ΤΟ ΔΡΑΜΑ ΤΟΥ ΑΘΕΟΥ ΑΝΘΡΩΠΙΣΜΟΥ (21)-ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ
HENRI DE LUBAC
Η ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΕΝΟΣ ΝΕΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
Στην πραγματικότητα όμως δεν είμαστε υποχρεωμένοι να βρεθούμε απέναντι σ’ ένα τέτοιο δίλλημα. «Ο Θεός εισήλθε στην ανθρώπινη ζωή και εισήγαγε σ’ αυτή την ουσιώδη ρωγμή που αφαιρεί σε όλα τα πράγματα, την φυσικότητα με την οποία αυτά διατίθενται στον κόσμο». Μια παρόμοια ρωγμή είναι καθοριστική. Οι ρίζες τής θρησκείας είναι εξ άλλου τόσο πιο βαθειές από όσο τις φαντάζονται μερικοί, που δεν έχει την δυνατότητα καμμία κοινωνική επανάσταση να τις ξεριζώσει. Θα μπορούσαμε να πούμε ίσως αντιθέτως πως ένα κοινωνικό κράτος πολύ άδικο ή πολύ μίζερο, κλείνει τον άνθρωπο και τον αποκλείει από την ζωή του πνεύματος. Και γι’ αυτό ανοιχτά και χωρίς δεύτερους σκοπούς, χωρίς τον φόβο να μην εκτεθούμε ποτέ ξεπερνώντας το επιθυμητό όριο, μπορούμε να εργασθούμε για την επανόρθωση του είδους μας και για την πρόοδό του σε όλα τα μέτωπα! Μόνο που το αποτέλεσμα δεν θα κατορθώσει ποτέ να κλείσει την τρομερή πληγή. Ακόμη και αν επραγματοποιείτο πάνω στην γη εκείνο το άλμα προς το βασίλειο τής ελευθερίας(!) που είχε προφητέψει ο Ένγκελς, η πληγή θα παρέμενε ανοιχτή. Η συνείδηση την οποία θα μπορούσαμε να αποκτήσουμε θα ήταν μόνον πιο ζωντανή και πιο καθαρή. Πρέπει να πούμε αυτό που έχουμε ήδη πει για την αμαρτία: Αυτό που δεν γεννήθηκε από την κοινωνική αταξία, η κοινωνική τάξη δεν μπορεί να το θεραπεύσει.
Η ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΕΝΟΣ ΝΕΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
Στην πραγματικότητα όμως δεν είμαστε υποχρεωμένοι να βρεθούμε απέναντι σ’ ένα τέτοιο δίλλημα. «Ο Θεός εισήλθε στην ανθρώπινη ζωή και εισήγαγε σ’ αυτή την ουσιώδη ρωγμή που αφαιρεί σε όλα τα πράγματα, την φυσικότητα με την οποία αυτά διατίθενται στον κόσμο». Μια παρόμοια ρωγμή είναι καθοριστική. Οι ρίζες τής θρησκείας είναι εξ άλλου τόσο πιο βαθειές από όσο τις φαντάζονται μερικοί, που δεν έχει την δυνατότητα καμμία κοινωνική επανάσταση να τις ξεριζώσει. Θα μπορούσαμε να πούμε ίσως αντιθέτως πως ένα κοινωνικό κράτος πολύ άδικο ή πολύ μίζερο, κλείνει τον άνθρωπο και τον αποκλείει από την ζωή του πνεύματος. Και γι’ αυτό ανοιχτά και χωρίς δεύτερους σκοπούς, χωρίς τον φόβο να μην εκτεθούμε ποτέ ξεπερνώντας το επιθυμητό όριο, μπορούμε να εργασθούμε για την επανόρθωση του είδους μας και για την πρόοδό του σε όλα τα μέτωπα! Μόνο που το αποτέλεσμα δεν θα κατορθώσει ποτέ να κλείσει την τρομερή πληγή. Ακόμη και αν επραγματοποιείτο πάνω στην γη εκείνο το άλμα προς το βασίλειο τής ελευθερίας(!) που είχε προφητέψει ο Ένγκελς, η πληγή θα παρέμενε ανοιχτή. Η συνείδηση την οποία θα μπορούσαμε να αποκτήσουμε θα ήταν μόνον πιο ζωντανή και πιο καθαρή. Πρέπει να πούμε αυτό που έχουμε ήδη πει για την αμαρτία: Αυτό που δεν γεννήθηκε από την κοινωνική αταξία, η κοινωνική τάξη δεν μπορεί να το θεραπεύσει.
Γιατί λοιπόν, σε πάρα πολλούς συγχρόνους μας,
μαζί μ’ αυτό το άγχος να θεραπευθούν, υπάρχει αυτή η θέληση να θεραπεύσουν το
είδος μας; Γιατί αυτή η κραυγή θριάμβου στην ιδέα πως κάθε μεταφυσική αγωνία ή
θρησκευτική αντίστοιχα έχει απομακρυνθεί από την καρδιά τους; Είναι κατανοητή η
κραυγή του Λουκρήτιου που εορτάζει την νίκη του πάνω στον φόβο του σκοτεινού
Αχέροντα. Αλλά, από τότε που αντήχησε άμεσα ανάμεσά μας το Ευαγγέλιο και η
κλήση τού Θεού της αγάπης, από τότε που μια χούφτα μαρτύρων από γενεά σε γενεά,
δεν παύει να μας το αναμεταδίδει, δεν μπορούμε να δούμε πως η κατάσταση έχει
αλλάξει και πως έχει ανοίξει μια άλλη πιο θετική οδός;
Κατανοούμε και συμφωνούμε με την πάλη
εναντίον μιας δεισιδαιμονίας που μας υποβαθμίζει και μας παραλύει. Αλλά πώς να
μην απελπιστούμε από την τυφλότητα εκείνου ο οποίος δεν ξέρει να ξεχωρίσει στην
ανθρώπινη αγωνία κανένα προειδοποιητικό σημείο; Υπάρχουν δύο τρόποι για να
θεραπευθούμε από την αγωνία: ή προσπαθώντας να την πνίξουμε, να την σκοτώσουμε,
να την τεμαχίσουμε – μόνο που έτσι κάποιος ακρωτηριάζει τον εαυτό του χωρίς να
μπορεί να την εμποδίσει να ξαναεμφανισθεί παντού – ή ανοίγοντας σ’ Αυτόν που
την ησυχάζει, μεταλλάσσοντάς την σε ελπίδα, αποφασίζοντας ότι δεν
ανταποκρίνεται σε τίποτα, ότι σ’ αυτήν δεν υπάρχει κανένα μυστήριο, ή επίσης,
συνειδητοποιώντας το μυστήριο, ψάχνοντας το κλειδί που θα μας το ξεκλειδώσει. Ο
Χριστιανισμός λοιπόν μας προσφέρει ακριβώς αυτό το κλειδί. Δεν υπάρχει κανένα
από τα δόγματά του που από την μια ή την άλλη άποψη να μην μας φανερώνει και να
μην μας εξηγεί τον εαυτό μας. Με τον Χριστιανισμό ανοίγει μπρος στα μάτια μας η
ολοκληρωμένη σημασία της μεγάλης περιπέτειας στην οποία βρισκόμαστε
απασχολημένοι. Μας δείχνει, και μόνον ο Χριστιανισμός μπορεί να μας το δείξει,
το ένδοξο τέλος κάθε ανθρώπινης προσπάθειας.
Η εργασία δεν μπορεί να διαρκέσει για πάντα:
εάν την εννοήσουμε έτσι, εάν την χειριστούμε σαν κάτι αιώνιο, τότε γίνεται κι’
αυτή ένα παρανοϊκό είδωλο που καταπιέζει και σκλαβώνει. Ο νέος homo faber ο
οποίος σχηματίζεται σήμερα, πρέπει όσο το δυνατόν γρηγορώτερα να συνδυαστεί με
έναν νέο homo
sapiens.
Αυτός δεν θα έχει μόνον την συνεχή ανησυχία να ανανεώνει με την φύση και με την
ζωή δεσμούς που κινδυνεύουν διαρκώς να χαλαρώσουν. Στοχαζόμενος την έντονη
δραστηριότητά του, θα κατανοήσει πως αυτή δεν είναι αυτοσκοπός, αλλά έχει
κάποιο νόημα, όπως η εργασία του αγρότη και του σπορέα, μόνον με τα σπαρτά που
ετοιμάζει: έναν αιώνιο καρπό. Από τούτη την χρονική ύπαρξη ακόμη, πρέπει να
υπηρετεί μια πιο καθαρή δραστηριότητα, πιο εμμενή, ενυπάρχουσα: μια θεωρητική
δραστηριότητα, Διότι ίσως ο σκοπός τής εργασίας, κάθε εργασίας, είναι να
ελευθερώσει την φυλακισμένη σκέψη. Ο άνθρωπος θα κατανοήσει επίσης πως, εάν
κάθε ημέρα αυξάνει την κυριαρχία του στο σύμπαν, αυτό συμβαίνει επειδή οφείλει να
προσφέρει όλο και περισσότερα. Πως την στιγμή ακριβώς που τελειοποιείται, δεν
πρέπει να σταματήσει σ’ αυτό, αλλά να υπερβεί τον εαυτό του. Πως μόνο έτσι
επαληθεύεται η βαθειά επιθυμία της φύσεώς μας, η οποία δεν είναι να βαδίζουμε
με μιαν ηρωική προσπάθεια η οποία όμως δεν μπορεί να φθάσει ποτέ στο τέλος της,
ούτε να αναδιπλωθούμε ικανοποιημένοι επιτέλους, σε μια εγωιστική απόλαυση,
ακόμη και αν είναι ευγενής και συλλογική, αλλά είναι να θαυμάζουμε θεωρώντας,
προσφέροντας.
Τον τρίτο αιώνα της εποχής μας, μετά Χριστόν,
ο συγγραφεύς του γράμματος προς τον Διόγνητο, θέλοντας να εξηγήσει τον ρόλο των
Χριστιανών στον κόσμο, τους παρομοίασε με την ψυχή που ζωοποιεί όλο το σώμα.
Ήταν μια παράξενη απαίτηση με μια πρώτη ματιά. Αλλά σήμερα ακόμη το παράδοξο
δεν είναι μικρότερο, και παρ’ όλα αυτά εμείς το επιβεβαιώνουμε με την ίδια
εμπιστοσύνη. Οι μαθητές του Χριστού δεν αισθάνονται σαν αυτούς που επιβίωσαν σε
έναν κόσμο που ναυάγησε, αλλά σαν τους καπετάνιους που οφείλουν να οδηγήσουν
τον κόσμο στο λιμάνι. Σήμερα που χτυπιόμαστε ανάμεσα στην αισιοδοξία και την
απελπισία, αναζητάται ένας νέος άνθρωπος, τον οποίο θέλουν να βοηθήσουν οι
Χριστιανοί να βρεί τον δρόμο του, και θέλουν να του δείξουν τις συνθήκες της
επιτυχίας.
Όλα τους διαβεβαιώνουν πως είναι οι μόνοι που
μπορούν να το κάνουν. Δεν έλαβαν την υπόσχεση πως θα ακούγονταν πάντοτε! Πρέπει
να περιμένουν φυσιολογικά και το αντίθετο. Διότι εξ άλλου γνωρίζουμε πλέον πολύ
καλά τις ελλείψεις θάρρους και διορατικότητος που μειώνουν ατομικά τους
Χριστιανούς και τους καθιστούν κατώτερους από την ευθύνη τους.
Παρ’ όλα αυτά, μπορούν με την δύναμη των
λόγων του Δασκάλου τους και με την Χάρη του Αγίου Πνεύματος, να πετύχουν και να
μην υποχωρήσουν μπροστά σε τίποτε, μπροστά σε κανένα κίνδυνο. Αύριο, όπως και
χθες, θα κατορθώσουν να φανερώσουν κυριολεκτικά εκείνο που είναι από την κλήση
τους. Η συνείδηση του ανθρώπινου γένους.
Συνεχίζεται
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου