Τετάρτη 18 Μαρτίου 2015

Η ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΕΝΟΣ ΝΕΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ (16)--ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ

ΤΟ ΔΡΑΜΑ ΤΟΥ ΑΘΕΟΥ ΑΝΘΡΩΠΙΣΜΟΥ (16)

HENRI DE LUBAC

Η ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΕΝΟΣ ΝΕΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ

Εξ άλλου λοιπόν αυτή η φευγαλέα απελευθέρωση, ποιού θα ήταν απελευθέρωση; Της ανθρωπότητος; Αλλά για ένα δόγμα, μιαν Ιδεολογία που απορρίπτει ο,τιδήποτε υπάρχει πέραν τού χρόνου, κάθε μετοχή τού χρόνου στο αιώνιο, η ιδέα της ανθρωπότητος, είναι δυνατόν να είναι κάτι διαφορετικό από έναν μύθο; Για τον Μαρξ, ο άνθρωπος έχει έναν χαρακτήρα ουσιαστικώς ιστορικό, ο πραγματικός άνθρωπος δηλαδή «δεν είναι τίποτε άλλο από τον άνθρωπο ο οποίος είναι τοποθετημένος σε μια στιγμή της Ιστορίας» και τίποτε σ’ αυτόν δεν υπερπηδά ούτε υπερβαίνει αυτή την στιγμή. «Όλη η Ιστορία – δηλώνει – δεν είναι παρά μια συνεχής μεταμόρφωση της ανθρωπίνης φύσεως» (Η μιζέρια της φιλοσοφίας, σ. 204). «Όταν οι λαοί αλλάξουν από την κορυφή μέχρι κάτω τις βιομηχανικές και πολιτικές συνθήκες υπάρξεως, αλλάζουν ταυτοχρόνως και τον τρόπο υπάρξεώς τους». Δεν υπάρχει τίποτε άλλο, σχολιάζει ο Ένγκελς στο «Anti-Dühring», από την ακατάπαυστη πρόοδο του γίγνεσθαι και του εφήμερου! Τίποτε και σε κανένα μέρος δεν γίνεται το όλον, τίποτε δεν είναι καθολικό, η μαρξιστική διαλεκτική προχωρά μόνον πάνω από νεκρούς.
Πώς θα μπορούσε λοιπόν να πραγματοποιηθεί επιτέλους το ουσιώδες ενός όντος το οποίο δεν διαθέτει ουσία, που είναι μόνον ένα κοινό όνομα για να δείχνει την αλληλοδιαδοχή των γενεών και την πολλαπλότητα των ατόμων; Εξίσου δε με την ουσία του ανθρώπου, ούτε και το ανθρώπινο είδος υπάρχει. Τί είναι λοιπόν η ανθρώπινη αλληλεγγύη; Τί είναι λοιπόν τα ανθρώπινα μελλούμενα; Μπορούμε να πούμε ακόμη πως, εάν έλθει μια απελευθέρωση, θα είναι η απελευθέρωση της ανθρωπότητος; Το πολύ-πολύ να απελευθερωθούν ορισμένα άτομα. Και γιατί πρέπει άραγε να δεχθώ, πως μόνο και μόνο επειδή θα έλθουν μετά αυτά τα άτομα του μέλλοντος, θα είναι καλύτερα από τους άλλους; Δεν θα είναι ακριβώς σαν εμάς, «μέτριοι κάτοικοι αυτής της γωνίας του σύμπαντος που ονομάζεται Γη;» Και εγώ μπορώ σαν αυτούς, να θελήσω και να επιδιώξω την άνεση, αλλά γιατί να θυσιάσω γι’ αυτούς  τις σύγχρονες γενιές; «Είναι εύκολο να μισήσουμε το παρόν, εάν χωρίζοντάς το από το μέλλον, το υπολογίζουμε καθ’ αυτό, αλλά χωρίς τότε οι μεν από τις δε, όλες οι στιγμές του μέλλοντος, περιορισμένες κι αυτές στον εαυτό τους, χάνουν μ’ αυτόν τον τρόπο κάθε τους αξία» (S. de Beauvoir, «Ηθικός ιδεαλισμός και πολιτικός ρεαλισμός»).
Ή μήπως πρέπει να πιστέψουμε πως και αυτοί, όπως εμείς, θα πρέπει να θυσιασθούν για μια ανθρωπότητα που είναι μόνον μια καθαρή έννοια; Δεν υπάρχει ψυχραιμία που μπορεί να σταθεί μπροστά στο αδιανόητο και δεν μεταμορφώνεται η θυσία σε υπολογισμό όταν απαιτείται ένα αντικείμενο που αξίζει την θυσία κάποιου; Μια παρόμοια απαίτηση δεν προέρχεται από την ευαισθησία αλλά ούτε και από την εγωιστική φύση, προέρχεται από το πνεύμα. [Όπως βλέπουμε, η έννοια μάς αναγκάζει να επιστρέψουμε στις ανθρωποθυσίες της ειδωλολατρίας, των Αζτέκων, στην ΗΘΙΚΗ. Διότι η ηθική είναι ανθρωποθυσία, όπως και η σύγχρονη συνείδηση. Σκοτώνουμε τον εδώ άνθρωπο. Σήμερα όμως ο Κάιν, που κυριάρχησε και θεμελίωσε τον πολιτισμό που τρέχει, ηττάται από τον ίδιο του τον εαυτό, το ασυνείδητο. Διότι την σύγχρονη συνείδηση την γεννά το ασυνείδητο. Και τί είναι το ασυνείδητο; Η αυτοκρατορία του αίματος. Όπου αιτία της ζωής είναι οι γονείς και πρόοδος είναι η απελευθέρωση από τους γονείς, το παράδειγμά τους, το μοντέλο τους. Η ατομικότης. Η οποία σαν ελευθερία αρνείται ακριβώς να γίνει υπεύθυνη, να γίνει γεννήτωρ, δημιουργός, κατακερματίζοντας και διαλύοντας την Ουσία του ανθρώπου, που είναι η ενότης με το ένα που χρειαζόμαστε. Αρνούμενη να δει πως η ζωή δεν είναι ανθρώπινο δώρο].
Μπορούμε να ελπίσουμε λοιπόν ακόμη πως η απελευθέρωση αυτών των ανθρώπων τού μέλλοντος, υποθέτοντας πως είναι πραγματοποιήσιμη, γίνεται μια  πραγματικότης που αποκτάται σταθερά και για πάντα, από την στιγμή που θα πραγματοποιηθεί; ! Μπορούμε να αρνηθούμε την ιστορική αλήθεια; Και να δεχθούμε την ιστορική μεταμόρφωση τής ανθρωπότητος; Γνωρίζουμε δυστυχώς πως δεν είναι έτσι τα πράγματα. Μπορούμε να πιστέψουμε σε καινούργιους ουρανούς και σε μια καινούργια γη, αλλά πώς να πιστέψουμε σε μια Φύση ολοκληρωτικώς εξανθρωπισμένη; Εξανθρωπισμένη για πάντα πάνω στον πλανήτη μας; Συμφιλιωμένη με τον εαυτό της; Ακόμη και αν αυτό γίνει εφικτό, η ανθρωπότης δεν μπορεί να συμφιλιωθεί με την Φύση.
Μια μέρα, ίσως μακρυνή, αυτή η Φύση θα διαλύσει όλα μας τα όνειρα. Οι κοσμικές δυνάμεις θα καταστρέψουν το αδύναμο ανθρώπινο δέντρο. Έτσι πρέπει να θυσιαστούμε, και όχι μόνον και ούτε πάνω απ’ όλα όσον αφορά στα αγαθά μας και στα πλεονεκτήματά μας, αλλά και ως προς τη συνείδησή μας. Όχι για και σε κάτι που μας ξεπερνά, που μας υπερβαίνει, αλλά σε κάτι που μας είναι εξωτερικό, και το οποίο, ακριβώς όπως και εμείς, είναι μοιραίως εφήμερο… Εάν οι δύο κατ’ εξοχήν όροι του μαρξισμού, που στηρίζουν το οικοδόμημά του, η «αποξένωση» και η «εξαπάτηση», μπορούν να συναντηθούν κάπου, το μέρος αυτό βρίσκεται ακριβώς εδώ!
Αυτή η κριτική πάει πέρα από τον μαρξισμό. Ισχύει για όλες τις ιδεολογίες, οι οποίες  περιορίζουν την ύπαρξη στον Χρόνο. Σύμφωνα με τις  οποίες η προσπάθεια κάθε ανθρώπινης γενεάς δεν είναι χαμένη, καθότι η ανθρωπότης έχει μπροστά της τον άπειρο χρόνο. Και όμως είναι χαμένη, διότι ακόμη και αν υποθέσουμε πως υπάρχει μπροστά μας μια άπειρη ακολουθία ατόμων, επειδή ακριβώς αυτά τα άτομα βρίσκονται ουσιωδώς σε πτώση και δεν κάνουν τίποτε άλλο από το να εμφανίζονται για να χάνονται, έτσι και το ιδεώδες για το οποίο εργάζονται, και για το οποίο σε περίπτωση ανάγκης πρέπει να θυσιασθούν, δεν θα πραγματοποιηθεί για κανέναν. Δεν θα υπήρχε καμμία συνύπαρξη σε κανένα μέρος. Παντού και πάντοτε θα υπήρχαν μόνον όντα – εάν θα μπορούσαν να ονομασθούν όντα – τα οποία θα έπρεπε να υπάρχουν και να πράττουν για τους άλλους, και όταν αυτοί οι άλλοι θα εμφανίζονταν, θα τύχαιναν και αυτοί της ίδιας μοίρας. Και τοιουτοτρόπως μειώνονται όλα τα άτομα στο να είναι τελικώς απλά ‘μέσα’. Και κάτω από αυτές τις συνθήκες, το ιδεώδες θα κατέληγε ένα όνειρο που θα έκανε ο καθένας ατελείωτα και η μοίρα θα άρπαζε πάντοτε βίαια μακρυά και το όνειρο και τους ονειρευομένους.
Διότι δεν υπάρχει ανθρώπινη ζωή χωρίς συμμετοχή στην Αιώνιο Ζωή.
Το ίδιο πράγμα συμβαίνει και με την ηθική της Επάρκειας, στην οποία έχουμε αναφερθεί ήδη. Είναι εντελώς παράλογη εάν υπολογίσουμε τον σκοπό. Αντιθέτως ταιριάζει με τις αρνήσεις οι οποίες θεμελιώνουν πάρα πολλά δόγματα της εποχής μας. Διότι εάν αρνηθούμε τον υπερβατικό Θεό, τον δημιουργό, του οποίου είναι ζωντανή εικόνα ο άνθρωπος, πού θα βρεθεί η εικόνα της ανθρώπινης αξιοπρέπειας; Εκείνης της άπειρης τιμής, της απολύτου αξίας κάθε ψυχής, τα οποία συσχετίζονται με ένα απόλυτο αλήθειας και δικαιοσύνης, το οποίο μάς αποκάλυψε ο Χριστιανισμός;
Έτσι λοιπόν, ακόμη και οι μαθητές του Auguste Comte είχαν δει καθαρά αυτό το σημείο, τονίζοντας πως εάν καταργήσουμε την υπόθεση ενός Θεού δημιουργού και Κυρίου τού κόσμου, πού θα στηριχθεί τότε η έννοια ενός δικαιώματος, σε ποια πραγματικότητα, που θα επιτρέψει στο άτομο, ως απομονωμένη μονάδα, να τοποθετηθεί μπροστά στους άλλους που τον περιστοιχίζουν και να πει: υπάρχει μέσα μου κάτι το απαραβίαστο, το άθικτο, το οποίο σάς διατάσσω να σεβαστείτε, διότι η Αρχή του είναι ανεξάρτητη από εσάς! Στον ίδιο τόνο και με το ίδιο παράνομο νόημα ο Μαρξ μιλούσε για φανταστικά και αμφίβολα δικαιώματα του ανθρώπου («Το Ιουδαϊκό θέμα») και παρότι η κριτική που άσκησε στην επαναστατική ιδεολογία είχε κάποια βάση, αυτή η έκφραση τελικά ήταν γεμάτη απειλές.
Η αγάπη του λοιπόν για την ανθρωπότητα, και αυτή επίσης γεμάτη ψευδαισθήσεις, δεν συνδεόταν σε καμμιά περίπτωση με κάποια αναγνώριση των «δικαιωμάτων του ανθρώπου». Στην τάξη που είχαν ονειρευτεί να εγκαταστήσουν, μπορούσαν λοιπόν να επιδιώξουν ακριβώς την μέγιστη ευτυχία όλων: αλλά αυτή η τάξη ήταν παρ’ όλα αυτά τυραννική.
Καμμία ικανοποίηση, καμμία ευτυχία δεν μπορεί να υπερισχύσει στον άνθρωπο εις βάρος την ανίκητης απαίτησής του για αλήθεια και δικαιοσύνη, που καθιστά τον άνθρωπο όχι μόνον υπέρτερο των άλλων όντων της Φύσεως, αλλά διαθέτοντα και μια Ουσία εντελώς διαφορετική, κατ’ εικόνα του Δημιουργού του. Μια τέτοια υποτίμηση, που είναι παρ’ όλα αυτά λογική, δεν αφορά στενά τον θετικισμό του Comte, αλλά χωρίς αμφιβολία υπάρχει σ’ αυτόν ο σπόρος εκείνων των ολοκληρωτικών κοινωνιολογιών, στις οποίες συγκλίνουν φυσικά ιδεολογίες που είναι πολύ συχνά αντίθετες μεταξύ τους. Εκεί βρίσκονται, ταυτοχρόνως για τον σημερινό άνθρωπο, ο πιο μεγάλος πειρασμός και η πιο τρομακτική απειλή.
Εάν ο άνθρωπος λοιπόν δεν είναι τίποτε άλλο από έναν δεσμό κοινωνικών σχέσεων, υπάρχει ο κίνδυνος να δούμε σε έναν κοινωνικό αντίπαλο τον ολοκληρωτικό εχθρό. Κατά συνέπεια η «κατηγορία του προσωπικού, του ιδιωτικού» χάνεται: το άτομο δεν διαθέτει πλέον ένα σίγουρο σπίτι, μια προσωπική και οικεία οικογένεια στην οποία μπορεί να προστατευθεί από κάθε επιδρομή της δημόσιας ζωής. Η προπαγάνδα το πολιορκεί από όλες τις κατευθύνσεις και το πλάθει, το μορφοποιεί. Οι απολυταρχικές τάσεις του Κράτους ασκούν πάνω του μιαν όλο και πιο δυνατή πίεση. Η οικογένεια, «ένα κοινωνικό καταφύγιο ενάντια στην κοινωνία», αποδυναμώνεται συνεχώς και εξωστρέφεται. Ακόμη βαθύτερα, στο οντολογικό επίπεδο, χάνεται εκείνο που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε «η κατηγορία της εσωτερικότητος» [η οποία και αντικατέστησε τον Νου.] Ο άνθρωπος διαλύεται, κάτω από τα ίδια του τα μάτια, όλο και περισσότερο στην ομάδα, της οποίας είναι μέλος. Το αίσθημα της κοινής μοίρας και της κοινής ευθύνης ελαττώνει μέσα του, αντί να εξάρει, το αίσθημα της μυστικής, αρρήτου προσωπικότητος και τις προσωπικές ευθύνες.
 
Συνεχίζεται
Αμέθυστος

Δεν υπάρχουν σχόλια: