Συνέχεια από:Παρασκευή, 18 Μαρτίου 2016
Ο άνθρωπος σύμφωνα με τον Ακινάτη λοιπόν, όπως αναδύεται απο την μέχρι στιγμής εργασία, φαίνεται τόσο πολύ ριζωμένος στην σωματική του σύσταση και ταυτοχρόνως στην κοινότητα τής οποίας ειναι μέλος, ώστε αυτά τα δύο μοιάζουν αδιαχώριστα! Καθώς είναι όν ζωικόν, δέν είναι δυνατόν να φτάσει στην τελειότητά του χωρίς να εγκαταλείψει την ίδια του την σωματική πυκνότητα στην απελευθερωτική δύναμη της χάριτος. Σαν ζώον πολιτικόν, δέν μπορεί να υπάρξει οποιαδήποτε δυνατή πραγματοποίηση πέραν των διαφόρων κοινωνικών καταστάσεων, στο περιβάλλον των οποίων ανήκει. Αυτή η διπλή σχέση δέν αποτελεί όμως το μειονέκτημά του, αλλά αποτελεί την βασική δομή την οποία έλαβε απο τον Θεό στην αρχή της δημιουργίας. Το προπατορικό την παραμόρφωσε αλλά δέν την κατέστρεψε και αυτή ακριβώς την δομή πρέπει να εκχριστιανίσουμε! [Εχει αγνοηθεί καί καταργηθεί ήδη η ενσάρκωση τού Κυρίου χάριν τής αποκαταστάσεως τών πάντων].
ΤΟ ΠΙΟ ΕΥΓΕΝΕΣ ΣΕ ΟΛΟ ΤΟ ΣΥΜΠΑΝ.
Ο κλασσικός ορισμός του προσώπου του Βοήθιου, προσφέρει ήδη μία μεγάλη βοήθεια καθώς διακρινόμενο από κάθε άλλο άτομο σωματικής φύσεως, το ανθρώπινο πρόσωπο έχει σαν χαρακτηριστικό του το γεγονός ότι είναι "μία ατομική ουσία λογικής φύσεως". Ο Ακινάτης εκτιμώντας αυτή την τόσο επιτυχημένη τυπική έκφραση δηλώνει: "Το πρόσωπο δείχνει ότι πιό τέλειο υπάρχει σε ολόκληρη την φύση, αυτό που υφίσταται σε μία λογική φύση". Να υφίστασαι σε μία λογική φύση είναι πολύ ευγενές. Και πράγματι η αποκάλυψη επιβεβαιώνει αυτή την αξιοπρέπεια, καθότι ένας από τους λόγους της ενσαρκώσεως συνίσταται ακριβώς στην φανέρωση αυτού του μεγαλείου "εάν ο Θεός έγινε άνθρωπος αυτό συνέβη για να μας διδάξει την αξιοπρέπεια της ανθρώπινης φύσης". Είναι επίσης μεγάλης σημασίας και το γεγονός ότι πολύ πρίν την χριστολογική της χρήση η έννοια του προσώπου είχε υποστεί μία επεξεργασία πρός χάριν του τριαδικού δόγματος. Και έτσι τελικώς φτάνει να αναλάβει ένα ανύποπτο μέχρι εκείνη την στιγμή αναλογικό πλάτος καθώς είναι δυνατόν να εφαρμοστεί στα ίδια τα θεία πρόσωπα!
ΣΧΟΛΙΟ: Όπως πιστοποιείται πλέον καμμία κατηγορία τής σύγχρονης θεολογίας δέν είναι ορθόδοξη. Καί μάλιστα από τό κλασσικό κείμενο τού Γιανναρά " τό πρόσωπο καί ο έρως" οι φωστήρες τής ορθοδοξίας κράτησαν τήν κατηγορία τού προσώπου πού διαλύει τήν σωτηρία μας καί απέκλεισαν τήν κατηγορία τού έρωτος πού είναι καθαρά ορθόδοξη.
Αμέθυστος.
τού Jean- Pierre Torrell
XIII.Το πιό ευγενές και αξιοπρεπές απο αυτά που υπάρχουν στον κόσμο!
Ο άνθρωπος σύμφωνα με τον Ακινάτη λοιπόν, όπως αναδύεται απο την μέχρι στιγμής εργασία, φαίνεται τόσο πολύ ριζωμένος στην σωματική του σύσταση και ταυτοχρόνως στην κοινότητα τής οποίας ειναι μέλος, ώστε αυτά τα δύο μοιάζουν αδιαχώριστα! Καθώς είναι όν ζωικόν, δέν είναι δυνατόν να φτάσει στην τελειότητά του χωρίς να εγκαταλείψει την ίδια του την σωματική πυκνότητα στην απελευθερωτική δύναμη της χάριτος. Σαν ζώον πολιτικόν, δέν μπορεί να υπάρξει οποιαδήποτε δυνατή πραγματοποίηση πέραν των διαφόρων κοινωνικών καταστάσεων, στο περιβάλλον των οποίων ανήκει. Αυτή η διπλή σχέση δέν αποτελεί όμως το μειονέκτημά του, αλλά αποτελεί την βασική δομή την οποία έλαβε απο τον Θεό στην αρχή της δημιουργίας. Το προπατορικό την παραμόρφωσε αλλά δέν την κατέστρεψε και αυτή ακριβώς την δομή πρέπει να εκχριστιανίσουμε! [Εχει αγνοηθεί καί καταργηθεί ήδη η ενσάρκωση τού Κυρίου χάριν τής αποκαταστάσεως τών πάντων].
Αυτό το ρίζωμα όμως δέν αποτελεί παρά την εκκίνηση. Ο Ακινάτης δέν αγνοεί ότι με όλο το ένα μέρος του εαυτού του, ο άνθρωπος είναι σε συνέχεια με το ζωικό βασίλειο, αλλά με ένα άλλο μέρος, το καλύτερο είναι σε μία συνέχεια με τον κόσμο των πνευμάτων[;;;;]. Εξίσου όμως, ο Ακινάτης γνωρίζει πολύ καλά, ότι εάν ο άνθρωπος είναι σαν ένα μέρος του κοινωνικού όλου στο οποίο είναι υποταγμένος σύμφωνα με κάποια σχέση, το υπερβαίνει όμως παρ' όλα αυτά με μία άλλη πλευρά του εαυτού του.
Κατ'εικόνα του Θεού, το ανθρώπινο πρόσωπο, οπλισμένο με την ελεύθερη βούληση και με τον έλεγχο της πράξης του, καλείται να φτάσει το παράδειγμά του στο μοίρασμα της μακαριότητός του. Αυτή την διπλή πίστη θα εξετάσουμε στην συνέχεια, αφού προηγουμένως θυμηθούμε την ιδέα περί του προσώπου που διαθέτει ο Ακινάτης. Χωρίς καμμία αμφιβολία είναι ακριβώς ο όρος πρόσωπο ο οποίος ανακαλεί με τον καλύτερο τρόπο τον κόσμο της ψυχής και τις πνευματικές της ενέργειες.
ΤΟ ΠΙΟ ΕΥΓΕΝΕΣ ΣΕ ΟΛΟ ΤΟ ΣΥΜΠΑΝ.
Ο κλασσικός ορισμός του προσώπου του Βοήθιου, προσφέρει ήδη μία μεγάλη βοήθεια καθώς διακρινόμενο από κάθε άλλο άτομο σωματικής φύσεως, το ανθρώπινο πρόσωπο έχει σαν χαρακτηριστικό του το γεγονός ότι είναι "μία ατομική ουσία λογικής φύσεως". Ο Ακινάτης εκτιμώντας αυτή την τόσο επιτυχημένη τυπική έκφραση δηλώνει: "Το πρόσωπο δείχνει ότι πιό τέλειο υπάρχει σε ολόκληρη την φύση, αυτό που υφίσταται σε μία λογική φύση". Να υφίστασαι σε μία λογική φύση είναι πολύ ευγενές. Και πράγματι η αποκάλυψη επιβεβαιώνει αυτή την αξιοπρέπεια, καθότι ένας από τους λόγους της ενσαρκώσεως συνίσταται ακριβώς στην φανέρωση αυτού του μεγαλείου "εάν ο Θεός έγινε άνθρωπος αυτό συνέβη για να μας διδάξει την αξιοπρέπεια της ανθρώπινης φύσης". Είναι επίσης μεγάλης σημασίας και το γεγονός ότι πολύ πρίν την χριστολογική της χρήση η έννοια του προσώπου είχε υποστεί μία επεξεργασία πρός χάριν του τριαδικού δόγματος. Και έτσι τελικώς φτάνει να αναλάβει ένα ανύποπτο μέχρι εκείνη την στιγμή αναλογικό πλάτος καθώς είναι δυνατόν να εφαρμοστεί στα ίδια τα θεία πρόσωπα!
«Το πρόσωπο ανακαλεί αυτό που είναι το πιό τέλειο σε όλη την φύση, δηλαδή αυτό που υφίσταται σε μία λογική φύση! Όμως, όλο αυτό που λέει "τελειότης" πρέπει να αποδοθεί στον Θεό, διότι η ουσία του περιέχει στον εαυτό της κάθε τελειότητα! Γι'αυτό συμφέρει να αποδώσουμε στον Θεό το όνομα τού "προσώπου". Οπωσδήποτε όχι με τον ίδιο τρόπο με τον οποίο το αποδίδουμε στα κτίσματα, αλλά μ'έναν τρόπο πιό εξαιρετικό, όπως συμβαίνει κάθε φορά που αποδίδουμε στον Θεό άλλα ονόματα που έχουμε συμφωνήσει για τα κτίσματα!»(ST Ia q. 29 a. 3).
«Ο τρόπος της υπάρξεως που ανακαλείται με το πρόσωπο είναι ο πιό τέλειος καθότι σημαίνει τόν καθαυτό τρόπο υπάρξεως» (De pot. q. 9 a. 3).
Έτσι λοιπόν το ανθρώπινο πρόσωπο βρίσκεται τοποθετημένο σε ένα κατάστιχο τελειότητος στο οποίο ο Δημιουργός κοινώνησε στο δημιούργημά του μερικά απο τα προνόμιά του. Πρακτικά όμως ας πούμε ότι το μεταφυσικό μεγαλείο τής ουσίας ενώνεται εδώ με την Χριστιανική σημασία του πνεύματος και ο φιλοσοφικός ορισμός προσλαμβάνει στο χριστιανικό πεδίο μία ξαφνική σημασία απροσδόκητη για την καθαρή νόηση, διότι αυτό σημαίνει ότι διαμέσου της ψυχής του, νοητής και ελεύθερης κατ'εικόνα του Θεού, ο άνθρωπος συστήνεται σαν πρόσωπο.
Έτσι λοιπόν το ανθρώπινο πρόσωπο βρίσκεται τοποθετημένο σε ένα κατάστιχο τελειότητος στο οποίο ο Δημιουργός κοινώνησε στο δημιούργημά του μερικά απο τα προνόμιά του. Πρακτικά όμως ας πούμε ότι το μεταφυσικό μεγαλείο τής ουσίας ενώνεται εδώ με την Χριστιανική σημασία του πνεύματος και ο φιλοσοφικός ορισμός προσλαμβάνει στο χριστιανικό πεδίο μία ξαφνική σημασία απροσδόκητη για την καθαρή νόηση, διότι αυτό σημαίνει ότι διαμέσου της ψυχής του, νοητής και ελεύθερης κατ'εικόνα του Θεού, ο άνθρωπος συστήνεται σαν πρόσωπο.
Αυτές οι δηλώσεις θέτουν χωρίς αμφιβολία πολλά ερωτήματα στον αναγνώστη ο οποίος θυμάται ακόμη το παράδειγμα τού μέρους και τού όλου, το οποίο επανελήφθη πολύ συχνά για να χαρακτηρίσει την θέση του ανθρώπου στην κοινωνία. Και πράγματι η έννοια της σχέσεως του ανθρώπου με την κοινωνία προσλαμβάνει εδώ μία αποφασιστική συμπλήρωση και μία απαραίτητη διόρθωση. Ο Ακινάτης δέν ξεχνά ποτέ του αυτό το θέμα και το εκφράζει με διάφορους τρόπους! Έτσι η υποταγή τού μέρους στο όλον δέν συμβαίνει μ' έναν μονοσήμαντο τρόπο.
«Εάν ένα όλον δέν είναι ένας τελικός σκοπός, αλλά είναι ενταγμένος με την σειρά του σε έναν περαιτέρω σκοπό, ο τελικός σκοπός των μερών του δέν μπορεί να είναι το ίδιο όλον, αλλά κάτι άλλο. Έτσι λοιπόν, το σύνθετο των δημιουργημάτων, το οποίο υπάρχει ώς πρός τον άνθρωπο όπως το όλον στο μέρος δέν είναι τελικός σκοπός, αλλά εντάσσεται στον Θεό σαν ο τελικός του σκοπός. Επομένως δέν είναι το καλό τού σύμπαντος, αλλά ο Θεός ο ίδιος ο τελικός σκοπός του ανθρώπου»(ST Ia IIae q. 2 a. 8 ad 2.
Αυτή η κατεύθυνση αποτελεί ξεκάθαρα τον λόγο για τον οποίο το λογικό πλάσμα δέν είναι μία απλή ανώνυμη ενότης χαμένη σε μία αδιαφοροποίητη μάζα, αλλά σχηματίζει το αντικείμενο μίας ιδιαίτερης προσοχής στον τρόπο με τον οποίο ο Θεός κυβερνά το σύμπαν.
«Είναι προφανές ότι η Θεία πρόνοια επεκτείνεται σε όλα τα όντα. Παρ'όλα αυτά είναι αναγκαίο να σημειώσουμε ότι σε σχέση με όλα τα άλλα πλάσματα, υπάρχει ένα καθεστώς ειδικής πρόνοιας για τα νοήμονα πλάσματα, τα λογικά. Διότι αυτά ξεπερνούν τα άλλα πλάσματα, τόσο με την τελειότητα της φύσεως τους, όσο και με την εξοχότητα του σκοπού τους.
Λόγω της τελειότητος της φύσεως τους, διότι μόνον το λογικό πλάσμα έχει την κυριαρχία των ενεργειών του, καθοριζόμενο απο μόνο του στην πράξη του, ενώ τα άλλα πλάσματα ενεργούν περισσότερο για να κινηθούν... Λόγω της εξοχότητος τού σκοπού τους διότι μόνον το λογικό πλάσμα κατακτά με την εργασία του τον τελικό σκοπό του σύμπαντος, δηλαδή τον Θεό, γνωρίζοντάς τον και αγαπώντας τον. Ενώ τα άλλα πλάσματα δέν μπορούν να τον φτάσουν παρά μόνον μέσω μίας κάποιας συμμετοχής στην ομοιότητα τους»(SCG III 111, n. 2855).
Το πράγμα υπογραμμίζεται περισσότερο από το γεγονός ότι δέν είναι μόνον τα λογικά όντα στην γενικότητά τους που είναι αντικείμενο αυτής της ιδιαίτερης πρόνοιας, αλλά καθεμία από τις ξεχωριστές υπάρξεις. Κάθε πρόσωπο αποτελεί το αντικείμενο.
«Μόνον το λογικό όν οδηγείται απο τον Θεό στην δραστηριότητά του. Όχι μόνον για το καλό τού είδους αλλά και για τών ατόμων. Το λογικό όν είναι υποκείμενο στην Θεία πρόνοια καθότι κυβερνάται και φροντίζεται απο μόνη της και όχι μόνον εν όψει του είδους!»(SCG III 113).
Και όταν ακόμη προσπαθεί να εξηγήσει την τάξη τής υποταγής σύμφωνα με την οποία ιεραρχούνται όλα τα όντα, γι'άλλη μια φορά το λογικό όν προσλαμβάνει μία εντελώς ξεχωριστή θέση:
«Τα λιγότερο ευγενή πλάσματα υπάρχουν εν όψει των ευγενέστερων, όπως τα κατώτερα απο τον άνθρωπο όταν υπάρχουν για τον άνθρωπο. Επιπλέον τα ξεχωριστά πλάσματα υπηρετούν την τελειοποίηση του σύμπαντος, το οποίο στο σύνολό του και στα μέρη του, είναι τακτοποιημένο στον Θεό, σαν το τέλος του, καθότι λάμπει σ'αυτά μία κάποια εικόνα της Θείας αγαθότητος, εις δόξαν του Θεού. Αυτό βεβαίως δέν εμποδίζει, πέραν όσων έχουμε πεί, τα λογικά πλάσματα να έχουν τον Θεό σαν σκοπό τους μ'έναν ιδιαίτερο τρόπο, διότι μπορούν να τον πλησιάσουν με την προσπάθειά τους, δηλαδή γνωρίζοντάς τον και αγαπώντας τον»(ST Ia q. 65 a. 2).
Συνεχίζεται
ΣΧΟΛΙΟ: Όπως πιστοποιείται πλέον καμμία κατηγορία τής σύγχρονης θεολογίας δέν είναι ορθόδοξη. Καί μάλιστα από τό κλασσικό κείμενο τού Γιανναρά " τό πρόσωπο καί ο έρως" οι φωστήρες τής ορθοδοξίας κράτησαν τήν κατηγορία τού προσώπου πού διαλύει τήν σωτηρία μας καί απέκλεισαν τήν κατηγορία τού έρωτος πού είναι καθαρά ορθόδοξη.
Αμέθυστος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου