Ο
Καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ κ. Δημήτριος Τσελεγγίδης με νέα
επιστολή του προς τους Ιεράρχες της Εκκλησίας μας εντοπίζει και
αναδεικνύει τα προβληματικά σημεία του Κανονισμού λειτουργίας της
Μεγάλης Συνόδου, καθώς και άλλων κειμένων της.
Μακαριώτατε Ἅγιε Πρόεδρε,
Σεβασμιώτατοι Ἅγιοι Ἀρχιερεῖς,
Ἐν ὄψει τῆς μελλούσης
νά συνέλθει Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου,
θά ἤθελα νά θέσω γιά ἀκόμη μία φορά, εὐλαβῶς, ἐνώπιόν Σας κάποιες θεολογικοῦ χαρακτήρα σκέψεις μου, πού ἐλπίζω νά Σᾶς φανοῦν ἀξιοποιήσιμες.
Ἀπό μία
ἔρευνα, πού πραγματοποίησα, διαπίστωσα
μέ δυσάρεστη ἔκπληξη,
ὅτι ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος
-ἀπό τό 1961 πού ἄρχισαν οἱ Πανορθόδοξες
Προσυνοδικές Διασκέψεις γιά τήν παραπάνω Μεγάλη Σύνοδο- δέν ἀσχολήθηκε
μέ τίς ἀποφάσεις τῶν Διασκέψεων αὐτῶν σέ ἐπίπεδο Συνόδου τῆς Ἱεραρχίας.
Τοῦτο εἶχε ὡς συνέπεια, νά φτάσουμε στήν δυσχερῆ σημερινή ἐκκλησιαστική κατάσταση. Νά ἔχουμε δηλαδή ἐκκλησιαστικές ἀποφάσεις γιά τά κρίσιμα
θέματα μιᾶς Μεγάλης
Πανορθοδόξου Συνόδου, γιά τίς ὁποῖες, ὅμως, ὑπάρχει σοβαρό ἔλλειμμα συνοδικῆς καλύψεώς τους ἀπό τήν Τοπική Σύνοδο τῆς Ἱεραρχίας,
ὅπως προβλέπεται, ἄλλωστε, ἀπό
τίς Προσυνοδικές Διασκέψεις.
Αὐτήν
τή στιγμή βρισκόμαστε ἐκκλησιαστικῶς στό προτελευταῖο στάδιο τῶν ὁριστικῶν ἀποφάσεων
τῆς Μεγάλης Πανορθοδόξου Συνόδου. Φρονῶ, ὅτι τά
πράγματα –παρά τήν ἐξαιρετική
σοβαρότητά τους– εἶναι ἀκόμη ἰάσιμα.
Ὡς γνωστόν, τό Συνοδικό Σύστημα τῆς Ὀρθοδόξου
Ἐκκλησίας μας ἀποτελεῖ ἁγιοπνευματική ἐκκλησιαστική λειτουργία, ὄχι μόνο γιά τά θέματα τῆς διοικήσεως καί τῆς ζωῆς της,
ἀλλά καί γιά τήν ἀκριβῆ διατύπωση
τῆς δογματικῆς διδασκαλίας της. Εἰδικότερα, φρονῶ, ὅτι τό
συνοδικό ἔλλειμμα
τῶν παρελθόντων 55 ἐτῶν μπορεῖ σίγουρα νά θεραπευθεῖ τώρα, ἐφόσον
οἱ ἀποφάσεις
τῆς ἐπικειμένης
Συνόδου τῆς Ἱεραρχίας, σχετικά μέ τά θέματα
τῆς μελλούσης Μεγάλης Συνόδου τῆς Ὀρθοδοξίας,
θά εἶναι σύμφωνες μέ τήν αὐτοσυνειδησία τῆς Ἐκκλησίας
καί τήν ἁγιοπνευματική ἐμπειρία τῆς Ἱερᾶς Παραδόσεώς της.
Καί κάτι ἄλλο, συναφές, καί ἐξαιρετικά σοβαρό. Διάβασα,
προσεκτικά, τόν δημοσιευμένο προσφάτως «Κανονισμό Ὀργανώσεως καί Λειτουργίας τῆς Ἁγίας
καί Μεγάλης Συνόδου» καί ἔχω νά
Σᾶς καταθέσω μία θεολογικοῦ-δογματικοῦ χαρακτήρα παρατήρησή μου.
Συγκεκριμένα, στό Ἄρθρο 12, μέ θέμα «ΨΗΦΟΦΟΡΙΑ ΚΑΙ ΕΓΚΡΙΣΙΣ
ΤΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ», σημειώνονται τά ἑξῆς σημαντικά: «Ἡ ψηφοφορία ἐπί τῶν συζητηθέντων
καί ἀναθεωρηθέντων ὑπό τῆς Συνόδου
κειμένων ἐπί τῶν θεμάτων τῆς ἡμερησίας
διατάξεως,
1.
συνδέεται πρός τάς αὐτοκεφάλους
Ὀρθοδόξους Ἐκκλησίας καί ὄχι
πρός τά καθ’ ἕκαστον μέλη τῶν ἐν τῇ Συνόδῳ ἀντιπροσωπειῶν αὐτῶν, συμφώνως
πρός τήν ὁμόφωνον σχετικήν ἀπόφασιν τῆς Ἱερᾶς Συνάξεως
τῶν Προκαθημένων τῶν Ὀρθοδόξων
Ἐκκλησιῶν,
2.
ἡ κατά Ἐκκλησίας καί ὄχι κατά
τά μέλη αὐτῶν ψήφισις ἐν τῇ Συνόδῳ τῶν κειμένων δέν ἀποκλείει
τήν ἀρνητικήν θέσιν ἑνός ἤ καί
πλειόνων ἀρχιερέων μιᾶς ἀντιπροσωπείας αὐτοκεφάλου τινός Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας
ἐπί τῶν γενομένων τροπολογιῶν ἤ καί ἐπί ἑνός
κειμένου γενικώτερον, ἡ διαφωνία
τῶν ὁποίων καταχωρίζεται εἰς τά Πρακτικά τῆς Συνόδου,
καί
3.
ἡ ἀξιολόγησις τῶν διαφωνιῶν αὐτῶν εἶναι
πλέον ἐσωτερικόν ζήτημα τῆς εἰς ἥν ἀνήκουν
αὐτοκεφάλου Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία δύναται νά ὑποστηρίξῃ τήν
θετικήν ψῆφον αὐτῆς ἐπί τῇ βάσει
τῆς ἀρχῆς τῆς ἐσωτερικῆς πλειονοψηφίας, ἐκφράζεται δέ ὑπό τοῦ Προκαθημένου αὐτῆς, διό
καί δέον ὅπως προβλεφθῇ εἰς αὐτήν ὁ ἀναγκαῖος χῶρος καί χρόνος δι᾽ ἐσωτερικήν
συζήτησιν ἐπ᾽ αὐτοῦ».
Στό
Ἄρθρο αὐτό βλέπουμε, ὅτι ἡ ὁμοφωνία
τῆς Μεγάλης Συνόδου περιορίζεται στή μία ψῆφο κάθε Τοπικῆς Αὐτοκεφάλου Ἐκκλησίας.
Οἱ ἐπιμέρους διαφωνίες -ἐφόσον αὐτές
συμβαίνει νά ἀποτελοῦν μειοψηφία, στό πλαίσιο τῶν Τοπικῶν Ἐκκλησιῶν- ἀφήνονται ὡς «ἐσωτερική ὑπόθεσή
τους», πρᾶγμα πού εἶναι ἐκκλησιολογικῶς ἀπαράδεκτο
γιά τήν συγκεκριμένη Πανορθόδοξη Σύνοδο, ὅταν μάλιστα συμβαίνει τό θέμα τῆς διαφωνίας νά εἶναι γιά δογματική ὑπόθεση. Καί ἡ περίπτωση
αὐτή εἶναι πάρα πολύ πιθανή. Λόγου χάρη, τό θέμα τῆς αὐτοσυνειδησίας
καί τῆς ταυτότητας τῆς Ἐκκλησίας,
πού πραγματεύεται τό Κείμενο: «ΣΧΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΠΡΟΣ
ΤΟΝ ΛΟΙΠΟΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟΝ ΚΟΣΜΟΝ», εἶναι
θέμα ἐκκλησιολογικό, δηλαδή
κατεξοχήν δογματικό.
Κατά συνέπεια, δέν εἶναι
θεολογικά ἐπιτρεπτό, ἕνα Κείμενο πού προωθεῖται πρός ἔγκριση,
ἀπό τή μία μεριά νά εἰσηγεῖται οὐσιαστικά τήν Προτεσταντική θεωρία τῶν «κλάδων» -νομιμοποιώντας μέ τήν ἀποδοχή του τήν ὕπαρξη
πολλῶν Ἐκκλησιῶν μέ
πολύ διαφορετικά δόγματα- καί ἀπό
τήν ἄλλη ὁ «Κανονισμός Ὀργανώσεως
καί Λειτουργίας τῆς Συνόδου»
αὐτῆς νά ἀγνοεῖ στήν πράξη τούς ἐνδεχόμενους μειοψηφοῦντες Ἱεράρχες
τῶν ἐπιμέρους Τοπικῶν Ἐκκλησιῶν καί
νά μήν λαμβάνει σοβαρώτατα ὑπόψη
τίς θεολογικές τοποθετήσεις τῆς ἐπισκοπικῆς συνειδήσεώς
τους.
Καί
ἐδῶ γεννᾶται
τό εὔλογο θεολογικό-δογματικό
ἐρώτημα: Πῶς θά ὁμολογηθεῖ στήν προκειμένη περίπτωση ἡ μία
πίστη τῆς Ἐκκλησίας, «ἐν ἑνί στόματι καί μιᾷ καρδίᾳ»; Πῶς θά μπορέσουν οἱ Συνοδικοί Πατέρες νά ποῦν: «ἔδοξε
τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι
καί ἡμῖν»; Πῶς θά ἀποδείξουν ὅτι ἔχουν «νοῦν Χριστοῦ», ὅπως ὑποστηρίζουν οἱ θεοφόροι
Πατέρες τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων
τῆς Ἐκκλησίας;
Μακαριώτατε,
Στά
δογματικά θέματα, ὡς γνωστόν,
ἡ ἀλήθεια δέν βρίσκεται στήν πλειονοψηφία
τῶν Συνοδικῶν Ἀρχιερέων.
Ἡ ἀλήθεια καθεαυτήν εἶναι πλειοψηφική, γιατί στήν Ἐκκλησία
ἡ ἀλήθεια εἶναι Ὑποστατική πραγματικότητα. Γι’ αὐτό, καί ὅσοι
διαφωνοῦν μέ αὐτήν, ἀποκόπτονται
ἀπό τήν Ἐκκλησία, ἀφοῦ καθαιροῦνται
καί ἀφορίζονται κατά περίπτωση.
Ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος δέν ἐπιτρέπεται νά ἀφήσει σέ κατώτερα συνοδικά σώματα τό ἐξαιρετικά σοβαρό θέμα τῆς ἐνδεχόμενης
διαφωνίας τῶν μειοψηφούντων
ἐπισκόπων σέ δογματικά θέματα.
Ἐπιβάλλεται, ὡς ἀνώτατο
συνοδικό σῶμα, νά ἐπιληφθεῖ αὐτοῦ τοῦ θέματος
ἄμεσα, γιατί διαφορετικά
ὑπάρχει ὁρατός ὁ κίνδυνος
τοῦ Σχίσματος στήν Ἐκκλησία, τήν στιγμή ἀκριβῶς, πού
ἡ Μεγάλη αὐτή Σύνοδος φιλοδοξεῖ νά ἐπαναβεβαιώσει
τήν ὁρατή ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας μας.
Μέ βαθύτατο σεβασμό
ἀσπάζομαι τήν δεξιάν Σας
Δημήτριος Τσελεγγίδης
Καθηγητής τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Α.Π.Θ.
6 σχόλια:
Μόνιμη απασχόληση του κ. Τσελεγγίδη η εκκλησιολογία. Σύμφωνα με αυτόν -και αρκετούς άλλους- ο Οικουμενισμός είναι κατεξοχήν εκκλησιολογική αίρεση. Και χειρότερη από όλες μέχρι τώρα. Ίσως να το ξέρει καλύτερα και ο αδελφός χαλάρωσε. Η εκκλησιολογία σύγχρόνη μάστιγα της Ορθοδοξίας. Τόσο για τους οικουμενιστές όσο και για τους αντιοικουμενιστές η εκκλησιολογία αποβαίνει το κυριότερο ζήτημα. Και ακολουθεί κατά πόδας, ο κ. καθηγητής, σ΄ αυτή την θεώρηση τους σύγχρονους μεγάλους ορθοδόξους θεολόγους - τον Φλωρόφσκυ, κατ΄ αρχάς, και άλλους ομοίους. Η εκκλησιολογία ωστόσο αποτελεί βάσικο γνώρισμα της νεορθοδοξίας, κ.ο.κ.
Η αυτοσυνειδησία, ένα από τα κυριότερα γνωρίσματα της Εκκλησίας, όπως την βλέπουν σήμερα οι αντιοικουμενιστές.
Βλ. ειδικά στο άρθρο ενός άλλου καθηγητού - http://aktines.blogspot.gr/2016/03/blog-post_88.html
Η αυτοσυνειδησία είναι τό νικητήριο σάλπισμα τού προτεσταντισμού. Χωρίς τήν ύπαρξη τού πάπα δέν έχει άλλο νόημα. Στήν Ελλάδα οι ταγοί στολίζονται καί μέ τά αλάθητα πρωτεία τού παπισμού καί μέ τά αστέρια τής αυτοσυνειδησίας τού προτεσταντισμού.Η συνείδηση καί η αυτοσυνειδησία δέ αλληλοαντικαθίστανται. Οσον αφορά τόν Ζήση θολώνει τά νερά μέ ιερές ιστορίες διότι η "θεολογία" του μόνο ορθόδοξη δέν είναι.
Παίζουμε με μεγάλες έννοιες - "ἔλλειμμα συνοδικότητος καί ὀρθοδόξου αὐτοσυνειδησίας"
Στην καινούρια του συνέντευξη - http://thriskeftika.blogspot.gr/2016/03/blog-post_71.html
Τελευταία δεν βγάζει λόγο (όπως και άλλα ονόματα στο χώρο του αντιοικουμενισμού) χωρίς να αναφερθεί στην αυτοσυνειδησία.
Η Εκκλησία με την αυτοσυνειδησία καταλήγει να είναι πρόσωπο, δεν είναι έτσι Αμέθυστε;
Οπότε φτάνουμε και σε άλλη κακοδοξία. Είναι ένας αδόκιμος όρος. Δεν υπάρχει τέτοια διδασκαλία στην Παράδοση. Σήμερα όμως άρχισε να αλωνίζει στην Ορθοδοξία.
Οι αντιοικουμενιστές τελικά εμφορούνται από πολλές νεορθόδοξες δοξασίες. Με αυτόν τον τρόπο πώς θα πολεμήσουν (αποτελεσματικά) τον Οικουμενισμό; Δεν βγαίνουν τελικά από τον ίδιο σάκο;
Ο Ρωμανίδης τουλάχιστον δεν έφθασε στο σημείο να μιλάει για την αυτοσυνειδησία της Εκκλησίας. Του ήταν (εντελώς) ξένη μια τέτοια δοξασία. Ο Τσελεγγίδης άλλωστε συμμετείχε στη δίωξη του Ρωμανίδη, και κατηγορήθηκε μαζί με τον όλοκληρο Τομέα της Δογματικής για αίρεση. Λες και αυτό ήταν τυχαίο; Δεν είχαν αντίλογο.
Ο περί αυτοσυνειδησίας της Εκκλησίας λόγος τελικά θυμίζει την περί ικανοποιήσεως της θείας δικαοσύνης θεωρία. Νεοτερισμοί.
Η αυτοσυνειδησία είναι τό σύγχρονο όνομα τού θελήματός μας. Η εξέλιξη τής βουλήσεως γιά δύναμη. Μέ τήν αυτοσυνειδησία διαλύεται καί τό Πάτερ Ημών μετά τήν διάλυση τού Συμβόλου τής Πίστεως. Τώρα ενδόμυχα λέμε: Γεννηθήτω τό θέλημά μου ώς επί τής γής καί εν τώ ουρανώ. Σημαίνει δράση, πρωτο-βουλία. Δέν μιλάει στήν πράξη μας πλέον ο Κύριος. Είναι τό ΕΓΩ, τό οποίο αντικατέστησε τό αρχαίο ΟΝ. Δέν σπουδάζεται στίς ακαδημίες η Θεολογία. Αλλά ακονίζεται ο νούς μέ τήν σπουδή τού Αριστοτέλη όπως είχε καθορίσει η παράδοση τού Βυζαντίου. Ο παπισμός κυριαρχεί άνετα σήμερα διότι κράτησε στήν εκπαίδευσή του τόν σχολαστικισμό τού Ακινάτη παρότι είναι ένας κωμικός αριστοτελικός καί ένας παιδαριώδης θεολόγος.
Δημοσίευση σχολίου