Ο ΘΕΟΣ ΠΑΤΗΡ - ΚΑΤΑ ΖΗΖΙΟΥΛΑ
Όταν βλέπω τήν φλυαρία τής εποχής μας καί τούς σοφούς πού αναδεικνύονται εντός μιάς μέρας καί τούς αυτοχειροτονήτους θεολόγους, οι οποίοι μόνον επειδή θέλουν νά είναι σοφοί, νομίζουν καί ότι είναι, τότε ποθώ τήν ανωτάτην φιλοσοφίαν καί αναζητώ τήν πλέον απόμακρον έρημον, καί μέ τόν εαυτό μου μόνο να συνομιλώ βούλομαι: Εαυτώ προσλαλούντα καί τώ Θεώ ζήν υπέρ τα ορώμενα.
Καί να κρατώ μέσα μου καθαρές τίς θείες ενοράσεις, αμιγείς από τά γήϊνα καί παραπλανητικά είδωλα, σάν έσοπτρον ακηλίδωτον Θεού καί τών Θείων, κάτι πού είμαι (καθρέφτης) καί συνεχώς προοδεύω (καί όν καί αεί γινόμενον) καί προσθέτοντας φώς εις τό φώς, μέχρις νά έλθωμεν εις τήν πηγήν τών τωρινών απαυγασμάτων (ακτινοβολιών) πού μάς φθάνουν καί επιτύχωμεν τό μακάριον τέλος, όταν η αλήθεια θα καταργήσει τούς καθρέφτες (δηλ. τόν εαυτό)—λυθέντων τών εσόπτρων τή αληθεία.
Ο Γρηγόριος Θεολόγος περιγράφει μέ σαφήνεια τήν πορεία τής θεολογίας, τήν κατάκτηση τής αληθείας. Καί στόν λόγο του δέν χωρά τό πρόσωπο όπως βλέπουμε, παρότι θα μπορούσαμε να ονομάσουμε τόν εαυτό πρόσωπο. Όμως ο εαυτός είναι καί γίγνεται, προοδεύει. Δέν μπορεί νά είναι τό κινητό –ακίνητο καί να περιμένει τόν θάνατο γιά να γνωρίσει τήν αλήθεια. Ακολουθεί τόν Κύριο.
Βλέπουμε επισης καί τήν αιχμή τού Αγίου Γρηγορίου προς τούς επισκόπους (τούς αυτοχειροτονήτους θεολόγους οι οποίοι μόνον επειδή θέλουν νά είναι σοφοί, νομίζουν καί ότι είναι).
Διότι οι σημερινοί επίσκοποι επέβαλαν τήν σύγχρονη κακοδοξία τού προσώπου καί τήν αλλοίωση τού δόγματος, πώς ο Θεός είναι ο Πατήρ καί πώς η μόνη μας δυνατότης είναι ο εικονισμός τής θεότητος. Ο Γρηγόριος διδάσκει : Η αλήθεια καταργεί τούς καθρέφτες. «Κανείς δέν είναι άξιος τού μεγάλου Θεού είτε είναι θύμα, είτε αρχιερεύς, ός μή πρότερον εαυτόν παρέστησε τώ Θεώ θυσίαν ζώσαν»
Άς έλθουμε στό σημαντικότερο. Στόν ισχυρισμό τών συγχρόνων μας πώς ο θεός είναι ο Πατήρ, σέ μιά προσπάθεια να υποβαθμισθεί ο Υϊός όπως καί στήν εποχή τών Αρειανών καί Ευνομιανών. Στόν θεολογικό ΚΘ ο Άγιος Γρηγόριος ασχολείται μόνο μέ αυτό τό πρόβλημα καί διδάσκει : εμείς τιμώμε τήν μοναρχίαν καί μάλιστα τήν μοναρχία η οποία δέν περιορίζεται εις ένα πρόσωπον. Αλλά μοναρχίαν τήν οποία πραγματοποιεί η ισοτιμία τής φύσεως, η σύμπνοια τής γνώμης, η ταυτότης τής κινήσεως.
Τά προβλήματα δημιουργούνται από τήν αναβάθμιση τού χρόνου στήν σύγχρονη ζωή αλλά λύνονται επίσης μέ τη βοήθεια τής εννοίας τού χρόνου. Πχ. ρωτά ο Γρηγόριος : υπήρχε ο Υϊός καί τόν εγέννησε ο Πατήρ ή δέν υπήρχε καί τόν εγέννησε; Ενώ ο Πατήρ είναι χωρίς αρχή; Κάι ποίος είναι; Εκείνος πού η ύπαρξίς Του δέν έχει αρχή. (Όστις ουδέ τού είναι ήρξατο) όταν δέ άρχισε τό είναι του από τότε είναι καί Πατήρ. Δέν είναι λοιπόν εκ τών υστέρων Πατήρ διότι δέν έχει αρχή.
Διότι εάν ο Πατήρ είναι ο Θεός τότε μέχρι να γεννηθεί ο Υϊός δέν ήταν Πατήρ. Όμως στόν Θεό συμπίπτει η ύπαρξις με τήν γέννησιν καί μάλιστα είναι άνευ αρχής.
Εάν ισχυρισθούμε ότι δέν είναι τό ίδιον τό γεννητόν καί το αγέννητον (καί είναι ετερότητες όπως ισχυρίζεται ο Ζηζιούλας) τότε αποκλείεται από τήν Θεότητα ο Υϊός. ΕΑΝ ΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΗΤΟ ΤΟ ΑΓΕΝΝΗΤΟΝ ΤΟ ΓΕΝΝΗΤΟΝ ΔΕΝ ΘΑ ΗΤΟ.
Ομως δέν ταυτίζεται τό αγέννητον μέ τόν Θεόν.
ΟΤΙ ΔΕ ΟΥ ΤΑΥΤΟΝ ΑΓΕΝΝΗΤΟΝ ΚΑΙ ΘΕΟΣ.
Διότι καί το γεννητόν είναι Θεός. Ο Πατήρ λοιπόν δέν είναι ούτε ουσία ούτε ενέργεια. Σημαίνει τήν σχέσιν τού Πατρός προς τόν Υϊόν ή τού Υϊού πρός τόν Πατέρα. Όπως δηλαδή εις ημάς τούς ανθρώπους οι ονομασίες αυτές φανερώνουν τήν γνησιότητα καί την οικειότητα, έτσι καί στόν θεό επισημαίνουν τήν ομοιότητα φύσεως μεταξύ γεννήτορος καί γεννηθέντος.
Γιά να καταλάβουμε τήν απόλυτη σημασία τών σχέσεων τού Θεού άς προστρέξουμε ξανά στόν Άγιο Γρηγόριο : Εμείς προερχόμεθα από δύο καί όχι από έναν. Κάι έτσι διαχωριζόμεθα καί γινόμεθα βαθμιαίως άνθρωποι καί ίσως ούτε άνθρωποι, διότι αυτά συμβαίνουν ανεξαρτήτως τής θελήσεώς μας. Μετά τούς εγκαταλείπομεν καί μάς εγκαταλείπουν, ώστε μένουν μόναι αι σχέσεις Πατέρων καί Υϊών, χωρίς τά πράγματα (Ώς μόνας τάς σχέσεις λείπεσθαι ορφανάς τών πραγμάτων).
Μόνο μ’αυτό το δεδομένο μπορούμε να κατανοήσουμε τα πρόσωπα τής Αγίας Τριάδος σάν σχέσεις. Είναι σχέσεις μετά τών πραγμάτων. Όπως ακριβώς στήν αλήθεια καί στόν λόγο οι λέξεις είναι αλληλένδετες με τα πράγματα.
Τό ΕΙΝΑΙ, αυτό πού τόσο προβληματίζει τήν σύγχρονη φιλοσοφία είναι αυτό πού κρατά δεμένες τίς λέξεις στά πράγματα, τίς σχέσεις στά πράγματα καί δίνει τήν ζωή, πού είναι λόγος, πού είναι πράξη, πού είναι μετάνοια.
Μέ αφορμή μιά παρατήρηση τής ομάδος ΟΟΔΕ.
«...Γιατί να μην πούμε αθεολόγητο τον γέροντα Σωφρόνιο, που αναφέρει ότι ο Θεός είναι η Αγία Τριάδα, και όχι ο Πατήρ, όπως διατυπώνει με ακρίβεια η Ορθόδοξη Θεολογία;...»
Πρός χάριν τους ερευνήσαμε τήν ορθόδοξη θεολογία καί σάς μεταφέρουμε τί διατυπώνει.
ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΘΕΟΛΟΓΟΣ
Λόγος Κ, Περί δόγματος.«...Γιατί να μην πούμε αθεολόγητο τον γέροντα Σωφρόνιο, που αναφέρει ότι ο Θεός είναι η Αγία Τριάδα, και όχι ο Πατήρ, όπως διατυπώνει με ακρίβεια η Ορθόδοξη Θεολογία;...»
Πρός χάριν τους ερευνήσαμε τήν ορθόδοξη θεολογία καί σάς μεταφέρουμε τί διατυπώνει.
ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΘΕΟΛΟΓΟΣ
Όταν βλέπω τήν φλυαρία τής εποχής μας καί τούς σοφούς πού αναδεικνύονται εντός μιάς μέρας καί τούς αυτοχειροτονήτους θεολόγους, οι οποίοι μόνον επειδή θέλουν νά είναι σοφοί, νομίζουν καί ότι είναι, τότε ποθώ τήν ανωτάτην φιλοσοφίαν καί αναζητώ τήν πλέον απόμακρον έρημον, καί μέ τόν εαυτό μου μόνο να συνομιλώ βούλομαι: Εαυτώ προσλαλούντα καί τώ Θεώ ζήν υπέρ τα ορώμενα.
Καί να κρατώ μέσα μου καθαρές τίς θείες ενοράσεις, αμιγείς από τά γήϊνα καί παραπλανητικά είδωλα, σάν έσοπτρον ακηλίδωτον Θεού καί τών Θείων, κάτι πού είμαι (καθρέφτης) καί συνεχώς προοδεύω (καί όν καί αεί γινόμενον) καί προσθέτοντας φώς εις τό φώς, μέχρις νά έλθωμεν εις τήν πηγήν τών τωρινών απαυγασμάτων (ακτινοβολιών) πού μάς φθάνουν καί επιτύχωμεν τό μακάριον τέλος, όταν η αλήθεια θα καταργήσει τούς καθρέφτες (δηλ. τόν εαυτό)—λυθέντων τών εσόπτρων τή αληθεία.
Ο Γρηγόριος Θεολόγος περιγράφει μέ σαφήνεια τήν πορεία τής θεολογίας, τήν κατάκτηση τής αληθείας. Καί στόν λόγο του δέν χωρά τό πρόσωπο όπως βλέπουμε, παρότι θα μπορούσαμε να ονομάσουμε τόν εαυτό πρόσωπο. Όμως ο εαυτός είναι καί γίγνεται, προοδεύει. Δέν μπορεί νά είναι τό κινητό –ακίνητο καί να περιμένει τόν θάνατο γιά να γνωρίσει τήν αλήθεια. Ακολουθεί τόν Κύριο.
Βλέπουμε επισης καί τήν αιχμή τού Αγίου Γρηγορίου προς τούς επισκόπους (τούς αυτοχειροτονήτους θεολόγους οι οποίοι μόνον επειδή θέλουν νά είναι σοφοί, νομίζουν καί ότι είναι).
Διότι οι σημερινοί επίσκοποι επέβαλαν τήν σύγχρονη κακοδοξία τού προσώπου καί τήν αλλοίωση τού δόγματος, πώς ο Θεός είναι ο Πατήρ καί πώς η μόνη μας δυνατότης είναι ο εικονισμός τής θεότητος. Ο Γρηγόριος διδάσκει : Η αλήθεια καταργεί τούς καθρέφτες. «Κανείς δέν είναι άξιος τού μεγάλου Θεού είτε είναι θύμα, είτε αρχιερεύς, ός μή πρότερον εαυτόν παρέστησε τώ Θεώ θυσίαν ζώσαν»
Άς έλθουμε στό σημαντικότερο. Στόν ισχυρισμό τών συγχρόνων μας πώς ο θεός είναι ο Πατήρ, σέ μιά προσπάθεια να υποβαθμισθεί ο Υϊός όπως καί στήν εποχή τών Αρειανών καί Ευνομιανών. Στόν θεολογικό ΚΘ ο Άγιος Γρηγόριος ασχολείται μόνο μέ αυτό τό πρόβλημα καί διδάσκει : εμείς τιμώμε τήν μοναρχίαν καί μάλιστα τήν μοναρχία η οποία δέν περιορίζεται εις ένα πρόσωπον. Αλλά μοναρχίαν τήν οποία πραγματοποιεί η ισοτιμία τής φύσεως, η σύμπνοια τής γνώμης, η ταυτότης τής κινήσεως.
Τά προβλήματα δημιουργούνται από τήν αναβάθμιση τού χρόνου στήν σύγχρονη ζωή αλλά λύνονται επίσης μέ τη βοήθεια τής εννοίας τού χρόνου. Πχ. ρωτά ο Γρηγόριος : υπήρχε ο Υϊός καί τόν εγέννησε ο Πατήρ ή δέν υπήρχε καί τόν εγέννησε; Ενώ ο Πατήρ είναι χωρίς αρχή; Κάι ποίος είναι; Εκείνος πού η ύπαρξίς Του δέν έχει αρχή. (Όστις ουδέ τού είναι ήρξατο) όταν δέ άρχισε τό είναι του από τότε είναι καί Πατήρ. Δέν είναι λοιπόν εκ τών υστέρων Πατήρ διότι δέν έχει αρχή.
Διότι εάν ο Πατήρ είναι ο Θεός τότε μέχρι να γεννηθεί ο Υϊός δέν ήταν Πατήρ. Όμως στόν Θεό συμπίπτει η ύπαρξις με τήν γέννησιν καί μάλιστα είναι άνευ αρχής.
Εάν ισχυρισθούμε ότι δέν είναι τό ίδιον τό γεννητόν καί το αγέννητον (καί είναι ετερότητες όπως ισχυρίζεται ο Ζηζιούλας) τότε αποκλείεται από τήν Θεότητα ο Υϊός. ΕΑΝ ΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΗΤΟ ΤΟ ΑΓΕΝΝΗΤΟΝ ΤΟ ΓΕΝΝΗΤΟΝ ΔΕΝ ΘΑ ΗΤΟ.
Ομως δέν ταυτίζεται τό αγέννητον μέ τόν Θεόν.
ΟΤΙ ΔΕ ΟΥ ΤΑΥΤΟΝ ΑΓΕΝΝΗΤΟΝ ΚΑΙ ΘΕΟΣ.
Διότι καί το γεννητόν είναι Θεός. Ο Πατήρ λοιπόν δέν είναι ούτε ουσία ούτε ενέργεια. Σημαίνει τήν σχέσιν τού Πατρός προς τόν Υϊόν ή τού Υϊού πρός τόν Πατέρα. Όπως δηλαδή εις ημάς τούς ανθρώπους οι ονομασίες αυτές φανερώνουν τήν γνησιότητα καί την οικειότητα, έτσι καί στόν θεό επισημαίνουν τήν ομοιότητα φύσεως μεταξύ γεννήτορος καί γεννηθέντος.
Γιά να καταλάβουμε τήν απόλυτη σημασία τών σχέσεων τού Θεού άς προστρέξουμε ξανά στόν Άγιο Γρηγόριο : Εμείς προερχόμεθα από δύο καί όχι από έναν. Κάι έτσι διαχωριζόμεθα καί γινόμεθα βαθμιαίως άνθρωποι καί ίσως ούτε άνθρωποι, διότι αυτά συμβαίνουν ανεξαρτήτως τής θελήσεώς μας. Μετά τούς εγκαταλείπομεν καί μάς εγκαταλείπουν, ώστε μένουν μόναι αι σχέσεις Πατέρων καί Υϊών, χωρίς τά πράγματα (Ώς μόνας τάς σχέσεις λείπεσθαι ορφανάς τών πραγμάτων).
Μόνο μ’αυτό το δεδομένο μπορούμε να κατανοήσουμε τα πρόσωπα τής Αγίας Τριάδος σάν σχέσεις. Είναι σχέσεις μετά τών πραγμάτων. Όπως ακριβώς στήν αλήθεια καί στόν λόγο οι λέξεις είναι αλληλένδετες με τα πράγματα.
Τό ΕΙΝΑΙ, αυτό πού τόσο προβληματίζει τήν σύγχρονη φιλοσοφία είναι αυτό πού κρατά δεμένες τίς λέξεις στά πράγματα, τίς σχέσεις στά πράγματα καί δίνει τήν ζωή, πού είναι λόγος, πού είναι πράξη, πού είναι μετάνοια.
Τό πρωτείο τού πάπα δέν αφορά τήν ενότητα τών εκκλησιών αλλά ενέχει θέση δόγματος καί γι' αυτό το λόγο οι Ρωμαιοκαθολικοί επινόησαν τό αλάθητο. Αυτό βεβαιώνεται καί από τόν ίδιο τόν Ακινάτη, τόν προφήτη τού Φιλιόκβε, στό βιβλίο του κατά τών Γραικών, τό οποίο ξεγυμνώνει ο Κάλλιστος Αγγελικούδης, τήν κριτική τού οποίου έχουμε μεταφέρει στή νεοελληνική. Στίς τελευταίες παραγράφους τού κειμένου, στήν 588, διαβάζουμε:
Ο Ακινάτης ανακατεύει τα φυσικά με τα προσωπικά στήν Αγία Τριάδα καί συνθέτει καί από τα δύο μιάν υπερβάλλουσα διακήρυξη: ΤΟ ΦΙΛΙΟΚΒΕ. Καί δέν κατανοεί διότι είναι διαφορετική η διάνοια τών φυσικών καί άλλου είδους τών προσωπικών. Όταν λέγεται λοιπόν «ουδείς οίδε τόν Υϊόν ειμή ο Πατήρ» (Ματθ. Ια 27), η γνώση είναι φυσική καί είναι κοινά τα φυσικά (ιδιώματα) τής τρισυπόστατης θεότητας. Διότι μία η φύσις τών Τριών, μιά δύναμις, μιά ενέργεια. Γιαυτό είναι φυσικό ότι και ο Υϊός γνωρίζει τόν εαυτό Του καί το Πνεύμα τό Άγιο γνωρίζει τόν Υϊό, με τον τρόπο πού τόν γνωρίζει καί ο Πατέρας. Έτσι τήν γνώση ακολουθούν τό αγαθό, τό σοφό, τό δίκαιο, τό προνοητικό, δηλ. τα διάφορα άλλα φυσικά και ουσιώδη τής θεότητας στήν Τριάδα. Γιατί άν πείς αγαθό τόν Πατέρα, το μαρτυράς αυτό καί γιά τά δύο άλλα πρόσωπα, άν πείς σοφό τόν Υϊό, λές και τόν Πατέρα καί τό Πνεύμα κτλ. Ό,τι κι άν πείς λοιπόν από τα φυσικά γιά τό ένα πρόσωπο, είναι καί τών δύο άλλων προσώπων, διότι είναι μία καί απλή η θεία ουσία καί έχει απαραιτήτως ενωμένα όσα λέγονται μέ φυσικό τρόπο γι αυτήν.
(Εδώ ανήκουν οι άκτιστες ενέργειες πού προσφέρουν τήν θέωση, τήν αρχή, τήν βάση, τό ξεκίνημα τής χριστιανικής ζωής, η οποία ολοκληρώνεται με τήν ένωσή μας μέ τήν υπόσταση τού Κυρίου, μέ τήν μόρφωση μέσα μας Χριστού, καί η οποία ένωση δέν είναι πλέον θέωση, όπως λανθασμένα πιστεύεται σάν ο σκοπός τής χριστιανικής ζωής ενώ είναι τό ξεκίνημά της, αλλά ΥΪΟΘΕΣΙΑ).
Yπάρχει όμως αναγκαστικά διάκριση στά θεία πρόσωπα, γιατί οι ιδιότητές τους δέν μεταπίπτουν ούτε εναλλάσσονται, το οποίο θά ήταν αρχή συγχύσεως στήν Αγία Τριάδα.
Πώς θά είναι κυρίως ιδιότητα, υπόσταση, αυτό πού είναι με ένα άλλο κοινό; Κατά κανένα τρόπο... Επομένως δεν προβάλλει καί ο Υϊός το Πνεύμα για να μην αναιρεθεί η ιδιότητα μαζί μέ τήν μοναδικότητά της καί γίνει κοινό γνώρισμα καί γίνει Φύσις!
«ΔΕΝ ΔΙΑΦΕΡΕΙ ΣΕ ΤΙΠΟΤΑ ΣΤΑ ΘΕΙΑ ΤΟ ΝΑ ΕΙΣΑΙ ΚΑΙ ΝΑ ΜΠΟΡΕΙΣ (ΤΟ ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ ΤΟ ΔΥΝΑΣΘΑΙ)». (Ισχυρίζεται ξανά ο Ακινάτης)
Ολόκληρη η θεολογία τού Ζηζιούλα καί τού Γιανναρά.
Άν είναι μέν τό είναι τού Θεού ένα καί απλό, αυτά δέ πού μπορεί ο Θεός πολλά καί ποικίλα, διαφέρει στά θεία καί κατά πολύ μάλιστα τό είναι καί τό δύνασθαι, απαντά ο Αγγελικούδης. ΕΙΝΑΙ ΑΠΕΙΡΟΔΥΝΑΜΟΣ Ο ΘΕΟΣ. ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΟΜΩΣ Σ’ΑΥΤΟΝ ΑΠΕΙΡΑ ΕΙΝΑΙ.
«Γιατί είναι μία αρχή τού πνεύματος ο Πατήρ καί ο Υϊός; Λόγω τής ενότητας τής θείας δύναμης». Αυτά λέγει ο Ακινάτης και δεν κατανοεί ότι η ενότης αυτή αφορά καί τό Άγιο Πνεύμα, διότι μία η ουσία καί η δύναμη καί η ενέργεια στά θεία πρόσωπα.
«Προάγουν, λέει ο Ακινάτης, με μιάν πρόοδο ο Πατήρ καί ο Υϊός και το Πνεύμα τό Άγιο, όπως είναι ακριβώς καί μία αρχή τα τρία πρόσωπα τής κτίσης καί προάγουν μία ενέργεια τήν κτίση»
Καί υποβιβάζει, ο μέγας ψεύτης, σέ κτίσμα, τό Πνεύμα τό Άγιο.
Γιατί όσα ποιεί ο Πατέρας και ο Υϊός δέν τα ποιούν κατά την ιδιότητα αλλά σύμφωνα μέ τήν φυσική ενέργεια. Καί τά προϊόντα (πού προέρχονται) με τόν φυσικό λόγο από τόν θεό καί είναι υποστάσεις, είναι κτίσματα, όπως ακριβώς κι αυτά πού προέρχονται κατά τήν ιδιότητα τού θεού καί είναι υποστάσεις, είναι άκτιστα!
Κατά τούς πατέρες υπάρχουν Φύση καί πρόσωπα στήν ζωοποιό Τριάδα καί επομένως είναι αναγκαστικά και Φυσικά καί προσωπικά τα πρόσωπα!
Καί έτσι περιλαμβάνονται καί στό σύμβολο τής Πίστεως και μνημονεύουν στα μεν προσωπικά τον πατέρα μόνον, διδάσκοντας πως είναι αυτός αρχή και αίτιο του Υιού και του Πνεύματος, περιλαμβάνουν δε στα φυσικά τον Υιό και το πνεύμα μαζί με τον πατέρα, κηρύσσοντας τοιουτοτρόπως ένα το κράτος της Τριάδος, μια δόξα, μια βασιλεία και κυριότητα και μ’αυτά και μιαν ουσία!
Παράγραφος 605! Για να στηρίξη δε ο Ακινάτης τα ψέματα και τις ανοησίες και τις αιρέσεις του, λέγοντας κτίσμα το Άγιο Πνεύμα, καταλήγει με το υπέρτατο Επιχείρημα.
«καί στο να προστεθή αυτό, το και εκ του Υϊού δηλαδή, ήταν αρκετή η εξουσία του αρχιερέως της Ρώμης»
Ύπαγε οπίσω μας Σατανά!
Έτσι λοιπόν σιγά-σιγά οι ενωμένες εκκλησίες θα αποτελέσουν την παγκόσμια εκκλησία του Σατανά!
Πρέπει να θυμόμαστε από την Ιστορία, πως οι Βυζαντινοί λιντσάριζαν τους αιρετικούς, διότι δεν αλλάζουν ποτέ γνώμη. Είναι κατειλημμένοι από τον εωσφόρο.
Αμέθυστος.
Ο Ακινάτης ανακατεύει τα φυσικά με τα προσωπικά στήν Αγία Τριάδα καί συνθέτει καί από τα δύο μιάν υπερβάλλουσα διακήρυξη: ΤΟ ΦΙΛΙΟΚΒΕ. Καί δέν κατανοεί διότι είναι διαφορετική η διάνοια τών φυσικών καί άλλου είδους τών προσωπικών. Όταν λέγεται λοιπόν «ουδείς οίδε τόν Υϊόν ειμή ο Πατήρ» (Ματθ. Ια 27), η γνώση είναι φυσική καί είναι κοινά τα φυσικά (ιδιώματα) τής τρισυπόστατης θεότητας. Διότι μία η φύσις τών Τριών, μιά δύναμις, μιά ενέργεια. Γιαυτό είναι φυσικό ότι και ο Υϊός γνωρίζει τόν εαυτό Του καί το Πνεύμα τό Άγιο γνωρίζει τόν Υϊό, με τον τρόπο πού τόν γνωρίζει καί ο Πατέρας. Έτσι τήν γνώση ακολουθούν τό αγαθό, τό σοφό, τό δίκαιο, τό προνοητικό, δηλ. τα διάφορα άλλα φυσικά και ουσιώδη τής θεότητας στήν Τριάδα. Γιατί άν πείς αγαθό τόν Πατέρα, το μαρτυράς αυτό καί γιά τά δύο άλλα πρόσωπα, άν πείς σοφό τόν Υϊό, λές και τόν Πατέρα καί τό Πνεύμα κτλ. Ό,τι κι άν πείς λοιπόν από τα φυσικά γιά τό ένα πρόσωπο, είναι καί τών δύο άλλων προσώπων, διότι είναι μία καί απλή η θεία ουσία καί έχει απαραιτήτως ενωμένα όσα λέγονται μέ φυσικό τρόπο γι αυτήν.
(Εδώ ανήκουν οι άκτιστες ενέργειες πού προσφέρουν τήν θέωση, τήν αρχή, τήν βάση, τό ξεκίνημα τής χριστιανικής ζωής, η οποία ολοκληρώνεται με τήν ένωσή μας μέ τήν υπόσταση τού Κυρίου, μέ τήν μόρφωση μέσα μας Χριστού, καί η οποία ένωση δέν είναι πλέον θέωση, όπως λανθασμένα πιστεύεται σάν ο σκοπός τής χριστιανικής ζωής ενώ είναι τό ξεκίνημά της, αλλά ΥΪΟΘΕΣΙΑ).
Yπάρχει όμως αναγκαστικά διάκριση στά θεία πρόσωπα, γιατί οι ιδιότητές τους δέν μεταπίπτουν ούτε εναλλάσσονται, το οποίο θά ήταν αρχή συγχύσεως στήν Αγία Τριάδα.
Πώς θά είναι κυρίως ιδιότητα, υπόσταση, αυτό πού είναι με ένα άλλο κοινό; Κατά κανένα τρόπο... Επομένως δεν προβάλλει καί ο Υϊός το Πνεύμα για να μην αναιρεθεί η ιδιότητα μαζί μέ τήν μοναδικότητά της καί γίνει κοινό γνώρισμα καί γίνει Φύσις!
«ΔΕΝ ΔΙΑΦΕΡΕΙ ΣΕ ΤΙΠΟΤΑ ΣΤΑ ΘΕΙΑ ΤΟ ΝΑ ΕΙΣΑΙ ΚΑΙ ΝΑ ΜΠΟΡΕΙΣ (ΤΟ ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ ΤΟ ΔΥΝΑΣΘΑΙ)». (Ισχυρίζεται ξανά ο Ακινάτης)
Ολόκληρη η θεολογία τού Ζηζιούλα καί τού Γιανναρά.
Άν είναι μέν τό είναι τού Θεού ένα καί απλό, αυτά δέ πού μπορεί ο Θεός πολλά καί ποικίλα, διαφέρει στά θεία καί κατά πολύ μάλιστα τό είναι καί τό δύνασθαι, απαντά ο Αγγελικούδης. ΕΙΝΑΙ ΑΠΕΙΡΟΔΥΝΑΜΟΣ Ο ΘΕΟΣ. ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΟΜΩΣ Σ’ΑΥΤΟΝ ΑΠΕΙΡΑ ΕΙΝΑΙ.
«Γιατί είναι μία αρχή τού πνεύματος ο Πατήρ καί ο Υϊός; Λόγω τής ενότητας τής θείας δύναμης». Αυτά λέγει ο Ακινάτης και δεν κατανοεί ότι η ενότης αυτή αφορά καί τό Άγιο Πνεύμα, διότι μία η ουσία καί η δύναμη καί η ενέργεια στά θεία πρόσωπα.
«Προάγουν, λέει ο Ακινάτης, με μιάν πρόοδο ο Πατήρ καί ο Υϊός και το Πνεύμα τό Άγιο, όπως είναι ακριβώς καί μία αρχή τα τρία πρόσωπα τής κτίσης καί προάγουν μία ενέργεια τήν κτίση»
Καί υποβιβάζει, ο μέγας ψεύτης, σέ κτίσμα, τό Πνεύμα τό Άγιο.
Γιατί όσα ποιεί ο Πατέρας και ο Υϊός δέν τα ποιούν κατά την ιδιότητα αλλά σύμφωνα μέ τήν φυσική ενέργεια. Καί τά προϊόντα (πού προέρχονται) με τόν φυσικό λόγο από τόν θεό καί είναι υποστάσεις, είναι κτίσματα, όπως ακριβώς κι αυτά πού προέρχονται κατά τήν ιδιότητα τού θεού καί είναι υποστάσεις, είναι άκτιστα!
Κατά τούς πατέρες υπάρχουν Φύση καί πρόσωπα στήν ζωοποιό Τριάδα καί επομένως είναι αναγκαστικά και Φυσικά καί προσωπικά τα πρόσωπα!
Καί έτσι περιλαμβάνονται καί στό σύμβολο τής Πίστεως και μνημονεύουν στα μεν προσωπικά τον πατέρα μόνον, διδάσκοντας πως είναι αυτός αρχή και αίτιο του Υιού και του Πνεύματος, περιλαμβάνουν δε στα φυσικά τον Υιό και το πνεύμα μαζί με τον πατέρα, κηρύσσοντας τοιουτοτρόπως ένα το κράτος της Τριάδος, μια δόξα, μια βασιλεία και κυριότητα και μ’αυτά και μιαν ουσία!
Παράγραφος 605! Για να στηρίξη δε ο Ακινάτης τα ψέματα και τις ανοησίες και τις αιρέσεις του, λέγοντας κτίσμα το Άγιο Πνεύμα, καταλήγει με το υπέρτατο Επιχείρημα.
«καί στο να προστεθή αυτό, το και εκ του Υϊού δηλαδή, ήταν αρκετή η εξουσία του αρχιερέως της Ρώμης»
Ύπαγε οπίσω μας Σατανά!
Έτσι λοιπόν σιγά-σιγά οι ενωμένες εκκλησίες θα αποτελέσουν την παγκόσμια εκκλησία του Σατανά!
Πρέπει να θυμόμαστε από την Ιστορία, πως οι Βυζαντινοί λιντσάριζαν τους αιρετικούς, διότι δεν αλλάζουν ποτέ γνώμη. Είναι κατειλημμένοι από τον εωσφόρο.
Αμέθυστος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου