Τρίτη 5 Μαΐου 2015

ΓΥΡΩ ΑΠΟ ΤΙΣ ΠΗΓΕΣ ΤΟΥ ''ΠΕΡΙ ΤΡΙΑΔΟΣ'' ΤΟΥ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ (21)


ΓΥΡΩ ΑΠΟ ΤΙΣ ΠΗΓΕΣ ΤΟΥ DE TRINITATE ΤΟΥ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ

ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ ΚΑΙ ΒΙΤΤΟΡΙΝΟ.

Του Pierre Hadot

Τα αποσπάσματα που αναλύσαμε πλουτίζουν πολύ τις γνώσεις μας για την μεταφυσική του Πορφυρίου.  Και πρώτα απ' όλα ανακαλύψαμε ότι σε αυτόν τον σχολιασμό στον Παρμενίδη ο Πορφύριος επέμενε πολύ λιγότερο στην αντίθεση ανάμεσα στο Ένα και τα Πολλά από ότι στην αντίθεση ανάμεσα στο Απόλυτο και το Σχετικό. Ένα χωρίο τού έκτου αποσπάσματος συμπυκνώνει τέλεια αυτή την πλευρά της θεωρίας του Πορφυρίου. "τις έστιν ούτος (ο νους) ο λέγων έτερον είναι το νοούν και το νοούμενον; Ο βλέπων πότε ενούται το νοούν  τώ νοουμένω και τί ποτε ου δύναται; η πάντων εφαπτομένη (ενέργεια) και κατά το αυτό και εν ουδενί ούσα; {η βλέπουσα, θεωρούσα, τόσο όταν το νοούν (σκέψη;) ενώνεται με το νοούμενο (σκεφθέν) όσο και όταν δεν είναι σε κανένα νοούμενο, σκέψη;}! Εκάστη μεν ούν των άλλων πρός τι πέπηγε (κάθε μία από τις άλλες ενέργειες είναι προσκολλημένη σε κάτι) και κατά το είδος πάντως αυτώ και κατά το όνομα τέτακται (και σε αυτό τακτοποιημένη τόσο ως προς την μορφή όσο και ως προς το όνομα), αύτη δέ ουδενός εστι, διό ουδέ είδος ουδέ όνομα έχει ουδέ ουσίαν. εν ουδενί γαρ κρατείται {αλλά αυτή δεν είναι ενέργεια ουδενός (μηδενός) καθότι δεν έχει μορφή, ούτε όνομα, ούτε ουσία}, εν ουδενί γαρ κρατείτα, αλλά ουδέ μορφούται υπό τινος (δεν μορφούται χάρη σε κάτι άλλο), όντως ούσα απαθής και όντως αχώριστος εαυτής ού νόησις ούσα, ού νοητόν, ούκ ουσία, αλλ' επέκεινα πάντων και πάντων αιτία ασύζυγος (χωρίς σχέση." [Σχόλια στον Παρμενίδη ΧΙΙI, 13-22].

Αυτή η αντίθεση ανάμεσα στο συντονισμένο και το ασυντόνιστο, το συγκεκριμένο και το αόριστο, αυτό που έχει σχέση με κάτι και αυτό που δεν έχει, συναντάται σε διάφορες εκφράσεις στα αποσπάσματά μας. Υπάρχει η αντίθεση ανάμεσα στην απόλυτη γνώση που είναι το ΕΝΑ και την γνώση ενός νοούντος ο οποίος σχετίζεται με ένα νοούμενο. Υπάρχει η αντίθεση ανάμεσα στο απόλυτο Είναι, που δεν είναι ούτε ενός υποκειμένου, ούτε υποκείμενο, αλλά καθαρή ενέργεια, και στο καθορισμένο Είναι που είναι ένα υποκείμενο που είναι κάτι. Υπάρχει τέλος η αντίθεση ανάμεσα στην δύναμη τής θεωρίας του Νου που δεν δύναται εις εαυτόν εισελθείν (να επιστρέψει, διότι απλούς) και στίς συγκεκριμένες ενέργειες με τις οποίες ο νους εξέρχεται εαυτού και επιστρέφει εις εαυτόν. Η πρώτη είναι απόλυτη, ασυντόνιστη, υπερβατική, είναι καθαρή θεωρία. Οι ενέργειες όμως είναι δεμένες μαζί, δημιουργούν (μορφώνουν) μια κίνηση με τάξη, κατευθυνόμενη σε κάτι, τής οποίας οι στιγμές είναι σχετικές οι μεν από τις δε.

Αυτή η θεωρία έχει συνέπειες διαμετρικά αντίθετες! Φαίνεται καταρχάς ότι στηρίζει μια δυναμική επιβεβαίωση τής θείας υπερβατικότητος: ο θεός δεν έχει σχέσεις με τα πράγματα, είμαστε τίποτε σε σύγκριση μαζί του, μπορεί να υπάρχει μόνον ολοκληρωτική  και αμοιβαία αγνωσία ανάμεσα στον άνθρωπο και στον θεό. Αλλά ταυτοχρόνως επιτρέπει και μια πλήρως θετική, καταφατική θεολογία. Ο,τιδήποτε είναι σχετικό στα πράγματα τα γενητά μπορεί να κατανοηθεί σαν να υπάρχει ήδη στον θεό αλλά με απόλυτο τρόπο. [Κατήργησε την πτώση της ψυχής ο Πορφύριος, τόσο ουσιαστική στον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη, καί στήν θέση της έβαλε τό σώμα σήμα, τάφος, τό οποίο είναι αδύνατον νά εξαγνισθεί]. Μπορούμε να εννοήσουμε λοιπόν πριν από το  το συγκεκριμένο Ον το καθαρό Είναι, το απόλυτο και πριν από την γνώση μία καθαρή και απόλυτη γνώση. Και θα υπάρχει τοιουτοτρόπως συνέχεια ανάμεσα στον θεό και στα πράγματα που έρχονται μετά από αυτόν. [Τίθενται επίσης και οι βάσεις της αναλογίας και του προορισμού, που καταλήγει στην γνωστή Ιεραρχία, την γήινη και την Ουράνια]. Η πρόοδος των πραγμάτων θα φανεί λοιπόν σαν η κίνηση κατά την οποία μια πραγματικότης, υπάρχουσα στον θεό με έναν τρόπο απολύτως αγνό και καθαρό, καθορίζεται, εισέρχεται σε σχέση, πρώτα με τον εαυτό της και ύστερα με όλες τις άλλες καθορισμένες πραγματικότητες. Εδώ ακριβώς ο Νους περνά από την κατάστασή του της ησυχίας και της συμπτώσεως με το Ένα, σε μία κίνηση διαφοράς και εξόδου, ύστερα δε μεταστροφής και επιστροφής στον εαυτό, που του επιτρέπει να εισέλθει σε σχέση με τον εαυτό του. Και τότε η καθαρή νόηση γίνεται νόηση νοήσεως.

Όλα αυτά τα θέματα υπάρχουν και στον Βιττορίνο, ο οποίος επηρέασε τα μέγιστα την Δυτική θεολογία, αρχής γενομένης με τον Αυγουστίνο. Η διάκριση ανάμεσα στο Είναι και το Ον εκφράζεται με τις ίδιες σχεδόν λέξεις: πριν από το συγκεκριμένο Ον υπάρχει το Είναι και εάν το συγκεκριμένο Ον είναι η δεύτερη υπόσταση, το Είναι είναι η πρώτη υπόσταση. Έτσι διακρίνονται δύο τρόποι τού Είναι, το προϋπάρχον Είναι του Οντος και το Είναι σε σχέση με το Ον (σύζυγον). [Αυτό το συγκεκριμένο Είναι με μία γενική ή ιδιαίτερη μορφή, αντιτίθεται στο θείο Είναι το οποίο είναι απολύτως καθολικό]. Το Ον είναι η αρχή αυτού του δεύτερου τρόπου, στο μέτρο που το Ον είναι η αρχή του συγκεκριμένου Είναι όσο και του εαυτού του, όσο και των ιδιαιτέρων όντων. Αυτή η ταύτιση της θεωρίας ανάμεσα στον Βιττορίνο και τον Πορφύριο είναι τόσο σημαντική εάν λάβουμε υπ' όψιν μας ότι αυτή η διάκριση ανάμεσα στο Είναι και το Ον είναι μοναδική σε όλη την Ιστορία της αρχαίας φιλοσοφίας και δεν την ξαναβρίσκουμε παρά μόνον στον Βοήθιο. "Το εν ... αυτό το Είναι το προ του Οντος ... Ώστε διττόν το Είναι, το μεν προϋπάρχει του Οντος, το δε ό επάγεται εκ του Οντος, του επέκεινα Ενός του Είναι Οντος το Απόλυτον και ώσπερ ιδέα του Οντος, ου μετασχόν άλλο τι Εν γέγονεν, ω σύζυγον το απ' αυτού επιφερόμενον Είναι." (Σχόλια στον Παρμενίδη ΧΙΙ, 26-35).
Όπως ο Πορφύριος έτσι και ο Βιττορίνο δέχεται μια απόλυτη γώση στον θεό η οποία παραμένει καθαρή και απλή, χωρίς αντικείμενο, "είναι γνώση". Διακρίνει δύο Νόες. Τον πρώτο ο οποίος δεν δύναται εις εαυτόν εισελθείν, τον δεύτερο ο οποίος είναι ο ενεργεία πρώτος. Είναι ο γενητός Νους (ο τόκος εν καλώ) ο οποίος νοείται σαν Νους. Αυτός είναι κατά πρώτον σε μία κατάσταση καθαράς υπάρξεως και γι' αυτό συγχέεται με τον πρώτο Νου, με το νοητό και με τον θεό. (Η ζωή και η νόηση ταυτίζονται ακόμη με το Είναι). Και το νοούν και το νοούμενον υπάρξει.

Δεν υπάρχει λοιπόν άλλο νοητό παρά ο ίδιος ο Νους σε αυτή την κατάσταση της ησυχίας. Βγαίνοντας όμως από αυτή την κατάσταση της καθαρής υπάρξεως, ο νους ψάχνει να δει τον εαυτό της και να επιστρέψει. Σε αυτή την κίνηση της εξόδου γίνεται ζωή και άπειρο. Αυτή η κίνηση της εξόδου του επιτρέπει να επιστρέψει στον εαυτό με μια ενέργεια που είναι ακριβώς η ενέργεια της νοήσεως (της σκέψης). Και είναι τότε ο Νους ο οποίος εξωτερικεύθη στην γνώση του εαυτού του. Αυτή λοιπόν η συνέχεια των ιδεών σχηματίζει ή διαμορφώνει μια μοναδική ένωση. Μόνον στον Πορφύριο και στον Βιττορίνο βρίσκεται αυτή η διάκριση ανάμεσα σε δύο καταστάσεις του Νοός, πολύ στενά δε συνδεδεμένη με την τριαδική κίνηση στην οποία ο Νους εξέρχεται εαυτού για να επιστρέψει εις εαυτόν και να θεωρηθεί, και να γίνει ζωή για να νοηθεί!

Συνεχίζεται με την υπόσταση της ψυχής!


Αμέθυστος

4 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Όλες αυτές οι μεταφράσεις που ΄χεις κάνει είναι εξαιρετικές και σ ΄ευχαριστώ πολύ που μας δίνεις την δυνατότητα να χουμε πρόσβαση σε τέτοιες μελέτες.Υπάρχει περίπτωση την παρούσα μετάφραση να την ολοκληρώσεις;

amethystos είπε...

Μάλιστα υπάρχει. Αμέσως μόλις ολοκληρώσουμε τήν διαλεκτική τού Χέγκελ. Απομένουν δέκα σελίδες περίπου.

Ανώνυμος είπε...

Δίδεται κάποια εξήγηση από τον Πορφύριο για ποιον λόγο ο Νους να εξέρχεται από την κατάσταση της ησυχίας για να γίνει ζωή και άπειρο; Γιατί δεν του αρκεί να είναι σε ησυχία;

amethystos είπε...

Αναφέρεται στον δευτερο νού, τόν νού της ψυχης, μετά τήν πτώση του.Κατά τήν οποία ο ανθρωπος καθίσταται ψυχικός, στόν οποίο ο δεύτερος αυτός νούς, τής δίνει τήν δύναμη, τήν δυνατότητα, τών αρετών.