2.2 Η χαρά και η
λύπη
Την άμετρη αγάπη
του Κυρίου προς το πλάσμα του μαρτυρεί
το εξής παράδοξο: τη δική μας εθελούσια
δουλεία ο Ιησούς την ανάγει σε χαρισματική
υιοθεσία. Τι μεγαλύτερο δώρο; Ο Ιησούς
ανασύρει το δούλο του θανάτου και τον
καθιστά κοινωνό αιωνίου ζωής. Ο άνθρωπος
καλείται υιός, κατά χάρη, του Πατέρα και
συγκληρονόμος Χριστού. Καθίσταται ο
άνθρωπος υιός του φωτός. Φως που δεν
είναι το κτιστό φως της δημιουργίας
αλλά Αυτός «ὁ
τότε εἰπών ἐκ σκότους φῶς λάμψαι»1
.
Ο Κύριος μας
ελευθέρωσε μας ανέπλασε και μας θέωσε
ενώνοντας με εμάς τον Εαυτό του, τον
αναλλοίωτο και ελεύθερο και αληθινό
Θεό2.
Η κάθοδος του Κυρίου ήταν κάθοδος προς
διακονία. Ο Απόστολος Παύλος ονομάζει
το Χριστό διάκονο3.
Ο Κύριος είναι ο διάκονος της θέωσης
του ανθρώπου4.
Λαμβάνει τη φύση του δούλου και τον
διακονεί μέχρι σταυρικού θανάτου.
Εξαιτίας αυτής της διακονίας «ὁ
Θεός αὐτόν ὑπερύψωσεν»5,
δηλαδή θέωσε
την ανθρώπινη φύση. Κι αυτή η διακονία
έκανε τον Χριστό κύριο της ανθρώπινης
θελήσεως ώστε η θέωση να είναι υπόθεση
αυτών που ταυτίζουν το θέλημά τους με
τον κυρίαρχο της ανθρώπινης θελήσεως6
σαν να μην έχουν αυτοί λογική και θέληση7.
Συνεπώς, για να διαφυλάξουμε τις δωρεές
του Θεού, η δική μας προσπάθεια έγκειται
στην εκούσια παραίτηση από το θέλημα
μας ώστε να είναι το θέλημα μας το θέλημα
του Κυρίου, έγκειται στην αναγνώριση
της αδυναμία μας. Η μακάρια ζωή είναι
αυτό ακριβώς: η θέληση του ανθρώπου να
είναι αγαθή και στραμμένη μόνο προς τον
Θεό8.
Η ταύτιση της αγαθής θελήσεως με το μόνο
Αγαθό είναι το έργο των Μυστηρίων και
της ανθρώπινης προσπάθειας9.
Αλλά και αυτό το οποίο ζητά ο Κύριος από
εμάς, για όλες τις ευεργεσίες του, είναι
να θέλουμε μόνο το αγαθό. Έτσι όλες οι
αρετές των μακάριων είναι έργα της
αγαθής θελήσεως. Η αγάπη όμως είναι η
αρετή που χαρακτηρίζει την θέληση10.
Η δύναμη της
ανθρώπινης προαίρεσης, στην παρούσα
ζωή, φαίνεται από το γεγονός ότι ο
άνθρωπος μπορεί να αρνηθεί το αγαθό
καταργώντας το θέλημα του Θεού ως προς
αυτόν και όχι βέβαια την παρουσία του
Θεού στον σύμπαντα κόσμο. Στην ουσία,
αυτό που καταργείται δεν είναι το θέλημα
του Θεού ή η πανταχού παρουσία Του, αλλά
καταργείται ο άνθρωπος μη αποδεχόμενος
την Ζωή την στιγμή που είναι υπήκοος
του θανάτου. Αντιθέτως ο Θεός, μέσα από
την άμετρη αγάπη του, χτίζει τον κόσμο
ώστε να οδηγήσει το πλάσμα του κοντά
Του11,
ενώ σπέρνει και εναποθέτει κάθε δυνατότητα
για την εργασία της αρετής στην θέληση12.
Για τον Άγιο Νικόλαο κορυφαία έκφραση
της ανθρώπινης θελήσεως είναι η χαρά
και η λύπη. Έτσι, με βάση τα παραπάνω
διακρίνει, δύο τρόπους ζωής. Τη ζωή των
πονηρών ανθρώπων που χαίρονται με τα
αισχρά και λυπούνται με όσα θεωρούν
δυσάρεστα και τη ζωή των αγαθών που
χαίρονται με όσα είναι αγαθά και λυπούνται
με αυτά που είναι δυσάρεστα. Με αυτό το
κριτήριο μπορούμε να δούμε και την
ποιότητα της ζωής ενός ανθρώπου13.
2.2.1 Η λύπη
Η κατά Θεόν λύπη
προκαλείται από τον αγώνα αποφυγής του
κακού. Σύμφωνα με την Αγία Γραφή πρώτα
απομακρυνόμαστε από το κακό και ύστερα
πράττουμε το αγαθό14.
Ο Άγιος Νικόλαος δέχεται ότι ο άνθρωπος
ουσιαστικά είναι η προαίρεση και ο νους.
Άρα η παρεκτροπή του νου προς το ψέμα
και της προαιρέσεως προς την πονηρία
συνιστά την εκτροπή του ανθρώπου στην
κακία15.
Αν δε, αγαθό και αληθινό είναι αυτό που
θέλει ο Θεός, τότε κακό είναι οτιδήποτε
έρχεται σε αντίθεση με το Θεό. Ώστε για
τον Άγιο Νικόλαο το μόνο το οποίο μπορεί
να λυπήσει όσους ζουν εν Χριστώ είναι
η αμαρτία. Ο Άγιος διακρίνει τρεις λόγους
για τους οποίους συμβαίνει αυτό. Πρώτον
διότι η αμαρτία είναι κάτι κακό ενώ
αυτοί έχουν ήθος χριστό, δεύτερον διότι
η αμαρτία αντιμάχεται τους νόμους του
Θεού ενώ αυτοί αγωνίζονται να εφαρμόζουν
το θέλημά Του, τρίτον διότι μόνο στην
περίπτωση της αμαρτίας η λύπη προκαλεί
ωφέλεια, διότι λογίζεται ως το τίμημα
για τις αμαρτίες μας και την παρακοή
μας, ενώ σε κάθε άλλη περίπτωση η λύπη
είναι μάταια16.
Τον ίδιο τρόπο, εξάλλου, μετήλθε και ο
Κύριος για να ελευθερώσει τον άνθρωπο
από την αμαρτία. Τον ελευθέρωσε υπομένοντας
πόνους. Ώστε η εν Χριστώ ζωή είναι έμπονη
και απαιτεί την απόλυτη προσήλωση του
ανθρώπου. Ο προσηλωμένος Χριστιανός
είναι σε συνεχή κοινωνία με το Θεό
«ἀδιαλείπτως
προσευχόμενος»17.
Τρία στοιχεία, σημειώνει ο Άγιος Νικόλαος,
διαφυλάττουν μέσα μας την θεοσέβεια.
Ο φόβος των τιμωριών, η ελπίδα των αιωνίων
αγαθών και ο έρωτας για τον Ίδιο τον
Θεό18.
Κι όμως τίποτε από αυτά δεν μένει στην
καρδιά αυτών που συνειδητά παραβαίνουν
τον νόμο του Θεού. Οι βιοτικές μέριμνες
και η λύπη για οτιδήποτε υλικό δείχνει
ότι ο Κύριος δεν είναι η άμεση προτεραιότητά
αυτών. Η λύπη αυτή είναι η τέλεια σκότωση
και τύφλωση του νου19.
Ενώ κατά τον Απόστολο Παύλο «Η
λύπη του κόσμου θάνατον κατεργάζεται»20.
Ο Άγιος Νικόλαος τονίζει έντονα την
αντίδραση του Κυρίου έξω από το Ναό όπου
ο Κύριος οργίστηκε21.
Ο Κύριος έδειξε πόσο σημαντικό θεωρεί
το να είναι απαλλαγμένοι από κάθε μέριμνα
και φροντίδα οι πιστοί, μέσα στους
οποίους υποσχέθηκε ότι θα κατοικεί22.
Οι βιοτικές μέριμνες είναι ζημία για
την ψυχή και η λύπη που προκαλούν
φανερώνει απομάκρυνση της ψυχής από
την μνήμη του Θεού. Οι πνευματικοί
άνθρωποι δε, που ασχολούνται με τις
βιοτικές μέριμνες, δεν απομάκρυναν το
νου τους από το Θεό. Πως επιτυγχάνεται
αυτό; Ο Άγιος Νικόλαος μας λέει ότι η
μέριμνα είναι αποτέλεσμα του ιδίου
θελήματος, διότι σε μέριμνα μπαίνουμε
όταν καταληφθούμε από την επιθυμία να
επιτύχουμε για ότι προσπαθούμε χωρίς
να είμαστε βέβαιοι ότι θα το κατορθώσουμε23.
Ως εκ τούτου η μέριμνα είναι αποτέλεσμα
της επιθυμίας και της αβεβαιότητας για
την εκπλήρωση αυτής. Μέριμνα έχουν οι
φτωχοί οι οποίοι επιθυμούν απολαύσεις
ή περισσότερους πόρους στην ζωή τους ή
οι πλούσιοι που βάζουν πάνω από όλα τα
χρήματα. Όσοι όμως ζουν εν Χριστώ
λυπούνται μόνο για την αμαρτία διότι
μόνο αυτή μπορεί να τους αποκόψει από
την πηγή της ζωής. Κι αυτό ισχύει
ιδιαιτέρως για τους τέλειους, οι οποίοι
λυπούνται από αγάπη για τον Θεό. Διότι
όσοι λυπούνται και πενθούν τις αμαρτίες
τους είτε από τον φόβο της τιμωρίας είτε
από την ελπίδα της ανταμοιβής οδηγούνται
σε αυτό από φιλαυτία, ενώ τους τέλειους
τους παρακινεί ο Ίδιος ο Θεός24.
Ο Άγιος Νικόλαος τονίζει ότι μόνο αυτοί
που λυπούνται κατά Θεό γνωρίζουν το
μέτρο της λύπης για τις αμαρτίες και
ούτε παραδίδονται σε υπέρμετρη λύπη,
ούτε λυπούνται λιγότερο από όσο πρέπει.
Αυτοί είναι ταυτισμένοι με το θέλημα
του Θεού, αυτούς η αγάπη τους για το Θεό
τους ανύψωσε στην αρετή και μόλις
καταλάβουν ότι ήρθαν σε αντίθεση με το
θέλημα του Θεού μετανοούν. Πνευματικά
υγιείς και μέτρο για τους άλλους είναι
όσοι λυπούνται από αγάπη για το Θεό25.
2.2.2 Η χαρά
Αν το κοινό για
όλους αγαθό είναι ο Θεός τότε αυτός που
ομοιώνεται με τον Θεό δεν μπορεί παρά
να χαίρεται και να μοιράζεται τη χαρά
του όταν οι άλλοι χαίρονται με το αγαθό
και ομοιώνονται με το Θεό. Ο αγωνιστής
χαίρεται όταν βλέπει το αγαθό στον εαυτό
του αλλά χαίρεται όταν το βλέπει και
στους άλλους26.
Ο Άγιος Νικόλαος τονίζει ότι για να
είναι κανείς καλός με τους άλλους οφείλει
πρώτα να γίνει καλός με τον εαυτό του,
διότι ο καθένας πρώτα με τον εαυτό του
σχετίζεται και μετά με τους άλλους.
Καταδεικνύει έτσι ότι είναι απαραίτητο
αρχικά να ωφελήσει ο άνθρωπος τον εαυτό
του και αν επιχειρήσει να γίνει οδηγός
άλλων ακολουθώντας τον ορθό λόγο τότε
δεν μπορεί παρά να είναι τέλειος στην
αρετή διότι αυτό είναι το χαρακτηριστικό
όσων έφτασαν στην κορυφή των αρετών: να
προσφέρουν τέλεια και ειλικρινή αγάπη.
Έτσι το αγαθό και η χαρά που αυτό προκαλεί
απαιτεί από τους αγαθούς και ενάρετους
ανθρώπους να κινούνται προς όλα27.
Επομένως οι ενάρετοι χαίρονται με την
αρετή των άλλων και το αντίστροφο. Θα
έλεγε κανείς ότι το αγαθό είναι η
κινητήριος δύναμη του αγαθού ανθρώπου,
το μέσο, αλλά και ο τελικός και ατελεύτητος
στόχος του28,
ώστε είναι φυσικό για τον σοφό και δίκαιο
άνθρωπο να αγαπά και να χαίρεται κατά
Θεό. Η χαρά είναι διαρκής, μιας και η
πηγή της χαράς είναι αστείρευτη, ενώ
βασικό συστατικό της είναι η συνεχής
μνήμη του Θεού. Ο Θεός, είναι για τον
Άγιο Νικόλαο, το αγαθό και η χαρά αλλά
και η πηγή της χαράς και της αγαθότητας.
Η χαρά είναι το αντικείμενο της ανθρώπινης
επιθυμίας. Η ανθρώπινη επιθυμία καίτοι
κτιστή, δεν ικανοποιείται με τα πρόσκαιρα.
Η επιθυμία είναι περιορισμένη ως προς
την φύση της, όχι όμως και ως προς την
ενέργεια και τη δύναμή της. Όπως η
ψυχή-ενώ ανήκει σε πεπερασμένο ον δεν
έχει τέλος-έτσι και η επιθυμία, ώστε η
ψυχή είναι αθάνατη κατά χάρη ενώ η
επιθυμία είναι απεριόριστη. Τα πάντα
είναι κατώτερα και υστερούν μπροστά
της. Κατά τον Άγιο Νικόλαο η ακόρεστη
διάθεση της επιθυμίας δεν είναι δυνατόν
να κορεστεί από τα παρόντα, γι’ αυτό,
έστω και αν τα αποκτήσει όλα, αναζητά
εκείνο που δεν είναι παρόν. Έτσι υπερβαίνει
τα κτιστά και ορέγεται τα άκτιστα29.
Η επιθυμία του ανθρώπου εκπληρώνεται
μόνο τότε, όταν αποκτήσει το άπειρο
Αγαθό, κι αυτό είναι η πηγή της χαράς.
Χαίρεται τα αγαθά του Θεού όχι επειδή
τα απολαμβάνει ο ίδιος, αλλά επειδή μέσα
σε αυτά βρίσκεται ο Ίδιος ο Θεός30.
Η επιθυμία για το Θεό οδηγεί σε θαυμασμό
του μεγαλείου του Θεού και σε μετάθεση
της επιθυμίας31
του, δηλαδή στην απόλυτη αποδοχή του
θείου θελήματος. Συνέπεια αυτών είναι
η απόλυτη καταφρόνηση της ιδίας ψυχής
και παράδοσή της στον Θεό. Κι αυτό γίνεται
διότι αγαπά τον Θεό και το μόνο που τον
ενδιαφέρει είναι η τήρηση των εντολών32.
Θα μπορούσαμε να συμπληρώσουμε εδώ ότι
οι εντολές φυλάσσουν και φροντίζουν
την ψυχή. Γι’ αυτό οι πνευματικοί
αγωνιστές αγαπούν τον Θεό για το Θεό,
την δε ψυχή τους και την ζωή τους τα
αγαπούν χάρη του Θεού διότι πιο οικείος
κι από την ψυχή μας είναι ο Κύριος33.
Η οικειότητα όμως από μόνη της δεν μπορεί
να μας ενώσει με αυτά που αγαπάμε – τον
Θεό, την ψυχή μας και τον ίδιο μας τον
εαυτό - ούτε να μας δώσει χαρά. Η αγάπη
είναι η αιτία της ενώσεως και της χαράς.
Παρατηρείται το εξής παράδοξο σε αυτή
την περίπτωση. Ενώ δηλαδή, η φύση του
ανθρώπου δεν έχει αλλάξει ούτε έχει
μεταβληθεί σε θεϊκή, ώστε να ενεργούν
μέσα της τα θεία κατά τρόπο φυσικό,
ωστόσο η θέληση και η αγάπη της μετατέθηκαν
από τα ανθρώπινα στα θεία34.
Έτσι οι άνθρωποι έχουν ανόθευτη χαρά
και καμμία λύπη διότι τίποτε δεν υπάρχει
που να τους στενοχωρεί. Ούτε από τα
γήινα, διότι «Ἡ
ἀγάπη οὐ ζητεί τά ἑαυτῆς»35,
ούτε από τα θεϊκά. Οι άνθρωποι αυτοί
χαίρονται την χαρά του Χριστού, διότι
χαίρονται με ότι χαίρεται ο Χριστός και
είναι η χαρά τους ίδια με τη χαρά του
Χριστού36.
Αυτή η χαρά είναι άκτιστη, θεία, υπερφυσική
και πέρα από τα ανθρώπινα μέτρα.
Αντιλαμβάνεται,
κανείς, ότι κατά τον Άγιο Νικόλαο τίποτε
ανθρώπινο δεν υπάρχει σε όσους ζουν εν
Χριστώ. Αυτό είναι το αποτέλεσμα της
εξαγοράς μας από τον Χριστό. Ανήκουμε
ψυχή και σώμα στο Χριστό37.
Καλείται ο άνθρωπος να γίνει δούλος της
χαράς. Ο Δεσπότης Χριστός χαρίζει την
κληρονομιά σε αυτούς που προτιμούν την
δουλεία σε αυτόν. Η υπακοή, μας κάνει
κατ’ αυτόν τον τρόπο κατόχους του
Κυρίου. Γι’ αυτό οι δούλοι του Κυρίου
βάζουν πάνω από τις ψυχές τους τον Κύριό
τους και αγαπούν μόνο αυτόν38.
Θα θέλαμε να προσθέσουμε ότι η υπακοή,
εδώ, δεν νοείται ως υποταγή διότι ο
Κύριος εξαγόρασε τον άνθρωπο και μέσα
στην θεϊκή φιλανθρωπία του αφήνει το
δούλο να επιλέξει αν θέλει να είναι με
τον Κύριο του. Ο Κύριος δείχνει το δρόμο
της απελευθέρωσης του όντος από την
δουλεία της αμαρτίας αλλά δεν επιβάλλει
την θέλησή του. Το ότι ο Κύριος μας δίνει
τη λύση του προβλήματος δεν σημαίνει
ότι καταδυναστεύει το θέλημα μας. Η
αιτία των όντων, ο Κύριος, αποκαλύπτει
τον εαυτό της, αυτό όμως δεν είναι η
κατάργηση του όντος. Το ον αυτοκαταργείται
όταν αποξενώνει το νου από τη θεία
γνώση, το πληρώνει με την εμπαθή γνώση
των αισθητών και το οδηγεί στην αποθέωση
της κτίσης, ώστε να ισχύει το ελάτρευσαν
την κτίση παρά τον κτίσαντα. Μια μοντέρνα
θεώρηση, ενδεχομένως, να χαρακτηρίζει
αφόρητη την ύπαρξη της αιτίας των όντων,
ίσως και περιορισμό της ελευθερίας του
ανθρώπου, όμως, σε κάθε περίπτωση, η
ανθρώπινη περιπέτεια δεν μπορεί να
ξεπεράσει τα όρια της κτιστότητας και
μόνο η θεανθρώπινη προοπτική, που χαρίζει
η ενανθρώπηση, μπορεί να οδηγήσει την
κτιστή ελευθερία στην οικείωση και
τελικά την υποταγή στην άκτιστη ελευθερία
του Θεού39.
Συνεχίζεται
Σημειώσεις
1
Βλ. Προς Κορινθίους Β΄, 4,6.
2
Περί της εν Χριστώ ζωής , Λόγος Δ΄, 77.
«…καί ἀνέπλασε καί ἠλευθέρωσε καί
ἐθέωσε….»
3
Βλ. Προς Ρωμαίους, 15,8.
4
Περί της εν Χριστώ ζωής , Λόγος Δ΄, 27.
«Τό μέν γάρ ἦν τόν Θεόν εἰς τήν γῆν
κατελθεῖν, τό δέ ἡμᾶς ἐνθένδε ἀναγαγεῖν΄
καί τό μέν αὐτόν ἐνανθρωπῆσαι, τό δέ
ἄνθρωπον θεωθῆναι»
5
Βλ. Προς Φιλιππησίους, 2, 8-9.
6
Περί της εν Χριστώ ζωής , Λόγος Δ΄, 88.
7
Περί της εν Χριστώ ζωής , Λόγος Δ΄, 89.
8
Περί της εν Χριστώ ζωής , Λόγος Ζ΄, 6.
9
Περί της εν Χριστώ ζωής , Λόγος Ζ΄, 7.
10
Περί της εν Χριστώ ζωής , Λόγος Ζ΄, 8.
11
Περί της εν Χριστώ ζωής , Λόγος Ζ΄, 7.
12
Περί της εν Χριστώ ζωής , Λόγος Ζ΄, 9.
13
Περί της εν Χριστώ ζωής , Λόγος Ζ΄, 11.
14
Βλ. Πέτρου Α΄, 3,11.
15
Περί της εν Χριστώ ζωής , Λόγος Ζ΄, 16.
16
Περί της εν Χριστώ ζωής , Λόγος Ζ΄, 20.
17
Βλ. Προς Θεσσαλονικείς Α΄, 5,17.
18
Περί της εν Χριστώ ζωής , Λόγος Ζ΄, 24.
19
Περί της εν Χριστώ ζωής , Λόγος Ζ΄, 29.
20
Βλ. Κορινθίους Β΄, 7,10.
21
Βλ. Κατά Μάρκον 11, 15-17.
22
Περί της εν Χριστώ ζωής , Λόγος Ζ΄, 26.
23
Περί της εν Χριστώ ζωής , Λόγος Ζ΄, 30.
24
Περί της εν Χριστώ ζωής , Λόγος Ζ΄, 35.
25
Περί της εν Χριστώ ζωής , Λόγος Ζ΄, 40.
26
Περί της εν Χριστώ ζωής , Λόγος Ζ΄, 42.
27
Περί της εν Χριστώ ζωής , Λόγος Ζ΄, 44-45,
«…φυσική ιδιότητα του αγαθού είναι να
εκχέεται και να μεταδίδεται. Όπως δηλαδή
όλα τα όντα επιθυμούν το αγαθό, έτσι
και αυτό από την φύση του κινείται προς
όλα».
28
Περί της εν Χριστώ ζωής , Λόγος Δ΄, 96.
29
Περί της εν Χριστώ ζωής , Λόγος Ζ΄, 50-51.
30
Περί της εν Χριστώ ζωής , Λόγος Ζ΄, 52.
31
Περί της εν Χριστώ ζωής , Λόγος Ζ΄, 53,
«…αλλά έχουν ξεχάσει τον εαυτό τους
σαν να βγήκαν μια για πάντα έξω από
αυτόν και να μετέθεσαν αλλού την ζωή
και την επιθυμία τους». Ζ, 59. Ζ, 62.
32
Περί της εν Χριστώ ζωής , Λόγος Ζ΄, 54.
33
Περί της εν Χριστώ ζωής , Λόγος Ζ΄, 56-57.
34
Περί της εν Χριστώ ζωής , Λόγος Ζ΄, 62.
Βλέπουμε ότι η μετάθεση του θελήματος
στον Θεό είναι η εκοπή του ιδίου θελήματος
και είναι πρόδρομος που οδηγεί τον
άνθρωπο στη φύσει ένωση με τον Κύριο.
35
Βλ. Προς Κορινθίους Α΄, 13,5.
36
Βλ. Κατά Ιωάννην, 15, 11.
37
Θα θέλαμε να
τονίσουμε ότι τέτοια ορολογία είναι
το λιγότερο προκλητική για την εποχή
μας, αλλά σε κάθε περίπτωση δεν θα
μπορούσε να ισχύσει κάτι διαφορετικό
διότι ο άνθρωπος εξαγοράσθηκε αντί
λύτρου. Κατά Μάρκον 10, 45.
38
Περί της εν Χριστώ ζωής , Λόγος Ζ΄, 73.
39Δημητρίου
Τσελεγγίδη, Χάρη και ελευθερία ,
σελ. 97.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου