Συνέχεια από : Παρασκευή 6 Ιουλίου 2018
ΠΙΣΤΗ ΣΤΟΝ ΤΡΙΑΔΙΚΟ ΘΕΟ
Με τους στοχασμούς που αναπτύξαμε μέχρι στιγμής φτάσαμε σε ένα σημείο όπου η χριστιανική ομολογία πίστης στον μοναδικό Θεό, με ένα είδος εσωτερικής αναγκαιότητος, μεταβαίνει στην ομολογία τού Θεού Mονάδος εν Tριάδι. Δέν μπορούμε επίσης να ξεχάσουμε πώς εδώ αρχίζουμε να ακουμπάμε ένα πλαίσιο στο οποίο η Χριστιανική θεολογία πρέπει να αποδείξει την επίγνωσή της των ορίων της, πολύ περισσότερο απο ότι το κατάφερε μέχρι τώρα, ένα πλαίσιο στο οποίο κάθε ψεύτικη ματαιοδοξία που θα προσπαθεί να γνωρίσει περισσότερα, θα τελιώνει σαν μία απειλητική τρέλλα. Η αγάπη είναι πάντοτε μυστήριο περισσότερο απο όσο κατορθώνουμε να συλλάβουμε υπολογίζοντας. Η ίδια η Αγάπη –δηλαδή ο αιώνιος Θεός και ο άκτιστος—πρέπει οπωσδήποτε να είναι σε υπέρτατο βαθμό μυστήριο: πρέπει να είναι το κατεξοχήν μυστήριο.[ Δεν είναι η ουσία η αγάπη]
1)Προσέγγιση στην κατανόηση
α) Το σημείο εκκινήσεως της πίστεως στον Τριαδικό Θεό, το τριαδικό δόγμα δέν γεννήθηκε απο έναν στοχασμό γύρω απο τον Θεό, απο μία προσπάθεια της φιλοσοφικής σκέψης να ξεκαθαρίσει την καταγωγή τού Είναι, αλλά ξεπήδησε απο την προσπάθεια επεξεργασίας των ιστορικών εμπειριών. Στην παλαιά διαθήκη η βιβλική πίστη είχε σχέση πάνω απ’όλα με τον Θεό με τον οποίον είχαν συναντηθεί και ήταν ο Θεός του Ισραήλ, ο Θεός των λαών, σαν Δημιουργός και Κύριος του κόσμου. Τον καιρό που θεμελιωνόταν η Καινή διαθήκη προστίθεται ένα εντελώς αναπάντεχο γεγονός, λόγω του οποίου ο Θεός φανερώνεται με έναν τρόπο άγνωστο μέχρι τότε! Στον Ιησού Χριστό συναντιέται ένας άνθρωπος ο οποίος γνωρίζει πώς είναι και ομολογεί ταυτοχρόνως ότι είναι, ο Υιός του Θεού. Συναντούμε τον Θεό σαν απεσταλμένο, ο οποίος είναι αληθινά Θεός και όχι ο οποιοσδήποτε μεσάζων, που όμως μαζί μας καλεί τον Θεό «Πατέρα» [Δέν είναι απόστολος ο Κύριος]
Δημιουργείται λοιπόν ένα αυθεντικό παράδοξο : απο το ένα μέρος αυτός ο άνθρωπος ονομάζει τον Θεό πατέρα Του, απευθύνεται σ’αυτόν σαν σε ένα «ΕΣΥ» που βρίσκεται απέναντι του και επομένως για να μήν τελιώσει όλη αυτή η ιστορία σαν μία θεατρική παράσταση, αλλά σαν αλήθεια,η μόνη άξια του Θεού, αυτός πρέπει να είναι κάτι άλλο απο τον Πατέρα, στον οποίο απευθύνεται και προς Τον οποίο και εμείς απευθυνόμαστε.[ Καί η Βάπτιση τού Κυρίου καί η αποκάλυψη τού Τραδικού Θεού;] Απο το άλλο μέρος, όμως, Αυτός ο ίδιος είναι ότι πλησιέστερο στον Θεό που συναντούμε: η μεσολάβηση του Θεού απέναντι μας, και αυτό διότι είναι ο ίδιος Θεός-άνθρωπος, ο Θεός με την μορφή και την φύση του ανθρώπου: Ο Θεός μαζί μας (ο Εμμανουήλ). Η μεσολάβησή του θα εκμηδενιζόταν ριζικώς και θα κατέληγε ένας διαχωρισμός παρά μία μεσολάβηση, εάν ήταν κάτι άλλο απο τον Θεό, εάν ήταν απλώς ένας μεσάζων. Σ’αυτή την περίπτωση δέν θα μας πλησίαζε στον Θεό, αλλά θα μας απομάκρυνε. Έτσι λοιπόν αυτός, σαν μεσολαβητής, είναι ταυτόχρονα Θεός και άνθρωπος, και τα δύο μ’έναν τρόπο ισότιμα πραγματικό και ολοκληρωτικό. [ Η μεσολάβηση δέν είναι ένωση, η φύση τού θεού δέν ο θεός, είναι η θεότης]
Αυτό λοιπόν σημαίνει πώς εδώ συναντούμε τον Θεό όχι σαν Πατέρα αλλα σαν Υιό και σαν αδελφό μου, με το αποτέλεσμα να εμφανίζεται ένας δυϊσμός στον Θεό, ο Θεός εμφανίζεται ταυτόχρονα σαν ΕΓΩ και σαν ΕΣΥ. Σ’αυτή δέ την καινούργια εμπειρία του Θεού ακολουθεί τελικώς σαν Τρίτη, ή εμπειρία του πνεύματος τής παρουσίας του Θεού μέσα μας, στο εσωτερικό μας.[Δέν υπάρχει μέσα μας τό Αγιο Πνεύμα, όπως φανερώνεται καί στόν Ευαγγελισμό τής Θεοτόκου καί στήν Πεντηκοστή] Και εκ νέου συνεπάγεται πώς αυτό το «πνεύμα» δέν ταυτίζεται ούτε με τον Πατέρα ούτε με τον Υιό, αλλά ούτε και δημιουργεί κάτι τρίτο ανάμεσα στον Θεό και σε μάς : διότι στην πραγματικότητα είναι ο τρόπος με τον οποίο ο ίδιος ο Θεός μας δίνεται, με τον οποίο εισέρχεται μέσα μας, έτσι ώστε να είναι μέσα στον άνθρωπο παραμένοντας παρ’όλα αυτά, ακόμη και στην «συγκατοίκηση» απείρως υπεράνω αυτού. [αρχίζουν να γίνονται όλα της πόπης γύρω απο τον Pope]
Βλέπουμε λοιπόν πώς η Χριστιανική πίστη, στην διάρκεια τής ιστορικής της εξελίξεως έχει σχέση, κατ’αρχάς μόνον σαν ένα συντελεσμένο γεγονός, με τον Θεό σ’αυτήν την Τριπλή μορφή! Είναι προφανές επίσης πώς αυτή η πίστη θα’πρεπε αμέσως να αρχίσει να αναρωτιέται πώς αυτά τα διαφορετικά δεδομένα θα μπορούσαν να συμφιλιωθούν μεταξύ τους.
Θα’πρεπε να αναρωτηθεί πώς αυτές οι τρείς μορφές τής ιστορικής μας συνάντησης με τον Θεό σχετίζονται με την ιδιαίτερη πραγματικότητα του Θεού. Η τριάδα αυτών των μορφών της εμπειρίας του Θεού είναι ίσως μόνον μία δική του ιστορική μάσκα, με την οποία αυτός πλησιάζει στον άνθρωπο με διαφορετικούς ρόλους, παραμένοντας παρ’ολα αυτά ο μοναδικός; Αυτή η Τριάδα μας λέει μόνον κάτι γύρω απο τον άνθρωπο και απο τους διαφορετικούς του τρόπους να σχετιστεί με τον Θεό, ή μήπως μας αποκαλύπτει κάτι απο τον ίδιο τον Θεό όπως είναι καθ’εαυτός; Εμείς σήμερα έχουμε την τάση με μεγάλη προχειρότητα να θεωρούμε σωστή την πρώτη υπόθεση, πιστεύοντας πώς μ’αυτόν τον τρόπο λύνουμε όλα τα προβλήματα. Όμως πρίν καταφύγουμε στην εύκολη λύση, δέν πρέπει να συνειδητοποιήσουμε όλο το εύρος της υποθέσεως;
Εδώ πρόκειται να αναρωτηθούμε γύρω από ένα πολύ σοβαρό προβλημα. Ο άνθρωπος στην σχέση του με τον Θεό «έχει να κάνει μόνο με τις αντανακλάσεις της συνειδήσεως του, ή στ’αλήθεια έχει την δυνατότητα να ανυψωθεί πραγματικά πέρα απο τον εαυτό του, μέχρι να συναντήσει τον ίδιο τόν Θεό; Οι συνέπειες και στις δύο περιπτώσεις είναι σπουδαιότατες: στην πρώτη υπόθεση ακόμη και η προσευχή καταλήγει για τον άνθρωπο μία καθαρή ενασχόληση με τον εαυτό του, διαγράφοντας μ’αυτόν τον τρόπο την ρίζα της αυθεντικής λατρείας και ταυτόχρονα και την προσευχή της αιτήσεως. Αυτή εδώ είναι και η συνέπεια η οποία χρησιμοποιείται πιό συχνά απο όλους. Τόσο που γεννά την ανησυχητική υποψία μήπως τελικά αυτή η υπόθεση δέν στηρίζεται παρα σε μία άνετη στάση της σκέψεως, η οποία χωρίς καμμία ευθύνη, παίρνει τον ευκολότερο δρόμο. Εάν όμως η σωστή απάντηση είναι η δεύτερη, η λατρεία και η προσευχή δέν είναι μόνον δυνατές, αλλά υποχρεωτικές, καθότι είναι μία προϋπόθεση του όντος «άνθρωπος» ανοιχτού στον Θεό.
Όποιος καταλαβαίνει το βάθος του θέματος κατανοεί επίσης και την παθιασμένη μάχη που διεξήχθη στην αρχαία Εκκλησία γύρω απο αυτό. Θα κατανοήσει πώς δέν παιζόταν απλώς μία εννοιολογική δυσκολία και δέν επιδεικνύοταν η λατρεία των τύπων, όπως ένας επιφανειακός παρατηρητής θα μπορούσε να συμπεράνει.
Θα αντιληφθεί αντιθέτως πώς η πολεμική εκείνη του παρελθόντος επιστρέφει και σήμερα, αναμμένη και παρόμοια με του παρελθόντος. Διότι πρόκειται για την μοναδική και αιώνια μάχη του ανθρώπου γύρω απο τον Θεό και απο τον εαυτό του,[ Απουσιάζει απολύτως η Θεοτόκος από τούς συλλογισμούς τού πολεμιστή] και γιά τό ότι δέν μπορούμε να παραμείνουμε Χριστιανοί, εάν νομίζουμε πώς μπορούμε να ξεμπλέξουμε πιό εύκολα σήμερα απο ότι συνέβη τότε.
Φανερώνοντας την απάντηση χάριν της οποίας τότε είχε βρεθεί ένας διαχωρισμός ανάμεσα στον δρόμο της πίστεως και σε έναν δρόμο που θα οδηγούσε μοιραία σε μία ψευδαίσθηση πίστεως, λέμε: Ο ΘΕΟΣ ΕΙΝΑΙ ΕΤΣΙ ΟΠΩΣ ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΕΤΑΙ. Ο Θεός δέν αποκαλύπτεται όπως δέν είναι.[ Ο άνθρωπος δυστυχώςδέν είναι όπως είναι] Η Χριστιανική σχέση με τον Θεό βασίζεται σ’αυτή την ομολογία, στην οποία σχέση λαμβάνει μέρος το δόγμα της τριάδος μάλιστα δέ, η Χριστιανική πίστη είναι αυτό το δόγμα.
[Διαλύθηκαν ήδη όλα. Η οικονομική Τριάδα η θεληματική, θεωρείται ίδια με την προαιώνιο Τριάδα. Δέν υπάρχει Θεός χωρίς την δημιουργία. Η σχέση τους είναι διαλεκτική και ο άνθρωπος θεούται δια της αναλογίας. Όλη η φιλοσοφία της αυτοσυνειδησίας και του προσώπου στηρίζεται στην θεληματική απο μέρους τού ανθρώπου απόρριψη της διακρίσεως ανάμεσα στην φυσική και στην οικονομική Τριάδα. Βαρετή επανάληψη του ιδίου]
Συνεχίζεται
Αμέθυστος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου