Τρίτη 7 Οκτωβρίου 2014

ΕΠΟΧΗ, ΚΑΙΡΟΣ, ΙΣΤΟΡΙΑ, ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΑ ΤΟΥ ΕΙΝΑΙ ΣΤΟΝ ΧΑΙΝΤΕΓΚΕΡ (2)

Συνέχεια από Δευτέρα, 15 Σεπτεμβρίου 2014

ΕΠΟΧΗ, ΚΑΙΡΟΣ, ΙΣΤΟΡΙΑ, ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΑ ΤΟΥ ΕΙΝΑΙ  ΣΤΟΝ ΧΑΙΝΤΕΓΚΕΡ.             

Του Karl Lwith.  (Aπό «δοκίμια στον Χάιντεγκερ»).


Η εμπειρία του τέλους του αστικο-χριστιανικού κόσμου είχε εκφραστεί ήδη και είχε ανακοινωθεί αμέσως μετά τον Χέγκελ, από τον Μαρξ και τον Κίρκεγκαρντ. Οι κριτικές τους τού παρόντος, αντίθετες αλλά στενά συνδεδεμένες, είναι ζωντανές και υπονοούνται στην ιστορικιστική συνειδητοποίηση του Χάιντεγκερ. Η «στιγμή» του Κίρκεγκαρντ είναι αποφασιστική, σε μια μορφή αποθεολογικοποιημένη, και για την προοπτική του Χάιντεγκερ γύρω από το ιστορικό συμβάν. Και ο επαναπροσδιορισμός τής ιστορίας της Δύσεως μέχρι αυτού του σημείου είναι, εξίσου με εκείνον του Εγελιανού Μαρξ, η θεωρητική κατασκευή μιας «προϊστορίας» μέχρι την ερχόμενη επανάσταση της πορείας του κόσμου. Όπως όλοι οι ριζοσπαστικοί κριτικοί του ‘800 ο Χάιντεγκερ σκέπτεται στο ακραίο όριο μιας παραδόσεως η οποία υφίσταται ακόμη, την οποία ο ίδιος ελέγχει από τις ρίζες της, αλλά ταυτοχρόνως, η σκέψη του παραμένει αποκλειστικώς μέσα στο πλαίσιο αυτής της παραδόσεως. Η περιπέτεια τού Είναι περιορίζεται στην Ιστορία, την αρχαία και την πρόσφατη, της Δύσεως, σαν να υπονοείται πως το καθολικό Είναι καθαυτό και στην ολότητά του έχει μια προτίμηση για τον ήλιο που δύει. Όταν ο Χάιντεγκερ μιλά για δυτικές χώρες και για Δύση, έχει στον νου του κατ’ αρχάς την καταγωγή και τις πρώτες αρχές της Δύσεως στην Ελλάδα, αφήνοντας σε παρένθεση τον Χριστιανισμό.
Ο «Έλληνας» δεν είναι πλέον εδώ απλώς η ιδιαίτερη ποιότης μιας φυλής, αλλά είναι χωρίς άλλο «η ανατολή της περιπέτειας», μορφή στην οποία το ίδιο το Είναι ακτινοβολεί μέσα στο Ουσιώδες και «ζητά στον εαυτό του μια ουσία του ανθρώπου» - αλλά ακριβώς, μόνον μια ουσία ανάμεσα στις άλλες δυνατές ουσιώσεις, τις οποίες ο Χάιντεγκερ αφήνει κατά μέρος. Σ’ αυτή την ιστορικιστική άποψη λοιπόν, ούτε το Είναι μπορεί να γλυτώσει την ιστορική σχετικότητα.
Η προσπάθεια του Χάιντεγκερ να θέσει κάτω από νέο φως και να αξιολογήσει την ιστορία της δυτικής φιλοσοφίας (και μόνον αυτή) είχε ξεκινήσει από τον Ντίλτευ (Dilthey). Το Είναι και Χρόνος έπρεπε να ολοκληρώσει το έργο του Ντίλτευ. Στην πραγματικότητα όμως, η φιλοσοφία του Χάιντεγκερ εστράφη εναντίον του νοήματος της ιστορικότητος, ακριβώς του Ντίλτευ και έλυσε φαινομενικώς το πρόβλημά του της φιλοσοφικής υπερβάσεως του ιστορικισμού, ριζοσπαστικοποιώντας το, και μ’ αυτόν τον τρόπο μηδενίζοντάς το. Επιδεινώνοντας στο maximum τον ιστορικιστικό σχετικισμό του Ντίλτευ, οδηγώντας τον ξανά στην απροϋπόθετη ιστορική περίπτωση του ενθαδικού και πεπερασμένου Είναι κάθε ατόμου, ο Χάιντεγκερ έφτασε σε ένα υπαρκτό το οποίο όχι μόνον Είναι «στον» Χρόνο και «έχει» στην συνέχεια μια Ιστορία, αλλά υπάρχει ουσιωδώς με έναν τρόπο χρονικό και ιστορικό, και επομένως δεν είναι πλέον σχετικοποιημένο ως προς τον Χρόνο και την Ιστορία. Αυτή η ιστορική γελειότης απολυτοποιημένη υπαρξιακά και στερεωμένη στο «είναι για το τέλος», είναι επίσης εκείνη που καθιστά δυνατή και κατανοητή την «κοινή» ιστορία του κόσμου. Την χυδαία ιστορία του κόσμου. Αυτή η ίδια όμως, η ιστορικότης ερμηνευμένη υπαρξιακά, δεν είναι το έσχατο τέλος, διότι στα τελευταία έργα του Χάιντεγκερ επαναπροσδιορίζεται αρχίζοντας από μια «περιπέτεια του Είναι», έσχατη παρόρμηση η οποία δεν είναι σχετική πλέον σε κάθε τι άλλο, ούτε και στην ύπαρξη η οποία αποφασίζεται εν τέλει στο τίποτα. Αυτή η θαμπή μεταμόρφωση της ιστορίας, η οποία ρυπαίνει και μολύνει το Εγελιανό νόημα της ιστορικότητος με την έννοια της αποφασιστικής στιγμής του Κίρκεγκαρντ, εισάγει την μοντέρνα προβληματική τού ιστορικισμού στην ίδια την ουσία του Είναι, η οποία είναι «περασμένη» και «μελλοντική» και η ίδια η αλήθεια γίνεται ένα «συμβάν της αλήθειας» που βιώνει απροσδόκητες επαναστάσεις από καιρού εις καιρόν, σε «ξαφνικές εποχές τής αλήθειας». Διαφορετικά από το Χέγκελ όμως, η τάση της αλήθειας του Είναι δεν είναι πλέον εκείνη μιας αναπτύξεως, προοδευτικώς πιο πλούσιας, στο «βασίλειο των πνευμάτων», αλλά αντιστρόφως, μια τάση να αποτραβηχτεί και να απομακρυνθεί όλο και περισσότερο.
Κατά την κρίση του Χάιντεγκερ και η ιστορική αντίληψη του Χέκγελ είναι δεμένη στην χυδαία έννοια του κοσμικού χρόνου. Διότι το Εγελιανό «πνεύμα» υπάρχει ουσιαστικώς στον Χρόνο. Για να ξεδιπλωθεί σ’ αυτόν, αλλά δεν είναι αυτό το ίδιο χρονικό. Και ο χρόνος δεν έχει καμμία δύναμη πάνω στην «έννοια» και είναι μάλιστα αυτό το ίδιο το πνεύμα δύναμις του Χρόνου, ενώ ο αληθινός  Χρόνος θα παρέμενε για τον Χέγκελ το παρόν με την αριστοτελική έννοια, σαν αιώνια κυκλικότης. Ενάντια στον Χέγκελ ο Χάιντεγκερ ισχυρίζεται ότι ο Χρόνος δεν είναι κάτι στο οποίο υπάρχει ή εισέρχεται το πνεύμα (σαν τον Νου). Το πνεύμα υπάρχει σαν πρωτογενής χρονικοποίηση του εφήμερου, του φθαρτού, του χρονικού.
Στο «Είναι και Χρόνος» ο Χρόνος γίνεται κατανοητός σαν χρονικότης του ανθρωπίνου όντος. Το Είναι τού ενθαδικού Είναι βρίσκει το νόημά του στην χρονικότητα, και η υπαρξιακή χρονικότης είναι μαζί ο τόπος του ιστορικο-συμβάντος (του συμβεβηκότος) και η συνθήκη της δυνατότητος αυτού του ιστορικού συμβεβηκότος. Αυτή είναι πιο πρωτότυπη, σαν ιστορικότης ερμηνευμένη υπαρξιακά, από αυτό που κοινώς δέχεται το όνομα της ιστορίας, σαν μια σειρά γεγονότων της συμπαντικής ιστορίας. Η ιστορία του κόσμου, μάλιστα, θεμελιώνεται στο «ενδεχόμενο του εδώ και τώρα όντος», που χρονικεύεται στις τρεις διαστάσεις της χρονικότητος. Έτσι όπως το Ενθαδικό ον αυτού που θέτει το ερώτημα του Είναι, είναι ιστορικά ενδεχόμενο, έτσι και το πρόβλημα του Είναι μπορεί να συσταθεί μόνον σαν ιστορικό πρόβλημα και μόνον ιστοριογραφικά. Δεδομένου όμως ότι το ανθρώπινο ενθαδικό ον τείνει να εγκαταλειφθεί στον κόσμο του, και στην ιστορική του παράδοση σαν σε μια εικονική παρουσία, η απλή αυτή διατήρηση της παραδόσεως αφαιρεί τις ρίζες στην αληθινή ιστορία, και για να μπορέσουμε να την ιδιοποιηθούμε, να την κατακτήσουμε, χρειάζεται μια καταστροφή αυτού που δόθηκε παραδοσιακά, η οποία θα «επαναλαμβάνει» για το μέλλον τις ανεξάντλητες δυνατότητες εκείνου που υπήρξε.

Συνεχίζεται
Αμέθυστος

Δεν υπάρχουν σχόλια: