Τρίτη 15 Ιουλίου 2014

Τριάδα και μέλλον β




Από το βιβλίο του Hans Urs von Balthasar
 
Klarstellungen, Zur Prüfung der Geister, Εκδόσεις Herder-Bücherei, 1971

Από εδώ και στο εξής η ανθρώπινη ελευθερία ως αυτοπροσδιορισμός είναι απαραιτήτως ανοικτή, και έχει ένα μέλλον το οποίο καθορίζει μόνο αυτή η ίδια. Το μέλλον αυτό και μαζί του και η ελευθερία θα τελούσε υπό απειλήν, εάν είχε επινοηθεί στον χώρο μιας τέτοιας πρόνοιας, η οποία θα καθοδηγούσε αλάθητα τα βήματα των ανθρώπινων αποφάσεων, από μέσα ή από πάνω. Θα μέναμε τότε στάσιμοι σε ένα θρησκευτικό-φιλοσοφικό, ή κοσμολογικό (Στοά) ή παλαιοδιαθηκικό σχήμα. Η ελευθερία των πλασμάτων και το μέλλον τους μπορούν μόνο τότε να προσληφθούν ακέραια στον  χώρο του Θεού, όταν ο κοσμικός τους χώρος είναι πλήρως ανοικτός, και ο χώρος αυτός κατανοείται ως χώρος μέσα στον Θεό, στον οποίο ο Θεός μπορεί να μπει, να καθορίσει και να ενεργήσει. Ο Θεός εισέρχεται, καθορίζει και ενεργεί, στον θάνατο, στην πορεία προς την κόλαση και στη ανάσταση του Υιού Του Θεού. Σύμφωνα με τα αυτονόητα της Καινής Διαθήκης, αυτό είναι το συμβάν (Ereignis) το οποίο συμπεριλαμβάνει, και στο οποίο θεμελιώνεται η δυνατότητα της ανθρώπινης ελευθερίας και ιστορίας. Είναι συμπεριληπτικό όχι ως ένα απ’ έξω τοποθετημένο όριο, αλλά ως ένα εσωτερικό πλάτυσμα, το οποίο υπερβαίνει τις δυνατότητες της ανθρώπινης ελευθερίας την οποία συμπαρασύρει. Αυτό το πλάτυσμα, το οποίο σε κανένα σημείο δεν περιορίζει την ανθρώπινη και την κοσμοϊστορική ελευθερία, έχει τοποθετηθεί εσχατολογικά, μια για πάντα, και ισχύει τελειωτικά, μέσα στο συμβάν (Ereignis). Το πλάτυσμα αυτό  έχει τοποθετηθεί ως ενδοϊστορικό συμβάν, το οποίο υπερβαίνει a priori τα όρια του ιστορικού μέλλοντος, γιατί στο θεμέλιο του είναι ένα τριαδικό συμβάν.
Αυτό το δεδομένο χαρακτηρίζει την χριστιανική κατανόηση περί ιστορικού χρόνου και μέλλοντος, και την υψώνει πάνω από τα άλλα σχέδια περί του χρονικού ορίζοντος. Η χριστιανική αντίληψη περί μέλλοντος μπορεί μόνο έμμεσα να ισχυριστεί για τον εαυτό της-επειδή είναι και ο Θεός στο παιχνίδι-πως είναι ο ύφαλος πάνω στον οποίο συντρίβονται όλα τα άλλα παραστατικά σχήματα περί χρόνου.
Εφόσον σύνολη η ιστορία της ανθρώπινης ελευθερίας θεμελιώνεται στο συμβάν (το οποίο καθιστά δυνατά όσα έπονται αυτού) του θανάτου, της πορείας στην κόλαση  και της Ανάστασης του Χριστού, το συμβάν αυτό έχει κατά κάποιο τρόπο μια κάθετη κατεύθυνση σε σχέση προς τον οριζόντιο κοσμικό χρόνο μαζί με το πραγματικά απροσδιόριστο μέλλον του. Την κάθετη αυτή τοποθέτηση θα μπορούσαμε να την συγκρίνουμε με την τοποθέτηση μιας ιδέας (πλατωνικής) ως προς όλες τις πραγματοποιήσεις της μέσα στον κόσμο. Εδώ είναι σημαντικό το δεδομένο, πως η Καινή Διαθήκη μιλά σε διάφορα σημεία περί του Χριστού ως μυστηρίου, «τὸ μυστήριον τὸ ἀποκεκρυμμένον ἀπὸ τῶν αἰώνων καὶ ἀπὸ τῶν γενεῶν, νυνὶ δὲ ἐφανερώθη τοῖς ἁγίοις αὐτοῦ» (Κολοσσαείς, α 26), το οποίο υπάρχει ως τέτοιο (και όχι απλώς μια στιγμή σκέψης στο σχέδιο του Θεού για τον κόσμο), μια αντίληψη οικεία και στην αποκαλυπτική σκέψη. Εδώ δεν πρέπει να θεωρήσουμε πως πρόκειται ούτε περί θείου Λόγου που κατόπιν έλαβε σάρκα, ούτε περί του προανθρώπου των γνωστικών, ο οποίος έχει εκ των προτέρων κάποια σωματικότητα και για τον λόγο αυτό είναι σε θέση να πραγματοποιήσει μια εικονική ενσάρκωση. Έχουμε μάλλον να κάνουμε με την διαφοροποιό χριστιανική σοβαρότητα, ότι η ιστορία του Χριστού που λαμβάνει χώρα σε κάποιο σημείο του οριζόντιου χρόνου, έχει ταυτόχρονα καθ’ όλη την διάρκεια του χρόνου μια κάθετη κατεύθυνση, θεμελιώνει αυτόν τον χρόνο ως όλο, και τον αγκυροβολεί στην συμπεριληπτική ελευθερία του τριαδικού Θεού.
Με τον τρόπο αυτό, η χριστιανική αντίληψη περί χρόνου, δεν πλησιάζει μόνο προς την ελληνική και την αποκαλυπτική, αλλά βρίσκεται ταυτόχρονα και με την προφητική αντίληψη σε κάποια σχέση. Το γεγονός του Χριστού βρίσκεται μέσα στην χρονική παράταση του, αλλά δεν ανοίγει το μέλλον για την ιστορία της ανθρώπινης ελευθερίας-αυτό το έχει, ιδιαιτέρως από προφητικής άποψης. Αυτό το γεγονός του Χριστού εγγυάται σε ένα τέτοιο ανοικτό μέλλον ένα τελευταίο νόημα. Όχι ως προοπτική ενός επίγειου happy end (αυτό αποφεύγεται ρητά δια της δικαστικής προοπτικής της Καινής Διαθήκης), αλλά επειδή ο ίδιος ο Θεός εισέρχεται στην ανοικτή προοπτική ελπίδας του πλάσματος του, αυτή αποδεικνύεται άξια του Θεού και σύμφωνη με τον Θεό, και με κανένα τρόπο δεν οδηγεί στην απελπισία ή στο τίποτα. Η ανθρωπότητα του Θεού εν Χριστώ πρέπει να δημιουργήσει μια συνάφεια μεταξύ μια τέτοιας προοπτικής ελπίδας και της ανοικτοσύνης του Θεού. Ακόμα περισσότερο: το μοναδικό συμβάν (Ereignis) Χριστός, το οποίο στο είναι του (Dasein) κατευθύνεται προς το τέλος του χρόνου (φέρει την αμαρτία του κόσμου, ακόμα και των μελλοντικών γενεών), ανοίγεται προς άλλους ανθρώπους μέσω της κλήσης να το ακολουθήσουν. Αυτοί λαμβάνουν μέρος στην υπεύθυνη Του πρόληψη (με την έννοια ότι εκ των προτέρων λαμβάνει...) του μέλλοντος (η προσμονή των μαθητών ότι θα έρθει σύντομα ήταν μια παρεξήγηση). Δεν θεωρούν πια αυτό το μέλλον ως άβυσσο κενών δυνατοτήτων ή ως το ουτοπικά αδύνατο απέναντι. Η προσευχή τους για τον ερχομό της Βασιλείας και την γένεση του θελήματος, συνδέεται εσωτερικά δια του γεγονότος «Χριστός» (Christusereignis) με την πρακτική συνυπευθυνότητα, την ανάγκη δηλαδή της πρακτικής προσπάθειας για αυτό για το οποίο προσεύχονται. Μια τέτοια υπευθυνότητα για το μέλλον θα ήταν αβάσταχτη για ανθρώπους, εάν θα ήταν αναγκασμένοι να βαδίσουν προς το τέλος στο ίδιο επίπεδο όπως ο Υιός του Θεού, και όχι όπως οι προς την Εμμαούς βαδίζοντες μαθητές, οι οποίοι συνοδεύτηκαν και διδάχθηκαν από τον συνοδοιπόρο, ο οποίος είχε ήδη φτάσει στο τέλος και είχε εκπληρώσει κάθε προφητεία. 
Η αλληλοπεριχώρηση αυτών των διαστάσεων του χρόνου δεν μπορεί ποτέ να συμψηφιστεί. Η διασταύρωση τους βάζει τον Χριστιανό σε μια μορφή χρόνου  η οποία είναι και για τον ίδιο ακατανόητη, αφού καθιστά την ανθρώπινη μορφή του χρόνου διάφανη, χωρίς να μειώνει την αξία της, για τον τριαδικό υπερχρόνο. Η «έξοδος» της χριστιανικής κοινότητας, το να είναι ξένη μέσα στον κόσμο, είναι άλλης φύσεως από την αποξένωση του ιουδαϊκού λαού (και την παράταση της στον μοντέρνο ουτοπισμό), διαφορετικής φύσεως και από την αποξένωση των πλατωνικών, που από τον τόπο της εξορίας νοσταλγούν τις υπερκόσμιες ιδέες. Είναι διαφορετική και από αυτήν των Βουδιστών, για τους οποίους ακόμα και η πορεία του χρόνου δεν είναι πραγματική, γιατί η άχρονη αλήθεια διαποτίζει τα πάντα. Και προς τις δυο κατευθύνσεις υπάρχει κίνδυνος να ξεφύγει η χριστιανική αντίληψη περί χρόνου, η οποία δεν μπορεί να οριστεί: πότε είναι ένα καθαρό προς-τα-πάνω (γιατί «3 ἀπεθάνετε γάρ, καὶ ἡ ζωὴ ὑμῶν κέκρυπται σὺν τῷ Χριστῷ ἐν τῷ Θεῷ· 4 ὅταν ὁ Χριστὸς φανερωθῇ, ἡ ζωὴ ἡμῶν, τότε καὶ ὑμεῖς σὺν αὐτῷ φανερωθήσεσθε ἐν δόξῃ.» προς Κολασσαείς, γ 3-4), πότε ένα καθαρό προς-τα-εμπρός («τὰ μὲν ὀπίσω ἐπιλανθανόμενος» Φιλιππισίους γ 14, και «ἐλπὶς δὲ βλεπομένη οὐκ ἔστιν ἐλπίς» προς Ρωμαίους η, 24). Η χριστιανική αντίληψη περί χρόνου (είναι αυτονόητο;) είναι ανοικτή προς ακραίες δυνατότητες του Βουδισμού και μπορεί να έρθει σε διάλογο μαζί του, όπως είναι ανοικτή και προς τις ακραίες δυνατότητες του ιουδαϊκού ουτοπισμού, από τον οποίο δεν χρειάζεται να φοβάται. Και προς τους δυο θα προβάλει την ένσταση ως προς την άρνηση της πραγματικότητας του εδώ και τώρα, στο όνομα εκείνου του κάθετου άξονα της ενανθρώπισης του Θεού, η οποία συνεχίζει να είναι επίκαιρη (στην Εκκλησία, τον λόγο, το μυστήριο, την πίστη) και απαγορεύει κάθε διαφυγή από τον χρόνο (προς τα πάνω προς τα μπρος). Μέσω αυτού του άξονα, ο χριστιανός παραμένει καρφωμένος στην σκληρότητα κάθε παρόντος, και αυτή η κατάσταση του δίνει την ησυχία του, τον ρεαλισμό του, αλλά και τον πόνο που μπορεί να αντέξει, που τον κάνει να μοιάζει με τον Εσταυρωμένο. Από την κατάσταση του κάθε ξεχωριστού τώρα (Thérèse de Lisieux «Ο μικρός δρόμος»), ο Χριστιανός αφήνεται να αρμοστεί στο συμπράττον, χωρίς να εγκαταλείπεται και χωρίς ψευδαισθήσεις, αλλά με πίστη. Δεν επιβλέπει την μορφή του χρόνου του, όπως και ο Υιός του Θεού δεν το έκανε, ο οποίος επιχείρησε το ανθρωπίνως αδύνατο, και μόνο τριαδικά δυνατό: να φέρει όλο το μέλλον στην πεπερασμένη ύπαρξη. Του επιφορτίσθηκε και αυτό αφέθηκε να του συμβεί. Όποιος προσπαθεί να ζήσει πραγματικά σαν χριστιανός, ζει σε ένα χρόνο ο οποίος διοικείται τριαδικά. Το γεγονός Χριστός, ο σταυρικός του θάνατος,  όπως και η ανάσταση του (Auferwecktwerden zu Gott, το ξύπνημα του  κατά το οποίο  πήγε στο Θεό, ή κατέστη Θεός), και η διαμεσολάβηση του πνεύματος του διαποτίζουν αυτόν τον χρόνο. Το περιεχόμενο αυτό υποχρεώνει τόσο πολύ, ώστε η ύπαρξη του(το παρελθόν), το είναι του (το παρόν) και το πρέπει του (το μέλλον) δεν αφήνουν στον Χριστιανό τον χρόνο να εκφράσει με έννοιες στοχασμού την μορφή που έχει ο χρόνος του.
Το μόνο βέβαιο είναι ότι ο θάνατος έχασε το κεντρί του. Αυτό το κεντρί το διατηρεί στον ιουδαϊκό ουτοπισμό, όπου το προφητικό ιστορικό «μπροστά» θα το φτάσει κάποιο μελλοντικό γένος, αλλά εγώ ως το θνητό, το πεθαμένο, δε λαμβάνω μέρος στον επίγειο παράδεισο. Το διατηρεί επίσης στον Πλατωνισμό και Βουδισμό, όπου το ιδεατό «πάνω» δεν μπορεί να δικαιολογήσει την παραλογία του θανάτου, ούτε και την πορεία της θνητής ζωής προς τον θάνατο. Μόνο ο Χριστιανός μπορεί να αντικρίσει στα μάτια τον θάνατο και την φρίκη του. Πιο φρικαλέος από τον θάνατο του Χριστού δε θα είναι κανένας άλλος θάνατος. Ο Χριστιανός λοιπόν δε θα παραδώσει την ελπίδα για την ανθρωπότητα, γιατί όλη της η  αποτυχία έχει προσληφθεί και ξεπεραστεί από το τριαδικό γεγονός (Ereignis), όπου ο Θεός έδωσε τον Υιό του στην απώλεια, για να μην αφήσει μόνο του τον άνθρωπο στην απώλεια του. 

ΤΕΛΟΣ 

 ΓΕΝΝΗΘΗΤΩ ΤΟ ΘΕΛΗΜΑ ΜΟΥ
ΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΣ ΥΠ' ΟΨΙΝ ΚΑΙ ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΖΗΖΙΟΥΛΑ--ΜΑΤΙΕΣ ΣΤΟ ΜΕΛΛΟΝ--ΘΑ ΜΠΟΡΟΥΣΑΜΕ ΝΑ ΠΟΥΜΕ ΟΤΙ ΑΠΟΤΕΛΕΙ ΤΗΝ ΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ. ΤΗΝ ΠΛΗΡΗ ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΤΗΣ ΔΥΤΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΑΠΟ ΤΟ ΕΙΝΑΙ ΣΤΗΝ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ. ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΚΙΝΑΤΗ ΣΤΟΝ ΧΑΙΝΤΕΓΚΕΡ.

2 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Έγραψε:"Όποιος προσπαθεί να ζήσει πραγματικά σαν χριστιανός, ζει σε ένα χρόνο ο οποίος διοικείται τριαδικά. Το γεγονός Χριστός, ο σταυρικός του θάνατος, όπως και η ανάσταση του (Auferwecktwerden zu Gott, το ξύπνημα του κατά το οποίο πήγε στο Θεό, ή κατέστη Θεός), και η διαμεσολάβηση του πνεύματος του διαποτίζουν αυτόν τον χρόνο. Το περιεχόμενο αυτό υποχρεώνει τόσο πολύ, ώστε η ύπαρξη του(το παρελθόν), το είναι του (το παρόν) και το πρέπει του (το μέλλον) δεν αφήνουν στον Χριστιανό τον χρόνο να εκφράσει με έννοιες στοχασμού την μορφή που έχει ο χρόνος του.
Το μόνο βέβαιο είναι ότι ο θάνατος έχασε το κεντρί του. Αυτό το κεντρί το διατηρεί στον ιουδαϊκό ουτοπισμό, όπου το προφητικό ιστορικό «μπροστά» θα το φτάσει κάποιο μελλοντικό γένος, αλλά εγώ ως το θνητό, το πεθαμένο, δε λαμβάνω μέρος στον επίγειο παράδεισο. Το διατηρεί επίσης στον Πλατωνισμό και Βουδισμό, όπου το ιδεατό «πάνω» δεν μπορεί να δικαιολογήσει την παραλογία του θανάτου, ούτε και την πορεία της θνητής ζωής προς τον θάνατο. Μόνο ο Χριστιανός μπορεί να αντικρίσει στα μάτια τον θάνατο και την φρίκη του. Πιο φρικαλέος από τον θάνατο του Χριστού δε θα είναι κανένας άλλος θάνατος. Ο Χριστιανός λοιπόν δε θα παραδώσει την ελπίδα για την ανθρωπότητα, γιατί όλη της η αποτυχία έχει προσληφθεί και ξεπεραστεί από το τριαδικό γεγονός (Ereignis), όπου ο Θεός έδωσε τον Υιό του στην απώλεια, για να μην αφήσει μόνο του τον άνθρωπο στην απώλεια του"

Πολύ ενδιαφέρουσα διατύπωση. Πώς ακριβώς "διοικείται τριαδικά" ο χρόνος του χριστιανού; Μπορείτε να μας το εξηγήσετε με τρεις λέξεις, και τι σχέση έχει αυτό με το Ζηζιούλα του οποίου το βιβλίο το αγνοεί ο περισσότερος κόσμος;

amethystos είπε...

Η Τριάδα τών Δυτικών είναι οι εξής δύο. Ο Πατήρ καί ο Υιός. Τό Αγιο Πνεύμα αποστέλλει. Γιά τήν ορθοδοξία η αμαρτία έφερε τόν θάνατο. Καί γι'αυτό δέν υφίσταται επίγειος παράδεισος, είναι κατηγορία τής πολιτικής ουτοπίας. Μπορεί η διατύπωση νά είναι ωραία,αλλά δέν υπάρχει δυστυχώς ωραίο περιεχόμενο. Αυτή η σχέση είναι συμπληρωματική. Οσο περισσότερο υπάρχει από τό ένα τόσο λιγότερο είναι τό άλλο. Οπως ακριβώς συμβαίνει καί μέ τήν ηθική. Ο Πλάτων δέν είναι ιδεαλιστής. Δέν είναι Γερμανός. Τά βιβλία τού Ζηζιούλα κυκλοφορούν μόνον στά Αγγλικά. Στά Ελληνικά θά κυκλοφορήσουν μετά τόν θάνατό του, σάν ένα είδος Πεντηκοστής.