Παρασκευή 11 Σεπτεμβρίου 2015

PAUL FRIEDLȀNDER ΠΛΑΤΩΝ (18)

Συνέχεια από 25 Αυγούστου 2015
                
  PAUL   FRIEDLȀNDER
                                                       Π Λ Α Τ Ω Ν

        ( 1ος τόμος:  Η αλήθεια της ύπαρξης και η πραγματικότητα της ζωής )
                      ( Τρίτη, αναθεωρημένη και συμπληρωμένη έκδοση -
                                Walterde Gruyteru. Co, Berlin 1964 )

                   KΕΦΑΛΑΙΟ VI  /  Ο ΣΩΚΡΑΤΗΣ ΣΤΟΝ ΠΛΑΤΩΝΑ  (συνέχεια)
    
   Τί αντιπροσωπεύει ο πλατωνικός Σωκράτης; Θέτει τα ερωτήματα για το αν είναι «διδακτή η αρετή», για τη φύση τών «αρετών», για τη φύση άλλων δυνάμεων τής ζωής, όπως η φιλία και η γνώση. Και οικοδομεί την ιδανική Πόλη. Απ’ το στόμα του ακούγεται ο ύμνος τού Έρωτα, ακούγονται οι μύθοι τής αθανασίας, της κρίσεως των νεκρών, της ανόδου τής ψυχής στον αόρατο τόπο. Αντιπροσωπεύει τελικά αυτό που φανερώνουν οι Ιδέες, και την άνοδο μέσα απ’ το βασίλειό τους στο Άρρητο (Arrheton). Δεν αντιπροσωπεύει όμως κατά κανέναν τρόπο όλα όσα μεταδίδει στους αναγνώστες του ο Πλάτων. Δεν υπάρχει βέβαια τίποτα που να θέλη να το υπερασπιστή τρόπον τινά απέναντι στον Σωκράτη, ή κάπου όπου να αγωνίζεται κρυμμένα ενάντια στον Σωκράτη ο Πλάτων, γιατί θα ήταν κάτι τέτοιο σαν να πολεμούσε ενάντια στον Σωκράτη μέσα του, ενάντια στον εαυτό του. Θέτει όμως τη φυσικο-επιστημονική κοσμοθεωρία του στο στόμα τού πυθαγόρειου Τίμαιου, ως αστρονόμου και ως ερευνητή τής φύσεως του Παντός, και στο στόμα τού Κριτία, αρχαιότατου ευγενούς τής Αττικής, την ‘παραμυθένια΄ιστορία τού αγώνα τών κατοίκων τής Ατλαντίδας ενάντια στην πρώτη-πρώτη Αθήνα. Και «φιλοξενείται (απλώς…) εκεί με λόγους (μιλώντας…)» ο Σωκράτης. Ο οποίος και αρκείται να είναι επίσης ακροατής στο δεύτερο μέρος τού «Παρμενίδη» και στους διαλόγους τού «Σοφιστή» και του «Πολιτικού», όπου και δίνει μόνον την αφορμή για τις διαλεκτικές ασκήσεις, χωρίς να τις καθοδηγή. Ενώ δεν ‘ακροάται’ καν πια το μεγάλο πλήθος νομοθετημάτων στους «Νόμους».
         Είχε σίγουρα ύψιστη σημασία η φυσική επιστήμη τού «Τίμαιου» για τον Πλάτωνα, όπως το προσδιόρισε εξάλλου η πλατωνική προπάντων εικόνα μέσα στους αιώνες. Χρειάστηκε πολύς χρόνος έρευνας, συλλογισμού και σύνθεσης, για να ετοιμαστή αυτό το οικοδόμημα. Και αποτελούν σίγουρα προ-βαθμίδες προς τις ύψιστες βαθμίδες οι διαλεκτικές, καθοριστικές για τον σοφιστή και τον πολιτικό ασκήσεις, απ’ όπου και συνάγονται οι παραδοξότητες (Paradoxien) του Ενός και των Πολλών-Άλλων, καθώς συνιστούν ο διαχωρισμός και η συνένωση (ακριβώς…) τον διαλεκτικό. Περιλαμβάνει δε σίγουρα την εργασία πολλών χρόνων το έργο τής νομοθεσίας (οι «Νόμοι»…), με τις αρχές του να ανάγονται στις προσπάθειες εφαρμογής πρακτικής πολιτικής στη Σικελία, ενώ μπορούμε και να διαβλέψουμε ποια βάθη τής ύπαρξής του το τροφοδοτούν, αναλογιζόμενοι το επιστολικό εκείνο σημείο, όπου και εκφράζει την πρώιμή του γνώση για τη σύγχρονή του κατάσταση των πόλεων: «ότι διαθέτουν όλες ανεξαιρέτως κακά πολιτεύματα, κι είναι σχεδόν αθεράπευτη η νομοθετική τους υπόσταση, αν δεν συμπέσουν η θαυμαστή επίδραση ενός ανθρώπου με την κατάλληλη συγκυρία» (VII 326 A).
        Aς το δούμε όμως κι απ’ την άλλη πλευρά! Αναγνωρίζει σαφώς τα εξής ο επισκέπτης τής Αθήνας στους «Νόμους»: η πόλη, όπου κυριαρχεί το μέγιστο της κοινότητας αγαθών, γυναικών και παιδιών, έχει την πρωτοκαθεδρία, έστω κι αν είναι κατάλληλη μόνο για θεούς ή υιούς θεών, ενώ το πολίτευμα που τώρα διαθέτουν βρίσκεται πολύ κοντά μόνο στην αθανασία, κατέχοντας, αυτό βέβαια και μόνο, τη δεύτερη θέση (739 C κ.ε.). Δεν εγκαταλείπεται λοιπόν, όπως θα μπορούσε να φανή, η προηγούμενη δομή τής πόλης, αλλά πρέπει «να διατηρηθή» μάλλον «αναπόφευκτα ως πρότυπο στη ματιά μας». Και μπορούμε έτσι δικαίως να πιστέψουμε, ότι δεν εκτοπίζεται ο Σωκράτης απ’ το κέντρο τής πλατωνικής θεώρησης, κυριαρχώντας μάλλον με αμετάβλητη ισχύ εκεί, κι ότι απομακρύνεται η πόλη τών «Νόμων», παρ’ όλον τον κόπο που καταβλήθηκε, πάρα πολύ από εκείνο το κέντρο, για να μπορέση να εμφανιστή μ’ αυτήν την ‘υψηλή’ της ονομασία. 
           ‘Προγυμνάζει’ σαφώς προς τις  ύψιστες φιλοσοφικές ‘ασκήσεις’ η διαλεκτική που εξασκείται στον «Παρμενίδη», τον «Σοφιστή» και τον «Πολιτικό», αλλά απλώς προγυμνάζει. Και δεν καθίσταται λιγότερο, ας πούμε, σημαντικός (σ’ αυτούς τούς διαλόγους…) ο Σωκράτης. Υφίσταται απαρασάλευτα ως «φιλόσοφος», που ‘εγγυάται’ το αληθινό Είναι, το οποίο και άλλοτε συλλαμβάνουν απρόβλεπτα, κι άλλοτε το χάνουν μέσα απ' τ’ χέρια τους, όπως σ’ ένα παιχνίδι με δεμένα τα μάτια, εκείνες οι αναζητήσεις. Πρέπει να συμβολίζουν έτσι εκείνοι οι όψιμοι διάλογοι το γεγονός, ότι δεν διαθέτουν ούτε κι εκείνες οι ύψιστα σημαντικές αναλύσεις μιαν τελική, δική τους αξία, αλλά ‘υπηρετούν’ μιαν ακόμα υψηλότερη. Και υφίσταται στο σωκρατικό κέντρο στον Πλάτωνα εξίσου ο Ελεάτης, όπως κι ο πυθαγόρειος φυσικός ερευνητής. Γιατί εργάστηκε μεν επίπονα για κάποια χρόνια στο να οικοδομήση τη φυσικο-επιστημονική κοσμοθεωρία με την έννοια του παλαιού «Φυσιολόγου» ο Πλάτων, που τα αποτελέσματά της δεν μπόρεσαν να φτάσουν όμως ποτέ τη βεβαιότητα της διαλεκτικής, αλλά έπρεπε να μείνουν «πιθανοί (απλώς…) λόγοι», τους οποίους και δεν επιτρέπεται ακριβώς γι’ αυτό να αντιπροσωπεύση ο σοφός τής διαλεκτικής οδού, δηλ. ο Σωκράτης. Ο οποίος έπρεπε όμως να τις ακούση, γιατί η φυσική έρευνα συναντά μόνο σ’ αυτό το νόημά της για τον Πλάτωνα, σκοπεύοντας δηλ. στην έρευνα των Ιδεών, αφού πραγματοποιεί και μόνο, ή για να το πούμε πλατωνικά και παράδοξα: απο-πραγματοποιεί το Είδος (Eidos) στον χώρο η φύση.  Xρειάζεται ν’ αναπτύξουμε λοιπόν (καν…) το πολιτικό μυθιστόρημα του «Κριτία», για ν’ αντιληφθούμε ότι δεν μπορεί να προέρχεται απ’ το στόμα τού Σωκράτη; Γιατί βρισκόταν τόσο πολύ έξω απ’ την πλατωνική ‘σφαίρα’, ώστε να μη μπορούν καν να το ‘συγκρατήσουν’ και να το ‘τελειοποιήσουν’ οι κεντρικές της δυνάμεις.
            Καθίσταται λοιπόν ακριβώς σε κείνους τούς διαλόγους, όπου ‘υποχωρεί’ ή και ‘εξαφανίζεται’ εντελώς ο Σωκράτης, σαφέστερο, για ποιο πράγμα εγγυάται και για ποιο όχι ο Πλάτων. Θα ήταν προφανώς λάθος να πούμε, πως εξασθενίζει σταδιακά η μορφή τού δασκάλου του στον ηλικιωμένο Πλάτωνα.  Σ’ αυτό θα αντέφασκε άλλωστε η μεγάλη σημασία τού Σωκράτη στον «Φίληβο», αποσιωπώντας μάλιστα τον «Φαίδρο», που τον παρουσιάζει στην πιο ζωντανή του ‘φρεσκάδα’. Και το ότι δεν παρίσταται από απλή μόνο ‘συνήθεια’ και μ’ έναν αδιάφορο ας πούμε ρόλο στον «Σοφιστή» και στον «Πολιτικό» και στο δεύτερο μέρος τού «Παρμενίδη», αυτό γίνεται σαφές, μόλις τον σκεφθούμε να ‘απουσιάζη’: αλλάζουν όλα το νόημά τους, και χάνουν την ‘κρυφή’ τους σημασία, αν δεν είναι εκεί να τα ακούη. Εξίσου ελάχιστα μπορεί όμως να εκφέρη και μιαν οποιαδήποτε ιστορική κρίση για το πρόσωπο του δασκάλου του, με τον τρόπο που το ‘χρησιμοποιεί’ στα δράματά του ο Πλάτων. Γιατί ποια ιστορικότητα μπορεί να υπάρχη, όταν λέη π.χ., κοντά στις αποδείξεις περί αθανασίας στον «Φαίδωνα», στον λόγο περί Έρωτος στο «Συμπόσιο», τη δομή τής πόλης και τη θέα τών Ιδεών στην «Πολιτεία», κουνώντας μάλιστα το κεφάλι του (όπως περιγράφουν γι’ αυτόν τα βαθειά αληθινά ανέκδοτα), αμέσως μετά την παρουσίαση του διαλόγου «Λύσις» ο ιστορικός Σωκράτης: «Πόσα πολλά εφευρίσκει, μα τον Ηρακλή, ο νεαρός αυτός άνδρας για μένα!». Και δεν σκηνοθετεί βέβαια όπως ο Κικέρων τούς διαλόγους του ο Πλάτων, ο οποίος και αμφιβάλλει μέχρι το τέλος σε ποιο στόμα πρέπει να θέση τούς ρόλους τής “Academica” ή τού διαλόγου “De res publica”, αλλά αποφασίζει προφανώς μια βαθειά αναγκαιότητα εδώ για το τί θα πη και τί θα ‘ακούση’ ο Σωκράτης. Πρέπει να ανιχνευθή λοιπόν αυτή η αναγκαιότητα και να εξετασθή μέσα απ’ το ερώτημα, πώς συνδέεται η πλατωνική (ας την πούμε) έκφραση «Σωκράτης» με την ιστορική πραγματικότητα του ανδρός.
        Ο Σωκράτης που μιλά στους πλατωνικούς διαλόγους, φέρει τα εξωτερικά χαρακτηριστικά τού πραγματικού Σωκράτη, τα κάπως γουρλωμένα μάτια και την πλατειά μύτη, το ότι περπατά ξυπόλητος ρωτώντας και εξετάζοντας ακούραστα τους πάντες, τη νωχελική και άνετη κοινωνική του ύπαρξη και παρουσία, καθώς και το βύθισμά του σε ανενόχλητους συλλογισμούς, το κρανίο ενός πότη, το ότι είναι σκληρός με τον εαυτό του και ότι διαθέτει μιαν ιδιαίτερη ανδρεία.  Και το πόσο ακριβώς περιγράφει την εξωτερική μορφή, τις κινήσεις αλλά και τις ‘πράξεις’ τού πραγματικού Σωκράτη ο Πλάτων, μπορούμε να το επιβεβαιώσουμε ΄παρακολουθώντας’ (νοερά…) τη συνομιλία τού χάλκινου Σωκράτη με τον χάλκινο Λύση στη γλυπτοθήκη τού Μονάχου. Μόνον που πρέπει να παρατηρήσουμε, ότι όσο μεγάλη είναι αυτή η ομοιότητα, τόσο μεγάλη είναι και η διαφορά, μόλις εισέλθουμε στο ‘εσωτερικό’ τού ανθρώπου και κοιτάξουμε την περιοχή όπου και δίνονται οι φιλοσοφικοί αγώνες. Κι αν γίνεται όλο και μεγαλύτερη με τα χρόνια αυτή η απόσταση, δεν σημαίνει ωστόσο ότι υπάρχουν κάποιοι «σωκρατικοί» εξαρχής διάλογοι, που θα μπορούσαν (ίσως…) να διαχωρισθούν από κάποιους άλλους, καθαρά «πλατωνικούς» τής μεταγενέστερης εποχής. Υπάρχει απλώς μια μεγαλύτερη ή μικρότερη και μόνον απόσταση. Γιατί συγκλίνουν ήδη ο «Πρωταγόρας» κι ο «Λάχης» κι ο «Χαρμίδης» σ’ έναν όχι απλώς υποτιθέμενο αλλά και εκφρασμένον σκοπό, τον πλατωνικό ακριβώς σκοπό, μ’ έναν τρόπο που ήταν (μάλλον…) ξένος για τον γυιό τού Σωφρονίσκου. Και παρ’ όλ’ αυτά ‘αναπτύσσεται’ ο πλατωνικός απ’ τον ιστορικό Σωκράτη. Τη δε πορεία αυτής τής ανάπτυξης τη γνωρίζουμε, παρατηρώντας τον Σωκράτη των πιο ώριμων απ’ τους πλατωνικούς διαλόγους. Η διδασκαλία για την τάξη στην κάθε ξεχωριστή ψυχή καθώς και στο μεγάλο οικοδόμημα τής πόλης: έτσι διαμορφώνει στοχαστικά αυτό που είδε στον Σωκράτη ο Πλάτων, και που μόνον αυτός μπορούσε να δη, και μια ομόκεντρη προέκταση στο πολίτευμα, στο οποίο και αναφέρονταν όλες οι σκέψεις και τα ερωτήματα του ιστορικού Σωκράτη. Kαι μετά η πλατωνική «θεωρία τού έρωτα»: πρόκειται για τη συνειδητοποίηση και την έκφραση με λόγια αυτού που ζούσε ο Σωκράτης, και το οποίο γνώρισε και βίωσε σ’ αυτόν και μαζί του ο Πλάτων. Και η πλατωνική «διδασκαλία τών Ιδεών»: είναι η απάντηση στο ερώτημα του Σωκράτη, η απάντηση ό έστι στο ερώτημα τί έστι, η θέα τής πραγματικά υπάρχουσας δικαιοσύνης στο ερώτημα, τί είναι πράγματι η δικαιοσύνη   (( Σημ. τ. μετ.: Η δικαιοσύνη υπάρχει μέσα στη Δημιουργία και οράται στον νοητό της κόσμο· αυτό είναι μια θεμελιακή ‘ανακάλυψη’ της ελληνικής φιλοσοφίας και του ‘αρχαίου’ ανθρώπου, που φωτίζει τον νου και τις ψυχές· μπορεί στον ‘ιστορικό΄κόσμο η δικαιοσύνη να είναι δυσεύρετη ή και να παραβιάζεται κατάφωρα απ’ τα πάθη τών ανθρώπων, υπάρχει όμως στη Δημιουργία και ‘τέρπει’ τις ψυχές· μέχρις εκεί μπορούσε να φτάση ο ‘αρχαίος’ άνθρωπος, και έφτασε· ενώ μάς διδάσκει ‘αργότερα’ ο ίδιος ο Θεός: «Δικαιοσύνην μάθετε οι κατοικούντες επί τής γης»… )) . Και δεν πρόκειται για μιαν απάντηση που δίνει ο Πλάτων, αφού απλώς έθεσε το ερώτημα ο Σωκράτης. Γιατί το ερώτημα – που θέτει με όλην του την ύπαρξη ο Σωκράτης, ζητώντας να φανερωθή καθαρά το ‘πράγμα’, και στρέφοντας ταυτόχρονα και τον μαθητή του προς τα εκεί - , το ερώτημα αυτό περιέχει με μιαν εντελώς συγκεκριμένην έννοια και την απάντηση στον εαυτό του. Κι ακόμα περισσότερο, ήταν ο ίδιος ο Σωκράτης που ρωτά η απάντηση με την ύπαρξή του, απάντηση που έδωσε ως φιλόσοφος, αλλά ποτέ ως ένα παγιωμένο ‘δόγμα’ (Dogma) ο Πλάτων. Αυτό που ήταν ο ιστορικός Σωκράτης, το εκφράζει ο πλατωνικός, διαφυλάσσοντας και επιβεβαιώνοντας την εξής ‘άποψη’: «Ισχύει κάθε απάντηση ως απάντηση και μόνον, εφ’ όσον ριζώνει στην ερώτηση» (Heidegger)   (( Σημ. τ. μετ.: Εδώ έχουν προφανώς ‘όλα’ μεταφερθή στην πλευρά τού ανθρώπου και μόνον… )) .
              Είτε μιλά ο Σωκράτης τού Πλάτωνα, είτε απλώς ακούει, είτε και απουσιάζει εντελώς, πρόκειται για συμβολικές βαθμίδες στη σύνολη πλατωνική ΄περιοχή’. Mόνο τις κεντρικές ‘περιοχές’ σκέψης τού Πλάτωνα μπορεί και πρέπει να εκπροσωπή ο Σωκράτης στους Διαλόγους, τις ‘περιοχές’ εκείνες που εξηγούν και ερμηνεύουν τη μορφή του. Η απάντηση αναπτύσσεται απ’ το ερώτημα, που διαφυλάσσεται (και μέσα…) στην απάντηση, και η ποιητικο-φιλοσοφική μορφή απ’ τον άνθρωπο που ζωντανά φιλοσοφεί, με μιαν αναγκαιότητα μάλιστα την οποία δεν συνειδητοποιούσε σίγουρα με την ορθολογικο-ιστορική σαφήνεια ο Πλάτων, με την οποίαν αντιλαμβανόμαστε εμείς οι άνθρωποι μιας ‘ιστορικής’ εποχής ένα τέτοιο φαινόμενο, το οποίο όμως και το εξέφρασε σαφώς και συγκεκαλυμμένα ταυτόχρονα, όπως το συνήθιζε άλλωστε στη μεγάλη του ηλικία, με τη συμβολική λέξη: «ο ξανανιωμένος Σωκράτης».

           ( συνεχίζεται, με το 7ο κεφάλαιο: «Ειρωνία» )

Δεν υπάρχουν σχόλια: