Ερμηνεία εις την θείαν λειτουργίαν - Νικολάου Καβάσιλα
Πώς αυτά τα δώρα είναι πάντοτε δεκτά από τον Θεό
1. Κατόπιν, ας εξετάσουμε κι εκείνο. Το ότι μεν από την τελετή αγιάζονται όλοι οι πιστοί είναι φανερό από εκείνα που ελέχθησαν. Εάν δε τούτο συμβαίνει πάντοτε, είναι άξιο να το εξετάσουμε.
2. Η ιερουργία αυτή είναι προσφορά δώρων, τα δε δώρα δεν είναι πάντοτε δεκτά από τον Θεό, αλλά υπάρχουν μερικά που εξαιτίας της πονηρίας των προσφερόντων μισούνται και αποπέμπονται, και γι’ αυτό υπάρχουν πολλές αποδείξεις τόσο στους παλαιούς όσο και στους ζώντες στην εποχή της χάριτος. Ας ερευνήσουμε λοιπόν μήπως και αυτά τα δώρα ενίοτε ματαίως ιερουργούνται και ως απαράδεκτα δεν αγιάζονται όπως υπόσχεται η τελετή, από το γεγονός ότι δεν προσφέρονται πάντοτε από αγαθούς άνδρες, αλλά μερικές φορές και από πονηρούς.
3. Ότι ο Θεός και αυτά τα δώρα τα αποστρέφεται όταν ο προσφέρων είναι βέβηλος, είναι φανερό από το ότι και η Εκκλησία αυτό κάνει. Διότι όσους γνωρίζει ότι αμαρτάνουν θανάσιμα δεν τους επιτρέπει να προσφέρουν τέτοια δώρα. Και αν τολμήσουν, δεν τους δέχεται, αλλά τους διώχνει μαζί με τα δώρα. Επειδή όμως η Εκκλησία δεν γνωρίζει καλά όλους αυτούς τους ανθρώπους, αλλά οι περισσότεροι μένουν άγνωστοι και δέχεται η θεία τράπεζα τα δώρα τους, τί πρέπει να νομίζουμε για τα δώρα αυτά; Άραγε είναι απαράδεκτα από τον θεό και στερούνται από κάθε αγιασμό; Και αν είναι έτσι το πράγμα, τότε δεν μπορούμε πλέον να γνωρίζουμε πότε έχουν αγιασθεί, διότι ως επί το πλείστον ή αμφιβάλλουμε για το ποιόν των προσφερόντων ή δεν το γνωρίζουμε καθόλου. Και έτσι οι πιστοί θα προσέρχονται με αβεβαιότητα και χωρίς πίστη στα μυστήρια και συνεπώς δεν θα ωφελούνται καθόλου από αυτά.
4. Τί μπορούμε λοιπόν να απαντήσουμε σ' αυτά;
5. Ότι η προσφορά των δώρων γίνεται σε δύο στάδια. Πρώτη είναι ή προσφορά του πιστού που φέρνει τα δώρα και τα παραδίδει στα χέρια των ιερέων, και δεύτερη η προσφορά τους από την Εκκλησία προς τον Θεό.
6. Η πρώτη προσφορά, όταν ο προσφέρων είναι πονηρός, είναι μάταιη και δεν προξενεί κανένα όφελος σ' εκείνον που προσφέρει τα δώρα, για το λόγο ότι αυτός είναι πονηρός• διότι τα προσφερόμενα αυτά καθ' εαυτά δεν είναι βδελυκτά στον Θεό, επειδή κάθε κτίσμα του Θεού είναι καλό.
7. Τη δεύτερη όμως προσφορά που γίνεται από αγαθούς άνδρες για τη δόξα του Θεού και των αγίων, για τη σωτηρία της οικουμένης και γενικά για κάθε δίκαιο αίτημα, τίποτε δεν την εμποδίζει να είναι ευπρόσδεκτη. Διότι κανένας μολυσμός δεν αφέθηκε επάνω στα δώρα από τα χέρια εκείνου πού τα πρόσφερε στην αρχή, αλλά μένοντας καθαρά και προσφερόμενα από καθαρούς αγιάζονται και αγιάζουν εκείνους που κοινωνούν. Διότι δεν μπορεί ποτέ να τεθεί ακαθαρσία αμαρτίας σε κανένα από τα άλογα ή τα άψυχα, διότι η αμαρτία είναι νόσημα της προαιρέσεως, και μόνο τα λογικά όντα μπορούν να μολυνθούν από την αμαρτία.
8. Αφού λοιπόν είναι πάντοτε καθαρά τα δώρα που προσφέρονται από τους πονηρούς, γιατί ο νόμος της Εκκλησίας δεν τα δέχεται; Για να ντροπιάσει εκείνους που τα προσφέρουν, για να μάθουν την υπερβολική οργή του Θεού εναντίον τους, αφού Αυτός και τα κτίσματα Του ακόμη, εναντίον των οποίων δεν έχει τίποτε, εξαιτίας τους τα αποστρέφεται και τα μισεί˙ και μαθαίνοντας να φοβηθούν και να διορθώσουν τη ζωή τους. Στα ίδια όμως τα δώρα δεν καταλογίζει καμία κακία. Γι' αυτό δεν υπάρχει εμπόδιο να γίνονται δεκτά τα δώρα και να αγιάζονται, όταν η δεύτερη προσφορά γίνεται από αγαθούς άνδρες.
9. Άλλα, θα πει κανείς, οι ιερείς που προσφέρουν τα δώρα δεν είναι όλοι αγαθοί, αλλά μερικοί νοσούν από την χειρότερη πονηρία. Έτσι ο λόγος μας καταλήγει στην ίδια απορία. Όταν λοιπόν τύχει και οι δύο προσφέροντες (ο πιστός και ο ιερεύς) να είναι μισητοί στον Θεό, πράγμα που μπορεί να συμβεί, από που εξασφαλίζεται το να είναι τα δώρα ευάρεστα στον Θεό και δεκτά και άγια και αγιαστικά; Από πουθενά. Άλλα τότε θα είναι πράγματι απαράδεκτα, σε κάθε άλλη δε περίπτωση αμφίβολα, επειδή θα υπάρχει αβεβαιότητα για το ποιόν εκείνων που προσφέρουν τα δώρα κι εκείνων που τα ιερουργούν. Διότι, όπως λέγει ο Απόστολος, κανείς δεν γνωρίζει με βεβαιότητα τα του ανθρώπου, εκτός από το πνεύμα που είναι μέσα σ' αυτόν. Και έτσι θα υπάρχει πολλή απιστία και αμφιβολία γύρω από την τελετή, και πουθενά η βεβαιότητα, και η μετάληψις των μυστηρίων δεν θα φέρει καμιά ωφέλεια στους πιστούς, αφού θα μεταλαμβάνουν χωρίς πίστη.
10. Αυτά θα έλεγε και θα απορούσε όποιος νομίζει ότι ο ιερεύς ο ίδιος είναι ο κύριος της προσφοράς αυτών των δώρων. Αλλά δεν είναι. Εκείνο που ενεργεί κυρίως αυτή την προσφορά είναι η χάρις, η οποία αγιάζει τα δώρα (διότι τούτο είναι η προσφορά των δώρων, ο αγιασμός τους), ο δε ιερουργός κάθε φορά είναι υπηρέτης της χάριτος. Διότι ο ιερεύς δεν προσφέρει τίποτε από τον εαυτό του, ούτε τολμά να πράξει ή να πει κάτι από τη δική του κρίση και σκέψη• αλλά μόνο εκείνα που παρέλαβε από την χάρη, είτε πράγμα είναι, είτε λόγο, είτε έργο, σύμφωνα με τον τρόπο που διατάχθηκε, το κομίζει και το αποδίδει στον Θεό. Και έτσι τα δώρα, προσφερόμενα πάντοτε κατά τρόπο ευάρεστο στον Θεό, κατ' ανάγκην του είναι πάντοτε ευάρεστα και δεκτά.
11. Τί σημασία έχει αν ο κομιστής είναι ο ίδιος φαύλος; Διότι δεν προσθέτει τίποτε στα δώρα η φαυλότητα εκείνου, ούτε κάνει χειρότερη την προσφορά. Όπως και ένα φάρμακο που κατασκευάστηκε από άνθρωπο αμαθή και τελείως άσχετο με την ιατρική τέχνη δεν εμποδίζεται να προξενεί την υγεία, αρκεί μόνο να κατασκευάστηκε με εντολή και σύμφωνα με όλες τις οδηγίες του γιατρού. Θα είναι λοιπόν το φάρμακο όχι μάταιο εξαιτίας της αμάθειας του κατασκευαστού, αλλά σωτήριο εξαιτίας της τέχνης του γιατρού. Διότι από την αμάθεια του κατασκευαστή δεν πήρε τίποτε, αλλά κατασκευάστηκε εξ ολοκλήρου από την τέχνη του γιατρού.
12. Έτσι κι εδώ η θεία χάρη ενεργεί (εργάζεται) το παν. Ο ιερεύς είναι μόνο υπηρέτης που ούτε καν την ιδιότητα να υπηρετεί δεν την έχει από τον εαυτό του. Και τούτο γαρ παρά της χάριτος αυτώ (Διότι και αυτό από τη χάρι τού έρχεται). Πράγματι, αυτό είναι η ιερωσύνη, μία δύναμις υπηρετική (ένα διακόνημα) των ιερών.
Αμέθυστος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου