Βιογραφικά στοιχεία
Γεννήθηκε το 1905 στα Υστέρνια της Τήνου. Ανήκε σε φτωχή οικογένεια ενώ τρεις μήνες πριν γεννηθεί, πέθανε ο πατέρας του, Ιερώνυμος. Η χήρα μητέρα του πήγε στην Αθήνα, για να εργαστεί ως μαγείρισσα και να ζήσει την οικογένειά της. Έτσι, ο μικρός Ιερώνυμος μεγάλωσε σε συγγενείς του μέχρι την ηλικία των 2,5 χρόνων, οπότε ήρθε στην Αθήνα. Εκεί πήγε στο σχολείο. Αποφοίτησε από τη Ριζάρειο Εκκλησιαστική Σχολή αριστούχος και κατόπιν φοίτησε στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Συνέχισε τις σπουδές του στη Γερμανία, (Μόναχο, Βερολίνο, Βόννη) και την Ηνωμένο Βασίλειο, με τη βοήθεια υποτροφίας του κληροδοτήματος Μανούση.
Ο Ιερώνυμος εντάχθηκε στην Αδελφότητα Θεολόγων «Η Ζωή» [1] και ο πνευματικός του και προϊστάμενος της αδελφότητας, Αρχιμ. Σεραφείμ Παπακώστας, τον συνέστησε στον τότε Αρχιεπίσκοπο Αθηνών Χρύσανθο. Εκάρη μοναχός στην Ιερά Μονή Ασωμάτων Πετράκη και στις 4 Ιανουαρίου 1939, ο Ιερώνυμος χειροτονήθηκε Διάκονος. Τοποθετήθηκε στον Ιερό Ναό Αγίας Ειρήνης Αιόλου ως Διάκονος, καθώς και ως δεύτερος γραμματέας στην Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος. Στις 23 Ιουνίου 1940 χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος και προχειρίστηκε Αρχιμανδρίτης. Στη συνέχεια τοποθετήθηκε Εφημέριος του Ιερού Ναού Αγίου Δημήτριου Κηφισιάς και κατόπιν Γενικός Αρχιερατικός επίτροπος της περιφέρειας Κηφισιάς, που τότε υπαγόταν στην Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών.
Η Κυβέρνηση Κατοχής τον απόλυσε από συνοδικό γραμματέα και ο Αρχιεπίσκοπος Χρύσανθος, λίγο πριν εκδιωχθεί, τον διόρισε εφημέριο του νοσοκομειακού ναού του Ευαγγελισμού, όπου παρέμεινε σε όλη τη διάρκεια της Κατοχής. Μετά την Κατοχή αποσύρθηκε και αφοσιώθηκε στη μελέτη και τη συγγραφή. Το 1945 υπέβαλε στη Θεολογική Σχολή διατριβή για τη θέση του υφηγητή, το 1946 απέσυρε όμως την υποψηφιότητά του σε ένδειξη διαμαρτυρίας για διαφωνία του με καθηγητές του. Στις 29 Σεπτεμβρίου 1949 διορίστηκε πρωθιερέας των Ανακτόρων, θέση στην οποία παρέμεινε ως το 1967. Το 1959 εξελέγη Καθηγητής Κανονικού Δικαίου στη Θεολογική σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Αρχιεπίσκοπος Αθηνών
Για την ανάρρηση του Ιερώνυμου στον αρχιεπισκοπικό θρόνο προηγήθηκε η αντικανονική απομάκρυνση του τότε αρχιεπισκόπου Χρυσοστόμου. Ο αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος εκδιώχθηκε πραξικοπηματικά από τη Χούντα των Συνταγματαρχών και τα Ανάκτορα και εξαναγκάστηκε να παραμείνει στο Νοσοκομείο του Ερυθρού Σταυρού για περισσότερο από ένα μήνα, χωρίς να είναι ασθενής[2]. Στο διάστημα αυτό νομοθετήθηκε από το δικτατορικό καθεστώς όριο ηλικίας και έτσι κηρύχθηκε, ζώντος του Αρχιεπισκόπου, ο θρόνος εν χηρεία. Ακολούθως, στις 14 Μαΐου 1967, οκταμελής «Αριστίνδην Σύνοδος» εξέλεξε τον Ιερώνυμο Αρχιεπίσκοπο Αθηνών παρουσία των πραξικοπηματιών Παπαδόπουλου και Παττακού την ημέρα της εκλογής στη Σύνοδο [3].
Η εκλογή του προξένησε επιθέσεις και σχόλια, καθώς θεωρήθηκε ευθέως ευνοούμενος της Χούντας των Συνταγματαρχών και χαρακτηρίστηκε χουντικός, βασιλικός και αντικανονικός. Ενδεικτικό της αντικανονικότητας της κατάστασης είναι το γεγονός πως η χειροτονία του Ιερώνυμου έγινε στις 4 Μαΐου 1967, χωρίς να έχει παραιτηθεί ο κανονικός Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος Β΄, του οποίου η εξαναγκασμένη παραίτηση έφερε τελικά ημερομηνία 11 Μαΐου 1967[4].
Η δράση του
Κατά την περίοδο της αρχιερατείας του απομακρύνθηκαν αντικανονικά πολλοί επίσκοποι από τις μητροπόλεις τους όπως οι Μητροπολίτες Θεσσαλονίκης Παντελεήμων Παπαγεωργίου και Αττικής και Μεγαρίδος Ιάκωβος Βαβανάτσος ενώ εξωθήθηκαν σε παραιτήσεις ο Θεσσαλιώτιδος και Φαναριοφερσάλων Κύριλλος Καρμπαλιώτης, ο Δημητριάδος Δαμασκηνός Χατζόπουλος, ο Ελασσόνος Ιάκωβος Μακρυγιάννης, ο Παραμυθίας Τίτος Ματθαιάκης και ο Λαρίσης Ιάκωβος Σχίζας. [5] Με αυτόν τον τρόπο η Χούντα των Συνταγματαρχών κατάφερε να απομακρύνει αφενός επισκόπους που δεν είχαν διάθεση συνεργασίας με το δικτατορικό καθεστώς και αφετέρου, στις κενές θέσεις που δημιουργήθηκαν, να τοποθετήσει νέους μητροπολίτες φιλικά διακείμενους προς αυτήν. Μάλιστα, όλοι σχεδόν οι νέοι μητροπολίτες που εξελέγησαν από την αντικανονική Σύνοδο, είχαν δύο κοινά χαρακτηριστικά: προέρχονταν από τις παρα-εκκλησιαστικές οργανώσεις «Ζωή» και «Σωτήρ» και στα χρόνια του Εμφυλίου Πολέμου είχαν υπηρετήσει ως στρατιωτικοί ιερείς-ιεροκήρυκες.[6]
Όσον αφορά την φιλανθρωπική του δράση, ίδρυσε το νοσοκομείο των κληρικών της Εκκλησίας της Ελλάδος, 186 φιλόπτωχα ταμεία, 47 ομάδες υπερηλίκων, 64 σπίτια «Γαλήνης Χριστού» υπερηλίκων, στέγη κατάκοιτων υπερηλίκων, 3 κέντρα απασχόλησης υπερηλίκων, 5 κινητές μονάδες περιθάλψεως κατακοίτων, θέρετρο ιερέων, θερινή εξοχή γερόντων, κέντρο συμπαραστάσεως οικογενείας, κατασκηνώσεις για τα παιδιά των εκκλησιαστικών υπαλλήλων, «Ημέρα Αγάπης» για τους φτωχούς της Αρχιεπισκοπής κ.ά. Ίδρυσε το «Κίνημα Αγάπης», το οποίο συνέλεγε και εκποιούσε άχρηστα είδη και με αυτό τον τρόπο κατόρθωσε να συγκεντρώσει σε δύο χρόνια το ποσό των 50 εκατομμυρίων δραχμών.
Κρίση με το Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών
Μετά από επίσημα και ανεπίσημα διαβήματα, δημοσιεύματα του ξένου Τύπου στηλιτευτικά των μέτρων της Δικτατορίας, στις 17 Νοεμβρίου του 1967 ο διευθυντής της Commission of the Churches on International Affairs, Dr. Frederick Nolde έστειλε επιστολή στον τότε Έλληνα πρωθυπουργό, με την οποία του ανέφερε πως Έλληνες μετανάστες εργάτες είχαν απειληθεί από όργανα του καθεστώτος, σύμφωνα με ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες της Διεθνούς Αμνηστίας. Στις αρχές του 1968 η Εκτελεστική Επιτροπή του Παγκόσμιου Συμβουλίου Εκκλησιών, αφού έλαβε το παραπάνω υπόμνημα του Nolde, ζήτησε να επισκεφθεί και να συναντήσει στην Ελλάδα εκπροσώπους της Ελληνικής Κυβέρνησης και της Αρχιεπισκοπής. Ο τότε αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος όμως δεν έδωσε συνέχεια, και δεν διευκόλυνε την επίσκεψη του Γενικού Γραμματέα του Π.Σ.Ε, μια επίσκεψη με ιδιαίτερο συμβολισμό και διεθνή αντίκτυπο. Ο καθηγητής Νικόλαος Ζαχαρόπουλος αναφέρει ότι μετά από αρκετό χρονικό διάστημα ο Γ.Γ του Π.Σ.Ε. ήλθε στην Ελλάδα αεροπορικώς, αλλά οι Ελληνικές αρχές δεν του επέτρεψαν αρχικά την είσοδο στην χώρα. Μετά δύο ώρες του επετράπη.[7] Στις 4 με 20 Ιουλίου 1968 θα πραγματοποιείτο στην Ουψάλα της Σουηδίας η Δ΄ Γενική Συνέλευση του Π.Σ.Ε, η Ελλαδική Εκκλησία όμως αρνήθηκε να αποστείλει αντιπροσώπους λόγω των τεταμένων σχέσεων Ελλάδας και Σουηδίας την περίοδο εκείνη. Επίσης ο Ιερώνυμος επικαλέστηκε την ανάμιξη του ΠΣΕ στη σχεδίαση του νέου Συντάγματος της χώρας. Έτσι όμως, ο Ιερώνυμος γινόταν «φερέφωνο της Δικτατορίας»[8] Ο Ζαχαρόπουλος επισημαίνει πως η αποχή της Ελλαδικής Εκκλησίας από τις εργασίες της Συνέλευσης συνδεόταν και με τη θεματολογία της, που μεταξύ άλλων αφορούσε και την «κοινωνική και πολιτική δικαιοσύνη», κάτι που θα δυσχέραινε την Ελληνική αντιπροσωπεία.[9]
Επίσης ο Ιερώνυμος αρνήθηκε να παραλάβει οικονομική βοήθεια που το Π.Σ.Ε. έστελνε για τους σεισμόπληκτους των Ιονίων νήσων, γιατί θα υποχρεωνόταν να ευχαριστήσει έναν οργανισμό που ασκούσε κριτική στη Δικτατορία. Στα τέλη του 1968 ο Γ.Γ. του Π.Σ.Ε., μετά από έκκληση της «οικουμενικής ομάδας» της πόλης Κρίφτελ της Δυτ. Γερμανίας, έστειλε προσωπικό και ανεπίσημο διάβημα προς τον Ιερώνυμο, με το οποίο τον καλούσε να παρέμβει με σκοπό την αποτροπή των θανατικών εκτελέσεων των Ελευθέριου Βερυβάκη και Αλέξανδρου Παναγούλη. Ο Ιερώνυμος απάντησε χαρακτηρίζοντας την επιστολή αυτή, «παρέμβαση στα πολιτικά πράγματα της χώρας» και «επέμβαση υπέρ δολοφόνων».[10]
Παραίτηση και τελευταία χρόνια
Τον Δεκέμβριο του 1973, υπέβαλε την παραίτησή του και αποσύρθηκε[11] στη γενέτειρά του, τα Υστέρνια της Τήνου. Τον Αύγουστο του 1987 έπαθε ημιπληγία. Απεβίωσε στις 15 Νοεμβρίου του 1988. Κηδεύτηκε σαν Κανονικός Αρχιεπίσκοπος πρώην Αθηνών και πάσης Ελλάδος στην Ιερά Μονή Ασωμάτων Πετράκη και ετάφη στην Τήνο.
6 σχόλια:
Καμμιά καλύτερη βιογραφία δέν βρήκες νά βάλεις ,όλα τά σκουπίδια έβαλες ;
Τί έχεις νά προτείνεις; Λείπουν στοιχεία; Ηταν πιό πουλημένος από τόσο;
Ευτυχώς που βρέθηκε ο Τριανταφυλλόπουλος να βγάλει στή φώρα αυτά που οι ευσεβείς έκρυβαν Καί οι λίθοι κεκράξονται την αλήθειαν !
Αλήθεια αμέθυστε , άν υποθέσουμε οτι ο αρχιεπίσκοπος παθαινε κάποια αναλαμπή , μία αριστίνδην σύνοδος θά ήταν η μόναδική λύση για την εξυγίανση του επισκοπικού σώματος καί θά αποφεύγετο και το σχίσμα που φαίνεται αναπόδραστο Τό Άγιο Πνεύμα όπου καί όπως θελει πνεί Σέ κάθε περίπτωση βεβαια θά μπορούσε νά απαγγελθούν κατηγορίες στούς αποχωρούντας ή νά εξαναγκαστούν σέ παραίτηση όχι βέβαια μέ τον αέρα αλλά μέ την απειλή των κατηγοριών ......
ΑΝ...πού θάλεγαν καί οι αρχαίοι.
Η αριστίνδην σύνοδος είναι κάτι τό κακό, αλλά ψυλλος στ'άχυρα σέ σχέση με΄το καπέλωμα των αχρείων καί το σχίσμα ,σέ βαθμό που μακάρι νά μπορούσε καί σήμερα νά λειτουργήσει λυτρωτικά από τά δεσμά των κακών στά οποία υποκείμεθα Η εκκλησία δεν έχει αδιέξοδα
Δημοσίευση σχολίου