Συνέχεια από:Τετάρτη, 10 Σεπτεμβρίου 2014
Ο ΗΘΙΚΟΣ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ
ΙΙ. Θεωρία και πράξη. Κριτική του Πλατωνισμού.
Σε σχέση με τον άνθρωπο και το Είναι όλοι οι άνθρωποι δεσμεύονται σε δύο τύπους βασικής συμπεριφοράς. Ο πρώτος συνίσταται στην γνώση για την ευχαρίστηση τής γνώσης, ο άλλος συνίσταται στην πράξη ενόψει ενός σκοπού. Ανάμεσα σ'αυτές τις δύο στάσεις, την θεωρητική και την πρακτική, τις οποίες περιγράφει ο Αριστοτέλης αντιστοίχως στην αρχή της Μεταφυσικής και στην αρχή απο τα "Ηθικά Νικομάχεια", δέν υπάρχει κατ'αρχάς, καμμία ιεραρχία, ούτε και κάποιος απαραίτητος δεσμός. Η θεωρητική γνώση δέν αναζητάται λόγω της χρησιμότητος της για την πράξη. Δέν ενδιαφέρεται γι'αυτό και αυτή της η "αδιαφορία" είναι η συνθήκη για την εμφάνιση και την ανάπτυξη τών πιό υψηλών της μορφών: της επιστήμης και της σοφίας.
Ο ΗΘΙΚΟΣ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ
Του Pierre Aubenque
ΙΙ. Θεωρία και πράξη. Κριτική του Πλατωνισμού.
Η κατεύθυνση τής ζωής πρός την πράξη διαθέτει για λογαριασμό της μία δική της νομιμότητα, διότι καμμία ανθρώπινη ενέργεια, δέν είναι απομονωμένη. Κάθε ενέργεια στοχεύει, κάθε φορά, σε ένα αγαθό το οποίο είναι περιορισμένο οπωσδήποτε, αλλά υπόκειται σ'ένα πιό υψηλό αγαθό και τείνει με συνεχείς προσπάθειες, συνειδητά ή όχι, πρός το υπέρτατο αγαθό. Έτσι η ενέργεια κατασκευής ενός σκάφους και η τέχνη τής κατασκευής πλοίων, απο όπου προέρχεται αυτή η ενέργεια, έχουν σαν τέλος το ίδιο το σκάφος. Αλλά η χρήση τού σκάφους υπόκειται σε μία πιό υψηλή τέχνη, η οποία μπορεί να είναι τόσο η οικονομία, ο σκοπός τής οποίας είναι ο πλούτος, όσο και η στρατηγική, το τέλος της οποίας είναι η νίκη. Αλλά ο πλούτος και η νίκη δέν είναι καθαυτοί απόλυτοι σκοποί. Ανήκουν σ'ένα πιό υψηλό αγαθό, που είναι το υπέρτατο αγαθό της πολιτικής κοινότητος και των ατόμων που την αποτελούν, την συνιστούν.
"ΠΡΑΞΗ" και "ΠΟΙΗΣΗ"
Αυτή η περιγραφή η οποία ξεκινά τα Ηθικά Νικομάχεια, απαιτεί μία παρατήρηση και εγείρει πολλά ερωτηματικά. Η παρατήρηση έγινε απο τον Αριστοτέλη τυχαίως και θα αποδείξει την γονιμότητά της στην συνέχεια του έργου. Πρέπει να διακριθούν δύο είδη δράσεως: εκείνες που έχουν σαν σκοπό την ίδια την ενέργεια με την οποία πραγματοποιούνται: για παράδειγμα, παίζω ένα μουσικό όργανο, και η δράση, τής οποίας σκοπός είναι η παραγωγή ενός έργου εξωτερικού απο την δράση καθαυτή, όπως για παράδειγμα, η κατασκευή εκείνου τού ίδιου τού μουσικού οργάνου. Ο Αριστοτέλης ονομάζει την δράση του πρώτου τύπου πράξη: Πρόκειται για την καθαυτή ενέργεια, την εμμενή, ενυπάρχουσα ενέργεια. Ο δεύτερος τύπος συνιστά τήν ποίηση ή την παραγωγή,η οποία θα ονομαστεί αργότερα μεταβατική ενέργεια. Είναι ξεκάθαρο, παρότι ο Αριστοτέλης δέν το λέει ανοιχτά, πώς υπάρχει μία ιεραρχία ανάμεσα σ'αυτούς τους δύο τύπους σκοπών: ο εμμενής σκοπός αξίζει περισσότερο απο το εξωτερικό τέλος, διότι, η πραγματοποίηση του τελειοποιεί τον Φορέα, το ίδιο το υποκείμενο,αφού το κατασκευασμένο έργο μένει εξωτερικό και ξένο. Εξάλλου ο σκοπός της κατασκευής δέν υπάρχει στο ίδιο το έργο, αλλά στην χρήση την οποία μπορεί να κάνει ένα άλλο υποκείμενο ή και αυτό το ίδιο. Επομένως η τέχνη τής κατασκευής φλάουτων υπόκειται στην τέχνη του φλαουτίστα, η τέχνη του οποίου παραμένει εμμενής. Τώρα είναι ξεκάθαρο πώς το υπέρτατο τέλος είναι ένα εμμενές (immanent) τέλος, καθότι δέν υπάρχει έργο πάνω απο αυτό. Αυτό το τέλος είναι έμφυτο στην ίδια του την πραγματοποίηση, στην ικανοποίηση δηλαδή και στην τελειοποίηση του φορέως. Δέν παράγεται το αγαθό, ενεργούμε καλώς, καθώς το αγαθό εδώ είναι ένα επίρρημα που περιγράφει τον τρόπο της ενέργειας και δέν είναι μία αιτιατική, η οποία θα εξέφραζε ένα αντικείμενο εξωτερικό στην ενέργεια (Ηθικά Νικομάχεια Ι, 1, 1094 α 3-6).
ΓΝΩΣΗ ΤΩΝ ΜΕΣΩΝ.
Αλλά αυτοί οι δύο τύποι ενέργειας εγείρουν ένα κοινό πρόβλημα το οποίο συλλαμβάνεται με μεγαλύτερη αμεσότητα για την ποίηση παρά γιά την πράξη. Για την πραγματοποίηση ενός σκοπού πρέπει να ενεργήσουν συγκεκριμένα μέσα, τα οποία απο την στιγμή που θα λειτουργήσουν, θα γίνουν η αιτία τού παραχθέντος έργου, το οποίο, σ'αυτό το σημείο, θα γίνει το αποτέλεσμα. Τώρα, οι αιτίες ανήκουν στην Φύση, η οποία πρέπει να γνωρίζεται απο όποιον θέλει να την χρησιμοποιήσει για την παραγωγή έργων. Έτσι, εάν θέλω να κατασκευάσω μία γέφυρα, πρέπει να γνωρίζω τις φυσικές ιδιότητες των διαθέσιμων υλικών, την ικανότητα τής αντιστάσεως της, την στερεότητα τους, κ.τ.λ. Η κατασκευή ενός έργου λοιπόν απαιτεί μία προκαταρκτική γνώση, την οποία μέχρι σήμερα την ονομάζουμε με το όνομα που της έδωσαν οι Έλληνες: τέχνη! ή Τεχνική. Αυτό δέν αντιφάσκει με όσα έλεγε ο Αριστοτέλης για την αδιαφορία της θεωρίας ώς πρός την πράξη: η επιστήμη δέν μεριμνά για την πράξη, και ακολουθεί τους δικούς της νόμους, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί επιπλέον σαν τεχνική, μπορεί να εφαρμοστεί δηλαδή στην παραγωγή ενός συγκεκριμένου αποτελέσματος, χωρίς αυτό να επηρεάζει την πρόοδό της. Αυτό δέχεται η Μεταφυσική: πέραν της εσωτερικής της αξίας η επιστήμη, δίνει σ'εκείνον που την κατέχει την δύναμη, καθότι του προσφέρει την ικανότητα να χρησιμοποιήσει σαν μέσα τις αιτίες τις οποιες αυτή διακρίνει στις φυσικές προόδους: και μ'αυτή την σημασία, ο αρχιτέκτων ή ο μηχανικός, καθότι διαθέτουν την επιστήμη και γνωρίζουν χάρη σ'αυτήν τις αιτίες, είναι ανώτεροι απο τους χειρόνακτες, οι οποίοι κάνουν αυτά που κάνουν, ακολουθώντας εντολές, αλλά δέν ξέρουν αυτό που κάνουν (Μεταφ. 981 α 30-b 6).
Η αναγκαιότης να γνωρίσουμε τα μέσα, επομένως τις αιτίες (των οποίων τα μέσα δέν είναι άλλο απο την επίτευξη ενός δεδομένου σκοπού), γίνεται αντιληπτή με ιδιαίτερη σαφήνεια στην περίπτωση της ποιήσεως. Αλλά αυτή η αναγκαιότης δέν είναι ξένη απο την πραγματοποίηση της ίδιας τής εμμενούς πράξεως. Είναι σαφές πώς για να παίξουμε το φλάουτο, πρέπει να αποκτήσουμε ένα φλάουτο και για να το αποκτήσουμε, να συγκεντρώσουμε τους απαραίτητους πόρους. Και για να αποκτήσουμε την απαραίτητη μουσική παιδεία, σε έναν φλαουτίστα, πρέπει να αποκτήσουμε μία κάποια κοινωνική θέση η οποία θα εξασφαλίζει τον "Ελεύθερο χρόνο" (σχολή), κάτι που απαιτεί όμως μία κάποια οργάνωση της κοινωνίας. Πιο γενικά η καλή πράξη, απαιτεί, για να είναι αποτελεσματική, μία κάποια ποσότητα μέσων, τα οποία θα ονομάζαμε "υλικά" και επομένως απαιτεί απο το υποκείμενο την γνώση τής εξωτερικής φύσεως, είτε αυτή είναι φυσική ή κοινωνική, της οποίας αποτελούν μέρος αυτά τα μέσα. Θα δούμε ότι η αναγνώριση αυτού του γεγονότος αποτελεί μία απο τις πρωτοτυπίες του Αριστοτέλη σε σχέση με τον Πλατωνισμό.
Εξ' άλλου η επιμονή του Αριστοτέλη στα μέσα τής καλής πράξεως κινδυνεύει να πλησιάσει υπερβολικά αυτή την πράξη σε εκείνη που είναι τεχνικά επαρκής, δηλαδή στην παραγωγή, και να μειώσει την καλή πράξη στην επαρκή, επιτυχημένη πράξη (κάτι που αντιστοιχεί εξάλλου καλά στην διπλή σημασία της Ελληνικής εκφράσεως εύ πράττειν, που σημαίνει ταυτόχρονα "ενεργώ καλά" και "επιτυγχάνω"). Και το ηθικό πρόβλημα θα περιοριζόταν επομένως σε ένα τεχνικό πρόβλημα, στο πρόβλημα της τέχνης της επιτυχημένης ζωής. Θα δούμε με ποιόν τρόπο ο Αριστοτέλης, με την θεωρία της φρόνησης, στο τέλος διαφεύγει απο αυτόν τον πειρασμό. Πάντως το γεγονός πώς η σχέση η οποία διατρέχει ανάμεσα στο μέσον και τον σκοπό ανήκει στην δομή της πράξεως, όσο και στην δομή τής παραγωγής, εξηγεί ότι τα παραδείγματα στα οποία καταφεύγει ο Αριστοτέλης για να αναλύσει την πράξη, λαμβάνονται απο τον κόσμο της παραγωγής. Και αυτό χωρίς καμμία αμφιβολία, διότι στην περίπτωση της παραγωγής η στιγμή του τέλους και η στιγμή των μέσων μπορούν να ξεχωρίσουν πιό εύκολα το ένα απο το άλλο, ακριβώς λόγω της εξωτερικής φύσεως του έργου. (Φυσικά ΙΙ, 1, 192 b 13-19). "Το τεχνικό προϊόν δέν περιλαμβάνει την αρχή της κινήσεως του!
Συνεχίζεται
Αμέθυστος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου