στις αλληγορίες (Allegorien) τού αηδονιού και του ρόδου, της πεταλούδας και του κεριού τον πόθο τής ψυχής τους για την ύψιστη πραγματικότητα. Κι έχει και η Ινδία τον μεθυσμένο από Bhakti, θεϊκή αγάπη, τραγουδιστή της, που ανυμνεί ως τον «εξαπατητή, τον κλέφτη, τον μεγάλο πλάνο» τον Θεό του. «Που ήρθε σαν ένας μάγος και διαπέρασε την καρδιά και την ζωή μου». Διαβάζουμε δε και στην Bhagavad-Gita, πως: «Αποκτάται με την αγάπη, που δεν αναζητά τίποτα άλλο, το ύψιστο πρωταρχικό πνεύμα»· και: «Με αναγνωρίζει με την αγάπη αληθινά, ποιος και πώς είμαι». (( Σημ. τ. μετ.: Στην πραγματικότητα, δεν έχει να κάνη ούτε με την αρχαία ελληνική φιλοσοφία όλος αυτός ο ‘μυστικισμός’, της οποίας οι αληθινές ‘ανακαλύψεις’ ‘διασώζονται’ και ‘χρησιμεύουν’ πλήρως στους μεγάλους Πατέρες τής Εκκλησίας μας… Πολύ σχετικό υλικό μπορεί να βρη κανείς σε πολλές άλλες απ’ τις αναρτήσεις τού ιστολογίου μας… )) .
Δεν είναι κατά τον Πλάτωνα «ουσία το ίδιο, αλλά επέκεινα ακόμα κι απ’ την ουσία» το ύψιστο αγαθό, προς το οποίο και ανα-φέρει αυτόν που αναζητά ο Έρως.. Χαρακτηρίζει δε κι αυτή η παράδοξη ονομασία τού αρρήτου τον κάθε μυστικισμό. Δεν μπορούν να ‘απαλλάξουν’ (ωστόσο…) επαρκώς από κάθε ακριβή ορισμό το ύψιστο Ένα οι νεοπλατωνικοί, επαναδιατυπώνοντας άλλοτε το πλατωνικό «επέκεινα», και ‘συσσωρεύοντας’ άλλοτε ‘με μιαν πνοή’ τις αντίθετες εκφράσεις στο Ένα. «Δεν είναι τίποτα αυτό απ’ το όν και (είναι ταυτόχρονα…) όλα, τίποτα, επειδή είναι μεταγενέστερο το όν, και όλα, επειδή είναι όλα απ’ αυτό». Και επαναλαμβάνεται σε πάρα πολλές φράσεις τού Πλωτίνου αυτή η πρόταση (VI 7, 32).Κατέστησε δε ακριβώς θεωρητικό (το ‘ανύψωσε’στη θεωρία…) το Ένα, προσπαθώντας να «εκφράση το πολυώνυμο της μη καλούμενης και μη ονομαζόμενης θεότητας» ο χριστιανός νεοπλατωνικός Διονύσιος Αρεοπαγίτης: «Πρέπει να θέτουμε και να καταφάσκουμε κάθε Είναι στη θεότητα – γιατί είναι η αιτία όλων – και να αρνούμαστε ακόμα ‘περισσότερο’ κάθε Είναι, γιατί είναι και πέρα απ’ όλα. Και δεν επιτρέπεται να πιστέψουμε, πως αντιτίθενται στις καταφάσεις οι αρνήσεις, αλλ’ ότι είναι πέρα μάλλον κι απ’ τις αρνήσεις , πέρα από κάθε πρόσθεση και αφαίρεση η ίδια η θεότητα». Και ‘ηχεί’ κατόπιν περαιτέρω στο «Αυτή είναι η φύση του, ότι είναι δίχως φύση» τούMeisterEckart,και στο «Deuspropterexcellantiamnonimmeritonihilvocatur» του ScotusErigena, και στη «Μη ύπαρξη» του Seuse, και στο «Είναι ένα καθαρό Τίποτα ο Θεός» τού AngelusSilesius, - καθώς και στις ονομασίες τού Απεριόριστου στην Kabbalah αυτή η αποφατική θεολογία.Βρίσκουμε όμως και έξω απ’ αυτήν τη σειρά μετάδοσης, ένα εκπληκτικά παρόμοιο και εντελώς ταυτόχρονα αυτόνομο ‘προϊόν’ στους Ινδούς, όπου και υπάρχουν οι ίδιες παράδοξες αντιθέσεις στις Ουπανισάδες: «Κινείται και δεν κινείται, είναι μακριά και κοντά, είναι μέσα και έξω απ’ όλα τα πράγματα το Ένα». Υπάρχει (μάλιστα…) το ίδιο εκεί πλήθος ‘αρνήσεων’: «Δεν είναι ούτε τραχύ ούτε και λεπτό, ούτε βραχύ ούτε μακρύ, και είναι χωρίς γεύση και οσμή, χωρίς μάτια και χωρίς αυτιά, χωρίς λόγο (ομιλία…) και χωρίς λογική, χωρις ζωτική δύναμη και χωρίς αναπνοή, χωρίς στόμα και χωρίς μέτρο, χωρίς εσωτερικό και χωρίς εξωτερικό το άφθαρτο και αιώνιο.Kι ούτε ‘καταναλώνει’ τίποτα, ούτε και ‘καταναλώνεται’ από οτιδήποτε». Πρόκειται δε για κείνο το «Δεν, δεν» τελικά, που χαρακτηρίζει για κάποιους απ’ τους παλιούς Ινδούς σοφούς, πιο αληθινά από κάθε τι τη φύση ή την ουσία τού Brahman.
Μοιάζει πάρα πολύ με τη δομή τής πλατωνικής θέας τού κόσμου η δομή τής μυστικής συνείδησης, και της μυστικής προπάντων σκέψης. Και συνεισέφερε εξίσου η ιστορική επίδραση του Πλάτωνα με τις κοινές εκείνεςτάσεις που αναπτύσσονται βασισμένες στον πρωταρχικό πόθο τής ανθρώπινης ψυχής σε πολλά μυστικά κινήματα. Έφτασε όμως τώρα η στιγμή και να πούμε, πως δεν είναι παρ’ όλ’ αυτά (( ! )) ένας ‘μυστικός’ ο Πλάτων, αλλά και να δείξουμε, σε τί (ακριβώς…) διακρίνεται από κάθε γνήσιο και πραγματικό μυστικισμό.
Δεν τίθεται πριν απ’ τον κόσμο, και δεν εξαλείφει το Είναι το Ύψιστο του Πλάτωνα, αλλά ίσταται στη ‘σειρά΄ τρόπον τινά τού Όντος, και μόνον τόσο ψηλά πάνω από κάθε τι άλλο, ώστε να μπορή να το ονομάζη ‘επέκεινα’ του Είναι η παράδοξη εκείνη γλώσσα, αλλά και επέκεινα ακριβώς τού Είναι. Και δεν φτάνει μέσα από μια μοναχική ‘καταβύθιση’, ένα βίαιο άλμα, μιαν αποδοχή τού σκότους, αλλά με τον δρόμο με τον οποίον εξασφαλίζεται ηγνώση τού Είναι κανείς σ’ αυτό. Δεν μπορείς δε να πλησιάσης χωρίς τη διδασκαλία τών αριθμών, τη γεωμετρία, την αστρονομία και τη θεωρία τής μουσικής, και χωρίς αυστηρή φιλοσοφική διαλεκτική εκείνον τον στόχο, έστω κι αν δεν επαρκή πλέον, εν σχέσει προς τον στόχο, ο (κάθε…) λόγος. Ενώ παραμένει απ’ την άλλη μεριά εκεί όπου ‘αναγνωρίζεται’ με τη μεγαλύτερη δύναμη, στις ‘θεολογικές’ περιοχές η ίδια η μυστικότητα, έχοντας εκτός αυτού πάντοτε τη συνείδηση, ότι δεν μπορεί να ανευρεθή μέσω τήςratio(η λογική, όχι όμως και ο λόγος τής ψυχής…), αλλά ανεβαίνοντας «στον βυθό δίχως βυθό» το αντικείμενό της. Αποστρεφόμενη ωστόσο ακόμα πιο εμφανώς τις περισσότερες φορές τη γνώση. Χρησιμοποιεί βέβαια πλατωνικά ‘μπαλώματα’ για το εξιστορούμενο φόρεμα, με το οποίο και ‘περικαλύπτει’ τις εκστάσεις της (Ekstasen), η (λεγόμενη…) «Γνώση» (Gnosis) τών ερμητικών γραφών. Ας μη γελαστούμε όμως! Γιατί φανερώνει η ίδια η απαίτηση «να καταστώ όμοιος προς τον Θεό», «να γίνω αιωνιότητα» (αιών γενού), «να θεωρήσω αθάνατο τον εαυτό μου και ικανό να τα γνωρίσω όλα, κάθε τέχνη, κάθε επιστήμη, και κάθε είδους ζωντανή ύπαρξη, και να είμαι παντού τα πάντα, να τα γνωρίζω όλα ταυτόχρονα, χρόνους, τόπους, πράγματα, ποιότητες και ποσότητες», φανερώνουν λοιπόν πως έχει παρεμβληθή ένα εντελώς καινούργιο εδώ πνεύμα όλα αυτά τα εξημμένα λόγια. Καθίσταται δε ιδιαιτέρως σαφές, αντιστρέφοντας τρόπον τινά το πρόσημο, αυτό, χωρίς και ν’ αλλάξη βασικά κάτι, εμφανιζομένης τήςσιωπής κάθε γνώσης στη θέση τής παντογνωσίας. Έχουμε λοιπόν μια σαφή, αλλά όχι και μοναδική φωνή στην περίπτωση του Φίλωνα: εμφανίζεται, λέει, όταν έχη ‘δύσει’ κατ’ αρχάς η ανθρώπινη λογική το θεϊκό φως στον άνθρωπο, και γεννά το γύρω του σκοτάδι κατ’ αρχάς την έκσταση και τη θεοφορούμενη ‘τρέλλα’ (μανία ή παραφροσύνη…). Τίποτα δεν βρίσκεται όμως απ’ ό,τι μια τέτοια εκστατική πλησμονή μακρύτερα απ’ τον Πλάτωνα, η οποία χρησιμοποιεί τόσο ‘ευχάριστα’πλατωνικές διατυπώσεις, αντιβαίνοντας ταυτόχρονα στην πιο υψηλή δύναμη του ανθρώπου. Κι ένα βήμα παραπέρα: φτάνοντας έτσι στον μαγικό καταναγκασμό η ‘μυστική’ ζωή (( ! )) . Έτσι επενεργούν οι ‘ασκήσεις’ (ταλαιπωρίες!...) τών χριστιανών μυστικών, έτσι βέβαια και ο άγριος χορός τώνΔερβισών και η αέναη επανάληψη του ονόματος του Αλλάχ στο Ισλάμ, η ρύθμιση της αναπνοής στους Ινδούς, το μόνιμο κοίταγμα στη ρίζα τής μύτης, η μαγεία τής συλλαβής Om.Διακρίνεται ως ένας άλλος κόσμος από τέτοια έθιμα η αυστηρή επιστημονική στάση και εκπαίδευση της σκέψης τού Πλάτωνα. Κι όχι μόνον αυτό, αλλά πρέπει να θεωρείται, καθώς έμεινε μακριά από κάθε μαγεία, ως ένας ορθολογιστής απ’ την πλευρά τής ‘μυστικότητας’. Δεν συντελέσθηκε στην πραγματικότητα κανένας διαχωρισμός σε αίσθημα και σκέψη, σε καρδιά και πνεύμα σ’ αυτόν, που μόνον αυτό δικαιολογεί τον κάθε μυστικισμό. Δεν κατέστησε δηλ. κανένας Θεός ανοησία τη σοφία αυτού τού κόσμου γι’ αυτόν. Και δεν θα αντιλαμβανόταν καθόλου την αντίφαση, που αντηχεί τόσο ‘πεισματικά’ στην κραυγή τού Pascal:«Ο Θεός τού Αβραάμ, ο Θεός τού Ισαάκ, ο Θεός τού Ιακώβ, κι όχι τών φιλοσόφων και των σοφών!» (( Σημ. τ. μετ.: Ας θυμηθούμε – «Είμαστε κι εμείς φιλόσοφοι», λέει ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος… )) . Οδηγούν η θεϊκή μανία και τα μαθηματικά στον δρόμο προς τα επάνω, και φτάνει με τη γεωμετρία (Geometrie) στον Θεό ο άνθρωπος στον Πλάτωνα. Τόσο ενωμένος είναι στην τόσο εκτεταμένη του διάσταση ο κόσμος.
( συνεχίζεται )
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου