Της Judy Dempsey
Λίγο πριν από την εκλογή του Donald Trump στην προεδρία της ΗΠΑ στις 8 Νοεμβρίου, υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι της ΕΕ επισκέφθηκαν τα κεντρικά γραφεία του ΝΑΤΟ στις Βρυξέλλες. Με επικεφαλής την Nathalie Tocci, η οποία είναι η κορυφαία σύμβουλος ασφάλειας και εξωτερικής πολιτικής στην Federica Mogherini, την Ύπατη Εκπρόσωπο της ΕΕ, η αντιπροσωπεία πέρασε δύο ώρες για να ενημερώσει τους πρεσβευτές της συμμαχίας στη διάρκεια της τακτικής συνεδρίασης του Βορειοατλαντικού Συμβουλίου την Τετάρτη.
Η Tocci εξήγησε λεπτομερώς τις επιπτώσεις της παγκόσμιας στρατηγικής της ΕΕ, ένα έγγραφο που καθορίζει τις φιλοδοξίες εξωτερικής πολιτικής, ασφάλειας και άμυνας της Ευρώπης. Η ΕΕ, δήλωσε στο κοινό της, δεν δημιουργήθηκε για να θεσπίσει στρατό –σε αντίθεση με το συνεχίζει να ζητά ο πρόεδρος της Κομισιόν, Jean-Claude Juncker. η Ένωση δεν έχει καμία πρόθεση να αντιγράψει την συμμαχία. Αυτό θα ήταν μια σπατάλη χρημάτων και πόρων. Ούτε ήταν σε ανταγωνισμό με το ΝΑΤο, έναν αγώνα που θα ήταν απίθανο να κερδίσει.
Αντιθέτως, η Tocci ήθελε να εξηγήσει πως το ΝΑΤΟ και η ΕΕ θα μπορούσαν και θα έπρεπε να εργαστούν από κοινού, κάτι στο οποίο συμφώνησαν οι δύο οργανισμοί στη διάρκεια της Συνόδου του ΝΑΤΟ στην Βαρσοβία τον Ιούλιο του 2016. Εξήγησε επίσης πώς και γιατί η ΕΕ έπρεπε να είναι πιο στρατηγική σε θέματα ασφάλειας και άμυνας.
Αυτή η ανάγκη, η ΕΕ να αναλάβει πιο σκληρό ρόλο στις πολιτικές ασφάλειες και εξωτερικών υποθέσεων, έχει πάρει τη μορφή του επείγοντος μετά από την εκλογή του Trump. Αυτό δεν οφείλεται μόνο στο ότι ο Trump έχει χαρακτηρίσει κάποιους από τους Ευρωπαίους συμμάχους της Αμερικής "free riders" ούτε επειδή έχει δηλώσει πως η συμμαχία θα μπορούσε να είναι "άνευ αντικειμένου". Οφείλεται επίσης στο ότι έχει αμφισβητήσει την αξία της διατλαντικής σχέσης. Αυτό είναι που φοβίζει τους Ανατολικούς όπως επίσης και τους Δυτικοευρωπαίους συμμάχους.
Για πρώτη φορά από το 1949, όταν ιδρύθηκε το ΝΑΤΟ, οι Ευρωπαίοι δεν έχουν πλέον την πολυτέλεια να παίρνουν ως δεδομένο τον πυλώνα της διατλαντικής ασφάλειας. Είναι–όχι η προσφυγική κρίση, όχι η κρίση της ευρωζώνης, όχι η άνοδος των λαϊκιστικών κινημάτων ανά την Ευρώπη, όχι το Brexit- αυτό που τελικά ταρακουνά τους Ευρωπαίους για να βγουν από την ζώνη άνεσής τους, που είχαν τόσο συνηθίσει.
Και επειδή υποτίθεται ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα παρείχαν πάντα μια ασφάλεια για την εγγύηση και θα ήταν ο θεματοφύλακας της συλλογικής τους άμυνας, οι Ευρωπαίοι δεν έκαναν τον κόπο να αμφισβητήσουν αυτόν το διακανονισμό. Ούτε τον προστάτευσαν δαπανώντας περισσότερα και πιο σοφά τις στρατιωτικές τους δυνατότητες, με τρόπους που θα είχαν διαβεβαιώσει τις ΗΠΑ ότι δεν είναι "free riding". Ούτε πήραν την δική τους ασφάλεια και άμυνα στα σοβαρά. Αυτές οι στιγμές τώρα τελειώνουν.
Οι απαντήσεις ορισμένων Ευρωπαίων ηγετών στις (ασαφείς) απόψεις του Trump για την διατλαντική σχέση, εμπεριέχουν τόσο τις φαντασιώσεις όσο και τις δυνατότητες του πώς η Ευρώπη μπορεί να αναδιοργανώσει την αμυντική πολιτική και πολιτική άμυνας της. η ιδέα ότι η ΕΕ μπορεί να έχει δικό της στρατό, κάτι που είναι αγαπημένη ατάκα του Juncker, απλώς δεν πρόκειται να λειτουργήσει- τουλάχιστον όχι στις επόμενες δεκαετίες. Δεν υπάρχει ούτε επαρκής πολιτική βούληση ούτε διαθέσιμοι οικονομικοί πόροι.
Ο Christopher Heusgen, ο σύμβουλος εξωτερικής πολιτικής και ασφάλειας της Γερμανίδας Καγκελαρίου Angela Merkel, διασκέδασε την ιδέα ενός ευρωπαϊκού στρατού. "Ένας ευρωπαϊκός στρατός είναι απλώς ένα σύνθημα", δήλωσε στη διάρκεια συνεδρίου που οργανώθηκε από τη γερμανική ομοσπονδιακή ακαδημία για την πολιτική ασφάλειας στις 14 Νοεμβρίου. "Ένας ευρωπαϊκός στρατός δεν θα υποστηριζόταν από το γερμανικό κοινοβούλιο. Δεν θα ήταν δυνατό". Πρόσθεσε ακόμη ότι η Ευρώπη θα πρέπει να αναπτύξει την εξωτερική πολιτική και την πολιτική ασφάλειας πολύ περισσότερο, αλλά δεν θα πρέπει να συμπίπτει με το ΝΑΤΟ. "Το ΝΑΤΟ είναι ο κύριος πυλώνας. Το ΝΑΤΟ είναι ο πυλώνας της γερμανικής πολιτικής".
Άλλες χώρες, ιδιαίτερα οι χώρες της Βαλτικής, υποστηρίζουν τις απόψεις της Γερμανίας διότι δεν πιστεύουν ότι οι άλλοι Ευρωπαίοι μπορούν να εγγυηθούν την προστασία τους μέσω μιας συλλογικής αμυντικής ρήτρας –αν και στο μέλλον, αυτό δεν θα πρέπει να αποκλείεται. Όπως έχουν τα πράγματα, η συνθήκη της Λισσαβόνας του 2009 της ΕΕ έχει μια αναφορά στην αμοιβαία βοήθεια και αλληλεγγύη. Η ρήτρα υποστηρίζει ότι "εάν μια χώρα της ΕΕ είναι θύμα ένοπλης επίθεσης στο έδαφός της, οι άλλες χώρες της ΕΕ έχουν την υποχρέωση να την βοηθήσουν και να τη συνδράμουν με όλα τα μέσα που έχουν στη διάθεσή τους". Η εφαρμογή αυτής της ρήτρας απαιτεί μια ολόκληρη σειρά δυνατοτήτων –στρατιωτικές, εφοδιαστικές και πληροφοριών, για να αναφέρουμε απλώς κάποιες- τις οποίες η ΕΕ στο σύνολό της δεν έχει.
Η νίκη του Trump θα μπορούσε να το αλλάξει αυτό. Τα συμπεράσματα της συνεδρίασης των υπουργών Εξωτερικών της ΕΕ στις 14 Νοεμβρίου, αποκαλύπτουν έναν έξυπνο ρεαλισμό για το τι θα πρέπει να κάνουν τα κράτη-μέλη για να αυξήσουν την άμυνα και την ασφάλειά τους. Είναι ένα ερώτημα της "κάλυψης περαιτέρω αναγκών της Ευρώπης, μελλοντικών και τωρινών, στην ασφάλεια και στην άμυνα, ενισχύοντας την στρατηγική της αυτονομία και ενισχύοντας την ικανότητά της να συνεργαστεί με τους εταίρους", καταλήγει το κείμενο των συμπερασμάτων. Εάν αυτό ακούγεται κάπως, διαβάστε το υπόλοιπο. Η ομάδα της Mogherini παρουσίασε με λεπτομέρεια τι χρειαζόταν ώστε η ΕΕ να διεξάγει στρατιωτικές αποστολές και στρατιωτικές επιχειρήσεις (ναι, στρατιωτικές επιχειρήσεις).
Αυτές οι εργασίες θα χρειαστούν χρόνο, λεφτά και πολιτική βούληση για να εφαρμοστούν. Χωρίς αμφιβολία, οι λαϊκιστές ηγέτες που πιστεύουν ότι οι δικές τους χώρες μπορούν να προχωρήσουν μόνες τους, θα αποφύγουν –αν δεν αντιταχθούν- σε μια ισχυρότερη πολιτική άμυνας και ασφάλειας για την Ευρώπη, διότι θα αντιστοιχούσε σε κάποια μορφή ενοποίησης. Αλλά για πρώτη φορά, μεταξύ των περισσότερων κυβερνήσεων της ΕΕ, υπάρχει τώρα μια συνειδητοποίηση ότι η ζώνη άνεσης της Ευρώπης έχει έλθει στο τέλος της. Δεν πρόκειται να επιστρέψει.
Μπορείτε να δείτε το κείμενο εδώ: http://carnegieeurope.eu/strategiceurope/66139