Συνέχεια από : ΤΕΤΑΡΤΗ, 3 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 2010
(τελευταίο)
12. Η φυσίωση ως κύριος κίνδυνος του φυσικοεπιστημονικού έργου.
Κάθε αληθινά δημιουργικό έργο είναι μια επικίνδυνη οδοιπορία στον αιθέρα. Χάνει εύκολα κανείς την ισορροπία και φυσιώνεται (φουσκώνει). Τόσο οι φυσικοί επιστήμονες όσο κι οι ψυχολόγοι κινδυνεύουν μόνιμα, να περιπέσουν σε κάτι το μαγευτικό (γοητευτικό) και να τυφλωθούν. Βρισκόμαστε επιπλέον σήμερα σε μιαν ουσιαστικά πιο δύσκολη κατάσταση απ’ ό,τι πριν εκατό ή διακόσια χρόνια. Ο ενθουσιασμός για επιστημονικές ιδέες έχει γίνει ένα μαζικό φαινόμενο και μεταστρέφεται συχνά σε απερίσκεπτους φραστικούς ξυλοδαρμούς (ή: ματαιοπονίες) (σ.σ.: Ένα επίκαιρο παράδειγμα είναι ο εξαπλούμενος στον καιρό μας, άκριτος ενθουσιασμός γύρω απ’ την επονομαζόμενη «θεωρία του χάους», στον οποίον συμμετέχουν όχι μόνο μαθηματικοί και φυσικοί επιστήμονες, αλλά και συνθέτες, επιστήμονες της φιλολογίας, φιλόσοφοι, κοινωνιολόγοι, γιατροί, στρατηγοί πωλήσεων, σύμβουλοι επιχειρήσεων, οικονομικοί διαχειριστές και θεολόγοι. Πρβλ. εδώ το γραμμένο μεν με δημοσιογραφικό τρόπο, αλλά διεξοδικά ερευνημένο άρθρο του Peter Brüge στο ειδησεογραφικό περιοδικό Der Spiegel , τεύχη 39, 40 και 41 – Σεπτέμβρης και Οκτώβρης, 1993). Εκατομμύρια επιστήμονες έχουν τη δυνατότητα να πάρουν μέρος στο μαγευτικό των επιστημών, χωρίς να έχουν ούτε και την παραμικρή υποψία για τον κίνδυνο της μαγείας (γοητείας) μέσω αρχετυπικών περιεχομένων. Αυτό αληθεύει και για τις λίγες μεγαλοφυείς κεφαλές της σημερινής φυσικής επιστήμης. Ένα ιδιαίτερα θλιβερό παράδειγμα είναι το μπεστ-σέλλερ A Brief history of Time (Μια σύντομη ιστορία του χρόνου) του Stephen W. Hawkings. Γράφει στον πρόλογο ο Καρλ Σαγκάν (Carl Sagan):
« “Μια σύντομη ιστορία του χρόνου” είναι και ένα βιβλίο για τον Θεό… ή ίσως για την ανυπαρξία του Θεού. Η λέξη Θεός είναι σ’ αυτές τις σελίδες παντού παρούσα. Ο Hawking λαμβάνει θέση στο περίφημο ερώτημα του Αϊνστάιν, αν είχε ο Θεός οποιαδήποτε εκλογή, να δημιουργήση το σύμπαν. Ο Hawking αποπειράται, όπως το εκθέτει σαφώς, να εννοήση «το σχέδιο του Θεού». Και είναι τόσο εκπληκτικώτερο το – προσωρινό τουλάχιστον – αποτέλεσμα αυτής της απόπειρας: ένα σύμπαν, που δεν έχει κανένα όριο στον χώρο, ούτε μιαν αρχή ούτε ένα τέλος στον χρόνο και τίποτα, το οποίο θα έμενε για να πράξη ένας Δημιουργός».
Δύσκολα μπορεί να τεκμηριώση πράγματι κανείς σαφέστερα μια φυσίωση μέσω αρχετυπικών ιδεών (σ.σ.: Γράφει ο Γιουνγκ: «Προσπαθούμε αξιέπαινα και ωφέλιμα, να εξολοθρεύσουμε όσο το δυνατόν το χάος – Chaos – του παράλογου σε μάς και έξω από μάς. Έχουμε όπως φαίνεται αρκετά μακριά ευδοκιμήσει μ’ αυτήν τη λειτουργία. Ένας πνευματικά ασθενής μού είπε μια φορά: “Γιατρέ μου, απολύμανα απόψε τη νύχτα ολόκληρο τον ουρανό με άχνη υδραργύρου – σουμπλιμέ - και δεν ανακάλυψα κανέναν Θεό”. Κάτι τέτοιο συνέβη και σ’ εμάς. – Στο Κ.Γκ.Γιουνγκ, “Για την ψυχολογία του ασυνειδήτου”).
Μια αμετάκλητη για την ανάπτυξη της φυσικής επιστήμης προβολή ήταν ο ατομισμός. Ο ατομισμός διαβεβαιώνει, πως η ύλη είναι οικοδομημένη από ελάχιστους, μη διαλυόμενους περαιτέρω οικοδομικούς πυρήνες, και το φυσικό γίγνεσθαι θα έπρεπε να εξηγηθή απ’ τις ιδιότητες και τις κινήσεις αυτών των ατόμων. Η αξιοπρόσεχτη επιμονή και μη παραπλανητικότητα (βεβαιότητα), με την οποία ακολουθήθηκε χωρίς οποιαδήποτε εμπειρική υποστήριξη για αιώνες αυτός ο σκοπός, παραπέμπει στην κατανικώσα θεϊκότητα της ατομικής ιδέας. Που σημαίνει, πως η ατομική υπόθεση (Hypothese) δεν έχει κατά κανέναν τρόπο τις ρίζες της στην πειραματική φυσική έρευνα, αλλά ανάγεται σε παμπάλαιες αρχετυπικές ιδέες. Η ανάπτυξη των φυσικών επιστημών ήταν κατά ένα σημαντικό μέρος και μια θετική και γόνιμη αντιπαράθεση (έρις) μ’ αυτές τις πρωτογενείς (πρωταρχικές) ιδέες. Ένα αποτέλεσμα αυτής της ανάπτυξης είναι ο μοριακός αναγωγισμός, μια αδιαμφισβήτητα εξόχως σημαντική μεθοδολογία, που έχει επιτύχει ανήκουστα αποτελέσματα στη χημεία και τη βιολογία. Αν ξεχάση όμως κανείς τον προβλητικό χαρακτήρα του ατομισμού, αν πιστέψη δηλαδή, πως παριστάνει μιαν εξωτερική πραγματικότητα η προβολή, τότε δεν μπορεί να αποφευχθή εύκολα μια φυσιώδης (πληθωριστική) μαγεία. Στην πραγματικότητα, βιώνουν ακόμα σήμερα πολλοί φυσικοί επιστήμονες την ατομική τους προβολή ως μιαν ιδιότητα της ύλης. Γίνεται έτσι λίγο πιο κατανοητή ίσως η απλοϊκή πίστη, πως θα μπορούσε να φέρη ο μοριακός αναγωγισμός τη λύση του παγκόσμιου αινίγματος.
Ήταν για παράδειγμα τόσο ενθουσιασμένος (μεθυσμένος) απ’ την ατομική υπόθεση ο Richard Feynman (βραβείο Νόμπελ για τη φυσική το 1965), ώστε άφησε να παρασυρθή στις εξής – φυσικο-επιστημονικά παροδικές ολοφάνερα – δηλώσεις:
« Έχουν οικοδομηθή όλα από άτομα. Αυτή είναι η υπόθεση-κλειδί. Η σημαντικότερη υπόθεση ολόκληρης της βιολογίας είναι π.χ., ότι όλα, όσα κάμνουν τα ζώα, τα κάμνουν άτομα. Μ’ άλλα λόγια: Δεν υπάρχει καμμιά συμπεριφορά των όντων, που δεν θα μπορούσε να εξηγηθή από την άποψη, ότι είναι οικοδομημένα από άτομα, τα οποία υπακούουν σε φυσικούς νόμους».
Γνωρίζουμε όμως σήμερα (κι αυτό το γνώριζε φυσικά κι ο Richard Feyman), ότι ήδη η αρχή του Πάουλι αναφέρει (στη σύγχρονη διατύπωσή της), ότι στοιχειώδη συστήματα (όπως π.χ. τα ηλεκτρόνια) δεν έχουν καμμιάν ατομικότητα, και διακρίνονται έτσι τελείως απ’ τα αιώνια, αναλλοίωτα και μη καταστρεφόμενα άτομα του Δημόκριτου, του Gassendi ή του Νεύτωνα. Ονομάζουμε βέβαια ακόμα σήμερα τέτοια συστήματα στοιχειώδη , αλλά από μιαν εντελώς διαφορετικήν αιτία, επειδή αντικατοπτρίζουν δηλαδή με αδιαίρετο τρόπο θεμελιώδεις χωρο-χρονικές συμμετρίες. Μόρια, άτομα, ηλεκτρόνια, κουάρκς (εύπλαστη ύλη) ή χορδές (στρινγκς) δεν είναι όμως καθόλου οικοδομικοί πυρήνες της ύλης , δεν έχουν βρεθή, αλλά εφευρεθή, είναι κατασκευές δηλαδή εκείνων, οι οποίοι διερευνούν την υλική πραγματικότητα. Η αρχική ιδέα, ότι ο υλικός κόσμος είναι ήδη με μιαν απόλυτη έννοια διαρθρωμένος, κι ότι δεν έχει έτσι παρά να ανακαλύψη και να περιγράψη απλώς ο φυσικός ερευνητής αυτές τις διαρθρώσεις, βρίσκεται σε πλήρη αντίφαση προς τις γνώσεις της κβαντομηχανικής.
Ο μοριακός αναγωγισμός επεκτάθηκε τις τελευταίες δεκαετίες με εξαιρετικήν επιτυχία στη βιολογία και την ιατρική. Φαίνεται πως είναι αναπόφευκτο, το να οδηγούν μεγαλειώδεις επιτυχίες και σε κατοχή κα τυφλότητα, και να προκαλούν έτσι τον κίνδυνο μιας φυσίωσης. Νά πώς εξωτερικεύεται ο Severo Ochoa (βραβείο Νόμπελ για την ιατρική 1959):
«Στο μοριακό επίπεδο βρίσκεται το μυστικό της κληροδότησης και της εξέλιξης, πιθανώς το μυστικό της ζωής γενικά, σε καθορισμένες χημικές ενώσεις, τα νουκλεϊκά οξέα και τις πρωτεΐνες».
Ο Arthur Kornberg (βραβείο Νόμπελ για την ιατρική 1959) εφράζεται ουσιωδώς πιο αποφασισμένα:
«Η γλώσσα της χημείας… είναι μια γλώσσα που εξηγεί από πού ήρθαμε, τί είμαστε, και πού θα μας επιτρέψη ο φυσικός κόσμος να πάμε… Είναι μια γλώσσα που μας καθιστά ικανούς να κατασκευάσουμε τις πιο σαφείς εκθέσεις για τους ατομικούς μας εαυτούς, το περιβάλλον μας, ακόμη και κάποιες όψεις της κοινωνίας μας».
Το γεγονός, ότι κάθε μαγεία (γοητεία) προκαθορίζει με αναπόφευκτον τρόπο και μιαν ορισμένη μονοφθαλμία, μπορεί να εξηγήση το ότι μια εξαιρετική ανακάλυψη (όπως π.χ. η απομόνωση ενός συνθέτοντος το DNS ενζύμου απ’ τον Kornberg) μπορεί να παραπλανήση έναν ερευνητή να νομίζη, ότι έχει μόλις βρη την «πέτρα (λίθο) των σοφών».
Πολλοί εξέχοντες φυσικοί επιστήμονες έχουν σήμερα τόσο συναρπαγή από μιαν αρχετυπική ιδέα, ώστε δεν μπορούν πια να την κρίνουν και γίνονται έτσι ηθικά ακαταλόγιστοι. Το ότι μπορούν να φυσιώσουν φυσικο-επιστημονικές γνώσεις ακόμα και απολύτως εξέχοντες ερευνητές, είναι καλώς γνωστό απ’ τη σημερινή μοριακή βιολογία. Το πρωτόκολλο του ονομαστά διαβόητου συμποσίου του Ciba Foundation 1963 είναι μια πλούσια πηγή για παραδείγματα φυσίωσης στις σύγχρονες φυσικές επιστήμες. Έλεγε έτσι ο κάτοχος βραβείου Νόμπελ Joshua Lederberg:
«Μπορούμε να ορίσουμε τώρα τον άνθρωπο. Είναι γενοτυπικώς εντέλει, έξι πόδες μιας ιδιαίτερης μοριακής ακολουθίας από άτομα άνθρακα, υδρογόνου, οξυγόνου, άζωτου και φωσφόρου – το μήκος του DNA σφιχτά περιτυλιγμένο στον πυρήνα του αποδεδειγμένου του ωαρίου… Μ’ αυτές τις προϋποθέσεις, θα είναι απίστευτο αν δεν θα έχουμε σύντομα τη βάση μιας αναπτυξιακής μηχανικής τεχνικής για να ρυθμίσουμε, το μέγεθος π.χ. του ανθρώπινου εγκέφαλου μέσω μιας προγεννητικής ή πρώιμης μεταγεννητικής επέμβασης».
Ο βιολόγος J. B. S. Haldane ενδιαφερόταν μεταξύ των άλλων για την ζωή ανθρώπων πάνω σε άλλους πλανήτες και αστεροειδείς και έλεγε σ’ αυτήν τη συνάφεια:
«Άνθρωποι που έχουν χάσει τα πόδια τους σε δυστύχημα ή αλλοίωση (mutation – μετάλλαξη) θα έχουν τα ειδικά προσόντα ως αστροναύτες. Αν έχη ανακαλυφθή ένα φάρμακο με μια δράση όπως εκείνη της θαλιδομίδης, αλλά μόνο στα στοιχεία των ποδιών, όχι στους βραχίονες, μπορεί να χρησιμεύση για να προετοιμαστή το πλήρωμα του πρώτου διαστημόπλοιου για το σύστημα του Άλφα του Κενταύρου , ελαττώνοντας έτσι όχι μόνον το βάρος τους, αλλά και τις ανάγκες τους τροφής και οξυγόνου».
Γνωρίζω, πως πολλοί μοριακοί βιολόγοι αποστασιοποιούνται σήμερα απ’ την ψευδαισθητική οίηση της ελίτ της βιοϊατρικής έρευνας στο συμπόσιο της Ciba του 1963. Η φυσίωση είναι όμως εξίσου λίγο όπως η μέθη στο τιμόνι μια δικαιολογία. Σ’ αυτό που είμαστε εμείς οι επιστήμονες κατά έντιμον τρόπο υποχρεωμένοι, είναι να δούμε το φαινόμενο της γοητείας στη σπουδαιότητά του – ακόμα και τότε που δεν γνωρίζουμε ίσως σωστά, πώς πρέπει να χειριστούμε τους οξείς (κρίσιμους) κινδύνους της σκιάς. «Το ανεπίγνωστο δεν ισχύει ποτέ μπροστά στη δικαστική έδρα της φύσης και της μοίρας ως δικαιολογία», λέει ο Γιουνγκ (στο: «Απάντηση στον Ιώβ»).
Όποτε και να συμβαίνη μια μαγεία (γοητεία), πρέπει να υποτεθή, ότι επιβάλλεται μια αρχετυπική εικόνα με στοιχειώδη βία στη συνείδηση. Η κατοχή μέσω τέτοιων ασυνείδητων, αρχικών εικόνων είναι ένας απ’ τους βασικούς κiνδύνους της μοντέρνας φυσικής επιστήμης. Υπάρχει φυσικά κάτι, που μπορούμε όλοι να το επιδιώξουμε: μεγαλύτερη μετριοφροσύνη . Το να μείνης όμως μετριόφρων, όταν σε έχει αρπάξει ο δαίμονας της φυσικο-επιστημονικής φαντασίωσης, είναι σχεδόν αδύνατο, γιατί «η αντιπαράσταση με τη σκιά δεν είναι ένα αθώο πράγμα, το οποίο θα μπορούσε να διεκπεραιωθή με τη “λογική”» (Κ.Γκ.Γιουνγκ, στο “Mysterium Coniunctionis”). Η μαγεία είναι απρόσβλητη διανοητικά: «Η φαντασίωση είναι δηλαδή ένα εξαναγκαστικού είδους φαινόμενο, για το οποίο λείπει η συνειδητή αιτιολόγηση˙ που σημαίνει πως δεν είναι κάποιο περιστατικό της θέλησης, αλλά μια εμφάνιση, που αναδύεται απ’ το ασυνείδητο και επιβάλλεται με αναγκαστικό τρόπο στη συνείδηση» (Κ.Γκ.Γιουνγκ, στο “Για την ψυχολογία του ασυνειδήτου”).
Η μετριοφροσύνη χρειάζεται όχι μόνο μια σημαντική, θετική προσπάθεια, αλλά και μια γνώση για τα βάθη αρχετυπικών δυνάμεων και την ολοκλήρωση ασυνειδήτων περιεχομένων στη συνείδηση – μιαν αγωγή εν ολίγοις προς τη συνειδητότητα, γιατί «η ηθική μας ελευθερία πηγαίνει μόνον τόσο μακριά όσο η συνείδησή μας» (σ.σ.: Ο Κ.Γκ.Γιουνγκ σ’ ένα γράμμα της 26ης Μαρτίου 1960). Οι προβολές της σκιάς γεννούν σημαντικές αντιληπτικές παραμορφώσεις, γι’ αυτό πρέπει να συνειδητοποιήσουμε καλύτερα – αν δεν θέλουμε να βουλιάξουμε – τις πηγές της φυσικο-επιστημονικής φαντασίωσης. Πρέπει να ανήκη γι’ αυτό στις αμετάκλητες υποχρεώσεις ενός μοντέρνου (σύγχρονου) φυσικού επιστήμονα, η αφομοίωση εκείνης της γνώσης, που τον καθιστά ικανό, να χειριστή τη γοητεία της φυσικο-επιστημονικής έρευνας. Υπάρχουν διάφορες δυνατότητες ως προς αυτό. Μιαν απ’ αυτές μάς την έδειξε ο Πάουλι, καθώς αναμείχθηκε με τη βοήθεια των γιουγκιανών ιδεών με το βασίλειο των ονείρων και της συμβολικής του ασυνειδήτου.
Το έργο (Opus) της σύγχρονης φυσικής επιστήμης είναι η δεύτερη υλική δημιουργία. Ματαιώνεται μ’ αυτό κάθε φυσικο-επιστημονική παρατήρηση ή κρίση απ’ τη μαγεία (γοητεία) της ισχύος. Καθώς είναι η μη καθοδηγούμενη από κανενός είδους κανονιστικές αρχές «πράξη» η ουσία τής σημερινής επιστήμης, προϋποθέτει κάθε παραίτηση απ’ τη δύναμη αναγκαστικά μιαν παραίτηση απ’ τη γνώση. Για να αναστείλη το παραλήρημα της τεχνικής προόδου, που αμφισβητεί τα θεμέλια της ζωής μας, έχει αξιώσει με εμφαντικό τρόπο την «αρχή της ευθύνης» ο Hans Jonas . Αν βασίζονταν μόνο στη λογική η ιδέα της τεχνικής ισχύος, θα μπορούσε να αντιμετωπιστή και με τη λογική. Το γοητευτικό όμως της τεχνοκρατικής αναμονής σωτηρίας πηγάζει από άγνωστο βάθος, και η γοητεία μέσω δημιουργικής πρωτοτυπίας μπορεί να μεταστραφή εντελώς στο ανεπιθύμητο, στο ριζικά μάλιστα κακό. Ώστε έχουμε επαυξημένα να ρωτήσουμε, ποιες γνώσεις επιτρέπονται ηθικά , και πρέπει να επιφυλαχθούμε για την ελευθερία της παραίτησης απ’ τη διερεύνηση ενός διερευνητέου . Καθώς η αξιοπρέπεια του έμψυχου κόσμου και η φροντίδα για το μέλλον βρίσκονται πάνω απ’ την ελευθερία της έρευνας, δεν είναι η νομιμοποίηση της επιστήμης κατά κανέναν τρόπο τόσο αυτονόητη, όπως ευχαρίστως την υποθέτουμε εμείς οι επιστήμονες. Η υπεύθυνη επιστήμη δεν εκβιάζει την εκκαθάριση (διάλυση) της φυσικής έρευνας, έχει ανάγκη όμως μιας γνώσης για τη μυστηριώδη πραγματικότητα του ασυνειδήτου ως σπερματικούς τόπους των δημιουργικών, και δαιμονικών οπωσδήποτε αρχέγονων δυνάμεων.
13. Θετικές όψεις της σκιάς.
Η σκοτεινή πλευρά της φυσικής επιστήμης δεν είναι απλώς «απουσία του φωτός», αλλ’ ανήκει στην ουσία της φυσικής επιστήμης, και έχει μιαν ιδιαίτερα μόνιμη οντολογική πραγματικότητα. Αν εννοήση κανείς μόνον ως ένα privatio lucis (ιδιωτικό φως) τη σκιά, θα έφραζε στις φυσικές επιστήμες την είσοδο στο ασυνείδητο (σ.σ.: Το δόγμα του «privatio boni» - «ιδιωτικού καλού» διαβεβαιώνει, πως το κακό είναι «ένα τίποτα», μια έλλειψη μόνον του καλού. Λέει έτσι π.χ. ο άγ. Αυγουστίνος {345-430}: «Non est malum nisi privatio boni» - «Δεν υπάρχει το κακό χωρίς το ιδιωτικό καλό»). Μια ολιστική φυσική επιστήμη πρέπει να λαμβάνη παρόμοια υπ’ όψη της την εξωτερική και την εσωτερική εμπειρία. Το φανταστικό είναι όμως κρυμμένο και δεν μπορεί να εισπραχθή απ’ το φως της μέρας του επιστημονικού νου, αλλά πρέπει να αναγνωρισθή ως σκιά.
Η σκιά δεν μπορεί να εξαλειφθή ή να συμψηφισθή, το θετικό της δυναμικό γίνεται όμως κατ’ αρχάς διαθέσιμο, όταν τοποθετούμαστε συνειδητά απέναντί του και το υφιστάμεθα ερμηνευτικά – μια δύσκολη και κατά κανέναν τρόπο ακίνδυνη εργασία. Παρά ταύτα, είναι ακριβώς οι όψεις της σκιάς, που μπορούν να γίνουν μια πηγή της ανανέωσης. Η εξήγηση των σκοτεινών όψεων της σημερινής φυσικής επιστήμης μπορεί να αναπτύξη ανεκμετάλλευτο δυναμικό και να μας οδηγήση σε άλλους τρόπους πρόσβασης της φυσικής έρευνας. Σε μιαν π.χ. φυσική έρευνα, που είναι λιγότερο ναρκωμένη και δεν αρνείται το φανταστικό, παιδιάστικο, ελεύθερο από σκοπό, ποιητικό και ωραίο ως «μη ανήκον στο προκείμενο». Η καλλιεργημένη στη σημερινή φυσική επιστήμη ορθολογιστική απόκρουση της ωραιότητας έχει βέβαια την αιτία της στο γεγονός, ότι η ωραιότητα δεν είναι φυσικοεπιστημονικο-τεχνικά απλώς «κατασκευάσιμη», και θεωρείται έτσι σύμφωνα προς την αρχή του verum-factum ως μη αντικειμενοποιήσιμη. Έχει να κάνη παρ’ όλ’ αυτά η γνήσια φυσική έρευνα με την έκπληξη (τον θαυμασμό) και την ωραιότητα, και συνεπώς με το ανθρώπινο βίωμα. Είναι σύμφωνα με τον Άλμπερτ Αϊνστάιν «το μυστηριώδες …το ωραιότερο, το οποίο μπορούμε να ζήσουμε. Είναι το βασικό αίσθημα, που βρίσκεται στο λίκνο της αληθινής τέχνης και επιστήμης. Όποιος δεν το γνωρίζει και δεν μπορεί πια να εκπλαγή, δεν μπορεί πια να θαυμάση, αυτός είναι ούτως ειπείν νεκρός και τα μάτια του σβησμένα». Η ωραιότητα είναι ένας αισθητός μάρτυρας για κάτι, που βρίσκεται πέρα απ’ την ανθρώπινη κατανόηση, αλλά δεν χρειάζεται να καταπιεστή γι’ αυτό στη φυσική επιστήμη.
Ευχαριστία.
Ο Theodor Abt, ο Harald Atmanspacher, ο Ronald Brun, ο Paul Feyerabend, ο Ernst Peter Fischer, ο Vittorio Hössle, ο Bernd Kasemir, η Ulrich Müller-Herold κι η Eva Wertenschlag-Birkhäuser έχουν διαβάσει ένα προσχέδιο αυτής της εργασίας, το έχουν σχολιάσει με ερμηνευτικόν τρόπο διεξοδικά και έχουν συνδιαμορφώσει έτσι την τελική εκδοχή.
Hans Primas
Τ Ε Λ Ο Σ
Αμέθυστος
(τελευταίο)
12. Η φυσίωση ως κύριος κίνδυνος του φυσικοεπιστημονικού έργου.
Κάθε αληθινά δημιουργικό έργο είναι μια επικίνδυνη οδοιπορία στον αιθέρα. Χάνει εύκολα κανείς την ισορροπία και φυσιώνεται (φουσκώνει). Τόσο οι φυσικοί επιστήμονες όσο κι οι ψυχολόγοι κινδυνεύουν μόνιμα, να περιπέσουν σε κάτι το μαγευτικό (γοητευτικό) και να τυφλωθούν. Βρισκόμαστε επιπλέον σήμερα σε μιαν ουσιαστικά πιο δύσκολη κατάσταση απ’ ό,τι πριν εκατό ή διακόσια χρόνια. Ο ενθουσιασμός για επιστημονικές ιδέες έχει γίνει ένα μαζικό φαινόμενο και μεταστρέφεται συχνά σε απερίσκεπτους φραστικούς ξυλοδαρμούς (ή: ματαιοπονίες) (σ.σ.: Ένα επίκαιρο παράδειγμα είναι ο εξαπλούμενος στον καιρό μας, άκριτος ενθουσιασμός γύρω απ’ την επονομαζόμενη «θεωρία του χάους», στον οποίον συμμετέχουν όχι μόνο μαθηματικοί και φυσικοί επιστήμονες, αλλά και συνθέτες, επιστήμονες της φιλολογίας, φιλόσοφοι, κοινωνιολόγοι, γιατροί, στρατηγοί πωλήσεων, σύμβουλοι επιχειρήσεων, οικονομικοί διαχειριστές και θεολόγοι. Πρβλ. εδώ το γραμμένο μεν με δημοσιογραφικό τρόπο, αλλά διεξοδικά ερευνημένο άρθρο του Peter Brüge στο ειδησεογραφικό περιοδικό Der Spiegel , τεύχη 39, 40 και 41 – Σεπτέμβρης και Οκτώβρης, 1993). Εκατομμύρια επιστήμονες έχουν τη δυνατότητα να πάρουν μέρος στο μαγευτικό των επιστημών, χωρίς να έχουν ούτε και την παραμικρή υποψία για τον κίνδυνο της μαγείας (γοητείας) μέσω αρχετυπικών περιεχομένων. Αυτό αληθεύει και για τις λίγες μεγαλοφυείς κεφαλές της σημερινής φυσικής επιστήμης. Ένα ιδιαίτερα θλιβερό παράδειγμα είναι το μπεστ-σέλλερ A Brief history of Time (Μια σύντομη ιστορία του χρόνου) του Stephen W. Hawkings. Γράφει στον πρόλογο ο Καρλ Σαγκάν (Carl Sagan):
« “Μια σύντομη ιστορία του χρόνου” είναι και ένα βιβλίο για τον Θεό… ή ίσως για την ανυπαρξία του Θεού. Η λέξη Θεός είναι σ’ αυτές τις σελίδες παντού παρούσα. Ο Hawking λαμβάνει θέση στο περίφημο ερώτημα του Αϊνστάιν, αν είχε ο Θεός οποιαδήποτε εκλογή, να δημιουργήση το σύμπαν. Ο Hawking αποπειράται, όπως το εκθέτει σαφώς, να εννοήση «το σχέδιο του Θεού». Και είναι τόσο εκπληκτικώτερο το – προσωρινό τουλάχιστον – αποτέλεσμα αυτής της απόπειρας: ένα σύμπαν, που δεν έχει κανένα όριο στον χώρο, ούτε μιαν αρχή ούτε ένα τέλος στον χρόνο και τίποτα, το οποίο θα έμενε για να πράξη ένας Δημιουργός».
Δύσκολα μπορεί να τεκμηριώση πράγματι κανείς σαφέστερα μια φυσίωση μέσω αρχετυπικών ιδεών (σ.σ.: Γράφει ο Γιουνγκ: «Προσπαθούμε αξιέπαινα και ωφέλιμα, να εξολοθρεύσουμε όσο το δυνατόν το χάος – Chaos – του παράλογου σε μάς και έξω από μάς. Έχουμε όπως φαίνεται αρκετά μακριά ευδοκιμήσει μ’ αυτήν τη λειτουργία. Ένας πνευματικά ασθενής μού είπε μια φορά: “Γιατρέ μου, απολύμανα απόψε τη νύχτα ολόκληρο τον ουρανό με άχνη υδραργύρου – σουμπλιμέ - και δεν ανακάλυψα κανέναν Θεό”. Κάτι τέτοιο συνέβη και σ’ εμάς. – Στο Κ.Γκ.Γιουνγκ, “Για την ψυχολογία του ασυνειδήτου”).
Μια αμετάκλητη για την ανάπτυξη της φυσικής επιστήμης προβολή ήταν ο ατομισμός. Ο ατομισμός διαβεβαιώνει, πως η ύλη είναι οικοδομημένη από ελάχιστους, μη διαλυόμενους περαιτέρω οικοδομικούς πυρήνες, και το φυσικό γίγνεσθαι θα έπρεπε να εξηγηθή απ’ τις ιδιότητες και τις κινήσεις αυτών των ατόμων. Η αξιοπρόσεχτη επιμονή και μη παραπλανητικότητα (βεβαιότητα), με την οποία ακολουθήθηκε χωρίς οποιαδήποτε εμπειρική υποστήριξη για αιώνες αυτός ο σκοπός, παραπέμπει στην κατανικώσα θεϊκότητα της ατομικής ιδέας. Που σημαίνει, πως η ατομική υπόθεση (Hypothese) δεν έχει κατά κανέναν τρόπο τις ρίζες της στην πειραματική φυσική έρευνα, αλλά ανάγεται σε παμπάλαιες αρχετυπικές ιδέες. Η ανάπτυξη των φυσικών επιστημών ήταν κατά ένα σημαντικό μέρος και μια θετική και γόνιμη αντιπαράθεση (έρις) μ’ αυτές τις πρωτογενείς (πρωταρχικές) ιδέες. Ένα αποτέλεσμα αυτής της ανάπτυξης είναι ο μοριακός αναγωγισμός, μια αδιαμφισβήτητα εξόχως σημαντική μεθοδολογία, που έχει επιτύχει ανήκουστα αποτελέσματα στη χημεία και τη βιολογία. Αν ξεχάση όμως κανείς τον προβλητικό χαρακτήρα του ατομισμού, αν πιστέψη δηλαδή, πως παριστάνει μιαν εξωτερική πραγματικότητα η προβολή, τότε δεν μπορεί να αποφευχθή εύκολα μια φυσιώδης (πληθωριστική) μαγεία. Στην πραγματικότητα, βιώνουν ακόμα σήμερα πολλοί φυσικοί επιστήμονες την ατομική τους προβολή ως μιαν ιδιότητα της ύλης. Γίνεται έτσι λίγο πιο κατανοητή ίσως η απλοϊκή πίστη, πως θα μπορούσε να φέρη ο μοριακός αναγωγισμός τη λύση του παγκόσμιου αινίγματος.
Ήταν για παράδειγμα τόσο ενθουσιασμένος (μεθυσμένος) απ’ την ατομική υπόθεση ο Richard Feynman (βραβείο Νόμπελ για τη φυσική το 1965), ώστε άφησε να παρασυρθή στις εξής – φυσικο-επιστημονικά παροδικές ολοφάνερα – δηλώσεις:
« Έχουν οικοδομηθή όλα από άτομα. Αυτή είναι η υπόθεση-κλειδί. Η σημαντικότερη υπόθεση ολόκληρης της βιολογίας είναι π.χ., ότι όλα, όσα κάμνουν τα ζώα, τα κάμνουν άτομα. Μ’ άλλα λόγια: Δεν υπάρχει καμμιά συμπεριφορά των όντων, που δεν θα μπορούσε να εξηγηθή από την άποψη, ότι είναι οικοδομημένα από άτομα, τα οποία υπακούουν σε φυσικούς νόμους».
Γνωρίζουμε όμως σήμερα (κι αυτό το γνώριζε φυσικά κι ο Richard Feyman), ότι ήδη η αρχή του Πάουλι αναφέρει (στη σύγχρονη διατύπωσή της), ότι στοιχειώδη συστήματα (όπως π.χ. τα ηλεκτρόνια) δεν έχουν καμμιάν ατομικότητα, και διακρίνονται έτσι τελείως απ’ τα αιώνια, αναλλοίωτα και μη καταστρεφόμενα άτομα του Δημόκριτου, του Gassendi ή του Νεύτωνα. Ονομάζουμε βέβαια ακόμα σήμερα τέτοια συστήματα στοιχειώδη , αλλά από μιαν εντελώς διαφορετικήν αιτία, επειδή αντικατοπτρίζουν δηλαδή με αδιαίρετο τρόπο θεμελιώδεις χωρο-χρονικές συμμετρίες. Μόρια, άτομα, ηλεκτρόνια, κουάρκς (εύπλαστη ύλη) ή χορδές (στρινγκς) δεν είναι όμως καθόλου οικοδομικοί πυρήνες της ύλης , δεν έχουν βρεθή, αλλά εφευρεθή, είναι κατασκευές δηλαδή εκείνων, οι οποίοι διερευνούν την υλική πραγματικότητα. Η αρχική ιδέα, ότι ο υλικός κόσμος είναι ήδη με μιαν απόλυτη έννοια διαρθρωμένος, κι ότι δεν έχει έτσι παρά να ανακαλύψη και να περιγράψη απλώς ο φυσικός ερευνητής αυτές τις διαρθρώσεις, βρίσκεται σε πλήρη αντίφαση προς τις γνώσεις της κβαντομηχανικής.
Ο μοριακός αναγωγισμός επεκτάθηκε τις τελευταίες δεκαετίες με εξαιρετικήν επιτυχία στη βιολογία και την ιατρική. Φαίνεται πως είναι αναπόφευκτο, το να οδηγούν μεγαλειώδεις επιτυχίες και σε κατοχή κα τυφλότητα, και να προκαλούν έτσι τον κίνδυνο μιας φυσίωσης. Νά πώς εξωτερικεύεται ο Severo Ochoa (βραβείο Νόμπελ για την ιατρική 1959):
«Στο μοριακό επίπεδο βρίσκεται το μυστικό της κληροδότησης και της εξέλιξης, πιθανώς το μυστικό της ζωής γενικά, σε καθορισμένες χημικές ενώσεις, τα νουκλεϊκά οξέα και τις πρωτεΐνες».
Ο Arthur Kornberg (βραβείο Νόμπελ για την ιατρική 1959) εφράζεται ουσιωδώς πιο αποφασισμένα:
«Η γλώσσα της χημείας… είναι μια γλώσσα που εξηγεί από πού ήρθαμε, τί είμαστε, και πού θα μας επιτρέψη ο φυσικός κόσμος να πάμε… Είναι μια γλώσσα που μας καθιστά ικανούς να κατασκευάσουμε τις πιο σαφείς εκθέσεις για τους ατομικούς μας εαυτούς, το περιβάλλον μας, ακόμη και κάποιες όψεις της κοινωνίας μας».
Το γεγονός, ότι κάθε μαγεία (γοητεία) προκαθορίζει με αναπόφευκτον τρόπο και μιαν ορισμένη μονοφθαλμία, μπορεί να εξηγήση το ότι μια εξαιρετική ανακάλυψη (όπως π.χ. η απομόνωση ενός συνθέτοντος το DNS ενζύμου απ’ τον Kornberg) μπορεί να παραπλανήση έναν ερευνητή να νομίζη, ότι έχει μόλις βρη την «πέτρα (λίθο) των σοφών».
Πολλοί εξέχοντες φυσικοί επιστήμονες έχουν σήμερα τόσο συναρπαγή από μιαν αρχετυπική ιδέα, ώστε δεν μπορούν πια να την κρίνουν και γίνονται έτσι ηθικά ακαταλόγιστοι. Το ότι μπορούν να φυσιώσουν φυσικο-επιστημονικές γνώσεις ακόμα και απολύτως εξέχοντες ερευνητές, είναι καλώς γνωστό απ’ τη σημερινή μοριακή βιολογία. Το πρωτόκολλο του ονομαστά διαβόητου συμποσίου του Ciba Foundation 1963 είναι μια πλούσια πηγή για παραδείγματα φυσίωσης στις σύγχρονες φυσικές επιστήμες. Έλεγε έτσι ο κάτοχος βραβείου Νόμπελ Joshua Lederberg:
«Μπορούμε να ορίσουμε τώρα τον άνθρωπο. Είναι γενοτυπικώς εντέλει, έξι πόδες μιας ιδιαίτερης μοριακής ακολουθίας από άτομα άνθρακα, υδρογόνου, οξυγόνου, άζωτου και φωσφόρου – το μήκος του DNA σφιχτά περιτυλιγμένο στον πυρήνα του αποδεδειγμένου του ωαρίου… Μ’ αυτές τις προϋποθέσεις, θα είναι απίστευτο αν δεν θα έχουμε σύντομα τη βάση μιας αναπτυξιακής μηχανικής τεχνικής για να ρυθμίσουμε, το μέγεθος π.χ. του ανθρώπινου εγκέφαλου μέσω μιας προγεννητικής ή πρώιμης μεταγεννητικής επέμβασης».
Ο βιολόγος J. B. S. Haldane ενδιαφερόταν μεταξύ των άλλων για την ζωή ανθρώπων πάνω σε άλλους πλανήτες και αστεροειδείς και έλεγε σ’ αυτήν τη συνάφεια:
«Άνθρωποι που έχουν χάσει τα πόδια τους σε δυστύχημα ή αλλοίωση (mutation – μετάλλαξη) θα έχουν τα ειδικά προσόντα ως αστροναύτες. Αν έχη ανακαλυφθή ένα φάρμακο με μια δράση όπως εκείνη της θαλιδομίδης, αλλά μόνο στα στοιχεία των ποδιών, όχι στους βραχίονες, μπορεί να χρησιμεύση για να προετοιμαστή το πλήρωμα του πρώτου διαστημόπλοιου για το σύστημα του Άλφα του Κενταύρου , ελαττώνοντας έτσι όχι μόνον το βάρος τους, αλλά και τις ανάγκες τους τροφής και οξυγόνου».
Γνωρίζω, πως πολλοί μοριακοί βιολόγοι αποστασιοποιούνται σήμερα απ’ την ψευδαισθητική οίηση της ελίτ της βιοϊατρικής έρευνας στο συμπόσιο της Ciba του 1963. Η φυσίωση είναι όμως εξίσου λίγο όπως η μέθη στο τιμόνι μια δικαιολογία. Σ’ αυτό που είμαστε εμείς οι επιστήμονες κατά έντιμον τρόπο υποχρεωμένοι, είναι να δούμε το φαινόμενο της γοητείας στη σπουδαιότητά του – ακόμα και τότε που δεν γνωρίζουμε ίσως σωστά, πώς πρέπει να χειριστούμε τους οξείς (κρίσιμους) κινδύνους της σκιάς. «Το ανεπίγνωστο δεν ισχύει ποτέ μπροστά στη δικαστική έδρα της φύσης και της μοίρας ως δικαιολογία», λέει ο Γιουνγκ (στο: «Απάντηση στον Ιώβ»).
Όποτε και να συμβαίνη μια μαγεία (γοητεία), πρέπει να υποτεθή, ότι επιβάλλεται μια αρχετυπική εικόνα με στοιχειώδη βία στη συνείδηση. Η κατοχή μέσω τέτοιων ασυνείδητων, αρχικών εικόνων είναι ένας απ’ τους βασικούς κiνδύνους της μοντέρνας φυσικής επιστήμης. Υπάρχει φυσικά κάτι, που μπορούμε όλοι να το επιδιώξουμε: μεγαλύτερη μετριοφροσύνη . Το να μείνης όμως μετριόφρων, όταν σε έχει αρπάξει ο δαίμονας της φυσικο-επιστημονικής φαντασίωσης, είναι σχεδόν αδύνατο, γιατί «η αντιπαράσταση με τη σκιά δεν είναι ένα αθώο πράγμα, το οποίο θα μπορούσε να διεκπεραιωθή με τη “λογική”» (Κ.Γκ.Γιουνγκ, στο “Mysterium Coniunctionis”). Η μαγεία είναι απρόσβλητη διανοητικά: «Η φαντασίωση είναι δηλαδή ένα εξαναγκαστικού είδους φαινόμενο, για το οποίο λείπει η συνειδητή αιτιολόγηση˙ που σημαίνει πως δεν είναι κάποιο περιστατικό της θέλησης, αλλά μια εμφάνιση, που αναδύεται απ’ το ασυνείδητο και επιβάλλεται με αναγκαστικό τρόπο στη συνείδηση» (Κ.Γκ.Γιουνγκ, στο “Για την ψυχολογία του ασυνειδήτου”).
Η μετριοφροσύνη χρειάζεται όχι μόνο μια σημαντική, θετική προσπάθεια, αλλά και μια γνώση για τα βάθη αρχετυπικών δυνάμεων και την ολοκλήρωση ασυνειδήτων περιεχομένων στη συνείδηση – μιαν αγωγή εν ολίγοις προς τη συνειδητότητα, γιατί «η ηθική μας ελευθερία πηγαίνει μόνον τόσο μακριά όσο η συνείδησή μας» (σ.σ.: Ο Κ.Γκ.Γιουνγκ σ’ ένα γράμμα της 26ης Μαρτίου 1960). Οι προβολές της σκιάς γεννούν σημαντικές αντιληπτικές παραμορφώσεις, γι’ αυτό πρέπει να συνειδητοποιήσουμε καλύτερα – αν δεν θέλουμε να βουλιάξουμε – τις πηγές της φυσικο-επιστημονικής φαντασίωσης. Πρέπει να ανήκη γι’ αυτό στις αμετάκλητες υποχρεώσεις ενός μοντέρνου (σύγχρονου) φυσικού επιστήμονα, η αφομοίωση εκείνης της γνώσης, που τον καθιστά ικανό, να χειριστή τη γοητεία της φυσικο-επιστημονικής έρευνας. Υπάρχουν διάφορες δυνατότητες ως προς αυτό. Μιαν απ’ αυτές μάς την έδειξε ο Πάουλι, καθώς αναμείχθηκε με τη βοήθεια των γιουγκιανών ιδεών με το βασίλειο των ονείρων και της συμβολικής του ασυνειδήτου.
Το έργο (Opus) της σύγχρονης φυσικής επιστήμης είναι η δεύτερη υλική δημιουργία. Ματαιώνεται μ’ αυτό κάθε φυσικο-επιστημονική παρατήρηση ή κρίση απ’ τη μαγεία (γοητεία) της ισχύος. Καθώς είναι η μη καθοδηγούμενη από κανενός είδους κανονιστικές αρχές «πράξη» η ουσία τής σημερινής επιστήμης, προϋποθέτει κάθε παραίτηση απ’ τη δύναμη αναγκαστικά μιαν παραίτηση απ’ τη γνώση. Για να αναστείλη το παραλήρημα της τεχνικής προόδου, που αμφισβητεί τα θεμέλια της ζωής μας, έχει αξιώσει με εμφαντικό τρόπο την «αρχή της ευθύνης» ο Hans Jonas . Αν βασίζονταν μόνο στη λογική η ιδέα της τεχνικής ισχύος, θα μπορούσε να αντιμετωπιστή και με τη λογική. Το γοητευτικό όμως της τεχνοκρατικής αναμονής σωτηρίας πηγάζει από άγνωστο βάθος, και η γοητεία μέσω δημιουργικής πρωτοτυπίας μπορεί να μεταστραφή εντελώς στο ανεπιθύμητο, στο ριζικά μάλιστα κακό. Ώστε έχουμε επαυξημένα να ρωτήσουμε, ποιες γνώσεις επιτρέπονται ηθικά , και πρέπει να επιφυλαχθούμε για την ελευθερία της παραίτησης απ’ τη διερεύνηση ενός διερευνητέου . Καθώς η αξιοπρέπεια του έμψυχου κόσμου και η φροντίδα για το μέλλον βρίσκονται πάνω απ’ την ελευθερία της έρευνας, δεν είναι η νομιμοποίηση της επιστήμης κατά κανέναν τρόπο τόσο αυτονόητη, όπως ευχαρίστως την υποθέτουμε εμείς οι επιστήμονες. Η υπεύθυνη επιστήμη δεν εκβιάζει την εκκαθάριση (διάλυση) της φυσικής έρευνας, έχει ανάγκη όμως μιας γνώσης για τη μυστηριώδη πραγματικότητα του ασυνειδήτου ως σπερματικούς τόπους των δημιουργικών, και δαιμονικών οπωσδήποτε αρχέγονων δυνάμεων.
13. Θετικές όψεις της σκιάς.
Η σκοτεινή πλευρά της φυσικής επιστήμης δεν είναι απλώς «απουσία του φωτός», αλλ’ ανήκει στην ουσία της φυσικής επιστήμης, και έχει μιαν ιδιαίτερα μόνιμη οντολογική πραγματικότητα. Αν εννοήση κανείς μόνον ως ένα privatio lucis (ιδιωτικό φως) τη σκιά, θα έφραζε στις φυσικές επιστήμες την είσοδο στο ασυνείδητο (σ.σ.: Το δόγμα του «privatio boni» - «ιδιωτικού καλού» διαβεβαιώνει, πως το κακό είναι «ένα τίποτα», μια έλλειψη μόνον του καλού. Λέει έτσι π.χ. ο άγ. Αυγουστίνος {345-430}: «Non est malum nisi privatio boni» - «Δεν υπάρχει το κακό χωρίς το ιδιωτικό καλό»). Μια ολιστική φυσική επιστήμη πρέπει να λαμβάνη παρόμοια υπ’ όψη της την εξωτερική και την εσωτερική εμπειρία. Το φανταστικό είναι όμως κρυμμένο και δεν μπορεί να εισπραχθή απ’ το φως της μέρας του επιστημονικού νου, αλλά πρέπει να αναγνωρισθή ως σκιά.
Η σκιά δεν μπορεί να εξαλειφθή ή να συμψηφισθή, το θετικό της δυναμικό γίνεται όμως κατ’ αρχάς διαθέσιμο, όταν τοποθετούμαστε συνειδητά απέναντί του και το υφιστάμεθα ερμηνευτικά – μια δύσκολη και κατά κανέναν τρόπο ακίνδυνη εργασία. Παρά ταύτα, είναι ακριβώς οι όψεις της σκιάς, που μπορούν να γίνουν μια πηγή της ανανέωσης. Η εξήγηση των σκοτεινών όψεων της σημερινής φυσικής επιστήμης μπορεί να αναπτύξη ανεκμετάλλευτο δυναμικό και να μας οδηγήση σε άλλους τρόπους πρόσβασης της φυσικής έρευνας. Σε μιαν π.χ. φυσική έρευνα, που είναι λιγότερο ναρκωμένη και δεν αρνείται το φανταστικό, παιδιάστικο, ελεύθερο από σκοπό, ποιητικό και ωραίο ως «μη ανήκον στο προκείμενο». Η καλλιεργημένη στη σημερινή φυσική επιστήμη ορθολογιστική απόκρουση της ωραιότητας έχει βέβαια την αιτία της στο γεγονός, ότι η ωραιότητα δεν είναι φυσικοεπιστημονικο-τεχνικά απλώς «κατασκευάσιμη», και θεωρείται έτσι σύμφωνα προς την αρχή του verum-factum ως μη αντικειμενοποιήσιμη. Έχει να κάνη παρ’ όλ’ αυτά η γνήσια φυσική έρευνα με την έκπληξη (τον θαυμασμό) και την ωραιότητα, και συνεπώς με το ανθρώπινο βίωμα. Είναι σύμφωνα με τον Άλμπερτ Αϊνστάιν «το μυστηριώδες …το ωραιότερο, το οποίο μπορούμε να ζήσουμε. Είναι το βασικό αίσθημα, που βρίσκεται στο λίκνο της αληθινής τέχνης και επιστήμης. Όποιος δεν το γνωρίζει και δεν μπορεί πια να εκπλαγή, δεν μπορεί πια να θαυμάση, αυτός είναι ούτως ειπείν νεκρός και τα μάτια του σβησμένα». Η ωραιότητα είναι ένας αισθητός μάρτυρας για κάτι, που βρίσκεται πέρα απ’ την ανθρώπινη κατανόηση, αλλά δεν χρειάζεται να καταπιεστή γι’ αυτό στη φυσική επιστήμη.
Ευχαριστία.
Ο Theodor Abt, ο Harald Atmanspacher, ο Ronald Brun, ο Paul Feyerabend, ο Ernst Peter Fischer, ο Vittorio Hössle, ο Bernd Kasemir, η Ulrich Müller-Herold κι η Eva Wertenschlag-Birkhäuser έχουν διαβάσει ένα προσχέδιο αυτής της εργασίας, το έχουν σχολιάσει με ερμηνευτικόν τρόπο διεξοδικά και έχουν συνδιαμορφώσει έτσι την τελική εκδοχή.
Hans Primas
Τ Ε Λ Ο Σ
Αμέθυστος
5 σχόλια:
"Έχει να κάνη παρ’ όλ’ αυτά η γνήσια φυσική έρευνα με την έκπληξη (τον θαυμασμό) και την ωραιότητα, και συνεπώς με το ανθρώπινο βίωμα. Είναι σύμφωνα με τον Άλμπερτ Αϊνστάιν «το μυστηριώδες …το ωραιότερο, το οποίο μπορούμε να ζήσουμε. Είναι το βασικό αίσθημα, που βρίσκεται στο λίκνο της αληθινής τέχνης και επιστήμης. Όποιος δεν το γνωρίζει και δεν μπορεί πια να εκπλαγή, δεν μπορεί πια να θαυμάση, αυτός είναι ούτως ειπείν νεκρός και τα μάτια του σβησμένα».
................
Εγώ κατάλαβα από όλα αυτά ότι ο Θεός αγαπάει τις ιστορίες Μυστηρίου, και ότι χαίρεται όταν τα πλάσματά του, ακούνε ιστορίες μυστηρίων και ΘΑΥΜΑΖΟΥΝΕ!
Ο ΘΑΥΜΑΣΜΟΣ, μας κρατάει νέους και ωραίους και σε αυτή την ζωή και στην άλλλη!
;-)
Για αρχη καλε μας φιλε καλα ειναι πολλα καταλαβες.
Ο ανθρωπος εχει ψυχη,αγεννητο,εκτος της ψυχης που κινει το σωμα,την ψυχοσωματικη συνθεση.Αλλα θελω και αλλα κανω.
Μας κερδισες τον θαυμασμο,ρε φιλε.
Η διψυχία του Απ. Παύλου που εννοει ο Ανώνυμος ειναι το εξης εδάφιο:
Ρωμ. 7,15 ὃ γὰρ κατεργάζομαι οὐ γινώσκω· οὐ γὰρ ὃ θέλω τοῦτο πράσσω, ἀλλ᾿ ὃ μισῶ τοῦτο ποιῶ. εἰ δὲ ὃ οὐ θέλω τοῦτο ποιῶ, σύμφημι τῷ νόμῳ ὅτι καλός.
Μυρμιδόνας
Δημοσίευση σχολίου