Τρίτη 26 Μαΐου 2015

Ὁ ζυγός τῶν … «ἔμφυλων στερεοτύπων»!

Αποτέλεσμα εικόνας για δήμητρα κογκίδου

Στόχος σύγχρονων ἀναθεωρητικῶν κινημάτων εἶναι ἡ ἀναδόμηση τῆς ἰδέας τοῦ φύλου. Ἡ Δήμητρα Κογκίδου, καθηγήτρια παιδαγωγικῆς ΑΠΘ, στρατευμένη στό ἐγχείρημα, ἀποφαίνεται (ἱστότοπος dkogidou.gr): «Ἡ ἔμφυλη ταυτότητα δέν ἀποτελεῖ μιά δεδομένη ταυτότητα, πού ἀποδίδεται στό ὑποκείμενο. Εἶναι μιά κοινωνικο-πολιτισμική διαδικασία ταυτότητας, ἡ ὁποία δέν ἐπιδρᾶ μέ τόν ἴδιο τρόπο σέ ὅλα τά ὑποκείμενα. Ἄρα ὁ ἀνδρισμός καί ἡ θηλυκότητα εἶναι μεταβλητοί, ὁρίζονται μέ πολλαπλούς τρόπους καί ἐξαρτῶνται ἀπό τό πλαίσιο ἀναφορᾶς τους». Ἐξ ἄλλου, ἕνας διαδικτυακός τόπος, πού προωθεῖ τήν ἀθρόα κάθοδο γυναικῶν στόν ἐπαγγελματικό στίβο, τό isotitafilon.wikispaces.com, διασπᾶ αὐτή καθαυτή τήν ἔννοια τοῦ φύλου σέ δύο ὑποέννοιες: τό βιολογικό φύλο (sex, ἀρσενικό-θηλυκό) καί τό κοινωνικό φύλο (gender, ἄνδρας-γυναίκα). Τό πρῶτο εἶναι ἀντικειμενικά ὁρίσιμο, τό δεύτερο ὅμως εἶναι «ὑποκειμενικό», …ἐλεύθερα ἐπιλέξιμο!
Ἡ ἑνοποίηση βιολογικοῦ καί κοινωνικοῦ φύλου, κατά τό αὐτό σάιτ, γεννᾶ «ἀντιλήψεις καί στάσεις σχετικά μέ τήν ταυτότητα καί τούς ρόλους ἀνδρῶν καί γυναικῶν, πού ἀσυνείδητα ἤ συνειδητά υἱοθετοῦμε, καί προβάλλονται ἀπό ποικίλες πηγές γύρω μας, ὅπως τό συγγενικό περιβάλλον ἤ τά ΜΜΕ. Κάποιες εἶναι λειτουργικές, ἐνῶ ἄλλες ὄχι. Ἡ σεξουαλική παρενόχληση ἐπιβεβαιώνει, ἐνισχύει καί διαιωνίζει μη-λειτουργικά στερεότυπα γιά τή γυναίκα, ὅπως: ‘‘ἡ θέση τῆς γυναίκας εἶναι στό σπίτι, ὄχι στόν ἐργασιακό χῶρο’’, ‘‘ὁ ρόλος της εἶναι αὐτός τῆς συζύγου ἤ ἐρωμένης, ὄχι τῆς ἰσότιμης ἤ ἀνώτερης συναδέλφου’’, ‘‘ἡ γυναίκα στήν οὐσία εἶναι ἕνα ἀντικείμενο γιά σεξουαλική εὐχαρίστηση, ὄχι ἕνα ἰσάξιο καί ἐξίσου ἱκανό ἀνθρώπινο πλάσμα καί συνεργάτης’’»! Μέ αὐτές τίς θεωρήσεις στή φαρέτρα του, ὁ φεμινισμός μάχεται νά ἐμφυτεύσει στή γυναίκα τήν πεποίθηση ὅτι μόνο ἡ δημόσια δράση, ἐπαγγελματική, πολιτική, κοινωνική, καλλιτεχνική, ἐπιστημονική, ἀποτελεῖ διέξοδο γιά τήν χειραφέτηση καί καταξίωσή της. Ἡ ἔντονη ἐνασχόληση μέ τήν οἰκογένεια εἶναι ἔργο μάταιο, ψυχοπλακωτικό, ἀναξιοπρεπές. Ἐξ ἄλλου, μέ νομοθετικές παρεμβάσεις προωθεῖ τή γυναίκα σέ κάθε πόστο δημόσιας δράσης, ὡς προσώπου ἐκ προοιμίου, (… «λόγῳ φύλου»!), ἱκανοῦ γιά ὅλα, πού δέν ἀξιοποιεῖται ὅμως, ὅπως ὁ ἄνδρας, ἐγκλωβισμένη στά «ἔμφυλα στερεότυπα»!
Τό κῦρος τῶν θέσεων αὐτῶν ἀμφισβητεῖται ἀπό πολλούς, ὄχι τυχαίους, διανοητές. Τίς θεωροῦν αὐθαίρετες, μᾶλλον στρατευμένες ἰδεοληψίες τοῦ ἱστορικοῦ ὑλισμοῦ, δεξιοῦ ἤ ἀριστεροῦ, παρά θέσεις τεκμηριωμένες. Ἡ Ἐκκλησία, τῆς ὁποίας τό μήνυμα μᾶς ἐνδιαφέρει, δέν αἰφνιδιάζεται. Γνωρίζει ὅτι ὁ ἄνθρωπος, ὅταν διαγράψει τήν αὐθεντία τοῦ Θεοῦ, ἀμφισβητεῖ τή δομή τοῦ κόσμου, ὅπως τόν παραδίδει ἡ Ἁγ. Γραφή καί ἡ ἀνθρώπινη ἐμπειρία, καί πλανιέται, ἐλεύθερος τάχα, σέ χάος εἰκασιῶν ἀδιεξόδων. Ἡ Ἐκκλησία, ἐξ ἄλλου, δέν ζεῖ μέ φαντασιώσεις γήινων παραδείσων· ἔχει συνείδηση τῆς ἐπώδυνης μεταπτωτικῆς τάξης, ὅπου «ὁ κόσμος ὅλος ἐν τῷ πονηρῷ κεῖται» (Α΄ Ἰωαν. ε΄ 19). Δέν ἀπωθεῖ λοιπόν τίς στρεβλώσεις τῶν σχέσεων τῶν φύλων κάτω ἀπό τό χαλί. Ἀλλ’ οὔτε τίς νομιμοποιεῖ ὡς συστατικές καταστάσεις τοῦ προσώπου, ἔστω καί ἄν γίνονται θέματα κοινωνιολογικῶν ἐρευνῶν. Τίς θεωρεῖ ἐπιχώσεις φθορᾶς, καί νιώθει χρέος Της νά τίς ἀνασκάπτει, νά φτάνει στόν πληγωμένο πυρήνα τοῦ ἀνθρώπου καί νά τοῦ κοινωνεῖ τήν ἐλπίδα τῆς σωτηρίας, πού μόνο Αὐτή, ὡς ἱστορικό σῶμα, κατέχει.
Γιά τήν Ἐκκλησία τό φύλο τῶν ἀνθρώπων εἶναι ἐκ γενετῆς δεδομένο καί ὄχι προϊόν «κοινωνικο-πολιτισμικῶν διαδικασιῶν ταυτότητας» (βλ. ἀν.). Ἡ Γένεση εἶναι ἀπόλυτη, καί ὡς πρός τήν ἀξία τοῦ ἀνθρώπου, ἀσχέτως φύλου, ὡς εἰκόνας Θεοῦ, καί ὡς πρός τήν «ἔμφυλη» ταυτότητα τοῦ κάθε προσώπου: «καί ἐποίησεν ὁ Θεός τόν ἄνθρωπον, κατ’ εἰκόνα Θεοῦ ἐποίησεν αὐτόν, ἄρσεν καί θῆλυ ἐποίησεν αὐτούς» (Γεν. α΄ 27). Οἱ «ἐργολάβοι» τῆς ἀναδόμησης ἀπορρίπτουν ὡς «ἀνελαστική» αὐτή τή θέση τῆς Ἁγ. Γραφῆς καί θεωροῦν τά «ἔμφυλα στερεότυπα», τά ὁποῖα εὐνοεῖ, ὡς γενεσιουργά «σεξιστικῶν» προκαταλήψεων σέ βάρος τῶν γυναικῶν, πού φτάνουν μέχρι τόν ἐξευτελισμό τους. Οἱ αἰτιάσεις αὐτές, κατά τή διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι αἴολες. Ὅσον δέ ἀφορᾶ στά φαινόμενα ἀπαξιωτικῆς ἀντιμετώπισης τῆς γυναίκας, ὅπου καί ἄν συμβαίνουν, τά καταδικάζει ἀπερίφραστα. Ἡ πατερική Παράδοση εἶναι πλούσια σέ σχετικές ἀναφορές. Ἰδού κάποια παραδείγματα.
Οἱ Πατέρες εἶναι ἀπόλυτοι στήν καταδίκη τῆς λεγόμενης «διπλῆς ἠθικῆς», ὅταν δηλαδή, γιά τίς ἴδιες ἠθικές ἐκτροπές, οἱ νόμοι εἶναι πιό αὐστηροί γιά τίς γυναῖκες ἀπ’ ὅ,τι γιά τούς ἄνδρες. Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος σέ κήρυγμά του στή Βασιλεύουσα ἐνώπιον τοῦ Αὐτοκράτορα καί τῶν ἀρχῶν τῆς Αὐτοκρατορίας τό 381 μ.Χ. εἶπε τέτοια πράγματα πού «οἱ ἐπίσημοι καί οἱ νομοθέτες θαύμασαν καί τρόμαξαν… (καί θύμωσαν)... ἀφοῦ ἀπέρριψε τή νομοθεσία τους καί ζήτησε τήν ἀλλαγή της… Τούς εἶπε ὅτι εἶναι ἄδικο νά τιμωρεῖται ἡ γυναίκα, πού ἀπατᾶ τόν ἄντρα της, καί νά μένει ἀτιμώρητος ὁ ἄντρας, πού ἀπατᾶ κι αὐτός τή γυναίκα του. Καί ὑποστήριξε ὅτι γίνεται ἡ ἀδικία τούτη, ἐπειδή τούς νόμους τούς φτιάξανε ἄντρες» (Στυλ. Παπαδόπουλος, «Ὁ Πληγωμένος Ἀετός», Ἐκδ. Ἀποστ. Διακονία, σελ 241). Ἐξ ἄλλου, ὁ ἱερός Χρυσόστομος ἐπιτιμᾶ γιά τό ἴδιο θέμα τόν ἄνδρα, πού «εἶναι τόσο αὐστηρός μέ τή γυναίκα, πού δέν τῆς ἐπιτρέπει οὔτε τίς ἀναγκαῖες ἐξόδους, ἐνῶ γιά τόν ἑαυτό του θεωρεῖ ὅτι ὅλα ἐπιτρέπονται» (πρβλ. Ε.Π.Ε. 9, 254, σέ ἀπόδοση στήν νεοελληνική, ὅπως καί στίς παραπομπές, πού ἀκολουθοῦν). Στό θέμα δέ τῆς ἐνδοοικογενειακῆς βίας μέ ἔνοχο τόν ἄνδρα καί θύμα τή γυναίκα ὁ Ἅγιος εἶναι καταπέλτης: «Εἶναι δεῖγμα ἔσχατης μανίας νά φέρεται ὁ ἄνδρας μέ σκαιότητα στή γυναίκα του, πρός χάρη τῆς ὁποίας ἔλαβε ἐντολή ἀπό τό Θεό νά ἐγκαταλείψει ἀκόμα καί τούς γονεῖς πού τόν γέννησαν… Ποιός δέν νιώθει φρίκη μέ τήν ἀπαίσια εἰκόνα του, ὅταν βλέπει γείτονες καί περίοικους νά τρέχουν στό σπίτι του, ἐνῶ ἀκούγονται κραυγές καί θρῆνοι στούς στενούς δρόμους τῆς γειτονιᾶς, καί νά τόν βρίσκουν, θηρίο ἀνήμερο, νά ξεσπᾶ σέ ὅ,τι βρεῖ μπροστά του;» (Ε.Π.Ε. 18α, 172). Ὁ αὐτός Ἅγιος Πατέρας, ἀντίθετα, συνηγορεῖ πυροσβεστικά ὑπέρ τῆς γυναίκας, ὅταν αὐτή ἐνέχεται γιά «φραστική βία». Λέει στόν ἄνδρα: «Σέ βρίζει ἡ γυναίκα; Μή γίνεσαι καί σύ σάν αὐτή. Διότι ἡ ἐπίθεση μέ βρισιές εἶναι γυναικεία ἀδυναμία. Ψυχῆς ἀρρώστια καί ἐλάττωμα. Μή νομίζεις ὅτι μειώνεσαι ὅταν σέ βρίζει ἡ γυναίκα. Μειωτικό εἶναι, σύ μέν νά βρίζεις, ἐκείνη δέ νά τό ξεπερνᾶ. Τότε, καί φέρεσαι ἄσχημα καί εὐτελίζεσαι. Ἄν ὑπομένεις τή βρισιά τότε δείχνεις τό μεγαλεῖο σου» (Ε.Π.Ε. 15,444).
Ἡ Ἐκκλησία ἀφήνει ἀνοιχτό πεδίο ἐπιλογῶν στά ὑποκείμενα νά ἐνεργοῦν κατά τίς ἀνάγκες τῶν ἐκάστοτε περιστάσεων. Ἀρκεῖ οἱ ἐπιλογές τους νά εἶναι ζυγισμένες καί ὑπεύθυνες. Δέν ἀποκλείει τούς ἄνδρες ἀπό τίς οἰκιακές ἀσχολίες, οὔτε τίς γυναῖκες ἀπό τή δημόσια δράση. Ἐνδιαφέρον ἔχει μιά τοποθέτηση ἀπό ἀντίπαλο πρός τήν Ἐκκλησία στρατόπεδο γιά τό Βυζάντιο, ἕνα κόσμο, πού, ὡς γνωστόν, κατά τήν ὑλιστική διανόηση, ἦταν ἔρμαιο στείρων ἐκκλησιαστικῶν ἀντιλήψεων. Στόν ἱστότοπο isotitafilwn… (βλ. ἀν.) εἴδαμε ἀνηρτημένα τά ἑξῆς: «Κατά κοινή ὁμολογία τῶν μελετητῶν τοῦ θέματος, ἡ θέση τῆς γυναίκας στό Βυζάντιο ἦταν πολύ καλύτερη ἀπ’ αὐτή στήν ἀρχαία Ἑλλάδα. Στό Βυζάντιο ὑπῆρξαν γυναῖκες αὐτοκράτειρες, γυναῖκες ἡγετικές μορφές, γυναῖκες ἰατροί,… σ’ ὅλες τίς μεγάλες πόλεις τῆς αὐτοκρατορίας καταγράφονται ὑπηρεσίες παροχῆς κοινωνικῆς πρόνοιας καί περίθαλψης, στή λειτουργία τῶν ὁποίων σπουδαῖο ρόλο ἔπαιζαν οἱ γυναῖκες: τρανό παράδειγμα, τό νοσοκομεῖο τοῦ Παντοκράτορος στήν Κωνσταντινούπολη τοῦ 12ου αἰῶνα, στό ὁποῖο ὑπῆρχε μία γυναίκα γιατρός, τέσσερις γυναῖκες ἀναπληρωματικοί βοηθοί καί δύο γυναῖκες ἀναπληρωματικοί βοηθοί τους. Ἐπιπροσθέτως, οἱ γυναῖκες τοῦ Βυζαντίου δέ θεωρήθηκαν ἀνάξιες νά κατέχουν τό ὕψιστο ἀξίωμα τοῦ κράτους ἁπλά ἐπειδή ἦταν γυναῖκες. Τέσσερις αὐτοκράτειρες κυβέρνησαν μόνες τους -δίχως νά ἔχουν σύζυγο- χωρίς νά φέρει κανείς ἀντίρρηση λόγῳ τοῦ φύλου τους».
Στό μεταπτωτικό κόσμο τῆς ἀδικίας καί τῆς φθορᾶς, τό κήρυγμα τῆς Ἐκκλησίας ὑπῆρξε λυτρωτικό γιά τή γυναίκα. Ἦταν διακήρυξη ἀπόλυτης ἰσοτιμίας μέ τόν ἄνδρα, χωρίς ὅμως νά βιάζει τήν ἀνθρώπινη φύση στήν «προκρούστεια κλίνη» τοῦ «ἀορίστου» φύλου. Ἐμμένοντας δηλαδή στήν «ἔμφυλη» ἀλληλοσυμπλήρωση τῶν ἰσότιμων ἀλλά διακριτῶν λειτουργιῶν τῶν φύλων, ἡ Ἐκκλησία ὑποδεικνύει τρόπους ἀγαστῆς συμπόρευσης ἀνδρῶν-γυναικῶν, πού ἔθρεψαν γενεές γενεῶν καί κατέστησαν τό ἀνθρώπινο γένος ἱκανό νά ἐπιβιώνει μέχρι σήμερα, νά παράγει πολιτισμούς καί νά ἀνοίγει ὁρίζοντες πνευματικῶν ἀναβάσεων, παρ’ ὅτι ἔχει νά ξεπερνᾶ, τόν ἕνα μετά τόν ἄλλο, ὀλέθριους κυκλῶνες πολέμων καί κρίσεων. Αὐτή ἡ πανανθρώπινη ἐμπειρία γιά τήν ἀρχέγονη τάξη τοῦ κόσμου ὑπῆρξε τό σχέδιο τοῦ πανσόφου Θεοῦ, τό ὁποῖο, ἡ Ἐκκλησία, ἔχει χρέος νά διαφυλάξει ὡς «κόρην ὀφθαλμοῦ». Γι’ αὐτό στηρίζει ἔνθερμα τό θεσμό τῆς οἰκογένειας καί τήν κατανομή ρόλων καί εὐθυνῶν μεταξύ τῶν συζύγων μέσα στό γάμο.
Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, στό παραινετικό ἔπος του, «πρός Ὀλυμπιάδα», γαμήλιο δῶρο πρός μιά πνευματική του κόρη γιά τόν προσεχῆ γάμο της, γράφει μεταξύ ἄλλων καί τά ἑξῆς: «Ἐσύ εἶσαι γυναίκα, ἔχεις μεγάλο προορισμό, ἀλλά διαφορετικό ἀπό τόν ἄνδρα, πού πρέπει νά εἶναι ἡ κεφαλή. Ἄσε τήν ἀνόητη ἰσότητα τῶν δυό φύλων καί προσπάθησε νά ζήσεις τά καθήκοντα τοῦ γάμου. Στήν ἐφαρμογή τους θά δεῖς πόση ἀντοχή χρειάζεται γιά ν' ἀνταποκριθεῖς ὅπως πρέπει σ' αὐτά τά καθήκοντα, ἀλλά καί πόση δύναμη κρύβεται στό ἀσθενές φύλο... Νά ξέρεις ὅτι ἡ παρουσία σου στό σπίτι σου εἶναι ἀναντικατάστατη, γι' αὐτό πρέπει νά τό ἀγαπήσεις μ' ὅλες τίς φροντίδες τοῦ νοικοκυριοῦ. Νά τό βλέπεις σάν βασίλειό σου, καί νά μή συχνοβγαίνεις ἀπό τό κατώφλι σου. Ἄφησε τίς ἔξω δουλειές γιά τόν ἄνδρα….» (PG 37, 1542).
Ἡ αὐθεντία τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου καταγράφει ἀκριβῶς τή θέση τῆς Ἐκκλησίας, πού κρατᾶ ψηλά στήν ἐκτίμησή Της τήν ἐνδοοικογενειακή δραστηριότητα τῆς γυναίκας καί δέν τήν εὐτελίζει μπροστά στή δῆθεν ἀπείρως ἀνώτερη δημόσια δράση. Μεγάλη ἡ χαρά βέβαια τῆς Ἐκκλησίας καί δόξα Της, ὅταν ἄνδρες ἤ γυναῖκες, ἐπιλέγουν τήν ἀγγελομίμητη ὑπέρβαση τῆς φυσικῆς τάξης τοῦ γάμου, γιά νά ἀφιερωθοῦν ὁλοκληρωτικά στό Θεό καί στό ἔργο Του. Ἀνέχεται ἀκόμα τήν ἐπιλογή τους νά μείνουν μέ συνέπεια ἄγαμοι, ἀποφεύγοντας τά βάρη τοῦ γάμου. Ὅμως δέν παρεμβαίνει στίς ἀποφάσεις τους καθοριστικά. Ἀφήνει τό «δράμα» νά παιχθεῖ καί νά λυθεῖ στά ἐσώψυχα κάθε προσώπου, ἐκεῖ πού αὐτό συναντᾶται μυστικά καί ἀθόρυβα μέ τό Δημιουργό του. Καί ἄν ἡ λύση γύρει πρός τή φυσική τάξη τοῦ γάμου, ὅπερ καί συνηθέστερο, καί πάλι ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νά μείνει, ἄν θέλει, ἐργάτης στό ἔργο τοῦ Κυρίου. Χαρακτηριστικό εἶναι πῶς ὁ Ἅγιος Πατέρας κλείνει τό παραινετικό του ἔπος πρός τή νέα κόρη: «Ἄν θέλεις πάλι νά σοῦ εὐχηθῶ καί τό καλύτερο,… σοῦ εὔχομαι νά γίνεις ἀμπέλι πολύκαρπο, μέ τέκνα τέκνων, γιά νά δοξάζεται ἀπό περισσότερους ὁ Θεός, γιά τόν Ὁποῖο γεννιόμαστε καί πρός τόν Ὁποῖο πρέπει ἀπ' αὐτή τή ζωή νά ὁδεύουμε».
Ὅσοι, ἔστω καί λίγο, ἀνέλαβαν τήν εὐθύνη μιᾶς τέτοιας «ἱεραποστολῆς», γνωρίζουν τί ἱκανότητες, ψυχικές δυνάμεις καί ἀντοχές ἀπαιτεῖ. Νιώθουν μέ δέος τό βάρος τοῦ ἐγχειρήματος νά τούς ξεπερνᾶ. Καταθέτουν ὅμως τόν κόπο, τόν μόχθο καί τά δάκρυα, πού ἀναπόφευκτα πᾶνε μαζί του, ὡς λατρεία στά πόδια τοῦ Θεοῦ. Ὅλ’ αὐτά ὁ κόσμος τά βδελύσσεται. Οἱ ἐπίδοξοι ἀναμορφωτές του τά διακωμωδοῦν ὡς «μαζοχιστική αὐτο-βεβαίωση» γιά ἀνεγκέφαλους. Αὐτοί πρακτορεύουν τήν ἔπαρση καί τή λαγνεία ἀπ’ τή λατρεία τῶν εἰδώλων τοῦ νῦν αἰῶνος….

Ἐ. Χ. Οἰκονομάκος 

Πηγή: http://el-pliroforisi.gr/

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

!!!!!