Συνέχεια από:Τρίτη, 28 Απριλίου 2015
Ο ΗΘΙΚΟΣ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ
Του Pierre Aubenque
ΟΙ ΞΕΧΩΡΙΣΤΕΣ ΑΡΕΤΕΣ.
V. Δικαιοσύνη και αμεροληψία. Το φυσικό δίκαιο.
Στην απαρίθμηση των ηθικών αρετών πρέπει να διαθέσουμε μία ξεχωριστή θέση στην αρετή τής δικαιοσύνης, η ανάλυση της οποίας καταλαμβάνει ένα ολόκληρο βιβλίο, το πέμπτο των Ηθ.Νικομ (και αντιστοιχεί και στο πέμπτο απο τα Ηθικά Ευδήμεια). Αυτή η θέση εξηγείται χωρίς αμφιβολία με το γεγονός ότι οι Έλληνες θεωρούσαν την δικαιοσύνη, η οποία ρυθμίζει τις κοινωνικές σχέσεις και εξασφαλίζει την αρμονία της πολιτικής κοινότητος, την υψηλότερη ανάμεσα στις αρετές (Ηθ. Νικομ. 1129 b 28). Μπορούμε να πούμε ότι ολόκληρο το μεγαλύτερο έργο του Πλάτωνος, η Πολιτεία, είναι μία συζήτηση της ιδέας της δικαιοσύνης και των μεταφυσικών της θεμελίων. Αλλά εκ νέου, πρέπει να προσέξουμε, πέρα απο τις φαινομενικές συγκλίσεις, την ιδιαιτερότητα τής θέσεως του Αριστοτέλη ο οποίος στηρίζεται περισσότερο στην λαϊκή ηθική εμπειρία, για να αντλήσει την δομή του, παρά σε θεωρητικές επεξεργασίες πολύ γενικευμένες ή γενικές. Για τον Πλάτωνα, η δικαιοσύνη ήταν η αρετή της τάξεως: σαν λειτουργία της ειχε την εξασφάλιση, στην πολιτική κοινότητα, τής ισορροπίας ανάμεσα στις τάξεις τής κοινωνίας (διοικητικοί, πολεμιστές και παραγωγοί) αλλά και στην διανοητική ζωή, την ισορροπία των τριών μερών της ψυχής (διάνοια, αίσθηση και επιθυμία). Η δικαιοσύνη συνίστατο, για κάθε στοιχείο αυτού του όλου, στην "πραγμάτωση τού έργου της (τά εαυτού πράττειν), δηλαδή στην ανάλυψη τού μέρους που της ανετέθη, χωρίς να εισχωρήσει στο στοιχείο που βρίσκεται δίπλα της και το οποίο είναι ανταγωνιστικό. Αλλά, απο την στιγμή που αυτό το ίδιο μέρος ήταν ανάλογο στην αξία (του ατόμου ή της τάξεως) ή στην σχετική αξία καθενός απο τα μέρη της ψυχής, η ανθρώπινη δικαιοσύνη εμφανίζετο σαν η εμπειρική πραγματοποίηση μίας ιδεατής τάξεως, στηριγμένης στην μαθηματική δομή τής αναλογίας δηλαδή τής ισότητος σχέσεων ή της συμμετρίας, βάσει της διατυπώσεως: σε καθέναν σύμφωνα μ' αυτό που του πρέπει.
Συνεχίζεται
Ο ΗΘΙΚΟΣ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ
Του Pierre Aubenque
ΟΙ ΞΕΧΩΡΙΣΤΕΣ ΑΡΕΤΕΣ.
ΟΙ ξεχωριστές ηθικές αρετές και τα αντίστοιχα πάθη περιγράφονται στα βιβλία ΙΙΙ αι IV των Ηθ. Νικομ. Με τον τυπικό τρόπο του ο Αριστοτέλης δέν προτείνει εδώ, όπως είχε κάνει ο Πλάτων στην Πολιτεία, μία ταξινόμηση των αρετών βασισμένη στην διάκριση των μερών της ψυχής. Κάθε αρετή αντιθέτως ορίζεται στην βάση ενός συγκεκριμένου τύπου καταστάσεως, την οποία πρέπει να αντιμετωπίσει κάθε φορά με τον καλύτερο τρόπο. Ο κίνδυνος ενεργοποιεί το κουράγιο, ο πλούτος αναδεικνύει την ελευθεριότητα, η ηδονή την εγκράτεια, η δόξα την μεγαθυμία κ.τ.λ. Η αρετή υπάρχει μόνον σε μία δεδομένη κατάσταση (κάτι που θα επιτρέψει στον Αριστοτέλη, στην συνέχεια -1178 α 7-18-να τολμήσει να πεί το παράδοξο ότι ο Θεός δέν είναι ενάρετος: δέν έχει κουράγιο διότι δέν διαθέτει εχθρούς, δέν είναι μετρημένος διότι δεν έχει επιθυμίες, δέν είναι σωστός διότι με δυσκολία μπορούμε να τον φανταστούμε να υπογράφει συμβόλαια κ.τ.λ.). Επειδή δέ οι καταστάσεις δέν συστηματοποιούνται, η ηθική του Αριστοτέλη παρουσιάζεται εδώ σαν απλά περιγραφική: πρέπει να περιγράψει τύπους ενάρετων ανθρώπων, όπου η ύπαρξη ακριβώς τού ενάρετου προηγείται κατά κάποιο τρόπο της έννοιας μία αρετής, η οποία είναι λιγότερο μία ουσία και περισσότερο ένα ζωντανό μοντέλο συμπεριφοράς.
Απο εδώ γεννιέται μία σειρά πορτραίτων, τα οποία βρίσκονται στην καταγωγή τού λογοτεχνικού είδους των "χαρακτήρων", που έγινε διάσημο απο τον πρώτο μαθητή τού Αριστοτέλη, τον Θεόφραστο. Ανάμεσα σ'αυτά τα πορτραίτα μερικά τα οποία είναι ιδιαιτέρως επιτυχημένα, μας πληροφορούν με ακρίβεια για το ηθικό ιδανικό τών Ελλήνων πολύ καλύτερα απο όσο θα μπορούσαν να το πετύχουν πολύ πιό συστηματικές ηθικές. Αυτή είναι η περίπτωση του μεγαλόψυχου (Χ,7-9), του οποίου η αρετή-που σήμερα θα δυσκολευτούμε πολύ να την αναγνωρίσουμε ώς τέτοια-συνίσταται, σε αντίθεση με την αλλαζονεία και την ματαιοδοξία, δηλαδή με την υποτίμηση τού εαυτού μας, στο να είμαστε σωστά συνειδητοί τών προτερημάτων μας. Είναι βεβαίως αυτονόητο ότι η ταπεινότης, ή Χριστιανική αρετή, δέν έχει θέση σ'αυτόν τον ελληνικό κατάλογο των αρετών. Αλλά δίπλα στην σωστή φιλοτιμία (IV,10) βρίσκουν την θέση οι αρετές τής πραότητος και της αιδούς! Αυτή η τελευταία " ένα είδος φόβου να δώσουμε μία άσχημη εικόνα για μας" είναι ιδιαιτέρως χρήσιμη στους νέους που ζούν κάτω απο την αυτοκρατορία του πάθους, αλλά σχεδόν άχρηστη για τον ώριμο άνθρωπο και την ολοκληρωμένη αυτοκυριαρχία. Γίνεται έτσι κατανοητό πώς η φιλαυτία είναι περισσότερο απο μία κακή συνείδηση ή μία δυστυχής συνείδηση, είναι η ενάρετη συμπόρευση μίας ζωής ενωμένης απο την έρευνα του αγαθού, πάντοτε σε αρμονία με τον εαυτό και απολύτως ευτυχής.
V. Δικαιοσύνη και αμεροληψία. Το φυσικό δίκαιο.
Στην απαρίθμηση των ηθικών αρετών πρέπει να διαθέσουμε μία ξεχωριστή θέση στην αρετή τής δικαιοσύνης, η ανάλυση της οποίας καταλαμβάνει ένα ολόκληρο βιβλίο, το πέμπτο των Ηθ.Νικομ (και αντιστοιχεί και στο πέμπτο απο τα Ηθικά Ευδήμεια). Αυτή η θέση εξηγείται χωρίς αμφιβολία με το γεγονός ότι οι Έλληνες θεωρούσαν την δικαιοσύνη, η οποία ρυθμίζει τις κοινωνικές σχέσεις και εξασφαλίζει την αρμονία της πολιτικής κοινότητος, την υψηλότερη ανάμεσα στις αρετές (Ηθ. Νικομ. 1129 b 28). Μπορούμε να πούμε ότι ολόκληρο το μεγαλύτερο έργο του Πλάτωνος, η Πολιτεία, είναι μία συζήτηση της ιδέας της δικαιοσύνης και των μεταφυσικών της θεμελίων. Αλλά εκ νέου, πρέπει να προσέξουμε, πέρα απο τις φαινομενικές συγκλίσεις, την ιδιαιτερότητα τής θέσεως του Αριστοτέλη ο οποίος στηρίζεται περισσότερο στην λαϊκή ηθική εμπειρία, για να αντλήσει την δομή του, παρά σε θεωρητικές επεξεργασίες πολύ γενικευμένες ή γενικές. Για τον Πλάτωνα, η δικαιοσύνη ήταν η αρετή της τάξεως: σαν λειτουργία της ειχε την εξασφάλιση, στην πολιτική κοινότητα, τής ισορροπίας ανάμεσα στις τάξεις τής κοινωνίας (διοικητικοί, πολεμιστές και παραγωγοί) αλλά και στην διανοητική ζωή, την ισορροπία των τριών μερών της ψυχής (διάνοια, αίσθηση και επιθυμία). Η δικαιοσύνη συνίστατο, για κάθε στοιχείο αυτού του όλου, στην "πραγμάτωση τού έργου της (τά εαυτού πράττειν), δηλαδή στην ανάλυψη τού μέρους που της ανετέθη, χωρίς να εισχωρήσει στο στοιχείο που βρίσκεται δίπλα της και το οποίο είναι ανταγωνιστικό. Αλλά, απο την στιγμή που αυτό το ίδιο μέρος ήταν ανάλογο στην αξία (του ατόμου ή της τάξεως) ή στην σχετική αξία καθενός απο τα μέρη της ψυχής, η ανθρώπινη δικαιοσύνη εμφανίζετο σαν η εμπειρική πραγματοποίηση μίας ιδεατής τάξεως, στηριγμένης στην μαθηματική δομή τής αναλογίας δηλαδή τής ισότητος σχέσεων ή της συμμετρίας, βάσει της διατυπώσεως: σε καθέναν σύμφωνα μ' αυτό που του πρέπει.
Ο Αριστοτέλης δέν ξεκινά απο μία τόσο φιλόδοξη κατασκευή, αλλά απο την χρήση των όρων δίκαιον και άδικο. Και επειδή η σημασία των λέξεων πολύ συχνά προσλαμβάνεται ευκολότερα μέσω της αρνήσεώς των, ξεκινά ακριβώς απο τον όρο "άδικος", με τον οποίο χαρακτηρίζονται φυσιολογικά τρείς τύπου συμπεριφοράς : άδικος είναι αυτός που παραβιάζει τον νόμο, αυτός που λαμβάνει περισσότερο απο όσο του αναλογεί, και αυτός που παραβιάζει την ισότητα. (1129 α 32). Δέν είναι δύσκολο να συγκλίνουμε την δεύτερη περίπτωση στην τρίτη: Ο άνθρωπος που αρπάζει μία ποσότητα αγαθών μεγαλύτερη απο όσα δικαιούται ή δέχεται λιγότερες δυσκολίες απο αυτές που τού αρμόζουν, σπάζει υπέρ του την ισότητα τών δυνατοτήτων και των τιμών που θα' πρεπε να είναι ο κανόνας ανάμεσα στα μέλη τής ίδιας κοινότητος. Αντιστοίχως, η παράβαση του νόμου αντιπροσωπεύει μία ακόμη μορφή, πιό γενική της πρώτης, παράβασης της δικαιοσύνης.
Συνεχίζεται
Αμέθυστος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου