ΑΝΤΕΠΙΓΡΑΦΕΣ ΣΤΙΣ ΕΠΙΓΡΑΦΕΣ ΤΟΥ ΒΕΚΚΟΥ ΥΠΕΡ ΛΑΤΙΝΩΝ - ΤΟΥ ΑΓ. ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΠΑΛΑΜΑ
Συνέχεια από: Παρασκευή, 6 Ιουλίου 2018
Επιγραφή δεκάτη
Οι παρούσες μαρτυρίες των γραφών, στις οποίες οι πατέρες εθεολόγησαν ότι ο Υιός είναι ίδιος του Πατρός, ως προερχόμενος εκ της ουσίας αυτού, και ότι είναι εξ αυτού, ως ίδιον όντα τής ουσίας αυτού, κατεστρώθησαν εδώ, για να είναι δυνατόν στον βουλόμενο να διαγινώσκει από αυτές ότι και το Πνεύμα δια τούτο λέγεται ότι είναι ίδιον του Υιού, δια το ότι είναι εκ της ουσίας αυτού· και ότι πάλιν δια τούτο λέγεται ότι είναι εκ της ουσίας του Υιού, δια το ότι αυτό είναι ίδιον αγαθόν της τοιαύτης ουσίας, πράγμα το όποιον φανερώνει και την προς τον Υιόν ομοουσιότητα του Πνεύματος. Πράγματι, εάν το Πνεύμα ήτο ίδιον του Υιού και εκ της ουσίας του Υιού κατ' άλλο λόγο ομοουσιότητος, οποίος είναι ο λεγομένος περί δύο ομοουσίων, εις τα οποία δεν είναι το έτερον δια του έτερου, τότε θα ήτο και ο Υιός ίδιος του Πνεύματος και εκ της ουσίας του Πνεύματος λόγω της αντιστρόφου ισχύος της τοιαύτης ομοουσιότητος, πράγμα το όποιον ούτε ελέχθη από κάποιον εκ των άγιων ούτε θα λεχθεί ποτέ από οποιονδήποτε εκ των αποφασισμένων να ορθοδοξούν. Δεν είναι δε η τοιαύτη ομοουσιότης κυριολεκτικώς ομοουσιότης, αλλ’ είναι εκείνη η οποία συνάπτει το έτερον με το έτερον, ως υπάρχον δι’ αυτού ή εξ αυτού φυσικώς και ουσιωδώς. Θα επιβεβαιώσει δε τούτο η εδώ κατεστρωμένη μαρτυρία του μεγάλου Βασιλείου, η οποία λέγει «να μη λέγωνται τα αδελφά ομοούσια προς άλληλα», προστίθενται δε και οι μαρτυρίες οι οποίες δηλώνουν ότι δια τούτο είναι ο Υιός ομοούσιος με τον Πατέρα, δια το ότι είναι εκ της ουσίας αυτού, ώστε να είναι δυνατόν στον βουλόμενο να διαγινώσκει από αυτές ότι και το Πνεύμα διά τούτο είναι ομοούσιο με τον Υιόν, δια το ότι είναι εκ της ούσίας αυτού.
Αντεπιγραφή δεκάτη
Ίδιον είναι ο Υιός του Πατρός, ως γεννηθείς εξ αυτού, ομοίως και το Πνεύμα το άγιον, ως εκπορευόμενον εξ αυτού του Πατρός, όπως και ο μέγας Βασίλειος λέγει στα κεφάλαια Προς Ευνομιανούς γράφων, «νοώ την προς τον Πατέρα οικειότητα του Πνεύματος, επειδή εκπορεύεται από τον Πατέρα». Λέγεται δε και του Υιού το Πνεύμα, επειδή ο αυτός (μέγας Βασίλειος) λέγει στον όγδοο κεφάλαιο Προς Αμφιλόχιο, «ως κατά την φύσιν οικειωμένο αυτού». Είναι δε αδύνατον εκείνα τα οποία είναι ταυτά κατά την φύσιν να μην είναι και οικεία προς άλληλα· δεν λέγεται δε ο Υιός του Πνεύματος, για να μην φανεί ότι είναι Πατήρ το άγιον Πνεύμα, καθ' όσον ο Υιός δεικνύει ότι είναι Πατήρ εκείνος του οποίου αυτός θα ελέγετο Υιός. Αυτός δε ο λατινόφρων δεν συνάγει τίποτε το υγιές από τις υγιώς κατεστρωμένες εδώ ρήσεις. Ελέγχεται όμως και από τον εαυτό του αναφέροντας ότι το Πνεύμα λόγω του ομοουσίου λέγεται εκ της ουσίας του Υιού· διότι δεν θα είναι δια τούτο και εκ της υποστάσεως. Θα συμβεί βέβαια τότε να είναι ταύτα και εξ αλλήλων, διότι κανείς από όλους δεν είπε ποτέ το άγιον Πνεύμα ότι είναι εκ της υποστάσεως του Υιού, αλλά εκ της (υποστάσεως) του Πατρός.
Επιγραφή ενδεκάτη
Επειδή μερικοί, ακούοντες ότι το Πνεύμα είναι εκ της ουσίας του Υιού, λέγουν ότι άλλο είναι το εκ της ουσίας και άλλο το εκ της υποστάσεως, μη δυνάμενοι να εννοήσουν ότι το όνομα Υιός είναι υποστατικόν και ότι ο λέγων εκ της ουσίας του Υιού δηλώνει όλον τον Υιόν, ουσίαν δηλαδή ενυπόστατον, προς έλεγχο της σκέψεως αυτών συνελέγησαν οι παρούσες μαρτυρίες των γραφών, οι οποίες δηλώνουν ότι ο Υιός γεννάται εκ της ουσίας του Πατρός. Αφού πράγματι είναι ομολογημένο ότι η γέννησις του Υιού εκ του Πατρός είναι μία, πώς είναι δυνατόν να διαφέρουν το εκ της ουσίας και το εκ της υποστάσεως, εκτός εάν θέλει κανείς βλασφημών να λέγει ότι άλλη μεν είναι η εκ της ουσίας άλλη δε η εκ τις υποστάσεως του Πατρός γέννησις του Υιού; Έπειτα από αυτές παρατίθενται άλλες μαρτυρίες οι οποίες δηλώνουν ότι τελεία ουσία και τέλειος Θεός λέγεται ο Πατήρ και τελεία ουσία ο Υιός και τελεία ουσία το άγιον Πνεύμα.
Όταν κάτι είναι μιας ουσίας και υποστάσεως, το έχον εκ της ουσίας εκείνης φυσικώς οπωσδήποτε την ύπαρξιν έχει ταύτην και εκ της υποστάσεως εκείνης και αντιστρόφως· καθ’ όσον ό,τι είναι εκ της υποστάσεως επίσης είναι και εκ της ουσίας εκείνης. Όταν δε κάτι είναι μεν μιας ουσίας, όχι δε μιας υποστάσεως, αλλά περισσοτέρων, το εκ της μιας εκείνης ουσίας προερχόμενον δεν είναι εκ των λοιπών υποστάσεων αυτής, αλλ’ εκ μιάς εξ αυτών. Επειδή λοιπόν η υψίστη και προσκυνητή από εμάς Τριάς είναι μία φύσις σε τρεις υποστάσεις, πάν το έχον την υπόστασιν εκ της ουσίας δεν είναι εκ των λοιπών υποστάσεων, αλλ’ εκ μιας εξ αυτών, δηλαδή της πατρικής· διότι δεν υπάρχει περίπτωσις να μην είναι από αυτήν. Επομένως δεν είναι και από άλλην, αλλά από αυτήν μόνην, εάν είναι βέβαια από μίαν. Και τούτο είναι φανερό από τούς ανθρώπους. Πράγματι, έκαστος από εμάς είναι μεν από την ουσία του Αδάμ, όχι δε και από την υπόστασιν του Αδάμ, διότι τώρα μία μεν είναι η ουσία των ανθρώπων, πολλές δε υποστάσεις· αφού δε στην αρχήν μία ήτο η ανθρώπινη ουσία και υπόστασις, η του Αδάμ,η Εύα, ούσα εκ της ουσίας του Αδάμ, ήτο και εκ της υποστάσεως εκείνου. Αλλά επίσης προ της γεννήσεως του Κάιν, όταν ήτο μία ανδρική ουσία και υπόστασις, ο Κάιν προήλθε από μίαν και την αυτήν ανδρικήν ουσίαν και υπόστασιν, του Αδάμ. Όταν δε ήδη υπήρχαν δύο άνδρες καθ’ υπόστασιν, ο υπό του Κάιν γεννηθείς υιός, ήτο μεν εκ της ουσίας του Αδάμ, αλλ’ όχι και εκ της υποστάσεως αυτού, αλλ’ εκ μόνης της του Κάιν.
Ο δε λατινόφρων ούτος διατεινόμενος εδώ ότι το Πνεύμα είναι και εκ της υποστάσεως του Υιού, εφ’ όσον θεολογείται ότι είναι εκ της φύσεως, δεικνύει ότι επί του Θεού φρονεί μίαν υπόστασιν όπως και ουσίαν, αθετών τελείως ο ταλαίπωρος τον Υιόν ή τον Πατέρα, πέραν τούτου δε δεικνύων ότι η ύπαρξις του θείου Πνεύματος είναι και εκ μόνου του Υιού. Αλλά και από τα ρητά, τα όποια θεολογούν ότι ο Πατήρ είναι τελεία ουσία και ο Υιός τελεία ουσία, ομοίως δε και το άγιον Πνεύμα, δεν αναγνωρίζει το ενιαίον και απαράλλακτον της ουσίας των τριών, αλλά αποπειράται αφρόνως να παρατηρήσει σε αυτήν πολλαπλότητα και εκ τούτου διαφοράν.
Επιγραφή δωδεκάτη
Επειδή υπάρχουν μερικοί οι οποίοι τολμούν και λέγουν ότι το να αναβλύζει και να προέρχεται και να εκλάμπει και φανερώνεται εκ του Υιού το Πνεύμα δεν δηλώνει ότι τούτο υπάρχει ουσιωδώς και ενυποστάτως εκ του Υιού, αλλά την εξ αυτού διανομήν των πνευματικών χαρισμάτων, προς έλεγχον της τοιαύτης ανοησίας εξελέγησαν οι παρούσες γραφικές μαρτυρίες, οι οποίες δηλώνουν ότι ο Υιός αναβλύζει και εκλάμπει καί φανερώνεται εκ του Πατρός· διότι κανείς βεβαίως δεν θα ειπεί ότι δεν είναι ο Υιός εκείνος ο οποίος αναβλύζει και εκλάμπει και φανερώνεται εκ Πατρός ουσιωδώς και ενυποστάτως, αλλά τα χαρίσματα του Υιού.
Αντεπιγραφή δωδεκάτη
Το έχον την ύπαρξιν γεννητώς ή εκπορευτώς από κάποιον λέγεται επίσης ότι προέρχεται και εκπέμπεται και εκλάμπει εξ αυτού, εάν είναι φως, και όσα είναι παραπλήσια με αυτά. Όμως δεν συμβαίνει ώστε παν το προερχόμενον ή εκπεμπόμενον ή εκλάμπον από κάποιον να έχει την ύπαρξιν εξ εκείνου γεννητώς και εκπορευτώς και να είναι σε ιδιαιτέραν υπόστασιν. Ούτος δε, ο συγγράψας τις επιγραφές ταύτες, κατηγορεί διά τόλμην τους ευσεβώς και συνετώς φρονούντες, ενώ αυτός είναι τολμητίας περί την δυσσέβειαν.
ΤΕΛΟΣ
Αρχαίο κείμενο
Ἐπιγραφή δεκάτη
Αἱ παροῦσαι γραφικαί χρήσεις, ἐν αἷς οἱ πατέρες ἐθεολόγησαν ἴδιον τοῦ Πατρός τόν Υἱόν εἶναι, ὡς ἐκ τῆς οὐσίας αὐτοῦ ὄντα, καί ἐξ αὐτοῦ εἶναι, ὡς ἴδιον ὄντα τῆς οὐσίας αὐτοῦ, κατεστρώθησαν ἐνταῦθα, ἵν᾿ εἴη τῷ βουλομένῳ ἐντεῦθεν διαγινώσκειν ὡς καί τό Πνεῦμα διά τοῦτο ἴδιον τοῦ Υἱοῦ λέγεται εἶναι, διά τό ἐκ τῆς οὐσίας αὐτοῦ εἶναι˙ καί αὖ διά τοῦτο ἐκ τῆς οὐσίας τοῦ Υἱοῦ λέγεται, διά τό τῆς τοιαύτης οὐσίας ἴδιον ἀγαθόν εἶναι αὐτό, ὅπερ ἐμφαίνει καί τήν πρός τόν Υἱόν τοῦ Πνεύματος ὁμοουσιότητα. Εἰ γάρ κατ᾿ ἄλλον τινα λόγον ὁμοουσιότητος, ὁποῖός ἐστιν ὁ περί δύο τινῶν ὁμοουσίων λεγόμενος, ἐν οἷς οὐκ ἔστι διά τοῦ ἑτέρου τό ἕτερον, ἦν τό Πνεῦμα ἴδιον τοῦ Υἱοῦ καί ἐκ τῆς οὐσίας τοῦ Υἱοῦ, ἦν ἄν καί ὁ Υἱός ἴδιος τοῦ Πνεύματος καί ἐκ τῆς οὐσίας τοῦ Πνεύματος διά τό ἀντιστρέφον τῆς τοιαύτης ὁμοουσιότητος, ὅπερ οὔτε ἐρρήθη παρά τινος τῶν ἁγίων οὔτε ρηθήσεταί ποτε παρά τοῦ τῶν ὀρθοδοξεῖν αἱρουμένων. Ἡ δέ τοιαύτη ὁμοουσιότης οὐδέ κυρίως ὁμοουσιότης, ἀλλ᾿ ἡ συνάπτουσα τό ἕτερον τῷ ἑτέρῳ, ὡς δι᾿ αὐτοῦ ἤ ἐξ αὐτοῦ ὑπάρχον φυσικῶς τε καί οὐσιωδῶς. Καί μαρτυρήσει τοῦτο ἡ ἐνταῦθα κατεστρωμένη τοῦ μεγάλου Βασιλείου χρῆσις ἡ λέγουσα «μή τά ἀδελφά ἀλλήλοις ὁμοούσια λέγεσθαι», προστίθενται δέ καί αἱ δηλοῦσαι χρήσεις διά τοῦτο εἶναι τόν Υἱόν ὁμοούσιον τῷ Πατρί, διά τό ἐκ τῆς οὐσίας αὐτοῦ εἶναι, ἵν᾿ εἴη τῷ βουλομένῳ ἐντεῦθεν διαγινώσκειν, ὡς καί τό Πνεῦμα διά τοῦτό ἐστι τῷ Υἱῷ ὁμοούσιον, ὅτι ἐκ τῆς αὐτοῦ οὐσίας ἐστί.
Ἀντεπιγραφή δεκάτη
Ἴδιον ἐστιν ὁ Υἱός τοῦ Πατρός, ὡς ἐξ αὐτοῦ γεννηθείς, ὡσαύτως καί τό Πνεῦμα τό ἅγιον, ὡς ἐξ αὐτοῦ τοῦ Πατρός ἐκπορευόμενον, καθ᾿ ἅ καί ὁ μέγας Βασίλειος ἐν τοῖς Πρός Εὐνομιανούς φησι κεφαλαίοις, γράφων˙ «τήν πρός τόν Πατέρα οἰκειότητα νοῶ τοῦ Πνεύματος, ἐπειδή παρά τοῦ Πατρός ἐκπορεύεται». Λέγεται δέ καί τοῦ Υἱοῦ τό Πνεῦμα, ἐπειδή ὁ αὐτός ἐν ὀγδόῳ κεφαλαίῳ τῶν Πρός Ἀμφιλόχιόν φησιν, «ὡς κατά τήν φύσιν ᾠκειωμένον αὐτῷ». Ἔστι δέ τῶν ἀδυνάτων τά τῇ φύσει ταυτά μή καί ἀλλήλοις οἰκεῖα εἶναι˙ οὐ λέγεται δέ ὁ Υἱός τοῦ Πνεύματος, ἵνα μή δόξῃ Πατήρ τό Πνεῦμα τό ἅγιον, ἅτε τοῦ Υἱοῦ Πατέρα δεικνύντος τόν οὗπερ ἄν λέγοιτο Υἱός. Ὁ δέ λατινόφρων οὗτος ἐκ τῶν ὑγιῶς ἐνταῦθα κατεστρωμένων ρήσεων οὐδέν συνάγει ὑγιές. Ἐξελέγχεται μέντοι καί παρ᾿ ἑαυτόῦ λέγων διά τό ὁμοούσιον ἐκ τῆς οὐσίας τοῦ Υἱοῦ λέγεσθαι τό Πνεῦμα˙ οὐ γάρ ἔσται διά τοῦτο καί ἐκ τῆς ὑποστάσεως˙ συμβήσεται γάρ ἐξ ἀλλήλων εἶναι ταῦτα, διό οὐδείς οὐδέποτε τῶν ἁπάντων τό Πνεῦμα τό ἅγιον εἴρηκεν ἐκ τῆς ὑποστάσεως εἶναι τοῦ Υἱοῦ, ἀλλ᾿ ἐκ τῆς τοῦ Πατρός.
Ἐπιγραφή ἑνδεκάτη
Ἐπειδή ἀκούοντές τινες τό Πνεῦμα ἐκ τῆς οὐσίας τοῦ Υἱοῦ λέγουσιν ἄλλο εἶναι τό ἐκ τῆς οὐσίας καί ἄλλο τό ἐκ τῆς ὑποστάσεως, μή δυνάμενοι συνιδεῖν ὡς τό Υἱός ὄνομα ὑποστατικόν ἐστι καί ὁ λέγων ἐκ τῆς οὐσίας τοῦ Υἱοῦ ὅλον δηλοῖ τόν Υἱόν, οὐσίαν δηλαδή ἐνυπόστατον, εἰς ἔλεγχον τῆς αὐτῶν ἐπινοίας συνελέγησαν αἱ παροῦσαι γραφικαί χρήσεις, αἱ δηλοῦσαι ἐκ τῆς οὐσίας τοῦ Πατρός τόν Υἱόν γεννᾶσθαι. Ὡμολογημένου γάρ μίαν εἶναι τήν ἐκ Πατρός γέννησιν τοῦ Υἱοῦ, πῶς ἔστι διαφέρειν τό ἐκ τῆς οὐσίας καί τό ἐκ τῆς ὑποστάσεως, εἰ μή τις βλασφημῶν ἐθέλει λέγειν ἄλλην μέν ἐκ τῆς οὐσίας, ἄλλην δ᾿ ἐκ τῆς ὑποστάσεως Πατρός γέννησιν τοῦ Υἱοῦ; Μεθ᾿ ἅς ἕτεραι χρήσεις αἱ δηλοῦσαι τελείαν οὐσίαν καί τέλειον Θεόν λέγεσθαι τόν Πατέρα καί τελείαν οὐσίαν τόν Υἱόν καί τελείαν οὐσίαν τό Πνεῦμα τό ἅγιον.
Ἀντεπιγραφή ἑνδεκάτη
Ὅταν τι μιᾶς οὐσίας ᾖ καί ὑποστάσεως, τό ἐκ τῆς οὐσίας ἐκείνης φυσικῶς ἔχον ὁπωσδήποτε τήν ὕπαρξιν καί ἐκ τῆς ὑποστάσεως ἐκείνης ταύτην ἔχει καί ἀντιστρόφως˙ ὅ γάρ ἄν ἐκ τῆς ὑποστάσεως ἐκείνης ᾖ καί ἐκ τῆς οὐσίας ἐκείνης ἐστίν. Ὅταν δέ τι μιᾶς μέν οὐσίας ᾖ, οὐ μιᾶς δέ ὑποστάσεως, ἀλλά πλειόνων, τό ἐκ τῆς μιᾶς ἐκείνης οὐσίας οὐκ ἐκ τῶν λοιπῶν αὐτῆς ὑποστάσεών ἐστιν, ἀλλ᾿ ἐκ μιᾶς τινος αὐτῶν. Ἐπεί οὖν ἡ ἀνωτάτω καί προσκυνητή Τριάς ἡμῖν μία φύσις ἐστίν ἐν ὑποστάσεσι τρισίν, οὐ πᾶν τό ἐκ τῆς οὐσίας τήν ὑπόστασιν ἔχον ἐκ τῶν λοιπῶν ὑποστάσεών ἐστιν, ἀλλ᾿ ἐκ μιᾶς τινος αὐτῶν, δηλαδή τῆς πατρικῆς˙ ἐκ ταύτης γάρ μή εἶναι οὐκ ἐνδέχεται. Οὐκοῦν οὐχί καί ἐξ ἑτέρας, ἀλλ᾿ ἐκ μόνης, εἶπερ ἐκ μιᾶς. Καί τοῦτο δῆλον ἀπό τῶν ἀνθρώπων˙ ἕκαστος γάρ ἡμῶν ἐκ τῆς οὐσίας μέν ἐστι τοῦ Ἀδάμ, οὐκέτι δέ ἐκ τῆς ὑποστάσεως τοῦ Ἀδάμ, διότι μία μέν οὐσία τῶν ἀνθρώπων νῦν, πολλαί δέ ὑποστάσεις˙ ἀνθρωπίνης δέ τήν ἀρχήν μιᾶς οὔσης οὐσίας τε καί ὑποστάσεως, τῆς τοῦ Ἀδάμ, ἐκ τοῦ οὐσία ς τοῦ Ἀδάμ ἡ Εὔα οὖσα καί ἐκ τῆς ὑποστάσεως ἐκείνου ἦν. Ἀλλά καί πρίν τόν Κάϊν εἶναι, μιᾶς οὔσης ἀνδρικῆς οὐσίας τε καί ὑποστάσεως, ἐκ μιᾶς καί τῆς αὐτῆς ὁ Κάϊν ἀνδρικῆς οὐσίας τε καί ὑποστάσεως ὑπῆρχε, τοῦ Ἀδάμ˙ δυοῖν δέ ἀνδρῶν ἤδη καθ᾿ ὑπόστασιν τελούντων, ὁ τῷ Κάϊν γεννηθείς υἱός ἐκ τοῦς οὐσίας μέν ὑπῆρχε τοῦ Ἀδάμ, ἀλλ᾿ οὐχί καί ἐκ τῆς ὑποστάσεως αὐτοῦ, ἀλλ᾿ἐκ μόνης τῆς τοῦ Κάϊν.
Ὁ δέ λατινόφρων οὗτος διατεινόμενος ἐνταῦθα καί ἐκ τῆς ὑποστάσεως εἶναι τοῦ Υἱοῦ τό Πνεῦμα, εἴπερ εἶναι θεολογεῖται ἐκ τῆς φύσεως, μίαν δείκνυσι φρονῶν ὥσπερ οὐσίαν οὕτω καί ὑπόστασιν ἐπί Θεοῦ, τόν Υἱόν ἤ τόν Πατέρα τελέως ἀθετῶν ὁ τάλας, πρός δέ τούτῳ καί ἐκ μόνου τοῦ Υἱοῦ τήν ὕπαρξιν εἶναι τοῦ θείου Πνεύματος δεικνύς. Ἀλλά καί ἀπό τῶν ρητῶν, ἅ θεολογοῦσι τελείαν οὐσίαν εἶναι τόν Πατέρα καί τελείαν οὐσίαν τόν Υἱόν, ὡσαύτως καί τό Πνεῦμα τό ἅγιον, οὐ τό ἑνιαῖον καί ἀπαράλλακτον τῆς οὐσίας ἐπιγινώσκει τῶν τριῶν, ἀλλ᾿ ἐνθεωρεῖν πειρᾶται πληθυσμόν τινα καί διαφοράν ἐντεῦθεν κατ᾿ αὐτήν ἀφρόνως.
Ἐπιγραφή δωδεκάτη
Ἐπειδή εἰσίν τινες ἀποτολμῶντες καί λέγοντες τό ἀναβλύζειν καί προϊέναι καί ἐκλάμπειν καί πεφηνέναι ἐκ τοῦ Υἱοῦ τό Πνεῦμα μή δηλοῦν τό οὐσιωδῶς καί ἐνυποστάτως ὑπάρχειν αὐτό ἐκ τοῦ Υἱοῦ, ἀλλά τήν ἐξ αὐτοῦ τῶν πνευματικῶν χαρισμάτων διανομήν, εἰς ἔλεγχον τῆς τοιαύτης ἀνοίας ἐξελέγησαν αἱ παροῦσαι γραφικαί χρήσεις, αἱ δηλοῦσαι ἀναβλύζειν καί ἐκλάμπειν καί πεφηνέναι τόν Υἱόν ἐκ Πατρός˙ οὐ γάρ δή τις ἐρεῖ ὡς οὐχ ὁ Υἱός ἐστιν ὁ ἀναβλύζων καί ἐκλάμπων καί πεφηνώς ἐκ Πατρός οὐσιωδῶς καί ἐνυποστάτως, ἀλλά τά χαρίσματα τοῦ Υἱοῦ.
Ἀντεπιγραφή δωδεκάτη
Τό γεννητῶς ἔκ τινος ἤ ἐκπορευτῶς τήν ὕπαρξιν ἔχον ἐξ αὐτοῦ καί προϊέναι λέγεται καί ἐκπέμπεσθαι καί ἐκλάμπειν, εἴπερ φῶς ἐστι, καί ὅσα παραπλήσια τούτοις. Οὐ μή πᾶν τό προϊόν ἤ ἐκπεμπόμενον ἤ ἐκλάμπον ἔκ τινος καί ἐξ ἐκείνου γεννητῶς ἤ ἐκπορευτῶς τήν ὕπαρξιν ἔχει καί ἐν ἰδίᾳ ὑποστάσει ἐστίν. Οὗτος δέ, ὁ τάς ἐπιγραφάς ταύτας συγγραψάμενος, τόλμαν ἐγκαλεῖ τοῖς εὐσεβῶς καί νουνεχῶς φρονοῦσι τολμητίας ὤν αὐτός περί τό δυσσεβεῖν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου